Tag: {[1]}

  • Imaginary enemies

    Δεν μπορώ να κουνήσω τα πόδια. Tο λίγο που κοιμάμαι μοιάζει με αιματηρό κινηματογραφικό αριστούργημα . Μπαρ στο Μετς. Ερωτικές φωτογραφίες σε φυσικό μέγεθος με μακριά νύχια και κολιέ από αυθεντικές πέρλες. Στην τηλεόραση μαθήματα της ελληνικής. Την πόρτα ή τη πόρτα; Ελάχιστα με αφορά. Περισσότερο δίνω βάση στις πόρτες. Ειδικά σε αυτές που δεν ανοίγουν. Οι συναισθηματικές εκρήξεις όλων όσων με περιβάλλουν είναι τόσο σουρεαλιστικές που θα τις ζήλευε ακόμα και ο Λιντς. Τα πρωινά φορούν τόσο βαριά ρούχα που κυρτώνουν οι ώμοι τους και μετά τις οχτώ το βράδυ ή θα πίνουν καφέδες ή θα φιλιούνται. Αυτός ο θόρυβος κρατάει μέρες. Μη! Μην αγγίζεις εκεί λέει το Κατερινάκι. Εκεί θα κολλήσω αυτό το ραδιενεργό που εκπέμπεις λέω εγώ. Στο κέντρο ετοιμάζουν προβολές μέχρι τις πέντε το πρωί. Στη Μαβίλη σερβίρουν λάθος ποτά. Το μέλλον μου ανήκει, χωρίς εκείνο να έχει τίποτα δικό μου. Αυτό εξ’αρχής καθιστά την σχέση μας μη ισορροπημένη.

    Ακούω soundτracks, καπνίζω και βλέπω το The Shawshank Redemption τρίτη συνεχόμενη φoρά ( Andy: Ξέρεις τι λένε οι Μεξικάνοι για τον Ειρηνικό; Red: Όχι .Andy: Λένε ότι δεν έχει μνήμη. Εκεί θέλω να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου. Σ’ ένα ζεστό μέρος χωρίς μνήμη). Ταλαντεύομαι μεταξύ cult ρομαντισμού και κυνισμού. Όταν αποφασίσω να τους θέσω σε λειτουργία αποτελούν την επιτομή του όρου. Θέλω να με πάρει ο ύπνος σε ένα λεωφορείο και χωρίς να το μάθω ποτέ, κάποιος να μου χαιδέψει τα μαλλιά.

    Οι μέρες που δεν έχω τίποτα να γράψω αρχίζουν και γίνονται επικίνδυνες. Σχεδιάζουν ταξίδια με τρένα, και όταν εξατμίζονται μυρίζουν κάτι ελάχιστο από υποχωρήσεις, παραχωρήσεις και ανακωχές .

    Θέλω να έρθεις ξαφνικά, χωρίς να το έχω ζητήσει. Ξενυχτισμένοι , διαολεμένες επιθυμίες να χτυπάνε με φόρα στον τοίχο, να ρίχνουν πράγματα κάτω, να δαγκώνουν λαιμούς λόγια, απέθαντα. Προχωρημένη νύχτα. Στήθος γυμνό, χωρίς ενοχές.

    Κάποτε φορούσα ένα μπλουζάκι με μια νυχτερίδα και περίμενα τον μπάτμαν να έρθει να με σώσει γιατί κάποτε είχα imaginary friends.Στην ενήλικη εκδοχή μου, έχω imaginary enemies.

     

  • When the plot falls to ashes

    Έμεινε, για λίγο, άφωνος. Είχε καιρό να το πάθει. Αυτός που πάντα μίλαγε, μερικές φορές πολύ, χωρίς καν να έχει κάποιον αποδέκτη απέναντι. Κακές συνήθειες χρόνων. Καναδυό φορές είχε μαλώσει άσχημα με την σιωπή και για δέκα μέρες ήτανε να σκοτώσει άνθρωπο. Μετά αποφάσισε να κόψει τους καυγάδες μαζί της, τσάμπα κόπος, τσάμπα νεύρα. Δεν κάνανε χωριό αυτοί οι δυο. Και την έδιωξε από το σπίτι.

    Ξέρω τι σκέφτεσαι αλλά το λόγο που πάτησε pause, για λίγο, δεν θα τον μάθουμε ποτέ. Στις ζωές των άλλων δεν χώνεσαι όποτε σου καυλώσει, καραδοκούν και ατυχήματα. Μόνον ο καπνός απ’ το τσιγάρο του, που ανέκαθεν ήταν πιο φλύαρος κι απ’ αυτόν, θα μπορούσε να πει  τι και πως αλλά τον είχε εκπαιδεύσει καλά. Χωρίς άδεια από το αφεντικό του μούγκα, χειλιτζίκια δεν έκανε.

    Σύμφωνοι, δεν είναι και πολύ πρωτότυπο (φτηνό κολπάκι μοιάζει) να θες να διηγηθείς μιαν ιστορία που δεν έμαθες ποτέ, έχουν γραφτεί δισεκατομμύρια λέξεις ερήμην των βιολογικών πατεράδων και μανάδων τους. Αλλά σε τελική ανάλυση όλοι με υιοθετημένες ιστορίες που ζουν δίπλα μας στο mute καταγινόμαστε.

  • Νίκησαν. Τέρμα και τελείωσε.

    Ο Αριστερισμός στην Ελλάδα. Ένα βιβλίο που δεν θα γράψω ποτέ.

    Ξεκίνησε από το έβγα του μεσοπολέμου, ως επακολούθημα της διαμάχης Στάλιν- Τρότσκι. Και προέρχεται από το θρυμμάτισμα των τροτσκιστών, παρά την εντυπωσιακή παρουσία τους στον Ισπανικό Εμφύλιο. Σε εποχές όπου η παραδοσιακή Ρωσοφοβία παλαιών αιώνων συνάλλαζε τα ράσα της με τον αντικομμουνισμό και τον αντισοβιετισμό, η αναμέτρηση των δύο κόσμων (ο άλλος κόσμος ήταν ο φασισμός και ενδιαμέσως το ράγισμα της αποικιοκρατίας που διέσωζε πάντως μερικές δημοκρατικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη) οδήγησε τις επαναστατημένες (και καλλιτεχνημένες) καρδιές στην συμπάθεια απέναντι σε αγωνιστές πιστούς στην παγκόσμια επανάσταση.

    Στα μέρη μας, ο Μανιαδάκης έστηνε δικό του κομμουνιστικό κόμμα, για να παγιδεύει τους εύπιστους.

     

    Αφήνω την Κατοχή, τον Εμφύλιο και τα πρώτα αποτελέσματα ενός γιγαντικού Ψυχρού Πολέμου.

     

    Ο καθαυτού αριστερισμός, στην μεταπολεμική του μορφή, ήταν η επιλογή, ως πολιτικής πλατφόρμας, ενός Τρίτου Δρόμου. Και ήταν εναργής και ενεργός μέσα στην δεκαετία του εξήντα. Ήταν η Πολιτιστική επανάσταση του Μάο. Είχε προηγηθεί η αποκαθήλωση του Στάλιν. Ο Τρίτος δρόμος έμοιαζε θελκτικός. Κατά το 1964, 65, οι οπαδοί του άρχισαν ,στα Πανεπιστήμια, να λέγονται «Κινέζοι». Ήταν αράθυμοι, επιθετικοί, ρήτορες και ορμητικοί, όλοι μαζί. Δεν άντεχαν νενέκους, αναθεωρητές, συμβιβασμένους και τρέσαντες. Ακόμη και η ελληνική χούντα κατάλαβε τι μπερεκέτια την περιμένουν αν τους διατηρούσε στη ζωή. Οι εκδόσεις «Νέοι στόχοι» εμφανίστηκαν στα βιβλιοπωλεία. Μαρξ, Λένιν, Τρότσκι, Κάουτσκι και λοιποί, υπό αχταρμά. Αλλά η Ασφάλεια έρριχνε αλύπητα ξύλο, αδιακρίτως στους ενάντιους.

     

    Πεθαίνοντας ο Μαο, τα φοιτητάκια, μεγαλώσανε, βγήκανε για δουλειές και σταδιοδρομία.Οι αριστεριστές ήταν ήδη σε χίλια κομμάτια, αλλά δεν πρόκειται να γράψω και βιβλίο. Με το ΠΑΣΟΚ αναθάρρησαν, αλλά ο Ανδρέας τους έκοψε τη φόρα, πριν έρθει στην εξουσία. Μερικοί, τρύπωσαν στα πανεπιστήμια. Άλλοι δούλευαν στην πιάτσα.Ακέφαλοι και μελαγχολικοί, άρχισαν να φλερτάρουν με άλλα κόμματα, όπου και διέπρεψαν. Τους θεωρούσαν γραφικούς, ακίνδυνους και τους άφηναν. Εξάλλου οργανωτικά ήταν γανωμένοι. Ξέρανε.

     

    Ωστόσο, το 1989, στην υποτιθέμενη συγκυβέρνηση, περίσσεψαν πολλοί αριστεροί εκτός των συγκροτημένων κομμάτων, που μαζί με τον μπαχαλακισμό και άλλες εναλλά ιδεολογίες, έβραζαν στο ζουμί τους, πάντα δυναμικές, πάντα ενεργές και με τολμητίες στις τάξεις τους.

     

    Αφήνω την υπόλοιπη γαλαζοπράσινη περίοδο ,όπου οι μεν ψήφιζαν τους δε, αλλά κρατούσαν χαρακτήρα και η αριστερά στα δεξιά του ΚΚΕ πάλευε να υπάρξει στο κοινοβούλιο.

     

    Ωσπου συνέβη, έχει μια ντουζίνα χρόνια, η επιφάνεια των συλλογικοτήτων και των συνιστωσών. Άρχισε να συγκροτείται ο Σύριζα ,σε περιβάλλον που ελάχιστα απείχε από την καταισχύνη. Και ο νέος του αρματηλάτης.

     

    Εμείς προσέχαμε τους αριστεριστές που έγιναν υπουργοί, περιφερειάρχες, πραματευτές  και λοιπά, ξεχνώντας ότι στα πανεπιστήμια, χιλιάδες απόφοιτοι διδάχτηκαν από αριστεριστές.

     

    Αλλά βιβλίο δεν πρόκειται να γράψω.

     

    Νίκησαν. Τέρμα και τελείωσε. Επιταχύνουν τις εξελίξεις. Σοφά κατανεμημένοι σε κυβερνητικούς, σε «τράβα με κι ας κλαίω» και σε πελταστές στην αυτοδιοίκηση και τον συνδικαλισμό, όταν έρθει ο πραγματικός Αρμαγεδδών, θα χαθούν όπως οι πυγολαμπίδες στο ξημέρωμα, και οι ξύπνιοι ανάμεσά τους, θα συνεργαστούν με τις καραδεξιές αρχές της Νέας Κατοχής.

    Τό΄χω ιδεί τόσες φορές το έργο, που αισθάνομαι πως έχω ήδη διαβάσει το βιβλίο που τάχα μου δεν έγραψα.

  • Τα χέρια των μουσικών

    Αυτά είναι τα χέρια της Martha Argerich. Οποιοδήποτε σχόλιο θα ήταν υποδεέστερο αυτού που βλέπουμε.

