Tag: {[1]}
-
Τσάμπα άλλαξα μπαταρία στο αμάξι. Έπρεπε ήδη να το είχα κάνει κοτέτσι.
-
Τσάμπα άλλαξα μπαταρία στο αμάξι. Έπρεπε ήδη να το είχα κάνει κοτέτσι.
-
Παρατηρήσεις ενός ζερβοκουτάλα
Ζερβοκουτάλας: ο άπελπις που χρησιμοποιεί το αριστερό χέρι τρώγοντας τη σούπα του.
Υπήρξα τοιούτος από την πρώτη χρήση αυτού του εργαλείου, κατά συνεκδοχήν αριστερόχειρας. Δυστυχώς άρχισα να διώκομαι ως χριστιανός ρομαντικού μυθιστορήματος του στυλ «Κβο βάντις» όταν τα έμπειρα ματάκια της νηπιαγωγού κυρίας Πουλχερίας, πρόσεξαν που ζωγράφιζα με το αριστερό, οπότε και έλαβα έναν αποθαρρό που δεν θυμάμαι αλλα δεν το λέγω και διωγμό ή μπούλινγκ ή φάπα στον σβέρκο. Νομίζω ότι πειθάρχησα αμέσως, αλλά μαζί απέκτησα, χωρίς να το ζητήσω, ένα μοτοράκι στο έρκος των οδόντων. Ήτοι κεκέδιζα ή τραύλιζα.
Από το 1952/53 λοιπόν, κι έως χτές που ανακάλυψα πως το ζεύγος Δρίτσα — κυρίας Τασίας δεν είναι σύγχρονο των Σαρτρ-Σιμόν ντε Μπωβουάρ, αλλά υπήρξαν και υπάρχουν ως συνομήλικά μου όντα, οπότε κατέρρευσε εντός μου ο ρυθμός του κόσμου, ήμουν, φερόμουν και κρυβόμουν ωσάν πατρινό Ντόμινο, υποστηρίζοντας διάφορα σε πολλά κείμενα ή αναφορές. Εννοώ πως ό,τι θυμόμουνα από εκείνα τα αγωνιώδη χρόνια το φούσκωνα, το λογοτέχνιζα, το χρησιμοποιούσα ενίοτε ως υποκατηγορία του «ελεήστε τον ανάπηρο». Ώσπου κοίταξα τα χέρια μου, όχι εχθρικά, σαν τους νεοβίκινγκ Αλέξη και Κρίς του Σαρβάηβορ, αλλά ως χείρας ενός άλλου όντος.
Πρόσεξα λοιπόν ότι τα πρώιμα γράμματα που με κόπο σχημάτιζα, εκεί, πεντέξη χρονών, ήταν σαν αγκαθωτά, προσεγμένα ένα-ένα, με το δεξί και ήταν μια διαδικασία που με κούραζε αφάνταστα, καθώς άρχιζα ένα κείμενο που βαριόμουνα αμέσως και το διέκοπτα παρευθύς, ενώ αμέσως μετά, έσπευδα να το εικονογραφήσω. Με τη ζωγραφική δεν υπάκυπτα ποτέ στην κούραση, μήτε γκρίνιαζα. Γέμιζα κάθε τύπου κόλλες και τετράδια με χαρά και άνεση, ενώ κάθε κείμενο σε μαθητικό τετράδιο το θεωρούσα βασανιστήριο. Ανέφερα νομίζω πως έως την Δευτέρα Γυμνασίου, οπότε κόπηκε η «αντιγραφή κειμένου με εικονογράφηση» κι ώσπου να τελειώσει το διάλειμα, μέσα σε δέκα λεπτά, σχεδίαζα τη αιτήσει των, σε τουλάχιστον δέκα συμμαθητές μου μια εικόνα, και μάλιστα με διαφορετικές τεχνοτροπίες.
