Blog

  • O Τζακ και τι του ζητούσαν

    Ακόμη διατηρώ την γεύση από τη συμπόνοια και τη λύπηση που τύλιγε τις αδύνατες γυναίκες έναν καιρό. Η κακότητα και η περιφρόνηση ακολουθούσαν .Το «τσαγλί» ήταν ,να φανταστείτε, ελαφρά συνηγορία-εννοούσαν με τη λέξη την γυναίκα που είχε τσαγανό. Το «σκελετός» και το «λυμφατική» ήταν ανθρωπολογικού και ιατρικού χαρακτήρα. Το κοντό ανάστημα, οδηγούσε κατευθείαν στο «τσιλιβήθρα».

    Μερικές ανδρικές περιγραφές είχαν μια υποψία αναστολής , με κύρια έκφραση το «κοκκαλιάρα, αλλά με πιασίματα». Τα πιασίματα ήταν λόγος ανεκτικότητας. Τότε που λυνόταν το γυναικείο σώμα σε τομείς και καπετανάτα, όπου τα στήθη, τα πισινά και σχετικό γέμισμα των μηρών, εάν ήταν αρκούντως ορατά, δημιουργούσαν απαλλαγή, όχι αθώωση.

    Ο δημόσιος λόγος, ο κεκράκτης λόγος, συνήθως περιείχε έκκληση προς κατοικίδιο, προς σκύλο με το όνομα Τζακ. «Όρμα Τζάκ και τα κόκκαλα δικά σου». Και άλλα κατοικίδια είχαν εκπροσώπηση, επί ανδρών και γυναικών. «Ντικ» λεγόταν ο άνθρωπος με πεταχτά αυτιά. «Παλαμίδα» ήταν το άτομο με αχνά ή δυσδιάκριτα φρύδια.

     

    Στους αντίποδες, οι εύχυμες, πληθωρικές κυρίες είχαν μόνον επαίνους. «Σουλτάνα», «φρεγάδα», «γιαβουκλού», τέτοια. Αλλά κι εκεί υπήρχαν κατηγορίες. Οι μικροκαμωμένες, σπανίως απέφευγαν το «καπάτσα που τυλίγει», συνήθως άνδρες ψηλέκες και θεωρητικούς. Με ορατό και ακμάζον μυικό σύστημα πάλι, ήταν «μπρατσκοβέες», «μπαμπάτσκες» και «αντρογυναίκες».

     

    Το 1963, μια καταιγίδα ήρθε και τα σάρωσε αυτά. Η εμφάνιση της Τουίγκι, του μοντέλου από την Αγγλία της ποπ, της Μαίρη Κουάντ, και της μίνι φούστας, πέρασε από περίοδο σύγχυσης. Διότι δεν είχε πιασίματα. Δεν πήρε πολύν καιρό για να ατονήσουν οι αντιδράσεις.

    Εξάλλου για τους περιπαθείς, αρκούσαν άλλα μοντέλα-η Τζήν Σρίμπτον και η Βέρουσκα. Η Έλενα Ναθαναήλ, έδινε την εντύπωση εξωγήινης, αλλά ευμενή εντύπωση.Όταν έλεγες σε μια κοπέλα πως μοιάζει της Ναθαναήλ, απαντούσε «το ξέρω», ένδειξη ότι το ήξερε πως ήταν κομπλιμέντο.

     

    Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία-δηλαδή, ελαφρώς ανιστόρητα.

  • Mπόικο Νίκσιτς: Μια αδριατική παύλα

    Η πατρίδα μου είναι η Βοσνία. Κι έχει μια λουριδα γη στην Αδριατική, στην πόλη Neum όπου γεννήθηκα. Δώδεκα χιλιόμετρα. Από τότε που δεν έχουμε πόλεμο, ο τόπος γέμισε ξενοδοχεία και ξενώνες. Αναγκαστικά μένω σε ένα σπίτι σε λόφο, στο Κίτσεβο. Δεν υπάρχει χώρος για τίποτε. Ακόμη και η ομάδα πόλο που έχουμε, είναι ένα θαλασσινό χωράφι, χωρις κερκίδες, εκτός μια σκουριασμένη σκαλωσιά,περιφραγμένο με μπλόκια.

    Το αστείο είναι πως αυτή η παύλα στην ακτή, σπάζει στα δύο και την ακτή που ανήκει στην Κροατία. Κι έτσι το Neum έχει δύο τελωνεία, ένα στον βορρά, κι έναν στον νότο. Κι ας είναι κατοικημένο από Κροάτες.

    Η πατρίδα μου χρειάζεται γέφυρες, πολλές γέφυρες, για να μπορούμε να δέσουμε τα απότομα βουνά μας με την νοσταλγία. Για την ώρα, μόνον το μπάσκετ μας ενώνει, κι αυτό αραιά. Πάλι καλά που έχουμε πολλά ποτάμια, και το αίμα δεν βάφει την Αδριατική.

  • Homage to Catalonia

    Υπέρ της καταλανικής ανεξαρτησίας είναι δύο μεγάλες ομάδες μέσα στην καταλανική κοινωνία.

    Η μεν απαρτίζεται από αστούς της Βαρκελώνης, που παραδοσιακά κατοικούν βορείως της Diagonal, από πλούσιους Καταλανούς εθνικιστές, από νεοφιλελεύθερους μαθητευόμενους μάγους που ασπάζονται το δόγμα “δεν θα πληρώνουμε εμείς την κρίση των τεμπέληδων του Νότου” (του δικού τους Νότου), από Καταλανούς πατριώτες που δεν ξεχνούν τι έκανε ο Φράνκο στην καταλανική γλώσσα και κουλτούρα.

    Η δε συγκατελέγει αντιβασιλικούς, αριστερούς που θέλουν να έχουν περισσότερες πιθανότητες για μετασχηματισμό ή κι επανάσταση χωρίς το νεκρό βάρος συντηρητικών Καστιλιάνων κι Ανδαλουσιανών, αναρχικούς, νοσταλγούς της εποχής που η Καταλωνία πολέμησε τον Φράνκο και που η Βαρκελώνη ήταν ελεύθερη.

  • Ρα-Ρα-Ρασπουτίν

    https://youtu.be/kvDMlk3kSYg

    Πρόκειται βεβαίως για ένα κατά Αντόρνο ποπ σκουπίδι, για εμπορικό τραγουδάκι ντίσκο, η οποία βεβαίως επινοήθηκε για να μπορούν να κουνιούνται και οι λευκοί και αποτελεί το χορευτικό αντίστοιχο της white jazz. Βεβαίως το ίδιο το συγκρότημα ήτανε μια ψευτιά από την αρχή έως το τέλος: ποπ γερμαναράδες που έβαλαν κάτι τύπους να τραγουδάνε πλεϊμπάκ (και να χορεύουνε λάιβ) — κάτι που θα ήτανε π.χ. υπέροχη ιδέα στην περίπτωση των Oasis: να βάλουνε κάποιους άλλους να ανοιγοκλείνουν το στόμα τους επί σκηνής. Αλλά ας μη μακρηγορώ.

    Το Rasputin είναι επίσης ένα καταπληκτικό έργο. Αφήνουμε κατά μέρος τη θεματική (η δολοφονία του Ρασπούτιν!), την ενορχήστρωση (ντίσκο χαρές και ποπ ποζεριές με σόουλ και μπλουζ πινελιές) και επικεντρώνουμε στη μορφολογία του:

    00:00 Βασικά ρυθμός
    00:20 Θέμα Α’ ως πρώτη εισαγωγή
    00:35 Ρυθμός ξανά
    00:52 Μπασογραμμή
    00:59 Θέμα Β’ ως δεύτερη εισαγωγή
    01:07 Κουπλέ Α’
    01:22 Κουπλέ Β’
    01:37 Ρεφραίν
    01:54 Θέμα Α’ ως γέφυρα
    02:03 Θέμα Β’ ως συνέχεια της γέφυρας
    02:09 Κουπλέ Α’
    02:24 Κουπλέ Β’
    02:39 Ρεφραίν
    02:57 Παρλάτα (!)
    03:12 Θέμα Α’ ως γέφυρα
    03:27 Θέμα Β’ ως συνέχεια της γέφυρας
    03:34 Κουπλέ Α’
    03:50 Κουπλέ Β’
    04:04 Ρεφραίν (διαφορετικοί στίχοι σε κάθε επανάληψη, ώστε να πουν όλη την ιστορία).

    Το πιο ενδιαφέρον είναι το εξής: η σύνθετη μορφολογία του τραγουδιού είναι καλά κρυμμένη και περνάει απαρατήρητη, αντίθετα με αναγνωρισμένα αριστουργήματα όπως το Happiness is a warm gun, το Good vibrations ή το χαριτωμένα υπερφίαλο Bohemian Rhapsody, τα οποία σου πετάνε στα μούτρα το πόσο σύνθετα και συνθετικά είναι καμωμένα και με τις εναλλαγές στο τέμπο κτλ. σου επιδεικνύουν την εσωτερική διάρθρωσή τους.

    Φρονώ ότι είναι μεγάλη τεχνική αρετή να καμουφλάρεις την πολύπλοκη φόρμα, σε οποιοδήποτε εκφραστικό μέσο. Βεβαίως η πολύπλοκη φόρμα δεν εγγυάται το υψηλό, το οποίο δεν το εγγυάται ούτε το να κρύβεις την πολύπλοκη φόρμα — αν και το να κρύβεις τις ιδέες σου, τα ελατήριά σου και το τι σε ώθησε να φτιάξεις το έργο πάντοτε βοηθάει. Αυτό το τελευταίο λένε πως το είπε ο Ένγκελς ή ο Μαρξ: “το έργο τέχνης έχει ελατήρια αλλά οφείλει να τα κρύβει όπως η καλή πολυθρόνα τα δικά της” — ή κάπως έτσι. Αλλά και πάλι μακρηγορώ.

    Ας πούμε λοιπόν ότι η κρυμμένη πολυπλοκότητα του Rasputin συνοψίζει κάτι που διάβαζα πρόσφατα: ότι η ζωή βρίσκεται κάπου μεταξύ πολύπλοκου έρωτα και απλοειδούς αγάπης — ή κάπως έτσι.

  • Μπλουζ της καψούρας

    Ο Σκιπ Τζέιμς είχε έναν απαράμιλλο τρόπο να τραγουδάει και να κουρδίζει την κιθάρα του. Και ως συνθέτης και στιχουργός, μοναδικός ήταν. Και ως άνθρωπος. Γι’ αυτό και το ερωτικό τραγούδι του προειδοποιεί την κυρία να μην περηφανεύεται και πολύ, γιατί μια μέρα θα πεθάνει, και μάλιστα της σκάβει και τον τάφο με ασημένιο φτυάρι, όπου την κατεβάζουν με χρυσή αλυσίδα, κι έτσι κανείς δεν θα πάρει τη θέση της. Ένα πλήρες τραγούδι του αμερικανικού νότου, ανάμεσα στο δημοτικό και στο ρεμπέτικο, από το Δέλτα του Μισισιπή στις οθόνες σας σε λιγότερο από δύο λεπτά, ευχαριστώ για την προσοχή σας.

  • The parable of St Ives

     

     

    Στο φευγιό θα τα πάρω μαζί.

     

     

    Το Piperspool.

     

     

    Kαι το Parable.

     

     

    Xωρίς στιχάκια, κουπλέ-ρεφρέν και τα σχετικά αξεσουάρ. Αυτά θα γραφτούν μονάχα τους στο δρόμο, ερήμην μου, ερήμην μας. Τα ερήμην ολονών μας θα μαζευτούν μια μέρα και θα πουν τις ιστορίες τους. Και τέτοια συναυλία, στοιχηματίζω όσο-όσο, κανείς ποτέ δεν αξιώθηκε.

  • Αυτή δεν είναι η φωνή της Μάγδας Φύσσα

    Στη σελίδα left.gr αναρτήθηκε ένα κείμενο της Ελένης Μπέλλου, το οποίο αυτοχαρακτηρίζεται “υποθετικό” και είναι γραμμένο “σε α’ πρόσωπο, με στοιχεία από όσα η Μάγδα Καραϊσκάκη – Φύσσα έχει καταθέσει στον Τύπο και στη δίκη της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής για τη δολοφονία του γιου της Παύλου Φύσσα από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά”.

    Πρώτον, υποθετικό κείμενο είναι ένα κείμενο που θα μπορούσε να γραφεί αλλά ακόμα δεν έχει γραφεί. Αλλά ας μη γίνομαι σχολαστικός.

    Δεύτερον, το συγκεκριμένο κείμενο είναι βαριά κακογραμμένο. Αλλά αυτή είναι η γνώμη μου και μόνο.

    Τρίτον, ένα κείμενο γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, και μάλιστα στο ίντερνετ, κραυγάζει και παρακαλάει να αποδοθεί αποκρύφως στον υποθετικό συντάκτη του. Αυτό ήδη συμβαίνει στα σχόλια ανάρτησεων που αναδημοσιεύουν το κείμενο, παρεμπιπτόντως. Κι εδώ ήδη υπάρχει τρομερό πρόβλημα.

    Τέταρτον, το να γράφεις ένα κείμενο (εύστοχο, φλύαρο, περιττό ή διδακτικό — αδιάφορο) με το οποίο οικειοποιείσαι τη φωνή της Μορφής του αντιφασιστικού αγώνα είναι επιεικώς ευτελές· θυμίζει κάτι ταλαίπωρους αρχαίους και βυζαντινούς που έγραφαν διάφορα και, για να τα απαθανατίσουν, ψευδεπιγράφως απέδιδαν την πατρότητά τους σε ποιητές, φιλοσόφους, ευαγγελιστές — μείζων των οποίων (εδώ και τώρα που βρισκόμαστε) η Μάγδα Φύσσα.