  • Φυσικά αίτια

    Στο κατώφλι του νέου “Blade Runner”, τρεις σκέψεις για την δυνατότερη στιγμή του παλιού:

    1.  Μπορεί μια σκηνή που μας δείχνει σε πολύ κοντινό πλάνο το πρόσωπο ενός ηθοποιού να προδίδεται σε τόσο μεγάλο βαθμό από την φάλτσα ερμηνεία και το overacting του ηθοποιού και παραταύτα να είναι μια σκηνή που χαράζεται στην μνήμη μας ως κινηματογραφικά τέλεια; Μπορεί όταν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που συνθέτουν το οπτικοακουστικό αποτέλεσμα, από το πώς έχει στηθεί το πλάνο ως τα χρώματα της φωτογραφίας, από το πώς βρέχει ως το πώς ακούγεται η βροχή, από το τα λόγια που λέει ο ήρωας ως την μουσική που ακούγεται στο βάθος, από το τι σηματοδοτεί στην εξέλιξη της ιστορίας η σκηνή ως τη συγκίνηση που προκαλούν οι συγκεκριμένες ατάκες,  από τη χροιά της φωνής του ως το νόημα των όσων λέει, από το χρώμα των ματιών του ως το αίμα στο πρόσωπό του, το πρόσωπό του που φωτίζεται και φωτογραφίζεται ως κέντρο ενός κάδρου στου οποίου δεξιά κι αριστερά υπάρχει γαλάζιο σαν τα μάτια του και κόκκινο σαν το αίμα και βροχή και καπνοί, ναι μπορεί.
    2. Μπορεί αυτή η τόσο εμβληματική σκηνή στην ιστορία του σύγχρονου κινηματογράφου να διαδραματίζεται μπροστά από μια διαφήμιση, η οποία παραμένει πεισματικά παρούσα στο βάθος; Μπορεί ο ήρωας να μας μιλά για πράγματα που είδε στο διάστημα, τα οποία δεν μπορούμε εμείς να φανταστούμε και εμείς να βλέπουμε στο βάθος την ΤDK; Στις ρέπλικες αντιστοιχεί η τόση ομορφιά και σε μας η γκρίζα διαφήμιση; Δεν είναι γκρίζα όμως. Παίρνει το χρώμα του “Blade Runner”, παίρνει κι αυτή το χρώμα του αριστουργήματος του Σκοτ, σε έναν ιδανικό καλλιτεχνικά κόσμο δεν θα είχε καμία θέση εκεί, στον κινηματογραφικό κόσμο του “Blade Runner” όμως oι κραυγαλέες διαφημίσεις μετατρέπονται σε οργανικό τμήμα της συνολικής εικαστικής πανδαισίας.
    3. Σπόιλερ αλέρτ (αν και θα έπρεπε στην 35ετία να παραγράφονται αυτά): αν το σινεμά βαδίζει παρέα με τους σκοτωμούς, αν το σινεμά βρίσκει διαχρονικά πολύ πιο ελκυστική την κινηματογράφηση μιας θανάτωσης από την κινηματογράφηση ενός φυσικού θανάτου, εδώ γινόμαστε μάρτυρες ενός ανεπανάληπτα μαγευτικού θανάτου από φυσικά αίτια, φυσικά και μαζί τεχνητά, στο σημείο εκείνο τομής που όλη σου η φύση είναι τεχνητή, στο σημείο εκείνο τομής που ο άνθρωπος συναντά τη μηχανή κι η μηχανή τον άνθρωπο.

     

  • Τα Υψόμετρα

    Μετά την απόφαση του ΚΑΣ, για τα υπερύψηλα κτίρια της περιοχής Ελληνικού που τους πρέπει κλάδεμα, περιμένω να φεύγει επιτέλους το “σκουφάκι” του Λυκαβητού, ενώ η λείανση των Τουρκοβουνίων μπορεί να δημιουργήσει τουλάχιστον δύο ελικοδρόμια. Ο Υμηττός, όχι-μοιάζει ήδη φαραωνικό να τον ταπεινώσεις, εξάλλου, λέγεται και Τρελός. Όσο για το Αιγάλεω, άς φροντίσει η Περιφέρεια.

  • Η Αρχαιολογία στον πάγκο του χασάπη

    1

    Νόμιζα πως πέρασε (ανεπιστρεπτί) η περίοδος κατά την οποία εάν βρίσκονταν αρχαιότητες ανοίγοντας θεμέλια κτίσματος, είτε τα έτρωγε ο μαύρος σκοτάδης, είτε (σε εκλεπτυσμένες, αβροδίαιτες, πρωτευουσιάνικες περιπτώσεις) ο εργολαβών (ο και εκλήπτωρ) μοιράζονταν με πίσημο συμβόλαιο κινητά ευρήματα με το Κράτος.

    Επίσης, χρόνια κύλησαν από την υπόθεση «δεύτερο θέατρο της Λάρσας» όπου μία πολυκατοικία με θράσος διεκδικούσε την επιβολή της επί του Κοίλου.Και επί δεκαετίες δεν ακούστηκε πως διατηρήθηκε η τελετή της ρίψης αρχαιολόγων στου γιαλού τα βοτσαλάκια, από θυμωθέντες εντοπίους.

    Γενικώς, οι αρχαιότητες, διατηρούνται. Στην χειρότερη περίπτωση, σε κατάχωση, κατόπιν ερευνών.Και σε εκατοντάδες, πολλές εκατοντάδες, περιπτώσεις, οι αρχαιότητες που διατηρούνται, παραμένουν αφύλακτες, με ρημαγμένη περίφραξη, κι άν υπάρχει πινακίδα, είναι στα χάλια της.

    Πάντως, όπου υπάρχει μνημείο μέγα ή χώρος που «αναδείχτηκε», υπάρχει και η τάση να συνωστίζονται στα πέριξ  άτυπες ιδιωτικές επενδύσεις, κατά το πρότυπο του θεσμικού αξιώματος «όταν έχεις φυλακή,στρατώνα,  ΤΕΙ ή αρχαιολογικό χώρο, ας τονωθεί και η τοπική αγορά». Θα μου ειπείς ότι και σε καλοπληρωμένους και ασφαλείς αυτοκινητοδρόμους, ενίοτε αναπτύσσονται, κοντά σε κόμβους ή διόδια, φαβέλες από καντίνες και φωτάκια, ή (σε ακραία, γνησίως ρουμελιώτικη περίπτωση) ο αυτοκινητόδρομος «αποχαρακτηρίζεται» επί μερικές εκατοντάδες μέτρα, μη χάσουν οι Λαμιώτες τα παρόδια μπερεκέτια.

    Εκεί όπου μία νομαρχία σκεπάζει με λεύκες  το τοποσημο μιας τελείως ορατής από χιλιόμετρα ρωμαϊκής γέφυρας, ή στολίζουν με παγκούλια τις μαγικές Νυμφόπετρες, άς τα θεωρήσουμε επιπτώσεις της παλιοζωής.

     

    2

    Το Ελληνικό και τα πάθια του, δεν είναι υπόθεση μεταξύ Φωτός και Σκότους. Συμβαίνει με πλήθος ζητημάτων, όπου το Κράτος παίζει τον συμπιέζοντα και η Αρχαιολογική υπηρεσία , το Δασαρχείο, οι Δήμοι και τα Πανεπιστήμια την κατακαημένη Ελλαδίτσα που τη τυραννάνε οι Σκοταδιστές.

