Author: Θωμάς Ξωμερίτης

  • Να λησμονήσω μπορεί

    Διαβάζω ότι ο Πρωθυπουργός προσανατολίζεται στο άνοιγμα των συνόρων της χώρας για τον εισερχόμενο τουρισμό από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ζώνης Σένγκεν και το Ισραήλ, το αργότερο από αρχές Ιουλίου ίσως και από μέσα Ιουνίου. Αναμένονται ανακοινώσεις από τον ίδιο.

    Αντιγράφω: Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι υγειονομικές αρχές της χώρας έχουν δώσει το πράσινο φως και μένει η οριστικοποίηση της ημερομηνίας. Αυτή θα εξαρτηθεί από τα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας, τα οποία στην παρούσα φάση είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά.

    Η υπογράμμιση δική μου. Επιδημιολόγος δεν είμαι αλλά μου κάνει εντύπωση το δίχως διακρίσεις άνοιγμα σ’ όλες αυτές τις χώρες. Αν ήμουν επιδημιολόγος θα ήθελα να εξετάσω και τα επιδημιολογικά δεδομένα ανά χώρα της ομάδας χωρών στην οποία ανοίγουμε τα σύνορα.

    Δεν κάνω κήρυγμα για τήρηση των αποστάσεων, για συνωστισμούς σε πλατείες και συντριβάνια, για κινητές συναυλίες στυλ καιρού των τσιγγάνων. Αλλά τα λογικά χάσματα της κάθε πολιτικής βγάζουν βαθύτερα το μάτι όταν υποστηρίζεται ότι πατούν σε επιχειρήματα ειδικών. Εκτός αν μου διαφεύγει κάτι. Τότε ας είχα τον ειδικό να μου εξηγήσει.

    Από την άλλη, ίσως ελάχιστους περιμένουμε σαν ανοίξουν τα σύνορα. Δεν πιστεύω ότι είναι πολλοί οι επιθυμούντες να ταξιδέψουν αυτό το καλοκαίρι. Μου έγραψε σε μήνυμα κάποιος φίλος από Αμβέρσα: Minister Theocharis was on the news here, he is VERY optimistic about tourism this summer. Η υπογράμμιση δική του.

    Πιθανά πολιτική απόφαση εκ του ασφαλούς το άνοιγμα των συνόρων. Πολιτικό κόστος θα ήταν αν παρέμεναν κλειστά – δεν θα μαθαίναμε τον μικρό αριθμό των καλοκαιρινών επισκεπτών. Πάντως, δεν ξέρω, έχουμε τον αυθορμητισμό και την παρόρμηση της στιγμής των young and restless Βέλγων και των όσων σε Λαγανά και Φαληράκι. Στην τελευταία περίπτωση ελπίζω σε καλή τύχη.

  • Flatiron

    Ήταν στις αρχές του περσινού καλοκαιριού όταν ξεκίνησαν οι εργασίες στο εγκαταλειμμένο κτίριο στη συμβολή Λιοσίων και Αχαρνών. Νόμιζα ότι η ανακαίνιση γινόταν για μετατροπή σε διαμερίσματα ή ξενοδοχείο. Κάποια στιγμή σταμάτησε οποιαδήποτε δραστηριότητα και θεώρησα ότι το εγχείρημα είχε ξεμείνει από λεφτά. Κρίμα, σκέφτηκα, γιατί το παλιό κτίριο είναι όμορφο. Αλλά το εγχείρημα δεν ναυάγησε, το διαπίστωσα όταν διάβασα ότι επρόκειτο για Κέντρο Αστέγων του Δήμου με τον κάπως βαρύγδουπο (για το αυτί μου) τίτλο Πολυδύναμο Κέντρο Άστεγων του Δήμου Αθηναίων.

    Δεν έχει βέβαια σημασία ο τίτλος, σημασία έχει ότι στις μέρες της καραντίνας επιστρέφοντας σπίτι, κόβοντας όπως πάντα από την Πλατεία Βάθης, τους πρωτοείδα αρχές Απριλίου σε τραπέζια κάτω από την παρόδια στοά του κτιρίου, φρεσκοπλυμένους να πίνουν καφέ, να συζητούν, να παίζουν τάβλι (διάβασα επίσης ότι πραγματοποιήθηκαν στο νέο Κέντρο τεστ για κορονοϊό μαζί με άλλες εξετάσεις).

    Οι περισσότεροι καθισμένοι σε τραπέζια από τη μεριά της Αχαρνών, όπου τα απογεύματα είχε σκιά. Και είδα έναν μόνο, τις φορές που πέρασα απόγευμα, που τραβούσε την καρέκλα του προς τη μεριά της Λιοσίων η οποία βγαίνει λοξά στην Πλατεία, τη μεριά που έπεφτε το ανοιξιάτικο απογευματινό φως. Κάθε φορά που τον είδα ήταν μόνος και διάβαζε.

    Ευεργετικό εκείνο το φως των ημερών του αποκλεισμού των SMS, κάπως μπερδεμένο και άχρονο, μπερδεμένο με ψύχρα και βροχή, δίχως να θυμόμαστε ακριβώς πότε και πώς.

    Σκέφτηκα ότι αν τον συναντούσα να διαβάζει καθισμένος σε στρώμα σε κάποιο πεζοδρόμιο, δεν θα ρωτούσα τί διάβαζε από ντροπή. Από δική μου ντροπή. Τώρα που βρίσκεται στο Κέντρο, τώρα που τραβάει παράταιρα την καρέκλα για να διαβάσει μόνος τ’ απογεύματα, πάλι δεν θα τον ρωτήσω, σεβόμενος το δικό του χώρο που δημιούργησε κάτω από την κοινή στέγη που βρέθηκε γι’ αυτόν. Η οποία ελπίζω να μην είναι προσωρινή.

    Ποτέ λοιπόν δεν θα μάθω για το βιβλίο που διάβαζε, ούτε ποια βιβλία του αρέσουν να διαβάζει, καθώς θα συνεχίσω να προσπερνώ.

  • Time lapse: όταν αυτοί έφτιαχναν νοσοκομεία εμείς ξαναφτιάχναμε σιντριβάνια.

  • Οικότονος

    Με αφορμή εκπομπή για την Τριχωνίδα στη δημόσια τηλεόραση, άνοιξα να ξανακοιτάξω παλιές φωτογραφίες.

    Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2005, διαδρομή στα παραλίμνια χωριά της βόρειας όχθης, κάτω από το Παναιτωλικό. Η ανάκλαση του φωτός στο νερό, μέσα από περιβόλια, έμοιαζε πελαγίσια. Άφησα το αυτοκίνητο και ακολούθησα ένα κατηφορικό μονοπάτι ανάμεσα στα δέντρα για να εξερευνήσω το άγνωστο σε μένα όριο λίμνης – χέρσου που δυσκολευόμουν να φανταστώ. Τελευταία δέντρα κάποιες κυδωνιές, τα κλαδιά έφταναν σχεδόν ως το νερό, σχεδόν έως πάνω από τον ελαφρύ κυματισμό. Τα κλαδιά απέβαλαν πρώιμα γινωμένους καρπούς, δυναμωμένους από το αδιάκοπο ρούφηγμα της ρίζας, από την υγρή αφθονία. Οι καρποί έπεφταν μέσα σε μαλακό στρώμα φυτικής ύλης, για να βουλιάξουν στη σήψη.

    Στάθηκα εκεί για αρκετή ώρα μέχρι που ήλιος έδυσε στην αντίκρυ μεριά, προς τη Λυσιμαχία. Η Τριχωνίδα έμοιαζε κόλπος που άνοιγε πέρα σε πέλαγος.

    Διανυκτέρευσα στο Θέρμο, στη νυχτερινή ψύχρα που κατέβαζε το Παναιτωλικό.

    …Most weary seem’d the sea, weary the oar,
    Weary the wandering fields of barren foam.
    Then some one said, “We will return no more”;
    And all at once they sang, “Our island home
    Is far beyond the wave; we will no longer roam.”

    The Lotos-eaters / Alfred Tennyson

  • A Hollywood Ending

    Η σκέψη μας, η εικόνα που φτιάχνουμε για τον εαυτό μας και για τους άλλους σμιλεύεται από τις αντιλήψεις των καιρών που ζούμε. Γνωστή η θέση του Walt Whitman για την απελευθέρωση των σκλάβων, όπως τη διαβάζουμε μέσα στο Leaves of Grass, και η λατρεία του για τον Πρόεδρο Lincoln. Αλλά αν καταφέρναμε στις μέρες μας συζήτηση μαζί του θα τον αποκαλούσαμε ρατσιστή. Αμφιλεγόμενες δείχνουν οι απόψεις του, σοκαριστικά κάποια από τα γραφόμενα του, όπως αυτό το 1862 ένα μήνα μετά από τη Διακήρυξη Χειραφέτησης του Lincoln: η Ουάσινγκτον γέμισε με απελευθερωμένους σκλάβους μερικοί με φυσιογνωμία γουρουνιών ή χιμπαντζήδων, άλλοι πάλι τόσο φιλάρεσκοι και όμορφοι όπως ο καθένας.

    Η εισαγωγή αυτή για την αφέλεια με την οποία αντιμετωπίζει το ζήτημα των μειονοτήτων, της ταυτότητας στη συζήτηση των ημερών μας, η σειρά του Netflix Hollywood. Λες και αυτό που πραγματικά είμαστε, ατόφιο και φωτεινό, φανερώνεται από τη στιγμή που δημιουργήθηκαν οι πρώτες συνάψεις στον εγκέφαλό μας – είτε γυναίκας, είτε μαύρου, είτε ομοφυλόφιλου.

    Μεταπολεμικό Los Angeles και από τα πρώτα επεισόδια της σειράς οι πρωταγωνιστές γνωρίζουν ξεκάθαρα αυτό που ο καθένας είναι και το διεκδικούν δικαιωματικά από τον ομόγυρό τους. Εντός επτά επεισοδίων το έχει δεχτεί όλη χώρα, η ταινία που έχει φτιάξει η αγαπημένη παρέα, αφού ανέλαβε τα ηνία της εταιρείας γυναίκα, σπάει ταμεία. Και σπάει και τα Όσκαρ.

    Η επίγνωση της δικής μου ταυτότητας, αρχές του ’80, συνοδεύτηκε από τη απαίτηση προς τους δικούς μου και προς όλη την κοινωνία να είμαι ελεύθερος να είμαι αυτό που είμαι. Πολλά από τα αιτήματα ισονομίας, όπως έχουν διαμορφωθεί και κατακτώνται στις μέρες μας, θα μου φαίνονταν εκτός αν με κάποιο τρόπο έφταναν στη σκέψη μου τότε, εκείνα τα χρόνια.

    Χαίρομαι με την ανάδειξη ζητημάτων ταυτότητας μέσα από τα mainstream ψυχαγωγικά μέσα, αρκεί να μην προπαγανδίζεται ότι αυτή η ανάδειξη σημαίνει αυτόματα αντιπαλότητα. Η σειρά δεν κάνει αυτό το λάθος. Αλλά με προβληματίζει η αφέλεια μιας αντίληψης που καλλιεργείται στους meta-millenials, η απλούστευση των ζητημάτων μέσα από τη διαδικτυακή πραγματικότητα (στην οποία ανήκει το Netflix) που σφυρηλατεί τη δική τους σκέψη, οι απλοϊκές απαντήσεις που προτείνονται, αυτό το η πόρτα ανοίγει δίχως ιδιαίτερο κόπο, με ένα προσεγμένο selfie. Που δεν λειτουργεί στην πραγματική ζωή η οποία ξαναδείχνει σκληρό πρόσωπο, κοινωνικά και οικονομικά. Οικονομικά τουλάχιστον χειρότερο από παλιά.

    Ο Tarantino ξόρκισε τους εφιάλτες του ανατρέποντας τη φρικτή αλήθεια της δολοφονίας της Sharon Tate. Καλώς. Αλλά η δύσκολη πραγματικότητα δεν μπορεί να διαγραφεί με τον καθησυχαστικό τρόπο που πρότεινε το Green Book, τα χνάρια του οποίου ακολουθεί το Hollywood.

