Author: Θωμάς Ξωμερίτης

  • Lisboa

    Lisboa

    Το άκουσα από κάποιον φίλο και το έψαξα να το διαβάσω, να το επιβεβαιώσω. Για το τουριστικό πακέτο που συνδυάζει πολυτελείς διακοπές τριών εβδομάδων και τις δύο δόσεις του εμβολιασμού στο Ντουμπάι. Το κόστος 45.000 Ευρώ. Αλλά καθώς το πακέτο προσφέρεται από τουριστικό κλαμπ, εφόσον κάποιος δεν είναι μέλος θα πρέπει να πληρωθεί και συνδρομή 30.000 Ευρώ – ύστερα πάντα από πρόσκληση.

    Δεδομένων των προβλημάτων με τον προγραμματισμό στους εμβολιασμούς, η είδηση φωτίζει ξεκάθαρα το λόγο γιατί δεν τιμά την Ελλάδα να είναι η επισπεύδουσα στην ΕΕ για την εφαρμογή ψηφιακού πιστοποιητικού εμβολιασμού.

    Αναφερθήκαμε σε καταστάσεις Elysium.

    Όταν η συζήτηση για τα συμβόλαια της ΕΕ με τη φαρμακοβιομηχανία, για τον πόλεμο της ΕΕ με το ΗΒ, οι λεονταρισμοί της Επιτρόπου Κυριακίδου με την αναφορά στο χασάπη της γειτονιάς, τα διδακτικά δελτία ειδήσεων για ανεύθυνους που πήγαν κυριακάτικο περίπατο στο Φλοίσβο, αποπροσανατολίζουν και διαβρώνουν – με απόλυτη επίγνωση – τη βεβαιότητα για την υγεία ως δημόσιο αγαθό.

    Όταν στο προοίμιο του προχθεσινού Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υποχρεωτική προσκόμιση άδειας για εξαγωγές εμβολίων που καλύπτονται από συμφωνίες προαγοράς με την ΕΕ, εισάγεται διαβεβαίωση ότι τα μέτρα που κρίνονται αναγκαία για την πρόληψη ή την αποκατάσταση κρίσιμων ελλείψεων πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο στοχευμένο, διαφανή, αναλογικό, προσωρινό και συνεπή προς τις υποχρεώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

    Εκεί η πυξίδα σταθερή, για την ΕΕ ακλόνητη αυτή η βεβαιότητα, η υποχρέωση.

    Η Συνθήκη της Λισαβόνας.

  • Η πλάνη

    Η πλάνη

    Η φωτογραφία θα μπορούσε να είναι κάπου στο κέντρο της Αθήνας, σίγουρα στην Αθηνάς. Είναι του Ivor Prickett για τους New York Times. Λεζάντα: Ιρακινοί βολτάρουν ανέμελοι λες και δεν υπάρχει πανδημία.

    Το άρθρο προχθεσινό και το διάβασα χθες. Αναφέρεται στην πλάνη των Ιρακινών, ακόμα και εμπειρογνωμόνων στον τομέα της Υγείας, ότι τα δύσκολα πέρασαν, ότι καθώς οι αριθμοί των μολύνσεων πέφτουν η ζωή επανέρχεται στην κανονικότητα. Γράφει για μαγαζιά πολυτελείας με θέα στο ποτάμι. Ένας από τους θαμώνες τους αναφέρεται στο θάνατο, οι Ιρακινοί δεν τον φοβούνται – λέει – και αυτό ενδυναμώνει το ανοσοποιητικό σύστημα.

    Ανησυχητική η πλάνη των Ιρακινών, αλλά χάρηκα βλέποντας τις φωτογραφίες του άρθρου. Μετέδωσαν μια αίσθηση καθημερινότητας, οικείας καθημερινότητας, την οποία ήρθε να διακόψει και να στρεβλώσει η πανδημία. Η ελπίδα, η κοινή ελπίδα όλων και όχι μόνο στο Ιράκ, ότι θα έρθει αποκατάσταση σαν περάσει το κακό με τον ιό. Παρά την ανησυχία λοιπόν, καθησυχαστικό το αποτύπωμα που άφησε το άρθρο στη γενική εντύπωση που έχω για το Ιράκ.

    Στην τάξη των καταστάσεων της πρόσφατης ιστορίας του Ιράκ, η έγνοια για τον κορωνοϊό μου φάνηκε ευπρόσδεκτη αταξία.

    Και σήμερα, στην ίδια οθόνη του κινητού μου, διάβασα με διαφορά μιας μέρας:

    Βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας σε πολυπληθή αγορά στη Βαγδάτη αφήνουν τουλάχιστον 32 νεκρούς. Παρόμοιες επιθέσεις, κάποτε συχνές στην ιρακινή πρωτεύουσα, σπανίζουν τα τελευταία χρόνια καθώς το ισλαμικό κράτος έχει σε μεγάλο βαθμό ηττηθεί από τις ιρακινές δυνάμεις με τη στήριξη των ΗΠΑ.

    Slip slidin’ away. Η πλέον θανατηφόρα βομβιστική επίθεση στη Βαγδάτη από το Γενάρη του 2017.

  • Γενάρης

    Γενάρης

    Η φωτογραφία την περασμένη Κυριακή, 3 του Γενάρη. Αργά το απόγευμα στον καθημερινό περίπατο. Το μόνο κατάστημα που βρήκα ανοικτό για τον καφέ που συνοδεύει το περπάτημα ήταν του Βενέτη στην Ομόνοια.

    Θα ήταν χρήσιμο για όσους θέλουν να πιουν έναν καφέ σαν άνθρωποι κι όχι να τον ακουμπήσουν σε κάδο ή σε άβολο πεζούλι, αν σημειώσω ότι ο Γρηγόρης στην Ομόνοια και το Bread Factory στην Πλατεία Καραΐσκάκη διατηρούν τους εξωτερικούς ξύλινους πάγκους – δίχως να γνωρίζω αν τέτοια πράξη ενέχει κίνδυνο προστίμου. Επίσης, αν θέλετε να καθίσετε να πιείτε καφέ πάλι σαν άνθρωποι, στην Πλατεία Βικτωρίας ο δήμος σήκωσε του πάγκους ενώ τους κράτησε κατά μήκος του Μεγάλου Πεζόδρομου. Τη δεύτερη πληροφορία τη γνωρίζετε ή μάλλον την έχετε σκεφτεί.

    Κλείνω με φωτογραφία από την Παρασκευή 1η Γενάρη που είχε ωραία λιακάδα. Στενό πίσω από την Πλατεία Καραΐσκάκη, το οποίο ανακάλυψα και πρωτοπερπάτησα εκείνη τη μέρα. Το εγκαταλειμμένο κτίριο από αυτά που όλο και πιο συχνά βρίσκουμε καμένα.

  • Άνοιξη του 2008, Ντουμπάι

    Άνοιξη του 2008, Ντουμπάι

    A dog starv’d at his master’s gate
    Predicts the ruin of the State.
    William Blake

    Κάθε φορά που πήγαινα για κατούρημα τον έβρισκα όρθιο στην τουαλέτα. Τον εξέταζα με την άκρη του ματιού μου. Το μαυριδερό πρόσωπο, το άσπρο των δικών του ματιών, το μικροκαμωμένο σώμα. Σώμα αδικημένο από τη φύση ή το ανάθρεμμα – που δεν ανδρώθηκε για σκληρότερη δουλειά.

    Έπλενα τα χέρια μου και στεκόταν παραδίπλα, με πλάτη γυρισμένη στον καθρέφτη. Ζύγιζε την κάθε μου κίνηση. Όταν τελείωνα, σήκωνε καλάθι να προσφέρει πετσετάκι να σκουπιστώ και μου ‘δειχνε που να το αφήσω.

    Δεν τολμούσα να τον κοιτάξω κατάματα. Αν τολμούσα θα του έλεγα ότι δεν ήμουν τόσο καλομαθημένος, ότι βολευόμουν με χαρτί ή στεγνωτήρα, ότι η πρακτική με τα πετσετάκια ήταν σπατάλη νερού. Ή, ακόμα, ότι δεν χάθηκε ο κόσμος, ας έμενε για λίγο στο δάπεδο η σταγόνα από τον προηγούμενο, δεν ήταν αναγκαίο να τρέξει πριν με τη σφουγγαρίστρα.

    Θα του έλεγα ότι πίστεψα σε κόσμο δίχως σύνορα όπου ο καθένας θα μπορούσε να ταξιδέψει παντού, να δοκιμάσει ζωή όπως ήθελε.

    Γι’ αυτόν – προφανώς – τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς όπως τα είχα πιστέψει.

    Αν τολμούσα, ίσως απαντούσε ότι δεν πειράζει, ίσως κάποτε παιδιά του, αυτός είχε να σκεφτεί οικογένεια πίσω, αδέλφια. He’d better not mess with Major Tom… Εντάξει, όλα καλά, Sir.

    Δεν μιλήσαμε ποτέ, πρωτόκολλο η συμπεριφορά του κι εγώ είχα λίγες μέρες εκεί στον ήλιο και τις νύχτες the planet was glowing. Έξω με περίμεναν, οι γυναίκες στην παρέα όμορφες, φορούσαν ξώπλατο. Και όταν έτυχε αυτές να περάσουν δίπλα του, το γιασεμί στο άρωμά τους ίσως τον κράτησε ξύπνιο στο πηχτό αέρα του δωματίου που κοιμόταν με άλλους τέσσερις. Και σαν βυθίστηκε σε ύπνο, αυτές τον ακολούθησαν, τις πήρε μαζί του για να σμίξει με τ’ αδέλφια του στην πατρίδα, με τρόπο που μόνο στον ύπνο οι άνθρωποι σμίγουν.

    Όμορφος ύπνος, βαθύς. Άνοιξη του 2008, Ντουμπάι, κι ο πλανήτης γλιστρούσε προς το μέλλον.

    ΥΓ Από τα αθλιότερα μέρη που έχω επισκεφτεί. Τα malls μύριζαν λάτε, τσίκνα από burger, barbecue sauce και αντισηπτικό τουαλέτας, όπως τα εμπορικά κέντρα στο Las Vegas. Η διαφορά στις γυναίκες με τους φερετζέδες. Και στο γεγονός ότι το Las Vegas αγκάλιασε από την αρχή το kitsch με ειλικρίνεια, ενώ το Ντουμπάι το δικό του kitsch – συχνά αραβομπαρόκ, λες σετ του I dream of Jennie – το πούλησε απ’ την αρχή ως φινέτσα και class. Πολλοί, αυτοί με προδιάθεση, τσίμπησαν – αναμενόμενο. Μπουλούκια τουριστών, αμέτρητοι οι Έλληνες, να καταβροχθίζουν παρισινά και μιλανέζικα, μηρυκασμένα, περασμένα από μεσανατολίτικο επίχρυσο οισοφάγο. Major Tom’s a junkie.

    “We are beyond Paris, we are beyond New York!”, μου είπες ντόπιος. “Yeah, definitely… no doubt!”, συμφώνησα. Χαμογέλασε και με κοίταξε. Ήταν όμορφος με μάτι βαθύ γαλανό. Φορούσε κατάλευκη μακριά πουκαμίσα, καρό καφίγια και παντόφλα – σανδάλι.

    Σ’ ένα κοσμοπολίτικο κλαμπ, παρέα γυναικών, ανάμεσα σε αυτές τρανς γυναίκες, υπό την επίβλεψη νταβατζή. Αλλού, ένας Πακιστανός μ’ εμπιστεύτηκε και ξέρασε χολή για τους Εμιρατιανούς, είπε για διακρίσεις, για απλήρωτα μεροκάματα, για διαβατήρια που κρατούσαν οι εργοδότες. Είπε ακόμα ότι με το τσουνάμι του 2004 πνίγηκαν πολλοί μετανάστες και οι αρχές το έκρυψαν – κάτι που βέβαια δεν πίστεψα.

    Στα βόρεια των Εμιράτων σε βραχώδη έρημο κοντά στα σύνορα με το Ομάν, παρέες – ντόπιοι, νοτιοασιάτες και δυτικοί – κολυμπούσαν στα λιμνάζοντα νερά κοίτης ξεροπόταμου.

  • Μετρώντας τα χρόνια

    Μετρώντας τα χρόνια

    Η πρώτη φωτογραφία καλοκαίρι του 2016, στη Γιούτα. Υπερπαραγωγή το τοπίο και από την άκρη ενός βράχου, αποσβολωμένος, φωτογράφιζα το πανόραμα προς το νότο: την Delicate Arch και στο βάθος του ορίζοντα – χιλιόμετρα μακριά χωρούσε η ατμόσφαιρα εκεί – την κορυφογραμμή των La Sal.

    Μετά το κλικ, το μάτι μου άγγιξε θάμνος κοντός που παρά το λίγο του μπόι ήταν αντρειωμένος, ολόκληρο δέντρο. Κοντοστάθηκα, τον παρατήρησα και τον φωτογράφισα. Θα ήμουν ο πρώτος από τους επισκέπτες του Πάρκου των Αψίδων που του έδωσε σημασία.

    Sagebrush, Αρτεμισία η τρίδοντη, είδος της βορειοαμερικανικής ερήμου του γένους της Αρτεμισίας, ξαδέλφι της Αρτεμισίας το αψίνθιον του παλαιού κόσμου.

    Νάνος σε χώρα γιγάντων. Ο Mark Twain αναφέρθηκε σε αυτήν ως μικρογραφία βελανιδιάς, ροζιασμένης και σεβάσμιας. Έγραψε για τις φορές που ξάπλωσε ράθυμος, μεσημέρι στα βουνά, χώνοντας το πρόσωπό του σε κάποιο από τα δεντράκια της και φαντάστηκε πουλιά τις σκνίπες στα κλωνάρια της, κοπάδια που έβοσκαν τα μυρμήγκια που έτρεχαν πέρα δώθε κάτω από το φύλλωμά της. Και τον εαυτό του τον φαντάστηκε πελώριο χασομέρη από το Μπρομπντινγκνάγκ, έτοιμο να καταβροχθίσει ανθρώπους.

    Η δεύτερη φωτογραφία από τα βουνά της βόρειας Πελοποννήσου στην Κάνισκα, καλοκαίρι του 1999, οδηγώντας σε χωματόδρομο προς το μοναστήρι της Μακελλαριάς. Η τεράστια δρυς ορθώθηκε μπροστά μου σε κάποια στροφή, γίγαντας σε τοπίο φτιαγμένο με μέτρο, όχι απλόχερα και με γενναιοδωρία.

    But there’s a Tree, of many, one,
    A single field which I have looked upon,
    Both of them speak of something that is gone…

    Αυτά έγραφε Wordsworth αναζητώντας υπαινιγμό αθανασίας σε παιδικές μνήμες, κάποιο ψήγμα. Λόγια που απήχησε ο Huxley αντικρίζοντας από τραίνο, κάπου μεταξύ Reading και Oxford, μια άλλη βελανιδιά.

    Παγιδευμένες μνήμες, αχρείαστο τελικά το φωτογραφικό κλικ. Στιγμές που φωτίζουν τη ζωή, απρόσμενες ή φαινομενικά ασήμαντες, που μένουν στο κεφάλι μας μέχρι το κλείσιμό της, καρφωμένες στο μυαλό να μετρούν χρόνια κρεμασμένα στη σειρά.

    Δέντρα, μικρά ή μεγάλα, στο λίγο μας ή στο πολύ μας, με κορμούς γέρικους, στιβαρούς και γερμένους που άντεξαν τις θύελλες. Refuge from the roads.

    Καλοκαιρινή ραστώνη κάτω από δέντρα – η ευχή μου.

  • But you may feel a little sick…

    But you may feel a little sick…

    Θυμάμαι ομαδικούς υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, εγώ στο δημοτικό, στα χρόνια της χούντας. Θυμάμαι τη φαγούρα των φλυκταινών του δαμαλισμού. Βαθύτερα κράτησε η μνήμη το αντιχολερικό εμβόλιο. Τότε ξεσπούσαν κοντά επιδημίες χολέρας… Στην Τουρκία – στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιταλία – στη νότια Ιταλία, στη Νάπολη. Έφαγαν μύδια έλεγαν, θυμάμαι, από τη θάλασσα εκεί, από τα βρομόνερα*.

    Πρέπει να ήταν το 70, έψαξα να επιβεβαιώσω, με το ξέσπασμα της χολέρας στη Κωνσταντινούπολη. Μας έσυραν στο νοσοκομείο της Καλαμάτας, στα δυτικά της πόλης. Περιμέναμε τσούρμο έξω από την αίθουσα εμβολιασμού ακούγοντας κραυγές, βλέποντας άλλα παιδάκια που έβγαιναν κι έκλαιγαν τρέμοντας. Πέρασα μέσα κι είδα τις λευκές ποδιές λουσμένες στο φως, το μεγάλο παράθυρο, είδα τη βελόνα. Μου φάνηκε τεράστια η βελόνα, η αντιχολερική. Θόλωσα κι άρπαξα τον καλόγερο στα αριστερά της πόρτας, με όλα τα πανωφόρια τους, και τον έσπρωξα πάνω τους. Με άρπαξαν από τα μπράτσα και ούρλιαζα…

    …Καθισμένοι στον καναπέ εγώ και η αδελφή διαβάζαμε και γκρινιάζαμε για το χέρι μας, μουδιασμένο και πονεμένο από το εμβόλιο, που δεν μπορούσε ν’ ανεχτεί άγγιγμα και δεν μπορούσαμε να το κουνήσουμε. Η μητέρα μας παρότρυνε να σταματήσουμε τη γκρίνια, ότι θα περάσει, ότι είναι για το καλό μας, να μην πάθουμε χολέρα και πεθάνουμε.

    Το φετινό καλοκαίρι, σε κάποιο κατάστημα άκουσα την ιδιοκτήτρια να μιλά σε άλλη γυναίκα. Έλεγε για το φαντάρο γιο της, είχε ακούσει ότι θα είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός στο στρατόπεδο και ήταν θυμωμένη, έτοιμη να σκοτώσει…

    Η δική μου η μητέρα μου έχασε το πρώτο της παιδί αφού κόλλησε ερυθρά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Το μωρό πέθανε μετά από δυο μέρες.

    Δεν φοβάμαι τα εμβόλια, ούτε πλέον τις βελόνες και τις ενέσεις. Το προσδόκιμο της ζωής μου έχει αυξηθεί και εξαιτίας αυτών των αναγκαστικών εμβολιασμών. Δεν με αρρωσταίνει το εμβόλιο της γρίπης που κάνω κάθε χρόνο.

    Περισσότερο από τις χουντοκαταστάσεις με αρρωσταίνει, μου προκαλεί ναυτία, η κατάσταση Elysium. Αναφέρομαι σ’ εκείνην την ταινία για την αποκλειστική πρόσβαση προνομιούχων που ζούσαν σε διαστημικό σταθμό σε υπηρεσίες υγείας.

    Οι εδώ προνομιούχοι, δικής μας επιλογής και δεύτερης διαλογής – ηγέτες, πολιτικοί και συνδικαλιστές.

    Παραδειγματισμό έδωσε ο καπετάνιος του Τιτανικού. Οι εδώ, οι πρώτοι χέστες, στριμώχνονται στη σειρά, λίγοι, παράδειγμα προς αποφυγή που φαντασιώνονται ότι κουμαντάρουν με ηρωική πράξη, πρωτοπόροι του μυαλού τους διαγράφοντας με ξιπασιά τους χιλιάδες εθελοντές των δοκιμών του εμβολίου. Γνωρίζει βέβαια η αφεντιά τους ότι το πλοίο δεν πρόκειται να βουλιάξει – όχι τώρα, τουλάχιστον όχι από τον κορωνοϊό.

    (*Σαν πρωτάκουσα το τραγούδι του Αλκίνοου που ήθελε να πιει όλον το Βόσπορο, μου είχε φανεί συνειρμικά εντελώς άκυρος ο στίχος).

  • Θαλασσογραφίες

    Θαλασσογραφίες

    Διάβασα στις ειδήσεις ότι οι επιστήμονες εντόπισαν έναν ξέχωρο πληθυσμό γαλάζιων φαλαινών. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η έρευνα η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα για τον ξεχωριστό αυτό πληθυσμό σε δυτικό Ινδικό Ωκεανό και σε Αραβική Θάλασσα, δεν βασίστηκε σε ανάλυση δειγμάτων γενετικού υλικού αλλά σε ένα νέο (για τους ανθρώπους νέο) τραγούδι το οποίο ηχογράφησαν οι ερευνητές στα ανοικτά των ακτών του Ομάν, στο δυτικό Αρχιπέλαγος Τσάγκος στον κεντρικό Ινδικό – στους τροπικούς – και στα ανοικτά της Μαδαγασκάρης – στα νοτιοδυτικά του ωκεανού. Προφανώς πρόκειται για μεγάλο χιτ, το οποίο μπορείτε να ακούσετε εδώ και για το οποίο η ανθρωπότητα ήταν ανυποψίαστη αλλά το τίμησε με τον ανθρώπινο τίτλο “τραγουδότυπος του βορειοδυτικού Ινδικού Ωκεανού”.

    Ανέμπνευστος τίτλος κατά τη γνώμη μου. Θα έπρεπε να ρωτούσαν το Σεβάχ που ήταν από το Ομάν και ήξερε από φάλαινες, ειδικά από γαλάζιες, ή το μακαρίτη επίσης Λοΐζο που ήταν ειδικός στα τραγούδια, όχι απλά στους τραγουδότυπους.

    Η δεύτερη φωτογραφία του Luigi Spina από το Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας. Πρόκειται για τοιχογραφία που απεικονίζει Νηρηίδα η οποία ιππεύει θαλασσινό άλογο. Προσοχή μη το μπερδέψετε με ιππόκαμπο. Οι ιππόκαμποι είναι ψάρια, αντίθετα τα θαλασσινά άλογα είναι θηλαστικά όπως οι γαλάζιες φάλαινες.

    Καμία σχέση επίσης με τα δυο μικρά γαλάζια άλογα. Αυτά ήταν του Γιώργου Ρωμανού και ήταν αποκλειστικά και μόνο μουσικά – όπως και μουσικές είναι οι γαλάζιες φάλαινες, οι θαλασσινές.

  • Προμνησία

    Προμνησία

    Περπάτησα σήμερα την Παλαμηδίου μέχρι τον Άι Γιώργη. Περίπατος σε έκτη μετακίνηση, καθημερινή λούπα εγκλεισμού μεταξύ χειμώνα και άνοιξης, Χριστουγέννων και Λαμπρής. Ενδιάμεσα η σφήνα του καλοκαιριού, ανάμνηση. Πάλι ερημιά, ο δρόμος τραβά νοτιοδυτικά και βάδισα στη νησίδα, κομμένες λωρίδες ήλιου ανάμεσα στον ίσκιο των κτιρίων. Το φως όταν έπεφτε στο ρούχο μου ήταν πασχαλινό, το ίδιο και η μυρωδιά ψητού που έφτανε στιγμές στα ρουθούνια μου.

    Στη διασταύρωση με την Αλαμάνας πρόσεξα το εικονοστάσι στην άκρη της νησίδας. Αυτοκινητάκια στερεωμένα δίπλα του με χρώμα να ξεφτίζει, δώρα για κάποια παιδική συλλογή. Στον κάδο από κάτω το νερό της βροχής βρόμισε και μαύρισε και μέσα στο νερό τα γάντια για τα χέρια που καθαρίζουν.

    State of mind η λούπα, ο χρόνος γλιστρά, η ζωή γεννά και δεν ανασταίνει μόνο ξεχνά για να χωρέσει.

  • Δυο κουβέντες μου σου πέσανε βαριές…

    Δυο κουβέντες μου σου πέσανε βαριές…

    Δύο είναι οι φράσεις που κατά τη γνώμη μου, θαμμένες στη ψηφιακή στρωματογραφία θα χαρακτηρίζουν στο μέλλον την ουσία της διακυβέρνησης το 2020. Η μία από το spin-off της αυτοδιοίκησης και η άλλη από την κύρια υπερπαραγωγή που ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2019. Είναι το “βγήκε και δεν βγήκε” του Δημάρχου για τον περίπατο και το “δεν μπορούμε να γεννήσουμε λεωφορεία από το πουθενά” του θείου και Πρωθυπουργού για την πανδημία.

    Δύο μικρές φράσεις οι οποίες ως καθοδηγητικά απολιθώματα θα αποτυπώνουν το άδειο της πολιτικής αφασίας κάτω από κέλυφος μπλαζέ και κουλ το οποίο φορούν και ασκούν και οι δύο ως πατρογονικό δικαίωμα. Και δεν θα σταματήσουν γιατί ούτε ξέρουν πώς, ούτε φαντάζονται διαφορετικά.

    Τα βάθη της πολιτικής αφασίας μετρώνται αν αυτό το “δεν μπορούμε να γεννήσουμε λεωφορεία από το πουθενά” αντικατασταθεί με το “δεν μπορούμε να γεννήσουμε ΜΕΘ από το πουθενά”. Κάτι που ακολουθεί με ευκολία τη λογική του Πρωθυπουργού.

    Αλλά ο κόσμος δεν πεθαίνει στα λεωφορεία, διασωληνωμένος πεθαίνει. Αφασία τους χρεώνω, όχι ανοησία.

  • Μικρόκοσμος

    Μικρόκοσμος

    …But suddenly, I knew they were really the two ends of the same concept. The unbelievably small and the unbelievably vast eventually meet – like the closing of a gigantic circle. I looked up, as if somehow I would grasp the heavens. The universe, worlds beyond number, God’s silver tapestry spread across the night…

    (The Incredible Shrinking Man / 1957)

    Famous last words.

    Η φωτογραφία από το τεύχος Ιανουαρίου 2021 του Discover. Ιππόκαμποι τη νύχτα στη λίμνη Sweetings, μακριά στις Μπαχάμες. Πρόκειται για λίμνη δίπλα στη θάλασσα, δίχως τα νερά της να έχουν επιφανειακή επικοινωνία με τον ωκεανό. Αλλά έχουν την ίδια αλατότητα.

    Από το άρθρο έμαθα ότι είναι σπάνιο να δει κανείς ιππόκαμπο στη θάλασσα. Η λίμνη Sweetings χαρακτηρίζεται από τούς πλέον πυκνούς πληθυσμούς ιππόκαμπων στην υφήλιο, δέκα φορές πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Αυτό διότι στο φυσικά προστατευμένο περιβάλλον της λείπουν πολλοί από τους θηρευτές τους.

    Η επόμενη φωτογραφία είναι της ΝΑΣΑ – το νεφέλωμα της Κεφαλής του ‘Ιππου, κάτω αριστερά της ζώνης του Ωρίωνα. Που αν δεν έβρεχε και αν δεν ήταν το lockdown, θα είχα μαζέψει τέτοιες μέρες τα μανταρίνια και θα τον έβλεπα, αυτήν περίπου την ώρα, να σκαρφαλώνει στον ουρανό από τα νοτιοανατολικά. Και θα άπλωνα το δάχτυλό μου ν’ αγγίξω εκεί το μικροσκοπικό κεφαλάκι του αλόγου, το οποίο δεν θα έβλεπα αλλά θα γνώριζα ότι είναι.