Blog

  • Η κατάσταση των πραγμάτων.

    Έχω την εντύπωση πως χρωστάω μια εξήγηση που από την ανάρρηση Μητσοτάκη στην αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας, γκρινιάζω με την αντιπολιτευτική τακτική αυτού του κόμματος, που εξάλλου δεν διανοήθηκα ποτέ να ψηφίσω.

    Παρομοίως, από το 2004, έως την ήττα του Παπανδρέου το 2007, έστελνα δημοσίως ραβασάκια  πως οι Νεοδημοκράτες έχουν οργανωμένη σπιουνιά μέσα στο τότε ΠΑΣΟΚ και του ακυρώνουν κάθε πρωτοβουλία.

    Μακριά από στρατηγικές και πολιτική τεχνική, ο Σύριζα εφαρμόζει ένα πολυδαίδαλο έργο υπονόμευσης του Μητσοτάκη, το οποίο δεν περιορίζεται στην αστραπιαία αντίδρασή του, σε κάθε δήλωση, σε κάθε επίθεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

    Το μυστικό, ένα μυστικό που το ξέρουν όλοι, είναι στη στήριξη που δέχονται οι κυβερνητικοί, από τους καραμανλικούς. Στις δυο φορές που την Νέα Δημοκρατία την κυβέρνησαν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Αντώνης Σαμαράς, οι καραμανλικοί είχαν πάρει άδεια από τη Σημαία και δήλωναν κωλυόμενοι.

    Πρώτη ένδειξη, πως το φλερτ προχώρησε, ήταν η κοινή ψηφοφορία, επί Μεϊμαράκη, υπέρ της συμφωνίας που προέκυψε από τις 17 ώρες διαπραγμάτευσης του Τσίπρα. Από το φθινόπωρο του 2015. Η νεοδημοκρατική συναίνεση έβαζε ταφόπλακα σε λαϊκίστικες τεχνικές, αλλά ακόμη και σήμερα ο Σύριζα ξεφτελίζει σε κάθε ευκαιρία εκείνη την περίοδο όπου όλα ψηφίζονταν με υπερδιακόσιες ψήφους στη Βουλή.

    Έκτοτε, οι εμμονικοί στον Σύριζα, εναντίον των ιδιωτικοποιήσεων και άλλων αντιστάσεων, αφήνονταν να λένε τα δικά τους, αλλά εντέλει η κυβέρνηση δέχτηκε δύο αξιολογήσεις, και μάλιστα η δεύτερη δεν έχει ίχνος από το γνωμικό «τράβα με κι ας κλαίω».

    Σε αυτήν την περίπου διετία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης σπαταλούσε πολύτιμο χρόνο, με επιδείξεις απλότητας και προσέγγισης «στα προβλήματα», όσοι οι άλλοι βάφτιζαν το μεγάλο κοινό στα νάματα της προσδοκίας επιδομάτων. Από το επίμονο αίτημα προώρων εκλογών, ο Μητσοτάκης αμύνεται υπέρ μιας μείωσης φορολογικών συντελεστών. Μόλις ο Σύριζα πήρε χαμπάρι πως αυτό το αίτημα έβρισκε ανταπόκριση, ο Τσίπρας ήδη δήλωσε πως αργότερα, θα προχωρήσει σε μειώσεις.

    Εκτιμώ πως θα το πράξει ως κύρια προεκλογική εξαγγελία πριν αποφασίσει εκλογές. Παράλληλα, έχει βουίξει ο τόπος ότι θα προτείνει τον Καραμανλή ως Πρόεδρο Δημοκρατίας.

    Οι Αμερικάνοι τον θέλουν, οι Ευρωπαίοι επίσης. Τα Σκόπια ετοιμάζουν την κωλοτούμπα τους, οι Αλβανοί, ό,τι και να λένε, αντιμετωπίζονται με ένα τάγμα εθνοφυλακής. Οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι τον παίζουν φιλικά έως αβέρτα. Ό,τι και να δοκιμάσει η Τουρκιά, δεν παίζει μεγάλο ρόλο. Το Αιγαίο θα γίνει ευρύτερη νατοϊκή βάση, μια διευρυμένη Σούδα, ενώ ο Γκιουλέν δεν είναι τόσο αδύναμος στα Βαλκάνια και στην δυτική Θράκη όσο δείχνει.

    Ο Μητσοτάκης, εντέλει άρχισε να φλερτάρει με μια πρόταση να γίνει Πρόεδρος ο Καραμανλής. Στην προσπάθειά του να επαναπατρίσει τους πεπεισμένους της χώρας Πρώτης ή Κιούπκιοϊ ή Εβδομίστας.

    Και ξαφνικά, διαφαίνεται το σχέδιο της κυβέρνησης. Αντί να ξεκινήσει αγώνα αντιπαλότητας με την πρόταση Μητσοτάκη, άρχισαν αρθράκια πως ο φταίχτης των μνημονίων είναι ο Καραμανλής και άλλες τρυφεράντζες. Για να προκαλέσουν επιβεβαίωση της άτυπης συμμαχίας, όχι να τον τρομάξουν. Πολάκηδες, Τσακνήδες και άλλοι ευαγείς, είναι η μακρά χειρ του συστήματός τους, όχι τρελαμέντος ιδεολόγοι. Εξάλλου, η καταβαράθρωση κάθε πράξης των κυβερνήσεων 2009-2014, εμποδίζει να προκύψει κανένας Βενιζέλος επικεφαλής μιας κεντροδεξιάς.

    Με Καραμανλή Πρόεδρο, την υπόσχεση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών ως έσχατης πράξης της παρούσας κυβέρνησης, και κάποια φιλοφρόνηση προς την Δεξιά των Νοικοκυραίων (ήπιος αντιμπαχαλισμός, έξωση μερικών από τους «ατακτούντες σαραντατρείς» και παρόμοια) οι εκλογές παίζονται στην κόψη του ξυραφιού.

    Η γνώμη μου παραμένει σταθερά μη έγκυρη. Αλλά με εντυπωσιάζει η ρηχότητα της Νεοδημοκρατικής στρατηγικής, που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το βαλκανικό, ευρωπαϊκό και υπερτλαντικό κλίμα.

  • Καταλαβαίνω (ίσως) να θέλει κανείς να αποκτήσει το αυτοκίνητο του Τζον Λένον ή της Μπριζίτ Μπαρντό. Αλλά του Ίντι Αμίν Νταντά;

  • Το Χιόνι ήταν Ταξικό

    The snow doesn’t give a soft white damn whom it touches.
     
    ― e.e. cummings
     
    Φωτογραφικές ανταποκρίσεις από τη χιονισμένη δυτική Ευρώπη. Χαμόγελα σιγουριάς πίσω από τριπλά τζάμια, μέσα από θερμοκοιτιδικά διαμερίσματα, μέσα στα πουπουλένια Gore-Tex μπουφάν, φορώντας τις μετα-αποκαλυπτικές Ugg μέχρι τον γαλλικό φούρνο της γωνίας όπου περιμένουν τα αχνιστά κρουασάν βουτύρου. Παρατηρώ τα χιονισμένα ενσταντανέ, αποτυπωμένα από τις κάμερες των άιφοουν που καταγράφουν μαζί με το λευκό πέπλο της φύσης και το πλεόνασμα επάρκειας που παρέχουν αφειδώς οι καλοκουρδισμένες κρατικές μηχανές που σκορπάν χονδρό αλάτι καθώς τα εκχιονιστικά τέρατά τους περιδιαβαίνουν αενάως τις μεγάλες λεωφόρους με απώτερο σκοπό την απρόσκοπτη λειτουργία του πανηγυριού τής κατανάλωσης. Για να μην παγώσει, μέρες που είναι, το αίμα του εμπορίου. Αλλά και γιατί πίσω από τις αντηλιακές κρέμες ενυδάτωσης και τα απαστράπτοντα Arnette καθρέπτες, κρύβεται πάντα ο τρόμος του κενού που παραμονεύει κάθε στιγμή απραξίας για να θεριέψει. Και έτσι συνεχίζεται η σχεδόν ελεύθερη ταλάντωση των κρυσταλλωμένων πομ-πομ της υποκρισίας που κρέμονται ανέμελα από τα πολύχρωμα σκουφιά των υπνωτισμένων κατοίκων των μητροπόλεων καθώς οδεύουν για ακόμα μια φορά προς τη γιορτή των Χριστουγέννων.
  • Δύο κόσμοι που αποτυγχάνουν στο παρόν

    Υπάρχει αυτό το κτίριο στη Μητροπόλεως χαμηλά κοντά στην πλατεία Μοναστήριον που έχει αυτό το παράλυτο και ακρωτηριασμένο σθένος να υπάρχει ενώ έχει απομείνει κουφιό και άδειο. Τα τζάμια των βιτρίνων δεν υπάρχουν ούτε στις γωνίες σαν επισήμανση κοφτερή.

    Ο διάκοσμος της πόρτας είναι σκονισμένος, αφόρητα μαύρος. Ενα κομμάτι ύφασμα δεμένο στις γωνίες της σιδεριάς κρύβει λίγο την ασχήμια του, διατηρεί την ιδιωτικότητα του κατά ένα μέρος, φροντίζει να κρατάει μακριά τους περαστικούς και να θέλγει τα ποντίκια. Αν λίγο φυσήξει και μετακινήσει το γκρι της κουρτίνας θα δεις να μπαίνει το φως από κάποιο παράθυρο αποθήκης και είναι τόσο απόκοσμο όλο αυτό. Βλέπεις τις πωλήτριες μέσα με τα υφάσματα να είναι σαν ξεκοκαλιασμένες μπαλαρίνες και να εξυπηρετούν, να εξυπηρετούν, να κόβουν, να μετρούν, να τυλίγουν. Τι αιώνιο μαρτύριο! Ακόμη περισσότερη σκόνη τις ραίνει και αυτές πουλάνε κλαρωτά καλύμματα σε πλούσιες κυρίες. Ποιος έχει χρόνο να κοιτάξει εκεί μέσα τι συμβαίνει;

    Από την απέναντι μεριά το κλειστό μαγαζί με την επωνυμία Νεράτζι. Ήταν τόσο δήθεν και φωτεινό σαν ωδείο μιάς χαρούμενης δασκάλας πιάνου που μισούσε τα παιδιά αλλά ήθελε να βγάλει πολλά χρήματα ώστε σπάσει όλα τα πλήκτρα του πιάνου ένα-ένα μια μέρα που θα είχε ένα κομπόδεμα γερό και κρατιέται με νύχια και με δόντια για να μην τα δείρει, να μην φτύσει τους μικρούς ατάλαντους μαθητές που κοιτούν τις συγχορδίες σαν ακατανόητα σημάδια σε χαρτί.

    Δύο κόσμοι που αποτυγχάνουν στο παρόν για όσο διατηρούνται σαν σημεία μιας κάποιας προσοχής που κατέληξε σε φιάσκο. Όπως οι κορνίζες με τα στέφανα και φόντο το κόκκινο βελούδο πάνω από τα προσκεφάλα των γονιών μας στη παλιά κρεβατοκάμαρα.

  • Του έρωτα και της μοναξιάς

    Υπάρχουν τραγούδια κλασικά, και υπάρχουν και εφήμερα. Τα πρώτα είναι αυτά που αντέξαν και αντέχουν στο χρόνο και τις διασκευές, τα δεύτερα είναι αυστηρά μιας χρήσεως, για τα πρόσωπα και την εποχή που γράφτηκαν.

    Πάμε στην υπόθεση της Κορίνας.

    Το τραγούδι Corinne Corinna ξεκίνησε μάλλον ως δημοτικό της Αμερικής, που ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά το 1928 αλλά φαίνεται ότι προϋπήρχε. Πέρασε διάφορες φάσεις και γνώρισε πολλαπλές ερμηνείες, ώσπου να παγιωθεί κάπως η μορφή του, μουσικά και στιχουργικά.

    Το είδος του τραγουδιού είναι δωδεκάμετρο country blues, μας πληροφορεί η Wikipedia. (Δηλαδή, τηρουμένων των αναλογιών, κάτι ανάμεσα στο δημοτικό και το ρεμπέτικο.) Το ενδαφέρον είναι ότι αυτό το τραγούδι γνώρισε πολλαπλές διασκευές και εκτελέσεις, σε διάφορα είδη, γιατί αγαπήθηκε και από τον κόσμο και από τους μουσικούς που ήθελαν να το τραγουδήσουν. Είναι ένα εύπλαστο, κλασικό τραγούδι του έρωτα και της μοναξιάς, και ο καθένας ερμηνευτής το φώτιζε και το αναδείκνυε με τον δικό του τρόπο.  Παραθέτω μερικές από τις πιο επιτυχημένες εκδοχές (γιατί είναι και κάποιες που δεν εντέχονται με τίποτα, κι ας παίζει κιθάρα ο Κιθ Ρίτσαρντς ή ο Έρικ Κλάπτον!)

    Το είπαν διάφοροι μπλουζίστες που ξέρουν από έρωτα και μοναξιά:

     

    Κι όπως όλοι ξέρουμε, από τα μπλουζ στο ροκ εντ ρολ είναι ένα τσιγάρο δρόμος

    https://www.youtube.com/watch?v=KFCXd9NanLY

     

    …και από το ροκ εντ ρολ στο σκέτο ροκ πάλι ένα τσιγάρο δρόμος, πιθανόν άλλου είδους (το τσιγάρο, όχι ο δρόμος), που συχνά επιστρέφει στα μπλουζ (ο δρόμος, όχι το τσιγάρο):

     

    Το είπανε και τζαζίστες, τότε που η τζαζ (ιδίως η Big Band) ήταν η ζωντανή μουσική της Αμερικής:

     

    Οι περισσότεροι εκτός Αμερικής μάλλον γνωρίσαμε το τραγούδι από την εκτέλεση που του έκανε ο νεαρός Μπομπ Ντύλαν, όταν ακόμα ήταν του φολκλόρ και τραγουδούσε στα πανηγύρια με τον Κώστα τον Σκαφίδα και τους Κονιτοπουλαίους. (Εδώ σε μια ηχογράφηση που εκτός όλων των άλλων, μας προετοιμάζει για τον νεαρό Διονύση Σαββόπουλο):

    https://www.youtube.com/watch?v=G5EEKfUz6IE

     

    Το τραγούδησε και μια από τις λίγες γυναίκες (εδώ που τα λέμε, από τους λίγους ανθρώπους, ανεξαρτήτως φύλου) που μπορούν να αναμετρηθούν μουσικά με τον Ντύλαν, η Τζόνι Μίτσελ ―εδώ με τη συνοδεία σαξοφώνου του Γουέιν Σόρτερ:

     

    Ο Πιτ Τάουνσεντ των Χου του έδωσε μια προσωπική και συνάμα πολιτική χροιά για τη Διεθνή Αμνηστεία:

     

    Ο Μποζ Σκαγκς προσπάθησε, με απόλυτο σεβασμό στη μουσική, να συγκεράσει τις απαρχές και την ιστορία του τραγουδιού σε μια σύγχρονη εκδοχή:

    https://www.youtube.com/watch?v=pOQp7mCNK38

     

    Πού καταλήγουμε; Εκτός από το ότι η μουσική και τα τραγούδια είναι σπουδαία υπόθεση, και ότι ο έρωτας και η μοναξιά γίνονται πιο ευβάστακτοι με ένα σωστό τραγούδι από το σωστό μουσικό για τον σωστό ακροατή, νομίζω ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε πόσα πολλά (και καλά) χρωστάμε στον Ντύλαν που αγάπησε τη μουσική και τα τραγούδια, τα μελέτησε και μας τα μετέδωσε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το Pretty Saro, ένα παμπάλαιο (του1700!) ξεχασμένο Αγγλικό δημοτικό τραγούδι που το ηχογράφησε το 1970 και δεν το κυκλοφόρησε ως το 2013. Να είναι καλά ο άνθρωπος.

  • Κάπου, στο βιβλίο αυτού του γνωστού συγγραφέα που τώρα μου διαφεύγει το όνομά του, μιλάει ο Ζορμπάς για το πάθος του για τα κεράσια. Μικρός, λέει, δεν τα χόρταινε ποτέ· τα σκεφτόταν συνεχώς μέχρι που έκλεψε μια ασημένια λίρα από τον πατέρα του κι αγόρασε μια τεράστια ποσότητα. Έφαγε τόσο πολλά που αρρώστησε και ξέρασε και λυτρώθηκε από το πάθος του. Από κάτι τέτοια φαίνεται η πονηριά του Ζορμπά καθότι οδηγείται σε συμπεράσματα μιλώντας για κεράσια και όχι για μελομακάρονα.

  • Ο ισόβιος κομιστής

    Ο ΙΣΟΒΙΟΣ ΚΟΜΙΣΤΗΣ

    Το πιθανότερο να μην σε ξαναδώ, ίσως
    οι δρόμοι μας, ποτέ να μην συμπέσουν.
    Κοιμήσου ήσυχος, για την αγάπη άλλος
    ξαγρυπνάει. Καιρός να μάθεις και αυτό
    πως πενιχρός παράδεισος του βίου μου
    υπήρξες, σπουδή λαμπρή στον θάνατο.
    Ο ισόβιος κομιστής της λύπης μου εσύ.

  • Εορταστικά παραμύθια

    Εάν έχετε μικρά παιδάκια ή εγγονάκια, ευκαιρία να μάθουν τα μυστικά της ζωής με ευχάριστο τρόπο, χωρίς κοριτσάκια με τα σπίρτα και παπουτσωμένους γάτους. Πάρτε τρία, να ‘χετε.

    Το παπάκι, αχ καλέ παπί

    Ήταν δυο παπάκια απέναντι στην ακροποταμιά και έβλεπαν το νερό. Λέει ο πάπιος: θέλω να περάσω το ποτάμι για να παίξουμε μαζί. Αλλά είμαι τοσοδούλης και δεν έχω αδιάβροχα πτερά. Αν βουτήξω, ευθύς θε να πνιγώ.

    Εγώ μπορώ να έρθω κοντά σου, του απαντά η παπίτσα, αλλά περιμένω έναν αγριόπαπιο με πράσινο φανταχτερό λαιμό και εάν φύγω, αυτός θα παρεξηγήσει και θα με ξεχάσει. Από την άλλη, αν έρθεις, θα ήθελα να φλερτάρω και με τους δυο σας.

    Ο πάπιος το σκέφτηκε, το ξανασκέφτηκε και στο τέλος  νίκησε ο έρωτας. Μπαίνει στο ποταμάκι,πνίγεται και τον παίρνει το νερό. Η παπίτσα συγκινήθηκε και άρχισε να κλαίει. Τότε προσγειώθηκε μπροστά της ολόχαρος ο αγριόπαπιος και την σκεπάζει με το βαθυκύανο πτέρωμά του.

    Μηγκλαίς, την παρηγορεί, είχα βρει μια συντροφιά χρυσόψαρα σε μια λούμπα και καθυστέρησα ώσπου τα έφαγα όλα. Σου υπόσχομαι να σε παίρνω μαζί μου στα τσιμπούσια. Είσαι πολύ ευαίσθητη και σε πάω.

    Βρεκεκέξ

    Φιλιόσαντε δυο μπακακάκια και η θηλυκιά προσέχει που ο σερνικός ήταν αδιάφορος. Αν δε με θέλεις, να μου το πεις, του παραπονιέται. Κι εκείνος βάζει το πόδι σε δωδεκάβολτο φις τηλεφώνου και ευθύς τινάζεται ολόχαρος και καυλωμένος επάνω της, οπότε η βατραχίνα τον πίστεψε και κάμανε μαζί πολλούς γυρίνους και γυρινάκια.

