Blog

  • Έξω από το Μπατακλάν

    Έχει μια δραματικότητα αυτή η εικόνα, ιδίως άμα διαβάσει κανείς τον τίτλο και καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Έχει και μια θεατρικότητα, λόγω φωτισμού. Έχει και μια ηρεμία, μετά τη σφαγή. Η απόσταση, χιλιομετρική και χρονική, εξωραΐζει τη μνήμη και τις αισθήσεις στους επιζώντες. Human kind cannot bear very much reality, έγραψε ο ποιητής. Το λες και αυτοσυντήρηση.

  • Για τι Πράγμα Μιλάω όταν Μιλάω για το Τρέξιμο

    Το “Για τι Πράγμα Μιλάω όταν Μιλάω για το Τρέξιμο” του Χαρούκι Μουρακάμι είναι ένα βιβλίο που πρέπει να διαβάζεται προσεκτικά, αλλά και με κάθε επιφύλαξη. Προσεκτικά γιατί είναι εξαιρετικά καλογραμμένο και προσφέρει στον αναγνώστη πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή και την προσωπικότητα του γνωστού συγγραφέα. Μεταξύ άλλων μαθαίνουμε ότι ο Μουρακάμι πριν γίνει διάσημος συγγραφέας, δεν ήταν διάσημος συγγραφέας. Επίσης, μαθαίνουμε ότι πριν παύσει να είναι μανιώδης καπνιστής, ήταν μανιώδης καπνιστής. Και επίσης, πριν γίνει δρομέας μεγάλων αποστάσεων, δεν ήταν δρομέας μεγάλων αποστάσεων. Και όλα αυτά, ο Μουρακάμι, καταφέρνει να τα κάνει να μην φαντάζουν ταυτολογίες. Υπογραμμίζει τα αυτονόητα γιατί εκεί βρίσκεται η δύναμη του κειμένου του. Ο Μουρακάμι λοιπόν λέει ότι κάποια στιγμή, περιγράφει κιόλας λεπτομερώς τη στιγμή, αποφάσισε ότι ήθελε να γίνει συγγραφέας. Και έτσι έγινε. Τονίζει ότι αυτό ήταν μια καθ’ όλα συνειδητή απόφαση. Αναφέρει επίσης ότι αποφάσισε να γίνει δρομέας μεγάλων αποστάσεων. Και έτσι έγινε. Έγινε μαραθωνοδρόμος, έγινε ουλτράς (αγώνες δρόμου 42+ χλμ.), αγωνίστηκε στο τρίαθλο, και έτσι έκοψε και το τσιγάρο. Ο αναγνώστης εντυπωσιάζεται από την εκλεπτυσμένη και ακαριαία ευκολία με την οποία αυτό το ενάρετο ρόλερ κόστερ στο οποίο αποφασίζει να επιβιβαστεί κάποια στιγμή ο Μουρακάμι, του αλλάζει τη ζωή. Και μάλιστα του αλλάζει μια ζωή που ήταν επίσης αξιοζήλευτη, καθότι, πριν, ήταν ιδιόκτητης πετυχημένου τζαζ μπαρ στο Τόκιο.
     
