Tag: {[1]}

  • Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία

    Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία βάζει στην προφιλ φωτογραφία της η κυρία γιατί διψάει να πει κάτι μεγάλο στην ζωή της.

    Μιας και παντρεύτηκε με συμβιβασμό, ψήφισε με συμβιβασμό, εργάστηκε με συμβιβασμό, μίλησε με συμβιβασμό και η μεγαλύτερη επανάσταση που έκανε ήταν ν’ αλλάξει πιτσαρία στις παραγγελίες της ή χρώμα στο μαλλί της.

    Είναι λογικό ότι δεν αντέχουν όλοι την ελευθερία ή τουλάχιστον δεν αντέχουν όλοι τα ίδια ποσοστά αυτής, αλλά όλοι θα πουν χωρίς δεύτερη σκέψη ότι, “Η ελευθερία είναι ένα καλό πράγμα”, “Η ελευθερία είναι ένα πολύτιμο αγαθό”, άσχετα του αν δεν μπορούν να την διαχειριστούν όποτε τους δωρίζεται, πολύ απλά γιατί η ελευθερία που είναι πραγματικά πολύτιμη, είναι μόνο αυτή που κατακτιέται.

    Ζηλεύω τους ήρωες του 21, γιατί είχαν την πολυτέλεια στο να έχουν ένα όραμα, μια έμπνευση, μια αιτία για να δώσουν την ζωή τους.

    Μια πολυτέλεια ιδανικών που η γενιά μου ποτέ δεν γνώρισε.

    Στις μέρες μας, αυτοί που είναι πραγματικοί επαναστάτες, είναι μόνο οι γάτες.

    Ο αγώνας τους γοητευτικός, χαοτικός, άσπιλος, χωρίς να χρειάζεται να εξηγηθεί ή να ερμηνευθεί. Ένας αγώνας τόσο αβίαστος που δεν είναι καν αγώνας αλλά φυσιολογικός τρόπος ζωής, ένας τρόπος που δοξάζει την ελευθερία και για αυτό οι γάτες άλλωστε είτε θαυμάζονται απεριόριστα ή μισιούνται κατάφωρα από τους ανθρώπους.

  • Ο εορτασμός

    Δεν έχει νόημα να ψέξω ή να επαινέσω κάτι για τους δύο αιώνες της εθνικής επετείου. Απλώς, εκτιμώ ότι ακολουθεί τελευταία και καταϊδρωμένη, ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης, άνευρης και άκεφης αφού η 25η Μαρτίου συνυπάρχει με εξαιρετικά κρίσιμα γεγονότα και εξελίξεις, όπως η πανδημία και τα ορφανά της.

    Αλλά είναι τέτοιο το ταμάχι του Μεγάλου Εγκαινιαστή, τέτοια προσήλωση σε μία επικοινωνιακή ατζεντα που την ακολουθεί πιστά, ώστε προβλέπω να υπάρξει μια μέρα εορτασμού, όπως όλες οι προηγούμενες.

    Δεν χρειάζεται καν να υπενθυμίσω πως δεν θα υπήρχε επανάσταση χωρίς τα γεγονότα που προηγήθηκαν, η τάση για αυτονομία του Αλή Πασεία, τα οργανωμένα δίκτυα εμπορίου και άνθησης τοπικών κοινωνιών, όπως τα Αμπελάκια και τα Μαντεμοχώρια, οι χρυσικοί και οι καραβοκύρηδες, ο έλεγχος του εξωτερικού εμπορίου και τα δίκτυα των Βλάχων, το «μαγικό» Κιουτσούκ Καϊναρτζή και οι διομολογήσεις, τα κεφάλαια που βρέθηκαν και οι φιλέλληνες που σκοτώθηκαν.

    Ο εορτασμός αυτός εκκρεμεί. Μένει να τσακωθούμε βάζοντάς τα με το Μαυροκορδάτο ή κάποιον «πολιτευτάκια», να σβήσουμε τα καπάκια και τα πισωγυρίσματα, να ξαναμπουρδίσουμε τον Ανδρούτσο και να κλαίμε τον Καραΐσκο που τονε βάλαμε να τρέχει και να μη φτάνει υπό την μακαριότητα ενός στρατηγού άλλης κοψιάς.

    Μπορεί να διαφωνείτε, αλλά αυτή η ανάσυρση της κυρίας Γιάννας από την αποστρατεία, με αναγκαστικά αμέτοχη και συρόμενη την Βουλή των Ελλήνων, ερμηνεύει την αμηχανία μου.

