Blog

  • Το βασίλειό μου για ένα άλογο

    Αλέξης Τσίπρας :«Η Δημοκρατία δεν πρέπει να είναι θεσμός που εξισορροπεί συμφέροντα και αποκοιμίζει συνειδήσεις, αλλά εργαλείο επιβολής της θέλησης των πολλών. Είναι ένας διαρκής αγώνας, να κερδίσουμε συνειδήσεις και να ξαναβάλουμε τις μάζες στο πεδίο της πολιτικής πάλης.»

    Η Δημοκρατία είναι πολίτευμα όπου «κρατεί» (κυβερνά, κυριαρχεί) ο Δήμος. Οι πολίτες. Παλαιότερα άμεσα, τώρα πλέον έμμεσα. Με το μήνυμα του πρωθυπουργού μιλάν οι μεσάζοντες, αυτοί που αντιλαμβάνονται την Δημοκρατία ως «μέσον επιβολής», με στόχο ένα «κέρδος συνειδήσεων» και κυρίως, θεωρούν  μεγάλο μέρος των πολιτών «μάζες»

    Αυτός που του το έγραψε, είναι ένα μνησίκακο, μοχθηρό τίποτε.

  • Αφιερωμένο εξαιρετικά!

     

    Ο Νάσος Καρακώστας είναι ένας φιλότιμος κάγκουρας (με την καλή έννοια) που βγήκε στα τάλεντ σόου και, χάρις στην «Καριόλα» του, απολαμβάνει τα 15′ διασημότητας που του αναλογούν, διότι το μέλλον που προανήγγειλε ο Ουόρχολ ήρθε, και πρέπει σγά-σιγά να βρίσκουμε άλλες προβλέψεις για το επερχόμενο μέλλον. Τα έχει αυτά το μέλλον, διαρκώς έρχεται και παρέρχεται και πρέπει να το αναπληρώνουμε.

     

    Η Σάσα Μπάστα είναι άλλη περίπτωση: είναι το μέλλον που ήλθε κι έγινε παρόν, μετά από πολυετείς προσπάθειες να διακριθεί σε κάτι κοινωνικώς αποδεκτόν. Έχει βρει τη φόρμουλα και τα περισσότερα τραγούδια της είναι πανομοιότυπα, αναπαράγοντας συνθήματα που υιοθετούνται από το κοινό της (ο Μαλάκας, η Βέρα, η Συνέχεια κλπ.) διαμορφώνοντας μια αφήγηση του σύγχρονου γίγνεσθαι που θα απασχολήσει τους τελειοφοίτους του/της Παντείου μετά από καμιά τριαντανταριά χρόνια ― αν υπάρχει ακόμα η σχολή.

     

    Οι γνώστες θα παρατηρήσουν ότι τη σχετική αρχή στη συνθηματική ημιβωμολοχία την έκανε μάλλον ο Γιώργος Τσαλίκης με τη μετα-μαντινάδα «Απαγορευμένο», που είχε τη ρίμα πλάκα/μαλάκα, μετράει ήδη σχεδόν 13 εκατομμύρια views κι έχει δώσει άλλα δύο σίκουελ, το «Απαγορευμένο 2» και «Απαγορευμένο 3».

    Υπάρχουν και άλλοι, κυρίως άντρες ράπερ, που κάνουν τους παραπάνω να μοιάζουν Ντοστογιέφσκι. Αλλά αυτό είναι θέμα για άλλη φορά…

     

  • Τω Νιόνιω επί τω επιτίμω διδακτοριλίκι

    «Νομίζω πως πιθανότατα έχω επηρεαστεί  από τον Τσέχοφ και τον Γουόλτ Νίσνεϋ, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ.» ΤΟΜ   ΣΤΟΠΑΡΝΤ

    Δεν τον βρίσκει η ποίηση – οι λέξεις, ο ήχος τους, και οι εικόνες, τον βρίσκουν, και αυτός ποίημα ποιεί.  Όταν πρωτομπήκε  στη Λέσχη (του δίσκου), αδύνατος, ξεγλέντζουρος, με το πεταχτό του μήλο τού Αδάμ να συναγωνίζεται σε αεικινησία τα στρογγυλά ματάκια του, κομμάτι παιδαριογέρων, σοφά αθώος, αποταγμένος από τα εγκόσμια, μα και βουτηγμένος σ΄αυτά μέχρι τα μπούνια, πονηρός, ήταν μετά το πραξικόπημα του 1967, το «Φορτηγό» είχε βγει στην κυκλοφορία, πρωτότυπο και ωραίο, με ωραίο εξώφυλλο, τον Νοέμβρη του 1966, και είχε πάρει κιόλας τη θέση του στα ράφια του καταστήματος που στοκάριζε ό,τι ήταν κλασική μουσική και ό,τι διαπνέονταν φανερά από ποίηση, ζήτησε την Πέμπτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς, και παράξενο δεν είναι που θυμάμαι ακόμα το πονηρό γελάκι του και το σπίθισμα των ματιών του όταν με μια παιχνιδιάρικη κλίση του κεφαλιού του και τονίζοντας με τη φωνή του τού βραχνοκόκορα  μία μία τις λέξεις, δείχνοντας με το δείχτη του δεξιού χεριού μία μία τις λέξεις, είπε «αυτή-τη-συμφωνία-που-έχει-εκεί-στο-δεύτερο-μέρος-ένα-βιολάκι-που-παίζει-μοναχό-του-ζινγκ ζινγκ ζινγκ ζινγκ». Αυτό το σόλο ήταν για μένα το μουσικό του επισκεπτήριο τού δήθεν ανέμελου, αν και σαρδόνια είρωνα, και κλαυσιγελαστικά υπάρχοντα μοναχικού σαλτιμπάγκου, πλανόδιου μουσικού, γυρολόγου ποιητή, υποκριτή,  ένοχου μα και αθώου περαστικού, στα ρημαγμένα μεταπολεμικά πεδία του εικοστού αιώνα, στην Ελλάδα, στο δεύτερο μισό, στα διάσημα σίξτις, και ο Σοστακόβιτς ήταν ο συνθέτης του, εκεί έψαχνε τον ήχο του να συναντήσει το στίχο του, ενορατικά, είχε ανταμώσει την ρώσικη παραμυθού μούσα του. Έμαθε απ’ αυτόν πολλά, και όχι μοναχά από την Πέμπτη, αλλά και από την Έβδομη και από άλλες πολλές συμφωνίες, όσα μόνο λιγοστοί απ’ όσους ήταν φανατικοί ακροατές και ορκίζονταν στον Ντμίτρι έμαθαν, κυρίως έμαθε, νομίζω, να αφηγείται, και να χλευάζει, και να μορφάζει από πόνο, να είναι δημόσια ιδιωτικός και ιδιωτικά δημόσιος, να ξεσπάει, να ξεφαντώνει, να μαίνεται, και να ονειροπολεί πονεμένα σαν προδομένος  πιερότος που εκδράμει καθημερινά στο φεγγάρι και τα πελιδνά τοπία της μοναξιάς του. Και όλα αυτά, μουσικά. Να συνθέτει, με δυο λόγια.

    Τον ξανασυνάντησα μετά από χρόνια, φτασμένο, πετυχημένο και πλούσιο και αμφιλεγόμενο καθώς επιδίδονταν σε διαδοχικές μεταμορφώσεις, κάποιες απ’ αυτές αποθαρρυντικές, ένα ιδεολογικό στραπάτσο που έπαιρνε αγκαζέ γλώσσα και θρησκεία και πάει λέγοντας καθώς πάλευε ποιος ξέρει να βρει τι, εκτός απ’ την ψυχή του, ίσως προσπαθούσε απλώς να γεράσει. Ήταν Πάσχα, στην Τσαγκαράδα, και όλη η φύσις ήταν μια συνωμοσία ομορφιάς, καμουφλαρισμένο όλο το θανατερό της δηλητήριο κάτω από μια πασχαλινή ευφροσύνη που συναγωνίζονταν  την πάλλευκη  αιδημοσύνη του μιγκέ που άνθιζε στα πεζούλια του κήπου, στο σπιτικό του φίλου όπου καθήσαμε στη σκιά γύρω απ’ τον οβελία και ο φίλος έβαζε μουσικές τη μια μετά την άλλη και ο Νιόνιος σχολίαζε ή σιωπούσε ή τσακωνόμασταν-σχεδόν. Σχολίαζε άμεσα, σαν να τον κέντριζε με το κεντρί της η μουσική που τις περισσότερες φορές την άκουγε για πρώτη φορά. Δεν θα ξεχάσω την ευστοχία της αντίδρασής του στις Ρωμαϊκές γιορτές του Ρεσπίγκι, που  επίσης άκουγε πρώτη φορά. «Μουσολινικό Χόλιγουντ» είπε, «είναι», όταν έλαβε την πληροφορία πως ο συνθέτης ήταν Ιταλός. Ενορατικά πήγαινε στην μουσική καρδιά του ακροάματος. Και με τις στοχαστικές προσαρμογές του δανειζόταν-κι όχι μόνο απ’ τον Μπομπ Ντίλαν μα κι απ΄τον Λούτσο Ντάλα κι άλλους κι άλλους πολλούς συμπεριλαμβάνοντας την ντόπια μουσική μυθολογική σκευή, την πρώτη και τελευταία που, όταν δεν μόλις εξείχε απ’ το συλλογικό μουσικό ασυνείδητο, διέθετε δημόσια πολιτική ιδεολογία-και ξαναζύμωνε τα πασχαλινά κουλουράκια του ή τους θεσσαλονικιούς του ασυναγώνιστους χριστουγεννιάτικους κουραμπιέδες, όπως για παράδειγμα έπλασε την «Συννεφούλα» του με μουσικό ήθος, ρυθμό  και υφάδι ξηλωμένα απ’ το αμερικάνικο «Jingle Bells», ακούγεται απλό αλλά χρειάζεται τρεχάλα με μπότες των εφτά λευγών για να καλύψεις την ειρωνική απόσταση απ’ το ερέθισμα και βιωματικά να μεταπλάσεις-αυτό μας το έδειξε θεαματικά και στην μουσική παράσταση χτες κατά την αναγόρευσή του σε διδάκτορα  στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου και πάλι κατάφερε να είναι ο σχεδόν παραπλανητικά αυθεντικότερος της παρέας, γέρων πλέον και όχι παιδαριογέρων.

  • While we stand aside and look*

    Αλέξης Τσίπρας προς Μάρτιν Σουλτς, επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία (προκειμένου να τον πείσει να μπει σε κυβέρνηση με την Α. Μέρκελ):
    «Η πραγματικά αριστερή και προοδευτική στάση δεν είναι να διατηρείς την καθαρότητα των θέσεών σου αλλά να δίνεις μάχες για εφικτές αλλαγές προς όφελος των πολλών. Αν τώρα μπορείς αυτό να το πετύχεις, είναι ίσως μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί…»

    Κώστας Ζαχαριάδης, διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ:
    «Αναφορικά με τη διένεξη της Σαουδικής Αραβίας με την Υεμένη δεν πιστεύω ότι το ζήτημα αυτό λύνεται με το αν θα πουλήσουμε εμείς όπλα στη Σαουδική Αραβία. Έτσι κι αλλιώς η κατάσταση αυτή υπάρχει πολύ πριν εμείς υπογράψουμε»

    UNFOLLOW, μηνιαίο, ανεξάρτητο, δημοσιογραφικό και πολιτικό περιοδικό:
    «Επίσκεψη στην περιοχή της Δυτικής Αττική και πιο συγκεκριμένα στην πόλη της Μάνδρας που υπέστη τις περισσότερες καταστροφές από τις πλημμύρες πραγματοποίησε το πρωί της Κυριακής ο Βαγγέλης Μαρινάκης. Ο επιχειρηματίας δήλωσε ότι θα σταθεί δίπλα στη Μάνδρα με όποιο τρόπο του ζητηθεί.»

    Εδώ και καιρό, τίποτα δεν μπορεί να μας εκπλήξει, τα σύννεφα από τα οποία θα μπορούσαμε να πέσουμε γίνανε βροχή  – κι έχουμε μείνει μοναχοί.

