Author: Θωμάς Ξωμερίτης

  • Καϊτζού έγκα

    Ήμουν τυχερός που δούλεψα με τον Ισίρο Χόντα όταν εμφανίστηκα στα Όνειρα του Ακίρα Κουροσάβα. Συγκινήθηκα να δω το Χόντα, σχεδόν 80 χρονών, έναν φημισμένο κινηματογραφιστή διεθνούς αναγνώρισης, να δουλεύει βοηθός σκηνοθέτη με τον παλιό του φίλο και καθιερωμένο δάσκαλο… Αξιοθαύμαστη η πορεία του Χόντα στην επιστημονική φαντασία… το Γκοτζίρα βέβαια, το Ροντάν…, το Μόθρα, ταινίες που μάγεψαν τη φαντασία νέων θεατών, όπως τη δική μου, και εκατομμυρίων άλλων στα επόμενα χρόνια.Martin Scorsese

    Ο Χόντα γεννήθηκε το 1911, πέμπτο παιδί ενός βουδιστή μοναχού σε ναό στα ορεινά δάση βόρεια του Τόκιο. Από μικρός αγάπησε την επιστήμη από περιοδικά που έστελνε ο φοιτητής ιατρικής αδελφός του. Δεκάχρονος, η οικογένεια μετακόμισε στο Τόκιο όπου ο πατέρας ανέλαβε ναό στην πόλη. Στο Τόκιο ήταν η πρώτη φορά που ο Ισίρο μπήκε σε κινηματογράφο. Και το 1923 βίωσε το μεγάλο σεισμό του Κάντο, τα 7,9 ρίχτερ που ρήμαξαν το Τόκιο συνοδευόμενα από φωτιά και τσουνάμι. Οι νεκροί ξεπέρασαν τους 140.000.

    Το 1931 γράφτηκε σε κινηματογραφική σχολή και βρήκε δουλειά σε νεοσύστατη εταιρεία, την PCL, όπου γνώρισε τον Κουροσάβα. Συγκατοίκησαν και έγιναν αχώριστοι φίλοι. Άτυχος ο Χόντα, επιστρατεύτηκε στην κατεχόμενη Μαντζουρία, εποχή που η Ιαπωνία γλιστρούσε προς τον ολοκληρωτισμό συμμαχώντας με το γερμανοϊταλικό άξονα. Ακολούθησαν δύο επιπλέον επιστρατεύσεις, στην Κίνα όπου υπηρέτησε διοικώντας «σταθμό ανακούφισης». Γυναίκες, κυρίως Κορεάτισσες, υποχρεωμένες να εξυπηρετούν Ιάπωνες στρατιώτες. Ο Χόντα μίλησε με ειλικρίνεια γι’ αυτό σε κείμενό του τη δεκαετία του 60. Στο μεταξύ η PCL συγχωνεύτηκε με άλλη εταιρεία και δημιουργήθηκε η Τόχο. Ο Κουροσάβα φρόντιζε την οικογένεια του Χόντα, γυναίκα και δύο παιδιά, στα οκτώ χρόνια που έλειπε στα μέτωπα. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας επιστράτευσης παραλίγο να σκοτωθεί από βόμβα που δεν εξερράγη, το κέλυφος της οποίας το κράτησε μέχρι το θάνατό του. Στον τελευταίο χρόνο πιάστηκε αιχμάλωτος πολέμου.

    Εσωστρεφής, πάντα έλεγε ότι ο πόλεμος τον ωρίμασε ως σκηνοθέτη. Σύμφωνα με τη σύζυγό του, εφιάλτες τον στοίχειωναν μέχρι τα γεράματα. Επιστρέφοντας από την αιχμαλωσία, Μάρτης του 46, το τραίνο για Τόκιο σταμάτησε για κάμποση ώρα στη Χιροσίμα. Ο σταθμός ούτε χιλιόμετρο απ’ το κέντρο της πόλης.

    Ελάχιστα μιλούσε ο εσωστρεφής Ισίρο για τον πόλεμο. Αντίθετος χαρακτήρας από το φίλο του Ακίρα, ο οποίος περιέγραψε στην αυτοβιογραφία του το μεγάλο σεισμό. Εκατόμβες, απανθρακωμένοι σε σπίτια, πνιγμένοι σε ποτάμια, στοιβαγμένοι κάτω από γέφυρες, σε σταυροδρόμια.

    Ξανάπιασε το κομμένο νήμα της καριέρας του. Συνεργάστηκε βοηθός σκηνοθέτη με τον Κουροσάβα στην ταινία «Λυσσασμένος Σκύλος». Άρχισε να δουλεύει ως σκηνοθέτης σε ντοκιμαντέρ και έκανε τις πρώτες του ταινίες. Χαρακτηριστική το «Δέρμα του Νότου». Ένας γεωλόγος προειδοποιεί ματαίως τους κατοίκους μικρής πόλης για τις επιπτώσεις αποψιλωτικών υλοτομιών σε σαθρές ηφαιστειακές πλαγιές. Αποδεικνύεται Κασσάνδρα όταν χτυπάει την περιοχή τυφώνας. Έργα και σφάλματα ανθρώπων και η τυφλή δύναμη της φύσης.

    Είχε ενδοιασμούς όταν η εταιρεία του ανέθεσε το «Γκοτζίρα», μα δεν αρνήθηκε. Με ντοκουμενταρίστικη απόδοση ζωντάνεψε την επίθεση ενός υπερμεγέθους τέρατος, μια παραβολή για τα πυρηνικά όπλα. Βυθίσεις αλιευτικών και καταστροφές ψαροχωριών πριν την αποκάλυψη του ενόχου. Το ερπετό ανασηκώνεται πίσω από τη βουνοπλαγιά και βρυχάται καθώς χωρικοί ανεβαίνουν το μονοπάτι με σπαθιά και ξύλα ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα κινδύνου μιας καμπάνας. Ένα αρχαίο ον μεταλλαγμένο από τις δοκιμές βόμβας υδρογόνου στον Ειρηνικό, αφυπνίζεται για να λούσει το Τόκιο με ραδιενεργή ανάσα, καίγοντας και μολύνοντας. Η λύση δίνεται από ένα χειρότερο της ραδιενέργειας όπλο, τον καταστροφέα οξυγόνου που διαλύει το θηρίο στο θαλάσσιο βυθό. Με την αυτοθυσία του ο εφευρέτης παίρνει το μυστικό μαζί του. Να ξορκιστεί ο επαναλαμβανόμενος κύκλος.

    Τα γυρίσματα ξεκίνησαν τον Αύγουστο του 1954 στις ακτές νότια του Τόκιο, ενώ στα στούντιο κατασκευάστηκαν περισσότερες από 500 μινιατούρες κτιρίων της πόλης. Ασπρόμαυρη ταινία, νυκτερινές οι σκηνές καταστροφής. Μάστορας των εφέ ο Έτζι Τσουμπουράγια.

    Το Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, το αλιευτικό «Τυχερός Δράκος Νο 5» σκεπάστηκε από ραδιενεργή σκόνη ύστερα από τη δοκιμή των ΗΠΑ στα νησιά Μάρσαλ, γεγονός που ξεκίνησε το αντιπυρηνικό κίνημα της Ιαπωνίας.

    Παρά τις όποιες ατέλειες, η ταινία ήταν ιδιαίτερα καλή. Βοήθησε ο χαρακτήρας του Χόντα. Όχι καταγγελία αλλά προειδοποίηση. Πρεμιέρα στις 27 Οκτωβρίου του ’54. Είχαν περάσει δύο χρόνια από τη λήξη της αμερικανικής κατοχής και οι Ιάπωνες μετά τη λογοκρισία άρχισαν να αμφισβητούν την αμερικανική ηγεμονική πολιτική. Στην ταινία μάχονται ολομόναχοι το τέρας αν και φανερώνονται οι αμερικανικές ευθύνες. Είχαν προηγηθεί παρόμοιες αμερικανικές ταινίες αλλά η περίπτωση ιδιαίτερη, ουσιαστική η ιαπωνική μαρτυρία και υπαρκτό το μαρτύριο. Στο φιλμ επικρατεί παραίτηση θλίψης αλλά και σιωπηρή παρότρυνση για μελλοντική σύνεση.

