“Oμολογώ πως ούτε εγώ ενθουσιάστηκα με το προσκύνημα στο ομοίωμα του Παρθενώνα”, δήλωνε για τον Δημήτρη Λιγνάδη το καλοκαίρι του 2020 η Έλενα Ακρίτα, όταν ακόμα δούλευε στην εφημερίδα του Βαγγέλη Μαρινάκη. “Δεν ήμουν μπροστά και δεν έχω πλήρη εικόνα, όμως η φωτογραφία ενίοτε αλλοιώνει το συναίσθημα. Δεν μπορούμε να δούμε τα μάτια του, την έκφραση του προσώπου του, το δέος που ενδεχομένως αισθάνεται.”
Ενδεχομένως.
Αναρτώ αυτό το σύντομο βίντεο από την επίμαχη σκηνή, για να αποκτήσουμε όλοι ιδίαν άποψη. Μπορούμε να δούμε και τα μάτια και την έκφραση του προσώπου του τότε καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Μετά, μπορούμε να μιλήσουμε για πολλά, όπως για τις δημόσιες σχέσεις άρχουσας τάξης και εξουσίας, ή για τη τη διαφορά μεταξύ καμποτίνου και σαλτιμπάγκου, και στην τέχνη και στην πολιτική και στη δημοσιογραφία.
Όσο για το τι θεωρεί ο καθένας συγκλονιστικό, είναι προσωπική του υπόθεση. Δεν θα πολιτικοποιήσουμε ούτε θα ποινικοποιήσουμε τον συγκλονισμό κανενός.
Είδα τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής να ποζάρει στο εξώφυλλο του BHMAgazino και για μια στιγμή σκέφτηκα ότι θα έρθει και η δικιά του ώρα.
Οι γενναίες ψυχές, πορεύονται μόνες και σμίγουν με άλλες από δύναμη κι όχι αδυναμία.
Παντρεύονται από έρωτα και όχι από ανασφάλεια. Οι γενναίες ψυχές δεν κρατούν το στόμα τους κλειστό μπροστά στο άδικο και δεν κοιτούν ποτέ μόνο την δουλίτσα τους.
Οι γενναίες ψυχές δεν χάνουν ευκαιρία στο να κηρύξουν την αρετή με τις πράξεις και τα λόγια τους. Δεν απελπίζονται απλά αναστενάζουν μια φορά για λίγη περισσότερη δύναμη μέχρι την επόμενη ανάσα.
Οι γενναίες ψυχές δεν αποζητούν τον σεβασμό μήτε την αναγνώριση. Γνωρίζουν ότι ο μοναδικός τρόπος που μπορείς να είσαι, είναι αυτός της καρδιάς και της ήσυχης συνείδησης.
Οι γενναίες ψυχές φορούν τα σημάδια και τις ουλές τους σαν στολίδια και παράσημα. Δεν καμαρώνουν για την γενναιότητα τους ούτε και την συνειδητοποιούν. Οι γενναίες ψυχές νιώθουν υποχρέωση στο να απαλύνουν τον πόνο του άλλου και στο ν΄ ανάψουν την φλόγα του φωτός μέσα στο έρεβος. Οι γενναίες ψυχές μπορεί γεωγραφικά να μην ταξιδέψουν ποτέ αλλά να κοιτούν για ώρες τους χάρτες των σύννεφων και όταν πλησιάσει η ώρα δεν φοβούνται τον θάνατο αλλά του χαμογελούν σαν να είναι ο μεγάλος ύπνος που θα τους χαρίσει την ανάπαυση, έχοντας δώσει αξία σ΄ όλες τις προηγούμενες στιγμές, απονέμοντας έτσι ευγνωμοσύνη προς την ζωή.
Οι γενναίες ψυχές δεν νιώθουν ξεχωριστές και δεν είναι σπάνιες. Σ΄ ολόκληρη την πορεία σου θα τις συναντάς. Και την επόμενη φορά που θ΄ ακούσεις έναν πόλεμο να μαίνεται μέσα σου μην νιώσεις δυσφορία. Είναι η δικιά σου ψυχή που θέλει να σπάσει τις αλυσίδες τις μικρότητας και να σκίσει τα πέπλα της αποχαυνωτικής ύπαρξης.
Η δικιά σου γενναία ψυχή που θα βοηθήσει αυτόν τον κόσμο να γίνει καλύτερος, χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Με την «υπόθεση Λιγνάδη» ξεσπάει αιφνίδια μια καταιγίδα που δεν έχει το προηγούμενό της στην παραπαίουσα κοινωνία μας. Για τους απροειδοποίητους, βρέθηκε ένας θύτης με θύματα που ομολόγησαν. Όλο το «μυστικό» βρίσκεται στο πλαίσιο της εγκληματικής πράξης: δεν εμπίπτει σε παραγραφή, όπως συνέβη με την καταγγελία της κυρίας Μπεκατώρου. Οι φήμες, οι διαδόσεις, οι κατασκευασμένες ιστορίες, τα απεχθή γεγονότα, οι πράξεις που βρίσκονται στην φαρέτρα κάθε κουτσομπόλη, συνήθως κλεισμένες μέσα στο σελοφάν μιας πονηρεμένης διήγησης, ήδη τυλιγμένες σε ένα πάρθειο βέλος, θα έχουν τη μοίρα μιας πτωτικής τάσης, όπως συμβαίνει συνήθως στο κεφάλαιο «εγκλήματα κατά των ηθών». Η απότομη συμπεριφορά που καταγγέλλεται να ανήκει στον κύριο Κιμούλη, δεν έχει σχέση με το χούι του κυρίου «Πάρτονος» και άλλων συναδέλφων του, μήτε με το κεφάλαιο «τα γιουσουφάκια τα εξαναγκασμένα στην αμαρτία» μιας μοντέρνας Αληπασειάδας.
Σε κάθε περίπτωση, ετοιμαστείτε για μεγάλα δράματα και προσέξτε μόνον να μη ραντιστεί με αίμα το χιόνι που απόμεινε στις παρυφές μιας κακοκαιρίας. Διότι, ό,τι και να πράξετε, η Λερναία Ύδρα το πολύ να χάσει ένα κεφάλι που θα αναπληρωθεί την ώρα της πρώτης Δίκης.
Πριν από λίγο καιρό, έτυχε να ακούσω ένα κινητό να χτυπάει στο δρόμο, και η κάτοχός του είχε διαλέξει για ringtone το τραγούδι «Θέλω να σε Ξαναδώ».
Με πιάσανε τα γέλια, αλλά φυσικά και ζήλεψα το θάρρος και την τόλμη της γυναίκας να βάλει το κινητό της να χτυπάει με ένα τέτοιο τραγούδι, που είναι στο όριο του γελοίου. Από την άλλη, είναι απολύτως μοναδικό και αναγνωρίσιμο (μάλλον αποκλείεται να μπερδέψεις το κινητό σου με κάποιο άλλο που χτυπάει!), και στέλνει ένα μήνυμα σε όποιον τρίτο το ακούει. Τη δουλίτσα του την κάνει μια χαρά. The ringtone is the message, θα λέγαμε σε άλλες εποχές.
Θυμήθηκα τις άλλες εποχές Προ Κινητού, όταν κυκλοφορούσα με μια κασέτα Γιώργου Μαργαρίτη στο αυτοκίνητο, γιατί ποτέ δεν ήξερες ποιος θα σταθεί δίπλα σου στο φανάρι. Αναρωτήθηκα ποιο τραγούδι θα έβαζα εγώ τώρα στο δικό μου κινητό ως γενικό ringtone (μη μπλέξουμε με personalised ringtones για συγκεκριμένα πρόσωπα, αφού δεν τα ξέρετε). Αν ήταν να διαλέξω ελληνικό, αμέσως σκέφτηκα ότι μάλλον θα πήγαινα στο «Μπορεί να βγώ».
Το πρόβλημα με αυτό το τραγούδι είναι ότι παρ’ όλο που έχει ένα από τα καλύτερα ρεφρέν έβερ, χρειάζεται κάπου 25 δευτερόλεπτα για να φτάσει εκεί περνώντας από τους πιο ξενέρωτους στίχους που έχουν γραφτεί τα τελευταία 25 χρόνια. Και δεν έχω τρόπο για να κάνω edit, ή δεν ξέρω, ή βαρυέμαι να το ψάξω. Σκέφτηκα το «Φαινόμενο», αλλά κι εκεί μόνο ρεφρέν ήθελα. Ίσως κάποιο του Sotis, για την αλητεία. Αλλά καλύτερα κάποιο με ορχηστρική εισαγωγή, ξεσηκωτική με πνευστά. (Εδώ η εισαγωγή κρατάει κάπου μισό λεπτό, κι έχεις επιπλέον κίνητρο να το απαντήσεις γρήγορα προτού αρχίσει να τραγουδάει ο Παντελίδης.)
Αυτά από τα τα εγχώρια. Από τα ξένα, πρώτη μου επιλογή θα ήταν το «Crazy in Love» με τη νεαρά Beyoncé και το σύντροφό της, που έχει και κάτι το επικό στον ήχο (δεν αναφερομαι στη μαντάμ).
Το τραγούδι χρησιμοποιεί τη φαντασμαγορική ορχηστρική εισαγωγή παλιότερου τραγουδιού της σόουλ (ήταν συνήθεια να ξεκινούν εντυπωσιακά, με ένα ταρατατζούμ).
Όλη η σόουλ δεκατείας 50, 60 και 70 θα ταίριαζε για ringtone, αλλά και η περισσότερη ντίσκο. Το θέμα ήταν τι μήνυμα ήθελα να στείλω σε όσους ακούγανε το κινητό μου να χτυπά. Ίσως να ταίριαζε κάτι πιο σκηροκαριολικό καίτοι μελωδικό, ένα υβρίδιο όπως το «Numb/Encore».
Υπάρχουν γκρουπάκια που γράφουν τραγούδια που ταιριάζουν ταμάμ για ringtones, άρχισα να σκέφτομαι πολλά και διάφορα αλλά μετά θυμήθηκα ότι το κινητό μου το έχω μόνιμα στο αθόρυβο, οπότε αυτή η αναζήτηση ήταν διασκεδαστική μεν, αλλά πλήρως μάταια. Κι ας έχουμε άπλετο χρόνο για παπαρολογία στο λοκντάουν.
Ο σκοπός ήταν να κάνω κάτι που θα μου ήταν πραγματικά χρήσιμο, όπως να βρω έναν ήχο για το ξυπνητήρι, που δεν είναι ποτέ στο αθόρυβο.
Το ξυπνητήρι έχει άλλες προδιαγραφές. Πρώτα-πρώτα, πρέπει να σε ξυπνάει, αλλά όχι με ενοχλητικό τρόπο. Να μην ενοχλεί ούτε εσένα αλλά και ούτε όποιον άλλον τυχαίνει να είναι σε ακτίνα ακοής στο σπίτι. Να είναι ήπιο, αλλά όχι τόσο ώστε να σε νανουρίζει και να ξανακοιμάσαι. Να μην είναι σημειολογικά φορτισμένο με δυσάρεστους συνειρμούς ή να μη μιλάει για πράγματα που δεν έχεις όρεξη να ακούσεις πρωινιάτικα. Να έχει ορχηστρική εισαγωγή κάποιων δευτερολέπτων για να σε προετοιμάζει για το αναπόφευκτο ξύπνημα.
Και στο ξυπνητήρι οι επιλογές είναι πάμπολλες, και με όλες αυτές τις παραμέτρους το θέμα δεν ήταν ποιο τραγούδι θα διάλεγα, αλλά ποιο θα απέκλεια! Απέκλεισα λ.χ. το «Αιρκοντίσιον», το πρώτο τραγούδι που μου ήρθε στο μυαλό, γιατί ενώ εμένα με κάλυπτε πλήρως, ήξερα ότι θα με έφερνε σε αντιπαράθεση με τους συγκατοίκους. Απέκλεισα όλα τα λαϊκά («Γιατί με Ξύπνησες Πρωί»), τα ελαφρά («Ξύπνα Αγάπη Μου») και τα λούμπεν (όλο το Λευτέρη Πανταζή), για τον ίδιο λόγο. Έπρεπε να στραφώ στα ξένα.
Και στα ξένα υπάρχουν καλλιτέχνες που μοιάζει να ειδικεύονται στο να σκαρώνουν ήχουν για ξυπνητήρια. O Brian Eno ας πούμε (που έκανε και τον ήχο έναρξης των Windows) είναι κλασική περίπτωση, όπως και η περισσότερη electronica. Οι Pet Shop Boys είναι σχεδόν ιδανικοί, ήθελα να βάλω το «I’m Not Scared» για να αντιμετωπίζω την κάθε νέα μέρα αλλά είχα ξεχάσει ότι πριν αρχίσουν τα σύνθια ξεκινά με ένα γαλλικό εμβατήριο που δεν σε ξυπνάει με τον πιο ευχάριστο τρόπο.
