Tag: {[1]}

  • knock knock knockin’ on summer’s door

    Oι γυναίκες του σπιτιού πήγαν στην εκκλησία. Δεν ήταν δα και μεγάλο κατόρθωμα, η μια είναι στα διακόσια μέτρα και η άλλη στα τριακόσια. Παλιά, θυμάμαι, ούτε φαρμακείο μπορούσες να ανοίξεις αν δεν ήταν πεντακόσια, δεν ξέρω ακριβώς πόσα, μέτρα μακριά από άλλο. Τώρα ακόμη και μεσοτοιχία. ‘Ο παράς να πέφτει’ έλεγε ο παππούς μου, ο συνονόματος. Eκείνον δεν τον θυμάμαι ούτε μια φορά να ντύνεται για να πάει στην Ανάσταση. Υποθέτω κάτι πίστευε, εικονοστάσι και καντήλι υπήρχαν στο σπίτι, νομίζω ότι και τον σταυρό του έκανε, τα υπόλοιπα δικός του λογαριασμός. Δεν ήξερα αν ήθελα να τον ρωτήσω, κάποια στιγμή, δεν πρόλαβα κιόλας.

    Κόντευε εννιά και βγήκα για μια μικρή βόλτα, στην αντίθετη κατεύθυνση από τις εκκλησίες. Διασταυρώθηκα με αρκετούς, λαμπάδα στα χέρια, φαναράκι, είδα και καναδυό κόκκινα αυγά, ντυμένοι οι περισσότεροι όπως σηκώθηκαν από τον καναπέ κι αυτό ―δεν κατάλαβα εκείνη τη στιγμή το γιατί― με έκανε να χαμογελάσω με ανακούφιση. Ένας φορούσε γραβάτα και νομίζω τον κοίταξα, λίγο έκπληκτος λίγο απορημένος, περισσότερο από όσο κοιτάς έναν άγνωστο στο δρόμο, είχα να δω ―ζωντανά― φορεμένη γραβάτα κοντά ενάμιση χρόνο και μάλλον αναστατώθηκα, λίγο. Ελπίζω, αν και όταν ξανάρθει η ώρα, να θυμηθώ τον σωστό κόμπο, προς το παρόν τα ψαράκια (θάλασσα και ψαράκια είχε η τελευταία που μπήκε στο σπίτι) κοιμούνται στο κουτί τους που ακόμη δεν μπορώ να θυμηθώ τι εξαίσιο μυρίζει. Μα για να θυμηθείς κάτι, σκέφτομαι, πρέπει να ‘χεις πρώτα συναντηθεί με κάποιο τρόπο μαζί του, άρα ματαιοπονείς. Ή, ξανασκέφτομαι, αποκτάς κίνητρο για να το ψάξεις. Ελπίζω οι άνθρωποι που περνάνε δίπλα μου να μη διαβάζουν σκέψεις και χαμόγελα. Μερικά πράγματα καλό είναι να μένουν δια βίου αμετάφραστα από αγνώστους.

    Δυο ωραία, ψηλά κορίτσια, στο δρόμο για τα τριάντα, στενεύει το πεζοδρόμιο και περιμένω να περάσουν. Η μια μου χαμογελάει για ‘ευχαριστώ’, η άλλη κάτι πληκτρολογεί στο κινητό κρατώντας και την λαμπάδα. Είναι αξιοθαύμαστο τι μπορούν να κάνουν με ενάμιση δάχτυλο και μια οθόνη. Ευτυχώς τις έχω αφήσει πίσω μου τη στιγμή που σκέφτομαι το ‘τραγανιστά κωλαράκια’ γιατί ένα χαμόγελο, στην αρχή, και ένα νευρικό πνιχτό γέλιο ξεχύνονται σε πεζοδρόμιο και δρόμο και σκέφτομαι ότι είναι ώρα να τελειώνει αυτή η βόλτα πριν γίνω ο τζόκερ των μετρίων και φτωχών και με μαζεύουν νυχτιάτικα.

    Η νύχτα είναι πάρα πολύ όμορφη. Πάρα πολύ. Είναι ζεστή και με ανατριχιάζει επειδή ούτε ένα φουτεράκι έριξα πάνω απ’ το τι-σερτ αλλά και να το φόραγα θα το έβγαζα, είναι ήσυχη και σκοτεινή μαζί, μυρίζει ‘θέλω’, μουσικές που αγαπώ και τις έχω κάπου καταχωνιασμένες, μυρίζει σαν ρούχο που ίδρωσε κι αφέθηκε στον ήλιο να στεγνώσει. Θα μπορούσα απλά να γράψω ‘αυτή η νύχτα είναι πρελούδιο επερχόμενου θέρους’ αλλά αυτά τα κοροϊδεύω. Δεν το γράφω. Πάντως αν ήταν γυναίκα θα μπορούσα, νομίζω, να την ερωτευτώ. Με την προϋπόθεση ότι θυμάμαι πώς γίνεται αυτό. Από μακριά ακούγονται καμπάνες.

    Εντάξει, μεγάλωσες, μου λέω. Βάρυνες, άσπρισες, τα όχι κατατροπώνουν τα ναι σου. Με χαζομάρες παλαίωσης και ωρίμανσης μην παραμυθιάζεσαι, τα ‘aged in oak barrels’ δεν περνάνε εδώ. Αλλά όσο θυμάμαι πώς μυρίζει ο ήλιος και η ζέστη πάνω σε ένα κομμάτι ύφασμα, ένα σφηνάκι ―αν με στίψω καλά― ίσως το βγάζω ακόμη.