  • Απάτες και ψέματα στο διαδίκτυο

    Ταξιδεύοντας στο διαδίκτυο (αφού είναι τα μόνα ταξίδια που επιτρέπονται σε καθεστώς καραντίνας), έπεσα πάνω σε ένα από τα διδακτικά/πατριωτικά memes που κυκλοφορούν. Αυτή τη φορά δεν το προσπέρασα αλλά στάθηκα, γιατί είχε τη φωτογραφία του Γιώργου Σεφέρη και έναν διάλογο που υποτίθεται ότι είχε ο ποιητής κάποτε, κάπου, με κάποιον.

    Αυτή η αοριστία είναι χαρακτηριστική του διαδικτύου, ιδίως όταν πρόκειται για επινοημένα γενονότα και τσιτάτα, ήγουν fake news και hoaxes, απάτες και ψέματα. Η απουσία τεκμηρίωσης δεν προβληματίζει την πλειονότητα των χρηστών που έχουν βγει τη βόλτα τους στο διαδίκτυο να περάσουν την ώρα τους, και όταν συναντήσουν ένα meme που τους αρέσει το αναπαράγουν ασυζητητί, ιδίως όταν αποδίδεται σε κάποιον διάσημο. Ο καθένας μας αρέσκεται να κοσμεί το προφίλ του με εμπνευσμένες ρήσεις μεγάλων ανδρών, και θεωρεί ότι ο ίδιος αποκτά προστιθέμενη αξία αν μας μεταφέρει μια σοφή φράση του Πάολο Κοέλιο ή του Οδυσσέα Ελύτη, παρά μια φράση αγνώστου (όσο εύστοχη και να είναι αυτή).

    Το πρόβλημα με αυτήν την εθνικοπατριωτική/θρησκευτική απάντηση του Σεφέρη είναι ότι ουδέποτε ειπώθηκε, όπως θα μπορούσε να σας διαβεβαιώσει οποιοσδήποτε έχει ασχοληθεί λίγο σοβαρά με τη ζωή και το έργο του ποιητή. Κι όμως, για το διαδίκτυο αυτό το επινοημένο τσιτάτο είναι πραγματικό, υπαρκτό και αναπαράγεται κατά κόρον. Αν αναζητήσετε τη φράση «είμαστε απόγονοι μονάχα της μάνας μας», το Google θα σας βγάλει περίπου 1.230 σελίδες που την περιέχουν ― κατά κανόνα εθνικοπατριωτικές/θρησκευτικές. Το φαινόμενο είναι προφανώς αυτοτροφοδοτούμενο.

    Προσπάθησα να βρω την πρώτη μνεία αυτής της φράσης στο διαδίκτυο, για να δω από πού ξεκίνησε η συγκεκριμένη παρανόηση. Από τις 20 Σεπτεμβρίου 1971 (ημερομηνία θανάτου του Σεφέρη) ως την 1 Ιανουαρίου 2010, αυτή η φράση δεν αναφέρεται παρά μόνον άπαξ στις 15 Οκτωβρίου 2009, σε μια ιστοσελίδα θρησκευτικού περιεχομένου.

    Στην ιστοσελίδα www.diakonima.gr εντόπισα όχι απλώς τη φράση αλλά όλον τον υποτιθέμενο διάλογο σε ένα άρθρο που εμφανίζεται στην ενότητα «Θεολογία και Ζωή», έχει τίτλο «Οικογένεια, το πρώτο σχολείο» και υπογράφεται από την κυρία Μερόπη Ν. Σπυροπούλου, Ομότιμη καθηγήτρια ορθοδοντικής Πανεπιστημίου Αθηνών ― ένα άρθρο με μότο από τον Σαράντο Καργάκο και αναφορά στον Κώστα Ε. Τσιρόπουλο. Το άρθρο προέρχεται από το βιβλίο της κυρίας Σπυροπούλου με τίτλο «Οικογένεια Ώρα Μηδέν;», εκδόσεις Αρχονταρίκι, Aθήνα 2007, σελ. 129-133.