    Το μήνυμα είναι σαφές: όλα επιτρέπονται προκειμένου να την βολέψει ο καθένας μας όσο καλύτερα μπορεί και σε βάρος των υπολοίπων αν χρειαστεί. Αξίες, αρχές, συνέπεια λόγων και πράξεων, αυτά είναι όλα συντηρητικές ανοησίες που εμποδίζουν την «πρόοδο», την ατομική μας πρόοδο και ευημερία. Ο κυνισμός ταυτίζεται με τον ρεαλισμό.

    Απέναντι σε αυτό το μήνυμα ο καθένας μας ας σταθεί όπως νομίζει.

    *

  • Μη φεύγεις

    ΜΗ ΦΕΥΓΕΙΣ

    Μην αποστρέφεις το βλέμμα, μην αφήνεις το χέρι μου, μη φεύγεις
    τι κι αν ταιριάζει το πένθος στην ψυχή, εκείνη θέλει την αγάπη σου
    μυστικά σε περιμένει, δεν λέει τίποτα, στέκει αμίλητη σε μια γωνιά.
    Και με φοβίζει η τόση ησυχία κι ο πόνος, που πια δεν μοιάζει πόνος
    αλλά δεν έπαψε στιγμή το πήγαινε-έλα στη γνώριμη, παλιά πληγή.

    Μην αποστρέφεις το βλέμμα, μην αφήνεις το χέρι μου, μη φεύγεις
    δεν έχω τίποτα, περισσότερο το ξέρεις να σου δώσω, από φιλιά και
    όνειρα. Κι άλλο στεφάνι ακριβό να σου στολίσω τα μαλλιά δεν έχω
    από τα πικρά μου δάκρυα. Έκανα ευχή να σε γλεντήσει η άβυσσος.
    Και τρόμαξα. Όχι λέω, η αγάπη ταιριάζει με το φως κι ας γίνει ξένη.

  • Τα αρχαία ονόματα

    ―”Επέστρεφε συχνά και παίρνε τον”

    ―Παίρνε ΜΕ, λέει ο ποιητής, όχι παίρνε ΤΟΝ.

    ―Καλά ντε, μη με αγχώνεις.

    ―Ποιος είναι πάλι αυτός ο Αγχόνης;

    ―Κάποιος που τον κρεμάσανε, μάλλον.

  • Το “ανθρώπινο πρόσωπο” και άλλες αηδίες

    Υποθέτω πως απευθύνομαι σε άτομα και συλλογικότητες που προέρχονται από την φρεναπάτη του «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο». Σε άτομα και συλλογικότητες που έως πρόσφατα, καυχιόνταν πως βρίσκονται στην αναζήτηση ενός τρίτου δρόμου, μεταξύ καπιταλισμού και κομμουνισμού.

    Βέβαια, για να υπάρξουν σε περιβάλλον καπιταλισμού, έδιναν τις σχετικές διαβεβαιώσεις στους αντιπροσώπους του. Για παράδειγμα , δεν πρόκειται να ξεχάσω την δίκη των στελεχών του ΚΚ Εσωτερικού καταμεσής της Χούντας. Τις ανατυπώσεις, στην ίδια περίοδο ενός τουρλουμπουκίου από κάθε τύπου βιβλία επαναστατικής γυμναστικής που αφέθηκαν ελεύθερα για διανομή.

    Άλλη φορά, θα προσπαθήσω να διακρίνω τις πολιτικές συντεταγμένες τεσσάρων κινημάτων τα οποία ήταν διακριτά μεταξύ τους, αλλά προέρχονταν από διαφορετικές πηγές: τον αντιρωσισμό, τον αντικομμουνισμό, τον αντισταλινισμό και τον αντισοβιετισμό.

    Και ο μεν «τρίτος δρόμος» ως εκδοχή του αναδυόμενου «τρίτου κόσμου» ή «κινήματος των αδεσμεύτων» από νωρίς έδειξε μια προσήλωση στον μαοϊσμό, τουλάχιστον στα μέρη μας, ενώ ηπιότεροι χαρακτήρες θεωρούσαν την Σκανδιναβία μητέρα των δακρύων τους.

