Όταν οι προβολείς, τα μάτια μου θα χαμηλώσουν κάποτε
αθέατος θα προσπερνάς στο πλήθος μέσα. Ένας θνητός
κοινός κι ασήμαντος ο ημίθεος, σε ηλικία λίγο περασμένη.
Blog
-
-
Αν σας βρίσκει το κακό, αδέλφια, Radio Garden. Ραδιόφωνα υδρογείου. Ψηφιακά. Στον Μαυρίκιο έχει χεβυματαλάδες και στη Μαδαγασκάρη KenLee.
-
Sic Transit
A woman poses for a selfie backdropped by the carcass of a humpback whale on Ipanema beach, in Rio de Janeiro, Brazil, Wednesday, Nov. 15, 2017. Biologist Rafael Carvalho said the whale appears to have been dead for a few days. Authorities were urging beachgoers who had flocked to Ipanema on a national holiday to stay away from the animal. (AP Photo/Silvia Izquierdo)
Αυτή είναι η λεζάντα του πρακτορείου. Δεν βάζω δική μου γιατί θα με κατηγορήσετε για παρενόχληση και άλλα συναφή επαγγέλματα..
-
Άκουγα για πνιγμένους στα κανάλια κι αναρωτήθηκα από πού να ήταν οι πρόσφυγες αυτή τη φορά
-
Ξυπόλητοι και λαμπροφορεμένοι
Εντάξει, γνωστό το τροπάριο: σε όλον τον κόσμο πλημμυράν, σ΄όλην την πλάση καίγονται, μη το ρίξωμεν τώρα στην αυτολύπηση. Επίσης το άλλο κοντάκιο : οι μεγάλες φυσικές καταστροφές έρχονται κάθε είκοσι και κάθε πενήντα χρόνια, οπότε ό,τι και να κάμεις, είσαι αδύναμος ή άτυχος, ενώπιον της Συγκυρίας. Καλύτερα δέξου ως τελευταίαν συγκίνησι τους ήχους, τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου των Γιγάντων και των Τιτάνων που σαλεύουν θυμωθέντες.
Αν διακόψεις το φλερτ με την Φάουσα και τα τρία κακά της μοίρας σου, με συστάσεις η καταστροφολογία, σε περιμένει η μπάντα των Φανατικών: μην ανέχεσαι άλλες παπαριές, ο πλανήτης πονάει, η κλιματική αλλαγή ξεκίνησε και δεν σε περιμένει, τρυπάει το όζον, ξηρασίες ενεδρεύουν, έσπασαν τα νερά της Μητέρας Φύσης και σε λούζουν την ώρα του τοκετού της. Ένα πελώριο Δευτερονόμιο, συντάσσεται από επιδέξια χέρια: μη αυτό και μη το άλλο, από τον δημόσιο θηλασμό έως τα δικαιώματα του ιού της γρίππης. Τόμοι απειλών που δεν λένε να συνταγογραφηθούν.
Στο μεταξύ είναι ένας βουνός, ο Πατέρας, απιθωμένος διαγωνίως ωσάν γιγάντιο ρόπαλο μεταξύ δύο κόλπων. Δασύτριχος ή άτριχος, όπως όλα του κόσμου τα υψωματάκια, έχει ένα χαρακτηριστικό που λέγεται Υδατοκρίτης. Αυτός είναι ένας Δαίμων (μήτε ο Ποσειδών, μήτε η χάρη των εορταζόντων σήμερα μαρτύρων Αβίβου, Γουρίου και Σαμωνά, Ευψυχίου, Καρτερίου και Νεάρχου, βοήθειά μας) που μοιράζει τα νερά και ορίζει πούθε κατηφορίζουν. Και ο θεωρήσας αυτόν εν του Γουγλομάπα το οικείον κεφάλαιον, άριστα κατανοεί πόθεν θα κατέβει ο Ρούφουλας και πχοια λιβάδια και ορτανσίες θα πνίξει. Στοιχειώδες, Στέτσον οδοποιέ και Σέρλοκ, χωροτάκτη.