     

     

    [ αναδημοσίευση από εδώ ]

  • Αλλαγή σκηνικού (1 από 3)

    Θυμάμαι το Πάσχα του 2019. Ο Τσίπρας φέρεται να παίρνει επάνω του τις αλλεπάλληλες εκστρατείες των ευρωεκλογών, των αυτοδιοικητικών και των εθνικών αναμετρήσεων. Αν τύχει και πέσεις σε Συριζαίο μήνα Μάη, ήταν αμετακίνητα αισιόδοξος πως ο «θλιβερός» Μητσοτάκης θα έπεφτε σε όλους τους λάκκους που άνοιγαν τα συνεργεία όλων των Δήμων της χώρας. Πόσοι πρόβλεπαν πως η μουσική του αοράτου θιάσου, δεν θα ήταν κάποιο μενουέτο, κάποιο τσάμικο, έστω κανένα yo από τα μικρομέγαλα καλοθρεμμένα χιπχοπάκια; Τα άπερκατ ξεκίνησαν από νωρίς. Αλλά ο Τσίπρας, εκεί, τον χαβά του. Όλα είναι πλαστά και ένα ψέμμα. Ιδού οι διευρύνσεις προς το Κέντρο, που δεν είναι η τελευταία τρύπα του ζουρνά, αλλά το βαρύ κλειδί για να μας δεχτεί η Φρέγια στην Βαλχάλα.

    Το Κέντρο «οὐκ ἔστιν ἔτι» άκουγα απο παντού, με μόνη καινοτομία το ξανθό μαλλί πράσο της κυρίας Φώφης. Αλλά οι προσχωρήσεις στον Σύριζα έμοιαζαν σάμπως «αλλού γι΄αλλού» με τύπους σαν τον Παριανό κολλητό του Γεωργάκη που μιλούσε ωσάν θυμωμένο κατσικάκι της τρίτης Διεθνούς, αυτόν που πριν είκοσι χρόνια έδινε την εντύπωση τολμητία της Αυτοδιοίκησης. Εντέλει, καθώς η ζωή μου είχε (πάλι και πάλι) αλλάξει, έβλεπα να έχει λακκίσει κάθε κεντρώα καρδιά, αφού πέρασε από εκείνον που θα τα άλλαζε όλα, προς μια συντεχνία που παζάρευε τα υπουργεία του μέλλοντός της με την επωδό «εδώ κάνατε το Μάρδα Υπουργό, σε μένα κολλάτε που μπορώ να μιμηθώ τη φωνή του Ανδρέα καλύτερα από τον πιτσιρικά που παίζει τον αρχηγό σας;»

    Οι Συριζαίοι διέπρατταν όχι ακριβώς προεκλογικά ατοπήματα, αλλά καραμπινάτες εξώφθαλμες ανοησίες. Οι νέοι άνθρωποι που λανσάριζε, «κάηκαν» επειδή τους έχωσαν στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Τα λεφτά από την «παρακοιμώνενη οικονομία» που έχτιζε ο Κατρούγκαλος, η Φωτίου και η Αχτσιόγλου, δεν είχε στην ουσία ταμείο, αλλά αρπαχτές, ωσάν τακτικές τύπου Τάκου Μακρή και άλλων προϊστορικών. Ο Δρόμος του Τσίπρα έλαμπε μπροστά του, αλλά τον θεωρούσε έρημο έξω από την Άκαμπα. Ο Τσίπρας έπρεπε να συνάξει τους δεξιούς που στέγαζε ο Καμμένος και να τους δώσει πόστα, αλλά ήδη ο δρόμος προς τα δεξιά ψηφαλάκια έκλεισε προκειμένου να παίζει ο Πάιατ τον Μέγα Διαπραγματευτή. Δεν προχωρώ άλλο.

    Απεναντίας, ο Μητσοτάκης, για τον οποίον το 2019 κυκλοφορούσε ιλαρόν κλίμα και ψιλοδούλεμα, κατάφερνε, με τον υστερικό προτεσταντισμό του («κόψτε, γαμώτη μου, το τσιγάρο») να υπερκεράσει την ακροδεξιά και απεχθή του ψυχή (απλώς θυμηθείτε σε ποιους στηρίχτηκε για να εκλεγεί το 2016 στη Νέα Δημοκρατία: καρατζαφερικούς και βασιλόφρονες) και να το παίζει αβίαστα ως εκδοχή μιας μετρίως συντηρητικής λύσης, σχεδόν χωρίς την εκφορά της λέξης «Σίμενς» στο οπλοστάσιο των αντιθέτων. Όταν Σαμαράς-καιροσκόπος και Καραμανλής-διαχειριστής των μακεδονιζόντων (τύπου Κιούπκιοϊ) ψήφων έδειξαν πως θα ενωθούν με τα Μητσοτακικά λιανοτούφεκα, ο Σύριζα πανηγύριζε, καθώς τα νιάτα του αρχηγού του, ήταν σαν αναρρόφηση κοκαΐνης όχι από τα ρουθούνια, αλλά από μπουρί ξυλόσομπας.

    Από καιρού εις καιρόν, μια άκεφη είδηση σκέπαζε την αθυμία πολλών δεξιών. Ήταν οι αναγγελίες για νέα στελέχη, για υποβολή βιογραφικών, τέτοια ζητήματα που συνήθως σκοντάφτουν σε παχυλή αδιαφορία του πλήθους.

    Αλλά, από σπάνια στραβομάρα ενός «αρχηγού» που είχε μιαν περιστέρα αριστερίστρια να γκρινιάζει στο σπιτικό του, παραδόξως ο Σύριζα υστέρησε της Νέας Δημοκρατίας «μόνον» κατά 8,32%, ένα ποσοστό τόσο ανατρέψιμο, που θα μπορούσε κάλλιστα να περιοριστεί δραστικά, αν σκεφτείτε πως με μία αλλαγή αρχηγού και σύναψη συμμαχίας με το Κέντρο (που έλαβε 8,1%) όλα θα έμοιαζαν μαγικά για την κεντροαριστερά! Μόνον που η πρωτοβουλία έπρεπε να προκύψει από τον Σύριζα και την πραγμάτωση της κεντροαριστερής του διεύρυνσης, πράγμα που σήμαινε να αφαιρεθεί συνειδητά κάθε περίπτωση «αριστερού» υποψηφίου, αλλά και τρανταχτές παραχωρήσεις, ακόμη και στο κόμμα του Βαρουφάκη. Αντ΄αυτών, γέμισε ο τόπος με συγκινησιακή ετερότητα: οι Συριζαίοι είχαν φλάμπουρο τις αγωνιστικές τους δόξες, τα παραληρήματα των «κινημάτων» και του καταληψιακού Πεζοδρομίου, συν κάτι ελευθεριάζουσες κινήσεις παρεξηγημένες όπως «λευτεριά στον Κουφοντίνα» (για την τακτική μιλώ όχι για το  γεγονός) και ο Σύριζα όχι μόνον την έκατσε τη βάρκα που ήταν ξύλινη και «πρήζουνταν με απόλαυση» (ο ατυχής στίχος του Ελύτη) ενώ ο Τσίπρας νόμιζε πως είχε φτιάξει, ο τάλας, σκαρί από φάιμπεργκλας. Ακόμη με τα ίδια μυαλά πορεύεται, απέναντι σε μία τοξική, άκρως επισφαλή κυβέρνηση, απ΄αυτές που σου κατσικώνονται.

  • Ενοχλητική η τσίκνα για τη λεπταισθησία μας αλλά φαντάσου ένα βίγκαν Πάσχα όπου όλοι βράζουν μπρόκολο ή κουνουπίδι.
  • Ενοχλητική η τσίκνα για τη λεπταισθησία μας αλλά φαντάσου ένα βίγκαν Πάσχα όπου όλοι βράζουν μπρόκολο ή κουνουπίδι.
  • Συνέπειαι θραυσθέντος σβέρκου

    Στην Τεργέστη, ο Καποδίστριας μπαίνοντας στο καράβι για να έρτει στην Ελλάδα να την κυβερνήσει, εγλύστρησε και έσπασε τον σβέρκο του. Εγένετο κηδεία μεγάλη και ξόδι και μεγάλη θρηνωδία.

    Αύθις οι Άγγλοι εζήτησαν να κυβερνήσει ο Μαυρογορδάτος και τότε ηκούσθη το περιβόητον υπό του γέροντος Καρατάσιου «μπε άμα ήτελα φαντασμένον, καθόμουνα και στον Αμπού Λοπούτ». Ο Κολοκοτρώνης έκλινεν υπέρ του εχθρού του, Κουντουριώτου και οι Πελοποννήσιοι, προσκαίρως σκεφθέντες απετίμησαν την κατάστασιν διά του ρητού «κάλλιο ο κυβερνήτης να ξεύρει τον Μοριάν κι ας τον έχει κάψει, παρά να ξέρει τον βάλτον και να μη έχει βουλιάξει».

    Εγένετο κυβερνήτης ο Κουντουριώτης, την επαύριον λαβών παρά των Μανιατών δεινόν αποθαρρόν περιέχονταν την μετονομασίαν του Πετρόμπεη ως βαρώνου της  Άκοβας και του Πασσαβέως, και την διδαχήν «έπαρε τον πούλον και τον γκώλον σου από την γαρέκλαν, αρβανιτόριζα και άφκε τους Μανιάτας ασυδότους». Ο Κουντουριώτης, φρονίμως ποιών, δεν αντέδρασεν, ψελλίσας τινα συναδελφωτικά την Γενική συνελέυσει των προκρίτων, αποτελουμένην εξ ολοκλήρου εκ μισθωτών του γενικού λουφέ.

    Δι΄ό και ο Πετρομπαρών, ήλθεν εις επαφήν με τους Φραντσέζους και το ασκέρι των και εζήτησε την υψηλήν προστασίαν των Βουρβώνων, η οποία αυθωρεί του εδόθη, κηρυχθείσης της φρανκοφώνου νησιωτικής Αροντισεμάνδης, περιλαμβανούσης την Κόρσικα συν την Μάνην και διεκδικούσης Επτάνησον, Κρήτην, Πάργαν και Ραγούζαν, όταν και όποτε ήθελον ελευθερωθεί. Μάνισαν οι Εγγλέζοι και προσήρτησαν την Επτάνησον τη νεοσυσταθείση προτεκτούρα Μεντιτεράνεαν, μαζή με τας Γιβραλτάρας, τας Μάλτας και άλλας ωραίας γωνίας της εσωτερικής θαλάσσης.

    Ο Κουντουριώτης αντέδρασεν ηπίως, θεωρών ότι οι Υδραίοι και οι απόδημοι θα κατέκτων τας καρδίας των ρουμελιωτών, πλήν ο Κωλέττης, βαρέως φέρων την δημιουργίαν της Αροντισεμάνδης, μετεστράφη και έσυρεν Σουλιώτας, Ηπειρώτας, Μακεδόνας και Βουργάρους εις το άρμα του Βελεστινλή, υπερασπίζων, μόνος αυτός, την συμπάγειαν όλων των λαών της Στερεάς, από Βλαχίας έως Μποσνιάκων, παίζων και εμπαίζων Ρώσους, Νέμιτζους και μετριοπαθείς τινάς πασάδες και μουτεσαρίφηδες.

    Ούτω, κατά την συνθήκην του Λονδίνου, του Ιουλίου 1834, εν αγαστή συμπνοία, η Ευρώπη απεδέχθη τέσσερα ελληνόφωνα κρατίδια. Την Γαλλόπνευστον Αροντισεμάνδην, την επίπλαστον Προτεκτούραν των Εγγλέζων, την Κουντουριωτικήν Απολειφάδαν πέριξ των λειψάνων του Δανείου, και την Κωλεττικήν Χαρτορήγα, άνευ συνόρων προσώρας, αλλά με ισχυράν εύνοιαν των κεντρικών δυνάμεων.