Άρα, πατριώτες και σεις, ώ φύλο των γυναικών, δεν υπήρξα καθόλου πολυτάλαντος αλλά μόνον κάποιος τσακωμένος με τα άνω άκρα του. Το αριστερό επιθυμούσε να καταστήσει το δεξί, τελείως άχρηστο, το δεξί παρομοίως. Έως τα δεκάξη μου, που έγραφα σε τεφτέρια με το δεξί, τραύλιζα σαν ατμομηχανή. Όταν δέχθηκα δώρο μια γραφομηχανή στα 16, αρνήθηκα να εμπλακώ στο τυφλό σύστημα, καθώς ανίχνευα έναν επερχόμενο πανηδονισμό της αριστεράς χειρός: τα πολλά, επί εικοσαετία, δακτυλόγραφά μου, συντάχθηκαν από δύο δάχτυλα του αριστερού χεριού ενώ το δεξί έκειτο άχρηστο και το πολύ να ανακάλυπτε κάποιο χωρίο σε βιβλίο. Κι όταν στα σαράντα μου ήρθε η αποκάλυψη του πληκτρολογίου και τα ρέστα, όλο το αριστερό μου χέρι πληκτρολογεί με ηδονή ενώ το δεξί το κρατώ για κόμματα και τελείες. Έως σήμερα.
Τώρα τραυλίζω σπανιότερα, από εκζήτηση, αλλά σε διαλέξεις, εκπομπές και άλλα ηχοβολιστικά, δεν κεκεδίζω παρά μόνον για τσαλίμι.
Συμπέρασμα: την όποια «θεατράλε» νοοτροπία την εχω διότι έχω παραμείνει πεισματικά, αριστερόχειρας και μόνον. Αυτό προδίδεται και από αυτοχειρομαντεία: η δεξιά παλάμη μένει ανενεργή με κλασικό όρος της Αφροδίτης, κομιλφό γραμμή ζωής, λογικές χαρακιές σχέσεων κάτω του μικρού δακτύλου, ενώ η αριστερή παλάμη έχει απομιμήσεις γραμμών, ατελέστατη λοιπή γραμμογραφία, το όρος της Αφροδίτης ρυτιδιασμένο σάν βροχερή λάσπη των Ιμαλαΐων και τον παράμεσο να τρέμει όπως σε ένα πρώτο ραντεβού.
Απλώς το κρύβω μη και φανεί εν ονείρω ή προ θανάτου η κυρία Πουλχερία και με σημαδέψει σαν βουβάλι με πυρωμένο σίδερο, φωνάζοντας «το ήξερα πως ήσουνα απάτη».
-
Τόσο καιρό τρώγαμε την ουρά και τώρα μένει μόνο ο γάιδαρος. Δυο βδομάδες ακόμα θα κάτσουμε μέσα, μέχρι τις επόμενες δυο βδομάδες.
-
Τόσο καιρό τρώγαμε την ουρά και τώρα μένει μόνο ο γάιδαρος. Δυο βδομάδες ακόμα θα κάτσουμε μέσα, μέχρι τις επόμενες δυο βδομάδες.
-
Έξαψη
Από το 2006, χάρη στον Νίκο Μακρόπουλο, τραγουδιστή, στον συνθέτη Μπουγά και στον στιχουργό Γρίτση, υπάρχει το υπέρτατο σέρτικο τραγούδι, εξέλιξη του παλαιού καψούρικου ή του συσσωρεύοντος γαρδένιες και πιάτα, ονόματι «Κρίση». Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Κρίσης ήταν πως περιείχε έναν εξαιρετικά εύκαμπτο στίχο που κατέληγε στο προτιμητέο μαράζι του χορευτού της πίστας.