    3

    Ήρθε η ώρα, τώρα που θα πλημμυράμε στις επενδύσεις (ψώμμα είναι αφτό) να υπάρξει ένα αυτοτελές Υπουργείο Αρχαιολογίας στο πρότυπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Όπου ο μόνος που επιτρέπεται ως μη αρχαιολόγος να το κυβερνάει να είναι ο Υπουργός. Για να τελειώνουμε. Το ΚΑΣ και τα άλλα Συμβούλια, να βγάζουν δεσμευτικές αποφάσεις. Και να διαθέτει σωστό Αρχαιολογικο Νόμο, όπου η συμμετοχή στο Γενικό Ρυθμιστικό και σε άλλα παρακλάδια, να είναι αυτονόητη.  Στο υπουργείο αυτό, ασφαλώς να υφίσταται συνδικαλισμός, αλλά να προστεθεί και Διεύθυνση η Γραμματεία Ειδικής Χωροταξίας, με τις δέουσες αρμοδιότητες. Και με Νομική Υπηρεσία, να σφυράει. Και να πάψει το φλερτ με ιδιώτες, αλλά να εκλείψει η σύγχυση μεταξύ αρχαιολόγου-ανασκαφέα, αρχαιολόγου –ερευνητή και αρχαιολογου-οργανωτή εκθέσεων και λοιπών βιομηχανικών κοιτασμάτων.Το υπουργείο Πολιτισμού,άς αφεθεί στη μοίρα του, η άς ασχοληθεί με τα υπόλοιπα.

    Η Αρχαιολογία ασχολείται με ένα Δημόσιο Αγαθό και δεν υπόκειται στους νόμους του Κλάουζεβιτς.

  • Θα σφυρίζουν τα λόγια σαν το διάολο

    Θα σου μιλάω χυδαία. Θα κατασπαράζω τις σκέψεις σου. Θα χτυπάει το τηλέφωνο. Θα κάνει ζέστη. Θα βρέχει απ’τα μάτια. Θα υποφέρω απο μια χρόνια σφήνα στο στήθος. Θα με ξεκουφαίνει οποιοδήποτε άγγιγμα. Θα σου απαγγέλω ποιήματα όταν ξυπνάς. Θα ορκίζομαι πως δεν θα γίνεις κλάμα ποτέ. Θα παρεισφρέω απρόσκλητη στους νευρώνες σου. Θα σου δένω σπαγγάκια μνήμης στα δάχτυλα. Θα γδέρνω τα χέρια μου να σε σκαρφαλώνω.Θα σε γδέρνω. Θα σαλτάρω κάθε βράδυ στο φωταγωγό να δω το ηλιοβασίλεμα. Πάνω σου θα ανάβω. Φωτοβολίδα διάσωσης σε ναυάγιο. Θα σου ζωγραφίζω βρώμικες λέξεις στους τοίχους. Θα ξεβάφω τα καινούρια μου ρούχα με χλώριο να ασπρίσουν. Θα απαγορεύεται να με θέλεις. Θα γουστάρω που θα με θες. Θα σου εξιστορώ μεταθανάτιες εμπειρίες που ποτέ δεν είχα. Θα αναιρώ το μέλλον. Θα σου διαβάζω Τσέχωφ ανεβασμένη στο τραπέζι της κουζίνας. Θα κουρνιάζω στον λαιμό σου και θα σου λέω το ινδιάνικο ονομά μου (μη-διανοηθείς-πότε να-πιστέψεις-πως-μπορείς-να-με-κατέχεις). Θα δακρύζω στην πρώτη υποψία βροχής. Δεν θα κοιμάμαι ποτέ. Ποτέ δεν κοιμάμαι. Θα γράφω για σένα γονατιστή. Για σένα γράφω. Μουδιάζουν τα μάτια μου. Με τα μάτια μου σε θέλω τόσο. Και το ζεστό μου σώμα. Θα καταπίνω το σάλιο σου. Θα σου δαγκώνω το στόμα. Θα σου φτύνω αγάπες. Θα σκουπίζω το ιδρωμένο μου κεφάλι στην κοιλιά σου. Θα αντέχω χιλιοστά του δευτερολέπτου χωρίς εσένα . Ποτέ δεν θα στο πω με λέξεις. Ποτέ. Θα σφυρίζουν μόνο τα λόγια. Σαν τον διάολο. Θα είσαι μέσα μου, γύρω μου, παντού μου. Θα με περιλούσω με ένα μπιτόνι εσένα και θα ανατιναχτώ. Θα φτάνουν για να φύγεις ή όχι;

  • Προσοχή: Μέλλον!