    Ας εξετάσουμε όμως τώρα γιατί αυτό το βιβλίο πρέπει να διαβάζεται και με κάθε επιφύλαξη. Είναι αληθινά τα γεγονότα που περιγράφει ο Μουρακάμι; Ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει ότι και διάσημος συγγραφέας είναι, αλλά και καταξιωμένος αθλητής. Επιτρέψτε όμως μου να συντηρώ και να καλλιεργώ αμφιβολίες για το κατά πόσο όλα αυτά έγιναν έτσι όπως τα περιγράφει ο ίδιος. Ο Μουρακάμι είναι πολύ καλός συγγραφέας. Μπορεί κάποιοι να τον υποβιβάζουν και να τον θεωρούν ποπ, αλλά είναι αναμφισβήτητα μεγάλος μάστορας. Επομένως, μια προσεκτική ανάγνωση των μυθιστορημάτων του μας αποκαλύπτει ότι έχει τις ικανότητες να γράψει ένα αυτοβιογραφικό κείμενο που να κάνει χρήση τεχνικών που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη μεγιστοποίηση της απήχησης των λεγόμενών του στο κοινό. Η εκλεπτυσμένη και ακαριαία ευκολία με την οποία διατείνεται ότι αφήνει πίσω συνήθειες ετών, και ασπάζεται νέες, απαιτητικές, και επίπονες συνήθειες που τον κάνουν να επινοεί εκ νέου τον εαυτό του, συνιστά όπλο μεγάλης ισχύος. Και ως όπλο μεγάλης ισχύος πρέπει να προσεγγίζεται με γερές δόσεις σκεπτικισμού. Ο αναγνώστης, μέσα από την αναπόδραστη ταύτισή του με τον ήρωα του βιβλίου, τον Μουρακάμι, επιθυμεί όσο τίποτα άλλο να βρει τρόπους που θα τον απελευθερώσουν και εκείνον από τα δικά του δεσμά με το μικρότερο δυνατό κόστος. Και το μικρότερο δυνατό κόστος φαίνεται να επικεντρώνεται σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες εκλεπτυσμένης και ακαριαίας αποφασιστικότητας που περιγράφει ο Μουρακάμι. Η ευκολία με την οποία αποφασίζει να μετατραπεί σε συγγραφέας και δρομέας συμβάλει τα μάλα ώστε, στη συνείδηση του αναγνώστη, ο ίδιος να σκιαγραφηθεί ως υπεράνθρωπη φιγούρα. Ο Μουρακάμι πλέκει στον εαυτό του ένα εγκώμιο που ασκεί στους αναγνώστες του μεγάλη σαγήνη.
     
    Λίγο πολύ η ιστορία της ζωής του μοιάζει με έναν ιδιαίτερο τρόπο με αυτές τις σπάνιες περιπτώσεις ανθρώπων που ενώ κάπνιζαν μανιωδώς μια ολόκληρη ζωή, πέθαναν τελικά σε βαθιά γεράματα στον ύπνο τους. Τι σημαίνει η περίπτωση του αιωνόβιου καπνιστή; Τίποτα πέρα και πάνω από αυτό που δηλώνει η περίπτωση. Η στάση όμως που τείνουμε να υιοθετούμε απέναντι σε αυτές τις εξαιρέσεις είναι παντελώς παράλογη γιατί τείνει να αγνοεί ή να παρερμηνεύει την έννοια της εξαίρεσης. Αβίαστα, συνεπαρμένοι από το αποτέλεσμα θεωρούμε ότι αυτό μπορεί να ισχύσει και στη δική μας περίπτωση. Η γενίκευση όμως τέτοιων υποπεριπτώσεων (αιωνόβιος καπνιστής, Μουρακάμι) στα καθ’ ημάς ενέχει κινδύνους. Και ενέχει κινδύνους γιατί οι περιπτώσεις αυτές μας ασκούν ανυπέρβλητη γοητεία. Οι ιστορίες επιτυχίας (ή έκλυτου βίου χωρίς συνέπειες), αφού έχουν λάβει χώρα, ασκούν επικίνδυνη σαγήνη. Μια σαγήνη κυρίως ως προς το αναπόδραστο του τέλους τους. Είναι σα να μας λέει ο Μουρακάμι ότι αφού το αποφάσισα, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να έχουν γίνει διαφορετικά, και επιθυμεί αυτό να έχει καθολική ισχύ. Αυτό όμως συνιστά πλάνη ολκής. Επειδή κάποιοι καταφέρνουν για πολλούς και διάφορους λόγους να ξεφύγουν από τον μέσο όρο, δεν σημαίνει ότι αυτό θα το καταφέρουμε κι εμείς. Τόσο για λόγους που άπτονται των γονιδίων μας όσο και για λόγους που άπτονται του περιβάλλοντός μας. Ο Μουρακάμι λοιπόν είναι ένοχος για ακριβώς αυτή την αποπλάνηση συνειδήσεων που επιφέρει η επιδέξια εκλαΐκευση των συνθηκών της επιτυχίας του. Επειδή εκείνος πέτυχε αυτά που πέτυχε, δεν σημαίνει ότι θα τα πετύχουν αυτά και οι εκατομμύρια αναγνώστες του που με αφορμή το υπέροχο βιβλίο του ίσως θα αποφασίσουν και θα αποπειραθούν να γίνουν δρομείς μεγάλων αποστάσεων, ή και γιατί όχι, διάσημοι συγγραφείς, με καταστροφικά συνήθως αποτελέσματα.
  • Ο αυθέντης

    Το πιο ωραίο σε μια χαλαρή βόλτα με τα πόδια στην Αθήνα είναι ότι κάθε τόσο συνδέεσαι και με διαφορετικό wifi, ανάλογα με τα καταστήματα όπου έχεις πάει στο παρελθόν. #siga_min_trexw, #siga_min_athlithw

  • Είναι αποκρουστικό πια

    Όταν διαβάζουμε κάτι (από διαφημιστικό φυλλάδιο πιτσαρίας έως το σημείωμα της μητέρας μας στο τραπέζι της κουζίνας, από το ποίημα πίσω από το χαρτάκι του ημερολογίου έως το πολυδιαφημιζόμενο μυθιστόρημα, από την ερωτική επιστολή του αγαπημένου μας έως το κηδειόχαρτο κολλημένο στο στύλο της ΔΕΗ, από τις οδηγίες βρασίματος πακέτου μακαρονιών έως το επώνυμο σε ένα κουδούνι της πολυκατοικίας), προσπαθούμε να βρούμε κάτι συγκαταβατικό μέσα στα μεγαλόπνοα και τα πιο μικρά γραφόμενα των ετικετών που θα μας ηρεμήσει ή θα βρούμε λίγο από τον εαυτό μας, τον λογικό, αυτόν πίσω από της φωνές και τις γροθιές, τον σπάνιο. Στα δημοσιογραφικά ντελίρια συντακτών και στις ομιλίες στη Βουλή βρίσκω ακριβώς τον ορισμό των ανθρώπων που θέλουν να ξύσουν το θυμικό και έπειτα από αυτήν την εμπειρία να σε φτύσουν ακόμη πιο προέφηβο με επιθετικές τάσεις και εντερικά προβλήμα ανεξέλεγκτων κενώσεων. Αυτό μάλλον είναι το αντίθετο του πολιτισμού.

    Το βασικό για όσους γράφουν αλλά και για όσους μιλάνε δημόσια, θα ήταν ωφέλιμο να προασπίζουν την συναισθηματική και νοητική ισορροπία του αναγνώστη και ακροατή και όχι να τον μετουσίωνουν σε γαστρικά όξινα υγρά που έχουν σκοπό να διαβρώσουν οποιαδήποτε συμβιβαστική λύση, αυτή που μάθαμε από τα διαλείμματα των σχολικών εποχών ότι πρέπει να ακολοθούν οι ενήλικοι για να μην ζούμε στην αστική ζούγκλα των νευρώσεων των ανθρώπων, των χειραγωγητών και των προφητών της διαφήμισης υποπροϊόντων- ιδεολογιών.

  • Λιθοδόμος

    Πρόσφατα είχα μια κουβέντα με τη φίλη Αλίκη Πάνου, γυναίκα που έχει αφιερώσει τη ζωή της στη μάχη για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και ιδρυτικό μέλος της μη κυβερνητικής, μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Αρχιπέλαγος. Η κουβέντα ξεκίνησε με αφορμή την πρόσφατη άθλια και αφελή προκήρυξη των «αντισπισιστών» και πέρασε στις προσπάθειες διατήρησης της βιοποικιλότητας, οι οποίες για να τραβήξουν το ενδιαφέρον του κόσμου πρέπει να επικεντρώνονται σε «χαρισματική» πανίδα, με την έννοια του όμορφου και σέξι είδους, όπως η θαλάσσια χελώνα, η αρκούδα, η μεσογειακή φώκια. Δεν υπάρχει τίποτα κακό σε αυτό, πλην του γεγονότος ότι άλλες προσπάθειες, εξίσου σημαντικές, χάνονται σε τυφλό σημείο της κοινής γνώμης. Κάτι το οποίο πολλές φορές δυστυχώς σημαίνει δυσκολία χρηματοδότησης προγραμμάτων διατήρησης που δεν αφορούν σε όμορφα και σέξι είδη.

    Η Αλίκη μου μίλησε για τις προσπάθειες του Αρχιπελάγους να φέρει στο προσκήνιο την κατανάλωση θαλασσινών των οποίων η συλλογή, το εμπόριο και η καταστροφή των ενδιαιτημάτων απαγορεύονται από ελληνική και κοινοτική νομοθεσία και από διεθνείς συμβάσεις. Συγκεκριμένα πρόκειται για δίθυρα (μαλάκια που φέρουν διπλό όστρακο) και θαλάσσια σαλιγκάρια, επτά στο σύνολό τους, τα οποία προστατεύονται στην Ελλάδα – τον πετροσωλήνα, την πίννα, το μεγάλο χτένι, τη μπουχώνα (ή κοχύλα), το γαϊδουροπόδαρο (ή βασιλικό στρείδι), το δάκτυλο (ή φτερό αγγέλου) και τα σαλιγκαράκια. Έρευνα του Αρχιπελάγους σε εστιατόρια σ’ όλη την Ελλάδα, στην οποία εξασφαλίστηκε η ανωνυμία των συμμετεχόντων και που αφορούσε είκοσι είδη των οποίων οι πληθυσμοί χαρακτηρίζονται από μείωση (ανάμεσα στα είκοσι και τα επτά προστατευόμενα), έδειξε ότι και τα είκοσι είδη είχαν συμπεριληφθεί τουλάχιστον μια φορά στον κατάλογο των εστιατορίων ενώ το 42% είχε για τουλάχιστον μια φορά στο μενού κάποιο από τα επτά προστατευόμενα. Την πρώτη θέση από τα επτά (και πέμπτη ανάμεσα στα είκοσι), την έπιασαν οι πετροσωλήνες (το 23% των εστιατορίων στην ελληνική επικράτεια συμπεριλαμβάνουν πετροσωλήνες στον μενού τους) με δεύτερο το μεγάλο χτένι και τρίτη την πίννα.

    Η ιστορία των πετροσωλήνων και των υπόλοιπων επτά ειδών είναι ανάλογη με την γνωστή ιστορία των αμπελοπουλιών στην Κύπρο. Με τη μόνη διαφορά ότι, συγκριτικά, τους πετροσωλήνες ούτε όμορφους ούτε σέξι μπορεί να τους πει κανείς. Η ιστορία των αμπελοπουλιών βγάζει δάκρυ, έχει ξόβεργα και δίκτυ. Πολλά λεφτά κινεί το παράνομο σύστημα στην Κύπρο, μαφιόζικοι οι τρόποι του. Οι μεζέδες απολαμβάνονται σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους στα εστιατόρια ή σε πάρτι ώστε να εξασφαλίζεται η διακριτικότητα. Όμορφα τα αμπελοπούλια όπως και η αρκούδα, η θαλάσσια χελώνα, η μεσογειακή φώκια. Συγκινητικές οι φωτογραφίες τους στις ξόβεργες της Κύπρου, το ίδιο με αυτές με το αίμα των δελφινιών στις Νήσους Φερόε. Ο Jonathan Franzen, ο αμερικανός συγγραφέας και μανιώδης bird-watcher, συμπεριέλαβε το ζήτημα των αμπελοπουλιών σε συλλογή κειμένων (αρχικά γραμμένο για το New Yorker). Ο καθόλου τιμητικός τίτλος του κειμένου, the Ugly Mediterranean. Και δεν ήταν μόνο ο Franzen, ήταν και άλλοι. Ενδιαφέρθηκε και ο Πρίγκιπας Κάρολος.

    Συγκινητικά τα πουλιά και τα δελφίνια, άσχημος ο πόνος. Όμως, ο συναισθηματισμός αποφορτίζεται γρήγορα. Η αλήθεια είναι ότι όσο προστατευόμενοι κι αν είναι οι πετροσωλήνες, όσο και αν η συλλογή τους απαιτεί το σπάσιμο του βράχου που έχουν τρυπώσει, είναι δύσκολο το πρόβλημά τους να προκαλέσει τέτοιο θυμό ώστε κάποιος που νοιάζεται να αποκαλέσει όσους συμμετέχουν στο εμπόριό του ugly Mediterraneans. Αλλά ελλιπής μια προσέγγιση στη διατήρηση που βασίζεται μόνο στο συναισθηματισμό. Έτσι, η ιστορία των πετροσωλήνων είναι εξίσου γοητευτική με την ιστορία της κάθε ζωής, της ζωής στο σύνολό της. Και μια γοητευτική ιστορία μένει

