Author: Νικόλας Σ. Ζαλμάς

  • Για αυτό δεν ξεχνάμε

    Ένα σύνολο από 228 ονοματεπώνυμα είναι σκαλισμένα πάνω σε αυτή την μαρμαρόπλακα.

    Διακόσιες εικοσιοκτώ ψυχές, που εκτελέστηκαν από τις Γερμανικές δυνάμεις Κατοχής πριν από 74 χρόνια. Δίστομο. Η Βοιωτική κωμόπολη, αποτελεί άλλη μια ιστορική μαρτυρία της Γερμανικής πρακτικής.

    Αν υποτεθεί δε, ό,τι μπορεί να σταθεί ως επιχείρημα, πως τα αντίποινα ενάντια στον άμαχο πληθυσμό, ήταν δικαιολογημένα επειδή υπέθαλπαν αντάρτικες ομάδες, θα πρέπει να μας πουν τι είδους βοήθεια προσέφεραν βρέφη και δεκάδες παιδιά,  που σφαγιάσθηκαν την 10η Ιουνίου του ’44 μαζί με 117 γυναίκες.

    Ας μην κρυβόμαστε. Οι Γερμανοί έκαναν ό,τι έκαναν, επειδή μπορούσαν. Ίσως επειδή γνώριζαν ότι στο τέλος, κανείς δεν θα τους ενοχλήσει με σκοπό την απόδοση της δικαιοσύνης. Ενδεχομένως διότι σε κάποιους από αυτούς ήταν αρεστό.

    Στο φινάλε, τι είδους δικαιοσύνη μπορεί να αποδοθεί πάνω από πτώματα βρεφών, παιδιών και αμάχων γυναικών; Δεν προβλέπεται ποινή για τέτοιου είδους βαρβαρότητα. Ούτε παραγράφεται. Μήτε συγχωρείται.

    Για αυτό δεν ξεχνάμε.

  • Τι φέρνει μια νεροποντή!

    Ήρθε ως συνήθως, στις θερμές ώρες της ημέρας, τουτέστιν καταμεσήμερο, φυσικά απρόσκλητη και όλως αιφνιδίως.

     

    Απροετοίμαστος ανέβαινα την Αλεξάνδρας, πήρα την προειδοποίηση στην διασταύρωση με την Ιπποκράτους με μια τρομερή βροντή και μόλις που πρόλαβα να κρύψω δίκυκλο και εαυτόν κάτω από το στέγαστρο της Λεωφόρου.

    Ξέσπασε με ορμή όπως κάθε αξιοπρεπής ανοιξιάτικη νεροποντή. Προστατευμένος, κοιτούσα πίσω από την κουρτίνα του νερού τα Κουντουρώτικα. Σχεδόν ενενήντα χρόνια βρίσκονται εκεί, από τότε που οι Αμπελόκηποι ήταν μποστάνια και κήποι, έως τις μέρες μας που είναι μηχανική βουή και καυσαέρια.

    Περίμενα να αδειάσουν και τα δυο ρεύματα της Αλεξάνδρας, όχι και τόσο εύκολο και τα απαθανάτισα χωρίς την παρέμβαση των οχημάτων, αν εξαιρεθούν αυτά που είχαν παρκάρει πάνω στο πεζοδρόμιο.

    Στίγματα μιας πόλης με προβλήματα, μαρτυρίες παθών και καταστροφών. Προσφυγικές κατοικίες. Μαζί με εκείνες στον Νέο Κόσμο, τότε που τον ονομάτιζαν Δουργούτι, ή της Νέας Φιλαδέλφειας. Κάτι σαν υπαρκτά αφηγήματα του 20ου αιώνα.

    Κάτω από τον βαρύ ουρανό, εκείνη η εικόνα της εγκατάλειψης έρχεται σε πλήρη αντίθεση με  παράπλευρα, πομπώδη κτίρια που εκφράζουν το σήμερα. Όπως το «Θέμιδος Μέλαθρον», ο στομφώδης όγκος του οποίου, οικοδομήθηκε πάνω σε βασανισμένα και αποτρόπαια  κομμάτια ιστορίας, απαραίτητα ωστόσο για να μας θυμίζουν το παρελθόν.

    Ήταν οι φυλακές «Αβέρωφ», χειρονομία του ευεργέτη προς το Θρόνο, που ισοπεδώθηκαν, επί Απριλιανών και μαζί τους χάθηκε, άλλο ένα κομμάτι των προηγηθέντων. Λες και η μνήμη δεν είναι αρετή.

    Η νεροποντή κράτησε μερικά λεπτά, δρόσισε την πόλη, ταλαιπώρησε οδηγούς, αναβάτες και διαβάτες. Συνέχισα την πορεία μου, ακούγοντας τις βροντές να απομακρύνονται. Δεκατρία χρόνια νωρίτερα, μια λαμπρή φθινοπωρινή μέρα είχα κρατήσει σε μια εικόνα τον ανατολικό τοίχο της πρώτης συστοιχίας των προσφυγικών. Έφερε πάνω του τα σημάδια του Εμφύλιου. Όπως τόσες γενιές που μεγάλωσαν μετά.

  • Άνθρωποι & Ζώα

    Στην εβδόμη, εκ των εννέα Ιστοριών του, την Πολύμνια, ο Ηρόδοτος μας περιγράφει την μεγάλη εκστρατεία των Περσών εναντίον των Ελλήνων. Εκείνη που κατέληξε με την περίφημη μάχη του Μαραθώνα.

    Το όλον έργο, γραμμένο στην Ιωνική διάλεκτο, 40 χρόνια μετά το γεγονός,  όταν ο αφηγητής ήταν 46 χρονών, αποτελεί την θεμελιώδη βάση της Ιστορίας του δυτικού πολιτισμού.

    Στην Πολύμνια λοιπόν, περιγράφει την δύναμη του ιππικού των Περσών, υπολογίζει σε περίπου 80.000 ιππείς το πλήθος τους με επικεφαλής τα δυο παιδιά του Δάτη, τον Αρμαμίθρη και το Τιθαίο, αλλά και τον Φαρνούχη. Ο τελευταίος όμως εγκατέλειψε την εκστρατεία στις Σάρδεις.

    Η αιτία, ήταν ένα ατύχημα. Ενώ ίππευε, ένα σκυλί χώθηκε ανάμεσα στα πόδια του αλόγου του. Ο ίππος τρόμαξε και καθώς σηκώθηκε όρθιος, στα δυο πισινά του πόδια, πέταξε στη γη τον αιφνιδιασμένο αναβάτη του. Από την πτώση, ο Φαρνούχης τραυματίστηκε, αιμορράγησε από το στόμα αναγκάζοντας τον εκ των επικεφαλής των ιππέων, να χάσει την συναρχηγεία.

    Πλημμυρισμένος από οργή, ο Φαρνούχης δίνει διαταγή στους δούλους του να τιμωρήσουν το άτυχο ζώο. Το οδηγούν λοιπόν στο ακριβές σημείο που πέταξε κάτω τον αναβάτη του και του έκοψαν τα πόδια από τα γόνατα!

    Τούτη η αποτρόπαια πράξη μας δίνει ένα μέτρο της βαρβαρότητας που χαρακτήριζε την ανθρωπότητα κάποιους 25 αιώνες νωρίτερα. Στις πολιτισμένες μέρες των πολιτισμένων κρατών του σήμερα, απαιτούνται νόμοι προκειμένου ο πολίτης του 21ου αιώνα να μην συμπεριφέρεται κακουργηματικά στα ζώα.

    Αυτά τα 2.500 χρόνια πολιτισμού δεν τον βοήθησαν και πολύ. Να το θυμόμαστε αυτό, κάθε φορά που φτάνει στην αντίληψή μας, κάποια βαρβαρική πράξη του δίποδου απέναντι στα τετράποδα.

  • Ένα διαφορετικό ρέκβιεμ

    Σε αυτές τις περιπτώσεις η είδηση, έχει την ίδια βαρύτητα με τον τρόπο που γίνεται αποδεκτή.

    Ειδικά στην εποχή μας, όπου η φαινομενική πολυφωνία προσφέρεται σχεδόν δωρεάν στο διαδίκτυο, ενώ την ίδια στιγμή αντανακλάται ο πολιτισμός μας, μέσα από τα σχόλια των αναγνωστών.

    Εννοώ ότι ως συνήθως υπάρχουν δυο κατηγορίες προσώπων. Εκείνοι που γνώρισαν, συνεργάστηκαν, συμμάχησαν ή συγκρούστηκαν με τον εκλιπόντα,  και εκείνοι που μόνον διαβάζουν τα τεκταινόμενα, αν υποτεθεί ότι το κάνουν και αυτό προσεκτικά, αλλά θέλουν να έχουν και άποψη. Κρατάμε τις κρίσεις των πρώτων, όσο υποκειμενικές και να είναι, ως λιγότερο αποπροσανατολιστικές. Μελετάμε τις απόψεις των δεύτερων ως καθρέπτη της κοινωνίας μας.

    Ευθύς ξεκαθαρίζω, ότι την εκλιπούσα, Μαριάνθη -Μάνια- Τεγοπούλου δεν την γνώριζα, συνεπώς καταχωρούμαι στην δεύτερη κατηγορία. Γνώριζα όμως την «Ελευθεροτυπία», της οποίας υπήρξα συνεπής αναγνώστης από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε το θέρος του ’75 και για τα επόμενα 25 τουλάχιστον χρόνια.

    Προφανώς αυτό δεν με καθιστά ειδικό και πολύ περισσότερο κριτή, τόσο για τις αιτίες της κατάρρευσης της επιχείρησης που εξέδιδε την εφημερίδα, όσο και την συμμετοχή της εκλιπούσης.

    Η Μαριάνθη -Μάνια- Τεγοπούλου, εγκατέλειψε τα εγκόσμια στα 59 της έτη, υποκύπτοντας στις επιδράσεις του οινοπνεύματος. Εκατομμύρια άνθρωποι είχαν τέτοιο τέλος. Κάποιοι από αυτούς διάσημοι. Όπως ο George Best στα 59, ο Richard Burton στα 58, η Billy Holliday στα 44, ο Alexander Godunof στα 45 του και τόσοι άλλοι.

    Καμμιά πρωτοτυπία μέχρι εδώ συνεπώς, μα η θανατερή σχέση με το αλκοόλ, μοιραία οδηγεί σε σκέψεις για τα όποια αδιέξοδα της. Η αποστασιοποιημένη και άσχετη με τα γεγονότα ταπεινότητά μου, στέκεται σε δυο – τρία στοιχεία.

    Κατ’ αρχάς, έλκομαι από το γεγονός ότι δεν εντόπισα παρά δυο μόνον φωτογραφίες της στο διαδίκτυο. Αυτές οι δυο, οι γνωστές. Το κορίτσι με τις αφέλειες, με το βλέμμα προς τα κάτω, με μορφή του θυμίζει κάτι από κάποιο επίσης μαυρόασπρο καρέ της Ulrike Meinhof. Και μια έγχρωμη φλου. Πέραν τούτων των εικόνων ουδέν.

    Υπάρχει ασφαλώς η συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό «Οδός Πανός».  Εκεί αντικρίζουμε έναν άνθρωπο που σκέφτεται μεγαλόφωνα. Απευθύνεται στο κοινό, μα ομιλεί σαν να κουβεντιάζει αποκλειστικά με έναν πολύ δικό της. Κάτι τέτοιο δεν είναι δημοφιλές στην πλατιά μάζα. Ενίοτε και δυσερμήνευτο. Δίνει όμως στοιχεία. Ημερομηνίες, ποσά, γεγονότα. Περιγράφει τις συνθήκες. Από κει και πέρα είναι θέμα ερμηνείας.

    Εντόπισα ένα  σημείωμα στο ζουρναλίστας με την υπογραφή «zooρλός», καθώς και μια ενδιαφέρουσα περιγραφή για τις θερινές στιγμές της, τότε πού ήταν 30άρα και ο Κίτσος κυρίαρχος στο χώρο. Επίσης, βρήκα πολύ ανθρώπινο το αντίο του Γιώργου Χρονά.

    Αρκετές από τις υπόλοιπες αναρτήσεις δεν είχαν πολλά να πουν, εκτός από την πρόθεσή τους να διεκδικήσουν «κλικ». Αναμενόμενο.

    Ως μη ωφελημένος ή θιγμένος από οποιαδήποτε ενέργεια της εκλιπούσης, αντιμετωπίζω την αποχώρησή της από τα εγκόσμια με θλίψη. Όχι τόσο για τον θάνατο, όσο για τον τρόπο.

  • Τα άσπρα μαύρα

    Η μεγαλύτερη, η πιο οδυνηρή πλαστογραφία είναι η αντιστροφή της πραγματικότητας.

     

    Ειδικά για σοβαρά θέματα. Ένα πολύ χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα είναι η απόπειρα που έγινε τον πρώτο κιόλας Αύγουστο των Απριλιανών.

    Τότε λοιπόν, επιχειρήθηκε η ολοκληρωτική ανατροπή των πεπραγμένων στο διαβόητο μπλόκο της Κοκκινιάς. Στην εκδήλωση που διοργανώθηκε από την Στρατιωτική Διοίκηση Πειραιώς, υποστηρίχτηκε ότι «οι κουκουλοφόροι καταδότες ήταν μέλη του Κ.Κ.Ε.» και πως οι εκτελεσθέντες δεν ήταν παρά «οι κακούργοι της Ο.Π.Λ.Α.»Απ

    Ένα χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του ’68, ο Δήμαρχος Νίκαιας, το πήγε παρακάτω, αποκαλώντας τους δράστες «μασκοφόρους προδότας κομμουνιστάς» και τα θύματα ως «αθώους εθνικόφρονας πολίτας της Νικαίας».

    Ιστορική λεπτομέρεια: ο δοτός Δήμαρχος της επταετίας ταγματάρχης ε.α., ήταν ανιψιός του διοικητή των Ταγμάτων ασφαλείας, τα οποία με τις Γερμανικές δυνάμεις Κατοχής, έσφιξαν τον κλοιό τα ξημερώματα της μοιραίας εκείνης 17ης Αυγούστου.

    Αργά το απόγευμα της ίδια μέρας, άφηναν πίσω τους 350 πτώματα, δεκάδες καμένα φτωχόσπιτα και μερικές χιλιάδες κάτοικοι της Κοκκινιάς όδευαν ως όμηροι στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Χίλιοι εξ αυτών δεν επέστρεψαν ποτέ στις εστίες τους.

    Χρειάστηκε ένας Δεκέμβρης, τρία χρόνια Εμφύλιου, ένα παρακράτος τέρας, ένα βασιλικό και άλλο ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, για να αποδοθούν με ακρίβεια τα γεγονότα. Στο ενδιάμεσο, το ’64, έγινε και μια τολμηρή κινηματογραφική προσπάθεια από τον Άδωνη Α. Κύρου, που κρίθηκε θετικά στην εποχή του.

    Τα θυμήθηκα όλα τούτα, τα σοβαρά και τα μοιραία γεγονότα, που στιγμάτισαν ανεπανόρθωτα χιλιάδες ανθρώπους, αντικρίζοντας σχόλια, κριτικές και παιχνίδια με κάτι ευτελές και αδιάφορο μπροστά σε εκείνες τις μυλόπετρες της Ιστορίας.

    Αναφέρομαι στις αντιθέσεις που εξέφρασαν παράγοντες του χώρου στο πρόσφατο, 64ο Διεθνές Ράλυ Ακρόπολις. Το περιεχόμενο τους, το επίπεδο  και τα μέσα που εκφράστηκαν τα χαρακτηρίζουν. Όλα δε, εστιάζουν στο να αντιστρέψουν, με τρόπο σφόδρα ανέντιμο τα γεγονότα.

    Θέλω να πω, ότι αν διατηρείς ψήγματα υπευθυνότητας:

    Δεν σέρνεις προσβολές στους τοίχους του f/b, για να δημιουργείς εντυπώσεις, ανάμεσα σε όμοιούς σου ή άλλους ανυποψίαστους και όχι ιδιαίτερα σχετικούς.

    Δεν μπουκάρεις στην αίθουσα Τύπου κραδαίνοντας τα επίσημα έντυπα του αγώνα, κραυγάζοντας περί μιας λάθος ημερομηνίας, λες και ανακάλυψες τον Νέο Κόσμο, τον οποίον επιπροσθέτως λογίζεις ως τις Ινδίες..

    Δεν βγαίνεις, ως απατημένη σύζυγος, να μουρμουράς για απλήρωτη εργασία τρίτων στην κρατική τι βί, κρίνοντας ανθρώπους που πριν μήνες εναγκαλιζόσουν και θερμά ασπαζόσουν. Ειδικά όταν παρακαλούσες, αυτούς τους τρίτους τους απλήρωτους, να παραμείνουν στο πόστο τους.

    Δεν επικαλείσαι στο twitter έννοιες που πάντα καταπατούσες: π.χ. Σεβασμός. Και όχι, μην συγχέεις τα «μούτρα» με την αδιαφορία. Και ναι, είσαι τυχερός που μόνον αδιαφορούν.

    Δεν ασκείς χαμηλή μικροπολιτική, μόνον διότι κατάλαβες πως είσαι πρώην παράγων. Ούτε διότι δεν έγινες ποτέ, παρά τις προσπάθειές σου. Ειδικά αν δεν τα καταφέρνεις με τα γράμματα.

    Δεν μοιράζεις τα έντυπά σου, στις εκδηλώσεις ενός μαγαζιού που παντοιοτρόπως έχεις με ατιμία μειώσει. Ειδικά αν αυτά τα έντυπα δεν αποτελούν κάτι το ιδιαίτερο, για το πούμε πολύ διακριτικά.

    Δεν κάνεις κουβέντα για «συμμορία», όταν και οι πλέον αφελείς έχουν αντιληφθεί ότι η δική σου παρουσία συγγένευε με τον όρο κατά πως τον θέτεις.

    Δεν λες άλλα στο vis a vis και άλλα από πίσω. Και όχι, δεν είναι χαριτωμένο. Αρρώστια είναι.

    Όλες αυτές οι συμπεριφορές, δεν είναι μόνον απρεπείς, αγενείς, ή απαράδεκτες. Είναι κυρίως, δηλωτικές του επιπέδου.

    Για να το κλείσουμε, το θέμα. Τα πάντα μπορούν να λεχθούν. Υπάρχει ο τρόπος ο σωστός. Ο υπεύθυνος, ο λογικός.

    Υπάρχει και ο τρόπος του Πλυτζανόπουλου. Ό,τι μπορεί ο καθένας. Ό,τι μπορεί.

    Διότι έκαστος εφ’ ω ετάχθη.

  • O Robert, o Bobby & οι άλλοι.

    Απόπειρα ερμηνείας μιας εποχής και των πρωταγωνιστών της.

     

    Σαν να υπήρξαν δυο R.F.K. Ο ένας ήταν ο Robert. Εκείνος που συμμετείχε στην διαβόητη επιτροπή του γερουσιαστή Joseph McCarthy, η οποία ουκ ολίγους κατέστρεψε. Ήταν ο ίδιος που ανέλαβε το υπουργείο Δικαιοσύνης και έδωσε γραπτές οδηγίες για υποκλοπές των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του M.L. King jr.

    Έπειτα ήταν ένας άλλος. Ο Bobby. Ο σαραντάρης γερουσιαστής με την φράντζα που όλο διόρθωνε. Ο πολιτικός που ανακάλυψε την φτώχεια, τον διαχωρισμό, την πείνα, την έλλειψη στέγης, την άλλη Αμερική. Το πλουσιόπαιδο που βγήκε από το καβούκι του και κάποια στιγμή κρεμάστηκαν πάνω του, όλες οι ελπίδες των Η.Π.Α. Κατηγορήθηκε για καιροσκοπισμό, υμνήθηκε για ιδεαλισμό.

    Μισός αιώνας πέρασε, από την στιγμή που τρεις βολίδες από ένα 22άρι, σφηνώθηκαν στο κεφάλι και στο κορμί του, μέσα στην κουζίνα του ξενοδοχείου Ambassador στην πόλη των Αγγέλων. Στιγμές νωρίτερα, πανηγύριζε μαζί με τους υποστηρικτές του, μια σημαντική νίκη στην πολιτεία της Καλιφόρνια που του έδινε ένα μεγάλο προβάδισμα για το χρίσμα του Δημοκρατικού κόμματος.

    Κανείς δεν μπορεί να προφητεύσει, πώς θα ήταν η Αμερική, αν στις εκλογές του ΄68, επικρατούσε ο Robert F. Kennedy. Οκτώ χρόνια μετά την οριακή νίκη του αδελφού του, πάνω στο Ρεπουμπλικάνο R. M. Nixon, ένας άλλος Kennedy, επιφανειακά τουλάχιστον πιο ριζοσπάστης, πιο τολμηρός, πιο έτοιμος να αντιμετωπίσει ακρότητες, πιθανότατα θα κέρδιζε τον ίδιο επίμονο αντίπαλο.

    Και αν γινόταν αυτό, κανείς δεν μπορεί να ξέρει σε πόσο διαφορετικό κόσμο, θα μεγάλωναν οι επόμενες γενιές. Οι ευαισθησίες που είχε αναπτύξει, μέσα από τη διαδικασία συνειδητοποίησης ενός κόσμου που υπήρχε, ζούσε και προσπαθούσε πέρα και μακριά από τα υπουργεία, τη γερουσία και την μυθική περιουσία της οικογένειάς του, είναι ένα είδος εγγύησης, μια ολότελα διαφορετική προσέγγιση.

    Το αν θα τον άφηναν, το τι είδους εμπόδια θα συναντούσε είναι ένα άλλο θέμα. Πρόθεση πάντως υπήρχε. Όπως υπήρχε, και ακόμα πλανάται, θεωρία συνωμοσίας για την δολοφονία του. Ο καταδικασθείς ως δολοφόνος παλαιστινιακής καταγωγής με Ιορδανική υπηκοότητα Σιρχάν – Σιρχάν, ο οποίος ακόμα τελεί υπό κράτηση και του έχουν αρνηθεί κάθε αίτημα αναστολής της ποινής, ευθύς εκ πρώτης στιγμής δήλωσε ότι δεν θυμάται τι συνέβη.

    Παράλληλα υπάρχουν αρκετές διφορούμενες μαρτυρίες για την στιγμή των πυροβολισμών, θεωρίες για δύο όπλα και φωνές για σημαντικά ευρήματα που στην πορεία του χρόνου, χάθηκαν. Κάποια πράγματα δεν θα γίνουν γνωστά, στις τρέχουσες τουλάχιστον γενιές.

    Το αποτέλεσμα είναι, πως η πολιτική ωρίμανση του R.F.K., η μετάβαση του από μέλος της επιτροπής McCarthy σε υπερασπιστή των μειονοτήτων, των εγχρώμων, των πολιτικών δικαιωμάτων, σε αμφισβητία του πολέμου στην Ινδοκίνα, δεν θα μάθουμε αν θα μετουσιωνόταν, σε μια τολμηρή, ουσιαστική πολιτική.

    Μια πολιτική με στόχο να μικρύνει τα χάσματα, να οδηγήσει στην κοινωνική ειρήνη, με λιγότερη βία και περισσότερη ανθρωπιά, καλύτερες προοπτικές. Η Αμερική, μαζί και ο κόσμος, μπορεί να είχαν άλλην εικόνα σήμερα.

    Σήμερα, που οι τουρίστες, περνούν έξω από το σπίτι των Σιρχάν, στο οποίο ακόμα κατοικεί ο αδελφός του, σταματούν τα λεωφορεία, κατεβαίνουν και τραβούν φωτογραφίες. Για ποιόν λόγο άραγε;

    Ο Bobby, ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας που χανόταν. Προηγήθηκε η Rose Marie, η οποία μπορεί να εγκατέλειψε τα εγκόσμια το 2005, αλλά από το ’41 ζούσε σε ίδρυμα, μετά την λοβοτομή στην οποία υποβλήθηκε, αφού το αποφάσισε ο πατέρας της Jo, χωρίς να ενημερώσει τη σύζυγό του Rose.

    O μεγαλύτερος από τα εννέα παιδιά του Jo και της Rose Kennedy, έχασε τη ζωή του τον Αύγουστο του ’44, στα 29 του χρόνια. Παρότι είχε εκτελέσει ως πιλότος βομβαρδιστικού, 25 αποστολές από την Μ. Βρετανία και μπορούσε να επιστρέψει στην πατρίδα του, δήλωσε εθελοντής  στο μυστικό πρόγραμμα «Αφροδίτη». Ήταν η πρώτη απόπειρα τηλεχειρισμού, οπλισμένου με δέκα τόνους εκρηκτικών,  αεροσκάφους. Εξερράγη στον αέρα και η διαφαινόμενη, μεταπολεμική πολιτική καριέρα του πρωτότοκου δεν πραγματοποιήθηκε.

    Σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, τον Μάιο του ’48, λίγες εβδομάδες μετά τα 28α γενέθλιά της, σκοτώνεται επίσης σε αεροπορικό δυστύχημα η Kathleen Kennedy.  Ήταν σύζυγος του William Cavendish, Μαρκησίου του Hartington. O γάμος τους κράτησε τέσσερις μήνες. Μόλις 28 μέρες μετά την απώλεια του Jo jr., ο Μαρκήσιος σκοτώθηκε από βολή ελεύθερου σκοπευτή. Έφερε τον βαθμό του ταγματάρχη και η αποστολή της μονάδας του ήταν η κατάληψη της πόλης Heppen του Βελγίου, την οποία υπερασπίζονταν δυνάμεις των SS.

    Ο τέταρτος και πιο οδυνηρός θάνατος της οικογένειας ήταν, αναμφίβολα, εκείνος του J.F.K. Ήταν ο τέταρτος πρόεδρος που έχαναν οι Η.Π.Α. από πυρά δολοφόνου και εκείνος που συνοδεύτηκε από τα μεγαλύτερα και σε κάποιο βαθμό αναπάντητα ερωτηματικά.

    Τον Ιούνιο του ’68, η απώλεια του R.F.K. δεν έκλεισε τον κύκλο της συμφοράς για την οικογένεια, η οποία θα συνεχιζόταν αμείωτη πλήττοντας και τις επόμενες γενεές. Σαν ένα μήνυμα, απρόσμενης αισιοδοξίας, μπορεί να εκληφθεί,  η γέννηση της Rory Kennedy, ενδέκατου και τελευταίου τέκνου του Bobby και της Ethel, 5 μήνες και 6 μέρες μετά τον θάνατο του γερουσιαστή πατέρα της.

    Bobby&Ethel

    Εικοσιεννέα χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του ‘99 η Rory, θα παντρευόταν τον εκλεκτό της καρδιάς  της, Mark Bailey, στην Ελλάδα. Στο μεταξύ είχε χάσει την τελευταία μέρα του ’97, τον αδελφό της Michael LeMoyne Kennedy, σε δυστύχημα στο χιονοδρομικό κέντρο του Aspen, ο οποίος ξεψύχησε στα χέρια της. Νωρίτερα, τον Απρίλιο του ’84, είχε θρηνήσει την απώλεια του 29χρονου  αδελφού της, David, από υπερβολική δόση ναρκωτικών.  Είχε επίσης μεταφέρει την ημερομηνία του γάμου της, λόγω του θανάτου του εξαδέλφου της J.F.K. jr. γιού του 35ου προέδρου, των Η.Π.Α. σε αεροπορικό δυστύχημα.

    Στις 11 Απριλίου του 2018, η Ethel συμπλήρωσε το 90 έτος της ζωής της. Παντρεύτηκε στα 22 της, έφερε στον κόσμο έντεκα παιδιά, έζησε δεκαοκτώ χρόνια έγγαμου βίου και στις μέρες μας, συμπλήρωσε μισό αιώνα χηρείας.

    Μετά τον θάνατο του συζύγου της, σύστησε το κέντρο R.F.Kennedy για δικαιοσύνη και πολιτικά δικαιώματα. Το 2014, μια γέφυρα πάνω από τον ποταμό Anacostia μετονομάστηκε σε Ethel Kennedy προς τιμήν της, σε αναγνώριση της περιβαλλοντολογικής και κοινωνικής της ευαισθησίας. Την ίδια χρονιά της απονεμήθηκε το προεδρικό μετάλλιο της ελευθερίας από τον Πρόεδρο Obama, για την αφοσίωσή της στην προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της προστασίας του περιβάλλοντος και της μείωσης της φτώχειας.

    Ethel Kennedy

  • Λύπη

    Μιλούσα, τηλεφωνικά,  με πρόσωπο που εκτιμώ κι από όσο καταλαβαίνω, αυτό, είναι αμοιβαίο. Το γοητευτικό της υπόθεσης είναι, ότι η σχέση μας δεν έχει ούτε χρονικό βάθος, ούτε πλατφόρμα κοινών εμπειριών. Εννοώ ότι δεν έχουμε συνυπάρξει ως συμμαθητές, συμφοιτητές, σειρούλες στο στράτευμα, συνάδελφοι, ή γείτονες. Τίποτα. Ήμαστε απλώς συνομήλικοι και οι ζωές μας τμήθηκαν, τυχαία, πριν τέσσερα χρόνια. Έκτοτε έχουμε ανταλλάξει απόψεις και εκτίμηση.

    Το εξίσου καλό είναι ότι κανείς δεν προσπάθησε να αξιοποιήσει αυτή τη σχέση. Δεν γνωρίζω πού κατοικεί, δεν ξέρει πού είναι το σπίτι μου. Μοιραστήκαμε ένα μόλις κοινό τραπέζι και αυτό επαγγελματικό, μαζί με άλλους έξι συνδαιτυμόνες. Η χθεσινή κουβέντα λοιπόν, ήρθε για ένα τρίτο πρόσωπο, που κανείς μας δεν συμπαθούσε. Αιτία, ήταν ο θεσμικός  ρόλος του σε κάτι  που μας αφορούσε. Ήταν, είναι ο λόγος που κάποια πράγματα που αγαπούσαμε πήγαιναν στραβά. Μου είπε λοιπόν ότι αναγκάστηκε να τον συναντήσει, ότι ήταν γερασμένος, ότι δεν ήταν καλά στην  υγεία του, και όλα αυτά του έβγαλαν ένα συναίσθημα λύπης.

    Έχω νιώσει ακριβώς έτσι, έντονα μάλιστα, για άλλα πρόσωπα που τους έδωσα χώρο να μου απαυτώσουν μερικές πολύ αγαπημένες γωνιές της ζωής μου. Ατυχώς το πράγμα επεκτάθηκε και η μόλυνση πέρασε και σε πιο ζωτικά σημεία της. Μετά από δεκαετίες όπου καμιά δικαιοσύνη δεν αποδόθηκε, οι συνθήκες με φέρνουν στο ίδιο συναίσθημα. Της λύπης. Μπροστά σε αυτά τα γερασμένα, ταλαίπωρα ανθρώπινα ερείπια νιώθω λύπη.

    Η  εικόνα τους σήμερα είναι ο ορισμός της θλίψης. Κι εμείς ξεχνάμε τις μικρότητές τους, το όργιο φιλαυτίας τους, και κυρίως όσα ισοπέδωσαν, όσα κούρσεψαν από όπου πέρασαν. Ταυτόχρονα αφήνουμε ελεύθερη, κάποια αόριστη χριστιανικότητα να τους καλύψει με τη δική μας λύπη.

    Θα μείνει το ερώτημα αν ο κόσμος γίνεται έτσι καλύτερος με τη δική μας λύπη, ή αν βαθιά μέσα τους, αυτά τα ανθρώπινα συντρίμμια μας θεωρούν ακόμα μαλάκες. Δεν μιλάμε για συγχώρεση. Αυτό είναι ένα άλλο, μεγαλύτερο, δυσκολότερο κεφάλαιο. Μιλάμε για λύπη. Αν και ως συναίσθημα, είναι ανεξέλεγκτη. Εκλύεται αυτογενώς, αυθόρμητα. Ανθρώπινα. Ιδιότητα που απουσίαζε από τα παραδείγματα μας.

    Ηλικιωμένος σε κατάσταση λύπης. Vincent van Gogh. Λάδι σε καμβά, φιλοτεχνημένο την άνοιξη του 1890, στο Saint-Rémy. Εκτίθεται στο μουσείο Kröller-Müller, στο Otterlo της Ολλανδίας

  • Όπως τα κρεβάτια

    Οι  ιδιότητες της  φύσης, όπως τουλάχιστον μας τις  διδάσκει η καθημερινότητα,  απαντώνται και στην ψηφιακή τεχνολογία.  Ή καλύτερα στις εφαρμογές της. Το καλό συνυπάρχει με το κακό, το δίκαιο αγωνίζεται μέσα στη φουρτούνα της αδικίας, το άσχημο επιπλέει πάνω στο όμορφο και η κουταμάρα συχνά κατατροπώνει την εξυπνάδα.

    Το ότι δεν είμαι κάτοχος σελίδας στο facebook, δεν σημαίνει ότι δεν ξέρω τι συμβαίνει με αυτό, ούτε ότι δεν υποψιάζομαι τι γίνεται μέσα σε αυτό. Δεν είμαι αντίθετος στην ύπαρξή του. Τουναντίον το είχα θαυμάσει όταν προ πενταετίας άκουγα 70χρονο αγαπητό μου πρόσωπο, να εξηγεί πως μισό αιώνα αργότερα βρέθηκαν, μίλησαν και συναντήθηκαν συμμαθητές που είχαν χαθεί, στα κύματα της δεκαετίας  του ‘50. Το βρήκα πολύ ανθρώπινο και συγκινητικό.

    Βρήκα επίσης πολύ βοηθητικό και δείγμα αλληλεγγύης, την δημιουργία των groups. Άνθρωποι με τα ίδια βάσανα, πολίτες με τις ίδιες ανησυχίες βρίσκουν απαντήσεις και διέξοδο μέσα από έναν δημόσιο διάλογο. Οργανώνονται και προχωρούν πιο συντεταγμένα. Δεν μπορώ να αρθρώσω ούτε συλλαβή κριτικής για ό,τι αξιέπαινο, δημιουργικό, φανερό και θαρραλέο κομίζει τούτη η τεχνολογική εφαρμογή.

    Η άλλη πλευρά του νομίσματος όμως, είναι άκρως απογοητευτική. Και άλλο τόσο ανησυχητική. Δεν αναφέρομαι στις αδιάφορου και χαμηλού επιπέδου «πού πήγα, πού έφαγα» αναφορές, ούτε  στα ποσταρίσματα με αόριστα υπονοούμενα και άχρηστες βρισιές, δείγματα περιορισμένου δείκτη ευφυίας και χαμηλότερου πολιτισμού.

    Αναφέρομαι στην απόπειρα  χάραξης πολιτικής, πάνω σε θέματα που ενδιαφέρουν τον καθένα με απόψεις και κρίσεις ανθρώπων που κινούνται με ιδιοτέλεια, ή ακόμα χειρότερα προσώπων ασχέτων με το θέμα που αγγίζουν. Είναι ένας στρόβιλος που παρασύρει ανυποψίαστους, φυσιολογικούς ανθρώπους σε μια επικίνδυνα καθοδική τροχιά.

    Ό,τι γίνεται στο καφενείο είναι συχνά γραφικό, σαφώς λαογραφικό, συχνότερα και εύθυμο. Γίνεται όμως εκεί μέσα και έως εκεί. Γίνεται από ανθρώπους με όνομα, με πρόσωπο, με ζωή.  Ό,τι γίνεται δημόσια και συχνά χωρίς ταυτότητα απαιτεί προσοχή, ειδικότερα στις πονηρές εποχές που διανύουμε, όπου ο κάθε αφελής και ανύποπτος μπορεί να γίνει το προϊόν του κάθε επιτήδειου.

    Οι σελίδες του facebook είναι όπως τα κρεβάτια. Πάνω τους γίνεται η πιο θαυμαστή λειτουργία της πλάσης. Πάνω τους επίσης συμβαίνει και το πιο μοιραίο. Αλλά δεν μπορείς να αποθεώσεις τα ντιβάνια για τον έρωτα, ούτε να σιχτιρίσεις τις νοσοκομειακές κλίνες για το θάνατο. Ο κόσμος θα ερωτευόταν και θα πέθαινε ακόμα και αν δεν είχαν ανακαλυφθεί τα κρεβάτια.