    Η πορεία των γενεών δεν είναι κάτι στο οποίο θα επιταχύνεις το happy ending εκβιάζοντας πρώιμους τοκετούς από την ιστορία.

    Επιπρόσθετα, ούτε τέλος πρόκειται να υπάρξει. Μόνο κόπος.

  • Αττική

    Ψηλά στην Αριστοτέλους συνάντησα έναν που προσπαθούσε να πείσει γατάκι να πλησιάσει να φάει από κονσέρβα που μόλις είχε ανοίξει στο πεζοδρόμιο. “Την αγόρασα γι’ αυτό”, μου είπε. Προς το τέρμα κάποιος άλλος, ηλικιωμένος κι αυτός, καθόταν βαριεστημένα και αδιάφορα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας. Παραδίπλα μια γάτα πλενόταν.

    Ground zero για τα γατόνια η γη της Αττικής. Πριν δώδεκα εκατομμύρια χρόνια ο πρόγονός τους, ο πρώτος αγριόγατος, ζούσε στην προελληνική μειοκαινική σαβάνα. Ο Φέλις ο αττικός, στο μέγεθος λύγκα, αποτελούσε μέρος της πικερμικής πανίδας μαζί με δεινοθήρια, μαστόδοντες, μαχαιρόδοντες, ιππάρια, καμηλοπαρδάλεις, αγκυλοθήρια, ελλαδοθήρια, χαλικοθήρια, γαζέλες βραχύκερες, ρινόκερους παχύγναθους, μεσοπιθήκους – κι ό,τι άλλο σύνθετο λεκτικό μπορεί να συλλάβει η φαντασία. Στο Πικέρμι ήταν που βρέθηκε το πρώτο απολίθωμα του Felis attica, ένα κρανίο.

    Η ανακάλυψη στο Μεγάλο Ρέμα εκεί έγινε στα χρόνια του Όθωνα από ένα Βαυαρό φαντάρο. Ίσως ήταν μεσημέρι όταν του γυάλισαν στα μάτια οι κρύσταλλοι που έλαμψαν στον ήλιο, που είχε κτίσει ο χρόνος μέσα σε απολιθωμένο κόκκαλο.

    Στη συνέχεια απέκτησε παγκόσμια φήμη η πανίδα του Πικερμίου, η “παλαιοντολογική ακρόπολη” της Pikermian fauna.

    Βαθιά η ρίζα της αγάπης μας για τις γάτες. Αυτή που κάνει γριές και γέροντες να βγαίνουν απογεύματα από δυάρια ισογείου για να ταΐσουν αδέσποτα γατιά. Αυτά που πείνασαν τις μέρες του εγκλεισμού.

    Genius loci.

  • Η​ λευκή επιταγή

    Κατατέθηκε στη Βουλή και ξεκίνησε η συζήτηση για το περιβαλλοντικό νομοσχέδιο με τίτλο «Εκσυγχρονισμός της περιβαλλοντικής νομοθεσίας – Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου και  λοιπές διατάξεις». Το σχέδιο τέθηκε σε διαβούλευση τμηματικά, στις 4 και 11 Μαρτίου αντίστοιχα, όταν η προσοχή της χώρας ήταν στραμμένη, δικαιολογημένα, στις έκτακτες συνθήκες από την έλευση της πανδημίας. Βασικοί άξονές του πολυνομοσχεδίου η περιβαλλοντική αδειοδότηση, οι προστατευόμενες περιοχές, οι δασικοί χάρτες, οι οικιστικές πυκνώσεις, η διαχείριση αποβλήτων.

    Τεράστιο το μέγεθος του πολυνομοσχεδίου. Κι εγώ ανάμεσα σε αυτούς που αδιαφόρησαν και δεν νοιάστηκαν ν’ ασχοληθούν εξαιτίας των εξελίξεων με το COVID-19 σαν βγήκε στη διαβούλευση. Τώρα όμως που έφτασε στη Βουλή, την τελευταία στιγμή ομολογώ, προσπάθησα να ενημερωθώ, ρώτησα γνωστούς που δουλεύουν στα περιβαλλοντικά, διάβασα το σχολιασμό διαφόρων οργανώσεων. Έμαθα για τις επιφυλάξεις που υπάρχουν, για τα σημεία που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή.

    Αναφορικά με την αδειοδότηση, προβλέπεται ότι εφόσον λήξει η προθεσμία για γνωμοδότηση των αρμοδίων αρχών σχετικά με την έγκριση ενός έργου, η γνωμοδότηση θεωρείται θετική υπέρ του ιδιώτη. Αναφορικά με τις προστατευόμενες περιοχές, σωστά προβλέπεται η ίδρυση ενός ενιαίου φορέα διαχείρισης – ο οποίος όμως είναι αποδυναμωμένος από αρμοδιότητες κι αποκομμένος από το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κάτι που θα δημιουργήσει κενά σε λήψη και υλοποίηση αποφάσεων. Αναφορικά με τους δασικούς χάρτες, εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα μπορούν να αποχαρακτηριστούν με βάση αμφίβολες και ασαφείς νομικές πράξεις. Αναφορικά με τις οικιστικές πυκνώσεις (που ορίζονται ως συγκεντρώσεις κατοικιών με λειτουργική ενότητα), καταργείται η απαγόρευση τακτοποίησης αυθαίρετων κατασκευών σε δάση, δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις.

    Επίσης, υπήρξε εισαγωγή διατάξεων την τελευταία στιγμή που διευκολύνουν την εξόρυξη υδρογονανθράκων σε θέσεις όπου υπάρχει κίνδυνος για καταστροφικές επιπτώσεις σε προστατευόμενες περιοχές.

    Κανείς δεν αμφιβάλλει για την ανάγκη απλούστευσης και συντόμευσης διαδικασιών. Αυτό όμως που με ανησύχησε σε σχέση με την αδειοδότηση, είναι ότι γνωρίζοντας τον τρόπο που λειτουργεί η διοίκηση, δεν αποκλείονται να υπάρξουν πιέσεις εκ των άνωθεν σε μια αρμόδια υπηρεσία, πολιτικές πιέσεις που υδραυλικά μετατρέπονται σε διοικητικές, έως τον χαμηλότερο εισηγητή, για να αδρανήσει η γνωμοδότησή της μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, ώστε ένα έργο τελικά να εγκριθεί αμάσητο.

    Είμαι σίγουρος ότι προσεκτική ανάγνωση του νομοσχεδίου και συζήτηση με όσους το έχουν μελετήσει θα έφερνε στην αντίληψή μου και άλλες κακοτοπιές. Είναι δύσκολο να μη γίνεσαι καχύποπτος με την τόση σπουδή για νομοσχέδιο που αφορά στο φυσικό πλούτο της χώρας, ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, την πλέον ακατάλληλη χρονική στιγμή, σε μια Βουλή που λειτουργεί υποτονικά. Δύσκολο να μη σκεφτείς ότι προσπαθούν να το περάσουν νύχτα.

    Επαναλαμβάνω δικαιολογώ το ότι διέφυγε της προσοχής των περισσότερων. Αλλά είναι πλέον ώρα για επαγρύπνηση. Εφόσον το νομοσχέδιο περάσει δίχως να συζητηθεί εις βάθος, εύκολα θα καυχηθεί η Κυβέρνηση για επιτυχία σε μια μεγάλη περιβαλλοντική μεταρρύθμιση. Μια λευκή επιταγή που εμείς επιτρέψαμε. Όταν πιθανά νομοθετούναι οι προϋποθέσεις για ζημιά ουσιαστικότερη – οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά – από εκατοντάδες ελικίκου.

  • Αγαπητή Δρ. Μέτζη Νέουκτη:

    Ορθή η κριτική και αυθόρμητος ο χλευασμός με το πρόγραμμα τηλεκατάρτισης μέσω ΚΕΚ, ειδικά όταν η επιδότηση έγινε με προχειρότητα μέσα στην αναστάτωση της πανδημίας. Συν την αλαζονεία της Κυβέρνησης ότι αυτή η τραγική προχειρότητα θα έμενε στο απυρόβλητο, εξαιτίας της αναστάτωσης. Άδικο όμως να πυροβολούμε αποκλειστικά την κυβέρνηση για το χάλι των ΚΕΚ, όταν για δεκαετίες τώρα έχουν επωφεληθεί σχήματα συναφή με όλο το εύρος του ελληνικού κομματικού συστήματος.

    Πριν δεκαετίες βρήκα δουλειά σε εταιρεία συμβούλων η οποία σε τεχνικές μελέτες θεωρούσε δόκιμη βιβλιογραφική αναφορά το “Εγκυκλοπαίδεια ο Ήλιος”. Η εταιρεία είχε θυγατρική κάποιο ΚΕΚ και το εγχείρημα το σήκωνε στην πλάτη της μια γυναίκα, που πιο άσχετη δεν μπορούσε να υπάρξει. Μοναδικό ουσιαστικό προσόν της η πρόσβαση στο χώρο του ΠΑΣΟΚ που ήταν τότε Κυβέρνηση.

    Σηκώθηκα κι έφυγα μετά από κάποιους μήνες (άλλη η ηλικία και άλλες οι εποχές τότε). Έφτιαξα κι έτρεξα δικό μου αναπτυξιακό πρόγραμμα σε επτά σημεία της Μεσογείου, αφού εξασφάλισα μέσω διασυνδέσεων τη βασική χρηματοδότηση πάνω στην οποία έγραψα πρόταση για επιπλέον χρήματα από κοινοτικά κονδύλια (η οποία πρόταση εγκρίθηκε). Στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος μου ζήτησαν να διδάξω σε σεμινάριο περιβαλλοντικής διαχείρισης με στόχο «νέους» αγρότες, οργανωμένο από ΚΕΚ σε ορεινό χωριό. Καθόλου ευκαταφρόνητη η αποζημίωση που έδιναν, ευκαιρία να βγάλω κάτι παραπάνω. Η δική μου ευσυνειδησία στην προετοιμασία, αντιμέτωπη με το χάος που βρήκα και την ειλικρίνεια των συμμετεχόντων ότι μόνη τους έννοια να πάρουν την επιδότηση. Πρώτη και τελευταία φορά που ανταποκρίθηκα σε κάλεσμα για σεμινάρια μέσω ΚΕΚ. Πληρώθηκα όμως.

    Αυτή η κουλτούρα δεν είναι αποκλειστικά ελληνική. Ο σπόρος βρίσκεται στην αντίληψη πολλών που διαχειρίζονται χρηματοδοτικά προγράμματα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις Βρυξέλλες. Προγράμματα που υπόσχονται πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα αναφορικά με την απασχόληση με βάση υποτυπώδεις δείκτες. Ευχολόγια που ουσιαστικά λειτουργούν πυροσβεστικά στην ανεργία, ως εδώ και τώρα επιδότηση αρκεί να υλοποιηθεί η πράξη.

    Σε ελέγχους που έχω συμμετάσχει εύκολη ήταν η διαπίστωση ότι εφόσον η πράξη υλοποιηθεί, η περιγραφική αναφορά στην “ποιότητα” των λεγόμενων soft δράσεων (σεμινάρια, ενημέρωση κλπ) δεν ζυγίζει πολλά. Πάντως αρκεί. Στην περίπτωση που η αναφορά είναι αρνητική, από τη στιγμή που η δράση έχει υλοποιηθεί, αυτό που κάνει η Ε. Επιτροπή είναι επιστολή με συστάσεις για το μέλλον.

    Ας γελάσουμε λοιπόν, αλλά αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς ας μην το βλέπουμε μυωπικά. Πολλοί όσοι βούτηξαν το δαχτυλάκι τους, κι εμείς ανάμεσα.

  • Αντανάκλαση

    Στο Coffee Island της Θεμιστοκλέους επιτρέπεται ένας πελάτης στο κατάστημα ανά παραγγελία. Περιμένοντας να μου φτιάξουν τον καφέ, η ανακλαστική κίνησή μου να φωτογραφήσω. Όπως συμβαίνει κάθε φορά, δεδομένης της ευκολίας της ψηφιακής τεχνολογίας τσέπης, όταν φως και αντανακλάσεις του τραβήξουν το βλέμμα μου – η αυτόματη προσπάθεια παγίδευσής του στο κινητό μου.

    Ο Αφρικανός στο πεζοδρόμιο τυχαία μπήκε στο κάδρο. Βγαίνοντας να απολαύσω το καφέ στο όρθιο, ένας ρακένδυτος άστεγος πλησίασε τον Αφρικανό. Ο δεύτερος έβγαλε γοργά το πορτοφόλι να δώσει ψιλά. Κανείς δεν πρόσεξε εκτός από μένα. Σβέλτη κίνηση με μεταλλικό βάρος και όχι φωτεινό πετάρισμα, ανακλαστική εκ μέρους του Αφρικανού, δίχως τη δική μου αντίδραση να αρπάξω τη στιγμή. Η οποία πέρασε με ταχύτητα γρηγορότερη του φωτός και ανυποψία εκατομμυρίων.

  • Ημέρα της Γης 2020

    Γεννημένη την άνοιξη του 1907 σε αγροτική περιοχή της δυτικής Πενσιλβανίας των ΗΠΑ, η Rachel Carson πέρασε τα παιδικά της χρόνια εξερευνώντας ολομόναχη τους λόφους γύρω από το οικογενειακό αγροτόσπιτο. Διαβάζοντας επίσης, ασταμάτητα.

    Εντεκάχρονη, το διήγημά της “Μάχη στα Σύννεφα”, εμπνευσμένο από γράμμα του αδερφού της Robert που πολέμησε το 1917 στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, έγινε δεκτό για δημοσίευση στο δημοφιλές περιοδικό St. Nicholas Magazine. Για το διήγημα η Carson πληρώθηκε 3,30 δολάρια. Το 1925 γράφτηκε στο Κολέγιο Θηλέων της Πενσιλβανίας στο Πίτσμπεργκ, με στόχο να σπουδάσει λογοτεχνία. Κέρδισε υποτροφία 100 δολαρίων. Η οικογένειά της δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει στο κόστος των διδάκτρων και η Rachel αναγκάστηκε να δανειστεί για να ολοκληρώσει τις σπουδές της.

    Κάτω από το βάρος των απαιτήσεων του Κολεγίου, ανέβαλε για το δεύτερο πανεπιστημιακό έτος την εγγραφή και παρακολούθηση του υποχρεωτικού μαθήματος επιστήμης. Τότε γράφτηκε στο μάθημα βιολογίας που δίδασκε η Mary Scott Skinker – όμορφη, γοητευτική, απαιτητική και εξαιρετική καθηγήτρια. Τόσο η προσωπικότητα της Skinker όσο και το αντικείμενο της διδασκαλίας της, μάγεψαν την Carson η οποία αποφάσισε να μεταπηδήσει απ’ τη λογοτεχνία στη βιολογία.

    Κάποιο βράδυ, αργά, εξετάζοντας δείγματα νεκρών ζώων σε εργαστήριο ανατομίας που μύριζε φορμαλδεΰδη, η Carson εκμυστηρεύτηκε στη συμφοιτήτρια με την οποία μελετούσε μαζί:

    Πάντα ήθελα να γράψω. Η βιολογία μου χάρισε αυτό για το οποίο επιθυμώ να γράφω.

    Ημέρα της Γης 2020. Η άνοιξη του 2020, σιωπηρή με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν στον οποίο αναφέρθηκε η Carson.

    Στο βιβλίο της “η Σιωπηλή Άνοιξη” που κυκλοφόρησε στις 27 Σεπτεμβρίου 1962, η Carson περιγράφει τις ολέθριες επιπτώσεις της αλόγιστης χρήσης φυτοφαρμάκων στο περιβάλλον. Και το ρόλο της βιομηχανίας στην αποσιώπηση αυτών των επιπτώσεων.

    Περιγράφει και τη σιωπή μιας άνοιξης που έφτασε βουβή, δίχως τον ήχο των πουλιών.

    Η “Σιωπηλή Άνοιξη” εκδόθηκε αρχικά σε τρεις συνέχειες σε τεύχη του New Yorker: στις 16, 23 και 30 Ιουνίου του 1962.

    Γεννήθηκα στις 16 Ιουνίου του 1962.