Blog

  • Επί εδάφους παλαιού κατάγματος ήλθες και περπάτησες
    δεν άντεχε πολλά, ήταν το μέρος πονεμένο, με ξετίναξες.

  • Ορεινό ποίημα

    Απαλλάξτε με από τα Απαλάχια όρη
    Με τους βουνίσιους ατάραχους, σκαμμένα μάγουλα
    Και τετρακίνητα μηχανοκίνητα πουλάρια-

    Αφήστε με στην γκρίζα διαφήμιση των μεσαιωνικών εργολάβων
    Μιχαήλ ,Ευτυχούς των Αστραπάδων, Γεωργίου Καλλιέργη
    Μιχαήλ του Προελεύσι και άλλων, επιδραστικών

    Ενώ οι Πανσέληνοι,ο  Περπερής, ο δεινός Μάζαρις
    Ο σένιος Αστραπύρης, στεγνώνουν αβρά με πλήθος δακρύων
    Στο ανεμογκάστρι μιας λειψανάβατης Θεσσαλονίκης

  • Οι λαμπτήρες LED έχουν διάρκεια ζωής 50.000 ώρες. Αγοράζεις ήσυχος. Ξέρεις ότι θα σβήσεις πριν το καντήλι σου.

  • Ανεπίγνωστοι περιηγηταί ανεπιγνώστων τόπων

    Από την προφανώς ψευδεπίγραφη έκδοση των αδελφών Τζαγάστη «Αι συρίζουσαι πνοαί πέριξ του Τοπολοβίκου», Βράιλα, 1745, απόσπασμα:

    «Λιθόστρωτη οδός, η και Πλακωτή, ωδήγει δια της Τύμβης του Αγίου Ηλιού εις την Καπουτζήδαν των Παεζάνων, είτα δια του Μετοχίου της Μεταμορφώσεως της μονής Παντοκράτορος έφευγεν προς Αρδαμέριον και κατήρχετο εις Ζαβερνίκειαν και Γριμποτζάκι. Πλην εν τω επιπλάτω Ζυγώ ήτο υδατογέφυρα παλαιών αιώνων. Το ύδωρ, το ασφαλίζον την Θεσσαλονίκειαν από τον αυχμόν, εκέκτηντο οι μοναχοί του εν Βασιλευούση ακμάζοντος μετοχίου των Παντοκρατορηνών και άπαντες έδιδον πάκτα. Πρώτον  το ύδωρ έδιδε ζωήν εις τρία πλυντήρια χρυσού, αργύρου και μολύβδου, εν Πλατανακίοις, Γεδικλή και εις Γαύριανην έσωθεν Καλαρηνού. Ότε δε τα μεταλλεία εστούμπωσαν, κατά τας οργίλας Σκλαβηνικάς εκστρατείας, και αι ζιβύναι ετράπησαν εις άροτρα, μύλωνες ολοκαιρινοί ανεφύησαν εν τοις βηροίς και δικουρίας της χώρας του Κισσέως. ’Ανευ υπερβολής ποιάς, εμετρήθησαν, ευρέθησαν πολλαί δεκάδες και εκεί οι Κουλαϊται, οι μονασταί και οι χωρίται έτριβον σίτον και άλφιτα, αμή έως και παρούτην,την έλεγον και βοτάνην,  παρά το ακραίον Γραδεμπόρι. Εκύκλωναν δε το Σαλονίκιον και μαζί βωμοί πάγου, καταρράκτης αναψύχων τους κεκμηκότας και θησαυρός πυριτολιθου κάτωθεν των Ασωμάτων, άχρι του Γερανίου της Πινασώνος. Τανύν, τρεις πυκναί λόχμαι εκβλαστημάτων,σκωριών και αγραμμάδων, τύφλα να έχωσιν του Λαυρίου και του Δαμαστίου τα σύγχρονα, δεικνύουν τω στρατοκόπω τα αρχαία μπερεκέτια. Ουδείς ενδιαφέρεται, διότι την επάθατε την χλαμπάτσαν, γαημώ τις Έσπες υμών. Προσποιούμενος τον βαρδιάνον, εποίησα τόδε το ψευδοπαραδοσιακόν, δι΄εσέ, Τσεκελότ εφένδη, ίνα ανθιστείς πως μια και θα ρωτήξεις τι εστί «ανεπίγνωστος», φύλαε την γκλάβαν σου από του Αστραπά και του Καλλιέργη τα ακούσματα διότι τέτοιαν γεωγραφία εκλήθης να κυβερνήσεις, Καππαδόκα, Τίτυ, σγαύδαρι, γλουγλού και Βρυέννιε κακότυχε της Άννης Κομνηνής σύζυξ, επομένως ακόμη και εάν μάθεις την λέξιν, την έξιν του Χρόνου και του Τόπου δεν πρόκειται.»