    Η ταινία πουλήθηκε στις ΗΠΑ για 25.000 δολάρια ως «Γκοτζίλα» και έπαιξε το 1956. Αρκετό κόψιμο σε σκηνές του Χόντα, παρέμεινε η δουλειά του Τσουμπουράγια και εισήχθη ο Αμερικανός ανταποκριτής Steve Martin. Με αφορμή το “Slumdog Millionaire”, γράφτηκε στο Huffington Post ότι το «Γκοτζίλα» είναι η σημαντικότερη ξένη ταινία για τους Αμερικανούς καθώς ήταν η πρώτη που τους ξύπνησε μαζικά για να μπορέσουν να εκτιμήσουν κάτι διαφορετικό πέρα από την ομφαλοσκόπηση.

    Χρυσωρυχείο για την Τόχο και ο Χόντα επιδέξιος χρυσοθήρας. Η αρχή είχε γίνει, υπήρξε συνέχεια. Αναφέρουμε το «Ροντάν» (1956), υβρίδιο ταινίας τρόμου και επιστημονικής φαντασίας. Δύο γιγάντιοι πτερόσαυροι εκκολάπτονται από την πυρηνική υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας. Η πρώτη έγχρωμη του Χόντα στην οποία ο Τσουμπουράγια δημιούργησε λεπτομερή και όμορφη μινιατούρα πόλης που με ομορφιά καταστράφηκε. Τα λόγια του Χόντα: «…είναι η καταστροφή, το πόσο όμορφα όλα καταρρέουν». Αναφορικά με το «Ροντάν», η Susan Sontag σε κείμενο για τη φαντασία της καταστροφής έγραψε ότι η επιστημονική φαντασία δεν σχετίζεται με την επιστήμη αλλά με την καταστροφή, ένα από τα αρχαιότερα αντικείμενα της τέχνης. Έγραψε και για τα δύο τεράστια ερπετά που με το άνοιγμα της φτερούγας τους και το υπερηχητικό τους πέταγμα σηκώνουν τυφώνες.

    Στο «Μόθρα» (1961) ο Χόντα έδεσε την επιστημονική φαντασία με την πραγματικότητα του μύθου, με ιαπωνική άνεση, δίχως να απολογηθεί. Το τεράστιο λεπιδόπτερο, η Μόθρα, αγαθή αλλά όχι αφελής θεότητα, αναγεννιέται στους αιώνες και λατρεύεται από ιθαγενείς σε νησί του Ειρηνικού που – τί άλλο; – έχει μολυνθεί από τις πυρηνικές δοκιμές. Ύστερα από την απαγωγή των μικροσκοπικών ιερειών της για κερδοσκοπία, η ψυχικά δεμένη μαζί τους Μόθρα επιτίθεται στην Ιαπωνία και σε μία άλλη χώρα. Φανταστική, αλλά ίδια οι ΗΠΑ.

    Στο διασκεδαστικό χιτ «Κινγκ Κονγκ εναντίον Γκοτζίλα» (1962) η εταιρεία απαίτησε και κωμική διάσταση. Ο Ισίρο υπάκουσε δυσαρεστημένος. Το «Γκοτζίλα» του 54 ήταν αγαπημένη ταινία του Κουροσάβα, που πρότεινε στο φίλο του να αποδεσμευτεί αλλά ο Χόντα παρέμεινε πιστός στην Τόχο. Είχε ήδη δημιουργηθεί ένα πετυχημένο, κερδοφόρο κινηματογραφικό σύμπαν συγκατοίκησης ανθρώπων με τέρατα. Το «Μόθρα εναντίον Γκοτζίλα» (1964) αποδείχτηκε εξαιρετικό. Οι καιροί όμως άλλαζαν, η Ιαπωνία ξέφευγε από τη φτώχεια, τα παιδιά ξεχνούσαν και ήθελαν παιχνίδι. Με την εισαγωγή του τετάρτου μέλους της κορφής του οικοσυστήματος των τεράτων, του διαστημικού (καλοσχεδιασμένου) Γκιντόρα την ίδια χρονιά, το είδος έδωσε εμφανή σημεία παρακμής με τις ευλογίες της εταιρείας. Ο Ισίρο δυστυχούσε με τον αυξανόμενο ανθρωπομορφισμό των τεράτων. Μόθρα, Ροντάν και Γκοτζίλα συσκέπτονται κι αποφασίζουν να προστατέψουν τους ανθρώπους από τον τρομερό Γκιντόρα. Αυτό ζητούσε και η Τόχο και οι Αμερικανοί που συγχρηματοδοτούσαν τις ταινίες σκεπτόμενοι το δικό τους κοινό που ήθελε τα τέρατα και λίγο καραγκιόζηδες παλαιστές και λίγο υπερήρωες. Το τελευταίο καϊτζού έγκα του Χόντα ήταν το «Τρόμος του Μεκαγκοτζίλα», το δυνατό αντίο του στο είδος.

    Ο Χόντα αποσύρθηκε και ξαναβρήκε το παλιό του φίλο Ακίρα που πρότεινε να τον βοηθά στις δικές του ταινίες. Αρχίζοντας από το «Καγκεμούσα», συνεργάστηκε στις υπόλοιπες ταινίες του Κουροσάβα. Από τα «Όνειρα» σκηνοθέτησε το «Τούνελ», με την επιστροφή του στρατιωτικού ύστερα από τον πόλεμο, που ίσως τον βοήθησε να ξορκίσει τους δικούς του εφιάλτες.

    Η Τόχο συνεχίζει το είδος καϊτζού με άλλους σκηνοθέτες. Πούλησε τα δικαιώματα δύο φορές στους Αμερικανούς, το 1998 στον απαράδεκτο Roland Emmerich και το 2014 στη Legendary, η οποία άνοιξε με σεβασμό την πόρτα σε ένα παγκοσμιοποιημένο αλλά με ιαπωνικές ρίζες Monsterverse.

    Ο εννιάχρονος γιος συναδέλφου, φαν και αυτός, ήρθε κάποτε στο γραφείο να του λύσω απορίες για διάφορα τέρατα. Το έκανα δίχως δυσκολία. Όταν με ρώτησε αν βρίσκω περίεργο ένας της ηλικίας μου να συζητάει σοβαρά μ’ ένα εννιάχρονο αυτά τα πράγματα, απάντησα ότι είναι ακόμα μικρός κι όταν μεγαλώσει θα καταλάβει.

  • Ships in the night

    Κάποιες νύχτες τις μικρές ώρες που κοιμάμαι, δίχως κανείς να το αντιληφθεί εκτός από μένα, οι ταξιτζήδες γίνονται καπετάνιοι και οι περιπτεράδες φαροφύλακες.

    Στην Κεφαλονιά, νησί ναυτικών, υπήρχε ένας ταξιτζής με το όνομα Καίσαρας. Πάντα μιλούσε στους πελάτες με ευγενικό κι επίσημο τρόπο. Ένα χειμώνα, φοιτητής ήμουν ακόμα, γυρνούσα με το ταξί του αργά σκοτάδι από το Αργοστόλι στο χωριό. Στο Κάστρο του Αγίου Γεωργίου είχαν πρόσφατα τοποθετήσει προβολείς να φωτίζουν τα τείχη ψηλά πάνω στο λόφο.

    «Είναι μια παρηγοριά για το διαβάτη», μου είπε ο Καίσαρας καθώς κοιτούσαμε το Κάστρο να αιωρείται λαμπρό πάνω από τα Τραυλιάτα και τα Περατάτα.

  • Steely Dan from Shanghai

    Σε συνέντευξη για το Esquire στα τέλη του 2013 ο Glenn Greenwald αναφέρθηκε στη μεταπολεμική προειδοποίηση του Eisenhower για τους Διεθνείς Οργανισμούς: αναδεικνύονται ισχυρότεροι από δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες χωρών. Ο Greenwald επισήμανε ότι δεν έχει υπάρξει ηγέτης να αναμετρηθεί μαζί τους. Η υπόσχεση του Ομπάμα παρέμεινε υπόσχεση.

    Δύσκολο μια χώρα μόνη, ιδιαίτερα μικρή, να σηκώσει ανάστημα ή να πάρει τη δύσκολη απόφαση ν’ αποσυρθεί από κάποιον Οργανισμό. Θα απομονωθεί. Είδαμε το τίμημα του Brexit. Και ο Ομπάμα, όπως είπε ο Greenwald, σεβόταν την εξουσία των θεσμών αλλά δεν επιθυμούσε ρήξη, όσο κι αν την ήθελε αποτελεσματικότερη. Το σύστημα είναι ισχυρό, τόσο, ώστε δίχως διεθνή θεσμική υποστήριξη δύσκολο για έναν εθνικό ηγέτη να τα καταφέρει. Αυτή τουλάχιστον η πεποίθηση.

    And then came Donald. Ο οποίος όχι μόνο απείλησε, προχώρησε σε πράξεις και, πρωτίστως, τα έβαλε με το κατεστημένο στο διεθνές εμπόριο.

    Μεγάλα τα προβλήματα, ειδικά η Κίνα, μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου απ’ το  2001 και πρώτη στην παραβίαση των κανόνων. Ειδικά με το χάλυβα. Παλιό πρόβλημα η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της χαλυβουργίας παγκοσμίως. Αλλά έχει πλέον αγγίξει πρωτόγνωρα επίπεδα. Κύριοι ένοχοι οι Κινέζοι. Κυβερνητικός παρεμβατισμός, κρατικές επιδοτήσεις και dumping (εξαγωγές σε τιμές χαμηλότερες της εγχώριας  αγοράς, ακόμα κι απ’ το κόστος παραγωγής). Πρακτικές στρέβλωσης που θέτουν εκτός ανταγωνισμού τη βιομηχανία στις χώρες εισαγωγής και οδηγούν σε γιγάντωση προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση. Κίνα, η βασίλισσα της ανισορροπίας. Τις αρνητικές επιπτώσεις μεγέθυνε η κρίση, χαμηλές τιμές στραγγάλισαν εγχώριες βιομηχανίες. Πλημμύρα εισαγωγών, πτωχεύσεις, αυξανόμενη παγκόσμια ένταση. Θεσμική αντίδραση με την ίδρυση το 2016 του Παγκόσμιου Φόρουμ για το Χάλυβα, υπό την εποπτεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και τη συμμετοχή μεγάλων οικονομιών. Σκέψεις και διασκέψεις ώστε ν’ αντιμετωπιστεί η κατάσταση.

    Άσχημα τα πράγματα και με το αλουμίνιο. Πάλι επιδοτήσεις, κυρίως κινέζικες, πάλι πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Δραματική η αύξηση παραγωγής μη-σιδηρούχων μετάλλων, στάσιμη η ευρωπαϊκή παραγωγή, στο μισό της Κίνας.

    Προβλέψιμα αυτά σε όσους άνοιξαν τις πόρτες του ΠΟΕ στους Κινέζους. Δεν έπρεπε  να εκπλήσσουν. Πολιτική η απόφαση να μπει η Κίνα στο παιχνίδι. Όλοι γνώριζαν ότι δεν θα έπαιζε μπάλα με τους κανόνες, ούτε καν μετά το 2016 που έληξε η δεκαπενταετής μεταβατική περίοδος, ο μήνας του μέλιτος και αναγνωρίστηκε ως οικονομία αγοράς. Αλλά έτσι μπορούσαν να την ελέγξουν. Καλύτερα μέσα με την ελπίδα να παίξει με κανόνες παρά έξω. Συνέφερε εξάλλου με τα φτηνά εργατικά.

    Οι Διεθνείς Οργανισμοί συχνά αποφασίζουν με πολιτικά κριτήρια αλλά με εθελοτυφλία. Όπως με την ευρωπαϊκή διεύρυνση προς τα ανατολικά, όπου το ευρωπαϊκό κεκτημένο κερδήθηκε με επιταχυνόμενες διαδικασίες, δίχως ουσιαστική δημοκρατική ωρίμανση στη μετάβαση από τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Ο Ορμπάν σκορπά μιμίδια μίσους στην ενωμένη Ευρώπη σοκάροντας τάχα μουδιασμένους ν’ αντιδράσουν Ευρωπαίους. Οι ίδιοι που γνώριζαν πώς μπήκε η Ελλάδα στην Ευρωζώνη και δε δίστασαν να τη χτίσουν, ταχύτατα, μέσα σε καραντίνα λιτότητας.

    Ο Τραμπ δεν μούδιασε, αντέδρασε. Το 2018, τάχα για εθνική ασφάλεια, φόρεσε καπέλο δασμών 25% σε εισαγωγές χάλυβα και 10% σε εισαγωγές αλουμινίου στις ΗΠΑ από αριθμό χωρών, παρακάμπτοντας με τη σειρά του κανόνες του ΠΟΕ.

    Σημαντική αγορά οι ΗΠΑ για την ΕΕ, μεγάλες οι συνέπειες των περιοριστικών μέτρων για την βιομηχανία της Ένωσης που ήδη υπέφερε από το παγκόσμιο πλεόνασμα, την αύξηση εισαγωγών φτηνού χάλυβα, ιδιαίτερα κινέζικου. Πρόσθετη ζημιά από τα μέτρα Τραμπ, επιπλέον πίεση στην ευρωπαϊκή οικονομία που ταλαιπωριέται από Brexit και χρέη κρατών μελών. Η ΕΕ αναγκάστηκε ν’ αντιδράσει το καλοκαίρι του 2018 με μέτρα διασφάλισης. Ήδη από το 2016, πριν την εκλογή Τραμπ, ασκούσε επιτήρηση σε εισαγωγές προϊόντων σιδήρου και χάλυβα από τρίτες χώρες. Μόλις αυτός ανακοίνωσε τους πρόσθετους δασμούς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη σε έρευνα διασφάλισης με βάση τις καταγραφές από την επιτήρηση που επιβεβαίωσαν την απειλή και την αναμενόμενη ζημιά στη ενωσιακή βιομηχανία. Τα μέτρα διασφάλισης έχουν μορφή ποσόστωσης σε συγκεκριμένες κατηγορίες εισαγωγών χάλυβα, η οποία όταν εξαντλείται επιβάλλεται δασμός 25% στην επιπλέον εισαγόμενη ποσότητα.

    Οι συνθήκες ήταν ήδη οριακές αλλά με τον Τραμπ προστέθηκε καπάκι ο κίνδυνος εκτροπής προς την ΕΕ εμπορικών ροών που προορίζονταν για ΗΠΑ. Τα προσωρινού χαρακτήρα αρχικά μέτρα οριστικοποιήθηκαν για δύο χρόνια στις αρχές του 2019. Επιπρόσθετα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως εκπρόσωπος της ΕΕ, προσέφυγε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου διαμαρτυρόμενη για τα αμερικανικά μέτρα και επέβαλε και μέτρα εξισορρόπησης στις εισαγωγές άλλων προϊόντων από ΗΠΑ ως αντίποινα. Το σπασικλάκι του ΠΟΕ η ΕΕ, πάντα ακολουθεί διαδικασίες.

    Σε σχέση με το αλουμίνιο η Ευρώπη εφαρμόζει για την ώρα σύστημα επιτήρησης στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων. Έντονη η δυσαρέσκεια για τους αδικαιολόγητους δασμούς των ΗΠΑ, ύψους 10%, στις εισαγωγές αλουμίνιου. Συζητείται η δημιουργία ενός Παγκόσμιου Φόρουμ για το αλουμίνιο ανάλογο με αυτό του χάλυβα.

    Αναγκαία τα μέτρα της ΕΕ ώστε να διατηρήσει τιμές και μερίδιο αγοράς της ευρωπαϊκής παραγωγής και να αναχαιτιστεί η απώλεια θέσεων απασχόλησης στον κλάδο του χάλυβα – και όχι μόνο. Σε κάθε περίπτωση, εμπορικός πόλεμος.

    Πολεμική κατάσταση, αφορμή και όχι αιτία ο Τραμπ, ο οποίος με ιδιοτέλεια θέλησε να τα βάλει με το κατεστημένο, να πουλήσει μαγκιά. Αιτία ο καπιταλισμός που θέτει κανόνες στο δαρβινικό εαυτό του, που τους παρακάμπτει εξαιτίας του δαρβινικού εαυτού του έως να κάνει το δαρβινικό εαυτό του τσακωτό.

    Και ο πόλεμος συνεχίζεται, ολοένα νέες μάχες. Μόλις την περασμένη Δευτέρα το κινεζικό υπουργείο οικονομικών ανακοίνωσε αύξηση δασμών σε ορισμένες αμερικανικές εισαγωγές μέχρι 20% και 25 %, αντίποινα για προηγούμενο χτύπημα των Αμερικανών, μερικές μέρες πριν, με αύξηση δασμών στα 25% σε σειρά αγαθών που εισάγονται στις ΗΠΑ από την Κίνα.

