Author: Θωμάς Ξωμερίτης

  • Thanksgiving

    Εθνικά ορθό θα ήταν Μαύρη Παρασκευή να οριστεί η πρώτη Παρασκευή μετά τις 20 του Νοέμβρη (ή η 20η εφόσον πέφτει Παρασκευή), μέρα του εθίμου της Παναγίας Πολυσπορίτισσας για την ευλογία της φθινοπωρινής σποράς κι όχι η Παρασκευή μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών στις ΗΠΑ (τέταρτη Πέμπτη του Νοέμβρη), μέρα ευγνωμοσύνης στο Θεό για τη φθινοπωρινή σοδειά (στη Βόρεια Αμερική). Αλλά η επόμενη Παρασκευή δεν θα είναι μαύρη ελληνική, μας φόρεσαν πραξικοπηματικά το Black Friday. Ας οργανώσουν οι γλωσσαμύντορες μια δεύτερη πορεία στην αμερικανική πρεσβεία.

    Thanksgiving, μια γιορτή με ρίζες στην αμερικανική παράδοση. Καθιερώθηκε από το Λίνκολν στη μνήμη του γεύματος που πρόσφεραν οι ιθαγενείς Γουάμπαναγκ στους Pilgrims του Mayflower για να μην πεινάσουν τον πρώτο χειμώνα εκεί. Αυτό θέλει απλουστευτικά ο μύθος. Στην πραγματικότητα οι άποικοι (όπως οι απόγονοί τους) έστειλαν τις όποιες ευχαριστίες τους στο Θεό, παροτρύνοντας τους ιθαγενείς σωτήρες τους να ευχαριστούν έναν ουράνιο πατέρα για τους φθινοπωρινούς καρπούς και όχι τη γη και τα πνεύματά της. Επίσης, το πρώτο γεύμα δεν σηματοδότησε την αρχή φιλίας μεταξύ των αποίκων και των ντόπιων. Του Mayflower προηγήθηκαν σφαγές, πολιτισμικός και βιολογικός ιμπεριαλισμός από τη μεριά των Ευρωπαίων που αποδεκάτισε τους ιθαγενείς πληθυσμούς και στις δύο Αμερικές. Δεν ήταν μόνο η βία, πρωτίστως ήταν οι νεόφερτες επιδημίες. Ταυτόχρονα επιχειρήθηκε ευνουχισμός της ταυτότητάς τους, η σωτηρία από τον Ιησού Χριστό για πρωτάκουστα αμαρτήματα. Αν και τελικά οι άποικοι έμαθαν να καλλιεργούν με σπόρους και τρόπους των Ινδιάνων, μεγάλο το τίμημα της κατάκτησης για τους ιθαγενείς. Ακόμα αιμορραγούν.

    Βρίσκω αφελή την εικόνα του ευγενούς αγρίου για τους Ινδιάνους πριν την ευρωπαϊκή εισβολή -γεννημένοι και αυτοί στο καλούπι του Homo sapiens. Με τα συστήματα τους, τον παράλληλο πολιτισμό τους -δικό τους κι όχι αντιγραμμένο- με την πνευματική τους σοφία και αρετή, με την αγριότητα και τη βαναυσότητά τους. Οι πρακτικές τους, φορές βιώσιμες και παγανιστικά γοητευτικές, άλλες φορές κούρασαν τα εδάφη αυξάνοντας τους πληθυσμούς των κοινωνιών τους, οδηγώντας στην κατάρρευση.

    Ο κατακτητής, ο τυχερός του περιβαλλοντικού λαχείου, κατέστρεψε την ιστορία του ηττημένου. Την ξανάγραψε με τους όρους του, για να την ωραιοποιήσει στο κατόπι λόγω τύψεων και ενοχών. Ημέρα των Ευχαριστών, η παρηγοριά για την ήττα των Ιθαγενών Αμερικανών, η φαντασίωση μιας χίπισσας πρόνοιας που φροντίζει από κοινού αγαθά παιδιά. Παρόλα αυτά την αγάπησα εκείνη τη γιορτή, έστω κι αν επιχειρούσε άφεση αμαρτιών όπως ντισνεϊκή Ποκαχόντας. Μεγάλη ήπειρος, γκρίζα τα δάση της τους χειμώνες. Χρειάζεται σπίθα, ψευδαίσθηση γλύκας, τσακμάκι να ζεστάνεις το κρύο τους, το σκληρό παρελθόν –τη φύση που είναι και φύση ανθρώπων.

    Thanksgiving 1987, τον πρώτο μου χειμώνα εκεί. Πήραμε τον αυτοκινητόδρομο I-80 από Νέα Υόρκη για Οχάιο, καλεσμένοι στης αδελφής του συντρόφου μου. Φύγαμε μεσημέρι Τρίτης και φτάσαμε αργά, κουρασμένοι. Ο δρόμος διέσχιζε κοιλάδες στη σειρά, κωμοπόλεις στα χαμηλά και χωράφια και στις ράχες δάση, σκούρα πράσινα κωνοφόρα ή δέντρα με κλαδιά γυμνά, ύστερα από το χρωματικό φινάλε των φύλλων.

    Πρώτη φορά βρέθηκα τόσο μακριά από τη θάλασσα.

    Το σπίτι στα προάστια του Cleveland. Το πρωί, το βλέμμα μου καρφώθηκε έξω από την κρεβατοκάμαρα στους λόφους που ανηφόριζαν δυτικά, σε ανοιχτά χωράφια με άλογα που έδειχναν να ξεδιπλώνουν στο παντού για πάντα. Την επομένη στα μπαράκια στα Flats, στο κέντρο της πόλης, στο ποτάμι, με τα αναπαλαιωμένα διαμερίσματα. Πέρα η Erie, η μεγάλη λίμνη. Έπαιξα μαζί με την αδελφή του ηλεκτρονικό trivial pursuit και κέρδισα. Καχύποπτα ρώτησε τί άλλο ήξερα για το Cleveland, είπα το Rock and Roll Hall of Fame και τη Chrissie Hynde. Από το Akron είναι αυτή, με διόρθωσε.

    Την Πέμπτη, μπούκαρε στο σπίτι όλο το σόι. Μέχρι να στρωθεί το τραπέζι, κατέβαζαν τον περίδρομο, μιλώντας όρθιοι, βοηθώντας στην προετοιμασία. Αφού φάγαμε, λούφαξα σε πολυθρόνα μπροστά στην τηλεόραση, φορτωμένος με βιβλία από τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου, σημειώνοντας αγχωμένος με κάποια εργασία που όφειλα. Με κοίταξε: διαβάζεις, διαβάζεις -τα ελληνικά του σπασμένα. Του άρεσε που κατάλαβα μόνο εγώ. Έγειρα νυσταγμένος, τα βιβλία γλίστρησαν από πάνω μου. Κούρνιασα, αφέθηκα σε υπνάκο.

    Παρασκευή η επομένη, αφιερωμένη σε ψώνια. Το Σάββατο πήγαμε να μου δείξουν το σπίτι που μεγάλωσαν, σε άλλη γειτονιά στα περίχωρα της πόλης. Πουλημένο από χρόνια, κλειστό, ακατοίκητο. Περάσαμε κι από το Kent State, ήθελε ο δικός μου να δω το Πανεπιστήμιο που σπούδασε, το μνημείο: Jeffrey Glenn Miller, Allison B. Krause, William Knox Schroede, Sandra Lee Scheuer. Δολοφονημένοι από την εθνοφρουρά του Νίξον το Μάη του ‘70, διαδηλώνοντας κατά των βομβαρδισμών των ΗΠΑ στην Καμπότζη (που αποσταθεροποίησαν τη χώρα, με τις γνωστές συνέπειες).

    Ξεκινήσαμε για την επιστροφή Κυριακή σα μεσημέριασε, με κρύο ψιλόβροχο και ουρανό καπάκι. Στο δρόμο τα FM, παντού η Debbie Gibson.

    Τα 80s -η πλέον απωθητική δεκαετία που έζησα. Τα ρούχα, τα μαλλιά, τα malls, η μουσική (πλην εξαιρέσεων), το πολιτικό ξενέρωμα, η Αμερική των πρώην χίπις αναγεννημένων ως γιάπις με τους γιακάδες των polo ανασηκωμένους. Αποτραβήχτηκα σε πίσω δωμάτια, στις μνήμες της. Τη γνώρισα, μια θλιμμένη χώρα. Μυρωδιά ξύλινων σπιτιών, πινακίδες for sale, yard sales, άνθρωποι σε διαρκή κίνηση. Η ίδια main street –έρημα καταστήματα-  τα ίδια νυχτερινά Walmarts. Τα βουβά developments. Τη γύρισα με τον James Fenimore Cooper και τον Whitman σε Signet Classics  δύο δολαρίων στο σακίδιο σε δάση, σε πεδιάδες, σε βουνά και ποτάμια, στην έρημο -έως τον άλλο ωκεανό μακριά. Το τοπίο της να κρύβει το ινδιάνικο παλίμψηστο και παλαιότερα μια Εδέμ, δίχως ανθρώπους. Η τελευταία παρθένα ήπειρος που γέννησε πολιτισμούς, αρχαίους και μαγευτικούς όσο αυτοί του παλιού κόσμου, που διαβάστηκαν σε δακτυλίους δέντρων και πέρα κάτω, πριν στηθούν σύνορα και τείχη, σε ιερογλυφικά των Μάγια, σε κώδικες των Αζτέκων, σε κίπου των Ίνκας.

    Κάπου στον κέντρο της Πενσυλβανίας, κουράστηκε. Σταματήσαμε για καφέ, είχε πέσει ομίχλη. Πρότεινα να οδηγήσω, δεν είχα ακόμα το αμερικανικό δίπλωμα. Με παρότρυνε να κοιμηθώ. Ξυπνώντας, είδα ότι περάσαμε την έξοδο για το Limestoneville. Κάναμε λάθος είπα, ξαναπήραμε το δρόμο για τα δυτικά, η τρίτη φορά που διαβάζω αυτό το όνομα και ξέρω τον ασβεστόλιθο όταν τον δω. Το επιβεβαίωσε ο οδοδείκτης. Βλαστήμησε τα villes της χώρας και τις δύο ώρες παραπάνω δρόμο. Έκατσα στο τιμόνι να τον ξεκουράσω και πιάσαμε πάλι ανατολικά. Έβαλα την κασέτα του “December”, δώρο συναδέλφου και τον άφησα να κοιμηθεί. Ένιωσα ευτυχισμένος, μόνος, οδηγώντας την έννοια του. Πριν τα σύνορα με το New Jersey αλλάξαμε για να μη βρούμε μπελά με την τροχαία. Από μακριά, στο σκοτάδι, τα διόδια και τα φώτα της γέφυρας του Delaware. Σε τρεις ώρες θα φτάναμε σπίτι, ήταν πλέον αργά και είχαμε και οι δύο δουλειά την επομένη.

    Του κράτησα το χέρι, δεν ήταν ό, τι χειρότερο μπορούσε να μας συμβεί του είπα. Heaven is a place on earth, πίσω στα FM, στο νεύρο. Η κίνηση πύκνωσε, η Νέα Υόρκη, η πραγματικότητα των 80s.

    Πάσο στη Black Friday, irrelevant για μένα, εσείς σε ουρά για την Αμερική σας έξω από Public και Γερμανό. Αν θυμάμαι την Ημέρα των Ευχαριστιών είναι για παλιούς φίλους και γιατί αγάπησα μια Αμερική που δεν βρήκα, που αν υπήρξε ήταν ως ανάμνηση και περισσότερο ως πρόθεση, σε δρόμους που οδήγησα και ξεδίπλωναν παντού και για πάντα, ατίθασα ινδιάνικη, όπως ο καταρράκτης του Cooper, με φωτεινές τη νύχτα γέφυρες και ουρανοξύστες, σε πείσμα του σκοταδιού.

    On journeys through the States we start…We willing learners of all, teachers of all, and lovers of all.

    Τα βιβλία μου πάλιωσαν, μυρωδιά χαρτιού όπως αγριόκεδρου στο Zion και σκάλας σε κλειστό για χρόνια σπίτι. Επιτέλους.

  • Έλα απόψε στου Θωμά

    Πέντε αληθινές ιστορίες, αρχικά οι τέσσερις μικρές.

    Γωνία Ηπείρου και Αχαρνών υπάρχει ο «Θωμάς», ψησταριά με τζαμαρία, συνήθως ανοικτή, με λίγα τραπεζάκια έξω. Συχνάζω χρόνια, μου αρέσει να παρατηρώ την κίνηση στη διασταύρωση τρώγοντας, πίνοντας μπύρα. Χοιρινό καλαμάκι ή γύρο συνήθως. Πέρασμα το σταυροδρόμι, όπως όλη η Αχαρνών, ένας δρόμος σε δική του τροχιά. Τρελή λάμπα που προβάλει σε λευκό σεντονάκι νέες εικόνες. Καλοκαίρι ή χειμώνα, αλλοδαποί, μουσουλμάνοι στην πλειοψηφία, γυναίκες, άντρες, μόνοι, συνήθως σε παρέες, περνούν συνεχώς. Άσπρη πουκαμίσα και παντελόνι, χιτζάμ, τσαντόρ, μαντήλα, μπλου τζιν, πέδιλο. Νεύρο, έντονη συνομιλία, τα κινητά εκπέμπουν, πλήρης ένταση, στέλνουν στίγμα και σήμα στον κόσμο. Connected σε αέναη ανάδευση.

    Ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό μου ότι η συμπεριφορά μου, οι διατροφικές μου συνήθειες, η μπύρα που απολαμβάνω τους προσβάλει. Ποτέ δεν έδειξαν να προβάλλονται, ποτέ δεν έδωσαν σημασία -τί τρώω, πώς είμαι ντυμένος. Ποτέ δεν έδειξαν δυσαρέσκεια για την παρουσία του ψητοπωλείου στο δρόμο τους. Προσπερνούν, στο μυαλό τους έγνοιες, δεκάδες φαντάζομαι και εκατό φαντάζομαι ελπίδες. Αλλά δεν περνούν σαν σκιές, περνούν με νεύρο. Αρκετοί μπαίνουν και παραγγέλνουν, ποτέ δεν νοιάστηκα να δω τί παραγγέλνουν -τώρα που το σκέφτομαι κοτόπουλο υποθέτω. Ποτέ δεν μου άρεσε το καλαμάκι κοτόπουλο.

    —–

    Μια φίλη δουλεύει νηπιαγωγός. Κάποια από τα νήπια, παιδιά προσφύγων ή μεταναστών -άνευ σημασίας τί. Σημασία έχει ότι τα περισσότερα από αυτά είναι παιδιά μουσουλμάνων. Συνέβη λοιπόν το εξής περιστατικό. Καλοκαίριαζε κι εκείνη χρονιά το Ραμαζάνι έπεφτε με τις ζέστες. Βρέθηκε η μητέρα ενός από κείνα τα μικρά στο νηπιαγωγείο. Μέσα στην κάψα, εξασθενημένη λιποθύμησε. Προφανώς έχασε τις αισθήσεις της από την εξάντληση της νηστείας. Της πρόσφεραν νερό να συνέλθει αλλά αρνήθηκε. Ραμαζάνι, είπε. Δεν μπορούσαν να την πιέσουν να πιει. Είχαν όμως την ευθύνη για ό,τι συνέβαινε στο χώρο του νηπιαγωγείου. Κάλεσαν την αστυνομία αμέσως ν’ αναφέρουν το γεγονός και ασθενοφόρο να την πάρει. Έπραξαν όπως έπρεπε, όπως είχαν υποχρέωση να πράξουν. Χωρίς δράματα. Στην σπάνια περίπτωση που οι γονείς υποχρέωναν το νήπιο στην ημερήσια αποχή της νηστείας και βέβαια θα το υποχρέωναν να πιει νερό. Δίχως δράματα πάλι.

    —–

    Κάθε βδομάδα, συνήθως Παρασκευή ή Σάββατο, πηγαίνω στον κουρέα, συνήθως στον ίδιο εφόσον τον βρω ανοικτό. Πακιστανός παντρεμένος με τρία παιδιά, η γυναίκα και τα παιδιά ζουν στο Πακιστάν. Έχει να τους δει πάνω από χρόνο από κοντά, τους βλέπει μέσω Skype. Πάντα τον ρωτάω την ώρα που κάθομαι για το κούρεμα, τί κάνουν. Πάντα μου λέει ότι είναι όλοι καλά.

    Πριν κάποιες βδομάδες και για δύο συνεχόμενες βδομάδες, άρχισα τις τυπικότητες με το ίδιο σχόλιο, ότι λυπόμουν για αυτό που συνέβη στο Πακιστάν. Αυτό με αφορμή δύο ειδήσεις που είχα διαβάσει. Την πρώτη βδομάδα ήταν η είδηση για τους σχεδόν 1.100 Πακιστανούς (ανάμεσά τους 900 παιδιά) σε μικρή πόλη της χώρας, που αφού άρχισαν να νοσούν ομαδικά αποδείχτηκαν, ύστερα από εξετάσεις, οροθετικοί. Τοπικό ξέσπασμα της επιδημίας και η αιτία του ένας παιδίατρος που επαναχρησιμοποιούσε τις σύριγγες. Ο γιατρός ήταν η φθηνότερη επιλογή στην πόλη, το κόστος επίσκεψης κάτω των 20 λεπτών, εκεί όπου ο μέσος μηνιαίος μισθός δεν υπερβαίνει τα 60 ευρώ. Τη δεύτερη βδομάδα το λυπάμαι μου ήταν για τη φωτιά που ξέσπασε σε τραίνο στο Πακιστάν, ύστερα από έκρηξη φιάλης υγραερίου που χρησιμοποίησαν επιβάτες να μαγειρέψουν. Σκοτώθηκαν τουλάχιστον 74 άτομα, άλλοι κάηκαν, άλλοι πηδώντας έξω από τα κινούμενα φλεγόμενα βαγόνια.

    Και στις δύο περιπτώσεις με διαβεβαίωσε ότι η οικογένεια του ήταν μια χαρά. Με ευχαρίστησε που τον ρώτησα και στη συνέχεια με ευχαρίστησε σαν τον πλήρωσα τα πέντε ευρώ για το κούρεμα.

    —–

    Πρόσφατα, καθ’ οδόν προς το αεροδρόμιο, κάθισα δίπλα σε κάποιον, γύρω στα 40. Πιάσαμε κουβέντα. Παντρεμένος με Γεωργιανή έχει τρία παιδάκια. Η οικογένεια του ζει μαζί με τη μητέρα του σε επαρχιακή πόλη. Γεννημένος στο Βέλγιο από γονείς Έλληνες μετανάστες στα ορυχεία λιγνίτη, είναι τρία χρόνια που άφησε την Ελλάδα για την Ολλανδία. Δουλεύει νταλικέρης, που είναι η δουλειά του, ο μισθός πάνω από 4.000 ευρώ το μήνα. Τα στέλνει όλα στη γυναίκα του, στις κόρες του και στη μάνα του (η τελευταία συμπληρώνει το οικογενειακό εισόδημα με ιδιαίτερα γαλλικών). Αυτός δεν ξοδεύει, κοιμάται μέσα στην νταλίκα και πλένεται στις εγκαταστάσεις της εταιρείας ή στους σταθμούς σαν ταξιδεύει – από Νορβηγία ως κάτω, Ισπανία και Ιταλία. Έχει οργανωθεί στην νταλίκα, έχει τηλεόραση και καλό πακέτο κινητής τηλεφωνίας, με δεδομένα. Αγαπημένη του διαδρομή το ταξίδι για το βορρά, Σουηδία, Νορβηγία, αν και η οδήγηση στο χιόνι θέλει προσοχή και το μπελά των αλυσίδων. Αν και σαν το ελληνικό τοπίο κανένα. Ο χειρότερος εχθρός του νταλικέρη είναι η νύστα και η ακινησία που τρώει το κορμί. Όταν δεν δουλεύει κινείται και γυμνάζεται.

    Αγαπά τη δουλειά του γιατί αγαπά τα παιδιά του. Σαν τη ζωή στην Ελλάδα πουθενά, επιστρέφει μια φορά το χρόνο, φθινόπωρο, το καλοκαίρι εποχή αιχμής για τη μεταφορά τροφίμων. Δεν μπορεί να φανταστεί τα παιδιά του να μεγαλώνουν εκτός Ελλάδας. Αλλά η Ελλάδα τον άφησε άνεργο, παραλίγο να πεινάσει αυτός και η οικογένειά του. Δεν πιστεύει ότι η κατάσταση καλυτερεύει. Τουλάχιστον στον τομέα της νταλίκας. Τώρα πλέον του ζητούν φίλοι δανεικά, εδώ στην Ελλάδα ακόμα δεν τα βγάζουν πέρα. Σκέφτεται να κάνει αυτή τη δουλειά για άλλα δεκαπέντε χρόνια και μετά τέρμα. Για την ώρα το Messenger. Είναι τυχερός, τον εκτιμάει και τον αγαπά το αφεντικό του, ο Ολλανδός, που είναι καλός άνθρωπος και του έκανε καλό συμβόλαιο. Καλοί και οι συνάδελφοί του. Στα ρεπό του πηγαίνει σε καμμιά ελληνική ταβέρνα.

    Πριν αποχαιρετιστούμε με ρώτησε αν υπάρχουν Lays με γεύση τζατζίκι ν’ αγοράσει από το αεροδρόμιο, είχε ζητήσει το αφεντικό. Δεν είχα ιδέα, σιχαίνομαι τα Lays.

    —–

    Η πέμπτη ιστορία, είναι η μεγάλη. Ο θεός Ράμα γεννήθηκε στην περιοχή της Αγιόντια στη βορειοανατολική Ινδία. Από βασιλική οικογένεια αλλά στη ζωή του έμαθε στην εξορία και στη φτώχεια. Η Αγιόντια είναι από τις ιερότερες τοποθεσίες για τους Ινδουιστές. Το Δεκέμβρη του 1992 εξαγριωμένος όχλος 150.000 Ινδουιστών κατέστρεψε το τζαμί Μπάμπρι στην Αγιόντια, στη θέση που γεννήθηκε ο Ράμα. Ακολούθησαν αιματηρές ταραχές, από τις πλέον βίαιες στην ιστορία της ανεξάρτητης Ινδίας, όπου σκοτώθηκαν τουλάχιστον 2.000 άνθρωποι. Την περασμένη βδομάδα το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας αποφάσισε ότι οι Ινδουιστές μπορούν να χτίσουν δικό τους ναό στη θέση που ήταν χτισμένο το μουσουλμανικό τέμενος. Η ετυμηγορία έδωσε το πράσινο φως, κάτι που ζητούσε και το εθνικιστικό ινδουιστικό κόμμα του του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι, η πολιτική του οποίου σπρώχνει ολοένα την Ινδία μακριά από την ανεξιθρησκεία ενός κοσμικού κράτος. Η μισαλλοδοξία ριζώνει παντού, ακόμα και στην ινδική χίντουτβα ποπ μουσική που επιδεικνύει συχνότερα εθνικιστικούς τόνους, με αναφορές στους Μουσουλμάνους, στους τρομοκράτες, στον εθνικό κίνδυνο.

    —–

    Για μια άλλη μια φορά συζήτηση ομφαλοσκόπηση, χρησιμοποιώντας τους πρόσφυγες ως αφορμή για να δείξουμε το μίσος ο ένας για τον άλλο και το πόσο λατρεύουμε τους εαυτούς μας. Η ανθρωπιά μας και η φιλοπατρία μας εκπέμπονται σε ψηλές συχνότητες που τρυπάνε το κρανίο. Για μια άλλη φορά η κακοψυχία, που πάντα υπάρχει. Και για πρώτη φορά η ανοησία για ποινικοποίησή της.

    Και συνεχώς στο δημόσιο διάλογο, η συστηματική απαξίωση των γενεσιουργών αιτιών της προσφυγιάς και της μετανάστευσης. Η καθοδηγούμενη ανάδειξή τους σε ζήτημα ταυτότητας που επιβαρύνει τις χώρες υποδοχής. Η εθελοτυφλία στο γεγονός ότι το προσφυγικό είναι από τα σημαντικότερα παγκόσμια προβλήματα με τεράστιες πιέσεις στις χώρες υποδοχής. Το άτοπο να το βλέπουμε σαν παραμυθάκι μάχης μεταξύ καλών και κακών.

    Χθες ήταν οι Ροχίνγκια στη Μιανμάρ της νομπελίστριας και ακτιβίστριας Αούνγκ Σαν Σου Κι. Αύριο ίσως οι Μουσουλμάνοι του strongman Μόντι.

  • Hollow earth

    Με αφορμή αυτό το σχόλιο, τα γενέθλια της Joni Mitchell, την Hμέρα των Νεκρών και τη Σύναξη των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ:

    Να υπάρχουν συγκοινωνούντα δοχεία, να μας ταξιδεύουν στο δρόμο από τη μια γενιά στην άλλη, portals να μας κρατούν μαζί στους αιώνες των αιώνων.

    High overhead sailed white sculpturings of clouds, like billowing concepts in the brain of Michelangelo.

    Malcolm Lowry, Under the Volcano

    These are the clouds of Michelangelo, muscular with gods and sungold.

    Joni Mitchell, Refuge of the Roads

  • Το χάρισμα

    Our first hero is dressed up like a big owl. And God says, “I gifted you the ability to make fantastic inventions. And what did you do with this amazing talent?” – Watchmen

    Στη διάρκεια της καριέρα της η Lynn Margulis (1938 – 2011) υποστήριζε ότι η συμβίωση δεν αποτελεί ιδιαιτερότητα στο σύνολο της ζωής. Δεν είναι εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα του δαρβινικού ανταγωνισμού για επικράτηση των αποτελεσματικά προσαρμοσμένων στις περιβαλλοντικές απαιτήσεις ατόμων. Οργανισμοί όπως οι λειχήνες (όπου συμβιώνουν κυανοβακτήρια με μύκητες) ή τα κοράλλια (συμβίωση ζωοξανθέλων – φύκη κι αυτές – με πολύποδες) δεν συνιστούσαν γραφική μειονότητα για τη βιολόγο Margulis. Το 1967 ανέδειξε την ουσιαστική σημασία της παρουσίας χλωροπλαστών και μιτοχονδρίων στα ευκαρυωτικά κύτταρα (αυτά με πυρήνα), απογόνους συμβιωτικής συγχώνευσης στην πορεία της ζωής μονοκυττάρων οργανισμών πριν δύο δισεκατομμύρια χρόνια. Πετυχημένο επιχείρημα που θριάμβευσε με τη δημιουργική έκρηξη των πολυκυττάρων οργανισμών.

    Η ισχύς στην ένωση, το μέλλον στη συμβίωση.

    …Η ζωή στη Γη είναι όμορφη ιστορία που δεν σου κάνει καρδιά να αγνοήσεις την αρχή της. Αρχίζουν οι ιστορικοί τη μελέτη του πολιτισμού με την ίδρυση του Los Angeles; Έτσι θα ήταν και η μελέτη της φυσικής ιστορίας αν αγνοούσαμε το μικρόκοσμο. Τα φυτά, οι μύκητες και τα ζώα προήλθαν από το μικρόκοσμο. Κάτω από τις επιφανειακές διαφορές μας, είμαστε βαδίζουσες κοινότητες βακτηρίων. Ο κόσμος λάμπει, ένα πουαντιλιστικό τοπίο φτιαγμένο από μικροσκοπικά όντα. Οι γιγάντιες σεκόγιες και οι φάλαινες, τα κουνούπια και τα μανιτάρια αποτελούν πολύπλοκα συμβιωτικά δίκτυα, σύνθετα δομημένες εκφράσεις του ενός κυττάρου…

    Με τη Margulis η συμβίωση συνδέθηκε με το κοινωνικό κλίμα της εποχής. Η άνθιση τη μοριακής βιολογίας, η διαπίστωση ότι μικροοργανισμοί σμίλεψαν τη γεωλογική ιστορία, συνέβη στα χρόνια της αμφισβήτησης οικονομικών και κοινωνικών μοντέλων που είχαν άλλοθι το δαρβινισμό. Η βιολόγος και ικανή συγγραφέας στο να επικοινωνεί σύνθετες έννοιες στο μέσο ευφυή αναγνώστη, φώτισε τη σπουδαιότητα της συνύπαρξης ελαφρύνοντας το δαρβινισμό από το αρνητικό ειδικό βάρος ενός αναπότρεπτου αλληλοσπαραγμού.

    Ο Nicholas Α. Christakis δεν γνωρίζει τη Lynn Margulis. Τουλάχιστον αυτό διαπίστωσα ρωτώντας τον σε συζήτηση λίγων δευτερολέπτων που κατάφερα ύστερα από την παρουσίαση της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου του «Προσχέδιο: Οι εξελικτικές ρίζες μιας καλής κοινωνίας» στο Μουσείο Μπενάκη, την ώρα που κρατούσε το κινητό μου υπογράφοντας, μέσω εισαγωγής υποσημείωσης, την ηλεκτρονική έκδοση του βιβλίου του (απόρησε, «δεν το έχω ξανακάνει» μου είπε).

    Γιατρός και κοινωνιολόγος, μελετά τις ρίζες και τη λειτουργία της ανθρώπινης φύσης, στο Εργαστήριο Ανθρώπινης Φύσης που διευθύνει στο Πανεπιστήμιο Yale. Στο βιβλίο που εκδόθηκε στα αγγλικά στις αρχές του 2019, ο Χρηστάκης μιλά για το γενετικό προγραμματισμό ατόμων να πράττουν υπέρ του κοινού οφέλους. Εξετάζει τη βάση των ανθρώπινων κοινωνιών και προσδιορίζει οκτώ θεμελιώδη χαρακτηριστικά: ικανότητα ύπαρξης κι αναγνώρισης ατομικής ταυτότητας, αγάπη για συντρόφους κι απογόνους, φιλία, κοινωνικά δίκτυα, συνεργασία, προτίμηση σε μέλη της ίδιας ομάδας, ήπιας μορφής ιεραρχία, ικανότητα κοινωνικής μάθησης και διδασκαλίας. Χαρακτηριστικά όλα αποτυπωμένα στο γονίδιά μας. Χτίζουμε κοινωνίες υπό την καθοδήγησή τους. Το βασισμένο σε γονίδια προσχέδιο καταλήγει στις υφιστάμενες ομοιότητες μεταξύ ανθρωπίνων κοινωνιών.

    1200 λέξεις – δύσκολο να συνοψίσεις το βιβλίο του Χρηστάκη.

    Η έρευνά του βασίζεται σε διεπιστημονική μελέτη κοινωνιών και ανθρωπίνων σχέσεων. Εξετάζει αρχεία από πλήθος ναυάγια της εποχής των εξερευνήσεων σε απομακρυσμένα νησιά, τις μικρές κοινωνίες των ναυαγών, το γιατί επιβίωσαν ή αφανίστηκαν. Διαλέγω το παράδειγμα του Invercauld και του Grafton, δυο ναυαγίων το 1864 στη νήσο Auckland νότια της Νέας Ζηλανδίας σε διαφορετικά σημεία του νησιού. Καμία από τις δύο ομάδες δεν είχε επίγνωση της ύπαρξης της άλλης. Οι 19 διασωθέντες του Invercauld ακολούθησαν σκληρή τακτική – συμπεριλαμβανομένου κανιβαλισμού ενός εξασθενημένου μέλους της. Μόνο τρεις επιβίωσαν. Οι 5 διασωθέντες του Grafton επέλεξαν αλτρουισμό – σύροντας με ρίσκο στη στεριά έναν άρρωστο σύντροφο από το κουφάρι του πλοίου. Επιβίωσαν όλοι. Στο Grafton αναδείχτηκαν τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά που καθιστούν βιώσιμες τις κοινωνίες.

    Πλήθος τα παραδείγματα. Ανάμεσά τους οι κοινότητες των Shakers στις ΗΠΑ και τα κιμπούτς στο Ισραήλ. Αναδεικνύεται εκ νέου η δέσμη των βασικών χαρακτηριστικών, όπως η ανάγκη της ισορροπίας μεταξύ ομαδικής και ατομικής ταυτότητας. Ο Χρηστάκης υποστηρίζει ότι η παρακμή των πειραματικών κοινωνιών οφείλεται σε απαξίωση βασικών θεσμών (όπως ο γάμος ή οι διαπροσωπικές σχέσεις και δεσμοί) που ριζώνουν στα θεμελιώδη χαρακτηριστικά. Ανάλογα τα συμπεράσματα αναφορικά με τεχνητές κοινωνίες, όπως τα διαδικτυακά παιχνίδια ή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στο πλαίσιο αυτό η ανάδειξη (αν και όχι οριστική επικράτηση ως πρακτική) της μονογαμίας και της μονοπύρηνης οικογένειας ως προϋποθέσεις κοινωνικής ισότητας σε αντίθεση με την πολυγαμία, το πάρτα όλα του ισχυρότερου. Εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα παρατηρούνται σε ακραία περιβάλλοντα που ασκούν ιδιαίτερες πιέσεις στις κοινωνίες που υπάρχουν σε αυτά.

    Πάρα τους αμέτρητους συνδυασμούς που μπορεί να ακολουθήσει θεωρητικά η ανάπτυξη μιας κοινωνίας, τα όρια τα θέτει η βασική δέσμη των οκτώ χαρακτηριστικών. Κοινωνικά πειράματα που αποκλίνουν είναι καταδικασμένα.

    Μεταξύ των χαρακτηριστικών η φιλία, όχι μόνο η ανθρώπινη αλλά όπως εκδηλώνεται και σε άλλα θηλαστικά – πρωτεύοντα, ελέφαντες και κητώδη – όπου έχει διαπιστωθεί έκφραση συναισθημάτων, συμπάθειας, θλίψης και αλτρουισμού. Στην επιφύλαξη για το πώς λειτουργεί η φυσική επιλογή ώστε να αναδείξει αλτρουισμό η απάντηση βρίσκεται στο ότι η συγκεκριμένη συμπεριφορά, αν και επισφαλής για το άτομο που την επιδεικνύει, ενισχύει τις πιθανότητες επιβίωσης συγγενών που φέρουν τα ίδια γονίδια. Αυτό προβλέπεται από τη δέσμη των οκτώ χαρακτηριστικών και ο Χρηστάκης επισημαίνει ότι ο αλτρουισμός μπόρεσε και λειτούργησε με την επικράτηση του εθνοκεντρισμού. Παραχωρήσεις και θυσίες για άτομα τα οποία θεωρείς ότι έχουν κοινά μαζί σου, που ανήκουν στην ίδια ομάδα με σένα.

    Η βιολογική εξέλιξη δεν έχει στόχο, δεν είναι τελεολογία. Απλά συμβαίνει. Επιλογή τυχαίων τάσεων που προκύπτουν από μεταλλάξεις και προτείνουν αποτελεσματικότερη προσαρμογή στο περιβάλλον. Ο Χρηστάκης υποστηρίζει ότι η επιλογή συγκεκριμένων γονιδίων που μεταφράζονται σε συγκεκριμένες κοινωνικές συμπεριφορές – το προσχέδιο – σμιλεύει το κοινωνικό περιβάλλον, δημιουργεί κουλτούρα η οποία με τη σειρά της καθορίζει επιλογή συγκεκριμένων γονιδίων. Συνεξέλιξη. Κουβαλάμε το κοινωνικό περιβάλλον που φτιάξαμε όπως ο σαλίγκαρος το κέλυφός του. Κάποια φυσικά χαρακτηριστικά, για παράδειγμα το μάτι, επανεμφανίστηκαν, εφευρέθηκαν ανεξάρτητα σε μη συγγενικά είδη, όπως τα κεφαλόποδα και τα σπονδυλωτά, κάτω από πιέσεις του φυσικού περιβάλλοντος. Το ίδιο, κοινωνικές συμπεριφορές επανεμφανίστηκαν ανεξάρτητα σε θηλαστικά, είδη ευφυή με αναπτυγμένο νευρικό σύστημα, ξανά και ξανά, επειδή εξασφαλίζουν αποτελεσματικότερα την επιβίωση.

    …Η ικανότητά μας να δημιουργούμε κουλτούρα είναι προσαρμογή που καθορίζεται από τη φυσική επιλογή. Λίγα είδη έχουν κουλτούρα και αυτά που έχουν είναι αυτά που κατέχουν τα γονίδια που το καθιστούν εφικτό. Η εξέλιξη μας έδωσε γνωστικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά, μαζί με το υποστηρικτικό νευρικό υπόστρωμα, ώστε να έχουμε την ικανότητα να είμαστε κοινωνικά ζώα…

    Ο Χρηστάκης δεν ζει στα σύννεφα, αναγνωρίζει τη σύγχρονη κοινωνική πόλωση, τα αδιέξοδα που μπορούν να διαλύσουν την κοινωνία μας και θεωρεί μια κατάρρευση πιθανή. Αλλά πιστεύει ότι στον πυρήνα μας υπάρχουν καλοσχεδιασμένα δομικά στοιχεία, δοκιμασμένα στο χρόνο. Σε πείσμα των λαθών και των τραγωδιών, τα καταφέραμε και φτάσαμε ως εδώ. Δεν είναι λίγο.

    Ο Χρηστάκης είπε ότι δεν ξέρει για τη Lynn Margulis. Αλλά τα μεγάλα πνεύματα κάπου, κάποτε, θα συναντηθούν. Κι όπως το μάτι ή ο αλτρουισμός, οι μεγάλες ιδέες συλλαμβάνονται εκ νέου. Το πλεονέκτημα της επιστήμης είναι ότι μπορεί να πιστοποιήσει την εγκυρότητά τους. Ό, τι διαπίστωσε η Margulis για το μικρόκοσμο, ο Χρηστάκης το κάνει για το μακρόκοσμο των θηλαστικών και τις κοινωνίες τους.

    Ο μικρόκοσμος όμως ζει ασυνείδητα. Ο Χρηστάκης το προχώρησε.

    Για μένα το απόσταγμα είναι ότι έχουμε επιλογή να ζήσουμε δίχως να τιμήσουμε το χάρισμά μας. Από μας εξαρτάται.

  • Ζαγρέας

    Στα Καλύβια, στα εξοχικά κέντρα, στις ψησταριές, άλλοι με δερμάτινα σακάκια και άλλοι με βερμούδες. Στην επιστροφή το απομεσήμερο από την παραλιακή, αρκετοί στη θάλασσα την ώρα που δημοτικοί υπάλληλοι κάπου, μάλλον στη Βάρκιζα, ξεφόρτωναν από καρότσα χριστουγεννιάτικο στολισμό για το δρόμο. Στο κέντρο της Αθήνας πριν βραδιάσει, τα μαγαζιά ανοιχτά, Κυριακή όπως καθημερινή, με τον Καζαμία 2020 σε καλάθια στην είσοδο φτηνομάγαζων και τον ουρανό σε προχωρημένη άνοιξη.

    Το Facebook παροτρύνει να αναρτήσω εκ νέου φωτογραφίες τεσσάρων χρόνων που με μπερδεύουν, θα μπορούσαν να είναι περσινές, της φετινής άνοιξης, του περασμένου σαββατοκύριακου. Αναδίπλωση ζωής, χρόνια και ημέρες, καιρός ανασυνταγμένος και πυκνά πακεταρισμένος, που θα μπορούσα να τον αποκαλέσω μέρα της μαρμότας αλλά δεν είναι, είναι όπως εκείνο το μυθιστόρημα του Καμύ, ο Ευτυχισμένος Θάνατος, που άρχισε και έμοιαζε με τον Ξένο, αλλά κατέληξε αλλού και καλύτερα, σε γκαζωμένο fast forward των ίδιων εικόνων, ήλιων και καρπών που αναδύονται και πέφτουν μέσα και δίπλα από τη θάλασσα, μέχρι που σταματούν.

    Σκέφτηκε εκείνα τα βράδια πάνω από το Αλγέρι, όταν υψώνεται ο ήχος των σειρήνων και οι εργάτες σχολάνε από τα εργοστάσια. Το άρωμα της αψιθιάς, τα αγριολούλουδα ανάμεσα στα ερείπια και η ερημιά των κυπαρισσιών στο Σαχέλ έδωσαν μια εικόνα ζωής που η ομορφιά και η ευτυχία πήραν όψη δίχως την ανάγκη ελπίδας.

  • Amway

    Come to this house, be one of us – The Who, Tommy

    Κάποια χρόνια πίσω, με προχωρημένη την κρίση, με την ανεργία, τα κλειστά καταστήματα, τις μειώσεις μισθών, τη Χρυσή Αυγή ανενόχλητη να πουλάει προστασία και φόβο και με την άσχημη ψυχολογία, θυμάμαι ένα άρθρο. Στην Καθημερινή αν θυμάμαι καλά. Το άρθρο αναφερόταν σε κάποιους που τόλμησαν να πάρουν το ρίσκο να αφήσουν, σε τέτοιους καιρούς, την αγκαλιά της ασφάλειας του ελληνικού δημοσίου για να δουλέψουν σε εταιρείες συμβούλων. Παρότρυνε προς μια αναγκαία αλλαγή νοοτροπίας που έπρεπε να απλωθεί στην Ελλάδα. Έτσι μόνο θα ερχόταν η ποθητή απεμπλοκή από την εσωστρέφεια της δίνης που οδηγούσε την ελληνική οικονομία, κι όλη τη χώρα, σε κατάρρευση.

    Εκείνο τον καιρό υπήρχε ένας καταιγισμός από ανάλογη αρθρογραφία για νέους, νέες αλλά και ηλικιωμένους που άλλαξαν τη ζωή τους κι αποφάσισαν να κάνουν μια δική τους επιχείρηση. Επιχειρηματικότητα και ρίσκο ήταν οι μαγικές λέξεις. Συνήθως επιχειρήσεις που είχαν να κάνουν με την ύπαιθρο, με καλλιέργεια αμπελιού, με οινοποιεία. Διάβαζα συχνά και για εκτροφεία σαλιγκαριών.

    Γελούσα με αυτήν την επιστροφή στη φύση στην καθημερινότητα που βίωνα, με τους σκυμμένους απρόσωπους, κουκουλωμένους σε παλτά, να ψάχνουν τα σκουπίδια και τα πεταμένα από τις λαϊκές αγορές. Υποτιμούσαν τη νοημοσύνη μας μέσα στην καταστροφή, με στεγνές τις τσέπες και τις τράπεζες, με το στιγματισμό της χώρας στον επενδυτικό παγκόσμιο χάρτη, να θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε ότι αν είχαμε πέντε δεκάρες στην άκρη το θαύμα θα ερχόταν αν τις ξοδεύαμε σε σαλίγκαρους. Γελούσα, δεν θύμωνα.

    Αυτό που με θύμωσε ήταν εκείνο το πρώτο άρθρο. Που εκτός από τ’ ότι υποτιμούσε τη νοημοσύνη μας είχε μεγάλο θράσος. Αναφερόταν σε κάποιους που πριν εργαστούν στο Υπουργείο Οικονομίας δούλευαν σε εταιρείες συμβούλων, στη συνέχεια στελέχωσαν τη Μονάδα Οργάνωσης και Διοίκησης, την αρμόδια για τη διαχείριση των συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση Επιχειρησιακών Προγραμμάτων και οι οποίοι αφού δικτυώθηκαν στο χώρο του Δημοσίου αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω, στη βάση τους. Προφανώς το επιχείρημα δεν έδειχνε τόλμη, κανένα το ρίσκο. Προφανώς επρόκειτο για διαπλοκή και στήριξή της από τους αρθρογράφους, οι οποίοι ήταν ή απόλυτα αφελείς ή απόλυτα θρασείς, ή και τα δύο μαζί, φέρνοντας μας κατάμουτρα ένα επιχείρημα υπέρ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας το οποίο ήταν κατάφατσα υπέρ της κρατικοδίαιτης εξάρτησης ενός κλειστού κύκλου επιχειρήσεων.

    Άρθρο γραμμένο σε εποχή που η ηθικολογία είχε ριζώσει στο δημόσιο διάλογο – οι μνημονιακοί, οι κομμουνιστές (μετά από χρόνια νεκραναστήθηκε το στίγμα της συγκεκριμένης λέξης), οι γερμανοτσολιάδες, οι λαϊκιστές, οι πατριώτες . Ήταν αργά πλέον για αποστασιοποιημένη σκέψη κι όποιος επιχειρούσε αποστασιοποίηση ήταν passé. Και, επιπλέον, ύποπτος.

    Και πέρασαν από τότε κάποια χρόνια που έδειξαν πολλά, αλλά τα χρόνια αυτά δεν ήταν πολλά. Και δείχνουν σαν τα χρόνια της κρίσης να πέρασαν αλλά τα χρόνια της κρίσης δεν πέρασαν. Και από την εκτρωματική συμπεριφορά με άλλοθι την αριστερή ηθική υπεροχή περνάμε στην νέα συμπεριφορά ηθικού κηρύγματος όπως μιας νέας θρησκείας, πρωτόγνωρης.

    Αναγκαία για τη χώρα η προώθηση της επιχειρηματικότητας σε μια εξίσωση που να περιέχει και να διερευνά όλους τους αγνώστους και τους παράγοντες. Το κέρδος, τα έσοδα, την ενίσχυση της αγοράς εργασίας και μαζί τα δικαιώματα των εργαζομένων, τις επιπτώσεις. Οι εξισώσεις για να λυθούν χρειάζονται σύνθετα συστήματα και πολιτική βούληση. Αυτό όμως που καλλιεργείται και προπαγανδίζεται είναι μια επικίνδυνα επιτηδευμένα απλοϊκή θεώρηση της επιχειρηματικότητας, μια cult, μια θρησκεία με όλα τα χαρακτηριστικά ενός νεο-δογματισμού και αίρεσης, ενός club φωτισμένων που είναι κλειστό εκτός αν αποφασίσεις, εσύ, σε προσωπικό επίπεδο να μπεις και να αλλάξεις μυαλά, να φωτιστείς και να το δεχτείς όλο, πλήρες και αδιάσπαστο. Αμάσητο. Οποιαδήποτε κριτική και είσαι εκτός και εναντίον, τυφλός, αντιδραστικός, κατά του συμφέροντος της Ελλάδας.

    Αυτό αναδύεται ως η νέα εκτρωματική συμπεριφορά, για να δανειστώ τη φράση του Πάνου Θεοδωρίδη.

    Κατάσταση που τίποτα δεν έχει με προσπάθειες για άνοιγμα της αγοράς των επενδύσεων στην Ελλάδα. Περισσότερο έχει να κάνει με πίστευε και μή ερεύνα. Όπως εκείνες οι εταιρείες που λειτουργούν σε σύστημα πυραμιδωτού μάρκετινγκ με τα υποψήφια θύματα, διανομείς προϊόντων την αγορά των οποίων επιβαρύνονται και μετά πρέπει να μεταπωλήσουν για να βγάλουν κέρδος, και αφού δεν τα καταφέρνουν πειθαναγκάζονται σε σεμινάρια και αγορές βοηθημάτων βελτίωσης δεξιοτήτων που έχουν έντονο το στοιχείο της βελτίωσης της αυτοεκτίμησης, της πλύσης εγκεφάλου. Και που σε αρκετές περιπτώσεις μοιάζουν εκφοβισμός. Εκεί παίζει το σκηνικό. Να σε πείσουν ότι αν κάτι δεν πάει καλά είναι γιατί κάτι δεν πάει καλά με τον εαυτό σου, είναι δικό σου το πρόβλημα και όχι των προϊόντων ή της ικανότητας της εταιρείας, δεν είναι γιατί οι άλλοι είναι αδιάφοροι να αγοράσουν τα προϊόντα της.

    Νέα εκτρωματική συμπεριφορά που φτιάχνει από το ζήτημα της οικονομίας και των επενδύσεων θρησκεία – ή είσαι μαζί μας ή είσαι μαζί τους, με τους οπισθοδρομικούς που δεν θέλουν το καλό της χώρας. Λατρεία που για να κατανοήσεις πρέπει να παραδοθείς ολόψυχα, leap of faith, και αυτό να γίνει απαραίτητα σε προσωπικό επίπεδο, μια ριζική αλλαγή μέσα σου – τα ήρεμα, λαμπερά, χαμογελαστά από αυτοπεποίθηση και εξοχή πρόσωπα οινοποιών σε κελάρια. Το ζήσαμε αυτό με τις παρουσιάσεις του Στέλιου Ράμφου στο Ποτάμι – για να ξεπεράσουμε την κρίση πρέπει να αλλάξουμε και εμείς. Δεν είναι απλό ζήτημα τεχνοκρατών που προσπαθούν να προτείνουν λύσεις εξυγίανσης της οικονομίας ώστε να λειτουργεί δίχως εμπόδια ως οικονομία αγοράς. Δεν είναι απλό ζήτημα πολιτικής ιδεολογίας που αναδεικνύει την οικονομία της αγοράς σε φιλοσοφία ελευθερίας. Αυτά είναι ευκολάκια. Το δύσκολο είναι το προσωπικό, η εικόνα που επιθυμείς για τον εαυτό σου σε αντίθεση με την εικόνα που έχεις για τον εαυτό σου, ζήτημα αναγέννησης, ζήτημα πίστης και θέλησης.

