Η σάτιρα κι η κανονικοποίηση

Η περίπτωση των συνεντεύξεων του τσολιά της Ελληνοφρένειας θέτει ένα γενικότερο ζήτημα: γιατί άραγε όταν φέρνεις απέναντί σου τον σατιρικό σου στόχο και του κάνεις ερωτήσεις τετ α τετ, η συντριπτικά μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να σου γυρίσει μπούμερανγκ κι αντί να τον ξεγυμνώσεις έτι περαιτέρω, να του αλλάζεις ενδυμασία φορώντας του ρούχα που τώρα πια τον κάνουν να φαίνεται συμπαθητικότερος, ανθρωπινότερος, κανονικότερος;

Μήπως η σάτιρα λειτουργεί επειδή παίζει σε παιχνίδι χωρίς αντίλογο, μήπως όσα φανερώνει η σάτιρα φανερώνουν τελικά μια στρεβλή εικόνα, στρεβλή λόγω της μονομέρειάς της; Μήπως δηλαδή τελικά η σάτιρα αδικεί πολιτικά τον κάθε Άδωνη και τον κάθε Κώστα Μπακογιάννη και όταν τους δοθεί το ελάχιστο δημοκρατικό δικαίωμα να απαντήσουν, αποδεικνύουν περίτρανα πως ο κάθε τσολιάς μπορούσε να βγάζει γέλιο από τα λεγόμενά τους και το στάτους τους, όχι επειδή είναι όντως για γέλια, αλλά επειδή δεν μπορούσαν να τα υπερασπιστούν απέναντι στην εις βάρος τους επίθεση;

Αυτή θα ήταν η μία εξήγηση. Η άλλη είναι πως το πεδίο και ο ρόλος της σάτιρας είναι διακριτός από το πεδίο και τον ρόλο της αντιπαράθεσης πολιτικών επιχειρημάτων. Διακριτός όμως όχι επειδή η πολιτική σάτιρα αφορά το μη πολιτικό, όχι επειδή ο ρόλος της δεν είναι πολιτικός. Αλλά ακριβώς επειδή ο ρόλος της είναι να μιλήσει για μια σειρά πολιτικών φαινομένων με έναν τρόπο που η αμιγώς πολιτική αντιπαράθεση είναι ανεπαρκής και φτωχή για να το κάνει. Ακριβώς επειδή ο ρόλος της είναι να αντιστοιχήσει μια σειρά πολιτικών φαινομένων με την γελοιότητα που τους αναλογεί στα αλήθεια.

Την οικογενειοκρατία π.χ. ή τη σατιρίζεις ή όχι. Ό,τι κι αν πεις κατά πρόσωπο στον Κώστα Μπακογιάννη θα έχει κάτι να σου απαντήσει. Το οποίο θα είναι και πολιτικά εύλογο. Το πόσο ακροδεξιός και τηλεπωλητής είναι π.χ. ο Άδωνις είναι μια πολιτική θέση την οποία συμμερίζεται ένα σημαντικό ποσοστό Ελλήνων και βάσει της οποίας μπορούν να βγαίνουν κάθε μέρα πέντε σατιρικές στιγμές από τα όσα αυτός λέει, υπάρχει όμως και ένα άλλο σημαντικό ποσοστό Ελλήνων το οποίο μια χαρά εκπροσωπείται από τον ακροδεξιό του λόγο. Όταν τον αναγνωρίζεις εσύ η σατιρική εκπομπή ως συνομιλητή σου, δεν υπάρχει περίπτωση να τον φέρεις με συνέντευξη σε θέση συντριβής, δεν υπάρχει περίπτωση να φύγει τρέχοντας κι αναγνωρίζοντας ότι ναι με πιάσατε τσολιάδες στα πράσα – είμαι ακροδεξιός, το μόνο που μπορεί να γίνει είναι να νομιμοποιηθεί ο ακροδεξιός του λόγος ως μια χαρά στεκόμενος απέναντί σου.  Το θέμα με τον Άδωνη δεν ήταν ότι δεν βρέθηκε ως τώρα κάποιος που θα του τα έλεγε χύμα και θα τον ξεσκέπαζε. Ξεσκεπασμένος είναι, όλη η χώρα γνωρίζει ποιος είναι. Ένα κομμάτι της αναγνωρίζει και τον εαυτό της στον καθρέφτη του και τον λόγο του. Που για κοίτα, βρέθηκε κι απέναντι και στον τσολιά και δεν κώλωσε.

Υπάρχει ο χώρος για τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και υπάρχει και o χώρος της σάτιρας που επιτρέπει εν τέλει ακριβώς αυτό: να κάνεις τον Άδωνη να σκάσει, να αρνηθείς να νομιμοποιήσεις την πραγματικότητα που έχει φέρει τον Άδωνη σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή, να δείξεις με το σατιρικό όχημα πως η ακροδεξιά έχει γίνει η νέα κανονικότητα.

Αντ’ αυτού την κανονικοποιείς ακόμη περισσότερο, τόσο άραγε υπερβολικά τυφλέ, τόσο άραγε υπερβολικά αλαζόνα, τόσο άραγε υπερβολικά μαλάκα ιθύνοντα νου της ελληνοφρένειας;

Comments

One response to “Η σάτιρα κι η κανονικοποίηση”

  1. Δρ. Μπάμπης Avatar
    Δρ. Μπάμπης

    Επιτέλους, ονομάσατε old boy την αισχρότητα και την ηλιθιότητα ενός ελαχίστου, ο οποίος χρόνια περιφέρει τις φθηνές του αστειότητες ως πολιτική και κοινωνική άποψη.
    Η τελευταία σας παράγραφος είναι εξαιρετική.
    Συγχαρητήρια!

Leave a Reply to Δρ. Μπάμπης Cancel reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *