Εντάξει, αλλά αυτό είναι πολύ σοβαρό. Ο φούρνος, εδώ στην πλατεία Καραΐσκάκη, έχει βγάλει φυλλάδια από προχθές για μπλακ φράιντεϊ. Πήρα ένα χθες γιατί ήμουν περίεργος να δω τι προσφορές μπορεί να έχει ένας φούρνος μια μπλακ φράιντεϊ. Αλλά το φυλλάδιο δεν εξηγεί. Απλώς ανακοινώνει ότι Παρασκευή είναι μπλακ φράιντεϊ. Σήμερα λοιπόν ρώτησα την ταμία, και αυτό ήταν δύσκολο γιατί δεν συνηθίζω να ρωτάω όταν ανακατεύονται φυλλάδια στη μέση, γιατί περιμένεις να έχεις ήδη πάρει τις πληροφορίες που θα έπρεπε να πάρεις αν το φυλλάδιο ήταν σωστό, και ξέρετε και κάτι; Αυτές οι αναζητήσεις δεν έχουν ποτέ καλό τέλος γιατί δεν έχουν το τέλος που περιμένεις. «Έχουμε μεγάλες προσφορές!» μου είπε η χαμογελαστή ταμίας. «Δηλαδή; Μπορείτε να μου πείτε κάτι παραπάνω να κάνω τα κουμάντα μου;» ρώτησα, και μου απάντησε. Γιατί ask, and it shall be given to you; seek, and ye shall find, και όταν τολμάς, παίρνεις τελικά απαντήσεις. «Θα έχουμε 30% έκπτωση σε όλα μας τα προϊόντα!» μου είπε η ακόμα χαμογελαστή ταμίας, και κάπως σάστισα. «Δηλαδή η φρατζόλα καλαμποκιού από 0,50 λεπτά θα πωλείται 0,35;» ρώτησα σχεδόν χωρίς να πιστεύω ότι η ζωή τελικά σου χαμογελάει εκεί που δεν το περιμένεις.
Blog
-
-
Ο εαυτός ως έκθεμα
Σε μια σκηνή του “Happy End” του Χάνεκε, η δεκατριάχρονη ηρωίδα βλέπει στο You Tube έναν έφηβο, πιθανώς λίγο μεγαλύτερό της, ο οποίος κανιβαλίζει έναν πιτσιρικά, δείχνοντάς φωτογραφίες του, λέγοντας πόσο φλώρος μοιάζει, πόσο χαμένος και δήθεν δείχνει κι άλλα παρόμοια. Στην αρχή νομίζεις ότι πρόκειται για διαδικτυακό μπούλινγκ, μέχρι που καταλαβαίνεις ότι ο πιτσιρικάς στις φωτογραφίες είναι ο ίδιος ο έφηβος ελάχιστα χρόνια πριν. Οι τριαντάρηδες, οι σαραντάρηδες και οι πενηντάρηδες συναντηθήκαμε με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην πορεία της ζωής μας, για τους εφήβους είναι από την αρχή τμήμα της φυσικής τάξης πραγμάτων, είναι από την αρχή βασικό συστατικό από το οποίο είναι φτιαγμένος ο κόσμος. Και αν οι τριαντάρηδες, οι σαραντάρηδες και οι πενηντάρηδες νομίζαμε ότι η αυτοαναφορικότητα, η διαρκής δημόσια επικέντρωση στον εαυτό μας (ή πάντως στις περισσότερο φωτισμένες και τις μη αποσιωπημένες πτυχές του εαυτού μας, που συνιστούν τελικά την περσόνα μας) και η βιωματική ανάκληση παλιότερων εμπειριών μας, προϋποθέτουν τουλάχιστον μια κάποια ηλικία, ώστε να έχει όλο αυτό ένα νόημα, είμαστε μάλλον γελασμένοι. Κάπως έτσι ένας δεκατετράχρονος μπορεί να επιστρέφει με δέος στον εντεκάχρονο εαυτό του και να μιλά για αυτόν, ωσάν να πρόκειται για ένα πολύ μακρινό παρελθόν κι ωσάν να έχει τόσα πολλά να πει, να πει τώρα, στα 14. Κάπως έτσι ένας δεκατετράχρονος, ακόμη κι αν δεν το καταλαβαίνει, ακόμη κι αν σε πρώτο επίπεδο κάνει το ακριβώς αντίθετο, ακόμη κι αν μας λέει πόσο μισεί το πώς ήταν και πόσο κουλ σε αντιδιαστολή είναι τώρα, έχει ήδη προλάβει να παραδοθεί στη νοσταλγία. Αντί τα 14 του να είναι ένα διαρκές παρόν, το παρελθόν έρχεται ήδη να καταλάβει έναν ανοίκειο για την ηλικία ρόλο. Αντί στα 14 του να διαμορφώνει προσωπικότητα σε διαρκή αλληλεπίδραση με τα εξωτερικά ερεθίσματα, αλληλεπιδρά και ερεθίζεται με τον ίδιο του τον εαυτό πριν λίγα χρόνια. Η αυτοαναφορικότητα μετατρέπεται σε μια μαύρη τρύπα, η οποία καθιστά ολοένα και πιο περίκλειστο το πεδίο αναφοράς της, η βιωματικότητα μετατρέπεται σε μια μαύρη τρύπα, η οποία καθιστά ολοένα και λιγότερο άξια της ονομασίας τους τα βιώματά της, η διαρκής συνομιλία με τον εαυτό μετατρέπεται σε μια μαύρη τρύπα, όπου ο συνομιλητής σου παύει να είναι ενδιαφέρων, γιατί δεν πρόλαβε να γίνει ενδιαφέρων, γιατί δεν πρόλαβε να λειτουργήσει με τρόπο διαφορετικό από αυτοέκθεμα.
-
E la nave va
«Ψηφίζουμε και φεύγουν» γράφει ο τοίχος. Τα λεωφορεία φεύγουν δηλαδή. Ευτυχώς χωρίς επιβάτες και οδηγό. Ακυβέρνητο αρμενίζοντας στα λασπόνερα. Κάθε ομοιότητα, παρομοίωση, μεταφορά κλπ. με πραγματικά στοιχεία είναι συμπτωματική. Με υπογραφή ΣΥΡΙΖΑ.
-
Δε λέει να το πάρει απόφαση, πως όσα του είπαν ήταν ψέματα,
ακόμα πιστεύει σε δράκους, νεράιδες, ξωτικά κι αιώνιες αγάπες
Κι αν έπαιξε στα ζάρια τα ιμάτια, αθώος παραμένει του αίματος
Κύριε, ίσως ο τελευταίος. -
El condor pasa ή πετάει ο γάιδαρος;
Η εριστικότητα των «μονομάχων» στη Βουλή (φέξε μου και γλύστρησα) με ενοχλεί και με προσβάλει προσωπικά.
Δεν «διασταυρώνουν τα ξίφη τους» κατά την δημοσιογραφική έκφραση, αλλά μάλλον διασταυρώνουν εκείνα τα πλαστικά αποκριάτικα ρόπαλα που πρωτοείδα εμβρόντητος στην «κεφάτη» Αθήνα του 1988, όταν κατέβηκα μετά από χρόνια στην πρωτεύουσα.
Ο πρωθυπουργός, στέρεα βασισμένος στο «από εσάς ξεκίνησαν όλα» και τελευταία λάτρης της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, φιλολογεί μετ΄ευτελείας διότι τόσο μπορεί, τόσο πράττει.
Ο αξιωματιστής της αντιπολίτευσης, κοιτάζει επιθετικά τον αντίπαλό του, για να εκνευριστεί κάθε που ο άλλος του ρίχνει ένα «Σήμενς» και ένα «Παραδείσια νησιά» μετατρέποντας ένα βλέμμα γερακιού σε αμηχανία κόνδορα.
Ο ένας κατέχει το κράτος και ο άλλος το διεκδικεί. Αμφότεροι, σε ζαβή βάση.
Γιατί;
Διότι, θα έχετε προσέξει οι πρεσβύτεροι, την πάγια τακτική των λογιστών: βολεύουν τα εισοδήματα των πελατών τους, βάσει του ύψους του αφορολογήτου εισοδήματος.
Όταν ήταν στις 12 χιλιάδες, εκατομμύρια μουστερήδες δήλωναν αυτό το ποσό και παρακάτω. Στις 9 χιλιάδες, το ίδιο. Και στις 3 χιλιάδες να πέσει, πάλι οι αδιόρθωτοι αυτό θα δηλώνουν.
Δεν υπάρχει αξιόπιστη βάση υπολογισμών. Μήτε θα υπάρξει, με το σύστημα που επικρατεί. Το ρητό που κυριαρχεί είναι «γράφε ότι με συμφέρει, κι αν μας πιάσουν, τη γαμήσαμε».
Τσακώνονται ακόμη για την πεποιημένη λέξη «περίσσευμα». Ο ένας την εξηγεί ως υπερφορολόγηση, ο άλλος ως υπεραπόδοση. Η διαφορά των δύο όρων είναι βασική: στην πρώτη, γίνεται διανομή κλούβιων αυγών, στην δεύτερη, τα αυγά είναι κόκκινα της Λαμπρής.
Αυτό που με δαιμονίζει είναι πως ακόμη κι αν αντιστρέφονταν τα αξιώματά τους, θα υποστήριζαν τα αντίθετα με το ίδιο πάθος και την ίδια συμπαράσταση οπαδών: μια έστω ατελής ένδειξη ότι πιάσαμε πάτο.
Διότι μπορεί να ακούω το ένα και το άλλο, όλα κολακευτικά προς πάντες, αλλά ακόμη δεν είδα σχέδιο νόμου που να ορίζει «όποιος έχτισε, χτίζει ή θα χτίσει σε ρέματα, την έβαψε τελεσιδίκως».
Mήτε πρόκειται.
-
Γενναίος, Νέος Κόσμος
Στο παρελθόν, πριν το φέισμπουκ, γνώριζες κόσμο και μπορούσες να συντηρείς μια ψευδαίσθηση άγνοιας για το ποιόν αυτού του κόσμου. Γνώριζες ανθρώπους που η εμπειρία σου για τις απόψεις και τα πιστεύω τους εξαντλείτο στην δια ζώσης, περιορισμένη και γι’ αυτό ενάρετη, διάδρασή σας. Η πρακτική αδυνατότητα του να παρακολουθείς έστω και μερικώς τα δρώμενα του νου κάποιου σε καθημερινή βάση έσωζε τα προσχήματα. Οι σχέσεις σου το πάλαι ποτέ ήταν γεμάτες ενάρετα κενά για το ποιόν αυτού του άλλου, γιατί εσύ, ως άνθρωπος που έκρινε εξ ιδίων τα αλλότρια είχες την αφέλεια να γεμίζεις τα κενά αυτής της άγνοιας με χνότα που υπέθετες ότι ταίριαζαν με τα χνότα σου. Και το μαγικό με όλο αυτό ήταν ότι μπορούσες να παραμένεις φίλος με αυτούς τους ανθρώπους για χρόνια εξαιτίας αυτής της ψευδαίσθησης άγνοιας απέναντί τους. Αυτό χάθηκε ανεπιστρεπτί. Όχι μόνο γιατί τα κενά που εσύ γέμιζες με καλή πίστη τελικά δεν σου ταιριάζουν, αλλά κυρίως, γιατί τα κενά, με τρόμο τώρα ανακαλύπτεις, είναι κενά. Familiarity breeds contempt, δίδασκε ο αφορισμός αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να κατανοήσουμε, ούτε το βάθος της οικειότητας, ούτε το ύψος της περιφρόνησης.
Στον αντίποδα αυτής της κατάστασης στέκεται το εντελώς αντίστροφο. Επιτέλους, βιώνουμε την πιο ορθολογική εποχή της ιστορίας μας όσον αφορά τις δυνατότητες επιλογών που διαθέτουμε για ουσιαστική διάδραση, και ίσως, κανένας δεν μπορεί να το αποκλείσει, φιλία, με ανθρώπους που στο παρελθόν δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να βρεθούν στο διάβα μας. Και είναι ορθολογική εποχή γιατί αυτή η καθημερινή παρακολούθηση των δρώμενων του νου τόσων πολλών ανθρώπων, με τόσο απλό τρόπο, συνιστά εύρημα και shortcut από τα λίγα. Εύρημα για λόγους ευκολίας και πρακτικότητας, και παράκαμψη γιατί γλιτώνουμε κόπο και χρόνο και χρήμα στη διαδικασία αξιολόγησης των εκάστοτε συνδαιτυμόνων σε αυτό το ιδιότυπο τραπέζι που έχουμε βρεθεί όλοι καθισμένοι. Πότε και πού άλλοτε μπορούσαμε να δούμε πώς τρώει και πώς πίνει, και πώς γαργαλάει κάτω από το τραπέζι ο κάθε ένας με τον οποίο συγχρωτιζόμασταν στο παρελθόν; Και το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι η εικόνα αυτή δεν είναι στατική αλλά δυναμική. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε τις αλλαγές του τρόπου σκέψης και θέσεων (πολιτικών ή απολίτικων) σε πραγματικό χρόνο, και αναλόγως να πράξουμε. Και για όσους πιστεύουν ότι η εικόνα που βγάζουμε προς τα έξω μέσω των ΜΚΔ δύναται να είναι πλασματική, και άρα τίποτα από αυτά δε δύναται να στέκει, η απάντηση μου είναι ότι αυτό συνιστά επικίνδυνη πλάνη. Σε βάθος χρόνου κάθε μάσκα πέφτει, και αυτό σημαίνει ότι αν δεν πέφτει σε βάθος χρόνου, είναι γιατί δεν είναι μάσκα, ή είναι μάσκα περιωπής που χρήζει, όχι ιατρικής βοήθειας όπως αβασάνιστα υποστηρίζουν κάποιοι, αλλά τίμιας αντιμετώπισης.
Μπορεί επομένως μέσω της κοινωνικής δικτύωσης να χάσαμε τους δεσμούς που είχαμε, όσοι είχαμε, με συγγενείς και φίλους από κεκτημένη ταχύτητα, αλλά κερδίσαμε περισσότερη διαύγεια, και γιατί όχι, ακόμα και περισσότερη αλήθεια. Και όλο αυτό είναι ένα μεγάλο βήμα προς έναν γενναίο, νέο κόσμο.
-
Όμορφες τηλεοπτικές καλημέρες
Αυτός ο άνθρωπος, ο Κωνσταντινέας του ΣΥΡΙΖΑ, που φώναζε στη δήμαρχο της Μάνδρας εκπροσωπεί ένα μέρος του εκλογικού σώματος στη Βουλή. Προσφώνησε «γυναίκα» τη δήμαρχο της Μάνδρας και μέχρι και ο Αυτιάς τον διόρθωσε! Γυναίκα κατά την προσφώνηση ”άνδρα” από Θεό προς άνθρωπο για να τον εγκαλέσει. Δεν υπήρχαν και τα “dude”, “φίλε”,” εεε, ψιτ” τότε. Σε δημόσια συζήτηση. Γυναίκα δίνοντας απόσταση από αυτό που είναι ο ίδιος, βουλευτής, άνδρας. Δεν είναι ο διαχωρισμός του φύλου εδώ. Είναι η αγένεια. Σεξιστής, αμόρφωτος, ένα υποπροϊόν της «αδωνίζουσας» συμπεριφοράς του τηλεοπτικού πολιτικού που μας κουνάει τα δάχτυλα, που χάνει το λογικά του και βγαίνει από τα ρούχα του γιατί αυτό είναι πολιτική.
-
Χέρια δεμένα
Μεγάλωσα μέσα σε μία απόχη, σκυφτά και βιαστικά. Μίλαγα δύσκολα, συνήθως με χώματα, που ίσως και να είχα καταπιεί. Για ό,τι με λερώνει βουβάθηκα κι έγινα δράκος, κόκκινο φίδι και πριγκηπέσσα μαζί. Τότε σταμάτησα να τρέχω και πετροβολούσα τα πλοία επειδή έφευγαν. Κι έλεγα πάντα, νομίζω πως σ’αγαπώ, ακόμα κι όταν ήμουν σίγουρη. Σχεδόν τα κατάφερα να συρθώ από μέσα μου, συντρίμμι σχεδόν από το μεγαλείο όλων όσων δεν έπραξα. Κι ο κόμπος στα χέρια να μη φεύγει. Να δένεται τριγύρω τους και να συνθλίβει κάθε φωνή. Ποτέ δεν έμαθα να γράφω. Μόνο να διαβάζω ξέρω. Μέχρι να με αποτελειώσουν οι λέξεις. Πριν, τελειώσουν, κι αυτές.
-
Η δύναμη του ρόμβου
Διασκεδάζω με όσους έσπευσαν να μας ανακοινώσουν ότι ο Φιλελεύθερος μιμείται σε εμφάνιση τη Liberation. Φοβερή παρατήρηση και αποκάλυψη! Δεκαετίες τώρα, το Βήμα ξεπατίκωνε συστηματικά τη Repubblica αλλά δεν μίλαγε κανείς. Θα μου πείτε πως τότε δεν υπήρχε ίντερνετ, και πάντως η Repubblica δεν είχε ένα κόκκινο ρόμβο στο λογότυπό της…