Σκέφτηκα ότι αν ζούσα μόνος, μπορεί να ξεκινούσα με το «Harlem Shuffle» στην εκτέλεση των Rolling Stones, που πάντα μου έφτιαχνε τη διάθεση. Αλλά οι διαφορετικοί συγκάτοικοι ξυπνούν σε διαφορετικές ώρες και με διαφορετική διάθεση.
Από ελληνικά, το μόνο τραγούδι που μου προκαλεί ανάλογη ανάταση είναι το «Εγώ, ο Ξένος», αλλά πιθανώς να έχανε τις θαυματουργές ιδιότητές του μετά από μερικά ξυπνήματα, και πάντως θα δίχαζε τους συγκάτοικους. Ο σκοπός ήταν να λύσω ένα πρόβλημα, όχι να δημιουργήσω καινούργιο.
Η λύση συνήθως δίνεται με προσφυγή στους κλασικούς, και στη συγκεκριμένη περίπτωση στον Τζέι Τζέι Κέιλ. Άκουσα ξανά τα περισσότερα τραγούδια του (αφορμή έψαχνα!) με το πρίσμα του ξυπνητηριού, και εκτίμησα ακόμη περισσότερο τον τεχνίτη μουσικό για τον τρόπο που έφτιαχνε το κάθε σόνγκι. Μπορούσα πολλά να διαλέξω, και προσώρας κατέληξα στο «Ride Me High» που καλύπτει όλες τις προδιαγραφές ενός ήχου αφύπνισης από κινητό, όπως τον αντιλαμβάνομαι εγώ. Και είναι και ωραίο τραγούδι.
Δυό μέρες τα Χριστούγεννα του 1962 έριξε στα Γιαννιτσά πολύ χιόνι, που έλειωσε γρήγορα. 19 Ιανουαρίου 1963, καταμεσής μιας πολυήμερης απεργίας δασκάλων, έπεσε ψόφος και χιόνι πολύ, η θερμοκρασία στο Τσέκρι πλησίασε τους μείον εικοσιπέντε, και αυτό κράτησε έως την τρίτη Φεβρουαρίου. Είχα πάθει διάστρεμμα στο δεξί πόδι και μου είπαν να αλειφτώ με σαπούνι κι από πάνω επίδεσμο και πέρασε.
4 Ιανουαρίου 1969 ανεβήκαμε στο δασάκι πάνω από την άνω Τούμπα που είχε τριάντα πόντους χιόνι, οι δύο παρέες, η παρέα των συμμαθητών και η παρέα των ποιητών, παίξαμε ώσπου να βραχούμε ως το κόκκαλο και το ίδιο απόγευμα έγραψα ένα ποίημα που δεν κατέχω πια, αλλά θυμάμαι λίγα στιχάκια του, όπως «σκέφτομαι όμως το στήθος σου και την κοιλιά σου/ στο χιονισμένο δάσος της Ανω Τούμπας γυμνά/ καθώς και της Άρτας το γεφύρι, πιο τυχερό από μένα».
Μήνα Δεκέμβριο 1978 στο Γιορκ πλημμύρισε το ποτάμι τους και έπεσε πολύ χιόνι και πηγαινοερχόμουν συχνά έως το Σκάρμπορο, το Μπρίτλινγκτον και το Ληντς που είχε απο τότε πολλούς πεζοδρόμους αλλά είχαν μια πορώδη άσφαλτο που δεν εγλύστραε και έκαμα εκατοντάδες χιλιόμετρα με το κατρελάκι χωρίς αλυσίδες και δεν συνέβη τίποτε δραματικό, να φύγω από το δρόμο και τέτοια.
Και τον Ιανουάριο πηγαίνω με τον Δ.Κ. να πάρομε το κατρελάκι, ονόματι «Αριστείδης» από το Acomp όπου κατοικούσα να πάγομεν στο μπαρ του Σταθιμού να πίωμεν και δεν το βρίσκαμε, ήτο κάτω από χιόνας πολλάς και το ξεθάψαμε κι εν τη προσπαθεία προσέξαμε πως παραληρούσαμε και τρέμαμε αλλά δικαιως διότι είχε -18 και ήτο εμπειρία μεγάλη, μην τηνε χάσετε.
