Author: Θωμάς Ξωμερίτης

  • Ο καθρέφτης

    Πήραμε τα διεθνή εύσημα για τις γρήγορες και αποτελεσματικές δράσεις μας. Δικαίως, ας χαρούμε με την επιτυχία μας. Επιτυχία που το εγχώριο marketing την πλασάρει υπερσυσκευασμένη σε περιτύλιγμα κλασσικής μουσικής και Σαββόπουλου, πακέτο που εξυψώνει σε ταρκοφσκική θυσία το κόλλημα στον καναπέ. Ήταν και η βδομάδα των Παθών, έδεσε.

    Μόνος είμαι κι εσείς μόνοι, στα σπίτια μας ο καθρέφτης. Κάποιες σκέψεις:

    Η πρώτη αλήθεια – η κυβέρνηση έκανε αυτό που θα έκανε οποιαδήποτε κυβέρνηση. Πλην της περίπτωσης κυβέρνησης που επικρατούσαν λαλημένοι ή δίχως ανάστημα δίπλα στην Εκκλησία. Ομολογώ αδίκησα τον Πρωθυπουργό σε σχέση με το μπόι (ποιος περίμενε τέτοια κλιμάκωση θανατικού σε γειτονικές χώρες;)

    Ό,τι πράξαμε δεν έγινε γιατί δίνουμε αξία στην μόρφωση, στις πανεπιστημιακές περγαμηνές και στην επιστήμη. Ούτε γιατί σεβόμαστε ηλικιωμένους και προγόνους. Ο φόβος ήταν. Το μούδιασμα μπροστά στην επίγνωση του ετοιμόρροπου της δημόσιας υγείας. Δύο στο ταγκό, κυβέρνηση και πολίτες. Ίσως λειτούργησε και το γεγονός (σύμπτωση θέλω να πιστεύω) ότι ο Τσιόδρας (την τεχνογνωσία του οποίου σέβομαι) έχει επτά παιδιά και ψέλνει. Μπορεί αυτό να διέλυσε αμφιβολίες θεουσών πανελλαδικά πλην όσων με χρυσίζουσες ανταύγειες.

    Τα μέτρα πιθανότατα ξεχειλίζουν όπως παραφουσκωμένα μπράτσα σε εποχή επίσπευσης της ψηφιακής μετάβασης της χώρας. Το τερματίσαμε με τα μέτρα δίχως την επαρκή ποσότητα τεστ να έχουμε εποπτεία της παρουσίας ενός αναπνευστικού ιού στον πληθυσμό. Βάλε μέτρα, γκαζώνουμε, είμαστε large, φετίχ, σκοράρισμα σε ηλεκτρονικό παιχνίδι με ποιητική διάθεση. Ακριβό μου διθέσιο – να με πας απ’ το σπίτι. Καμία αμφιβολία λοιπόν ότι θα τα καταφέρναμε, το αποτέλεσμα μετράει. Και δεν νομίζω ότι είναι πολλές οι χώρες που έχουν επαρκή ποσότητα τεστ. Μπορεί να κάνω λάθος.

    Μαζί με τα μέτρα, τα briefings των έξι που θα ήταν συντομότερα και αποτελεσματικότερα αν δεν θύμιζαν παρουσίαση ποιητικής συλλογής σε βιβλιοπωλείο παρόδου της Αθηνάς και ταινία του Τζεφιρέλι.

    Η δεύτερη αλήθεια – επιτεύγματα που βασίζονται στο φόβο δεν έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. Αν μας διέκρινε τόση πρεμούρα για την επιστήμη και τον ορθολογισμό, και μας και τους ηγέτες μας, όση πιστεύουμε ότι ανέδειξε ο καιρός της πανδημίας, θα είχαμε λυμένα προβλήματα όπως τα σκουπίδια, θα είχαμε διαφορετική συνείδηση στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, η τραγωδία στο Μάτι θα είχε αφομοιωθεί από την κοινωνία με ευρύτερους, ουσιαστικότερους όρους πέρα από δικομματική σφαγή. Οι πολιτικές ηγεσίες που πέρασαν, δεκαετίες τώρα, θα είχαν προχωρήσει σε αντίστοιχες πολιτικές κάτω από κοινωνική πίεση δίχως υπολογισμό πολιτικού κόστους. Ας μη βαυκαλιζόμαστε, δυστυχώς λοιμωχθήκαμε δεκαετίες με τόση επιμόρφωση και κατάρτιση.

    Η τρίτη αλήθεια – δεν έχουμε ιδέα πως να προχωρήσουμε την επόμενη μέρα. Όπως σε ταινία με επιζήσαντες μέσα στην ασφάλεια σπιτιού που πρέπει να επιχειρήσουν να ξεμυτίσουν. Ιδέα δεν έχουμε της εικόνας της εξάπλωσης του ιού στον πληθυσμό της χώρας, ιδέα για τη συμπεριφορά του, εποχική ή όχι, για το αν αφήνει ανοσία. Για την ώρα τουλάχιστον. Και όταν ξεμυτίσουμε, αναμένοντας θεραπείες και εμβόλια, θα είμαστε έτοιμοι για ταμπλό βιβάν, για εκείνο το παιχνίδι με τα στρατιωτάκια, τ’ ακούνητα, τ’ αμίλητα και τ’ αγέλαστα. Η φθίνουσα ταλάντωση που άκουσα να λέει κάποιος ειδικός για το comeback του ιού, μπροστά στην καλοκαιρινή περίοδο μιας τουριστική Ελλάδα.

    Ταλάντωση, φθίνουσα μέχρι το τέλος.

  • Ίακχος

    Παρασκευή απόγευμα στον Άι Γιώργη στην Ακαδημία Πλάτωνος. Σταθερή συντεταγμένη σε μια από τις επαναλαμβανόμενες πορείες του έκτου κωδικού. Δεν σκεφτόμουν Μεγάλη Παρασκευή και επιτάφιους, απορροφημένος απ’ τις νεραντζιές, απ’ τη μυρωδιά της ανθοφορίας τους, από πεινασμένες αδέσποτες γάτες κι απ’ το ρυθμό των βημάτων μου στον άδειο δρόμο.

    Έρημο και το προαύλιο, πλην δύο τριών καθισμένων σκόρπια σε παγκάκια. Μέσα στην εκκλησία ψαλμωδία. Γυρνώντας να κοιτάξω είδα την κλειστή είσοδο. Σκέφτηκα την Ελευσίνα, το άβατο του Τελεστηρίου, τα μυστικά. Φλερτάρισα με τη σκέψη, με παραλλαγές του αφηγήματος, την επιστροφή του Άδωνη απ’ την Περσεφόνη στην Αφροδίτη. Και τη μήτρα της γριάς Βαυβούς να γεννοβολά καρπούς και ιούς και να τους φτύνει στα μούτρα μας, γελώντας.

    Εχθές περπατούσα με μια φίλη στην Αγίου Μάρκου. Είχα ξαναπεράσει πριν μια βδομάδα, Κυριακή των Βαΐων, όταν συνάντησα έναν μόνο, έναν άστεγο. Έβριζε το είδωλό του στο τζάμι βιτρίνας και η φωνή του αντηχούσε στον πεζόδρομο μέχρι κάτω. Χθες ο ίδιος, στο ίδιο σημείο. Ήρεμα ευχαρίστησε τη φίλη σαν του έδωσε κάποια ψιλά.

    Φτάσαμε μέχρι Καπνικαρέα. Στην επιστροφή ήταν πάλι εκεί. Ξανά ευχαριστώ. Μετά μας ευχήθηκε.

  • Οι πίσω οι σελίδες

    Στο Chapel of the Chimes, στο κολουμβάριο στο Oakland. Σχεδιασμένο από την Julia Morgan με φανερές επιρροές από την μαυριτανική αρχιτεκτονική της νότιας Ισπανίας. O λαβύρινθος φέρνει μέσα σε δωμάτια που φυλάσσονται τεφροδόχοι, εσωτερικούς κήπους, μωσαϊκά, βιτρό, δέντρα, συντριβάνια. Το γλυκό καλιφορνέζικο φως εισβάλει από φεγγίτες, από ψηλά, περισσεύει, χαρίζει ανάσα. Οι νεκροί όχι six feet under, να τους χωνεύει το σκοτάδι, αλλά six feet above, ανάταση, λίγο ψηλότερα. Το μπαγάσικο “θα ξαναβρεθούμε” που θαμπώνει τον πόνο μιας ανάστασης που δεν θα ‘ρθει. Οι τεφροδόχοι ταχτοποιημένες σε ράφια. Όπως βιβλία, σε μορφή βιβλίου.

    Μου αρέσει να διαβάζω. Μάλλον μου άρεσε να διαβάζω. Δεν νομίζω ότι μου αρέσει πλέον, ίσως το κάνω από κεκτημένη ταχύτητα, από momentum. Κάποτε με άγχωνε η σκέψη ότι όταν θα πεθάνω το βιβλίο που θα διαβάζω εκείνο τον καιρό θα μείνει ατελείωτο, στη μέση. Αργότερα άρχισα να στενοχωριέμαι για βιβλία που αγόρασα κι έμειναν αδιάβαστα να κιτρινίζουν ατσαλάκωτα στα ράφια. Τώρα κοιτάω αυτά τα βιβλία αδιάφορα. Και υπάρχουν βιβλία, κλειδωμένα με τους κωδικούς μου στην Amazon, μέσα στο Kindle μου, ψηλά στο Cloud μου, τα οποία κάποτε, πιο πρόσφατα, αγόρασα και στη συνέχεια αγνόησα. Επαναλαμβάνω: δεν τα ξέχασα – τ’ αγνοώ. Κανείς δεν θα μάθει ότι ήταν δικά μου σαν πεθάνω, κανείς δεν θα μάθει γι’ αυτά, καθώς θ’ αναβάλω συνεχώς να μαρτυρήσω σε κάποιον του κωδικούς αυτούς.

    Θαμμένα, αδιάβαστα.

    Βλέπω φωτογραφία μου. Ποζάρω χαμογελαστός και άνετος δίπλα στο ζεύγος Crosby. Έτος έκδοσης του βιβλίου του Henry το 1940. Η Mary ολοκλήρωσε το δικό της το 1952.

    Άγραφα τα μελλούμενα σε κατακάθι καφέ. Τα πεπραγμένα τα μόνα γραμμένα – αυτά σε στάχτη.

    Μια σπιθαμή ηπείρου, στην άλλη ακτή, στ’ ανατολικά, σκάβονται ομαδικοί τάφοι στο νησί Hart στο Bronx της Νέας Υόρκης. Χρόνια κοιμητήριο αυτών που δεν αναζήτησε κανένας.

    Now, they dream of California.

    Όπως εκείνα τα βιβλία, τα κλειδωμένα μέσα σε μηχανική μνήμη από τους φρουρούς της Amazon.

    Heart to Hart, whatever will be, will be…

    Ο Θεός μας χάρισε μνήμη. Καταλήξαμε να μη νοιαζόμαστε.

  • Ζέσταν’ αν θέλεις μόνο

    Τα μόνα πουλιά που είχα προσέξει τις τελευταίες βδομάδες ήταν τα περιστέρια -κάτω στο έδαφος, κατά εκατοντάδες, σε πλατείες. Η ερημιά υπέθεσα και οι ασυνήθιστα χαμηλές για Μάρτη κι Απρίλη θερμοκρασίες. Πρόσεξα κι ένα ζευγάρι χελιδόνια. Τα είδα να πετούν χθες πάνω απ’ το διαμέρισμά μου την ώρα που στεκόμουν στο μπαλκόνι απέναντι διαμερίσματος -γείτονα για τον οποίο ψωνίζω καθώς λόγω προβλημάτων υγείας δεν κυκλοφορεί.

    Σήμερα διάβασα στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας ότι η ανοιξιάτικη κακοχειμωνιά ήταν σκληρή για τα μεταναστευτικά πουλιά-χελιδόνια, σταχτάρες, μυγοχάφτες (αυτές τις φασαριόζικες σταχτάρες που πνίγουν τα καλοκαιρινά δειλινά τον ουρανό πάνω από την πόλη της Κέρκυρας).

    Το πρωινό της 6ης Απριλίου, που ακολούθησε την κλιμάκωση της επίμονης κακοκαιρίας, ήταν θάνατος. Τα χελιδόνια και οι μυγοχάφτες κάθισαν όπου μπόρεσαν και οι σταχτάρες γραπώθηκαν από τοίχους. Αυτό σ’ όλη την ελληνική επικράτεια με κάπως πιο ήπια την κατάσταση στα δυτικά.

    Πολλά πέθαναν απ’ την κούραση κι άλλα σκοτώθηκαν από τ’ αυτοκίνητα ή τις γάτες (οι αδέσποτες γάτες είναι ιδιαίτερα πεινασμένες).

    Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία ζητά αυτές τις μέρες, που τα μεταναστευτικά πουλιά είναι ευάλωτα εξαιτίας ταξιδιού και καιρού, να μην τα πλησιάζουμε, να μην τα ταΐζουμε, να τα ‘χουμε κατά νου την ώρα που οδηγούμε και να τα προστατεύουμε από τις γάτες.

    Κι αν κάποιο χρειαστεί βοήθεια να επικοινωνήσουμε μ’ ένα από τα κέντρα περίθαλψης άγρια ζωής:

    Αλκυόνη (Πάρος): 22840 22931
    ΑΝΙΜΑ (Αθήνα): 210 9510075
    Δράση για την Άγρια Ζωή (Θεσ/νίκη): 6979 914852
    Κέντρο Προστασίας & Περίθαλψης Άγριας Ζωής (Μεσσηνία): 6985 620111 & 27630 41446

  • Αβρή κριτική στον Carlo Urbani

    O Ιταλός λοιμωξιολόγος Carlo Urbani, Πρόεδρος του ιταλικού τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ήταν μέλος της αντιπροσωπείας της Οργάνωσης που το 1999 παρέλαβε στη Νορβηγία το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για λογαριασμό της. Με χρήματα από το βραβείο ο Urbani ίδρυσε ταμείο με σκοπό την περίθαλψη ανθρώπων σε τρίτες χώρες που ζούσαν στην ανέχεια.

    To 2003 ο Urbani εργάζονταν για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στο Ανόι. Τέλη Φεβρουαρίου εκείνης της χρονιάς του ζητήθηκε να εξετάσει τον Johnny Chen, ένα 47χρονο επιβάτη πτήσης από Χονγκ Κονγκ προς Σιγκαπούρη που είχε παρουσιάσει έντονα αναπνευστικά προβλήματα στη διάρκειά της. Το αεροπλάνο αναγκάστηκε να προσγειωθεί στο Ανόι όπου ο ασθενής μεταφέρθηκε στο Γαλλικό Νοσοκομείο της πόλης.

    Ο Urbani διαπίστωσε ότι ο Chen δεν παρουσίαζε τυπικά συμπτώματα γρίπης. Ο ασθενής μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο του Χονγκ Κονγκ όπου απεβίωσε στις 13 Μαρτίου – αφού μετέδωσε τη νόσο σε 38 άτομα στο νοσοκομείο του Βιετνάμ.