    Η κυρία Σπυροπούλου, με πολυσχιδή πολιτισμική δραστηριότητα και πλούσιο βιογραφικό, δεν αναφέρει άλλη πηγή του διαλόγου που παραθέτει, άρα μπορούμε ευλόγως να θεωρήσουμε αυτήν ως τον άνθρωπο που τον κατέγραψε για πρώτη φορά, τριανταέξι χρόνια μετά τον θάνατο του Σεφέρη. Είναι χαρακτηριστικό της σεμνότητάς της ότι ουδέποτε διεκδίκησε την μητρότητα της ανακάλυψής της, ενώ στα 17 βιβλία της που εντόπισα στην «Πολιτεία» δεν υπάρχει ούτε μία μελέτη για τον Σεφέρη, που αφαλώς θα πλούτιζε τις γνώσεις μας για τον ποιητή.

    Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του. Το έχω γράψει περίπου έτσι το 2008, αλλά δεν είμαι και κανένας διάσημος. Προτείνω να δοκιμάσουμε μερικές παραλλαγές, για να γίνει πιο ελκυστικό και να διαδοθεί στο διαδίκτυο ― κλέψτε ελεύθερα:

    Όπως είπε και ο Σάμιουελ Μπέκετ, «Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του».

    Όπως είπε και η Κοκό Σανέλ, «Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του».

    Όπως είπε και ο Ερίκ Καντονά, «Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του». 

    Όπως είπε και ο Δημήτρης Μαρωνίτης, «Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του». 

    Όπως είπε και ο Μελίνα Μερκούρη, «Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του». 

    Όπως είπε και ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, «Ένας νεκρός ποιητής δεν μπορεί να προστατεύσει το έργο του ούτε από τους εχθρούς του αλλά ούτε και από τους φίλους του». 

    Ελπίζω ότι συνεννοηθήκαμε.

  • Πρόσεχε!

    […]-Να ‘χεις το νού σου παιδί μου τα μάτια σου ανοιχτά! Τώρα θα διακρίνεις πιο δύσκολα το καλό από το κακό, φίλους κι εχθρούς. Πρόσεχε![…]

  • Για τον Τάκη Μουσαφίρη

    Πόσο ν΄αντέξουνε ο Μάρκος κι ο Τσιτσάνης,
    δεν έχουν κάνει ούτε ένα βίντεο-κλιπ
    ― Τζίμης Πανούσης, «Φασμπίντερ και ξερό ψωμί» (1986)

     

    Ποτέ δεν έκρυψα το ενδιαφέρον μου, και στη συνέχεια τον θαυμασμό μου, για τον Τάκη Μουσαφίρη ― ακόμη κι όταν άλλοι, μεγαλύτεροί μου και γνωστοί του, τον απαξίωναν με αφορμή ανεκδοτολογικές ιστορίες. Δεν ευτύχησα να τον συναντήσω προσωπικά, αλλά έτσι μπόρεσα να τον εκτιμήσω μόνο μέσα από το έργο του, που δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο, είτε ποιοτικά είτε σε μέγεθος.

    Πηγή: http://www.makismatsas.gr

     

    Για να μη μακρηγορώ, πιστεύω ότι ο Τάκης Μουσαφίρης, μαζί με τον Νίκο Καρβέλα και τον Φοίβο [Τασσόπουλο], είναι οι άνθρωποι που οδήγησαν το λαϊκό τραγούδι έξω από τη βαρειά σκιά του Βασίλη Τσιτσάνη και το έφεραν στον εικοστό πρώτο αιώνα.

    Πηγή: https://www.protagon.gr

     

    Αναζητώντας περισσότερες πληροφορίες για τον συνθέτη και στιχουργό Τάκη Μουσαφίρη, ανέτρεξα στο πάντα πολύτιμο σάιτ stixoi.info που έχει την πληρέστερη καταγραφή των τραγουδιών που έχουν εκδοθεί. Εκεί, βρήκα ότι ο Μουσαφίρης ως στιχουργός έχει υπογράψει 499 τραγούδια και συμμετείχε σε 100 δίσκους. Ως συνθέτης, έχει υπογράψει 549 τραγούδια σε 109 δίσκους.

    Μιας και η καραντίνα μάς έχει κάνει όλους στατιστικολόγους, και μας έχει δώσει κι άφθονο χρόνο, αναζήτησα τα στοιχεία κι άλλων στιχουργών για να δω πού στέκει ο Μουσαφίρης ποσοτικά μεταξύ των συναδέλφων του, και συνέταξα αυτή τη φθίνουσα λίστα:

    1. Φιλίππου Ηλίας 1134 τραγούδια/253 δίσκοι
    2. Παπαδόπουλος Λευτέρης 806/261
    3. Φαλάρας Πάνος 795/253
    4. Πυθαγόρας 774/177
    5. Βίρβος Κώστας 708/156
    6. Καρβέλας Νίκος 562/85
    7. Δρούτσα Εύη 559/141
    8. Γιατράς Σπύρος 526/120
    9. Ελευθερίου Μάνος 514/248
    10. Μουσαφίρης Τάκης 499/100
    11. Νικολακοπούλου Λίνα 480/166
    12. Φοίβος 468/69
    13. Γιαννατσούλια Ελένη 461/121
    14. Τσιτσάνης Βασίλης 443/128

    (Αυτά είναι τα αντικειμενικά στατιστικά στοιχεία για τους στίχους. Για την ποίηση και για τη μουσική, που είναι πιο υποκειμενικές υποθέσεις, θα μιλήσουμε διεξοδικότερα άλλη φορά.)

    Ο Παλαμάς είχε πει πως η ποίηση είναι «ο λόγος που πάει να γίνει τραγούδι». Αν το δούμε ανάποδα, καταλαβαίνουμε πώς ο Μπομπ Ντύλαν πήρε το Νομπέλ Λογοτεχνίας, και γιατί ο Τάκης Μουσαφίρης θα έπρεπε να είχε πάρει και το Βραβείο Ποιήσεως του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη και το Βραβείο Ποιήσεως του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη. Αλλά η ζωή είναι άδικη, οι άνθρωποι επίσης.

    Και οι χιονάνθρωποι, εν προκειμένω.

  • Μονοκομματικός ιδεασμός

    Τα εξαρτημένα κανάλια και έντυπα  θεωρούν την «Έξαψη» ικανό υποκατάστατο του Εθνικού ύμνου (άντε και του «Θουρίου») ενώ δεν χρειάζεται πολύ μυαλό για να ασκηθεί η τέχνη της εθνικής εξαπάτησης στην λαμπρή ιδέα «μύξωσε και σάλιαζε το ειδικό στικάκι, ώστε αν βγει θετικό το τεστ, να ανοίξει η μαύρη αγορά γι’ αυτούς που δεν έχουν λεφτά για να αρρωστήσουν». Γιατί; διότι στην ασθενούσα νεοελληνική συνείδηση το εμβόλιο (που ΔΕΝ είναι φυσικά φάρμακο!) ανήκει στην κατηγορία του «δεν γαμείς», άρα περιορίζει την ατομικότητα, που προηγείται πάσης άλλης Εντολής.

  • Χαρτί, ψαλίδι, πέτρα ή καλύτερα λιθοβολισμός

    Tώρα που μπαίνει η άνοιξη, αλάνια και έμορφες, θα ήταν ταμάμ η ώρα για ανθισμένα φυτώρια, οχληρή μυρωδιά λιπασμάτων, έρωτες εφήβων της πρώτης φοράς και ολίγα επικριτικά σχόλια για το πολιτικό νεοελληνικό αλαλούμ. Αλλά η κυρία Γιάννα ταξιδεύει στη Μάνη κατά μίμηση του μεγαλέξανδρου, που το 330 πχ, γερά δεμένος στο θρόνο του Μεγάλου Βασιλέα, άφησε τα φανταρίστικα και σκέφτηκε, στη θέση της αμφίεσης του Δαρείου, μια παραλλαγή επί το ηπιότερο μιας τουνίκας πιο απλής, κι ενώ οι Μακεδόνες έσπαγαν πλάκα με το γούστο του, τους έβαζε να τον προσκυνάνε ως βασιλέα των βασιλέων.

    Ναι, ήρθε τούτη η άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες. Η τριάδα των μεγάλων, ακονίζει προσώρας τα μολύβια της. Ο Μπάιντεν γλυστρά, γέρος άνθρωπος, αλλά θα τον αναπληρώσει τρυφερά η αντιπρόεδρος και μια αργασμένη κυρά επί των προεδρικών σχέσεων, και, πιστέψτε το, η κυρία Φακιφίκι δεν είναι μήτε ο Παππάς, μήτε ο Γεραπετρίτης. Οι Κινέζοι, τρίβονται στη γκλίτσα του αιπόλου και μιλάνε χύμα και προσβλητικά, ενώ ο δυτικός κόσμος τραβάει μια πατιτούρα από τα παρτάλια του «ελευθέρου κόσμου» που όσοι τα περάσαμε, μας έμεινε η ουλή. Για τους Ρώσους, μη νοιάζεστε. Από την εποχή της Χέλγκας (10ος αιώνας) ξεκινάνε ως ρουκέτες, μετά το ρίχνουν στο μπορτς. Έχετε να λουστήτε «ειλικρινείς κριτικές» από τους φίλους μας, για κάθε στροφή στροφάλων ελικοπτέρου, που θα είναι όλες δικές σας. Κι όμως, σε μια άτονη Βουλή με Βαρουφάκη και κύριο Κρίτωνα, με ένα Κέντρο του τύπου «γελάσαμε και σήμερα» και βέβαια με τον Βελόπουλο να ζητά μία, μόνο μία τετραετία, ο κλήρος πέφτει στους φοβισμένους και στους ψυχοβγάλτες.

    Μήτε στα χρόνια του ψυχρού πολεμου δεν υπήρξε στη χώρα τέτοια προπαγάνδα. Δεκάδες ανέμπνευστα κοινωνικά μηνύματα, έτσι το μπούλινγκ, αλλιώς οι καρκινοπαθείς, όλες οι τσεβδές νεαρές που δεν υφυπουργεύουν, έπιασαν ταμπούρι εκφωνήτριας. Κι απέναντι, ο Σύριζα να νομίζει πως η προπαγάνδα των άλλων, επειδή είναι τόσο της πλάκας, θα του προσθέσει ποσοστά. Κι ας είδαν τον Κοψιδά να νομίζει πως θα καθαρίσει το σύστριγγλο και να τονε βαράει στα πάκια ο «έχω τον κόσμο με το μέρος μου» Ντάφης ο απερίγραπτος, τυπική σκεπτομορφή οραματικού συριζονιού.

    Το επίκεντρο της συμφοράς δεν θα είναι η Σερβία, όπως παλιότερα, ή η Πολωνία, όπως παλιά. Θα είναι η ασταθής Τουρκία, η υπερεκτεθειμένη. Κι ενώ, ως αθεράπευτα αισιόδοξοι, πιστεύουμε πως θα γεμίσει το Αιγαίο συμμαχικά ντρόουνς και ελικόπτερα και γαμώ της ΑΟΖ τα καγκελα, έξαφνα θα αποκτήσει ενδιαφέρον η παλιά «μπάφερ» ταινία, από Μολντάου έως τα σύνορα με Γέπιδες, Κοστοβώκους και απογόνους του Ουνυάδη, που το σύνορο Όντερ Νάισε θα αργήσει να κουνηθεί σε χιπ χοπ και θα πείτε τον Βλαδίμηρο, Καραμουρτζούνη.

    Τα κοινωνικά μηνύματα δεν αρκούν. Ο πρωθυπουργός βγάζει βόλτα τα φρέσικα μουσεία του και το εργολαβικό τσιμέντο στην Ακρόπολη, και ονειρεύεται παράτες και πρωθυπουργούς στα 200 χρόνια, αντί με δάκρυα στα μάτια να στείλει τα γιορτάσια το 2030, όπως οι μεσοπολεμικοί ημών πρόγονοι. Και το Φιξ, και η σεμνή Πινακοθήκη του Ιλισσού, έχουν γίνει αποτρόπαιες άδειες γκουμούτσες.

    Μια τελευταία ελπίδα διατηρώ, ασθενική, να γίνει κάτι με τουλάχιστο εκατό δημάρχους που θα αναλάβουν πολιτική πρωτοβουλία αυτοδιαχείρισης των όποιων εξουσιών τους. Για την ώρα, μόνον από δημάρχους και περιφερειάρχες άκουσα μερικές αναστηλωτικές προτάσεις. Να μη επαναλαμβάνω πόσα σούτια χρειάζονται στο μισό υπουργικό συμβούλιο και που δεν έχουμε νέα αστικά, επειδή δεν είναι ξεκαθαρισμένο αν θα έχουν σταθερά τζαμιλίκια ή θα αερίζονται.

    Για την ώρα, τα μάτια σας δεκατέσσερα με την Τουρκία. Για τα υπόλοιπα παρακμιακά φαινόμενα, δεν σχολιάζω. Να μάθετε άλλη φορά πως όποιος πέρασε κατοχή με τέσσερις καραβάνες συσσίτια, θα το βρει να το διδάξει και στο παινεμένο βλαστάρι του. Α μα πια.

  • πέντε παράγραφοι

    Ξύπνιος απ’ τις εξήμιση. For no good reason. For no reason at all. Ίσως μόνον για να διαπιστώσει ότι είναι ζωντανός. Γιατί αν έχεις πεθάνει το βράδι είναι πρακτικά αδύνατον να σηκωθείς, χωρίς την ευγενική συνδρομή άλλων, το πρωί. Αυτός ζούσε πάντως. Ξαναδιάβασε το μήνυμα, δέκα ημερών, που έγραφε μόνο «σε πεθύμησα» και βεβαιώθηκε. Μετά το δωμάτιο μύρισε καφέ.

    Στα δωμάτια των ξενοδοχείων (άλλοτε τα σιχαινόταν, άλλοτε ασφυκτιούσε χωρίς αυτά) κάποιες νύχτες σκεφτόταν ποιος άραγε να έμενε στην επόμενη πόρτα (πρακτικά κανείς γιατί οι άνθρωποι δεν ζουν μέσα σε πόρτες). Τις περισσότερες φορές δεν ακουγόταν απολύτως τίποτε από δίπλα, κάτι αρκετά παράξενο μιας και ξέρουμε όλοι πως τα ντουβάρια των δωματίων στα ξενοδοχεία μπορεί να έχουν μάτια και αυτιά ―είναι κάπως τρομαχτικό αυτό μα, πίστεψέ με, το ξεπερνάς με τον καιρό― αλλά μόνωση δεν έχουν. Για πάρα πολύ ακαθόριστους και συγκεκριμένους λόγους θα ήθελε να βρίσκεται μια γυναίκα ξαπλωμένη στο κρεβάτι του διπλανού δωμάτιου. Αν, μάλιστα, ήταν καλοκαίρι (ή, έστω, καλοκαίρι εκεί που βρισκόταν, είναι μπερδεμένα κι αυτά πολλές φορές αν σε πηγαινοφέρνουν αεροπλάνα) την σκεφτόταν γυμνή μπρούμυτα πάνω από το στρωμένο κι απείραχτο κρεβάτι να πληκτρολογεί «σε πεθύμησα». Κάποιος, κάποια, κάπου, μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά θα ζωντάνευε. Μετά αυτός τραβούσε τις κουρτίνες και έβλεπε, μισόγυμνος, την πόλη έξω, εκείνη δεν ήταν στο διπλανό ―άδειο― δωμάτιο, έτσι γίνεται με τις ιστορίες αυτές, εξελίσσονται ερήμην σου. Σόλο. Δεν είμαστε όλοι πλασμένοι για Chelsea Hotel, ούτε καν μεσοτοιχίας.

    Κάποτε της είχε πει «σου πάνε τα μαύρα» και λίγο μετά «είναι αρρώστια τα πόδια σου». Πάρα πολύ κακή επιλογή την εποχή που οι άνθρωποι ξεκληριζόταν κατά χιλιάδες από έναν γαμημένο αόρατο ιό κάθε μέρα. Αυτός που υποτίθεται τα είχε καλά με τις λέξεις διάλεξε τις χειρότερες την χειρότερη στιγμή, θαρρείς και οι άλλες στέρεψαν. Απάντηση δεν πήρε ποτέ, εξόν από ένα αμετάφραστο ημιχαμόγελο, και αποφάσισε την επόμενη φορά, αν υπήρχε επόμενη, να δοκιμάσει ένα «σου πάει η γύμνια, με καβλώνουν τα πόδια σου». Τέτοιες εποχές δεν προσφέρονται για λογιοσύνες.

    Σκάλιζε τα ράφια με τα βινύλια, ανέγγιχτα μήνες, μερικά και χρόνια. Αν ήταν σώματα θα είχαν μαραζώσει. Ανάμεσα σε Κoeln Concert και Remain in light (χάος και αταξία, λατρεμένα χούγια) βρήκε ένα σημείωμα, μαύρο μολύβι, όμορφα γράμματα. «Είναι δύσκολο να γράφουμε πια». To έφερε στη μύτη του. Μάταια. Το έβαλε ανάμεσα σε Darkness at the edge of town και ABBA Greatest Hits και θα δοκίμαζε λίγες βδομάδες αργότερα.

    Μετρούσε μια-μια τις μέρες, τις ώρες μέχρι να ξανασυναντηθούν. Ήθελε να του γράψει δυο λέξεις μόνο, «σε πεθύμησα», αλλά δεν είχε καμία απολύτως ιδέα σε ποιο νούμερο στέλνεις μήνυμα στο καλοκαίρι και έβαλε το κινητό να φορτίζει.