    Δασμοί επαναφέρουν σύνορα, πόλεμος δίχως δάκρυα – συγκριτικά και ευτυχώς. Ανάλογο κρεσέντο σε άλλους καιρούς θα οδηγούσε σε αληθινό πόλεμο, δίχως το προστατευτικό περιθώριο που προσφέρουν οι κανόνες και διαδικασίες Διεθνών Οργανισμών. Αυτή είναι αλήθεια. Όσο κι αν ο αμερικανός Πρόεδρος προκαλεί τους θεσμούς με λεονταρισμούς και μαγκιά, η ρητορική, τακτική και πρακτική του υπεραπλουστεύουν, αγνοώντας σύνθετες έννοιες όπως οι παγκόσμιες αλυσίδες αξίας ή οι κανόνες καταγωγής. Προπαγάνδα για θερμοκέφαλους, μη ενημερωμένους ψηφοφόρους. Και τέτοιοι δεν υπάρχουν μόνο στις ΗΠΑ. Είναι οι προστατευτικές δικλείδες ασφαλείας που παρέχουν οι Διεθνείς Οργανισμοί, στην περίπτωση αυτή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, που βοηθούν να αποφευχθεί πραγματικός πόλεμος.

    Ο καπιταλισμός. Πρόσφατη έκθεση των Ηνωμένων Εθνών δείχνει τη ζημιά από τις ανεξέλεγκτες πρακτικές ανάπτυξης στη βιόσφαιρα. Αλλά και ο ΟΗΕ που έβγαλε την έκθεση, Διεθνής Οργανισμός είναι. Έχω αναφερθεί πρωτύτερα σε αυτό: είχαμε τη σοφία, μέσα από ιστορία και πόνο, να φτιάξουμε ένα διεθνές σύστημα που συνδέει τα κράτη του κόσμου, τσεκάροντας, ισορροπώντας. Αναμφισβήτητα εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα. Αλλά είναι καλό ότι υπάρχει. Και πρέπει να αναμορφωθεί ώστε να εξυπηρετεί και τα συμφέροντα των λαών του κόσμου, όπως αυτά διαμορφώνονται, συγκλίνουν και συγκρούονται σε υπερεθνικό επίπεδο. Κλιματική αλλαγή, περιβάλλον, μετανάστευση, προσφυγικό, απασχόληση, παραγωγή. Εκεί χρειάζονται οι φωτισμένοι strongmen. Ούτε ο Πούτιν, ούτε ο Τραμπ, ούτε ο Σι Τσινπίνγκ. Σίγουρα όχι Χίλαρι, Τουσκ, Αλέξης (κάποιοι πίστεψαν το τελευταίο, το εντυπωσιακότερο το πίστεψε για τον εαυτό του). Και για πολλούς που βαυκαλίζονταν, ούτε ο Ομπάμα.

    Κι ερχόμαστε στα λόγια του Greenwald. Χρειάζονται.

  • 1989

    Αν ποτέ βρουν τη θεραπεία, θέλω να είμαι εκεί.

    Το φαντάζεσαι πώς θα είναι;

    Σαν το τέλος το Β Παγκόσμιου Πολέμου.

    Η τελική σκηνή της ταινίας “Longtime Companion” του 1989. Συνομιλία παρέας στο Fire Island της Νέας Υόρκης.

    Το τέλος του Β Παγκοσμίου πολέμου. Εκείνες οι φωτογραφίες, πάλι από τη Νέα Υόρκη, το εκστασιασμένο πλήθος στο Μανχάταν. Ο ναύτης του Alfred Eisenstaedt φιλά μια γυναίκα. Άγνωστοι μεταξύ τους, αυθόρμητα και ανώνυμα.

    Δεν ήταν μόνο η ταινία, πολλοί κάποτε πίστευαν πως κάπως έτσι θα ήταν σα βρεθεί τελικά η θεραπεία. Όπως το φιλί του Eisenstaedt η είδηση θα κάνει το γύρο του κόσμου, όλοι θα πανηγυρίζουν.

    Πριν μερικές μέρες διάβασα στους New York Times για μια ευρωπαϊκή έρευνα σε περίπου 1.000 ομόφυλα ζευγάρια αντρών. Έκαναν σεξ δίχως προφυλακτικό ενώ ο ένας από τους δύο ήταν οροθετικός σε αντιρετροϊκή θεραπεία. Η χρήση των φαρμάκων απέτρεψε τη σεξουαλική μετάδοση του ιού. Ο κίνδυνος θεωρείται μηδενικός. Η μελέτη δείχνει πρακτικά το τέλος της πανδημίας: η μετάδοση του ιού μεταξύ ατόμων σε ομάδες υψηλού κινδύνου σταματά.

    Δεν ένιωσα όπως το τέλος μεγάλου πολέμου όταν διάβασα τη είδηση. Πέρασε στα ψιλά, δίχως την απαντοχή ενός Εύρηκα. Κλικ, διάβασμα, κλικ – η επόμενη είδηση. Λυγμός ανάμνησης και όχι βρόντος.

    Άστοχη εκείνη πρόβλεψη. Η θεραπεία βελτιωνόταν βήμα βήμα στις δεκαετίες που πέρασαν. Τριακονταετής πόλεμος που κερδήθηκε κλιμακωτά, με συστηματική αναβάθμιση θεραπειών από αντιρετροϊκά που λίγο λίγο διέγραφαν τη σφραγίδα «θανατική καταδίκη» στη διάγνωση. Δυναμώσαμε, αρκετοί βρήκαμε κουράγιο να ξαναχτίσουν καθημερινότητα και να αποχαιρετίσουμε όσους πήρε η αρρώστια. Τριάντα εννέα εκατομμύρια στο σύνολο.

    Ο πρώτος κοντινός άνθρωπος που έχασα ήταν ο Δημήτρης. Τον γνώρισα στο μπαρ του Αλέκου το ‘83. Γίναμε φίλοι, εγώ Πολυτεχνείο, αυτός συνάδελφος κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερος. Νόσησε το ‘86, δεν μου μίλησε γι’ αυτό. Μόνο ανέφερε κάποια προβλήματα υγείας. Βασίστηκε σε παλιούς φίλους για στήριξη και, καθώς ήταν από τους τυχερούς, του δόθηκε με περίσσευμα.

    Την επόμενη χρονιά έφυγα στο εξωτερικό. Μάθαινα για την κατάστασή του, η οποία χειροτέρευε, από κοινό φίλο. Αν και ενήμερος – φορείς, φυλλάδια στα στέκια και στα Πανεπιστήμιο – είχα την πλάνη, όπως πολλοί, ότι αυτό θα έμενε μακριά μου, σύντομα η επιστήμη θα έδινε λύση, εμβόλιο και θεραπεία, παρά το πολύπλοκο και το ιδιαίτερο της δράσης του HIV.

    Το καλοκαίρι του ’88 όταν γύρισα για διακοπές στην Ελλάδα, τηλεφώνησα στον αρχικά διστακτικό να μου μιλήσει Δημήτρη. Αμήχανος ανέφερα το θέμα, λέγοντας ότι γνώριζα και ότι είναι ανάγκη να το παλέψει, να έχει καλή διάθεση. Ομολόγησε ότι είχε άμεση ανάγκη από αίμα και, δεν θυμάμαι για ποιο λόγο, ότι ανήκει στην Α- ομάδα. Διαπιστώσαμε ότι ανήκαμε και οι δύο στην ίδια. Προθυμοποιήθηκα να δώσω.

    Η αιμοληψία προγραμματίσθηκε στο Αρεταίειο, το αίμα θα χρεωνόταν σε αυτόν. Στο αρμόδιο τμήμα του Νοσοκομείου δήλωσα το όνομά του και επισήμανα ότι είμαστε και οι δύο Α-. Η νοσοκόμα προετοίμασε την αιμοδοσία και όταν ρώτησε το πρόβλημα του φίλου μου, ήμουν ειλικρινής. Πάγωσε, σχολίασε ότι ο φίλος μου δεν ήταν φρόνιμος και καπάκι ρώτησε αν εγώ ήμουν φρόνιμος. Στην απάντησή μου ότι η φρονιμάδα είναι δική του και δική μου υπόθεση και ότι καλό είναι να επικεντρωθούμε σε αυτό για το οποίο είχα έρθει, ζήτησε να περιμένω και βγήκε από το δωμάτιο. Γυρνώντας δήλωσε ότι δε μπορεί να μου πάρει αίμα. Στη δική μου επιμονή, σήκωσε φωνή:

    «Και γιατί κύριε μου να πασαλειφτούμε με το αίμα σας;»

    Τη σύντομη σιωπή ακολούθησε η δική μου έντονη αντίδραση. Κατέληξα στη διευθύντρια. Παραπονέθηκα για τον απαράδεκτο τρόπο της νοσοκόμας και δήλωσα ότι ήταν αναπόφευκτη μια καταγγελία. Της μίλησα και για το φίλο μου, πόσο ανάγκη είχε το αίμα, ότι ανήκαμε στην ίδια ομάδα. Ευγενέστατη, εξέφρασε επιφυλάξεις εξαιτίας της διαμονής μου στο εξωτερικό αλλά βεβαίωσε ότι θα έδινα αίμα. Έδωσε εντολή και όντως μια άλλη νοσοκόμα ανέλαβε.

    Θυμάμαι το όνομά της κι ότι ήταν από χωριό της ορεινής Αχαΐας κοντά στα Καλάβρυτα. Ήρεμη, μου ζήτησε συγγνώμη για λογαριασμό της συναδέλφου της, δίχως να το ζητήσω. Με ενδιέφερε που έγινε η δουλειά.

    Την επομένη τηλεφώνησα στο Δημήτρη. «Έχω το αιματάκι σου στις φλέβες μου», τα λόγια του. Δεν ξέρω αν ήταν όντως το αίμα μου, αν του το είπαν έτσι ή αν το γέννησε το μυαλό του. Δεν ξέρω αν πέταξαν το αίμα μου.

    Αλλά ήταν αίμα.

    Τον είδα στη Νέα Σμύρνη στο μικρό διαμέρισμα που ζούσε, κάτω από τους δικούς του. 1988 τότε, δύσκολα τα πράγματα, δεν μπορούσε να βάλει εύκολα τροφή στο στόμα, πόναγε, το στόμα του γεμάτο σάρκωμα Kaposi. Ήταν ξαπλωμένος. Καθώς τον κοιτούσα, δίχως να πω τίποτα πήγα και ξάπλωσα δίπλα του και τον αγκάλιασα. Ζεστό μέσα στην καλοκαιρινή κάψα το κορμί του.

    Η χριστουγεννιάτικη κάρτα που μου έστειλε είχε μια Παναγία. Βεβαίωνε ότι όλα θα πάνε καλά, ότι η Παναγία τον βοηθούσε. Έγραφε και άλλα, ακατάληπτα.

    Την άνοιξη της επόμενης χρονιάς ήρθαν οι γονείς μου από Ελλάδα. Δεν ήμουν στο σπίτι με το τηλεφώνημα. Η μητέρα μου έμαθε τα νέα και μου μίλησε το βράδυ που γύρισα απ’ το Πανεπιστήμιο. Πήγα στο κρεβάτι και ξάπλωσα. Ο τότε σύντροφος, Αμερικανός, ένιωσε αμήχανα με τους δικούς μου. Ήταν η μητέρα μου που ανέλαβε να με παρηγορήσει. Δεν μιλούσα. Ήρθε να μου κρατήσει το χέρι, αμίλητη κι αυτή κι εγώ ξαπλωμένος στο κρεβάτι.

    Τριάντα χρόνια, έχω δικαιολογήσει την άρνηση εκείνης της νοσοκόμας, το φόβο της. Ήταν αρχή, εγώ νέος και απαιτούσα πολλά. Ομάδες υψηλού κινδύνου, σίγουρος θάνατος η διάγνωση τότε, περίσσευε ο φόβος. Δεν της συγχώρησα όμως τον τρόπο της, εκείνο το «πασαλειφτούμε».

    Πριν φύγω, σε βόλτα με τη μηχανή στη θάλασσα ένα βράδυ του ’87, ο Δημήτρης μου έδωσε μια συμβουλή. Να ξεφλουδίζω, είπε, στη ζωή μου ένα ένα τα περιττά, να τα ξεφορτώνομαι, έως βρω ένα απειροελάχιστο που δε μπορώ να ξεριζώσω και αυτό θα είναι ο Θεός.

    Δεν ξέρω για Θεό μέσα, δεν είμαι των ομφαλοσκοπήσεων και των αναλύσεων. Κι έξω μακριά, χίλια έτη μοναξιάς απ’ όπου κανείς δεν θα πάρει το μικροσκόπιο να νοιαστεί να δει τον κόκκο της κεφάλας μου. Αλλά κράτησα εκείνο το πρακτικό, για τα περιττά.

    Κανενός ο πόλεμος δεν είναι ο μόνος και ο χειρότερος. Παντού πόλεμος, πάντα και για όλους.

    Πριν λίγα χρόνια σε μια εκδήλωση κάπου στο εξωτερικό, ένας φίλος οροθετικός καρφίτσωσε στο γιακά μου μια κόκκινη κορδέλα. Για αλληλεγγύη, είπε. Την έβγαλα, την έδωσα πίσω και αρνήθηκα. Του είπα (και δεν ήταν η πρώτη φορά που του το είχα πει), ότι δεν βλέπω το λόγο να γλείφουμε παραπάνω τις πληγές – μιλάω για μας, για τους δικούς μας κύκλους. Τριάντα εννέα εκατομμύρια τα θύματα του HIV και οι επιπτώσεις της πανδημίας μεγεθύνθηκαν και μεγεθύνονται ακόμα από ταξικά χαρακτηριστικά και ιδιαιτερότητες.

    Το 2017 οι θάνατοι από την ελονοσία έφτασαν του 435.000. Η Αφρική σηκώνει δυσανάλογα το βάρος.

    Δεν ξέρω καν ποιο είναι το χρώμα της κορδέλας για την ελονοσία.

    Αλλά ούτε νιώθω αλληλέγγυος με νέους μη οροθετικούς που αιτούνται επιδοτούμενη αντιρετροϊκή αγωγή ως πρόληψη επειδή αρέσκονται σε απροφύλακτο σεξ, επειδή θέλουν να ασκήσουν ανευθυνότητα με τις ευλογίες της φαρμακοβιομηχανίας και της κυβέρνησης.

    Στις 8 Μαΐου του ‘86, η Elizabeth Taylor μίλησε στην Αμερικανική Γερουσία για ένα «εθνικό σκάνδαλο, σκάνδαλο παραμέλησης, αδιαφορίας και εγκατάλειψης». Κανένα δημόσιο πρόσωπο δεν είχε τολμήσει να μιλήσει τόσο ξεκάθαρα έως τότε.

    Κι εγώ, υπάρχουν φορές που ακόμα θυμάμαι εκείνη τη νοσοκόμα.

    Πέτα τα περιττά, κάθε κορδέλα στην ώρα της.

  • Η ιατρική επιστήμη συμβουλεύει

    Φωτογραφία πριν το ηλιοβασίλεμα μεταξύ Γαύδου και Σφακίων. Κοιτάξτε τη για αρκετή ώρα. Μετά φάτε γιαούρτι από τα μιτάτα των Λευκών Ορέων. Στη συνέχεια κάντε test στο DNA σας.

    Απολαύστε τη διαφορά, τη βελτίωση.

    «Κι εκεί πάνω στη σάλτα μου και Κρήτη μου και Μάλτα μου σε βάζω για κριτή μου».

    Κάπως έτσι το είπε ο Κραουνάκης.

  • Get back on the ship now!

     

    Θα μπορούσε να είναι prequel του Προμηθέα. A supersmart newborn and a sense that something will go awry, terribly wrong.

    Διαφήμιση του Ευρωκοινοβουλίου για τις Ευρωεκλογές. Στα εγγλέζικα.

    This ain’t California. It’s Place Lux.

  • Στρατηγοί και άνεμοι

    Μόλις είδα την εκπομπή του ΣΚΑΙ για την πυρκαγιά και τους νεκρούς στο Μάτι. Εξεπλάγην. Ένας ανύπαρκτος κρατικός μηχανισμός και μια αποδιοργανωμένη διοίκηση. Πολίτες καλούσαν για βοήθεια στις αρμόδιες αρχές και απαντούσαν άνθρωποι που δεν είχαν κάτσει ούτε σε μισής ώρα σεμινάριο για το πώς αντιμετωπίζονται άνθρωποι σε κατάσταση πανικού, που η ζωή τους κινδυνεύει. Απαντήσεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε κωμωδία. Η Σαπφώ Νοταρά να χειρίζεται τηλεφωνική γραμμή βοήθειας που απευθύνεται σε ανθρώπους με αυτοκτονικές τάσεις. Αυτό ακριβώς δείχνει το βάθος της τραγωδίας (μας). Ο Παπαχελάς καυχιέται ότι ανακάλυψε την Αμερική και τσιμπάνε κι από τις δύο μεριές. Αυτοί που κυβερνούσαν το 2007, εξακολούθησαν να κυβερνούν κι επανεξελέγησαν έχοντας μάθει τίποτα από τα συμβάντα εκείνου του καλοκαιριού. Κι αυτοί που κυβερνούσαν το 2018 κι εξακολουθούν να κυβερνούν, δίχως να παραιτηθεί ούτε ένας από δαύτους. Αναισθησία, έπαρση και χόρτο. Το μόνο που δεν κάηκε.

  • Του Μάη το πρόσωπο

    Καθόταν στην κουζίνα μόνη. Η μυρωδιά, ο ατμός από τα λίγα χόρτα που ‘βραζαν στη φωτιά μια γλύκα ύστερα από την τσίκνα στην αυλή. Πέρασα να της ευχηθώ αλλά δυσκολεύτηκε να με γνωρίσει. Θέλησε να μου βάλει χόρτα, ευχαρίστησα και αρνήθηκα. Με περίμενε παρέα, είχαμε κλείσει τραπέζι σε ταβέρνα. Είχε παράπονο ότι την είχαν αφήσει μόνη. Τη βεβαίωσα ότι όλη η οικογένεια ήταν έξω, έψηναν το κατσίκι και θα την έβγαζαν να γιορτάσουν μαζί την Πασχαλιά στην αυλή. Ρώτησε για τον εγγονό, κι αυτός έξω με την κοπέλα του. Το ίδιο και η αδελφή του, η εγγόνα της. Δάκρυσε, έσπασε η φωνή της, μου μιλούσε κλαίγοντας. Ήταν πέντε χρονών όταν αυτός της ξέφυγε, πετάχτηκε σβούρα έξω απ’ την πόρτα και τσακίστηκε στο μαντρότοιχο της αυλής. Σχίστηκε το φρύδι του, το προσωπάκι όλο στα αίματα. Την καθησύχασα, ξανά, ότι είναι καλά, έξω με τους άλλους και την περιμένουν. Έκλαψε στη συνέχεια και για τη μοναχοκόρη της που της έφυγε στα 12, μόνη για την Αίγινα, για το Γυμνάσιο. Και αυτή την περίμενε μαζί τους, να μη στενοχωριέται.

    Η μνήμη της εικόνα κατακερματισμένη, καμένα πίξελ, κάθε θραύσμα γλιστρά σε δική του τροχιά, σύγκρουση και τυχαία επαναστοίχιση μηνών και χρόνων. Κομμάτια παλιών δεκαετιών φρεσκοχρωματισμένα, τα πρόσφατα και χθεσινά θολά ή ξεχασμένα. Ανάμνηση ζωής το μεγάλο παράπονο.

    Όλα είναι εντάξει, την παρηγορούσα, εκεί που πρέπει να είναι, στη θέση τους όλα.

    Παναγία μου! δεν ξέρω τί μ’ έχει πιάσει, αναρωτήθηκε. Βαριανάσανε, η φωνή της χαμηλή, αυστηρή, με αυτοκριτική.

    Όλα καλά Ελένη, ξαναείπα, σου λείπει ο άντρας σου, γερνάς κι έχεις νεύρα.

    Κλείνουν τρία χρόνια που πέθανε ο γέρος. Θυμάμαι τη Λαμπρή το ’13, φάγαμε μαζί κι αυτός έκλαιγε από χαρά που ήταν όλοι εκεί. Σα γύρισα στο σπίτι τον κοιτούσα από το παράθυρο, τα είχε τσούξει κι είχε γείρει ν’ αποκοιμηθεί στην καρέκλα, μόνος. Στο τραπέζι πιάτα αποφάγια, ποτήρια και μπουκάλες. Οι υπόλοιποι στο σπίτι. Τον κάλεσα χαμηλόφωνα, ξύπνησε σαστισμένος, έψαξε με το βλέμμα και με χαιρέτησε, γέλασε. Του είπα να πάει να κοιμηθεί μέσα, με τους άλλους.

    Έκλαιγε συχνά εκείνος, ήταν ευκολοσυγκίνητος, φοβιτσιάρης. Τον τελευταίο χρόνο όταν έσπασε απ’ τα γεράματα, ένιωθε το τέλος. Σαν μ’ έβλεπε μου ‘πιανε το βραχίονα, κοιτούσε τρομαγμένος, μου ‘λεγε αγχωμένος πως δεν ήταν καλά. Του μιλούσα να βρει θάρρος, του έλεγα καλά μου φαίνεσαι να ηρεμήσει, όλοι είναι μαζί σου, πάντα εδώ. Την Άνοιξη έπεσε κατάκοιτος, έμπασε και πέθανε αρχές Ιούνη.

    Ήταν λεβέντης, ένας ομορφάντρας, τον είδα στις παλιές φωτογραφίες, σε γλέντια του χωριού, γραβατωμένο, ζεμπεκιές, μουστάκι παλιομοδίτικο. Με προξενιό τους είχαν παντρέψει. Αυτή ήταν από χωριό πιο πάνω στο βουνό. Την ήθελε μου είχε πει και τους το ‘βγαλε το προξενιό. Την παντρεύτηκε κι αυτή κατέβηκε σπίτι του, γέννησε την κόρη τους και δούλευαν μαζί τα χωράφια. Αγρότης, φοβόταν τη θάλασσα, δεν είχε κολυμπήσει ποτέ.

    Ο αδελφός της μετανάστευσε μικρός στην Αυστραλία, στο Σίδνεϊ, έκανε περιουσία και οικογένεια δουλεύοντας σε αποθήκες τροφίμων. Τα παιδιά του πετυχημένα, γνώρισα τον ένα γιό, στέλεχος πολυεθνικής, ζει μεταξύ Σίδνεϊ και Λος Άντζελες και τα ελληνικά του στην κούτσα. Αυτή κρατά το πατρικό τους για τα καλοκαίρια που έρχεται ο αδελφός με τη σύζυγο. Στέλνει αυτός για πληρωμές κι εφορίες και ζει ξένοιαστος στην Αυστραλία.

    Η Ελένη, ο άντρας του σπιτιού. Στις συζητήσεις όταν όλοι μιλούσαν ταυτόχρονα κι ο άντρας της βλαστημούσε πολιτικούς και κρίση, αυτή παρατηρούσε. Το βλέμμα της έντονο παρακολουθούσε τα λεγόμενα του καθενός. Ποτέ δεν μιλούσε, αλλά την ένιωθα να ξεχωρίζει το κομμάτι αλήθειας στα λεγόμενα του καθενός, να το κρατά πετώντας τα υπόλοιπα, να φτιάχνει γνώμη που δεν μοιραζόταν με κανέναν.

    Της άρεσε όμως να μου διηγείται ιστορίες για τη ζωή της. Για τα κηπευτικά, τις ντομάτες που καλλιεργούσαν που ήταν οι καλύτερες, και οι δυο τους οι γρηγορότεροι να τις καφασώνουν, να τις στέλνουν σε Αθήνα και Πειραιά στις λαϊκές. Για τις πεζούλες στο βουνό με τις ελιές, όπου έφταναν με το γαϊδούρι. Για την Αίγινα, που πήγαιναν να μαζέψουν τα φιστίκια και κοιμόντουσαν στο χωράφι. Για τους Αρβανίτες, για τη δική της οικογένεια, για τα πεθερικά της, για την πεθερά της που τη γηροκόμησε μετά το θάνατο του πεθερού. Μου έδειξε φωτογραφία των πεθερικών, νέοι ακόμα, καθισμένοι στην εξοχή, σε στρωσίδι. Χαμογελαστοί, ο πεθερός ομορφάντρας κι αυτός, με το γιλέκο του, το χέρι του αγκαλιά σφικτά στη γυναίκα, χαρούμενη κι αυτή με άσπρη μαντίλα, ομορφιά γυναίκας καλοθρεμμένης από ήλιο χωραφιού στο κούτελο και στο μάγουλο. Φωτογραφία που με το «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» της δίνει πρόσταγμα στα σωθικά σου.