    Χελωνόσαυρες

    Δυο σαύρες κοψονούρες αγαπήθηκαν. Ο σαύρος τότε σπρώχνει δυο άδεια χάρτινα κουτιά από σερβιέτες και καλεί την σαυρίτσα να τα ντυθούνε. Θέλω να το κάνουμε σαν τις χελώνες, της λέγει. Να κοπανιόμαστε και να ακούγεται το νταπ ντουπ των κουτιώνε για να το ακούνε οι καρδερίνες και να ζηλεύουνε το πάθος μας. Ωραία ιδέα,είπε τότε εκείνη.

     

  • Το κιτς

    Στο ξεκίνημα του «Επιφανή Πολίτη», μιας εξαιρετικής αργεντίνικης ταινίας που παίχτηκε πριν μερικούς μήνες, ένας συγγραφέας παίρνει το νόμπελ και στον ευχαριστήριο λόγο του σχεδόν σνομπάρει το βραβείο, ελεεινολογεί τα κριτήριά του, μιλά με εστετική αυταρέσκεια.
    Μετά τον βλέπουμε να απορρίπτει μέσω της προσωπικής του γραμματέως μια σειρά από προσκλήσεις ακριβοθώρητων ινστιτούτων, πανεπιστημίων, εφημερίδων, για ομιλίες ή συνεντεύξεις.
    Αν μπορείς να τον πεις δήθεν, είναι αυθεντικά δήθεν, είναι δήθεν χωρίς να το προσπαθεί, είναι δήθεν επειδή αυθεντικά ζει και αναπνέει με το μεγαλείο του εαυτού του και της ύπαρξής του.
    Όταν τον προσκαλούν για να τον τιμήσουν στην γενέτειρά του, μια επαρχιακή κωμόπολη στην οποία έχει να πατήσει το πόδι του 40 χρόνια, εκείνος δέχεται.
    Σε μια από τις εκδηλώσεις εκεί, προβάλλεται ένα μικρό βιντεάκι, το οποίο είναι όσο πιο κιτς μπορεί να φανταστεί κανείς, όσο πιο γραφικά γλυκανάλατο, όσο πιο ενάντια σε κάθε ελάχιστο αισθητικό κανόνα, φτάνοντας να δείχνει τους γονείς του να βγαίνουν μέσα από ουράνια τόξα.
    Βλέπουμε τον συγγραφέα να κάθεται να το παρακολουθήσει και μετά βλέπουμε ολόκληρο το βίντεο. Όσο το βλέπουμε χαμογελάμε ή ίσως και γελάμε.
    Και μετά, με το τέλος του, ξαναβλέπουμε τον συγγραφέα.
    Είναι βουρκωμένος, είναι κατασυγκινημένος, έχει γίνει κουρέλι.
    Ό,τι έχει να κάνει με τα παιδιά μας ή τους γονείς μας ή τους έρωτές μας, ό,τι χτυπάει εν πάση περιπτώσει τον συναισθηματικό μας πυρήνα, αποτελεί τυφλό σημείο απέναντι στο κιτς.
    Όσο εστέτ και να ‘σαι, ό,τι σε πονά και σε συγκινεί τόσο ώστε να σε κάνει να κλάψεις, θα σε κάνει να κλάψεις ανεξαρτήτως της φόρμας μέσω της οποίας φτάνει μπροστά σου.
    Η αισθητική ξεκινά εκεί που καταφέρνεις να αποστασιοποιηθείς από το προσωπικό σου συναίσθημα, η αισθητική ξεκινά εκεί που καταφέρνεις να το μεταγράψεις με τρόπο τέτοιο, ώστε να μπορείς να διαχωρίσεις τη συγκίνηση που εσύ νιώθεις ανεξαρτήτως της φόρμας, από τη συγκίνηση που όντως εκπέμπει στον τρίτο ό,τι χώρεσες μέσα στη φόρμα και από την μη υπονόμευσή της από ό,τι κατάφερες να πετάξεις εγκαίρως.