    Η κατάστασις υπέστη μεταβολήν ποιαν, δια της ανακηρύξεως της πόλεως των Αθηνών ως αυτονόμου, υπό του στρατηγού Μακρυγιάννη. Περί το 1851, τα τέσσερα κρατίδια και η πόλις, παρέστησαν δια πρέσβεων και εντεταλμένων, εις την έκθεσιν του Κρύσταλ Πάλας εν τη Αλβιόνι, εκμαιεύσαντες τας αρίστας των εντυπώσεων.

    Η ριγώσα τριακονταετία

    Ο όρος είναι του Θωμά Φιτζπάτρικ Γαρδικιώτη, του πρώτου ιστορικού που αποπειράθηκε να συνθέσει ενιαία ιστορία των ελληνοφώνων κρατών στο μνημειώδες έργο του Ιστορικά των Γραικών (πρώτη έκδοση 1882).

    Ο Γαρδικιώτης θεωρεί κομβική χρονολογία την νίκη των Αγγλογάλλων στην Κριμαία (1851) επειδή τότε τόσον η Αροντισεμάνα και η Προτεκτούρα όσον και η Χαρτορήγα συμμετείχαν ενεργώς εις τας επιχειρήσεις πλήν εις αντίπαλα στρατόπεδα. Θεωρεί ιστορικό παράδοξο την ανυπαρξία κοινής εκστρατείας του σώματος Καπέτη των Επτανησίων και του συντάγματος Λιμενίου των Μανιατών, τα οποία διέπρεψαν εναντίον των Ρώσων μετά την συντριβήν της ελαφράς ταξιαρχίας.

    Η ρωσική ήττα μετριάστηκε μόνον χάρη στην λυσσώδη και επιτυχή άμυνα του Ταϊγανίου από τους διαβοήτους φουστανελλάδες του Μπακόλα και του Φέστα, τη συνδρομή Μολδαβών, Εζεριτών, Κοζάκων και ενόπλων καλογήρων της ευρυτέρας Τρανσυλβανίας.

    Η υψηλή Πύλη, ορθώς κρίνασα τας συγκυρίας, ερρίφθη εις τας αγκάλας των ανερχομένων Πρώσσων και της ανανηψάσης Αυστροουγγαρίας, ορίσασα τας εν Ευρώπη κτήσεις της ως «χάσι της Τουρκομπαρόκας» και διατηρήσασα το Χαλιφάτον εις τας ασιατικάς της εκτάσεις. Η Τουρκομπαρόκα (1858) υπήρξεν υβρίδιον της μετέπειτα διαμορφώσεως της Μεγάλης Γερμανίας (1880) και την απετέλουν δεκάξι Ηγεμονίες, με ανεξίθρησκον Σύνταγμα, χριστιανούς ηγεμόνας και πολυγλωσσίαν, επιτρεπομένης της πολυγαμίας εις άπαντας τους υπηκόους, για να περιορισθώμεν εις χαρακτηριστικόν δείγμα κοινωνικής οσμώσεως.

    Οι Ηγεμονίες (Τρανσίλβα, Μολντάου,Μπασαράβα, Ρουμάνσκαγια, Πρεσθλάβα, Σρμπσκα, Μποσνιακλού, Ζαϊμέτιον Τρακατρουκαλήδων, Καμπανία, Βλάχου, Κουτμιτζιβίτζα, Άγραφα, Κοσουβα-Μαναστίρια, Βολερόν, Πρέσπαι και Σελανίκ) ενήσκησαν τοσαύτης μορφής ανταγωνισμόν, ώστε οι οθωμανοί εθεωρούντο τα μόνα συνεκτικά στοιχεία των κοινωνιών εκείνων και προετιμώντο εν πάσι τους δημοσίοις λειτουργήμασι.

    Ο Κωλέττης ανεδείχθη Οσποδάρος Αγράφων, και έως του διαδόχου του Μπακόλα, υιού του Γώγου, η Χαρτορήγα εκυριάρχει ως πολιτικόν κίνημα εις δώδεκα Ηγεμονίας, των υπολοίπων τεσσάρων υπό φιλικήν ουδετερότητα.

    Η μεταστροφή του Διβανίου, μετέστρεψεν το παγκόσμιον κλίμα υπερ του σουλτάνου Αβδούλ «κασκαβαλ» Γαζή Κιοπρουλή, με άμεσον αποτέλεσμα την αβίαστον εξάπλωσιν των Οθωμανών άχρι Ινδιών και Σαμαρκάνδης, τη αμερίστω βοηθεία των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η δε Ρωσία έκτοτε εστράφη προς την Σκανδιναβίαν και την Σιβηρίαν, διαπρέψασα.

    Αλβανοί και Δαλματοί προσεχώρησαν εις την Αροντισεμάνα, ενώ η βασίλισσα Βικτωρία είδεν τας βρεττανικάς σημαίας εις Σικελίαν, Νάπουλαν, Αίγυπτον, Τούνεζι και Μπαρμπαριά.