    Μια πλατφόρμα είναι. Τίποτα άλλο. Όπως ακριβώς το facebook, μα και η ευρύτερη χρήση του διαδικτύου. Μπορείς να ζήσεις με αυτό και  χωρίς αυτό. Τουλάχιστον προς το παρόν. Εφόσον ζεις με αυτά, ζήσε καλά. Μην το αφήσεις να σε κάνει χειρότερο. Και κυρίως μην το αφήσεις να γίνει δικαστήριο, αστυνομικό τμήμα, βαγόνι ρουφιανιάς, τόπος ατιμίας.

  • Επιστολές

    κάτι, σαν ένα δοκίμιο, για χαμένες συνήθειες

    Πρόσφατα, έλαβα δυο γράμματα. Να μια λέξη σχεδόν ξεχασμένη. Γράμμα – επιστολή. Οι μόνοι, σχεδόν, φάκελοι που φθάνουν στα σπίτια είναι λογαριασμοί, ειδοποιητήρια, προσφορές. Απαιτήσεις, γενικώς. Πράγματα τυποποιημένα, επίμονα, ψυχρά, μα και αδιάφορα, όταν δεν είναι ενοχλητικά.

    Η κλασική επιστολογραφία: «το αυτό επιθυμώ δι’ υμάς» έχει εκλείψει. Ο 21ος αιώνας, ήρθε φουριόζος με τα e-mail, με την ψηφιακή τεχνολογία του, προσφέροντας την δυνατότητα της αποστολής ενός μικρού ή μεγάλου κειμένου, μιας εικόνας, ενός μουσικού αρχείου, στην άλλη άκρη της γης, σε δευτερόλεπτα, αλλά αφαίρεσε στο σύνολό της, την νοσταλγία του αληθινού ταχυδρομείου. Όπως ακριβώς και η ψηφιακή τεχνολογία αφαίρεσε το μαγικό τρόπο που αναδυόταν μια μαυρόσπρη εικόνα πάνω στο φωτογραφικό χαρτί, βυθισμένο στα χημικά, σε ένα περιβάλλον κόκκινο.

    Με το email δεν μπορεί το κορίτσι να στείλει στον αγαπημένο της φαντάρο, ένα ρυζόχαρτο ποτισμένο στο άρωμα που την περιβάλει, ούτε το αποτύπωμα των κραγιοναρισμένων χειλιών της.

    Προκειμένου να διαβάσεις το «γράμμα», δεν έχεις ανάγκη από ηλεκτρικό, από Η.Υ., από έξυπνο κινητό. Ακούς τον ήχο του φακέλου που σκίζεται, το ξεδίπλωμα του χαρτιού και διαβάζεις το ιδιόχειρο κείμενο του αποστολέα.

    Ήταν και εκείνη η προσμονή, ήρθε; Όχι ακόμα. Ίσως αύριο. Κι άνοιγες γεμάτος περιέργεια το κουτί του ταχυδρομείου. Πόσα γράμματα δεν έκαναν, τόσους ανθρώπους να κλάψουν; Είτε από χαρά, είτε από πίκρα.

    Δεν προπαγανδίζω την ανωτερότητα των γραμμάτων. Θυμάμαι μοναχά το ξεχασμένο, αυτό, καθεστώς. Το γραφικό χαρακτήρα, που ήξερες σε ποιόν ανήκε, τις σφραγίδες του ταχυδρομείου, τα γραμματόσημα, το χρώμα του φακέλου. Ήταν ένα είδος τέχνης. Όλη αυτή η σύνθεση.

    Με αυτά τα χαρακτηριστικά, έφθασαν, απρόσμενα, οι δυο φάκελοι. Αποστολείς δυο Γιάννηδες, γνωστοί σε μένα από δεκαετίες, άγνωστοι μεταξύ τους. Ιδιοχείρως γραμμένα τα στοιχεία των αποστολέων και του παραλήπτη στους φακέλους, με αυτό το προσωπικό στοιχείο, να τα κάνει να διαφέρουν από την τυποποίηση των αδιάφορων και σπάνια ευχάριστων επιστολών.

    Στο χρώμα που βάφουν τα παράθυρα στην Πάτμο, κάτι απροσδιόριστο ανάμεσα σε γαλάζιο και γκρίζο, με σαφή ίχνη της παλιακότητάς του, ανεσύρθη από το γραμματοκιβώτιο ο ένας.

    Το γραμματόσημό του ήταν μια ενδιαφέρουσα μαυρόασπρη σύνθεση πορτρέτων του Σάκη Καράγιωργα που επέζησε, έστω και ακρωτηριασμένος, από την Χούντα, αλλά δεν τα κατάφερε στο κομματικό περιβάλλον του Πα.Σο.Κ. και του Κώστα Γεωργάκη που στα 22 του χρόνια, τον Σεπτέμβρη του ’70, αυτοπυρπολήθηκε στην πλατεία Giacomo Matteotti της Γένοβας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών.

    Κανένα email δεν έχει κανένα γραμματόσημο και ως εκ τούτου δεν δημιουργείται κανένας συνειρμός, καμμιά θύμηση και πολύ περισσότερο καμιά συγκίνηση.

    Στην πίσω πλευρά του, ο φάκελος, είχε γραμμένες κάτω δεξιά τις εξής λέξεις: I know u miss him (ξέρω ότι τον έχεις επιθυμήσει). Πριν τον ανοίξω, σκέφτηκα ότι θα ήταν κάτι για κάποιο αγαπημένο πρόσωπο που δεν ζούσε πιά. Ήταν όμως κάτι πολύ λιγότερο νοσταλγικό και πολύ περισσότερο ευχάριστα, ειρωνικό. Ήταν η φωτογραφία ενός πρώην κοινού, πρώην «φίλου» μας.

    Τον αποτύπωνε με αινιγματικό υποανθυμειδίαμα, με πουράκι στα τελειώματά του, με ακριβό ρολόι, στις Σποράδες με μαγιό και γυαλιά ηλίου, σε τραπέζι έτοιμο για κάποιο, μάλλον, λιτό πρωινό. Η εικόνα είχε μια θεατρικότητα, που ατυχώς, θα έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να αντιληφθούμε (τόσο ο αποστολέας όσο και ο παραλήπτης) πόσο πολύ την χρησιμοποιούσε, την εκμεταλλευόταν και ταυτόχρονα τη χλεύαζε ο φωτογραφημένος. Σχιζοφρενικό αλλά ακριβές. Πλούσια αλλά, Χαμένη η ζωή του. Και φανατικά άκληρη, από ιδεολογία ή αδυναμία άγνωστο.

    Χαμογελούσα πλατιά, αρκετή ώρα, αντικρύζοντας την φωτογραφία, διαβάζοντας το μπιλιετάκι του αποστολέα, πριν τον πάρω τηλέφωνο:
    – ρε συ Γιάννη, λες να πληρώνονται όλα εδώ;
    – Να είσαι σίγουρος !
     

    Ο άλλος, φάκελος προσγειώθηκε στο γραφείο σε μέγεθος Α4, λευκός με κάποια αδιάφορα γραμματόσημα που απεικόνιζαν σταφύλια, όχι εκείνα της οργής. Μέσα έκρυβε πολύ προσεκτικά συσκευασμένα, 14 τυπωμένα δισέλιδα από σκαναρισμένο βιβλιαράκι ηλικίας 91 ετών.

    Στο εξώφυλλο είχε τον θυρεό της Ε.Λ.Π.Α. χωρίς την βασιλική κορόνα, καθώς το χρονικό σημείο που εκδόθηκε (1927), ανήκει σε μια περίοδο που περιγράφεται, άτυπα, ως η Δεύτερη Ελληνική Δημοκρατία.
    Από τον Μάρτιο του ’24 έως τον Νοέμβριο του ’35 η Ελλάδα είχε Πρόεδρο και όχι Βασιλέα, προσπαθούσε να επουλώσει πληγές βαθιές, ο διχασμός θέριευε, ενώ έπρεπε να θρέψει, να στεγάσει το 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες από τα ανατολικά παράλια, από όπου ξεριζώθηκε ο ελληνισμός ύστερα από αιώνες.

    Βρισκόμαστε λοιπόν στο 1927, η Λέσχη έχει, δεν έχει γιορτάσει τα τρίτα της γενέθλια, παρ’ όλα αυτά προκηρύσσει τους «Β’ Διεθνείς αγώνες Αυτοκινήτων».
    Πρέπει να ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα περιπέτεια, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε προπομπό του Α΄Ράλυ Ακρόπολις που διοργανώθηκε 26 χρόνια αργότερα. Απλώνεται από την Μονεμβάσια μέχρι την Καβάλα, και ποιος ξέρει οι συμμετέχοντες, τι μαγικές εικόνες είδαν.

    Πλήρως κατατοπιστικό το φυλλάδιο, με κανονισμό, αίτηση συμμετοχής, χάρτη, χιλιομετρικές αποστάσεις και πλήθος καταχωρήσεων για αυτοκίνητα (Morris, Dodge, Fiat), καύσιμα (Shell, Pratt’s), ελαστικά (Dunlop -στην μετάφραση Ντούνλοπ-, Εγκελμπερτ) αλλά και για το «Καλλιτεχνικόν Τυπογραφείον της Βραδυνής».

    Τακτοποίησα τους δύο φακέλους, έριξα με την ευκαιρία, μια ματιά σε επιστολές ανθρώπων που αγαπούσα και είχα λάβει πριν 30 ή 40 χρόνια και συνειδητοποίησα ότι το μέλλον, δεν θα έχει καμιά επιστολή κανενός Σεφέρη σε καμία Μαρώ.

    Κανενός Καββαδία που θα ‘γραφε:
    «Όσο για το δικό μου Πάσχα… Ανήμερα φτάσαμε στην Αλεξάνδρεια. Πρώτη φορά που λυπόμουνα γιατί ταξιδεύω. Δεν μας έλειπε τίποτε από το τραπέζι. Μονάχα το κέφι. Πάλι, για πρώτη φορά στη ζωή μου στεναχωρήθηκα με τις αισχρές ιστορίες που συνηθίζουνε οι ναυτικοί στο τραπέζι. Ήθελα να ‘μουνα στην Αθήνα να πάμε μαζί βόλτα στις εκκλησιές. Είχα ένα κέφι για κλάματα».

    Το αυτό και για το πλήθος των επιστολών που έστειλαν όλοι οι λαμπεροί Έλληνες που διακόνησαν τα γράμματα, αλλά και για τα εκατομμύρια άλλων «γραμμάτων» που γράφτηκαν σε βαπόρια, σε τόπους εξορίας, από την πρώτη γραμμή του πυρός, σε φοιτητικούς κοιτώνες, από ανθρώπους απεγνωσμένους ή ευτυχισμένους, ερωτοχτυπημένους ή αδιάφορους.

    Που ταχυδρομήθηκαν από λιμάνια, από χωριά, από μεγαλουπόλεις. Ακόμα και εκείνα, που από ένα λάθος, δεν έφτασαν ποτέ, ή δεν διαβάστηκαν ποτέ, είτε από καπρίτσιο, είτε από πίκρα.

    Το μέλλον, θα έχει ηλεκτρονικά αρχεία, χαμένα σε δαιδαλώδεις βάσεις δεδομένων, απρόσωπα μηνύματα, εγκαταλελειμμένα στα έγκατα σκληρών δίσκων.

    Δεν αναρωτιέμαι, γιατί δεν μ’ αρέσει (άλλο θέμα που είναι τόσο βολικό).

  • Περί Ανοίξεως

    Αφού διέγραψε την καλπάζουσα πορεία της, παραδίδει, όπως πάντα, στο θέρος.

    Ο ποιμήν και το ποίμνιο. Ανατολικά της Θήβας.

     

    Τμήμα του κάμπου που εκτείνεται, ανάμεσα σε Καλλίδρομο, Οίτη, Παρνασσό.

     

    Ατάραχη η γαλή σε ζωντανό φόντο. Λουτρά Υπάτης.

     

    Αμήχανος ποιμενικός μπροστά στον αδιάκριτο φακό. Προσήλιο.

     

    Φρέσκος, ζωντανός έλατος. Δροσοχώρι.

     

    Συμπαθώς αναιδής και με ύφος ο επιτραπέζιος, φοβισμένος και ενοχλημένος ο γήινος. Παλαιοχώρι.

     

    Δελφινοπομπή. Σαρωνικός.