    Μου έλεγε ιστορίες. Για την πριγκιπόπουλα τη Χερώνα που την είχε κλεισμένη ο πατέρας της γιατί αγάπησε κι αυτή μεταμορφώθηκε σε φίδι μεγάλο και χοντρό, γαλάζιο. Και είχε τρομάξει παλιούς καβαλάρηδες και τους πέταξε κάτω στην ανηφόρα, η οποία χώνεται βαθιά σε μια απ’ τις κοιλάδες που βγάζει στο βουνό. Μου το έλεγε σαν προειδοποίηση, να μη πηγαίνω μόνος σε αυτό το μονοπάτι, όπου έχω δει ψηλά παλιό γκρέμισμα τοίχου και μια κολώνα ξαπλωμένη. Για το θησαυρό που έκρυψαν στο βουνό οι Γερμανοί κι αυτή κάθισε πάνω στην πέτρα μαζί με άλλες νέες κι άμυαλες, σαν μάζευαν τις ελιές, και γελούσαν. Και την πέτρα τη σήκωσε άλλος που βρήκε το χρυσάφι κι έγινε πλούσιος κι έφυγε μακριά. Για τους λαθρεμπόρους με τα καΐκια στους έρημους κάβους και να προσέχω.

    Ο σύντροφός μου επιμένει ότι αν είχε φύγει για την Αυστραλία, ρίχνοντας μαύρη πέτρα, θα ήταν καθηγήτρια σε Πανεπιστήμιο ή θα είχε κάνει μεγάλη περιούσια, μονάχη της, δίχως την ανάγκη κανενός. Εδώ πήγε χαμένη.

    Σίγουρα μπορούσε.

    Δυο φορές μου παραπονέθηκε μόνο. Παράπονο, όχι γκρίνια. Μια, όταν ο άντρας της ήταν άρρωστος κι αυτή έπεσε στο μονοπάτι και τη βρήκε ο γείτονας με στραμπουλιγμένο πόδι και ντράπηκε ανήμπορη. Η άλλη, καθώς ο άντρας της σκάμπαζε μόνο από γάιδαρο, όταν βλαστήμησε που δεν πήρε το δίπλωμα του αυτοκινήτου να οδηγεί την καρότσα.

    Τί με χει πιάσει και γκρινιάζω, κατηγόρησε άλλη μια φορά τον εαυτό της.

    Όλοι μας γερνάνε, κι εγώ γερνάω, μας πιάνουν τα νεύρα, κι εγώ νευριάζω, επανέλαβα. Αλλά οι άνθρωποι τις περισσότερες δεν πεθαίνουν μαζί, πάνε τρία χρόνια τώρα, είπα για να της δείξω ότι θυμάμαι, ότι δεν έχει αφεθεί έρημη μέσα στη θύμηση. Όλοι έξω είναι, μόνο αυτός λείπει, σε περιμένουν. Αλλά ο καθένας στην ώρα του. Είχες λεβέντη άντρα.

    Όλοι τον ζήλευαν, όταν χόρευε, το ήξερα ότι όλες με ζήλευαν. Χαμογέλασε λίγο μνησίκακα.

    Σε παράλληλο σύμπαν σίγουρα η Ελένη είναι ακαδημαϊκός σε σύνταξη, στην Αυστραλία. Νομική ή αγροτική οικονομία. Ή μάλλον τοπογράφος μηχανικός. Σε αυτό εδώ είχε άντρα λεβέντη που έστυβε βράχο κι έβγαιναν θαύμα ντομάτες ζουμερές, κολοκύθια κι αγγούρια, που καφάσωνε γρηγορότερα απ’ όλους και τον παράβγαινε, που βαρούσε τις ελιές στις πεζούλες στο βουνό, που χόρευε γραβατωμένος και τον κοιτούσαν και τον ήθελαν, που φτιάξανε μαζί μοναχοκόρη και εγγόνια, που φοβόταν και τα βράδια κούρνιαζε να κοιμηθεί στην αγκαλιά της, που έμελλε να της φύγει πρώτος.

    Την Κυριακή του Πάσχα στην κουζίνα όπου έβραζαν χόρτα στο πετρογκάζι και μύριζε το λάδι και φώτιζε το παράθυρο, της είπα ότι είναι όλοι μαζί της, την περιμένουν, και είναι όλοι καλά. Και καλύτερα από αυτό δεν γίνεται. Μάλλον το κατάλαβε γιατί χαμογέλασε.

  • Le cru et le cuit

    Το κείμενο που ακολουθεί δεν γράφτηκε με σκοπό να προκαλέσει, ούτε να πουλήσει εξυπνάδα Μεγάλη Παρασκευή σε όσους νηστεύουν. Αφορμή ήταν η αναμενόμενη αύξηση της τιμής του σουβλακιού από την 1η Μαΐου (η οποία θα αποφευχθεί για την ώρα, μετά την παρέμβαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού με βάση το παράνομο του εναρμονισμένου καθορισμού τιμών πώλησης από επιχειρήσεις). Παράλληλα, αιτία ήταν η επίκαιρη συζήτηση για το βιγκανισμό (που θα κρατήσει).

    Μια έντονη παιδική ανάμνηση, από τα χρόνια που ζούσαμε στη Σιάτιστα, είναι από τα Σάββατα που κατεβαίναμε οικογενειακώς στην Κοζάνη για σινεμά. Μετά την προβολή με πήγαιναν σε ένα σουβλατζίδικο. Το κρέας στο ψωμάκι, κόκκινο πιπέρι και κρεμμύδι, το βλέμμα μου σ’ έναν πίνακα, η Έναστρη Νύχτα του βαν Γκογκ στον τοίχο. Οπτικό και γευστικό ερέθισμα, στρόβιλοι ευχαρίστησης στο μυαλό μου.

    Από μικρός μεγάλη η όρεξή μου για το κρέας. Λύκο με αποκαλούσε ο παππούς μου, επιθετικό επειδή τρώω πολύ κρέας ο σύντροφός μου.

    Πολλές οι επιπτώσεις της διατροφικής εξάρτησής μας από το κρέας. Για παράδειγμα, όσον αφορά στο περιβάλλον, στο υδατικό αποτύπωμά της (το οποίο φανερώνει το νερό που κοστίζει η παραγωγή και κατανάλωση ενός αγαθού ή υπηρεσίας), υδροβόρα η αλυσίδα παραγωγής των σουβλακιών, σύμφωνα με μελέτη την οποία ανέφερε το δελτίο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (19/7/2010). Για το σουβλάκι λοιπόν, στην κορυφή των προτιμήσεων των Ελλήνων, η ετήσια κατανάλωση (τότε) έφτανε τα 3 δισεκατομμύρια τυλιχτά και καλαμάκια ετησίως. Με βάση το μέσο βάρος σε χοιρινό κρέας, πίτα και ντομάτα (162 gr) δίχως συνυπολογισμό της κατανάλωσης νερού στο ψήσιμο του κρέατος και στο πλύσιμο των πιάτων, το νερό ισοφάριζε ετησίως εικοσιένα ταμιευτήρες Μαραθώνα.

    Μεγάλες οι επιπτώσεις και μια αίσθηση ενοχής ταυτόχρονα. Όσον αφορά στη δική μου λαχτάρα θα μπορούσα να γίνω vegan, αυστηρά χορτοφάγος, λατρεύω τα σπαράγγια και τις μπάμιες και τις μπάμιες τις μαγειρεύω νόστιμα. Πόσο υδροβόρα άραγε η καλλιέργεια της μπάμιας;

    Θα μπορούσα ν’ αρχίσω να περπατώ στις μύτες των ποδιών, σαν τη γάτα, ν’ αρνηθώ επιθυμίες, ν’ αναπνέω μόνο. Αλλά και η εισπνοή καταναλώνει υδρατμούς, έχει κάποιο αποτύπωμα, αερικό δεν μπορώ να γίνω. Θα μπορούσα, τέλος, ν’ αυτοκτονήσω σαν το Βικέντιο. Try not to breathe.

    Θα μπορούσα αλλά δεν θα το κάνω, γιατί δεν το πιστεύω. Η ζωή έχει μάζα, ιστό και μεταβολισμό, πάντα κόστος. Για να μάθεις να ζεις πρέπει να το αποδέχεσαι και να δέχεσαι να πληρώσεις το βαθύ αποτύπωμά της.

    Εξάρτηση ή φύση η κρεατοφαγία; Στη βάση, ένοχος τα γονίδια. Όταν κάποια κρίσιμη στιγμή κάλεσε η φύση τους προγόνους να διαλέξουν, κάποιοι επέλεξαν το δρόμο της κακίας, δοκίμασαν. Η φύση είχε βοηθήσει με πειρασμό, διευρύνοντας γι’ αυτούς λίγο το μονοπάτι. Όσοι παρέμειναν στο δρόμο της αρετής τους απέρριψε, δεν τους επέλεξε.