  • Faithfull

    Αποδέχεσαι ότι μεγάλωσες πια όταν αντί να πιάσεις στα χέρια την πρώτη πέτρα που θα βρεις μπροστά σου (και χαλίκι ας είναι και μια χούφτα γαρμπίλι ας είναι), κάθεσαι με τις ώρες και παρατηρείς τις ατέλειές της καταλήγοντας σε ετυμηγορία «όχι αυτήν, δεν θα κάνει μεγάλη ζημιά». Το ιδανικό άλλοθι των άτολμων φλώρων που γράφουν μετά τρεις χιλιάδες λέξεις μονοκοπανιά για την αξία του να ‘σαι διά βίου μάχιμος.

    H αναζήτηση της τελειότητας δεν σταματά παρά μόνο τη στιγμή που η πρώτη τυχαία, μια τιποτένια που ούτε δεύτερη ματιά θα καταδεχόσουν ως τότε να της ρίξεις, σου ’ρθει κατευθείαν στο δοξαπατρί.

    Γιατί οι απέναντί σου, που είναι πιο αποφασισμένοι και πιο κωλοπετσωμένοι από σένα, το έχουν από καιρό χαμπαριάσει πως η τέλεια κοτρόνα δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνον ο κατάλληλος στόχος.

  • …και όταν μας εμπιστεύονται στο ραδιόφωνο ένα παλαιό διήγημα του Δροσίνη, φροντίζουμε, λέω τώρα, να το προβάρουμε μερικές φορές. Συνήθως δύο η τρεις φορές επαρκούν- ενίοτε, μήτε είκοσι δεν είναι αρκετές.

  • Ο αθέατος παράγων

    Αμαρτία ξομολογημένη, πες πως δεν έγινε. Mπορεί να λειτουργεί ο οργανισμός, η πολιτική διαμάχη, αλλά την διχόνοια, τον εκνευρισμό, την αίσθηση της απώλειας δεν την κυβερνά το φως και το σκότος, το άσπρο-μαύρο, η “δεξιά” και η “αριστερά”.

    Την ζωή μας, την κυβερνούν οι παύσεις που δεν τις παίρνουμε χαμπάρι.

    Η καρδιά, τα πνευμόνια, τα μάτια, περνάνε οργανωμένα διαστήματα λειτουργικών διαλειμμάτων, αλλοιώς θα ζούσαμε μερικούς μήνες, πριν φτάσουμε σε ηλικία πολιτικαντισμού.

    Αλλά και η Ζωή με τον Θάνατο, δεν πάνε ζευγαράκι. Υπάρχει και ο Ύπνος, που μας υποχρεώνει σε μερική αναστολή διαδικασιών.

    Το μόνο ντιρι ντίρι που επιμένει, είναι οι διχαστικές σκέψεις. Επειδή και η Σκέψη θέλει την άπλα της, συχνά το ρίχνουμε στην διύλιση του κώνωπος.

    Τόσους μήνες τώρα, τόσα τέρμινα, καθώς ο πολιτικός ορίζοντας στενεύει και γίνεται ασφυκτικός, το έχουμε ρίξει απαξάπαντες, πλην ελαχίστων, στην ορθογραφία, στις ασυνταξίες, στις σαχλαμαρέ δηλώσεις, σε αντινομίες και συμπεριφορές πολιτικών στελεχών, υπό την παρότρυνση και την ενθάρρυνση των social media.

    Με το γενικό Σχέδιο, ελάχιστοι ασχολούνται. Με το να ρίχνουμε σμπάρους στον ένα και στον άλλον, μάλλον προσδοκούμε, βάσει επισημάνσεων συμπεριφοράς, να μπαίνουν στο δικό μας μαντρί κοψοχέρηδες ψηφοφόροι της άλλης όχθης και τούμπαλιν.

    Μόνο που για να ρίξεις επιτυχώς το καμάκι, να τηνε φάει ο Μόμπι Ντικ, χρειάζεται και ένας αθέατος παράγων που ξεπερνάει και το καμάκι, και τον Αχάμπ, και τα μυθιστορήματα και την επιδεξιότητα, και τους στόχους.

    Λέγεται περίσκεψη. Συγκέντρωση.  Στόχευση. Αλλιώς , οι προσπάθειές μας είναι σαν των Τρώων. Κι ας μη ελπίζουμε πως η Φάλαινα θα σκοτωθεί επειδή της ρίχνουμε τερμίτες, μελίγκρες ή  πορδίτσες.