Κρίση, με πιάνει κρίση…
Και άμα με πιάσει δεν μπορεί
ένας ολόκληρος στρατός να με κρατήσειο δεύτερος και τρίτος στίχος ήταν το τέλειο πασπαρτού, καθώς κάλυπταν τις ενεργειακές ανάγκες παντός πικραμένου. Θα μπορούσε να αντικατασταθεί:
Ένας αήρ φαρμακερός να με μπουχίσει
ή
Μια ξεχασμένη αγελάδα να μουγκρίσει
ή
Ένας τρελός ηθοποιός να δει τη δύση
ή
Ο φουσκωμένος κοκοβιός να με φοβίσει
ή
Ένας αρχαίος βουδιστής να με κλονίσει
Και λοιπά, και λοιπά, κάπου 300 διαφορετικά νοήματα. Πάντως, το έτος 2021, χαρακτηρίζεται από ενα συνδυασμένο αρμονικά σέρτικο νέας γενιάς άσμα. Διάβασα πως ο κύριος Βαγγέλης Μαρινάκης είναι ο συντάκτης των στίχων του τραγουδιού «έξαψη» που παραδίδεται ως στιχηρό σε δύο παραλλαγές, μια μείζονα και μία ελάσσονα, το τραγουδά η Νατάσσα Θεοδωρίδου, υπάρχει βιντεοκλίπ διαφημιζόμενο, ενώ συνθέτης φέρεται ο άγνωστός μου Πέτρος Ιακωβίδης, αλλά κακό της Κεφαλής μου: από πιτσιρικάς συνθέτει και παρίσταται σε ολόκληρη γενιά μουσικής, που το κύριο χαρακτηριστικό της είναι πως έλαβε σοβαρό χαρτζιλίκι μόνον στην εποχή του ευρώ και δώθε.
Παραθέτω την εκδοχή που κρίνω, δηλώνοντας ότι μόνον εκεί βρήκα επαρκή ανακρατήματα εννοιών, λέξεων και νοημάτων:
«Στο μυαλό στο κορμί
στις απόκρυφες στιγμές
Και στη χαμένη λογικήΣτο φιλί σου στην αγκαλιά σου
Στην κατάρα και ευχή
Θα καούμε όλοι μαζίΈξαψη παντού όταν σε βλέπω
Γίνεσαι αθόρυβη κραυγήΘα είναι ο έρωτας πνοή
Κλείνει ο κύκλος μια ζωή
Και όλα αρχίζουν πάλι από την αρχήΈξαψη παντού όταν σε βλέπω
Γίνεσαι αθόρυβη κραυγή»Δεν βρίσκω καθόλου αγενή την ελαφρά παρασπονδία του στιχικού ήθους θεωρώντας πάντως στα όρια του γκροτέσκου να λήγει κάθε στίχος με πλειοψηφία καταλήξεων σε «ι». Παραπέμπει στην παράδοση του «ω παιδιά μου ορφανά μου» του Ρήγα, όπου ακμάζει το «ι»:
Ω παιδιά μου,
ορφανά μου,
σκορπισμένα εδώ κι εκεί,διωγμένα,
υβρισμένα
απ’ τα έθνη πανοικί!Συλλαβές και μέτρα, εκτός ενός εμφανούς επτασύλλαβου, δεν τηρούνται, αλλά δεν ενδιαφέρει πολύ, καθώς εδώ και χρόνια η κυρία Νατάσσα Θεοδωρίδου υπηρετεί με μία αψεγάδιαστα σέρτικη φωνή εδώ και χρόνια, το προσωπικό της ίρτζι.
Νοηματικά, υπάρχουν δύο εμμονές: οι πρώτοι έξι στίχοι δηλώνουν πως «θα καούμε όλοι μαζί» πειστικά, ενώ στο δεύτερο ημίχρονο επικρατεί μια κυκλική αίσθηση και το εύρημα «γίνεσαι αθόρυβη κραυγή» ήτοι σοβεί ένα βουβό, εύγλωττο εν τούτοις φλερτ.
Εάν πάντως η «Έξαψη» νοηματικώς δείχνει υποφώσκον αίσθημα συγκρατημένης, πειθαρχικής, όχι αναγκαστικά ερωτικής οξύτητας, ήτοι έναν ντροπιάρη θαυμαστή, δεν συμπίπτει με το χύμα στύλ της τραγουδίστριας που της λείπει ένας συγκρατημός, μια εύγλωτη στέρηση, ένας διακαμός (επί ψαράδων).
Καλή προσπάθεια. Δεν μπορώ να μη υποστηρίξω πως ένας εύπορος άνθρωπος, όπως ο στιχουργός, σπανίως ευημερεί στην τέχνη του λόγου, από την εποχή του ιππότη Δελαπαλίς και του όρου «λαπαλισμός» που επικράτησε επί κειμένων όπου υμνείται το αυτονόητον, όπως διδάσκει άσμα του 1525, μετά την μάχη της Παβίας.