    Εξηγούμαι.

    Παλιά ιστορία, 65 εκατομμυρίων χρόνων, με τον ερχομό του Καινοζωικού αιώνα και του πατέρα των πρωτευόντων. Purgatorius το εν λόγω θηλαστικό, όμορφο όνομα ταιριαστό στο αποκαλυπτικό κλείσιμο του μεσαίωνα των ερπετών, του Μεσοζωικού. Ελπίδα αναγέννησης. Ο Purgatorius είχε αρνηθεί την εντομοφαγία των δικών του προγόνων για το νέκταρ της ανθοφαγίας και της φρουτοφαγίας μιας νέας εποχής. Πέρασε ο καιρός, στα 15 εκατομμύρια χρόνια πριν οι απόγονοί του πρόσθεσαν σπόρους και ξηρούς καρπούς στη δίαιτά τους. Τίποτα το ανησυχητικό και ένοχο – φαινομενικά. Τέλος Μειόκαινου και στα 6 εκατομμύρια εμφανίζεται ο Sahelanthropus, ο πρόγονος που σηματοδοτεί τη διαφοροποίησή μας από τους χιμπατζήδες (γνωστός από κρανίο που βρέθηκε στο Τσαντ το 2002) και που πιθανότατα ικανοποιούσε τη βασική συνθήκη για ένα ανθρώπινο μέλλον, το διποδισμό. Πατριάρχης όλων των Αυστραλοπιθήκων που στα 4 με 3 εκατομμύρια χρόνια είχαν προσθέσει εκ νέου έντομα στο μενού. Περιστασιακά και λίγο κρεατάκι, όχι τίποτα βαρύ και ανθυγιεινό, είχε λαδωθεί όμως το εντεράκι από τους ξηρούς καρπούς. Στα σωθικά τους, τα εντόσθια ακόμα χαρακτηριστικά φρουτοφάγων και φυλλοφάγων. Εξακολουθούσε μια κύστη στην αρχή του παχέος εντέρου, η απαραίτητη για πέψη φυτικών ινών.

    Και πριν από 2,5 εκατομμύρια χρόνια ο Αυστραλοπίθηκος είχε γίνει κρεατοφάγος με την κύστη να εκφυλίζεται στο σημερινό τυφλό έντερο και στη σκωληκοειδή απόφυση. Τη νέα κατάσταση μάλλον ερμηνεύει η αρχική βρώση φτωχών σε φυτικές ίνες ελαιούχων και λιπαρών σπόρων και ξηρών καρπών. Ετοίμασαν το έδαφος. Ίσως και τα πρώτα εργαλεία για το σπάσιμό τους ταίριαζαν να κόβουν κρέας σε πτώματα, να σπάνε κόκκαλα (και μέσα μεδούλι). Συνέβη και η αλλαγή κλίματος, το παγοκάλυμμα στην Αρκτική, ξηρές εποχές, λιγότερες φυτικές τροφές. Είχαμε επιτέλους και τα εργαλεία και την ανατομία – των σωθικών, της στάσης του σώματος, το βάδισμα στα δύο. Μελλοντικός επιδέξιος κυνηγός. Και όχι μόνο.

    Αυτοτροφοδοτούμενη λούπα, ενδυνάμωση κλειστού βρόγχου. Η κατασκευή, η χρήση και η βελτίωση εργαλείων χρειάζονται φαιά ουσία. Η κατανάλωση κρέατος αυξάνει την απόδοση του εγκεφάλου, τη λειτουργία του, τη συγκέντρωση, την ευφυΐα. Πλούσιο σε βιταμίνη Β12, σπάνια σε φυτικούς ιστούς, που δεν μπορεί να φτιάξει το σώμα από μόνο του. Έλλειψή της και ασθενής η μνήμη, κατάθλιψη και κούραση. Οι γορίλες με φυτική δίαιτα έχουν διάπλαση και δύναμη μεγαλύτερη του ανθρώπου αλλά πολύ μικρότερο εγκέφαλο. Δεν θα είχαμε φτιάξει τόσο μυαλό δίχως την κρεατοφαγία. Η δύναμή μας ο εγκέφαλος. Όχι το κορμί.

    Homo erectus – φωτιά – Homo ergaster – εργάτης – Homo sapiens – σοφία. Αύξηση του όγκου του εγκεφάλου, ικανότητα κατασκευής εργαλείων. Νους και πολιτισμός.

    Πρέπει να ήταν τέτοια μέρα, Μεγάλη Παρασκευή. Έπαιζα στην αυλή στη Σιάτιστα, με ένα ζευγάρι παιδικά κιάλια όταν οι φίλοι μου ήρθαν φωνάζοντας, με πήραν και τρέξαμε που έσφαζαν το αρνί σε μια άλλη αυλή, πιο κάτω. Ο άντρας με το μαχαίρι και τις γαλότσες δεν νοιάστηκε που παιδιά έβλεπαν. Το μαχαίρι στο λαιμό, το μικρούλι βέλαζε κι εγώ ανακλαστικά, γιατί φοβήθηκα, πέρασα τα κιάλια μπροστά στα μάτια, δημιουργώντας εικονική πραγματικότητα. Κάτι σαν το «τοματοπολτός» του πατέρα για να μην φοβόμαστε σαν βλέπαμε αίμα σε κάποια σκηνή των ταινιών του Σαββάτου (κι εγώ που δεν φοβόμουν θύμωνα που μου το χαλούσε).

    Ο πίδακας που πετάχτηκε σε ζουμ από το λαιμό του ζωντανού ήταν αίμα που δεν έδειχναν οι ταινίες εκείνα τα χρόνια.

    Με ολοένα περισσότερο κρέας στη διατροφή, τον πληθυσμό ν’ αυξάνει, να πυκνώνει σε μητροπολιτικά κέντρα, με το βιοτικό επίπεδο ν’ ανεβαίνει, η κρεατοφαγία όντως έχει διάσταση εξάρτησης. Πολλές οι κτηνοτροφικές μονάδες με τα γουρούνια στην ανατολική Ασία, και αυτά στριμωγμένα ανακυκλώνουν ιούς, μεταλλάσσοντάς τους. Κοντά και οι άνθρωποι, στριμωγμένοι κι αυτοί. Ζωονόσοι. Η αφρικανική πανώλη των χοίρων που κτύπησε την Κίνα και αποδεκάτισε την παραγωγή εκεί ίσως οδηγήσει σε αύξηση των διεθνών τιμών χοιρινού κρέατος και περιορισμό της προσφοράς στις ευρωπαϊκές αγορές. Και πιθανά αύξηση της τιμής στα σουβλάκια.

    Είναι η αύξηση της τιμής ενός πιτόγυρου. Είναι το υδατικό του αποτύπωμα, οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη μη βιώσιμη εντατική κτηνοτροφία. Είναι η επίπτωση της υπερβολής στην υγεία.

    Είναι και ότι κτίσαμε πολιτισμό βασισμένο στη σφαγή, που τον γέννησε η σφαγή. Είναι αυτό που είμαστε. Meat is murder.

    Αλλά δίχως σφαγή δεν θα είχαμε την ικανότητα αναζήτησης του χαμένου χρόνου. Όταν τον βρήκαμε συνειδητοποιήσαμε το αίμα στις πόρτες των σπιτιών μας. Ίσως αυτή η επίγνωση ήταν το τίμημα του να γίνουμε ο άρχοντας του κήπου. Μαζί και μια αέναα επαναλαμβανόμενη ελπίδα ότι θα έρθει ένας αμνός, θυσία που θα σηκώσει το κρίμα μας μια για πάντα, στους αιώνες. Βαρύ το κόστος της ύπαρξης.

  • Τα ενώτια τα χρυσά

    Ο Θεός των Χριστιανών θα αποκαλούσε ειδωλολάτρες όσους από αυτούς έχυσαν περισσότερο δάκρυ σε μελάνι για την Παναγία των Παρισίων, απ’ όσο δεν θα δακρύσουν για τους νεκρούς στη Σρι Λάνκα.

    Οι υπόλοιποι, καθένας με τον πόνο της καρδιάς του. Ο Θεός των Χριστιανών κρίνει, οι Χριστιανοί ποτέ.

    Σρι Λάνκα, όπως Κεϋλάνη όπως η ενδέκατη εντολή. Το είχε πει ο Γκάτσος. Μπερδευτήκαν τα χαρτιά μες του κόσμου τη φωτιά.