    Αυτή θα είναι μια ιστορία που θα θυμόμαστε για καιρό. Θα τη διηγούμαστε για χρόνια και θα περάσει σε όλη μας τη σπορά. Αλλά ακόμα κι άκληροι να μείνουμε, θα τη μνημονεύουν άλλοι για εμάς, τόσο εντυπωσιακή θα είναι, και θα προχωρά και θα διανθίζεται και θα γίνει αστικός μύθος, θα χάσει την επαφή της με τη στιγμή. Ίσως να γίνει και ένα μικρό έπος που θα τραγουδούν οι ψηφιακές γενιές, για να συμπεραίνουν πόσο πρωτόγονοι ήμασταν τότε. Σίγουρα πάντως θα αυτονομηθεί από τα στόματά μας και θα ακολουθήσει τη δική της πορεία.

    Όλα αυτά, βέβαια, ανεξάρτητα από τι συμβαίνει σε άλλα συκώτια και άλλες καρδιές, σε άλλα μυαλά, σε άλλα σπίτια, σε άλλες  ανήσυχες γωνιές, σε άλλα νερά και σε άλλες πέτρες. Άνθρωποι γεννιούνται, ζουν, πεθαίνουν με τρόπους που δεν έχουμε καν φανταστεί, οι εικόνες που καθρεφτίζονται στα μάτια τους δε  μοιάζουν σε τίποτα με όσα έχουμε προλάβει να δούμε ως τώρα -άλλοι  βλέπουν μωρά να πεθαίνουν μπρος σε βρώμικα νερά και άλλοι σύμπαντα από γκλίτερ, τον άνθρακα του χρήματος και άσπρες σκόνες αστρικές.

    Άλλοι πάλι νιώθουν μια βαριά κούραση, εκατομμύρια κουρασμένοι, με πρησμένα πόδια που σέρνονται σε βρώμικες σκάλες, με πρησμένα μάτια απέναντι σε ανάξια ταίρια, με πρησμένα συκώτια απέναντι σε αγενείς ανθρώπους-παράσιτα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο γκόμενός μου, μια μαλάκω στο γραφείο, ο περιπτεράς, ο τάδε δικτάτορας θα είναι πάντα πρόβλημα για τους πολλούς ή για τον έναν. Όμως τα προβλήματα ποτέ δεν τα παίρνει χαμπάρι κανείς. Εκεί που καθόμαστε με το σώβρακο μπροστά σε έναν αγώνα Τετάρτης και πίνουμε μια μπύρα, τότε είναι που συμβαίνουν όλα αυτά, ή τη στιγμή που πατάμε το κουμπί του ασανσέρ για τον 3ο. Αυτός είναι και ο χρόνος και ο τόπος, όμως εμείς περιμένουμε για εκείνες τις στιγμές που θα θυμόμαστε για καιρό. Και με το που έρθουν, καλή ώρα όπως τώρα, θα ορκιστούμε , θα το βάλουμε στόχο ζωής –ασυζητητί, ότι θα κρατήσουμε τη μνήμη τους ζωντανή για πάντα.

    Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Απλά οι άνθρωποι, για να μη στέκονται αμήχανα μέσα στα πολλά χρόνια που πρέπει να γεμίσουν, με τα χέρια κρεμασμένα σαν μαριονέττες, ψάχνουν στα κιτάπια τις μνήμες, κάνουν σκονάκι τα λόγια των προηγούμενων, μαϊμουδίζουν τις πράξεις όσων έχουν περάσει από τα ίδια μέρη και έτσι η παράσταση γεμίζει. Όλα όσα πράττουμε, είναι λιμπρέτα των ζωών μετά από εμάς.

    Επιλέξτε υπεύθυνα.