Σε εύπορες πάντως, παραδοσιακές οικογένειες, γράφονται κατά καιρούς στίχοι, αλλά κυρίως επι απογόνων απροθύμων να πλουτίσουν ως συνέβη με τον Εμπειρίκον και περίπου με τον Ελύτην.
Εύχομαι καλή συνέχεια.
-
That’s amore
Bells will ring ting-a-ling-a-ling/ Ting-a-ling-a-ling, and you’ll sing, “Vita bella”/ Hearts will play tippy-tippy-tay/ Tippy-tippy-tay, like a gay tarantella
Tα trivia ήτοι τα μασάλια πως ο καθηγητής Ταραντίλης πεθύμησε την οικογένειά του, δεν πέρασε εντέλει στο πόπoλο για έναν απλό λόγο: ήταν ένα ψεμματάκι. Αν ίσχυε, θα ίσχυε και το «ώζε γαρ η οικουμένη» αν όντως συνέβαινε να επιλέξει ο άνθρωπος, πριν κλείσει δίμηνο, πως «σαν τη φαμίλια, δεν έχει». Μόνον εαν ήταν Μητσοτάκης, θα ίσχυε.
Οι καθηγητές πανεπιστημίου ήταν έκπαλαι μια επίζηλη βάση εκτόξευσης προς τον κομματικό βίο, τόσο ζηλευτή ώστε οι καθηγητές ξεχνούσαν την διδακτική τους περίοδο. Στην περίπτωση Ταραντίλη, ήταν μερικά κλικ πιο αναλυτός, παράδοξα εκφραστικός άνευ λόγου, και ιδίως με ένα ιδιόλεκτο ενός ανάλαφρου comedian που κανένας δημοσιογράφος δεν γέλασε εξαιτίας του. Η σύγκριση με τον ψυχρόαιμο, με βλέμμα ιγκουάνα των Γκαλαπάγκος κύριο Πέτσα, ήταν καταλυτική. Ο άνθρωπος όταν ήθελε, έβγαζε παγάκια από το στόμα του και ήταν αυτό που ήθελε ο Μητσοτάκης των πρώτων ημερών: άμεση αντίδραση. Όταν αλλάχτηκε, παραμονή των Φώτων, έδειχνε πως άλλαζε η γενική κυβερνητική πολιτική, κι αυτό αποδείχτηκε εντελώς πρόωρο.
Διότι ο Ταραντίλης είχε για την εκπροσώπηση Τύπου μιαν ιδέα και μιαν άποψη τύπου Ντισραέλι — όχι πάντως Λιβάνη. Και κινούνταν με ελαφρύτερη φωνή, πιο χαρίεις και χωρίς να διαφαίνεται απειλητικό ατσάλι στην βάση των επιχειρημάτων του. Ήταν ακριβώς η τεχνική που οδήγησε τους ομόβαθμούς του της άλλης όχθης να ξεθαρρέψουν και να παρουσιάζουν αντιρρήσεις που συνυπήρχαν με άρθρα εφημερίδων όπως η ΕφΣυν και η Αυγή.
Από τον πρώτο μήνα της αποστολής του, τον είχα συμπεριλάβει στις μελλούμενες αντικαταστάσεις. Τόλμησε να έχει αρχές ακαδημαϊκού εκπροσώπου και έκανε κίνηση αηδίας όταν του πετούσαν καβαλίνες στο τζάμι του, ενώ ο άλλος τις έβαζε στο τζάκι του, ατάραχος. Ο Ταραντίλης δεν κάνει για εκπρόσωπος. Μήτε για υπουργός, μήτε για γραμματέας, μήτε τίποτε. Απεναντίας, θα ήταν ανεκτίμητος ως αναντικατάστατος σατιριστής μιας παρέας πανεπιστημιακών που θα τον θεωρούσε μπαχτσέ έξυπνων σχολίων που προκαλούν αβίαστα γέλια.