    Σε επικοινωνία του με την έδρα του ΠΟΥ στη Γενεύη, ο Urbani ενημέρωσε σχετικά με “μια άγνωστη μεταδοτική νόσο”. Τις επόμενες μέρες έδωσε μάχη για την περίθαλψη των νοσούντων και για τον περιορισμό της μετάδοσης της ασθένειας. Στις 11 Μαρτίου κατέρρευσε με συμπτώματα του SARS σε πτήση προς τη Μπανγκόκ όπου πήγαινε να παρευρεθεί σε συνέδριο. Απεβίωσε στις 29 του ίδιου μήνα σε νοσοκομείο της πόλης. Και αυτός στα 47 του χρόνια.

    Λίγο πριν πεθάνει ζήτησε δείγματα των πνευμόνων του να χρησιμοποιηθούν στην έρευνα για τη νέα νόσο.

    Και παπά για να εξομολογηθεί.

    Δεν ξέρω ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα, πέρα από ιδεοληψία και εμπάθεια, όσων ασχολούνται με το γεγονός ότι ο Τσιόδρας πάει και ψέλνει και το χρησιμοποιούν σε επιχειρηματολογία εναντίον του.

    Ποιός ο λόγος αυτής της “προσεκτικής έως αβρής κριτικής”.

  • Σχοινοβάτες

    Καλές οι ελεημοσύνες – στα νέα ελληνικά ο εθελοντισμός, οι πρωτοβουλίες, οι ΜΚΟ… Αλλά έρχεται κάποτε στιγμή που δίνουν την ισχυρότερη στήριξη στο σύστημα, λειτουργούν ως προπέτασμα καπνού, χειραγωγούν και φιμώνουν. Αναφέρομαι στην πρόταση του Πρωθυπουργού προς κυβέρνηση και βουλευτές να καταθέσουν τους επόμενους δύο μήνες το μισό μισθό στη μάχη κατά της πανδημίας. Πρόταση που σιγοντάρει και ενδυναμώνει η αξιωματική αντιπολίτευση. Πατρονάρισμα, κρυμμένος σε εφεδρεία σπόρος για μέτρα λιτότητας που θα ζητηθούν να σηκώσουν οι εργαζόμενοι με το επιχείρημα σειρά σας, κάνετε τώρα το καθήκον σας.

    Στην άλλη όψη του νομίσματος η υπερβολή των κυβερνητικών εκπροσώπων αναφορικά με την τήρηση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης. Ζω στο κέντρο της Αθήνας και στον καθημερινό μου περπάτημα για μισή ώρα, μόνος, δικαίωμα που ασκώ ευλαβικά, τηρώντας απόσταση αγάπης από τους συμπολίτες μου, δεν συνάντησα ποτέ αδιαφορία και ωχαδερφισμό. Η υπερβολή σήμερα στις αναφορές για μη τήρηση των αποστάσεων στις ουρές μπροστά σε μηχανήματα ανάληψης μετρητών ή στα μέτρα στην Νέα Παραλία Θεσσαλονίκης εγείρουν υποψία πως πρόκειται για μετατόπιση ευθυνών, για φτηνή σωσίβια λέμβο στην τραγική περίπτωση που τα πράγματα στραβώσουν και κρούσματα και θάνατοι αυξηθούν εκθετικά, καταστροφικά: εμείς σας το λέγαμε αλλά εσείς η αιτία της αποτυχίας. Και καπάκι εγείρουν την καχυποψία ότι κρύβουν κάποια άσχημη αλήθεια.