  • Hunter S. Coelho

    Oι ημέρες συνήθως διαρκούν εικοσιτέσσερις ώρες. Μέσα σε αυτές τις εικοσιτέσσερις ώρες μπορούν να συμβούν πολλά, ενδεχομένως και τίποτε αν δεν είσαι αφοσιωμένος life spotter. Όσα τίποτε και να αθροίσεις, δεν καταλήγεις σε κάτι. Αν αθροίσεις πολλά μπορεί να καταλήξεις σε ένα τίποτε. Μερικές φορές απορώ γιατί ο Κοέλιο δεν καταπιάστηκε -δεν είμαι σίγουρος, όμως- και με τέτοιες φτηνές μαθηματικές ψευτοφιλοσοφίες. Ίσως γιατί έχει εμπιστοσύνη σε κάποια ορφανά του, καλήν ώρα, που μπορεί να καταφέρουν να αραδιάσουν εκατό λέξεις για να καταλήξουν στο τίποτε, ενώ θα ήταν προτιμότερο να σιωπήσουν γεμίζοντας χίλιες ανύπαρκτες αράδες που πάντα βρίσκουν πρόθυμους αναγνώστες. Όλα αυτά γραφτήκαν άνευ λόγου μέσα σε τρία λεπτά από τα χίλια τετρακόσια σαράντα της ημέρας. Απομένουν χίλια τετρακόσια τριάντα εφτά για να μην κάνεις κανένα πλάνο αφού αυτά, λένε οι κακές και φυγόπονες γλώσσες, δουλεύουν υπερωρίες για λογαριασμό σου ερήμην σου. Καλύτερα Χάντερ Τόμσον, αυτή η ωραία ράτσα έσφαζε τα ερήμην, κι ας εκλιπαρούσαν για έλεος, στο γόνατο.

  • Από μέταλλο ευγενές η λύπη,
    ιδανικό για να χαράξει στίχους.

  • Tο αμάραντο ρόδο μιας καλής ιδέας

    Σε ένα φωτοτυπάδικο στο Σιντριβάνι, παιδευόμουνα με το μεγάλο μαχαίρι του μαγαζιού, να πάρω ταχύτερα τα σχέδια. Με παρακολουθούσε ένας γέροντας. Αυτός έβγαζε φωτοαντίγραφα από μια μελέτη του. Πιάσαμε κουβέντα, αφού αμφοτέρων η δραστηριότητα ήθελε χειρωναξία και μόνον.

    Ήταν μελετητής-οραματιστής, κατά δήλωσή του. Είχε καταλήξει πως η χώρα και γενικότερα ο κόσμος έπασχε σε ένα και μόνο σημείο που έφερνε τον όλεθρο στην κοινωνία. Ποιο ήταν αυτό; Δεν ήταν εύκολα αναγνώσιμες οι συντεταγμένες του εδάφους. Έπρεπε να έχεις χάρτη για να εντοπίζεις τρισδιάστατα ένα σημείο του Χώρου. Κι αυτό έφερνε παραναγνώσεις, λαθάκια και άλλα ασεβή.

    Ο ίδιος πρότεινε την πυκνή εγκατάσταση στο έδαφος σταθερών τοπογραφικών σημείων, καλύτερα σε κυβάκι από μπετόν, όπως συνέβαινε στις κορυφές των βουνών. Σε ένα μπρούτζινο καρφί μπηγμένο σταθερά, να υπήρχαν γεωγραφικό μήκος και πλάτος, καθώς και το απόλυτο υψόμετρο. Θα ήταν αδύνατον έτσι να πεθάνεις ακαθοδήγητος.

    «Πόσο πυκνό;» τον ρώτησα. Έπαιξε το ματάκι του. «Αρχικά, σε κάναβο ένα επί ένα χιλιόμετρο. Μόλις το κράτος καταλάβει πόσο προσγειωμένοι και προσανατολισμένοι θα γινόμασταν, αμέσως θα πύκνωνε το δίκτυο. Το ιδεώδες θα ήταν ένα καρρεδάκι σταθερό δέκα επί δέκα μέτρα. «Προβολή στα πάντα, παιδί μου» εξήγησε. Το καρέ θα απλωθεί παντού. Ακόμη και σε δρόμους, ακόμη και στις ταράτσες των πολυκατοικιών, σε δάση και ποτάμια»

    «Και σε ποτάμια;»

    «Βεβαίως!» και μου δείχνει ειδικό εξάρτημα που θα μπήγονταν στις κοίτες του νερού.

    «Το βρίσκετε πολύ χρήσιμο, ε;» ενδιαφέρθηκα ελαφρώς σκασμένος.

    «Σκεφτείτε αλεξιπτωτιστή ειδικής αποστολής που προσγειώνεται κάπου και δεν έχει χάρτη. Αν δεν καταλάβει πού βρίσκεται, θα συλληφθεί πάραυτα. Ενώ κοιτάζοντας το τοπογραφικό μπρουντζάκι και τις αναγραφές του, θα ξέρει αυτομάτως πού είναι τα φίλια και που τα εχθρικά εδάφη»

    Ήταν βαρύ το μεσημέρι, έπρεπε να παραδώσω τα σχέδια και τον αποχαιρέτησα. Βρισκόμασταν μισόν αιώνα πριν, στη Σελήνη δεν είχαμε φτάσει και δεν υπήρχε σοβαρό πρόβλημα ανεργίας τότε. Και οι πρώτες εφαρμογές του GPS, oι υβριδικές, θα αργούσαν τουλάχιστον δέκα γεμάτα χρονάκια. Πλάκωσαν μετά εφευρέσεις και θαυματουργά μηχανάκια και ο πόθος του γέροντα μάλλον έμεινε μετέωρος.

    Αλλά σήμερα, βλέποντας στο φτερό δυο συνεδριακές μαζώξεις, στην Ελευσίνα του ενός,  στο «Ελ. Βενιζέλος» του αλλουνού, σκέφτηκα πως ο εμμονικός γεροντισμός καλά κρατεί και πως σύνεδροι, σήμερα, μάλιστα, σήμερα ,ασχολήθηκαν με εξαγγελίες, επαγγελίες, αναγγελίες και ευαγγελίες για του Γένους μας την προκοπή. Λόγια στα λόγια, κι άλλα λόγια. Με την διοίκηση, τις υπηρεσίες, τα νομοθετικά μας κείμενα, το Σύνταγμα και τα παραφερνάλια, επικαιροποιημένα με ασφάλεια έως το τέλος κάποιου παλαιού αιώνος, κι όμως, να εκλύεται θερμουργός προσδοκία από τις εξαγγελίες, επαγγελίες, αναγγελίες και λοιπές ευαγγελίες ενός μπατιρημένου συστήματος.

    Τουλάχιστον πάντως, θα σώζονται οι αλεξιπτωτιστές.

  • Τέτοια ώρα το καλοκαίρι ήσασταν στις παραλίες και βλέπατε τον ήλιο να πέφτει στη θάλασσα. Τώρα την έχετε δει αλλιώς. Έχει πια μπει για τα καλά στο μυαλό σας ότι είναι η γη που κινείται, μικροί μου ιεροεξεταστές.

  • Το μετέωρο βήμα του

    Το πήρα και το κράτησα, περιεργαζόμενος την ανάγλυφη λεπτομέρεια. Μου αρέσουν αυτές οι ακατέργαστες μινιατούρες τουριστικών προορισμών, οι αποτυπωμένες σε ευτελή σουβενίρ από ρητίνη. Κάτω από μπετονένια πολυώροφα στο λιμάνι των Αγίων Σαράντα, μέσα στο πλήθος της σκεπαστής στοάς με τους πάγκους, αντίκριζα μια γραφική εκδοχή της κωμόπολης, κάπως κυκλαδίτικη. Προορισμός που δεν υπήρξε κι ούτε θα υπάρξει: ασβεστωμένα σπίτια, εκκλησίες και καμπαναριά, τουριστικά σκάφη στο γαλάζιο.

    «Είναι το πιο καλό μας κομμάτι, πουλάει, δεν ξέρεις πόσο γρήγορα φεύγει», διέκοψε το ρεμβασμό μου η ενθουσιώδης φωνή του. Μου μίλησε στα ελληνικά κάτι όχι ασυνήθιστο για τα Τίρανα και το συνηθέστερο για τη Βόρεια Ήπειρο. Όμορφο πρόσωπο, σμιλεμένο, έδειχνε σαρανταπεντάρης. Σίγουρα χρειαζόμουν λίγη αφαίρεση ώστε να μετρήσω την πραγματική του ηλικία. Πιάσαμε οι τρεις τη συζήτηση, μέσα στην κουβέντα και η γερασμένη γυναίκα, η μητέρα του. Δουλεύουν μαζί, καλά πάνε οι δουλειές, τα καλοκαίρια ο πάγκος και το χειμώνα λίγα αγροτικά στο χωριό, στα περίχωρα. Με ρώτησαν από ποιο μέρος της Ελλάδας είμαι. Αυτοί δεν δούλεψαν ποτέ στην Ελλάδα. Όποτε έρχονται είναι για να επισκεφτούν συγγενείς.

    Κάτι γιατί ήθελα να τονώσω την περηφάνια του για το αντικείμενο που πουλούσε, κάτι γιατί οι καλοκαιρινές αναμνήσεις μου διατηρούνται καλύτερα μέσα στο ευτελές, ζήτησα να μου το τυλίξει να το αγοράσω. Σηκώθηκε απ’ την καρέκλα να πάρει χαρτί. Δεν είχα προσέξει τις πατερίτσες, τις ακουμπισμένες πίσω του. Τα πόδια του παραμορφωμένα κάτω από τη βερμούδα, το κορμί του το στήριζαν γυμνασμένα χέρια που κρατούσαν γερά το ξύλο.

    Με ρώτησε αν ήθελα κάτι άλλο, καμιά μακό μπλούζα με στάμπα. Αρνήθηκα. Τον ευχαρίστησα, τους χαιρέτησα και έφυγα.

    Υποσημείωση για ένα καλοκαίρι, τελευταίο βράδυ στην Αλβανία. Μια βδομάδα διακοπές, μόνος. Από λεωφορείο σε λεωφορείο – λεωφορεία διασυνοριακά, υπεραστικά, αστικά. Την επομένη, νύχτα πριν χαράξει, θα με έπαιρνε ταξιτζής μαζί με άλλους να με περάσει απ’ τα σύνορα για Ηγουμενίτσα, για το ΚΤΕΛ εκεί. Ήθελα ν’ αποφύγω το βουνό για Αργυρόκαστρο και την ουρά στο σταθμό στην Κακκαβιά.

    Όσα σύνορα κι αν περάσαμε, σπίτι επιστρέψαμε. Το δικό μου βήμα δρασκελιά, το δικό του μετέωρο πάνω από βουνά και φυλάκια. Και οι δύο ακόμα σπίτι, ο καθένας με το δικό του τρόπο επιστρέφει: το χειμώνα αγροτικά στα περίχωρα.

  • Bitcoin και Ρομαντισμός

    Στο παρελθόν μπορούσες να χάσεις τα χρήματά σου από τουλίπες ή αγοράζοντας μετοχές που σχετίζονταν με το εμπόριο στις Δυτικές Ινδίες (Mississippi Company). Ακόμα και αυτός ο ίδιος ο Νεύτων (ένας αναμφίβολα έξυπνος άνθρωπος) έχασε την περιουσία του επενδύοντας στη South Sea Company που διαχειριζόταν το μονοπώλιο του εμπορίου στις Νότιες Θάλασσες. Ήταν οι εποχές που ο δυνητικός πλουτισμός θα ερχόταν από μέρη όπου, λίγα χρόνια αργότερα, ένας Γκωγκέν θα τα επέλεγε για να δραπετεύσει και να δημιουργήσει. Σήμερα, η μόνη χειροπιαστή ευκαιρία που υπάρχει, γιατί υπάρχουν κι άλλες λιγότερο διακριτές, για να χάσεις τα χρήματά σου, βρίσκεται στο Bitcoin και τα υπόλοιπα cryptocurrencies που ξεφυτρώνουν κάθε μήνα. Η απομάγευση των καιρών δε φαίνεται πουθενά πιο καθαρά παρά στις φούσκες που μας πλαισιώνουν και μας χαρίζουν όνειρα γρήγορου και εύκολου πλουτισμού.
     
    Αλλά πόση σχέση με την πραγματικότητα έχει μια τέτοια περιγραφή; Η διάκριση ανάμεσα στις προαναφερθείσες πλάνες είναι κι αυτή μια πλάνη. Μια πλάνη μέσα στις πλάνες. Εκ πρώτης όψεως το Bitcoin φαντάζει τεχνοκρατικό και δείχνει να στερείται ρομαντισμού. Αλλά πεποίθησή μου είναι, ότι ούτε τεχνοκρατικό είναι, ούτε στερείται ρομαντισμού. Το Bitcoin ενέχει όλα τα στοιχεία που κάνουν το εγχείρημα της ευρύτερης διάδοσής του όχι μόνο μετα-τεχνοκρατικό αλλά και κατεξοχήν ρομαντικό. Το Bitcoin είναι μια εφαρμογή (ένα νόμισμα) του κυβερνοχώρου. Με το Bitcoin μπορεί κάποιος να πραγματοποιήσει όλες τις οικονομικές συναλλαγές που θα πραγματοποιούσε με ένα παραδοσιακό νόμισμα και μέσω ενός παραδοσιακού μέσου (πιστωτική κάρτα, Paypal, κ.λπ.), αλλά με μια σημαντική διαφορά. Το Bitcoin κάνει τις συναλλαγές απόρρητες. Πληροφοριακά, για όσους δεν το έχουν ακόμα προσέξει, ένα Bitcoin ισοδυναμούσε στις αρχές του χρόνου με 730$ ενώ τώρα ανταλλάσσεται με 18.800$. Η κατακόρυφη αυτή άνοδος κρύβει ίσως πίσω της την πεποίθηση ότι είμαστε στα πρόθυρα μιας εναλλακτικής μορφής οικονομίας. Το Bitcoin παρακάμπτει όλες τις μορφές ελέγχου που ασκούν μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις, όχι μόνο μέσω των σχετικά απλοϊκών καταγραφών συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες για φορολογικές ή άλλες χρήσεις, αλλά και μέσω των ελέγχων που ασκούν οι κεντρικές τράπεζες με την νομισματική πολιτική τους. Το Bitcoin προστατεύει τα προσωπικά δεδομένα κατά τρόπο απόλυτο. Αν διαθέτεις σύνδεση στο διαδίκτυο μπορείς μέσω Bitcoin να κάνεις τα πάντα χωρίς τη διαμεσολάβηση καμίας κεντρικής και συγκεντρωτικής μορφής εξουσίας. Και γι’ αυτό ακριβώς το Bitcoin είναι μέτα-τεχνοκρατικό. Η κυκλοφορία του δεν υπόκειται στον έλεγχο καμίας πολιτικής εξουσίας, αλλά και κανενός τεχνοκράτη. Το Bitcoin, μετά τη δημιουργία του, είναι καθαρή, ανόθευτη, αυτορυθμιζόμενη αξία. Είναι ό,τι πιο ανόθευτο έχουμε γνωρίσει σε οικονομική ελευθερία από τις εποχές πριν τη βιομηχανική επανάσταση. Τις εποχές που άνθισαν οι φούσκες που ανέφερα στην αρχή. Αλλά ενώ το Bitcoin μπορεί να διαθέτει αυτή τη σχεδόν μαγική, για τα σημερινά πολιτειακά δεδομένα δύναμη, υπόκειται, και αυτό, στους νόμους της αγοράς και άρα εκθέτει τον καθένα μας στις νοοτροπίες και στους κινδύνους απέναντι στους οποίους είχαν βρεθεί οι πληθυσμοί των αρχών του 18ου αιώνα. 
     