    Εκ των Δυνάμεων, η νέα Γερμανία ώρισεν την Ρώμην ως αιώνιον πολιτιστικήν της πρωτεύουσαν, η Βρεττανία ηνώθη μετά των Κάτω Χωρών, ενώ η γεραρά Γαλλία ενεπνεύσθη από τας λατινικάς της ρίζας και εκκίνησεν την καταστροφήν της Ιβηρικής χερσονήσου, οδηγήσασα εαυτήν εις την λεγομένην φρανκοφωνίαν του Αμαζονίου. Ευνοϊκαί συνθήκαι εξαιτίας συνθηκών υπέρ της αναγνωρίσεως του Μακάο, του Χόνγκ-Χονγκ, της Ζανζιβάρης και του Λος Άντζελες ως διεθνών πόλεων του εμπορίου και της βιομηχανίας, έφερον τας Αθήνας εις την επίζηλον θέσιν του μόνου εν Ευρώπη ελευθέρου αστυκέντρου, θέσις επικυρωθείσα εις παρεπόμενα άρθρα της συνθήκης της Φερράρεν (1863) προεξοφλουμένη άλλωστε ένεκα της παραχωρήσεως του επινείου του Πειραιώς εις την πόλιν, επειδή οι Μανιάται δεν έδειχναν ενδιαφέρον μετοικήσεως αυτόθι, απορροφηθέντες εις τους λιμένας της Μασσαλίας, της Ραγούζης, και εγκατασταθέντες μαζικώς εις Φλώριδα.

    Η εποίκησις ολοκληρώθη ιδία ότε η παλαιά πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών Γεωργία μετονομάσθη εις Μανιάτικα, χάρις εις την γενναιότητα των Μανιατών πολεμιστών, οι οποίοι εξόντωσαν τον στρατηγόν Οδυσσέα Γκράντ εις την μάχην των Τριών Αντισκήνων της Μοϊκανής γραίας (μοχοκσκρού θρίτεντ βάλι), γεγονός που επέφερεν την αυτοκτονίαν του προέδρου Λίνκολν και την επαναφοράν του θεσμού της αειφόρου δουλείας από Μανιτόμπα έως τα ρείθρα του Παναμέως.

    Η ριγώσα τριακονταετία, κατά τον Γαρδικιώτην, έληξεν περί τα τέλη του έτους 1880, ότε η Κουντουριωτική Απολειφάδα, επέλεξεν σημαίαν και όνομα διά αμφισβητηθέντος δημοψηφίσματος, προκρίνουσα τον χιαστόν λευκόν σταυρόν του Αγίου Ανδρέου επί γλαυκού κάμπου και το όνομα Δανόχωρα (παρά την ισχυράν προτίμησιν ήτις εδείχθη διά τα ονόματα Ελλάς, Ρωμάς, Κουντουρίτσα, Παμβώτις, Μυρμιδονία και Άρατος) προερχόμενον εκ του Δανειοχώρα.

    Το γεγονός εξεμεταλλεύθη ο Δανικός βασιλικός οίκος και καταλλήλως προάγων την συγκριτικήν γλωσσολογίαν διά τηλεκατευθυνομένων επιστημονικών τεκμηρίων, επέβαλεν, και ουδείς αντέστη, την ανάρρησιν Γεωργίου του Α εις τον Δανοχωρικόν θρόνον, του Κουντουριώτου περιορισθέντος εις προτομήν εξηγούσαν ότι πρόκειται διά τον πρώτον κυβερνήτην της Δανοχώρας.

    Ως δώρον αναρρήσεως αι Δυνάμεις παρεχώρησαν την χώρα το έλαιον τριάκοντα φαλαινών, ηγόρασαν δε δια το πορτοΛεόνε, ήτοι του Πειραιώς, αντίγραφον του λέοντος με τα ρουνικά σύμβολα, συνταγματικού πλέον θυρεού της νέας πολιτείας. Η καθεστωτική αλλαγή εν πολλοίς ερμηνεύει την αυστηράν ουδετερότητα της Δανόχωρας εις τα τεκταινόμενα της ριγώσης τριακονταετίας εις τα σύνορα της οποίας εκαίετο επιμόνως το πελεκούδι.

    Τα επτάδυμα της διασποράς. Αναρίθμητα δράματα προκάλεσε η επί δεκαετίες διασπορά των γραικοφώνων στις ζώνες του ευρώ, του ταλίρου, τη λίρας και του οβολού. Μελέτες DNA απέδειξαν ότι πάμπολλοι διαπρύσιοι κήρυκες της ιδιοπροσωπείας και του ιδιωνύμου εκάστου συμπλέγματος λαοτήτων μεταξύ Κύπριτου και Παλέρμιτου οριζοντίως, αλλά και μεταξύ Πράγαζοφ και Γαύδουκας καθέτως είλκον κοινήν την καταγωγήν.

    Η έγκριτος εβδομαδιαία αθηναϊκή Φωνή του Αίματος, που τυχαίως πλην αναρπάστως κυκλοφορεί ιδιολέκτως και εις τας τέσσαρας κρατικότητας (σπρουχτα ντερ μπλούντα εν Χαρτορήγα, των γαιμάτων ουρλιαχτός εν Αροντισεμάνδη, το εμα φοναζι στας Προτεκτούρας και laudeatis sagramilli εν Δανοχώρα) δημοσιεύει βυτία υλικού, δεικνύοντα αποκρουστικήν ομοιότητα, συνεγγίζουσα την ταύτισιν, χιλιάδων φαινομενικώς ασχέτων μεταξύ των υπάρξεων, λυσσωδώς αντιθέτων ενίοτε, οι οποίοι κατάγονται εκ του αυτού γονιδιακού καταποτίου.

    Πρόσφατον και εντυπωσιακόν, η περίπτωσις των διαβοήτων επταδύμων της διασποράς, όπως πλέον ονομάζονται επτά γόνοι ενός Φέντια Μαξίμοβιτς, αποδήμου:

    Ζεμφίρ Ουλουκτσόγλου, τέως δήμαρχος Ζέμουν, επόπτης κυκλοφορίας τραμ Έζιοβας, άπαξ ηθοποιός στο δημοφιλές τηλεοπτικό σίριαλ από την Σταμπούλ στην Καμπούλ, στον χαρακτηριστικό ρόλο του Χασάν Αντόνοφ, ηλιθίου. Είναι μέλος του εθνικιστικών τάσεων κόμματος της Λίγκας του Δούναβη που απεύχεται την απογερμανοποίησιν του Χαρτορηγικού κρατικού μηχανισμού.