Ως προς την αντικαταστάτριά του, η κυρία Πελώνη, όσο θα σέρνεται η υποχρεωτική υποστήριξη της κυρίας Μενδώνη, προβλέπω να αντέξει το βάρος της θέσης. Διότι η αντιπολίτευση δεν τρελάθηκε να επιτεθεί εθιμικά εναντίον της, όσο υπάρχει υπουργός Πολιτισμού, όση και οία έστιν.
Aναρωτιέμαι μήπως υπάρχει κάποιο μπέρδεμα στις υποθέσεις Μενδώνη ή Κουφοντίνα, το οποίο ο κύριος Ταραντίλης αρνήθηκε ή δυσφόρησε να ξεμπλέξει. Από την άλλη σκέφτομαι πως δεν έχουμε έριδα περί Αρσενιατών ή συκοφαντίες κατά Στουδιτών, ώστε μια αντικατάσταση να φαντάζει απλώς κοσμοϊστορική.
Τέλος πάντων.
-
Οι γέροντες της Σωσσάνας
Ένας νευρωτικός πρωθυπουργός, μερικές ντουζίνες φερέλπιδα στελέχη, όλα αδοκίμαστα, εξαρτημένα από τις τέσσερις πράξεις της απλής αριθμητικής, όχι γκαφατζήδες αλλά άπειροι του κερατά, και λόγω πλημμύρας πεκουνίων ώστε τα ΜΜΕ να φανούν φιλοκυβερνητικά, μια καθοδική στάθμη αξιοπιστίας.
Κι όμως, αυτό το πολύγλωσσο τίποτε, θα μπουμπουνίξει εκλογές και θα τις πάρει αν δε σπάσει ο διάολος το ποδάρι του.
Κάτι είχε το νερό που έπινε στους Αχαρνής ο Σαββόπουλος, αλλά έχει εκσυγχονιστεί ο Λάμαχος και κινείται ως Ζόμπης: μπλαμπλαμπλα δημοκρατία, μπλαμπλαμπλα με εκλέξανε.
Κι αντί να το βουλώσουν και να την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια που τους έπιασαν να βολεύουν μανούλες και παιδάκια από εμβόλιο, βγάζουν κάτι σαλονικιώτικες πανταχούσες επιθετικές. Βλεπεις, στην κατασκευή της φενάκης των εμβολίων δεν περιέχεται, βρε αδελφέ, μια παραγραφούλα που ορίζει ποινές όχι τιμωρίας, αλλά εξαγνισμού στους μεροκαματιάρηδες της απάτης. Θα μου ειπείς, επί Κατοχής και επιφανής εκπρόσωπος των Μητσοτάκηδων κουβαλούσε περισσότερα από ένα σεφερτασιά για να καλύπτει την πείνα του.
Όσο για τον Κουφοντίνα και τον Λιγνάδη και αυτούς που περιμένουνε ουρά, εννοώ κλίκες, επαγγελματικές ομάδες κατά τα πρότυπα του Βατικανού, η κυβέρνηση παίζει την αλύγιστη, μήπως και «εξαναγκαστεί» να ζητήσει εκλογές λογω βαθείας σχάσης ενός παράφρονος, τοξικού κοινού. Όσο για τα υπόλοιπα κόμματα, ευνοούν με σχόλια ή υπονοούμενα την άποψη Κουφοντίνα, όχι επειδή τους καίει αλλά επειδή η κάπως χύμα διατύπωση του Τσίπρα μπορεί να μη προσκομίσει ψηφαλάκια στον Σύριζα, αλλά οι άλλοι «παίκτες» δεν χάνουν κάτι προσδοκώντας 15-34 ψήφους.
Η κυβέρνηση ψοφάει να μειωθεί το ποσοστό της όσο γίνεται, ώστε ακουσίως να θρέψει τον Κουφοντίνα στο ρεστοράν που επιθυμεί, ενώ οι έχοντες άλλα σεξικά χούγια, ψοφάνε για την δική τους επιφάνεια.
Έκκληση πάντως κάνω στην κάθε διάδοση που ακούτε, να τσοντάρετε δεκαπλάσια ποσότητα. Ξέρετε, αυτό που ονομάζετε μακαρίως «σεξουαλική παρενόχληση» δεν θα ξαφνιαζόμουνα αν περιείχε το 30% του ποσοστού των «αθώων» φλερτ. Αλλά εσείς πιστεύετε μόνον τα νούμερα που χωράνε σε ένα πρωτοσέλιδο.
