Author: Θωμάς Ξωμερίτης

  • Here I was born and there I died *

    (* μια γυναίκα, κάποτε, σε δάσος στην Καλιφόρνια)

    Δέκα μέρες από το πέρασμα του κυκλώνα, αγόρασα 30 μέτρα καραβόσκοινο, έκοψα το σχοινί στα δύο, και το έδεσα σε δυο σημεία στο γερμένο κορμό του κυπαρισσιού. Τρεις άντρες το τραβήξαμε, σιγά σιγά, από δύο μεριές. Νιώσαμε το βάρος του, υγρό και πυκνό, κορεσμένο από νερό. Κι ένα τρίξιμο, σαν από οίδημα στους σπασμένους τένοντες της ρίζας. Δέσαμε το σχοινί σε δύο μεγάλες πέτρες του κήπου, σε κοτρώνες γηγενείς, ενδημικές.

    Το φέραμε στα ίσα, σχεδόν όρθιο, αφήνοντας μια ελάχιστη κλίση. Με το μαλακό, σταδιακά, την επόμενη φορά, να μη πληγώσουμε περισσότερο τη ρίζα. Νερό χρειάζεται η ρίζα, εκεί που έκλεισε κι άρχισε να επουλώνεται το σκασμένο χώμα.

    Θα κρατήσω τα σχοινιά ένα χρόνο. Να ξανανιώσει, να στανιάρει και να σταθεί μόνος ξανά ο κορμός. Να μου δείχνει το δέντρο σαν κάθομαι στο μπαλκόνι δεξιά από ‘κει που θα ανατείλει σε ξάστερο βράδυ η καρδιά του Κυνηγού. Ώριμο φθινόπωρο, πριν την επέλαση του χειμώνα.

    Πόδια κόντρα στη γη, στα χέρια μου όση δύναμη μπορώ στο σχοινί, το σχοινί σηκώνει το δέντρο και το δέντρο γνέφει και δίνει σήμα στον Ωρίονα ν‘ ανέβει.

    Βραχότοπος ήταν πριν χρόνια ο κήπος μου. Λίγες γέρικες ελιές. Έφερα εργάτη με το μηχάνημα να σπάσει βράχους, έφτιαξα πεζούλες με τα χέρια μου. Έφερα και χώμα να φυτέψω. Αρχική απειρία και άγχος, με το βιβλίο και το google. Κοίταζα επίμονα, ανυπόμονα και με τύψεις την κάθε πληγή που άνοιγε σε τρυφερό φλοιό η αδεξιότητά μου.

    Σιγά σιγά αντρώνονται τα δέντρα μου και μαζί τους στυλώνεται η καρδιά μου. Σε πείσμα του χρόνου μου και της αυξανόμενης κούρασης του κορμιού μου. Σκληρότερη καρδιά αλλά αποτελεσματικότερη στους χειρισμούς της. Χωράει περισσότερη αγάπη. Πυκνή, δίχως να ξεχειλίζει, να δείχνει και να ξοδεύεται.

    Πέρα από τον κήπο υπάρχει μια γέρικη αμυγδαλιά. Ρώτησα τη γειτόνισσα, συνομήλική μου, αν ήξερε ποιός τη φύτεψε. «Έτσι το θυμάμαι το δέντρο, μεγάλο», απάντησε, « – από παιδί όταν μασούσαμε τη γόμα του κορμού του»

    Έτσι θέλω να γνωρίσουν και να θυμούνται παιδιά τα δέντρα που φύτεψα – αντρειωμένα, γνώριμα και οικεία δέντρα σε παιδιά ενός μέλλοντος όταν κανένας δεν θα με γνωρίζει και θα θυμάται.

  • Εθνική ταυτότητα

    For example, most Greeks say they are not willing to accept Muslims in their families; three-quarters consider being Orthodox Christian important to being truly Greek; and nearly nine-in-ten say Greek culture is superior to others.

    Πολλά τα ζητήματα με τη νοοτροπία και τις αντιλήψεις των σύγχρονων Ελλήνων. Όμως είναι άστοχο να πιστέψουμε ότι το κλειδί για την κατανόησή τους βρίσκεται στην έρευνα του Pew Research Center. Γνώμη μου, οι Έλληνες που συμμετείχαν απάντησαν πρωτίστως με βάση την ελληνική ταυτότητα την οποία πιστεύουν ότι τους χαρακτηρίζει (ή επιθυμούν να του χαρακτηρίσει) και δευτερευόντως με γνώμονα την ουσία του ερωτήματος (το αν υπάρχει Θεός για παράδειγμα). Το συμπέρασμα της έρευνας ερμηνεύεται εύκολα μέσω απλουστευτικής προσέγγισης, αυτής του συντηρητικού ενάντια στο προοδευτικό. Χαρακτηριστικά, δίνεται έμφαση στο γεγονός ότι το 31% των Ελλήνων θα αποδεχόταν Μουσουλμάνο ως μέλος της οικογένειάς τους (και το 35% Εβραίο) σε αντιπαράθεση με τους Γερμανούς εκ των οποίων το 55% θα αποδεχόταν Μουσουλμάνο ως μέλος της οικογένειας. Η επιδερμική ερμηνεία αποκαλύπτει συντηρητισμό στην ελληνική κοινωνία όταν το ζητούμενο για τους συμμετέχοντες στην έρευνα (με τον τρόπο που είχαν τεθεί τα ερωτήματα) ήταν η ταυτότητα (Taken together, these and other questions about national identity, religious minorities and cultural superiority would seem to indicate a European divide…)

    Το γράφω αυτό έχοντας γνώση ότι οι δραστικές δημογραφικές ανατροπές σε μεγάλο μέρος του κέντρου της Αθήνας, ιδιαίτερα μετά την προσφυγική κρίση, έχουν αντιμετωπισθεί με ιδιαίτερη ανοχή από Έλληνες που κατοικούν σε αυτές τις γειτονιές, κάτι που δεν πιστεύω ότι θα συνέβαινε κάτω από ανάλογες συνθήκες (εκ των πραγμάτων) υποβάθμισης στη Γερμανία. Ας θυμηθούμε τα περιστατικά καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση από αλλοδαπούς στην Κολωνία στον υπαίθριο εορτασμό της παραμονής της Πρωτοχρονιάς με θύματα Γερμανίδες, τα οποία άγγιξαν την υστερία. Και τις εισόδους πολυκατοικιών που άνοιγαν στα πέριξ της πλατείας Βικτωρίας για να βρουν καταφύγιο οι χιλιάδες μετανάστες με τις φθινοπωρινές νεροποντές του 2015.

    Είναι ιδιαίτερα λυπηρό και οξύμωρο σε καιρούς που ζητήματα ταυτότητας και του σεβασμού της θεωρούνται ουσιαστικά στη συζήτηση για το αν μια κοινωνία είναι προοδευτική και ανοικτή, να απαξιώνεται η αίσθηση περηφάνιας που απορρέει από την εθνική ταυτότητα και να δίνεται βορά σε φτηνό χλευασμό και απαξίωση. Είναι επίσης επικίνδυνο. Οι αρνητικές συνέπειες είναι φανερές στην παγκόσμια πλέον στροφή προς την ακροδεξιά.

    Δεν υποστηρίζω ότι η Ελλάδα είναι ανοικτή και προοδευτική κοινωνία. Υποστηρίζω ότι το υγιές αλλά δύσκολο ζητούμενο για τον προοδευτισμό είναι στην όποια θετική εικόνα αυτοπροβάλλει η εθνική ταυτότητα να συνυπάρχουν και να δένουν εξίσου θετικά και άλλες ταυτότητες (σεξουαλικών μειονοτήτων για παράδειγμα). Όχι να γίνεται απαξίωση της πρώτης ως συντηρητικής ώστε να διαγραφεί για να δώσει χώρο στις δεύτερες.

  • Έ ναι και αυτό! Λαός και Κουμουτσάκος

    …Λοιδόρησε και κατασυκοφάντησε την παραδοσιακή έκφραση της εθνικής ευαισθησίας, ταυτίζοντας την Εκκλησία και τους πολίτες που συμμετείχαν στα συλλαλητήρια με τη φιλοναζιστική Χρυσή Αυγή…

    Κάποτε σχολίαζε, ευχόμενος Γάλλοι και Βρετανοί ν’ αποφύγουν το λαϊκισμό και ν’ αφήσουν την Ευρώπη να νικήσει, μη θεωρώντας σημαντικές τις όποιες δικές τους εθνικές ευαισθησίες μπροστά στην ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού οράματος. Κάποια στιγμή θα σχολίασε τη συνύπαρξη πολιτών και χρυσαυγιτών στο Σύνταγμα (δανείζομαι το «πολίτης» από τον ίδιο) στα συλλαλητήρια των αγανακτισμένων, με διάθεση ταύτισης των πρώτων με τους δεύτερους, εκ του ασφαλούς αγνοώντας την παρουσία εκπροσώπων εκεί της Εκκλησίας. Πολλοί της προσέγγισής του το έκαναν.

    Για αυτόν ήρθε τώρα η ώρα για την εξάντληση των αντοχών των Ελλήνων, τώρα που δεν τραυματίζεται μόνο η ατομική αξιοπρέπεια αλλά πλήττεται αυτό που εκλαμβάνεται ως εθνική αξιοπρέπεια (το «εκλαμβάνεται» πάλι δικό του – τόση αυτοσυγκράτηση… ευρωπαϊσμός). Τώρα μόνο βγαίνουν οι πολίτες ως οικογενειάρχες στους δρόμους. Πριν (τον καιρό που ήταν επιτακτική ανάγκη για τους ευρωπαϊστές να βαστήξουν τις αντοχές του Γερούν), έβγαιναν μόνο ως φερέφωνα παρασυρμένα από το λαϊκισμό ακραίων αριστερών ή φασιστών κι όχι από αγωνία για το μέλλον της οικογένειας και των παιδιών τους.

    Ο ευρωπαϊστής Κουμουτσάκος. Άραγε ποια τα σχόλια γι’ αυτόν Γάλλων που ψήφισαν Μακρόν, όταν χρησιμοποιεί επιλεκτική μνήμη με τις εκ των υστέρων του αναφορές στην βουβή οικονομική και κοινωνική αγανάκτηση των συμπατριωτών του (τη «μέχρι τώρα βουβή», δικό του και αυτό) και για λόγους καθαρής πολιτικής σκοπιμότητας κάνει μια εξαίρεση απ’ τον ευρωπαϊσμό, ξεδιάντροπη, και προωθεί τη χείριστη και πλέον επικίνδυνη μορφή λαϊκισμού τον εθνολαϊκισμό (βουτηγμένο το κείμενό του), διαγράφοντας με μονοκονδυλιά ευρωπαϊκά και εθνικά ιδεώδη, ξεφτιλίζοντας το εθνικό θέμα, θυσία στην αντικυβερνητική μικροκομματική μεζούρα του και τους φιλοναζιστές;

  • Τσιμεντούπολη

    …Τώρα θα ήθελα να είμαι στην Ομόνοια, να ‘χει πολύ καυσαέριο, πολλή ζέστη και πολύ κόσμο στη στάση… και το λεωφορείο να μη φαίνεται… κι όταν κάποτε θα έφτανα στους Αμπελοκήπους θ’ αγόραζα ψάρια, χόρτα και σιταρένιο ψωμί, κι άγιος ο θεός…

    (γράμμα του ναύτη Μανώλη Ρησσάκη περασμένο σε δίσκο του Λουδοβίκου των Ανωγείων)

    ————————

    Από το μπαλκόνι, πίσω από τα κάγκελα του κήπου, έβλεπα θάμνους και πιο πέρα το γήπεδο γκολφ. Πανηγύρι στον κήπο το πρωί οι λιβελούλες και διάδρομος προσγείωσης το γρασίδι του για κάποια μεγάλα πουλιά. Στο λόφο, στο βάθος, ένα shopping mall με το πολυσινεμά και τα εστιατόρια-αλυσίδες. Ένα απ’ αυτά, το Ocean Basket, παίζει ελληνικά ελαφρολαϊκά. Πιο κοντά, στο χαμήλωμα της πλαγιάς μπροστά από το εμπορικό κέντρο, μια κρυμμένη κοιλάδα. Ρηχή με βούρκο και καλαμιές. Εκεί βυθισμένη και άφαντη μια παραγκούπολη. Ένα μικρό township που βαστά απ’ τα χρόνια του απαρτχάιντ. Plastic View το όνομά της. Αυτόματος συνειρμός στο μυαλό μου: διοξίνες, Σεβέζο, Σοβέτο, 1976.

    Το 2016 πέντε άτομα κάηκαν στη φωτιά που σάρωσε την Plastic View.

    Μη σε βρει το σκοτάδι να οδηγείς, το βράδυ κυκλοφορούμε μόνο με Uber. Στη διασταύρωση του δρόμου που φέρνει απ’ το εμπορικό κέντρο στη λεωφόρο γίνονται carjackings. Δύο αυτοκίνητα σε μπλοκάρουν, μπρος πίσω, σου κλείνουν το δρόμο, σε ληστεύουν. Εσύ με τα χέρια ανήμπορα στο τιμόνι, τα πιστόλια έξω από το τζάμι, σε σημαδεύουν. Δεν πρέπει το παιδί να ζήσει κάτι τέτοιο… με τίποτα… Στον οδηγό του Uber δίνουμε κωδικό, να μπει στο estate, σκανάρεται στην πύλη για ν’ ανοίξει η καγκελόπορτα. Η πύλη έχει φύλακες οπλισμένους κι όσοι μένουμε εδώ μέσα μπαίνουμε με σκανάρισμα του δαχτύλου. Γύρω γύρω ηλεκτροφόρο σύρμα και μέσα η ασφάλεια. Κυρίως για το παιδί… αυτό πηγαίνει με τα πόδια στο σχολείο, μόνο του. Μονάχα η Λόις, η βοηθός απ’ τη Ζιμπάμπουε, βγαίνει να πάει στο εμπορικό κέντρο με τα πόδια. Είκοσι λεπτά περπατά, διασχίζει τη λεωφόρο. Δίχως να την πειράζει κανένας. Το πιθανότερο να μην την πειράξει κανένας, ποτέ. Το πιθανότερο.

    Μέσα στο estate ραχούλες, γλυκοί οι κοντινοί ορίζοντες του γκολφ με το γήπεδο να στριφογυρνά ανάμεσα στις μονοκατοικίες. Εύρωστες βίλες, θαλερές, εμβολιασμένες με αρχιτεκτονικά αναβολικά, μπρατσωμένες. Οι κανόνες αποτρέπουν το περπάτημα στο δρομάκι αν υπάρχουν αμαξάκια και παίχτες στο γήπεδο. Επικίνδυνες καταστάσεις. Μας έκαναν παρατήρηση ένα πρωί όταν περπατούσα παρέα με τη μητέρα και το σκύλο. Έντονο το ύφος, στ’ αγγλικά, ένα ίχνος φλαμανδικής χροιάς στη φωνή. Αφρικάνερ. Γυρίσαμε να δούμε το αμαξάκι για το οποίο μας προειδοποίησε, σταματημένο αρκετά πιο πέρα, πουθενά οι παίκτες.

    Τύφλα να έχουν οι Ελβετοί, σχολίασα. Να ένα πολιτισμένο μέρος όπου θα ζούσα ευτυχέστερος απ’ όσο στην Ελβετία.

    Ο μικρός δεν κοιμάται καλά τα βράδια αλλά η μαμά δεν τον αφήνει πλέον να σκαρφαλώνει στο κρεβάτι της. Θυμώνει. Αυτός τον καιρό της διαμονής μου τρύπωνε στο δικό μου. Έχοντας εγώ αποκοιμηθεί, νωρίς, άνοιγε την πόρτα του δωματίου μου, απότομα. Με αιφνιδίαζε και ξυπνούσα. Πάντα μια αφορμή, κάποια ερώτηση ή σχόλιο και κατευθείαν βουτιά στο κρεβάτι. Λίγες μέρες πριν φύγω τον πιάσαμε και του είπαμε ότι πρέπει να μάθει μα κοιμάται μόνος, μεγάλωσε πλέον, να μένει στο κρεβάτι του, να μην κουράζει τη μητέρα του.

    Μια νύχτα, δυο μέρες πριν φύγω, άκουσα περασμένα μεσάνυχτα έναν ήχο από το δωμάτιό του, δίπλα. Ξύπνησα από σύρσιμο και ξεφύλλισμα, επαναλαμβανόμενο, τεχνητά δυνατό και ηθελημένα εκνευριστικό. Βγήκα στο διάδρομο, φως από την ανοιχτή πόρτα και ο μικρός ξύπνιος ανάμεσα σε βιβλία στοιχισμένα στο κρεβάτι του. Δίπλα η φωτεινή υδρόγειος που του έκανα δώρο πριν χρόνια.

    Τον ρώτησα γιατί δεν κοιμάται. Όλα τα έχει εδώ, του ‘πα με σιγουριά στη φωνή. Καθαρό αέρα, πισίνα στο σπίτι, πισίνα στο σχολείο… φίλους, τη μαμά και τη Λόις… ήλιο κι εκδρομές και άγρια ζώα. Βιβλία, την κιθάρα του…

    Μου έδειξε τα βιβλία, σε δύο σειρές ταχτοποιημένα. Diary of a Wimpy Kid, η πρώτη. Έχει όλους τους τόμους από τους οποίους δύο στα ελληνικά. Λάθος μεταφρασμένος ο τίτλος σε ημερολόγιο ενός σπασίκλα. Αλλά δεν έχει ανάγκη πλέον ο πιτσιρικάς τη μετάφραση, αγγλικό το σχολείο του, σφουγγάρι το μυαλό του, χαμαιλέοντας η προσαρμογή του στη νέα γλωσσική καθημερινότητα. Αυτόματα στα εγγλέζικα ο λόγος του.

    Η δεύτερη σειρά αυτή με το treehouse, το δεντρόσπιτο που ολοένα, σε κάθε νέο τόμο που βγαίνει, έχει αποκτήσει περισσότερα πατώματα για να ψηλώνει ως πολύ πάνω απ’ τα σύννεφα. Αυτή η σειρά λειψή, υπάρχουν κενά, λείπουν δύο τόμοι.

    Το δάχτυλό του ακουμπισμένο πεισματικά σε κενό πάνω στο σεντόνι.

    Τι σου λείπει; ξαναρώτησα.

    Γύρισε, με κοίταξε στα μάτια. Η πολυκατοικία, είπε.

    Αυτόματη η απάντηση, στα ελληνικά, ξεκάθαρη.

    ————————

    Όταν, πάνε πάνω από είκοσι χρόνια, ψηφίστηκε το νέο Σύνταγμα της Νότιας Αφρικής αυτό χαιρετίστηκε από τους λαούς του κόσμου ως το προοδευτικότερο της υφηλίου. Ειδικά τα άρθρα που αφορούν στη διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

  • Music for the asses

    Δεν είχα σκοπό να γράψω κάτι για τον Πανούση. Άλλοι τα έγραψαν μια χαρά, καλύτερα απ’ ότι θα μπορούσα μιας και δεν παρακολουθούσα συστηματικά το έργο του – διαβάστε τα εξαιρετικά κείμενα που έχουν αναρτηθεί εδώ, σ’ αυτήν την ιστοσελίδα.

    Δύο σχόλια μόνο.

    Το πρώτο, μια παρατήρηση για όσους αρπάζουν δηλώσεις του μακαρίτη και τις χρησιμοποιούν ως αξίωμα προς τεκμηρίωση δικών τους πεποιθήσεων – την αντιπάθειά τους προς τους οικολόγους για παράδειγμα. Δεν έχουν πάρει χαμπάρι. Η σάτιρα δεν χτίζει ούτε λειτουργεί διπολικά, άσπρο μαύρο, υπέρ ή κατά. Στέκεται σε απόσταση. Τη μία δίνει θάρρος σε όσους θέλουν να βαδίσουν δρόμο που θα τους βγάλει από κάποια κόλαση (κολάσεις υπάρχουν πολλές και διάφορες), η ειρωνεία και το γέλιο βάλσαμα του φόβου. Την άλλη γειώνει όσους πάντα ετοιμοπόλεμοι σηκώνουν αυτάρεσκα λάβαρο αγαθών προθέσεων και αυτοανακηρύσσονται σωτήρες των πολλών, στρώνοντας έτσι δρόμους προς καινούργιες κολάσεις.

    Το δεύτερο σχόλιο είναι μια επισήμανση σε όσους χρησιμοποιούν το έργο αντισυμβατικών δημιουργών ως δική τους αντίσταση στο κατεστημένο, ως άλλοθι που επιτρέπει την ύπαρξη και επιβίωσή τους σε αυτό ώστε να βαστήξουν με σώας τας φρένας. Τα καταφέρνουν, καλά κάνουν, είναι αναγκαίο. Αλλά στο τέλος της μέρας δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη (και συμβατότητα) από αυτήν του cool. Πρέπει να το γνώριζε αυτό ο Πανούσης και να το χλεύαζε περισσότερο απ’ όλα.

    Παρόλα αυτά, σχεδόν 40 χρόνια και πόσοι καυλώνουν ακόμα σταυρώνοντας ψηφοδέλτια, ονειροπολώντας μπροστά σε τηλεοπτικά παράθυρα ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αν τα είχαν καταφέρει να κλάσουν στα έδρανα της Βουλής αντί στον καναπέ τους.

    Επιστρέφοντας σπίτι πεζός, η διαδήλωση σήμερα του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια, η ένρινη φωνή, παραμορφωμένη από παλιάς κοπής μεγάφωνα. Watt 50 χρόνων, Νταλάρας, μαστίγωμα στο τύμπανο του αυτιού μας.

    Τίποτα δεν πήγε χαμένο. Χρώματα, αρώματα και πτώματα – they all linger here.

  • I got sunshine in my stomach

    (Ενημέρωση επί μιας ανόδου στην Κόλαση)

    Παραμονή Χριστουγέννων πρωί, βρέθηκα από νωρίς στο πόδι βιαστικός, έχοντας μια ώρα να σκοτώσω πριν ανοίξει η Πολιτεία για μια παραγγελία βιβλίων φίλης. Χειμερινή λιακάδα, αθηναϊκή παγωνιά και σχετική ερημιά – Παραμονή και Κυριακή – στην Ακαδημίας στο ύψος της Ιπποκράτους. Κατηφόρισα αργά προς την Χαριλάου Τρικούπη να βρω το μικρό Έβερεστ, ελπίζοντας. Ήταν ανοικτό, ζήτησα καφέ και σάντουιτς, πλήρωσα και λούφαξα στο κρύο μεταλλικό σκαμνί στη γωνία, να διαβάσω πίσω απ’ τη τζαμαρία το βιβλίο μου μέσα απ’ το κινητό.

    Πέρασε κάμποση ώρα έως που άκουσα πίσω μου μια φωνή να δίνει παραγγελία, φωνή μπάσα, αργόσυρτη και νωχελική. Συνέχισα την ανάγνωση αλλά τη συγκέντρωσή μου διέκοψε η διαφωνία του πελάτη με την υπάλληλο. Ήθελε και κόκα κόλα με το σάντουιτς αλλά έλειπαν 80 λεπτά από το σύνολο του λογαριασμού. Αυτός επέμεινε με επιχείρημα ότι είναι χρόνια πελάτης. Ξαναγύρισα στην ανάγνωση όταν στη συνέχεια ήρθε να πιάσει τον χώρο δίπλα μου, όρθιος, η ογκώδης παρουσία του εισέβαλε στην περιφέρεια του ματιού μου. Μασουλούσε ορεξάτος και με θόρυβο – κροταλισμοί της γλώσσας, χτύπημα των δοντιών και μμμπτ!!! των χειλιών, σποραδικά ρουφώντας απ’ το κουτί του αναψυκτικού, καταπίνοντας μια λίγη γουλιά η οποία κατέληγε σε ανακλαστικό μικρορέψιμο. Τα πήρα στο κρανίο – εκεί μέσα οι βουλιμικοί ήχοι του παγιδεύονταν ο ένας μετά τον άλλο, αντηχώντας στα τοιχώματα του κεφαλιού μου.

    Κουρδισμένος κι ανήμπορος εγκατέλειψα το στόχο να διασχίσω τα 23 λεπτά του δείκτη στα κάτω αριστερά της οθόνης ως το τέλος του κεφαλαίου, πριν φύγω για το βιβλιοπωλείο. Παράτησα την ανάγνωση κι έπιασα την περιήγηση στο Facebook να χαλαρώσω, να περάσει η ώρα με το χάδι πάνω κάτω του αντίχειρα στην οθόνη, χτυπώντας κλικ με το δείκτη του άλλου χεριού. Πρόσθεσα έτσι ώρα μου στο χρόνο, πριν κι αυτήν ακόμα την αυτόματη λειτουργία διακόψει ένα μεταλλικό, νευρικό και γοργό αλλά άρρυθμο χτύπημα συνοδευόμενο από παιδική κακοφωνία. Κέντρο Αθήνας, γυφτάκια σκέφτηκα. Δεν γύρισα να δω αλλά κοίταξα την ώρα πάνω δεξιά στην οθόνη, περασμένες 11. Ώρα να την έκανα πριν να πλακώσουν όλοι, να βρω τα βιβλία στα γρήγορα. Όλη αυτή η άσκοπη αναμονή ν’ ανοίξει το κατάστημα… Μια φορά το χρόνο που μπαίνω σε βιβλιοπωλείο και φέτος έτυχε να είναι Παραμονή Χριστουγέννων… Χριστουγεννιάτικα θυμήθηκε κι αυτή το Χρυσό Σημειωματάριο και κάτι άλλους αρχαίους. Με ρωτά λοιπόν τότε ο τύπος δίπλα, αργόσυρτα και βαριά, με άφωνα ρ, αν είναι Χριστούγεννα ή Παραμονή. Μη σηκώνοντας μάτι από οθόνη και αντίχειρα, απάντησα σιγανά και κοφτά, ανοιχτά μαγαζιά και κάλαντα, Παραμονή θα είναι.

    Τότε ακριβώς έβγαλε φωνή, αφού πήρε μεγάλη ανάσα. Φωνή χαμηλή αλλά σε πλήρη ένταση ταυτόχρονα, λαμπρή κι ατσάλινη, λυγμό δυνατό και κλάμα αντρίκιο. Ψίθυρος αναστεναγμός που μου έσπασε τα τύμπανα και καρφώθηκε να μου καθαρίσει το κρανίο πριν βουτήξει κατακόρυφα να μου αρπάξει κεραυνός το στομάχι. Ξεκάθαρη η άρθρωσή του, το ρ στάθηκε δυνατά στα πόδια του, ριζωμένο:

    Χριστούγεννα, μια κόλαση είναι!

    Κοκάλωσα. Όλη μου την προσοχή τράβηξε αυτή η φράση, η φωνή αυτού του ανθρώπου, της παρασκιάς στο οπτικό μου πεδίο. Φωνή λες και τινάχτηκε από πηγή ερμητικά κλεισμένη μακριά και μέσα του, διάφανης, κρυστάλλινης και ξάστερης. Απ’ ένα αντίστροφο φωτεινό σύμπαν, αντιδιαμετρικό καθρέφτη του ουρανού, αναδιπλωμένο φως εκατομμυρίων ήλιων, συμπιεσμένο μέσα του.