    Σε κάθε περίπτωση, οι πέραν του καπιταλισμού θεωρίες, είχαν μια εδραία βάση την οποία οι καμποτίνοι που μας έχουνε κατσικωθεί, αγνοούν: την απόλυτη λατρεία της Εργασίας.

    Τυπικά, ουσιαστικά και κυριολεκτικά, ο κόσμος στα όποια καθεστώτα επικρατούσαν ο ιδέες αυτές, δούλευε. Δούλευε πολύ. Ήταν η βάση των συλλογισμών του. Δεν ήταν κόσμος επιδομάτων και φιλανθρωπίας. Στην Δύση έδινε την κάποτε σωστή εντύπωση πως επρόκειτο για έναν εξαναγκασμό. Τα μετρητά ήταν τσίμα τσίμα, οι παροχές στέγης, υγείας, παιδείας και αναψυχής ήταν μέρος του μισθού, αλλά επιδοματικές πολιτικές ήταν άγνωστες.

    Σε τι ακριβώς αποσκοπεί λοιπόν, ο σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο που ευαγγελίζεται ο εσμός των χασομέρηδων που μας δουλεύουν μεν, αλλά δεν θέλουν να δγιούνε άνθρωπο να δουλεύει σε ακτίνα μερικών εκατοντάδων χιλιομέτρων από την στομάχα τους;

    Οι γνώμες διίστανται. Αλλά μερικές σταθερές αξίες τους, ίσως βοηθήσουν.

    Δημιουργούν πληβείους. Ήτοι μια πλέμπα. Ανέργους, γερόντους, ζήτουλες, εξοντωμένους  από την ακρίβεια, που όμως περιμένουν άρτον και θεάματα και βοηθήματα, δίχως ελπίδα να ζήσουν αξιοπρεπώς.

    Δημιουργούν πραιτωριανούς.  Αλλά όχι έν σώμα, μη και τους σφαγιάσουν.

    Η σύγκλητος είναι ελεγχόμενη. Απόλυτα. Σε αυτό συντελεί και το  φοβερό τους υβρεολόγιο σε όποιον τολμήσει  να κάνει «κιχ».

    Ζούνε δημιουργώντας παροίκους στη θέση των αστών. Διαφωνώ κάθετα με την άποψη πως πλάθουν είλωτες ή σκλάβους.

    Δεν τους νοιάζει ο Καίσαρας, επειδή κυβερνάει ο Ηλιογάβαλος ή ο Νέρων ή ο Καλιγούλας.

    Περνάνε τρις καθημερινώς τον Ρουβίκωνα, για να γλυτώσουν από τις παροιμιώδεις εκφράσεις . Επίσης «ρίπτουν τον κύβον» συχνά (μεταξύ τους έχει και ζαράκηδες) ενώ από τα φοβερά λατινικά ρητά, προτιμούν το delenda est.

    Μήτε καπιταλίστες, λοιπόν, μήτε επαναστάτες. Απλοί λάτρεις της αρχαίας Ρώμης, κι ας κατοικούν την πιo μίζερη επαρχία της.

  • psychocandy

    Tα βράδια του Σαββάτου οι λύκοι λουφάζουν. Οι κοκκινοσκουφίτσες πίνουν αίμα. ’Ηταν να μη βρουν τρόπο να βγουν από το δάσος. Στάλα μεδούλι δεν αφήνουν αρούφηχτο. Όλα τα ζωντανά χώνονται στις τρύπες τους για να γλιτώσουν το συναπάντημα. Η πόλη γεμίζει λαγούμια. Για να μη γεμίσει κουφάρια. Μ’ αυτές δεν παίζεις, τα παραμύθια τέλειωσαν.

  • Ακατάσχετη δικαιοπραξία εν όψει

     

    Σε αυτό το βίντεο, που το υπογράφει η «Ελληνική Κυβέρνηση» (δηλαδή το πληρώσαμε όλοι εμείς, και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ), και έχει ανέβει στο YouTube στο κανάλι «Ο Πρωθυπουργός» που έχει φωτογραφία του Τσίπρα (περιμένω να δω τι θα απογίνει το κανάλι όταν ο Τσίπρας χάσει τη πρωθυπουργία: θα κλείσει το κανάλι, θα το ονομάσει «Ο Πρώην», ή θα παραδώσει τους κωδικούς στον επόμενο;), ο Τσίπρας διαφημίζει τις πράξεις του, για όποιον δεν πρόλαβε το διάγγελμα. (Σημειώστε πάντως ότι τα σχόλια στο βίντεο είναι απενεργοποιημένα…)

     

    Το βίντεο των 112 δευτερολέπτων είναι ένα αριστούργημα που εντάσσεται στη σειρά των Έργων της Σχολής Καρανίκα (δεν παρέχονται σχετικές πληροφορίες, αλλά δεν έχει καμία σημασία ποιος ήταν ο σεναριαγράφος, ο σκηνοθέτης κλπ., όλοι Καρανίκες ή Καρανικιστές είναι, από την σχολήν του περιωνύμου φιλοσόφου).

    Η σεναριακή εξέλιξη είναι απλή και κατανοητή από τον μέσο τηλεθεατή της Ελένης Μενεγάκη (για τη Σταματίνα Τσιμτσιλή, θα σας γελάσω): άνθρωποι με γέρικα χέρια δεν έχουν χρήματα (το σποτ δεν μας λέει γιατί δεν έχουν χρήματα), άνθρωποι με πούρα πίσω από κλειστές πόρτες έχουν χρήματα γιατί φοροδιαφεύγουν, ο Τσίπρας υπογράφει κάτι χαρτιά κι έτσι χτυπάει τη φοροδιαφυγή και αυτομάτως κάποια χρήματα πηγαίνουν σε αυτούς που τα έχουν ανάγκη, ο Τσίπρας βγάζει διάγγελμα και προσπαθεί να μας πείσει με τη γλώσσα του σώματος και μικρά επιτόπια πηδηματάκια και μιλάει για τη ΔΕΗ και μετά υπογράφει ξανά, γκρο πλαν στο χαμογελαστό πρόσωπο του Τσίπρα και μια κυριούλα έξω από τη Βουλή μας λέει ότι είναι μια πράξη ανθρώπινη, και στο τέλος η φωνή του Τσίπρα μας σερβίρει το σλόγκαν του προϊόντος: ήταν δίκαιο και έγινε πράξη. (Μια πράξη δικαίου δηλαδή, μια δικαιοπραξία ίσως)

    Ας ψάξουμε το βίντεο για κρυφά μηνύματα. Δεν ισχυρίζομαι ότι αν παίξουμε το βίντεο ανάποδα θα ακούσουμε τον Τσίπρα να τραγουδάει «δεν θα γίνεις άνθρωπος ποτέ, αριστερέ, αριστερέ», αν και δεν το αποκλείω. Απλώς δεν ξέρω πώς να παίξω το βίντεο ανάποδα.

    Ο Τσίπρας υπογράφει με χρυσή πέννα, όπως αρμόζει σε έναν πρωθυπουργό, ακόμα και μεσαίας τάξης. Όμως, στο γραφείο του διακρίνεται και ένας υγραντήρας για πούρα, και όλοι ξέρουμε ότι πούρα=φοροδιαφυγή, μόλις μας το είπε το βίντεο. Κακό σημάδι. Ο σκηνοθέτης φρόντισε πάντως να μαυρίσει το ρολόι του Τσίπρα ώστε να μην διακρίνεται η μάρκα και το μοντέλο. Αν κρίνω από το μέγεθός του, πρέπει να είναι ένα από αυτά τα τοτεμικά σύμβολα των νεόπλουτων (μαζί με τα πούρα) που κοστίζουν όσο ένα μικρό ιαπωνέζικο αυτοκίνητο. Κακό σημάδι επίσης.

    Το χειρότερο όμως είναι ότι ένα ανώνυμο χέρι που εμφανίζεται από το πουθενά στα 0:44 της ταινίας, και υποδεικνύει στον Τσίπρα πού να υπογράψει. Αυτό το χέρι περιβάλλεται από μανίκι υποκαμίσου που έχει ασημένια ξενόκουμπα (τα κόβω για Dunhill), ασφαλές σύμβολο των νεόπλουτων, των φοροφυγάδων και της μισητής λματ. Αυτός λοιπόν ο παρασκηνιακός άνθρωπος, δίνει εντολές στον πρωθυπουργό μας, κι εκείνος τις εκτελεί… Πολύ κακό σημάδι!