-
Το πέπλο της τυχαιότητας
Με την ευκαιρία της ανακοίνωσης που εξέδωσαν οι συγγενείς των θυμάτων της τρομοκρατίας για τον Κουφοντίνα: είναι αν μη τι άλλο ιδιαιτέρως ενδιαφέρον ότι οι υπερασπιστές του Κουφοντίνα αυτή τη στιγμή, θεωρούν εαυτούς, αυτομάτως, στο πλευρό του Κουφοντίνα υποστηρίζοντας ότι κοιτάζουν την κατάσταση ηθικά και όχι μόνο ιδεολογικά-πολιτικά. Προδικάζουν δηλαδή οι υπερασπιστές του, αυτές τις ημέρες, ότι ο Κουφοντίνας δεν θα τους έβαζε ποτέ –ούτε τα παιδιά τους, ούτε τους συγγενείς τους, ούτε τους φίλους τους– στο στόχαστρό του γιατί
δεν ανήκουν, πιστεύουν, και πιθανώς ορθά, στους εκπροσώπους του κεφαλαίου που δολοφόνησε εκείνος μέσω της ένοπλης πάλης που υποστήριζε (και υποστηρίζει).Ας αποπειραθώ να ακολουθήσω τον συλλογισμό όλων όσων υπερασπίζονται σήμερα τον Κουφοντίνα όχι όμως για να εντοπίσω τα συστατικά στοιχεία των συλλογισμών αυτών, αλλά για να επιστήσω την προσοχή σε ό,τι κραυγαλέα απουσιάζει. Στη φαντασία –και ένας συλλογισμός εκτός από λογική ενέχει πάντα και φαντασία– όταν εσύ ελέγχεις τα δεδομένα της τυχαιότητας, δεν μπορείς ποτέ να βρεθείς στον δρόμο του δολοφόνου τρομοκράτη όπως βρέθηκε ένας Αξαρλιάν γιατί πολύ απλά μεροληπτείς υπέρ σου –και υπέρ των παιδιών σου, και υπέρ των συγγενών σου, και υπέρ των φίλων σου–, αλλά και υπέρ του δολοφόνου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Είναι η φύση της τυχαιότητας τέτοια που όταν λειτουργεί υπέρ μας την υπερτιμάμε, και όταν λειτουργεί κατά μας την υποτιμάμε. Αποτέλεσμα αυτής της απολύτως ανθρώπινης πρακτικής είναι να φαντάζουν πολλά από όσα λέγονται υπέρ του Κουφοντίνα, και ηθικά και όχι απλώς ιδεολογικά-πολιτικά γιατί αποκρύπτεται από τους συλλογισμούς ο καθ’ όλα αποφασιστικός και, πανταχού παρών, παράγοντας τύχη. Έτσι, οι υπερασπιστές του Κουφοντίνα σήμερα, που υπερασπίζονται έναν άνθρωπο στα πρόθυρα του θανάτου που πρέπει να σωθεί, καταλήγουν συγκυριακά ηθικοί και ανθρωπιστές γιατί προστατεύονται από το μεροληπτικό πέπλο μιας τυχαιότητας που δουλεύει πάντα υπέρ τους –και υπέρ των παιδιών τους, και υπέρ των συγγενών τους, και υπέρ των φίλων τους. Καταλήγουν έτσι, και ας μην το θέλουν, όχι ηθικά, αλλά πολιτικά και ιδεολογικά ανθρωπιστές, ενάντια στη θέλησή τους. Γιατί για να είσαι και ηθικά υπερασπιστής τού Κουφοντίνα είναι καθοριστικής σημασίας να έχεις πλήρη συναίσθηση της ύπουλης τυχαιότητας που θα μπορούσε να φέρει εσένα –και τα παιδιά σου, και τους συγγενείς σου, και τους φίλους σου– στον δρόμο του Κουφοντίνα και άρα στη θέση των συγγενών των θυμάτων της τρομοκρατίας.