    Αλλά ας επιστρέψω στον ρομαντισμό του τίτλου. Τι είδους ρομαντισμό μπορεί να αποπνέει το Bitcoin; Η έννοια ρομαντισμός έχει την απλή, καθημερινή ανάγνωση που αναφέρεται στην τάση εξιδανίκευσης και ωραιοποίησης μιας κατάστασης, αλλά έχει και την ανάγνωση που αναφέρεται στο κίνημα του ρομαντισμού. Κίνημα κυρίως στη τέχνη, που κορυφώθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, που ήρθε ως αντίδραση στην επέλαση της βιομηχανικής επανάστασης και στην προσέγγιση της φύσης μέσα από τα μάτια της επιστήμης. Το κίνημα του ρομαντισμού έδινε μεταξύ άλλων έμφαση στην ατομικότητα και στο συναίσθημα. Σήμερα, το Bitcoin, με την ακόμα αχαρτογράφητη φύση και κυρίως χρήση του, ασκεί στα δικά μας μάτια γνήσια ρομαντική γοητεία σχεδόν παρόμοια με αυτή που ασκούσαν στους ανθρώπους των αρχών του 18ου αιώνα τα μονοπώλια εμπορίου των επίσης αχαρτογράφητων μακρινών θαλασσών. Και λέω σχεδόν γιατί το κίνημα του ρομαντισμού θα έκανε την εμφάνισή του περίπου εκατό χρόνια μετά από τις οικονομικές φούσκες που αναφέρθηκαν. Στο παρελθόν, το εμπόριο από μακρινές περιοχές απέπνεε ρομαντισμό με την απλή ανάγνωση μιας εξιδανίκευσης και ωραιοποίησης όπου σε δεδομένες στιγμές είμαστε έτοιμοι να δώσουμε υπέρμετρη σημασία στις θετικές πλευρές κάποιου εγχειρήματος και πλημμελή στις αρνητικές. Αλλά εμείς, σήμερα, πέρα και πάνω από την απλή αυτή ανάγνωση του ρομαντισμού, μετασχηματιζόμαστε και σε γνήσια τέκνα ενός νέου κινήματος ρομαντισμού. Μέσα σε ένα ολοένα και πιο ρυθμιζόμενο οικονομικό περιβάλλον, μέσα σε ένα περιβάλλον πλήρους και ολοκληρωτικής καταγραφής κάθε δραστηριότητάς μας, αναζητούμε καταφύγια ατομικότητας, και γιατί όχι συναισθήματος, μέσω της χρήσης μιας πρωτοποριακής εφαρμογής που υπόσχεται συναλλαγές έξω από τον ασφυκτικό πλέον κλοιό ελέγχου των κυβερνήσεων και των κεντρικών τραπεζών τους. Το τίμημα που καλούμαστε να πληρώσουμε για ένα αυτορυθμίζομενο νόμισμα, που προστατεύει απόλυτα τα προσωπικά μας δεδομένα, είναι οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης στην ανόθευτη μορφή τους. Το διακύβευμα του Bitcoin είναι κατεξοχήν ρομαντικό.