    Οι λιθοδόμοι ή λιθοφάγοι, τα δίθυρα που ζουν σε βράχους που σκάει το κύμα ή βαθύτερα, που μεγαλώνουν αργά, ολόκληρες δεκαετίες, για να φτάσουν τα μόλις μερικά εκατοστά μήκος, καρφωμένα και χωμένα σε πέτρα στην οποία η φύση και μοίρα επέλεξε να ζήσουν, μόνα, φιλτράροντας το νερό, και να μην ερωτεύονται αλλά να στέλνουν τα αυγά τους στην τύχη των ρευμάτων ελπίζοντας να απαντήσουν στο δρόμο τους το σπέρμα. Προϋπόθεση ομορφιάς που μένει είναι η γοητεία και γοητευτικό εκείνο το σεφερικό, το δεμένη πάνω στο βράχο που έγινε με τον πόνο δικός μου – η ιστορία της ζωής όλης, από την αρχή της. Επιβεβαιώνω λοιπόν τα λόγια του Σεφέρη από τη Βικιπαίδεια: Σε πολλά μέρη του κόσμου μπορεί κανείς να συναντήσει τέτοιες τρύπες και αυτό αποδεικνύει ότι στο μέρος εκείνο κάποτε υπήρχε βυθός θάλασσας. Στη χώρα μας τέτοια σημάδια από τα μαλάκια αυτά είναι πολύ συχνά στους δρόμους από το Φάληρο ως την Καστέλλα, όπως και στο δρόμο από Αθήνα προς Κόρινθο, καθώς και στις υπώρειες του Παρνασσού. Και διαβάζω αλλού ότι τέτοια σημάδια βρίσκεις μέχρι πάνω στις Άλπεις.

    Η γοητεία τα περιέχει όλα. Ομορφιά, δέος, φόβο – ακόμα και οργή – σεβασμό, έλξη, αγάπη. Αυτή είναι μια ισορροπημένη προσέγγιση απέναντι στη φύση κι όχι μια λειψή, γλυκερή και ευνουχισμένη, όπως τα λούτρινα ζωάκια.

    Όποιος λοιπόν γοητεύεται γνωρίζει ότι το ζουμί της ιστορίας δεν έχει τελικά κρασί λευκό, σκόρδο και μαϊντανό. Η ουσία είναι αλλού. Η έρευνα του Αρχιπελάγους έδειξε ότι η νομοθεσία δεν εφαρμόζεται. Είναι αναγκαίο να εντατικοποιηθούν οι παρεμβάσεις ενημέρωσης αλλά και να υπάρξει κατασταλτική προσέγγιση για την εφαρμογή της νομοθεσίας.

    Ας ξεκινήσουμε από εκεί. Αντιγράφω λοιπόν από τη σελίδα του Αρχιπελάγους

    Εμείς όμως οι πολίτες, όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά, μπορούμε και πρέπει να συνεισφέρουμε επί τόπου στην προστασία αυτών των – σπάνιων πια – ειδών των ελληνικών θαλασσών:
    • να μην συλλέγουμε τα συγκεκριμένα είδη ως ερασιτέχνες ή επαγγελματίες ψαράδες, ούτε για δολώματα
    • να μην τα παραγγέλνουμε στις ταβέρνες ή να τα στέλνουμε πίσω αν μας προσφερθούν
    • και να εξηγούμε στους ταβερνιάρηδες ότι αυτοί οι μεζέδες ανήκουν στα προστατευόμενα είδη

    Αυτή η στάση μπορεί να φέρει αποτελέσματα πολύ πιο γρήγορα από τις περίπλοκες και μακροχρόνιες διαδικασίες στα πλαίσια των διεθνών Συμβάσεων!

  • Οι ράγες

    ΟΙ ΡΑΓΕΣ

    Του ουρανού το αβάσταχτο χρώμα, οι δυο ράγες του τρένου
    τ’ απαλό αεράκι που φυσά νοτισμένο, κάπου γύρω θα βρέχει
    φορτωμένο παράπονα, φιλιά ανεπίδοτα και λόγια της μέρας
    φευγαλέα σταμάτησε στα χείλη σου επάνω, πριν φτάσει εδώ
    υγρασία ανεπαίσθητη, ένα δάκρυ σαν τύψη, απόψε να φέρει.

    Του ουρανού το αβάσταχτο χρώμα, οι δυο ράγες να τρέχουν
    να πηγαίνουν παράλληλα περιμένοντας να περάσει το τρένο.

  • Κι ενώ εσείς τρέχετε στο μαραθώνιο δρόμο, τον αυθεντικό, το Αιγαίο εξακολουθεί να ξεβράζει πνιγμένους. Αυθεντικοί κι αυτοί.

  • Ταρζάν και Ρόμμελ, παράλληλοι

    O Tαρζάν του Μπάροους γεννήθηκε το 1912 και ο Ρόμμελ της Ερήμου το 1891, αλλά οι δικοί μου ήρωες πέρασαν από τον βίο το 1950 και το 1990, αντίστοιχα. Ήταν αμφότεροι  μαύρα, μικρόσωμα, αεικίνητα, άφοβα σκυλάκια.

    Ο Ταρζάν ήταν του Τέλη, φίλου μου στα προνήπια. Τον λάτρευα. Όπως και όλη η τσακαλοπαρέα-ο Λευτέρης, ο Βαγγέλης, η Πατρούλα, οι δυο μας. Γειτονάκια. Το μόνο που θυμάμαι ήταν πως έτρεχε, δεν γάβγιζε και ήθελε χαδάκια. Ηγεμόνευε σε έναν δρόμο, από το εκκοκιστήριο έως ένα μπακαλικάκι όπου παίρναμε μαύρα κινεζάκια ούζου και μικροσκοπικά μπαλάκια σε ένα χαρτί που τα βάζαμε στο στόμα και έσκαζαν. Από τον δρόμο περνούσαν ο παγωτατζής, με φορτοποδήλατο, ο πάγος, ο Γιάννης ο Σλιάκατας και η ποτιστήρα του Δήμου, βαμμένη κόκκινη, μετασκευασμένο Φορντ καμήλα.

    Αυτή η ποτιστήρα, ένα καλοκαίρι, του 1952, κι ενώ έπεφτε γενική σιέστα, πάτησε τον Ταρζάν και τον εκμηδένισε, έτσι μιτσός που ήτονε. Ήταν και η πρώτη φορά που είδα ολόκληρη γειτονιά να θρηνεί και να σφαδάζει-μπορούσε επιτέλους να εκφραστεί, διότι ήταν πρόσφατη η εξόντωση 114 Γιαννιτσιωτών, από τους γερμανοντυμένους, το 1944. Καμμένα σπίτια και ουλές από βλήματα ήταν τριγύρω μας αφού.

    Οι μανάδες δεν μας άφησαν να τον δούμε. Τον έθαψαν σε μία από τις αυλές.

    Πέρασαν χρόνια πολλά και δεν ήθελα να έχω μήτε σκύλο μήτε γάτα μήτε καντίποτε, ώσπου , μέσα σε μια οικογένεια που τα λάτρευε, άρχισα πάλι να ασχολούμαι. Πέρασα πέντε χρόνια με του κόσμου τα κατοικίδια, σκυλιά, γατιά, χρυσόψαρα, ένα γριβάδι, αφθονία πουλερικών, γουρουνάκι, αρνάκι, ένα μπούφο που δεν έζησε πολύ, αλογατάκι, σκαντζόχοιρο και  χελώνες.

    Μετά, ήρθε για να μείνει, ο Ρόμμελ. Σε μια αυλή με πολλές γάτες και ωδικά πτηνά. Κι έναν παπαγάλο. Ήρθε μωράκι. Το βάλαμε στο μπαλκονάκι, να τρώει και να πίνει. Δεν συμπαθούσε το μέσα. Ώσπου καταλάβαμε πως γρύλλιζε στις γάτες, όχι ατταβιστικώς, αλλ’ επειδή του έτρωγαν το φαγάκι.

    Έγινε άρχοντας του κήπου και δεινός γατοκυνηγός, αλλ’ όχι με τα αμπλαούμπλικα των σκυλιώνε, που χάλαγαν τον κόσμο και ανέβαζαν τα κατσούλια στα δέντρα. Αυτός είχε πάρει όλα τα γατίσια σουσούμια. Τες πλησίαζε αθόρυβος, ακροποδητί, λογαριάζοντας τον αέρα και τις τρόμαζε γαβγίζοντας δίπλα στο αφτί τους. Ξεφτίλισε την φήμη πως είναι συνεχώς υπ’ ατμόν και μυγιάγγιχτες. Παράλληλα, έπαιζε μπάλα με τα παιδιά στην αλάνα και σε μία περίπτωση που είχαν στήσει, ως Σμιθάδες, μια συναυλία για τη γειτονιά, τον βλέπω να μπουκάρει εκεί που έγραφα, αρπά μια φλογέρα από τη βιβλιοθήκη και έτρεξε να λάβει μέρος στην ορχήστρα.

    Όταν μετακομίσαμε στο χωριό, στην Αγροσυκιά, ήταν μέλος σε όλες τις συντροφιές που ήρχονταν να μας δούνε. Αγαπητός και ιδιοκτήτης της κάτω αυλής. Απέναντι ο γείτονας είχε δυο λυκόσκυλα πελώρια. Είχε ένα τουπέ, που τα σάστιζε. Και έπεφτε γέλια.

    Έτυχε να φύγουμε για δουλειά και θα λείπαμε τρεις μέρες. Αφήσαμε φαΐ  στους γείτονες. Επιστρέφοντας, πουθενά Ρόμμελ. Τον ψάχναμε στις αυλές και στις ερημιές ματαίως. Σε μια άκαρπη επιστροφή, ο απογευματινός ήλιος φώτισε απρόσμενα κάτι αυλούκια, κάτι μολόχες δίπλα στην εξώθυρα. Στεγνωμένο αίμα. Σταγόνες. Οι γείτονες μαγκωμένοι.

    Μετά από αυτό το Ελ Αλαμέιν, έκλεισε εντός μου ο κύκλος του καλύτερου φίλου των ανθρώπων. Κι αν καμιά φορά μου γαβγίζει κανένας κόπρος, τσομπανόσκυλο ή ράτσας τεντώνοντας τα αφτιά, του κλειδώνω το στόμα με γητιά, κι όταν απομακρύνομαι του λύνω τα σαγόνια. Διότι ο σαμανοβοσκός που μου έμαθε τα μάγια, εξήγησε πως το λύσιμο είναι απαραίτητο, επειδή αν το ξεχάσεις, δεν μπορούν να φάνε και ψοφάνε  ματιασμένα.

  • Shame! Shame! Shame!

    Ένας άντρας αποδεικνύεται τόσο τραγικά μαλάκας, τόσο αξιολύπητα μαλάκας, τόσο καθ’ έξιν μαλάκας, που αυτό που τον ενδιαφέρει σεξουαλικά από γυναίκες είναι να τον δουν να αυτοϊκανοποιείται μπροστά τους. Μπορείς να τη δεις ως συζητήσιμη μεν πλην σεβαστή ιδιαιτερότητα, μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που η άλλη γυναίκα γουστάρει την όλη φάση. Κατά τα άλλα μπορείς να δεις τη συμπεριφορά του ως ξεφτίλα, μπορείς να τη δεις με αηδία, μπορείς να τη δεις με βαθιά θλίψη, μπορείς ίσως και να σταθείς απέναντί στον άνθρωπο αυτό όπως σε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει μια διαταραχή που χρειάζεται κάποιου είδους θεραπεία. Εννοείται ότι όλα αυτά αφορούν το δικό του σκέλος του παζλ, εννοείται ότι κάθε μία από τις λίγες γυναίκες που κατήγγειλαν δημοσίως το θέμα και πιθανότατα από τις πολύ περισσότερες που έμειναν σιωπηλές, δεν χρώσταγε τίποτα, μα τίποτα, να της φερθεί με αυτόν τον τρόπο. Αλλά ως εκεί ίσως; Αλλά θα έφτανε και θα περίσσευε η κατακραυγή που ακολουθεί την δημοσιοποίηση των καταγγελιών; Αλλά μήπως όλα τα υπόλοιπα, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και ακόμη πιο ιδιαίτερα στην βιομηχανία του θεάματος, εντάσσονται σε ένα κύμα αντιδράσεων και σε ένα κλίμα ισοπέδωσης που έχει αρχίσει να παίρνει ιδιαίτερα επικίνδυνες διαστάσεις;