    Γκάργκαλας ο θείος, παυλικιανός μοναχός, αιρεσιάρχης, οπαδός της σάκρα γκριμάτσα (υποστηρίζουν μεταξύ άλλων την μόνιμη παραμόρφωση των χαρακτηριστικών του προσώπου για να μη τους πιάνουν οι ρουφιανοκάμερες). Ένα φεγγάρι κηπουρός στην μονή της Βεβαίας Ελπίδας ε Σακρ Κερ, στο μετόχιον του νησιδίου της Κίρκης δυτικώς της Μαγκναγκρέτσια, υποστηρίζει την διάλυσιν της Αροδισεμάνδης, και την ιταλοποίησιν της Αυσονικής χερσονήσου, κατηγορήσας τον Ουλουκτσόγλου ως γελοίο άθυρμα ξενοκινήτων ασέμνων κουνημάτων και ως Καρβέλωφ.

    Όσιρις Σγδρούμπας Ζγκανιάτσας, με φιλολογικό ψευδώνυμο Στέφανος Βρανάς, λυρικός ποιητής και κοσμήτωρ των Ιατρικών Σχολών της περιφερείας Θετταλών της Δανόχωρας, υποκόμης Μακρακώμης και λάτρης Χαϊνεκενούχων αφεψημάτων, γνωστός για το έμμετρον κατά Γκαργκάλων έπος (έπαινος της Βασιλικής Εταιρείας Συγγραφέων) πρόεδρος της ΜΚΟ μήτρες χωρίς σύνορα, δίγαμος, άοσμος, με σεμνό προφίλ.

    Σάκαβλος “Πυξλαξ” Αγυριώτης, θάνης Αγύρου, πολιτικώς Καταχθόνιος, ποιητής του πασίγνωστου χωρικού ύμνου της Προτεκτούρας Ιγγλιτέρα ιγγλιτέρα, ήσαι η μόνη μας μητέραπολύγαμος και άγαμος κατά ιλλιγιώδη εναλλαγήν, συγγραφέας μονογραφιών για Ντισραέλι, Πήττ, Μπέκαμ και Τζίμι Χόφφα, ασήμαντος, ασθενής, προσποιούμενος ευαισθησίαν ενώπιον φακού.

    Σντράφκο Χαλήλ Βρυέννιος Αινόβαρβος, ο και μπαρμπούτης, πρόξενος της Σελανίκ παρά τω βοεβόδα της Οθωμανικής Φλάνδρας, φιλευρωπαίος, μεταφραστής των ομιλιών του Καικιλίου της Καρκασόν περί του εκ Ζιμπάμπουε κινδύνου, με πολλές φιλίες στην Ατίνα, κυκλωματικός, είρων, οπαδός του τιναμασπείσρεμαλάκακόμματος, εν μονίμω δυσμενεία.

    Βαρβαγιάννης ο κεκές, ιδιοκτήτης γραικικής ταβέρνας εν Ατλάντα, φρανκόφιλος παρότι γεννηθείς εν Μάλτα, τρομοκρατών ρωμιούς τουρίστας διά γραικικών μορφασμών, ενώ κραυγάζει βεζήτε βλάχαροι, γκρέκος γουζμπόρν, γκρέκος τα πετάνο.

    Μαστρογκέγκες ο Αθηναίος, με το διαβόητον είμαι και ο γαημώ ύφος. Φίλος του Σντράφκο, εχθρός του Όσιρι, συνεταίρος Ισπανών εμιγκρέδων, διανοούμενος ήκιστα εκτιμώμενος, σαράβαλο, μέθουας, έως λιάρδας.

     

    [Γράφτηκε τον Δεκέμβριο 2007. Με την μορφή αυτή, φιλοξενήθηκε στο φύλλο της Κυριακής του Πάσχα στην “Μακεδονία”, στο πλαίσιο παρουσίασης κειμένων για το 1821, από την ΕΣΗΕΜΘ}

  • Μεγάλο Σάββατο 2021

    Αγαπητό μου ημερολόγιο,

    Κανένα συγγραφικό μου τέχνασμα και καμία ανάμνηση δεν κατάφεραν να με πάρουν μακριά από το τώρα. Είμαι στο άνετο διαμέρισμά μου που απέκτησα με κόπο, τον καιρό που δεν είχε τίποτα μεγαλύτερη σημασία, από το να έχεις ένα δικό σου κεραμίδι. Πίνω καφέ στο μεγάλο μπαλκόνι με τα λουλούδια, που είναι στα καλύτερά τους. Δεν θέλω να ξανακούσω ποτέ για την άνοιξη που αν δεν την βρεις την φτιάχνεις. Αυτό το κάνω με τη μαγιονέζα και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.

    Λιβανιστήρια, εικονοστάσι με αγιασμό, και στέφανα μέσα σε θήκη, δεν έχω. Ούτε καντήλι να ανάψω έστω για σήμερα, κι ας μην πιστεύω. Αυτή η φλογίτσα έχει κάτι αισιόδοξο. Μοιάζει με το κεράκι που καίει στα πρώτα σου γενέθλια, που έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου να χαρείς, να πετύχεις, να φας την τούρτα σου, να φας τα μούτρα σου.

    Οι φίλοι δεν κλείστηκαν τώρα στα σπίτια τους. Το έχουν κάνει συνειδητά εδώ και χρόνια. Ατομικός πολιτισμός. Η δική σου μοναδική αισθητική, ανέχεται μόνο το δικό σου αστείο, τη δική σου άποψη, κουνάς ρυθμικά τα πόδια, μόνο με την δική σου γιου τιουμπ λιστ. Την αναμνηστική φωτογραφία από την Ανάσταση του 2021, δεν θα σου την τραβήξει κανείς. Μια χαρά μπορείς μόνος σου, που ξέρεις τις γωνίες, κάτω από το φως που σε κολακεύει, που ξέρεις πιο είναι το καλό σου προφίλ.