Παράξενο ήτονε Σαλονίκη το 1987, διότι χιόνισε πολλάς νιφάδας έως αργά και βρεθήκαμε Αγροσυκιά 17 Μαρτίου να ζήσομεν εκεί εις το πατρικό μου, απένταροι, και το χιόνι ως το γόνατο, αλλά ακούγονταν παφ παφ να πέφτει το ανάσκελο, και ο Χάρης μας ξεφόρτωσε τα πράγματά μας, παράταιρα και ποικίλα, ένα κανόνι και προβολείς θεάτρου, πολλά ρούχα θεατρικά και ασπίδες βαμμένες από το Δοξόμπι και τες ηύρε ο Γώγος που ήτο η έμπνευσή μου για το «θεόπαιδο» που έχτιζα πολλά χρόνια και γυρνούσε στο χωριό ωσάν επίφοβος Νορμανδός με τέσσερις ασπίδες κι ένα πελέκι και στην αυλή μόνον ένας σκύλος πεινασμένος εκούναε την ουρά του και τον βαφτίσαμε Παχατουρίδην και αργότερα ο αφεντικός του τονε τουφέκισε επειδή εφοβείτο τα μπαμ και μπουμ και δεν ήτο πλέον χρήσιμος στα κυνήγια.
Και τελειώνοντας το 1988 έγινε ένας χιονοχαμός Σαλονίκη και έφτασε το χιόνι έως τα αιδοία και οι οικογένειες μαζευόμασταν ανά τρεις ενότητες και περνούσαμε όλαις μαζί με κοινό τσουκάλι και πέρασαν πολλές ημέρες που δεν εκινείτο τίποτε. Ακόμη και όταν έλειωσαν τα χιόνια, το κρύο παρέμεινε, έκτοτε, αρχές του 1989, ίχνη από χιόνι υπήρχε παντού έως μήνα Φεβρουάριο, παγωμένο και βρώμικο, είχα πάει τότενες Τουρκία και ήτον έτσι έως τον Βόσπορον, κι εκεί έμαθα ότι οι άλλοι άνεμοι ήτονε χαζά και χαμένα και το μόνο μπουγάζι φαρμακερό ήτον από την Ουκρανίαν ο βοριάς που τ΄αρνάκια παγώνει και είναι σπάνιον αλλά θανατερόν.
Τέλος, πάνω στον μήνα που μετακόμισα εις Αθήνας εν Παγκρατίω έριξε ένα χιόνι αρχές του 2002 και ένας έκανε σκι στη λεωφόρο από το Πολεμικό Μουσείο έως το Σύνταγμα και έχω πολλές φωτογραφίες από το άλσος Παγκρατίου όπου ποζάρω με νορβηγικόν σκούφον και αρβύλες, ευτυχής όπως εις το νηπιαγωγείον.
Αυτά που συνέβησαν και συμβαίνουν τώρα, τις αβανίες, τον Μουζάλαν, τι λέγει ο Μπουτάρης, αν υπάρχει Πολιτική Προστασία και πόσας μηνύσεις στουκάρει ο Καμμένος, αν πέτρωσε το αλάτι ή εμωράνθη και τίνι αλισθήσεται, δεν τα ξέρω, δεν τα είδα, ακόμη και τον Χάρτην εν Γενεύη και τι θα λέγει εφεξής ο Τραμπ, διότι όλα είναι άλλης γενεάς, η δική μου μόνον να κουνάει την γκλάβα ημπορεί και δεν θα σαστίσω εάν αρχίσουν τα πιτσιρίκια να μας βαράνε με ρόπαλα του μπέηζμπωλ. Ανκαι διαδίδεται πως πταίει το χιόνι, δεν πταίει, αληθώς σας λέγω.
Διάβασα την ανακοίνωση του Δικαιοσύνης για τον Λιγνάδη, και φοβήθηκα ότι ο Χρυσοχοΐδης ανέλαβε κι αυτό το Υπουργείο
Διάβασα την ανακοίνωση του Δικαιοσύνης για τον Λιγνάδη, και φοβήθηκα ότι ο Χρυσοχοΐδης ανέλαβε κι αυτό το Υπουργείο