    Τελευταία άφησα την κυριούλα που εμφανίζεται με φόντο το άγαλμα του Βενιζέλου, με τη ζακετούλα, το φουλάρι, το μαλλί κομμωτηρίου, που παραπέμπει στην ολόσωμη σύζυγο του λματ χεριού. Ποια είναι η κυρία και ο ρόλος της; Θέλει να μας καθησυχάσει και να μας διαβεβαιώσει για το ανθρώπινο και το δίκαιο του μερίσματος; Δηλαδή μάλλον δεν κατάφερε να μας πείσει ο Τσίπρας, και φώναξε και ενισχύσεις με τη μορφή μητέρας ή πεθεράς; Μήπως η Βέφα Αλεξιάδου θα ήταν καλύτερη σε αυτό το ρόλο; Ή, έστω, η Δέσποινα Μοιραράκη; Γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με τηλεμάρκετινγκ, σκληρού τύπου.

    Ναι, μύρισαν εκλογές…

     

    ΥΓ. Πρέπει να αναγνωρίσουμε στον Αλέξη Τσίπρα ότι τιμάει κάποιες παραδόσεις. Ας πούμε ότι τιμά το είδωλο και πρότυπό του Ανδρέα Παπανδρέου όχι απλώς μιμούμενος την εκφορά του λόγου του εκλιπόντος καλύτερα από τον βιολογικό γιο του, αλλά και τη γλωσσοπλαστική του ικανότητα (άχετο αν προέρχεται από πλημμελή γνώση των κανόνων της ελληνικής). Ο Ανδρέας, ας πούμε, είχε πει το περίφημο «η Ελλάδα είναι αδιαπραγμάτευτη», αγνοώντας της καταλήξεις σε -τέος και -τός γιατί δεν τον βόλευαν. Πρωθυπουργός ήταν, ό,τι ήθελε έκανε. Ο Αλέξης τώρα μιλάει για «ακατάσχετο μέρισμα», αν και η λέξη προϋπήρχε και είχε άλλη σημασία: ούτε ακατασχετέο ούτε ακατασχετό. Αλλά δεν έχει ούτε τη γνώση ούτε το σθένος για έναν τέτοιο (σωστό) νεολογισμό. So what else is new.

  • Τα άδεια παπούτσια

    ΤΑ ΑΔΕΙΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ

    Είχε μιαν ιδιαίτερη αδυναμία στα παπούτσια. Τα διάλεγε με προσοχή και ανεξάρτητα από τον τύπο τους, αν ήταν σκαρπίνια από δέρμα ή πρόχειρα αθλητικά, έπρεπε να νιώθει ασφαλή τα πέλματα να εφαρμόζουν. Και αδιάφορο αν ήταν για επίσημες στιγμές ή χρήση καθημερινή, εκείνος τα φρόντιζε με την ίδια επιμέλεια. Είχε μια σχέση φιλική μαζί τους, σχεδόν αγαπησιάρικη.
    Στη θέα των άδειων παπουτσιών ένιωθε, ανέκαθεν μια αδιόρατη ανησυχία να τον κυριεύει. ‘Ηταν κάτι το ακαθόριστο, σαν μια ξαφνική ομίχλη να τον τυλίγει.’Ενα ελαφρύ μούδιασμα απλώνοταν αστραπιαία σε όλο του το σώμα κι αμέσως, μετά χανόταν.
    Τα άδεια παπούτσια που κάποτε με τόση χαρά αγόρασε, για χρόνια τον “περπάτησαν” σε δρόμους μεγάλα φωτισμένους, αλλά και σε κακόφημα στενά, συχνά τον έφεραν. Τώρα περίλυπα και άδεια – άψυχα, χωρίς υπερβολή – μαραζώνουν ξεχασμένα.
    Στην όχθη εκεί της τελευταίας του απόπειρας να δραπετεύσει.