    Για βράδυ κάνουμε διατροφή, θα φάμε σαλάτα και φιλέτο κοτόπουλο και μηλίτη με στέβια. Το τελευταίο γεύμα  της ημέρας είναι για εμάς στις 9. Αλλά θα μείνουμε ξύπνιοι (και σίγουρα πεινασμένοι) ως τις 12. Θα μου πεις και να θέλαμε να κοιμηθούμε, θα γίνει τέτοιος χαμός με τα βαρελότα που θα πεταχτούμε στον αέρα. Όταν είσαι στην εκκλησία τα μπαμ μπουμ καλύπτουν την θεία λειτουργία. Ο θόρυβος πάντα σε γλιτώνει από κάτι. Όπως τα παιδάκια βάζουν το χέρι στα αυτιά και κάνουν συνεχόμενο ηηηηηηη για να γλιτώσουν την μουρμούρα της μαμάς.

    Αύριο, Κυριακή του Πάσχα, θα είναι κάπως αλλιώς. Στα γύρω μπαλκόνια γίνεται συνήθως γλέντι. Όλοι αυτοί που έκαναν τρισάγιο σε Μπάουι,  Αρίθα Φράνκλιν και Λέμι, χορεύουν σε βαλκανική εκτέλεση το «στου παιδιού μου τη χαρά έσφαξα έναν κόκορα». Μετά τους κουβαλάνε λιώμα στην πλάτη οι συγγενείς, όπως ο Τρίτσης το σακάκι του.

    Πήρα και άλλη μια σημαντική απόφαση. Το κρέας και μια μερίδα κοκορέτσι θα έρθει στην πόρτα μας με ντελίβερι, όπως ακριβώς και οι ευχές των δικών μας ανθρώπων και των πιστών μας φόλοουερς.

  • Στο Φιλιατρό

    Έπειτα, θέλοντας να αριθμήσω τους άδικους, έχωσα το ένα χέρι μες στην τζέπη του ράσου μου, και το άλλο ανάμεσα στο ζωνάρι μου, γιατί εκατάλαβα, αλίμονον! πως τα δάχτυλα δεν εχρειαζόντανε ολότελα.

    ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

     

    Τέρμα το ψάξιμο, πισπιρίκο της συμφοράς. Από τότε που γεννήθηκε η συλλογή υπογραφών στην άρρωστη χώρα, ό,τι ζητούσαμε δεν γινόταν πράξη, ό,τι απεχθανόμασταν κυριαρχούσε με επιχειρήματα. Και αργά, πολύ αργά, οι νόμοι και οι διατάξεις στρέφονταν, τρίζοντας το γρανάζι τους, εναντίον μας.

    Η ανθρώπινη μοίρα, παπάκο ξεπουπουλιασμένε, είναι ντυμένη με λέπια και ονειροφαντασίες. Κι όταν λείπει ο άνθρωπος από μέσα, τότε γίνονται όχι σκληρά τα πράγματα, αλλά αποκτούν μια βλέννα — την οριακή πλειοψηφία, την καταλαλιά, τις κλεμμένες λέξεις που από ευγένεια δεν ορίζεις την πατρότητά τους, τις αλλαγές απόψεων επειδή είναι γλυκειές οι σταδιοδρομίες και οι συνασπισμοί.

    Όχι, τα αρχαία της Βενιζέλου δεν χωράνε επιχειρήματα, αλλά για να σωθούν θέλει κατάρες και μάτιασμα και κακό σπυρί στον κώλο και κλείσιμο με βία του Τρίτου οφθαλμού και να πτύεις μεσοδρομής τους πρωταίτιους και τους υπαίτιους, τους βολεμένους με ένα κατά συνθήκην ορθολογικό γιορντάνι σωτηριώδους παρένθεσης.

    Τα ίδια και με τα πρόσφατα έργα της Ακρόπολης — τους «θιγμένους» πανεπιστήμονες, με την δανεική σκέψη, σκέψη από τα Κράβαρα και την Κρεμμυδαρού των πεποιθήσεών τους. Διότι είναι υπέροχο να ξεχωρίζεις από το αγριεμένο πλήθος των αμαθών, αλλά το πράττεις προκειμένου να αισθανθούν οι επιλήσμονες και οι αγνοιακοί ένα προσωρινό χάδι στο μηδέτερο σαρκίο τους.

    Δεν είστε οι Μέτωνες και οι Ευπαλίνοι, καταλήγω. Στα Lego και στα Μεκανό ειδικευθήκατε. Αυτά που θα αφαιρεθούν από το σταυροδρόμι για να κουβαληθούν  στο Ζειτενλίκ, στο Ζειτενλίκ θα μείνουν αφού δεν θα χωράνε στην επιστροφή τους. Είδατε εξάλλου, αλλά δεν προσέξατε το πλαστό παρομοίωμα «αρχαιότητος» στο μετρό των Αθηνών και ποτέ δεν ενόχλησε μια φωλεά ξανθών μυρμηγκιών που βλέπει εποχιακά την βασίλισσά του να κυνηγιέται από κηφήνες στους δήθεν ακατάλληλους για αμαξίδια αρμούς του Πικιώνη.

    Σε λίγα χρόνια, η κρέμα από το γαλακτομπούρεκο που οραματιστήκατε να στηθεί κάτω από τις σόλες σας, θα πετσικάρει και θα γκριζάρει από τις ρέχες των ευσεβών, γεμίζοντας η επιφάνεια της διαδρομής τρυπίτσες φωλιάς τερμιτών. Αλλά οι πρωταίτιοι και οι τοποθετούντες τα δάχτυλα στο φιλιατρό, θα χάσουν αρκετές φάλαγγες καθώς η αόρατη σέγα του καιρού θα περνάει από τις ψευτοκαμωμένες αισθήσεις σας.