    Είναι ζήτημα απολιτικοποίησης.

    Η κοροϊδία είναι ότι όσον αφορά στην οικονομία (αφήνοντας το ΠΑΣΟΚ στην άκρη) κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας ασκούσαν δίχως ενδοιασμό προστατευτισμό, όχι για το καλό της ελληνικής παραγωγής αλλά για το καλό των σχέσεων της πολιτικής ηγεσίας με συγκεκριμένα παραγωγικά συμφέροντα – αυτό θεωρούσαν ως φυσιολογικό. Σωστά υπήρχε στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ πρόβλεψη να καταργηθεί νόμος που προέβλεπε περιορισμό συστέγασης οινοποιείου με αποσταγματοποιείο, διάταξη ξεκάθαρα για την προστασία των μεγάλων οινοπαραγωγών. Αυτή είναι η σωστή προσέγγιση, εκεί η αναγκαιότητα διαρθρωτικών αλλαγών, εκεί η προσέλκυση επενδύσεων. Με χαρά βλέπω έναν ορθά χωροθετημένο ουρανοξύστη στην Αθήνα. Αλλά μια χαρά είναι και το δικαίωμά μου να πω ότι το σχέδιο ουρανοξύστη που μας έδειξαν δεν έδειχνε Καρυάτιδα αλλά σιδερώστρα. Και θέλω να το διατηρήσω αυτό το δικαίωμα δίχως να με μου κολλάνε ρετσινιά εμμονικού οπισθοδρομικού, ανάξιου προσοχής.

    Εύκολο πίσω από την κουλτούρα που καλλιεργείται και προωθείται, πίσω από το δόγμα και το στιγματισμό να κρυφτεί η διαπλοκή. Αναμενόμενη μια άσχημη κατάληξη της κατάστασης. Μία από τα ίδια, ιδεοληψία και αυτό, ανειλικρινής και επιτηδευμένη. Όπως εκείνη η προεκλογική διαφήμιση του ΣΥΡΙΖΑ αρχές του 2015, η ανεκδιήγητη, με τον κακό ιδιοκτήτη μιας επιχείρησης που έπαιρνε συνεντεύξεις από υποψήφιους υπαλλήλους. Τώρα βιώνουμε το αντίστροφο που είναι ακριβώς το ίδιο – εκτρωματικό.

    Εύχομαι να βγω λανθασμένος.

    Ναι, το ζήτημα των επενδύσεων και της επιχειρηματικότητα μπορώ να το δω ως πατριωτικό στοίχημα. Αλλά σε καμία περίπτωση ως πίστη και ιδεώδες, με εθελοτυφλία και με αρκετή διάθεση εθελοντισμού.

  • Αλβανία, από το τζάμι ενός πούλμαν

    Γύρω από την Πλατεία Καραϊσκάκη, στη Δηλιγιάννη, στην Αγίου Κωνσταντίνου και στους παράδρομους, βρίσκονται τα πρακτορεία και οι σταθμοί των πούλμαν για τις βαλκανικές γειτονικές χώρες. Κόσμος πρωί – βράδυ τις καθημερινές, το αδιαχώρητο τις παραμονές αργίας ή το καλοκαίρι. Βαλίτσες στο πεζοδρόμιο, διπλοπαρκαρίσματα, τα καφενεία γεμάτα στην αναμονή.

    Έβγαλα εισιτήριο για τα Τίρανα στα 27 ευρώ. Ήταν η τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου πριν δύο χρόνια. Η αναχώρηση Σάββατο στις 8:30 το πρωί.

    Αλβανοί καθαρίζουν και μαστορεύουν στο σπίτι μου, έχουν τα κλειδιά της πόρτας μου, ξέρουν για τη ζωή μου. Λίγα γνώριζα για τη δική τους ζωή, σπάνια ρωτούσα.

    Έκλεισα θέση παράθυρο. Δίπλα μου μία η οποία επέμεινε ότι αυτή είχε την κράτηση δίπλα στο παράθυρο. Αργότερα μιλήσαμε. Γυρνούσε από Ραφήνα, από το γιο της που έμεινε Ελλάδα σαν επέστρεψαν στην Αλβανία με την κρίση. Σε ορεινό χωριό ανατολικά του Αργυροκάστρου. Όποτε κατεβαίνει να δει το παιδί βρίσκει ευκαιρία να καθαρίσει κανένα σπίτι, να δουλέψει σε σουβλατζίδικο. Στο χωριό δουλεύει στη στάνη, με τον άντρα της. Την κέρασα κάτι να φάει στην πρώτη στάση. Μετά της έδωσα τη θέση στο παράθυρο. Αποκοιμήθηκε ακουμπισμένη στο τζάμι. Χριστίνα το όνομά της.

    Ένας συνεπιβάτης γύρισε να μου μιλήσει, Να διευκρινίσει Βορειοηπειρώτης, όχι Αλβανός. Δεν προσπάθησε να μιλήσει χαμηλόφωνα.

    Ταξιδέψαμε στον παλιό δρόμο, από την Κλεισούρα. Φτάσαμε στην Κακαβιά αργά το απομεσήμερο. Ουρά και αναμονή, ευτυχώς όχι για πολλή ώρα αλλά αρκετή ώστε να υποψιαστώ ότι στην επιστροφή, μπαίνοντας Ελλάδα, θα υπάρχει θέμα. Η Χριστίνα προστατευτική μαζί μου.

    Στην Αλβανία η διαδρομή κατά μήκος της κοιλάδας του Δρίνου. Στο Αργυρόκαστρο η Χριστίνα με χαιρέτησε, προσκαλώντας με να δοκιμάσω κάποτε το δροσερό ξινόγαλό της. Στάση στο Τεπελένι σε εστιατόριο. Εκεί ο Δρίνος συναντά τον Αώο. Ποταμοί με ροή προς βορρά, νόμοι φυσικοί.

    Καγκάδης Διονύσιος του Ευαγγέλου, στρατιώτης 34ου Συντάγματος Πεζικού, 8 Μαρτίου 1941. Πεστάνη Ανατολικά Τεπελενίου. Δεν γνωρίζει η μητέρα μου με ακρίβεια την ηλικία που σκοτώθηκε. Στα είκοσι λέει σαν αναρωτιέται πού τον θάψανε. Ούτε μια φωτογραφία του. Μόνιμος κόμπος στο λαιμό της νόνας ο αδελφός της. Μέχρι που πέθανε κι αυτή.

    Πολλές ώρες για τα Τίρανα, πολλές οι στάσεις, χαμηλότερη η ταχύτητα. Γυναίκες, παιδιά, άντρες αποβιβάζονταν σε σταυροδρόμια καθώς βράδιαζε. Έσμιγαν με συζύγους ή συγγενείς που περίμεναν έξω από παρκαρισμένα αυτοκίνητα.

    Αραιώσαμε. Παραδίπλα δύο νέοι, Πειραιώτης ο ένας από Αλβανούς γονείς, ο άλλος Κρητικός, μελαμψός, από Γαλλίδα μητέρα. Τα τελευταία χρόνια πάντα μαζί στις διακοπές. Μου απηύθυναν το λόγο στον πληθυντικό. Ήταν καιρός για τον Κρητικό να γνωρίσει την Αλβανία, τη γιαγιά του Πειραιώτη που ζούσε βόρεια από τα Τίρανα.

    Το Δυρράχιο, η αλβανική προσαρμογή του Ντουμπάι.

    Φτάσαμε Τίρανα πριν τα μεσάνυχτα. «Να περνάτε πάντα καλά μαζί», ευχήθηκα στους δύο νέους. Θα έψαχναν για ξενοδοχείο, είχαν χάσει το τελευταίο λεωφορείο για τα βόρεια. Εγώ είχα κλείσει από Αθήνα και βρήκα ταξί.

    Στη μεγάλη πλατεία ο έφιππος ανδριάντας του Γεωργίου Καστριώτη του Σκεντέρμπεη ή Gjergj Kastrioti Skënderbeu. Σέρβος ή Σλάβος ή Έλληνας ή Αλβανός που πολέμησε τους Τούρκους το 15ο αιώνα.

    Ζέστη στο Μουσείο Εθνικής Ιστορίας, ανεμιστήρες δαπέδου, στον τρίτο όροφο ένα ξανθό κοριτσάκι σε πλήθος ασπρόμαυρων φωτογραφιών μαζί με τον Αλβανό Βασιλιά. Βγαίνοντας έξω απλωμένη κάψα η πλατεία, εκτυφλωτική η άσπρη αντηλιά. Καταφύγιο η πλησιέστερη καφετέρια, ένα από τα Sophie Caffe κάτι σαν αλβανικό Starbucks. Εφηβικές παρέες, κάποιες συνομιλούσαν στα ελληνικά.

    Κοντά στην πλατεία ένα οχυρό καταφύγιο, υπόγειο μουσείο για τα χρόνια του κομμουνιστικού καθεστώτος. Το απόβραδο πλήθος στα σιντριβάνια, οι τσιρίδες παιδιών που πλατσούριζαν στα νερά.

    Φαγητό σε εστιατόρια της πεντακάθαρης κεντρικής λαχαναγοράς. Αν μάθαιναν ότι ήμουν Έλληνας κάποιοι μιλούσαν ελληνικά, με ρωτούσαν πώς κι έτσι. Μου έλεγαν ότι το πολύ χρήμα στην Αλβανία παραμένει στα χέρια λίγων.

    Μου άρεσε ο κύριος εμπορικός δρόμος με τα μαγαζιά και τα εστιατόρια, κάτι μεταξύ Αθηνάς και Πανεπιστημίου. Τούρκικα τραγούδια παντού, στο τελείωμά του πολυκατοικίες ζωγραφισμένες στο κόκκινο, μπλε, κίτρινο κι άσπρο του Mondrian. Γύρω από το κέντρο, δειλά δειλά η φύτρα πολυώροφου skyline. Σ’ ένα εμπορικό κέντρο πολυτέλειας, όταν έβγαλα τη φωτογραφική ήρθε σεκιούριτι να με αποτρέψει.

    Στο χαοτικό σταθμό των λεωφορείων εισιτήριο για τους Αγίους Σαράντα. Περισσότερο από πέντε ώρες η διαδρομή. Έχω ακούσει για την κατάσταση των παλιών δρόμων αλλά σίγουρα η χώρα έχει ανάγκη για καλύτερο οδικό δίκτυο. Νότια από το Αργυρόκαστρο στρίψαμε να ανεβούμε τη δυτική οροσειρά που κλείνει την κοιλάδα του Δρίνου από τη θάλασσα. Η διαδρομή θύμιζε τον παλιό δρόμο Σάμης – Αργοστολίου πάνω στον Αίνο, στροφές και γκρεμός, πλακώδης ασβεστόλιθος, plattenkalk, χαρακτηριστικός της Ιόνιας ζώνης στην ανατολική Κεφαλονιά.

    Ίσως παρηγορητικό το οικείο τοπίο στο τελευταίο θολό βλέμμα του μεγάλου θείου που παρέμεινε μικρός το 1941.

    Βιαστική πέρασε από το τζάμι μια κοκορεβυθιά, θαλερή σε μικρή ζούγκλα στη φουρκέτα μιας στροφής, στον κατήφορο.

    Οι Άγιοι Σαράντα, η αλβανική κοινή εκδοχή Παλαιού Φαλήρου και Βηρυτού. Μιλούσα κατευθείαν ελληνικά, δίχως δισταγμό. Λίγα χιλιόμετρα στην ενδοχώρα, η δροσιά στο μεγάλο κεφαλάρι του Γαλάζιου Ματιού. Παραλιακά στο νότο το Βουθρωτό, αρχαιολογικός χώρος παγκόσμιας κληρονομιάς. Δίπλα του μεγάλος υγρότοπος, βάλτος αποπνικτικός, της ζέστης. Στα ανοιχτά, δυτικά η Κέρκυρα.

    Το μεγάλο τζαμί στους Αγίους Σαράντα, η προσευχή μόλις έγερνε ο ήλιος.

    Δεν ήθελα να ταξιδέψω πίσω από τα βουνά για την Κακαβιά, βαριόμουν τις στροφές και την αναμονή. Βρήκα κάποιον να με πάει νότια. Μεθοριακό σταθμό, Σαγιάδα Θεσπρωτίας, Ηγουμενίτσα και λεωφορείο για Αθήνα. Σάββατο, στις 8:30 το πρωί. Τον περίμενα έξω από το ξενοδοχείο. Ήρθε στις 4:30 πριν φέξει, 5:30 ελληνική ώρα.

    Πριν το χάραμα, στο μισόφως, το τοπίο κατάξερο, ίσως καμένο. Ο δρόμος μέσα από φαράγγι, παράλληλα στην κοίτη. Ελ Πάσο. Τέλος τα χωριά, μόνο σκόρπια κτίσματα σε χέρσες πλαγιές.

    Μαζί μας η όμορφη γυναίκα του οδηγού. Κάθε πρωί την ίδια ώρα για δουλειά σε ελληνικά ιχθυοτροφεία, αμέσως μετά τα σύνορα. Το μεσημέρι σχολάει και συνεχίζει στα ενοικιαζόμενα δωμάτια που έχουν στους Αγίους Σαράντα. Συνεπιβάτες και δύο οργανοπαίκτες, ο νεότερος αρμόνιο και ο μεγαλύτερος κλαρίνο. Μέχρι το Τεπελένι, μέχρι το Αργυρόκαστρο μάλλον, έλεγε ο κλαρινοπαίχτης που ήθελε κουβέντα, η μουσική είναι η μουσική της Ηπείρου. Πιο πάνω είναι όπως τα τούρκικα, από την Ιστανμπούλ.

    Δύο φυλάκια, το αλβανικό και κάτω στην στροφή το ελληνικό. Βγήκαμε δυο φορές από το αμάξι να ελέγξουν ταυτότητες και διαβατήρια. Η όμορφη γυναίκα κατηφόρισε περπατώντας προς τη θάλασσα.

    Στην είσοδο της Ηγουμενίτσας οι μουσικοί συνάντησαν αυτούς με τους οποίους θα κατέβαιναν Αθήνα. Είχαν να παίξουν το βράδυ σε γάμο. Ο κλαρινοπαίχτης ξαναγύρισε προς το αυτοκίνητο και μου έσφιξε το χέρι μέσα από το παράθυρο. «Καλή τύχη, να προσέχεις», ευχήθηκε. «Να ξεκουραστείς πριν το γάμο», χαμογέλασα.

    Κατέβηκα στα ΚΤΕΛ. Πλήρωσα τα συμφωνημένα 10 Ευρώ, κι ό, τι αλβανικό είχε περισσέψει.

    Τα σύνορα, η διακίνηση ναρκωτικών, η διαδικασία διεύρυνσης, ο Μακρόν και οι επιφυλάξεις, η Λε Πεν και οι φοβίες, η υποκρισία. Οι τύχες του κόσμου.

  • Τα κέρατα του ελαφιού

    Χορός του ελαφιού της φυλής των Ιθαγενών Αμερικανών Γιάκι. Τις μέρες πριν την Κυριακή του Πάσχα, τη Μεγάλη Παρασκευή. Κεφαλή ελαφιού, κέρατα, άσπρο μαντήλι, γυμνόστηθος, κρόταλα στα χέρια, περασμένα γύρω από τις κνήμες, γύρω από τη μέση.

    (φωτογραφία Ettore “Ted” DeGrazia)

  • Γέφυρες και ορίζοντες

    …J’ai horreur de tous les métiers. Maîtres et ouvriers, tous paysans, ignobles…

    Το 1878 ο Αρθούρος Ρεμπώ, έχοντας εγκαταλείψει οριστικά την ποίηση, έφυγε για την Κύπρο όπου δούλεψε για μια οικοδομική εταιρεία. Για να καταλήξει, δύο χρόνια αργότερα, στην Ερυθρά Θάλασσα στο Άντεν της Υεμένης και στη συνέχεια στο Χαράρ της Αιθιοπίας. Εκεί ασχολήθηκε με την εξερεύνηση και το εμπόριο καφέ και όπλων.

    Σε μια επιστολή στη μητέρα του έγραψε:

    …τουλάχιστο ν’ αποκτήσω ένα γιο, ν’ αφιερώσω ακέρια τη ζωή μου μεγαλώνοντάς τον σύμφωνα με τις ιδέες μου, οπλίζοντάς τον με πλήρη και σύγχρονη κατάρτιση ώστε να μπορέσει κάποτε να γίνει ένας φημισμένος μηχανικός, ένας άνδρας ορίζοντας, δύναμη και πλούτος μέσω της επιστήμης…

    Κλείνοντας την εφηβεία, ο Ρεμπώ είχε ήδη ανατινάξει και γκρεμίσει τον κόσμο με την ποίηση. Συθέμελα.

    Όπως οι περισσότεροι έφηβοι. Σιωπηρά.

    Σαν ήρθε η ενηλικίωση, η σιωπή του Ρεμπώ, η συνειδητοποίησή του ότι ο κόσμος πρέπει να ξανακτιστεί.

    Πριν τρεις μέρες πέθανε στο Παρίσι ο Ζαν-Πωλ Τεσαντιέ (Jean-Paul Teyssandier), πολιτικός μηχανικός, απόφοιτος της  Πολυτεχνικής Σχολής της Γαλλίας. Επικεφαλής της ομάδας που υπέβαλε προσφορά το 1993 για τη ζεύξη Ρίου Αντιρρίου.

    Η γέφυρα παραδόθηκε το 2004, τέσσερις μήνες νωρίτερα από το συμβατικό χρονικό όριο, χωρίς υπέρβαση προϋπολογισμού και χωρίς κανένα αξιοσημείωτο ατύχημα.

    Ο Τεσαντιέ υπήρξε, έως το 2014, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε.

    Γέφυρες.

    Το ράφι και πάνω του τα παλιά βιβλία μου, των 192 δραχμών. Το παλιό μου αυτοκίνητο πάνω από τη θάλασσα του Πατραϊκού, το χέρι μου στο τιμόνι.

    Ορόσημα.

  • Côte d’Or

    Κάποτε η Christine Lagarde αναφέρθηκε στα παιδιά του Νίγηρα. Δεν ήξερα για τα παιδιά στο Νίγηρα. Αλλά είχα ακούσει για την Ακτή Ελεφαντοστού, για την παιδική εργασία στις φυτείες κακαόδεντρων που στηρίζει την οικονομία της χώρας. Σκλάβοι που έφτασαν από τις γειτονικές χώρες. Ίσως κι από το Νίγηρα.

    Το 2018 δύο εκατομμύρια παιδιά της Δυτικής Αφρικής δούλεψαν στην παραγωγή κακάο. Το μεγαλύτερο μέρος της οποίας κατέληξε στην αγορά της ΕΕ.

    Σε συνάντηση που είχα βρεθεί κάποτε, ήταν κι άλλοι, όλοι από τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, συζητήθηκε το ζήτημα της παιδικής εργασίας στις φυτείες της Δυτικής Αφρικής. Τονίστηκε η σημασία του τομέα της σοκολάτας για την ευρωπαϊκή οικονομία, ότι πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με τις δηλώσεις για το καλό της οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση να στηρίξουμε εθελοντικά σχήματα πιστοποίησης.

    Ο Νίγηρας, η υποκρισία της Ευρώπης. Οι πληρωμές σε Τουρκία και Λιβύη, το λάδωμα επί της ουσίας για τη μείωση των προσφυγικών ροών. Κι ένα παράλληλο πλάνο της ΕΕ για το προσφυγικό. Στο Νίγηρα λειτουργεί κέντρο, το διαχειρίζεται η Γαλλία, όπου φτάνουν πολλοί που επιθυμούν άσυλο. «Μακριά από μας», είναι το πλάνο. Το σκεπτικό, η δικαιολογία είναι ν’ αποφευχθεί το επικίνδυνο και συχνά μοιραίο ταξίδι μέσα από την έρημο και τη Μεσόγειο θάλασσα, να παταχθεί η διακίνηση ανθρώπων. Plan B δίχως μεγάλη δημοσιότητα, στη ζούλα, χώσιμο κάτω από το χαλί. Ταυτόχρονα, με το Νίγηρα η ΕΕ, σε συνεννόηση με τη Ρουάντα, προχωράει εκεί στην ίδρυση δεύτερου κέντρου.

    Λουστραρισμένα επιχειρήματα, απαλλαγμένα από το επείγον του διλήμματος του θανάτου μπροστά στην πόρτα σου. Διαφορετικά είναι μακριά. Death in the commons, a lesser tragedy, for the few.

    Τα παιδιά, οι φωτογραφίες νεκρών παιδιών.

    Ο Νίγηρας και η Ρουάντα πέρα από την ευρωπαϊκή γεωγραφία, σε τυφλό σημείο των συνειδήσεων των ευρωπαίων πολιτών. Αχαρτογράφητες οι υποσαχάριες διαδρομές των προσφύγων. Out of sight, out of mind. Ούτε στα μούτρα μας ο θάνατος, ούτε δίπλα στα σπίτια μας οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Όχι άλλο καύσιμο στην αποπροσανατολισμένη συζήτηση για το προσφυγικό.

    Ευρωπαϊκή εθελοτυφλία και υποκρισία με νηφάλια λογικά επιχειρήματα.

    Κάποτε η Αυστραλία γύρισε πλάτες στους πολιτικούς πρόσφυγες, αγνοώντας διεθνείς υποχρεώσεις, θέτοντας αρνητικό παγκόσμιο προηγούμενο. Πριν έξι χρόνια, ο πρωθυπουργός Kevin Rudd ανακοίνωσε ότι σε κανέναν που φτάνει δια θαλάσσης στην Αυστραλία δεν θα χορηγείται άσυλο. Οι αιτούντες θα μένουν σε ειδικό κέντρο στην Παπούα – Νέα Γουινέα (μέλος της Σύμβασης του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες) στο νησί Μάνους. Εφόσον εθεωρείτο κάποιος πολιτικός πρόσφυγας θα του δινόταν άδεια για την Παπούα – Νέα Γουινέα αλλά ποτέ για Αυστραλία. Είχαν προηγηθεί πνιγμοί εκατοντάδων προσφύγων στις φοβερές θάλασσες στην προσπάθεια να φτάσουν στην αυστραλιανή Νήσο των Χριστουγέννων. Βάρος στη συνείδηση των Αυστραλών. Την ελάφρυναν μεταφέροντας ευθύνη σε μια άλλη χώρα.

    Το εγχείρημα απέτυχε. Ταραχές, δολοφονίες, αρρώστιες, θάνατοι. Απεργία πείνας με τα στόματα των κρατουμένων ραμμένα. Το 2016 το Ανώτατο Δικαστήριο της Παπούα – Νέα Γουινέας έκρινε τη λειτουργία του κέντρου αντισυνταγματική. Έκλεισε οριστικά πριν δύο χρόνια. Στην τελική, η αυστραλέζικη εμπειρία από το νησί Μάνους βάρυνε τις συνειδήσεις των Αυστραλών περισσότερο από τη Νήσο των Χριστουγέννων. Τώρα επιχειρεί η ΕΕ.

    Κούφιος ο «μετρημένος» ευρωπαϊκός λόγος. Κάτω από την πετσούλα κατανόησης, η υποκρισία που κάνει να φουντώνει αντίλογος μίσους που απλώνει παντού. Τραγικό λάθος να δεχτούμε ότι η συζήτηση για τους πρόσφυγες αφορά στη συζήτηση για την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Κάνουμε έτσι αποδεκτό το στάτους κβο που γεννά τα προσφυγικά κύματα. Και βέβαια πρέπει δοθεί χέρι βοήθειας, άσυλο σε όσους δικαιούνται μέσα από ξεκάθαρη και αποτελεσματική διαδικασία που δεν καταλήγει σε συνωστισμό ψυχών σε άθλια κέντρα. Ας μην είμαστε όμως νάρκισσοι, το πρωτεύον δεν είναι η ταυτότητα της Ευρώπης, δεν περιστρέφονται όλα γύρω από τους εαυτούς μας. Είναι η επάνοδος των ανθρώπων στις πατρίδες που χάνουν. Ήττα να θεωρήσουμε ότι οι πατρίδες αυτές είναι χαμένες οριστικά. Εκεί να επικεντρωθούν οι προσπάθειες, εκεί ας εστιάζει ο θυμός στη δημόσια συζήτηση. Οφείλουμε να τους υποδεχτούμε όσο δεν μπορούν να επιστρέψουν, να ζήσουν μεταξύ μας, στις κοινωνίες μας και όχι ως κρατούμενοι. Αλλά η μάχη να δοθεί για την επάνοδό τους.

    Αν Κούρδοι εγκαταλείψουν τη Βόρεια Συρία ύστερα από την τουρκική εισβολή, εμείς πάλι για ευρωπαϊκή ταυτότητα θα βρούμε αφορμή να μιλάμε;

    Τραγωδία η αναποτελεσματικότητα του διεθνούς συστήματος, οι φυγόκεντρες δυνάμεις  που πάνε να το τινάξουν στον αέρα. Πίσω από κλειστές πόρτες το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών απέτυχε να καταδικάσει την τουρκική εισβολή στη Συρία. Από τους πλέον δυσλειτουργικούς θεσμούς, η αναγκαία πλειοψηφία για να παρθεί απόφαση, το βέτο που μπορούν να ασκήσουν τα μόνιμα μέλη του, οι νικητές του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου – εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τη λήξη του Β Πολέμου και δεκαετίες μετά το ψυχρό πόλεμο. Ακατάλληλοι οι ηγέτες να σταθούν στο ύψος που απαιτεί η θέση τους στην παγκόσμια ηγεσία. Ο Πούτιν, είκοσι χρόνια Βυζάντιο σε ίντριγκα να βλάπτει τη Δύση (και τα καταφέρνει). Ο Τζόνσον στιγμιαίος ηγέτης, της περίστασης, της αποτυχίας του Brexit. Ο Μακρόν με δανεικό μπόι, λίγος, πατώντας σε βερμπαλιστικό σκαμνί ευρωπαϊσμού.

    Παραδέχομαι μόνο τον Κινέζο Σι Τζινπίνγκ, έχει παγκόσμιο όραμα κομμένο στα μέτρα της χώρας του. Το οποίο με κατατρομάζει

    Και ο Αμερικανός.

    Η ασυνάρτητη ειλικρίνεια του Τραμπ. Ο οποίος δήλωσε όταν εκλέχθηκε ότι σαν πέσει ο ISIS οι Αμερικανοί θα αποσυρθούν από τη Συρία. Το έκανε. Που τον Αύγουστο του 2013 κατηγόρησε τον Ομπάμα να μην επέμβει στη Συρία δίχως έγκριση από το Κογκρέσο, ύστερα από τη χρήση χημικών όπλων από τον Άσαντ με εκατοντάδες θύματα στη Γούτα. Που τον Απρίλη του 2018 κατηγόρησε τον Ομπάμα ότι αν είχε επέμβει το 2013, η καταστροφή στη Συρία θα είχε σταματήσει (βγήκε κερδισμένος ο Πούτιν τελικά – βέβαια!).

    Η δέσμευσή του Τραμπ να σταματήσει η Αμερική να εμπλέκεται σε ατέλειωτους πολέμους, μακριά από τη homeland. Και την ώρα που αποσύρει τα στρατεύματα από τη Συρία στέλνει 3000 στην Σαουδική Αραβία να την προστατεύσει από τον Ιράν και τις πρόσφατες επιθέσεις εκεί σε διυλιστήρια.

    (Η ασυναρτησία όσων ξεσηκώθηκαν κατά της πρόθεσης του Ομπάμα να επέμβει το 2013 και τώρα θυμώνουν με τον Τραμ που αποχωρεί).

    Η ειλικρίνεια της νύφης του Τραμπ, που μίλησε αληθινά σαν είπε ότι οι πλειοψηφία των Αμερικανών δεν έχει ιδέα ποιοι και που είναι οι Κούρδοι. Η ανειλικρίνεια πολλών Αμερικανών που μισούν τον Προέδρο τους και έτσι δευτερογενώς αποκτούν υπερευαισθησία για τους Κούρδους.

    Η ανειλικρίνεια πολλών Ευρωπαίων που ξέρουν που πέφτει η Ρουάντα αλλά δεν θα κοιτάζουν.

    17 Οκτωβρίου χθες, παγκόσμια μέρα για την εξάλειψη της φτώχειας.

    Θυμάμαι την τελευταία σκηνή από το Sweet Movie του Ντούσαν Μακαβέγιεφ το χορό της σοκολάτας, τον πνιγμό σε σοκολάτα την ώρα που γυριζόταν το διαφημιστικό, το «θα πουλήσουμε σοκολάτα!».

    Κι εγώ που ξεκάθαρα έχω στο μυαλό μου ποιος είναι πρόσφυγας και ποιος μετανάστης, να με βάλουν να αξιολογήσω το στάτους παιδιών που φτάνουν στο Νίγηρα από την Ακτή Ελεφαντοστού.

    Για το διεθνές σύστημα μιλάμε.

    …Surely some revelation is at hand…