    Γύρισα σαστισμένος να τον κοιτάξω, γύρισε και αυτός. Ένα τεράστιο πρόσωπο, κρεμασμένο, λιπώδες και κέρινο, το βλέμμα μου άγγιξε το άδειο του βλέμμα. Γέλασε με γέλιο παιδιού, ζαβολιάρικο. Με την αρχική αργή φωνή, τη μπερδεμένη με τα παγιδευμένα ρ, μου είπε τρέχω στο σπίτι να κλείσω πόρτες και παράθυρα, δεν θ’ ανοίγω σε κανέναν. Ξαναγέλασε σκανδαλιάρικα.

    Θυμήθηκα αυτό το βλέμμα, βλέμμα μιας ηλικιωμένης συναδέλφου, μεγάλης σε ηλικία, μόνης, όταν ψάχνοντας το δικό της προϊστάμενο, μου ζήτησε άδεια να φύγει γιατί ο γιατρός της είχε αλλάξει τα χάπια και της έρχονταν να πέσει κάτω.

    Ο γαμημένος ο γιατρός τον χαπακώνει να τον ξεφορτώνεται, σκέφτηκα την ώρα που σήκωσε το κουτί της κόκα κόλας για να καταπιεί, μ’ ένα οριστικό γκλουπ!!!, όλο το υγρό πριν αφήσει μια ρεψιά, δυνατή και πλήρη, την κάνει με σβελτάδα για την πόρτα κι εξαφανιστεί στο δρόμο.

    Κενό το σημείο που στεκόταν δίπλα μου. Ήταν η ώρα να ακολουθήσω, ν’ αποχωρήσω. Αφού σηκώθηκα, ζήτησα απ’ την υπάλληλο να πληρώσω τη διαφορά που έλειπε για να κλείσει ο λογαριασμός της παραγγελίας του κυρίου. Του κυρίου του ευτραφή, του κάπως, διευκρίνισα.

    Με καθησύχασε η υπάλληλος, είναι πελάτης, τον γνωρίζουν. Το φρόντισαν, να μην ανησυχώ, μου είπε με ανατολικοευρωπαϊκή προφορά. Έγνεψα το κεφάλι μου και μ’ ένα οκ χαιρέτησα. Αντευχήθηκε μ’ ένα Καλά Χριστούγεννα και απομακρύνθηκα από το καταφύγιο του Έβερεστ. Άφησα τη μόνη απουσία του ενός, έτοιμος Χριστουγεννιάτικα για το στρίμωγμα της πολύφωνης σοφίας του πλήθους.

    Keep on turning.

  • Το μετέωρο βήμα του

    Το πήρα και το κράτησα, περιεργαζόμενος την ανάγλυφη λεπτομέρεια. Μου αρέσουν αυτές οι ακατέργαστες μινιατούρες τουριστικών προορισμών, οι αποτυπωμένες σε ευτελή σουβενίρ από ρητίνη. Κάτω από μπετονένια πολυώροφα στο λιμάνι των Αγίων Σαράντα, μέσα στο πλήθος της σκεπαστής στοάς με τους πάγκους, αντίκριζα μια γραφική εκδοχή της κωμόπολης, κάπως κυκλαδίτικη. Προορισμός που δεν υπήρξε κι ούτε θα υπάρξει: ασβεστωμένα σπίτια, εκκλησίες και καμπαναριά, τουριστικά σκάφη στο γαλάζιο.

    «Είναι το πιο καλό μας κομμάτι, πουλάει, δεν ξέρεις πόσο γρήγορα φεύγει», διέκοψε το ρεμβασμό μου η ενθουσιώδης φωνή του. Μου μίλησε στα ελληνικά κάτι όχι ασυνήθιστο για τα Τίρανα και το συνηθέστερο για τη Βόρεια Ήπειρο. Όμορφο πρόσωπο, σμιλεμένο, έδειχνε σαρανταπεντάρης. Σίγουρα χρειαζόμουν λίγη αφαίρεση ώστε να μετρήσω την πραγματική του ηλικία. Πιάσαμε οι τρεις τη συζήτηση, μέσα στην κουβέντα και η γερασμένη γυναίκα, η μητέρα του. Δουλεύουν μαζί, καλά πάνε οι δουλειές, τα καλοκαίρια ο πάγκος και το χειμώνα λίγα αγροτικά στο χωριό, στα περίχωρα. Με ρώτησαν από ποιο μέρος της Ελλάδας είμαι. Αυτοί δεν δούλεψαν ποτέ στην Ελλάδα. Όποτε έρχονται είναι για να επισκεφτούν συγγενείς.

    Κάτι γιατί ήθελα να τονώσω την περηφάνια του για το αντικείμενο που πουλούσε, κάτι γιατί οι καλοκαιρινές αναμνήσεις μου διατηρούνται καλύτερα μέσα στο ευτελές, ζήτησα να μου το τυλίξει να το αγοράσω. Σηκώθηκε απ’ την καρέκλα να πάρει χαρτί. Δεν είχα προσέξει τις πατερίτσες, τις ακουμπισμένες πίσω του. Τα πόδια του παραμορφωμένα κάτω από τη βερμούδα, το κορμί του το στήριζαν γυμνασμένα χέρια που κρατούσαν γερά το ξύλο.

    Με ρώτησε αν ήθελα κάτι άλλο, καμιά μακό μπλούζα με στάμπα. Αρνήθηκα. Τον ευχαρίστησα, τους χαιρέτησα και έφυγα.

    Υποσημείωση για ένα καλοκαίρι, τελευταίο βράδυ στην Αλβανία. Μια βδομάδα διακοπές, μόνος. Από λεωφορείο σε λεωφορείο – λεωφορεία διασυνοριακά, υπεραστικά, αστικά. Την επομένη, νύχτα πριν χαράξει, θα με έπαιρνε ταξιτζής μαζί με άλλους να με περάσει απ’ τα σύνορα για Ηγουμενίτσα, για το ΚΤΕΛ εκεί. Ήθελα ν’ αποφύγω το βουνό για Αργυρόκαστρο και την ουρά στο σταθμό στην Κακκαβιά.

    Όσα σύνορα κι αν περάσαμε, σπίτι επιστρέψαμε. Το δικό μου βήμα δρασκελιά, το δικό του μετέωρο πάνω από βουνά και φυλάκια. Και οι δύο ακόμα σπίτι, ο καθένας με το δικό του τρόπο επιστρέφει: το χειμώνα αγροτικά στα περίχωρα.

  • Γύρνα σπίτι άγγελέ μου

    Γνωρίζαμε ότι τα νεογέννητα εστιάζουν την προσοχή στο ανθρώπινο πρόσωπο και δείχνουν προτίμηση σε σχήματα που θυμίζουν πρόσωπο, όπως τρεις κουκκίδες σε διάταξη τριγωνική αντεστραμμένου δέλτα. Δεν γνωρίζαμε όμως τον τρόπο που το έμβρυο αντιδρά στην εικόνα. Ελάχιστο φως διεισδύει στην υγρή ασφάλεια της μήτρας και για πρώτη φορά φέτος μελετήσαμε συστηματικά τις αντιδράσεις του εμβρύου εκεί, στη διάρκεια των τριών τελευταίων μηνών της κύησης (δείγμα από 39 έμβρυα). Προβάλαμε οπτικό ερεθισμό στον μητρικό ιστό γύρω από το μικρούλη, τρεις φωτεινές κόκκινες κουκκίδες, και είδαμε το προσωπάκι του να παρακολουθεί το τριγωνικό σχήμα καθώς γλιστρούσε στη σάρκα της μητέρας (με τον τρόπο που εμείς παρακολουθούμε κινούμενους αστερισμούς σε προβολή πλανητάριου). Είδαμε επίσης να δείχνει την ίδια προτίμηση με τα νεογέννητα σε φωτεινό ανάδελτα το οποίο θυμίζει ανθρώπινο πρόσωπο.

    …Να δεις απ’ το πάραθυρό σου το πρόσωπό μου φωτεινό να σχηματίζει αστερισμό… έγραψε σε ποίημα του ο Χατζιδάκις. Δεν πείθομαι εύκολα. Γυρνώ σε αυτό που έγραψε ο Thomas Wolfe: …Γυμνοί και μόνοι ήρθαμε στην εξορία. Στη σκοτεινή μήτρα δεν ξέραμε το πρόσωπο της μητέρας μας. απ’ τη φυλακή της σάρκας της ήρθαμε στην ανείπωτη και απερίγραπτη φυλακή αυτής της γης…

    Φυλακή το αποτύπωμα της φύσης, δεν μπορείς να ξεφύγεις – κάθε μητέρα μια φυλακή. Σταμπαρισμένοι με το τατουάζ της ερχόμαστε στον κόσμο, στην εξορία του Wolfe, και στους άλλους. Το άγγιγμά τους θηλιά στο λαιμό και κόλαση.

  • Άδεια διαμερίσματα

    Σε μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα χτισμένα με κρατικούς πόρους, υπερήλικες Ιάπωνες πεθαίνουν αζήτητοι σε μικρά διαμερίσματα, ξεχασμένοι από συγγενείς και φίλους. Μέχρι να παραπονεθούν οι γείτονες, στην αναμονή και αυτοί, ενοχλημένοι από τη μυρωδιά του κορμιού κάπου δίπλα, σε αποσύνθεση. Πριν είκοσι χρόνια οι γείτονες ενός ενοικιαστή έμειναν για τρία ολόκληρα χρόνια ανυποψίαστοι, δίχως να σκεφτούν την απουσία, μέχρι που στέγνωσε ο τραπεζικός του λογαριασμός για τις αυτόματες μηνιαίες πληρωμές ενοικίου και ρεύματος. Ο σκελετός του βρέθηκε στο πάτωμα του διαμερίσματος.

    Πιστεύουν στα φαντάσματα οι Ιάπωνες, τουλάχιστον αρκετοί από αυτούς. Έτσι είχα ακούσει και τελικά διαπίστωσα. Στο ταξίδι μου εκεί, βρέθηκα προσκαλεσμένος για δείπνο σε σπίτι φιλικού ζευγαριού στο Ζούσι. Οι οικοδεσπότες μου δήλωσαν ότι στο σπίτι τους κατοικεί φάντασμα παιδιού με νοητική υστέρηση το οποίο ζούσε στην Αγγλία στα τέλη του 18ου αιώνα. Τους ακολούθησε στην επιστροφή τους από το Κέμπριτζ, όπου είχαν βρεθεί με αφορμή διαλέξεις που έδωσε εκεί ο γηραιότερος από τους δύο. Η δήλωση έγινε απλά, δίχως κάποια επιφύλαξη μπροστά στην πιθανότητα να εκφράσω έκπληξη η δυσπιστία. Και δεν υπήρχε λόγος. Από μικρός ακούω στην καθημερινότητά μου για θαύματα αγίων – με έβαζαν να προσκυνώ τα σκηνώματά τους. Ενήλικος θεωρώ ότι η ύπαρξη αγίων προσθέτει ουσία στο σύμπαν. Πόσο μάλλον αν οι άξιοι βίοι τους συνυπάρξουν με φάσματα χαμένων ζωών.

    Την περασμένη βδομάδα, βγαίνοντας βραδάκι από τον ανελκυστήρα στο ισόγειο της πολυκατοικίας που μένω, είδα μια μεσόκοπη γυναίκα να χτυπάει το ισόγειο διαμέρισμα όπου κατοικεί μια υπερήλικη, η κυρία Ελένη, πρώην ράφτρα στο Μεταξουργείο. Πολλές οι νύχτες που ακούσαμε την Ελένη να συνομιλεί, έντονα και νευρικά, με τον αέρα. Κάποτε βγήκε νυχτιάτικα στο στενό και μας ξύπνησε φωνάζοντας για μια παρουσία στο διαμέρισμά της. «Τι εννοείτε με το παρουσία;» ρώτησε κάποια από μπαλκόνι, απέναντι. Άλλες φορές η Ελένη σέρνεται μέχρι την κυρία Άννα, που ζει σε διαμέρισμα από πάνω, να ζητήσει φαγητό, να μη λιποθυμήσει από την αδυναμία.

    Ρώτησα τη μεσόκοπη που χτυπούσε την πόρτα της Ελένης αν ήταν η ανιψιά της. Όταν απάντησε θετικά, έβαλα τις φωνές που την έχουν εγκαταλείψει και βεβαίωσα ότι σαν πεθάνει θα πάρουν το κρίμα πάνω τους. Η ανιψιά ανασήκωσε τους ώμους. Η Άννα με πληροφόρησε την επόμενη μέρα ότι η Ελένη βρέθηκε από τον αδελφό της – ημιθανής, ξαπλωμένη και βρώμικη, πεσμένη στο μωσαϊκό. Κάλεσαν ασθενοφόρο να την πάρει στο νοσοκομείο.

    Δεν ξέρω, ίσως στην Ιαπωνία που βρέθηκα πριν κάμποσα χρόνια να πέρασα μπροστά απ’ ένα από ‘κείνα τα μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα. Μπορεί φάντασμα να ακολούθησε και μένα στο αεροπλάνο της επιστροφής. Ίσαμε που φτάσαμε στο ισόγειο της πολυκατοικίας μου. Εκεί κοντοστάθηκε να κοιτάξει αριστερά την πόρτα της Ελένης. Δίστασε, το ξανασκέφτηκε και τελικά με άφησε για να περάσει απ’ την κλειστή πόρτα στο διαμέρισμα της γριάς. Την οποία δε νομίζω να ξαναδούμε.

    Το διαμέρισμα του ισογείου θα παραμείνει κλειστό, μια άδεια παρουσία. Όπως πολλά διαμερίσματα στο αθηναϊκό κέντρο, σε πολυκατοικίες πολύ μικρότερες από τα μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα της Ιαπωνίας , τα χτισμένα με κρατικούς πόρους.

  • Nixon in China

    Ακούω να γίνεται φασαρία σχετικά με την εμφάνιση του Ρέμου σ’ ένα χειμερινό θέρετρο των Γαλλικών Άλπεων το οποίο ούτε γνωρίζω και για το οποίο, πιθανότατα, δε θα μου γεννηθεί επιθυμία να επισκεφτώ. Αυτοί που σκίζουν τα ρούχα τους για την κουλτούρα που εξάγει η Ελλάδα στην Ευρώπη προφανώς βαυκαλίζονται ότι οι σκιερ και οι εκδρομείς των Άλπεων είναι πρόθυμοι ν’ ακούσουν ανεβασμένη εκεί τη σύγχρονη όπερα το Μαγικό Βουνό σε μουσική John Adams και λιμπρέτο της Alice Goodman.

    Λες και το μοναδικό πολιτιστικό εξαγώγιμο των ΗΠΑ είναι ο Steve Reich.

    Λες και η κακή ποπ κουλτούρα χαρακτηρίζει μόνο την Ελλάδα.

    Δε νομίζω ότι οι επισκέπτες της γραφικής, υποθέτω, Κουρσεβέλ έχουν πάντα κάποιο τόμο του Προυστ στη βαλίτσα τους. Όμως, έστω κι αν είχαν, δε νομίζω ότι θα είχαν διάθεση να περάσουν τις διακοπές τους ακούγοντας ελληνική μελοποιημένη ποίηση – Καρυωτάκη, για παράδειγμα, μέσω Θεοδωράκη και Παπακωνσταντίνου. Ούτε θα χαλάσω φαιά ουσία για να προτείνω εναλλακτική στη θέση του Ρέμου. Είμαι γέρος πλέον και με πιστεύετε όταν γράφω ότι τραγούδι του Ρέμου δεν μπορώ ν’ αναγνωρίσω – εκτός απ’ αυτό για ένα αναψυκτικό κόλα – όπως και δεν ξέρω κάποιο τραγούδι του Χαρούλη. Και νιώθω εντάξει γι’ αυτό.

    Επιτρέψτε μου ένα σχόλιο μόνο: θεωρώ ότι πρόβλημα είναι ότι ασχολούμαστε τόσο με την εμφάνιση του Ρέμου στις Άλπεις κι όχι η ίδια η μουσική του Ρέμου. Την οποία αν θέλουμε αγνοούμε.