    Κανένας «αντιδρών» δεν θα βρίσκεται στην ζωή όταν θα πράξετε τα άπρακτα. Αλλά τις νύχτες τα τελώνια θα σας διαβάζουν Θεοτόκη και εκειόν τον ψάλτη του Αγίου Ελισσαίου. Δεν το ακούνε οι Ιάδες ψυχές, αλλά δεν υπάρχει Κοστοβώκος, Αλανός και Γοτθογραίκος που να μη χαίρεται από την τραυλή ανάγνωση.

  • Αστερόεις θρήνος

    Να προσέξετε, οι σαλιασμένοι και ενθουσιώδεις της «νέας οπτικής» των συμμαχιών μας, ενώ περιμένετε στη ουρά για το κουρείο των ελπίδων, να μη φτιάξετε τα μαλλιά σας έτσι ώστε να θυμίζουν την αστερόεσσα. Ζευς γαρ μεγάλης γλώσσης κόμπους υπερεχθαίρει.

    Τυχαίνει και η Τουρκία πιάστηκε στον ύπνο, υπακούοντας σε έναν νοσταλγό του χαλιφάτου που την κυβερνά, αλλά γελιέστε αν ονειρεύεστε πως οι διαχειριστές της παγκόσμιας ειρήνης ανακάλυψαν πόσο έξοχοι είμεθα και τι Απόλλωνες και Τζουτζούκες διαθέτουμε. Η Ελλάδα, όπως συνέβη και άλλοτε, διαθέτει έναν κλειδάριθμο και μία σμηνοσειρά συγκυριών που την καθιστούν πολύτιμη για τους μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς των δυνατών του πλανήτη. Με την κατάλληλη προεργασία, παράγει θαλασσινά τριφύλλια, κλείνει κάθε κρουαζιέρα προς τη Μαύρη θάλασσα, και έχει παραγγείλει μια χειροποίητη κουβέρτα που μπορεί να σκεπάσει κάθε ανικανότητα, επιπολαιότητα, κομπασμό και χαζομάρα, διότι κατέχει και σκαμπάζει από Γεωγραφία. Έως εδώ και παραπάνω δεν δύναται.

    Η Ελλάδα, ζορισμένη από μια Κρίση που την διακατέχει στον νέον αιώνα, έχει την ψευδαίσθηση πως ανοίγει νέους ορίζοντες στο ριζικό της, ενώ βιώνει τα πρώτα στάδια ενός αλτσχάιμερ. Με Φουρθιώτηδες ασχολείται, μιαν αυγινή, την κούρσεψαν ανίδρωτοι λοτόμοι, κι εκεί είναι τώρα δρόμοι διαβάτη αποσπερνέ. Τον Καβάφη της τον σουργελώνουν  πεταλώνοντάς τον, την μνήμη των αρχαίων της Βενιζέλου την μαγαρίζουν λογιστές και φαρισαίοι, κανένας δεν ακούει τα όργανα του καμποτίνικου θιάσου, ήτοι το ποδοβολητό των τουριστών που αναμένεται να βαδίσουν στο μπετόν το παινεμένο της Ακρόπολης.

    Δεν είναι και προς θάνατον η σπασμωδική συμπεριφορά του πολιτικού κόσμου προς έναν κυβερνήτη που φλερτάρει με την δυστοπία, την θυμηδία και την σημειακή —μεροδούλι— μεροφάι τακτική του. Βρίσκει και πράττει. Περιβάλεται απο μονοψήφια ποσοστά «αντιπάλων» και το μόνο άξιο λόγου και ποσότητας δυναμικό, το κυβερνάει ένας άκριτος ρεμπεσκές.

    Απλώς, δεν έγινε καμία απολύτως προσπάθεια να κρατηθεί ζωντανή μια θράκα με αναμμένα κάρβουνα που θα έβαζε φρένο στην ψηλομύτικη ακαταδεξιά μας στα Βαλκάνια, στην αφαίρεση δοντιών από την δημοσιοϋπαλληλική μπίχλα, στον ορίζοντα όπου σχηματίζονται τα νέφη μιας άνευ προηγουμένου ελαφρομυαλιάς. Αλλ΄όταν σπανίζει υπουργεύς ή γραμματικός που δεν μπήγει κοτσάνα στις βαρυσήμαντες δηλώσεις του, η καταγωγή από τα Κράβαρα διδάσκει πολλά.

    Είναι όντως προσωρινά βολικό το αμερικάνικο πέπλο που σκεπάζει την καρμιριά μας. Αλλά υπάρχει ένα προβληματάκι. Το ριζικό της Τουρκίας δεν είναι η εξαέρωση της, μήτε η Δύση θα την παραδώσει τουζλαμά ψιλοκομμένο στο μέλλον της. Η παραμικρή αλλαγή στην τακτική της, θα χαρακτηριστεί από μία φλεγόμενη βάτο: νέοι θα την κυβερνήσουν, ξεχνώντας τον νεοοθωμανισμό, θα ξωπετάξει τις ρώσικες λυκοφιλίες και θα απαξιώσει το αίμα των Τατάρων. Καήκαμε εάν, μαγεμένοι από τις δημοπρασίες που ενεργοποιούμε για νέα όπλα, νέες βάσεις και νέα δρομολόγια, ξυπνήσουμε με ένα μαρμάρινο κεφάλι στα χέρια που μας εξαντλεί τους αγκώνες και δεν βρίσκουμε τρόπο να το απιθώσουμε κάπου, το ρημάδι.

    Ελπιζω να καταλαβαίνετε πως δεν έχω κανένα άχτι εναντίον των Αμερικανών, αλλά φοβούμαι πως εσείς θα έχετε, στο εγγύς μέλλον.