Τα ξηρορέμματα, φεύγε τα. Όρθωσον ανασχέσεις, διευθέτησον παρειάς, πλάτυνον τα κρίσιμα, εάν ποθείς πλησίον στέγασιν, φαρμακεία, και φλερτ με τας μοντέλας και ουάου γεύσεων. Το κτίζειν ατύπως, ολέθριον εστί. Και δεν είναι τζαμπέ, όπως πιστεύουν οι πολλοί. Με δεκαετίας να λογαριάζεις τες αποσβέσεις. Διότι, σύμφωνοι, είμεθα παροδικοί, αλλά κακοσυνηθίσαμε γα γεννάμε απογόνους.
Είμαστε ξυπόλητοι και λαμπροφορεμένοι. Άγγελοι του Θανάτου. Χτίζουμε πάνω σε τραμπολίνα. Όλα τελούνται πάνω σε μια φλούδα, σε ένα τσόφλι, μοιράζουμε επιδόματα σεβόμενοι καταλόγους γραμμένους σε τρυπητό, όταν κάτι μας ζορίζει το ξορκίζουμε με λέξεις παρηγοριάς και κυκλοδίωκτες. Δεν είμαστε άτομα, αλλά αθροίσματα. Δεν είμαστε λαός, αλλά οι στατιστικές του. Και ένας Πόντας, στηρίζει την Γεννηματά. Και εκκρεμεί κοινοβουλευτική ρύθμιση για τα αυθαίρετα. Τα οποία, εάν πειράξουμε, η κακιά διαπλοκή θα μας κρεμάσει στα μανταλάκια. Χάρτινο το φεγγαράκι που ομνύετε, κουρέλες.
-
Γελοιέκο
Εδώ που τα λέμε, η λέξη «γιλέκο» είναι γελοία από μόνη της, δεν χρειαζόταν ο Άδωνις για να δέσει το γλυκό.
-
Κόμπος στην καρδιά
23 χρονών. Από τη Συρία. Έφυγε στα δεκαέξι μαζί με τον μικρότερο αδελφό του. Είναι από τους “τυχερούς” και εργάζεται για πεντακόσια ευρώ το μήνα, χωρίς ασφάλιση σε βιοτεχνία ενδυμάτων. Οι δικοί του βρίσκονται στο Χαλέπι και τα βράδια δεν κοιμάται. Όταν έρχεται σπίτι μας, φέρνει πάντα παστάκια και κοιτάει το πάτωμα. Είναι φίλος της κόρης μου. Σταμάτησε το σχολείο για να φύγει και διαβάζει μαζί της Φιλοσοφία. Δεν δέχτηκε ούτε μία φορά να τον κεράσει έναν καφέ έστω. Ούτε δέχτηκε να έρθει μαζί μας για φαγητό, όσες φορές κι αν του το έχουμε προτείνει, με το φόβο των εξόδων που θα κάνουμε γι’ αυτόν. Χτες μας έδειχνε την πόλη του όπως ήταν πριν τον πόλεμο. Όμορφη πόλη, πλούσια, μου θύμισε την Πλάκα. Σήμερα το μεσημέρι φοβάται ξανά. Γαζώνει και σκέφτεται τον τρίτο αδελφό του που χρειάζεται 700 ευρώ για να τον φυγαδέψει κάποιος στην Τουρκία. Σχεδιάζει να ζητήσει προκαταβολή. Δεν γελάει σχεδόν ποτέ, νομίζω πως ούτε κλαίει. Μας λέει ότι τον πονάει η καρδιά του και το στομάχι του. Όταν ξαπλώνω τις νύχτες αναρωτιέμαι, πώς είναι να τηλεφωνείς στο σπίτι σου και να μην το σηκώνει κανένας.
-
Δε συμφωνώ ούτε με μια λέξη από όσα λες, αλλά θα υπερασπίζω και με το τίμημα της ζωής μου ακόμη, το δικαίωμά σου ελεύθερα να πουλάς γιλέκα.
-
Όταν σε σκέφτομαι το λάβαρο της επανάστασης ορθούται κι
ανυψώνεται, το σώμα πρόθυμα ζητάει την ίδια, πάλι συντριβή. -
Σε χαμηλή τροχιά, με μάτια ορθάνοιχτα
“Πήραμε τη φύση για φύση και απαξιούμε να την ατενίσουμε, μπας και μας εκλάβουν για τουρίστες· χωρίς να συλλογιστούμε ότι το μουρμουρητό μιας πηγής ακούγεται και στο σώμα του διπλανού μας· προπαντός εκεί”.―Οδυσσέας Ελύτης, «Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο»