Tag: {[1]}

  • Κούγιας: για τη Μενδώνη έγιναν όλα…

  • Κούγιας: για τη Μενδώνη έγιναν όλα…

  • Η Εθνική μας αφήγησις

    Ενώ η Εθνική Αφήγηση, από το Through the Looking Glass οδηγεί πλέον στη Σπηλιά του Νταβέλη, φαίνεται πως ένας απρόβλεπτος παράγων επαναρυθμίζει την Εθνική μας Ερμηνεία: ο Άδωνις Γεωργιάδης υποστηρίζει πως η κυρία Μενδώνη κατέσκαψε όλα τα εμπόδια που έστηναν οι δολεροί έναντι των Μεγάλων Επενδύσεων, γι΄αυτό και την φθονούν.

    Υποθέτω πως αναφέρεται στην Σάγκα του Ελληνικού (μη ξεχνάτε την πρόσφατη θεωρία πως στόχος είναι ο Λάτσης!) αλλά και στο σταθμό Βενιζέλου του Μετρό της Θεσσαλονίκης, αμή και στο «αρχαιολογικό μπετόν» στην Ακρόπολη των Αθηνών, ενώ το ΦΙΞ έχει τελειώσει την φρικώδη του πρόσοψη και η Εθνική Πινακοθήκη είναι έτοιμη και μόνον μια μελέτη θεμελιώσεως στηρίχτηκε κατά λάθος σε όρυγμα του μετρό, αλλά σίγουρα το ΚΑΣ έχει την απαραίτητη διορθωτική παράγραφο. Όσο για τις Μυκήνες όλα είναι φώμματα: «κι αν χιονίζει και αν βρέχει, το αγριογούρουνο αντέχει» κατά το άσμα.

    Να σημειώσω πως το Ίδρυμα Νιάρχου δεν υποστηρίζει πλέον ένα έργο στο ΦΙΞ, ενώ το Ίδρυμα Ωνάση αντέχει ακόμη.

    Το μόνο που μας λείπει, είναι ένα μνημείο προς τιμήν του βαρώνου Haussmann, που «έσωσε» το Παρίσι.

  • O Παράκλητος και ο Διακονιάρης

    Όποτε, ευτυχώς όχι συχνά, ακούω ή διαβάζω για «επαιτική ποίηση» θαρέως επιθυμώ να αυτοκτονήσω με γκαρότα. Διότι η χρήση του όρου «επαίτης» δεν αφορά τα Κράβαρα και τον «Ζητιάνο» του Καρκαβίτσα. Ως επαιτική θεωρείται ποίηση που παράγεται από ζήτουλες του λόγου, χωρίς καμία σύνδεση με το επάγγελμα ή το λειτούργημα της κοινωνίας που χαρακτηρίζει τους διακονιάρηδες.

    Ίσως να αποτελεί ερευνητικό πεδίο να διακρίνει κάποιος αν το «ελεήστε τον αόμματο» αποτελεί σπόλιον λογοτεχνίας ή αν ο δύστυχος που καθόταν στις εισόδους των παζαριών ή των ΚΤΕΛ άπλωνε χέρι μουρμουρίζοντας «κόσμο ακούω και κόσμο δε βλέπω, ματάκια δεν έχω σαααας παρακαλώ» διατηρούσε κάτι από τους τροβαδούρους, αλλά εδώ μιλάμε για την αντίστροφη, μη ανθρωπολογική, μη κοινωνική διαδικασία:

    Ο ερευνητής διαβάζει Πτωχοπροδρομικά ποιήματα, ή τον Μιχαήλ Γλυκά ή τον Μανουήλ Φιλή. Διαβάζει για έναν γραμματικό που υποφέρει, έναν καλόγερο που δεν ήρθε με το έχει του στο μοναστήρι, έναν σύζυγο μιας κυράς παινεμένες που τον λούζει, έναν φυλακισμένο που αδίκως μαντρώθηκε, για κάποιον που ευχαριστεί επειδή έλαβε ένα αυγό χήνας με νομίσματα. Κι επειδή απευθύνεται σε βασιλέα, και ζητά ενίσχυση οικονομική, ο ερευνητής καταλήγει: είναι ποίηση επαιτική. Προσφέρει λαϊκό λόγο και θυμηδία, επομένως, απλώνει την παλάμη με περισσότερες ελπίδες. Κάτι σαν τζουτζές που με το μουλτογαϊτανόσκουφο σκουφί του κάνει μορφασμούς και χειρονομίες και εκφέρει υπαινιγμούς ή χοντράδες, οπότε κερδίζει άξια τον μισθό του.

    Δηλαδή τα κάλαντα που καταλήγουν σε έπαινο και δώρημα, είναι επαιτικά; Τα χιλιάδες ποιήματα που αποτυπώνουν ή περιγράφουν κάτι και μετά καταλήγουν σε ένα «δώσε» (αγάπη ή σεξ ή γιουβαρλάκια) έχουν διακονιάρικο χαρακτήρα; Οι ερευνητές (ευτυχώς όχι όλοι) δεν ξέρουν τον χαρακτήρα και την εκτέλεση μιας παράκλησης; Οδηγία προς την Μούσα του, ήτοι παραγγελιά δεν είναι η απαρχή των ομηρικών επών; Όταν γελάμε με τις ατάκες του Πτωχοπρόδρομου, δεν γελούσε κι ο βασιλιάς; Μήπως είναι πιο κοντά στο θέατρο, στον Τζίμη τον Τίγρη απ΄όσο μπορούμε να αντιληφθούμε; Μήπως και η παλαιότερη έκφραση «δημώδης» κρύβει μια γεννήτρια αρχικού λόγου που επαναλαμβάνεται όσο την έβρισκαν γουστόζικη; Κι αυτή η βλακεία περί Θεοδώρου Προδρόμου που ήταν αυλικός και μούγκλαβος, ενώ ο άλλος, ο Πτωχός, ήταν σαλτιμπάγκος, δεν πρέπει να λάβει ένα τέλος; Πόσοι, μα πόσοι δημιουργοί αδιαθετούσαν από την σοφαροφάνεια; Πόσες φορές ο Αναγνωστάκης θα σταυρώνεται επειδή ήταν ταυτόχρονα ο Μανούσος Φάσσης; Κι ο άλλος με τα «εντεψίδικα», ο Λαπαθιώτης με τα ρεμπέτικα, όλοι οι διφυείς και οι ανήσυχοι, αυτοί που «τάισαν» με τη σέσουλα την δήθεν δημοτική μούσα;

    Η Παράκληση στον λόγο και στη λογοτεχνία, είναι κόρη της Απειλής. Τα κάλαντα, για παράδειγμα, συμπορεύονται με τα Ρουγκατσάρια, με τελετές σκυλιών που μάτωναν, με οπλισμένες παρέες που αλληλομαχαιρώνονταν. Ώσπου οι περιφερόμενοι όμιλοι αυτού  του τραγικού θεάτρου γίνουν τελετές σε δήμους και κοινότητες, πέρασαν από μια φάση όπου έπαιρναν το διάφορό τους τραγουδώντας και πειράζοντας, όχι με την μάχαιρα.

    Ο λόγιος είναι πίσω από όλα αυτά. Κανένας ζητιάνος και κανένας παράκλητος. Την λαϊκή παράδοση, οι λόγιοι κατά κανόνα την πλάθουν, έχοντας βέβαια ζήλο να μεταφέρουν την ανώνυμη μαρτυρία, την έκτακτη έκφραση ενός μεμονωμένου ατόμου, στον στίβο της εμπορίας λέξεων. Αλλά η αναζήτηση του ναΐβ, ήταν αείποτε προνόμιο των εκπαιδευμένων να τους βρίσκουν. Πίσσα και πούπουλα περίμεναν τους ναΐβ στις τοπικές τους κοινωνίες.

    Μπορεί ο Γλυκάς, στα μέσα του 12ου αιώνα, να γράφει «Η φυλακή και ο θάνατος και χείρων του θανάτου/ η φυλακή και κάμινος και χείρων της καμίνου» και ο Βαμβακάρης, το 1935, να κοτσάρει στο «Αντιλαλούν οι φυλακές» ένα πιθανώς παλαιότερο «το σκότος και η φυλακή/  είναι μεγάλο λακριντί», (ίσως εννοώντας «πατιρντί») αλλά ο «φόβος» και η «φυλακή» είναι κοντά-κοντά σε μια παραβολη του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου.

    Όσο για τα χρήματα, τις ανταμοιβές και τα λοιπά, ο σύγχρονος κόσμος είναι γεμάτος δημιουργούς που ζητάνε ένα διάφορο για να δημιουργήσουν. Μόνον που σήμερα, πρέπει να υποδυθούν τον αξιοκρατικά επιδοτούμενο οραματιστή και να μη πολυφαίνονται στους διαδρόμους των χρηματοδοτών.

    Η τελευταία παράγραφος αφορά και αρκετούς ερευνητές.

  • Παραίτηση Μενδώνη ζητά ο Σύριζα και την αντικατάστασή της από την Αθηνά Λινού, με το επιχείρημα ότι και ο Υπουργός Δικαοσύνης, μικροβιολόγος είναι.

  • Παραίτηση Μενδώνη ζητά ο Σύριζα και την αντικατάστασή της από την Αθηνά Λινού, με το επιχείρημα ότι και ο Υπουργός Δικαοσύνης, μικροβιολόγος είναι.

  • Η άνοιξη που έρχεται

    Τις τελευταίες μέρες έμεινα μέσα διαβάζοντας ειδήσεις, μετρώντας κρούσματα, μεταλλάξεις, διασπορά, πεσμένα πεύκα, κομμένα ρεύματα, πόντους που κάνουν τη διαφορά. Σήμερα είχε λιακάδα. Βγήκα.

    Ο δρόμος στέγνωσε και ο ορίζοντας πεντακάθαρος ως εκεί που φτάνει το μάτι. Το χιόνι που έλειωσε, πήρε μαζί του τη μουτζούρα και τη σαπίλα από τα σκουπίδια. Τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την άνοιξη που έρχεται. Η μυρωδιά από αυτά τα κίτρινα αγριολούλουδα που φυτρώνουν σε χωράφια, αυλές, πεζοδρόμια, στην άκρη της ασφάλτου, σήμερα είναι ακόμα πιο έντονη. Οι πιτσιρίκες γυρίζουν με τα κοντομάνικα και τις ζακέτες δεμένες στη μέση. Τα αγόρια δεν δίνουν δεκάρα για τα κλειστά κομμωτήρια. Εννιά στα δέκα αφήνουν τα μαλλιά τους στην ησυχία τους. Οι καρέκλες ξεκουράζονται στιβαγμένες περιμένοντας να ξαναγίνουν θρόνοι. Τα μεγάλα κορίτσια, φορούν κραγιόν και χαρίζουν ναζιάρικα ντακ φέϊς στους φρέντο. Οι διπλές μάσκες φοριούνται σωστά, στο πιγούνι. Οι συνταξιούχοι στα παγκάκια, μιλάνε για το εμβόλιο. Οι μπαλκονόπορτες ανοιχτές, τα παπλώματα αερίζονται στα κάγκελα, οι εμμονικές πλένουν ακόμα και τον δρόμο με το λάστιχο. Η μέρα μεγαλώνει.

    Βλέπω ανθισμένα δέντρα και ονειρεύομαι κεράσια, βλέπω ανθρώπους, ονειρεύομαι αγκαλιές. Ένας καταγάλανος ουρανός που βουτάω μέσα του σαν να είναι θάλασσα. Αν και το κακό είναι ακόμα εδώ, κάποια στιγμή θα περάσει. Το ίδιο θα κάνουμε και εμείς. Όσος χρόνος μου μένει λοιπόν, θα τον ξοδέψω δίνοντας αγάπη και χαμόγελα, ζωγραφίζοντας παιδικές Κυριακές, χαϊδεύοντας έρωτες, μαγειρεύοντας στιγμές που θα φαγωθούν επί τόπου. Θα βρίσκω κάθε μέρα δύναμη να φτάνω πιο κοντά στο όνειρο, και σ’ αυτό δεν θα με εμποδίσει κάνεις, ούτε εμένα, ούτε την άνοιξη που έρχεται.

  • Έχω κι εγώ φωτογραφία μου με τον Λιγνάδη. Τη δίνω σε καλή τιμή.

  • Έχω κι εγώ φωτογραφία μου με τον Λιγνάδη. Τη δίνω σε καλή τιμή.

  • Βρωμερές παραφυάδες

    Το κουβάρι της υπόθεσης Λιγνάδη γίνεται όλο και πιο αποτρόπαιο. Παρότι μικρότερης σημασίας, βρωμερότατες είναι και μια σειρά “παραφυάδες” στον τρόπο “σχολιασμού”.

    Όταν ο Κώστας Βαξεβάνης τουιτάρει: “Πάντα είχα την απορία γιατί μια από τις πρώτες αποφάσεις που πήρε προσωπικά ο Μητσοτάκης […], ήταν να αναλάβει το Μέγαρο Μαξίμου, ο ίδιος δηλαδή, την ευθύνη για τα ασυνόδευτα ανήλικα. Καλά την ΕΥΠ αλλά τα ασυνόδευτα ανήλικα γιατί;”. Όταν ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος δημοσιεύει στο in.gr άρθρο με τίτλο “Αποκάλυψη: Είσαι παιδεραστής Αλέξη;” με μονταρισμένη φωτογραφία του Τσίπρα δίπλα στον Λιγνάδη. Το κάνει για να δείξει, λέει, πως ο οποιοσδήποτε μπορούσε να φωτογραφηθεί δίπλα στον Λιγνάδη, χωρίς να σημαίνει αυτό τίποτα. Το ΥΓ του Χαραλαμπόπουλου ανεβάζει τη χυδαιότητα στο ζενίθ: “Και τώρα που τα Ορκ του διαδικτύου θα αναλάβουν την αναπαραγωγή [της φωτογραφίας και της είδησης] χωρίς τη διευκρίνιση [ότι είναι προϊόν μοντάζ] τι θα κάνεις Αλέξη; Θα συνεχίσεις την τακτική του Μακελειού;”.

    Δεν τα βάζω μαζί για να κάνουμε συμψηφισμό. Ούτε διαγωνισμό αθλιότητας, ποιο είναι αθλιέστερο από τα δύο αθλιέστατα. Αλλά επειδή θεωρώ επιτακτικό χωρίς κανένα “αλλά” να σηκώσουμε τείχος απέναντι στην αθλιότητα. Όπως μπορεί ο καθένας και η καθεμιά. Και ανεξάρτητα εντελώς με το αν αυτά τα γράφει ο κομματικά/πολιτικά “φίλος” ή “εχθρός”, “πλησιέστερος” ή “πιο απόμακρος” σε μας και στον χώρο μας.

    Γιατί δεν υπάρχει τίποτα κοντινό, για μένα τουλάχιστον, σε αυτά. Είναι λάσπη, είναι δηλητήριο, που δεν πλήττει τον αντίπαλο μόνο, αλλά πρώτα από όλα εκείνον που το κατασκευάζει, καθώς κι εκείνους που το αναπαράγουν και το ανέχονται. Και φυσικά δηλητηριάζει τον αέρα όπου μιλάμε και αναπνέουμε.

    Αυτή τη βρωμιά ―κι ας είναι πιστεύω, το ξαναλέω, μικρότερης σημασίας από αυτή καθαυτή την υπόθεση― πρέπει να τη σταματήσουμε.