    Και βέβαια είναι απαραίτητα μέτρα πρόληψης, οι υποχρεωτικές αποστάσεις. Αναγκαία ακόμα και στην περίπτωση που δεν υπήρχαν τεράστιες ελλείψεις στο ΕΣΥ. Άκαιρη η συζήτηση για ελευθερίες. Είναι εύκολο να σκεφτόμαστε τον πόλεμο με τον ιό ανθρωπομορφικά, αλλά ένας ιός δεν είναι καν κάτι ζωντανό. Ένα κάλυμμα πρωτεΐνης που κρύβει γενετικό υλικό. Και το ανθρώπινο κορμί ένα χημικό εργοστάσιο που βραχυκυκλώνει τη λειτουργία του ένας χημικός τύπος, ο φυσικός νόμος που είναι ο ιός και παράγει αντίγραφα του εαυτού του. Οι δύο χημείες ταίριαξαν, ο νόμος λειτουργεί αυτόματα, ανελεύθερα, τυφλά. Σκέφτομαι στρατιωτικός νόμος, πραξικόπημα αλλά πάλι σκέφτομαι λάθος, ανθρωπομορφικά. Στο στρατιωτικό νόμο αντιδιαμετρικά η ελευθερία, ο άνθρωπος. Με το φυσικό νόμο δεν υφίσταται κάτι τέτοιο, προσδιορίζεται από τους υπόλοιπους φυσικούς νόμους, τυφλοί κι αυτοί. Αναγκαία λοιπόν η λήψη μέτρων, ανελεύθερων, άστοχη η συζήτηση.

    Ο Σωτήρης Τσιόδρας επιστήμονας που του απαιτούν οι καταστάσεις να σχοινοβατήσει.

  • Touch without prejudice

    Παλαιότερη στιγμή, Σεπτέμβρης του 2017 στο Ηρώδειο. Κύκλωπας του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία του Παντελή Δεντάκη. Το μοναδικό σατυρικό δράμα που διασώθηκε πλήρες. Γυναικείος θίασος – γυναίκα Σειληνός, γυναίκες Σάτυροι.

    Οι κωμικές στιγμές όπως σε southern gothic. Στο τέλος ο μονόλογος του Πολύφημου, βασισμένος στο 11ο Ειδύλλιο του Θεόκριτου. Η εξομολόγηση της μοναξιάς ενός κτηνανθρώπου που θρηνεί την ανικανότητά του ν’ αλλάξει έχοντας επίγνωση της φύσης του. Η λαχτάρα για ένα σπλαχνικό άγγιγμα τρυφερότητας, για συγχώρεση και παρηγοριά. Η απελπισία για τη Νηρηίδα, για μια Ιθάκη που ποτέ δεν υπήρξε.

  • Η συνέχεια επί της οθόνης…

    Στην ταινία Frankie and Johnny, η Frankie γυρνά στη Νέα Υόρκη ύστερα από ολιγοήμερη απουσία για να βρει το γείτονα και φίλο της Tim να συζεί με νέο σύντροφο. Ακολουθεί διάλογος από τον οποίο το εξής απόσπασμα.

    Frankie: Σε αφήνω μόνο για δύο δευτερόλεπτα…

    Tim: Το ξέρω… Μου αρέσει να βλέπουμε τηλεόραση μαζί, ελπίζω να είμαστε φίλοι για το υπόλοιπο της ζωής μας. Αλλά έξω εκεί υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος, δε γίνεται να κρύβομαι πίσω απ’ το δάχτυλό μου ότι δεν υπάρχει… με τη δικαιολογία ότι πληγωθήκαμε ή ότι κυκλοφορεί κάποιος ιός…

    Η ταινία βγήκε στις αίθουσες το φθινόπωρο του 1991. Στις 23 του Μάρτη της ίδια χρονιάς έχασα τον για επτά χρόνια σύντροφό μου. Την ταινία την είχα δει τότε που πρωτοβγήκε, μόνος. Έκανα πολλά πράγματα μόνος εκείνο τον καιρό. Γνώρισα τον εαυτό μου, συνειδητοποίησα ότι με ευχαριστούσε να κάνω πράγματα μόνος.

    Εκείνος ο διάλογος γράπωσε τη μνήμη μου όπως οι σαΐτες από το τυπωμένο σε φτηνό χαρτί πρόγραμμα ταινίας, αυτό με το “η συνέχεια επί της οθόνης”. Σαΐτες καρφωμένες στην ψευδοροφή παλιών κινηματογράφων, κρεμασμένες συνέχεια πάνω από τα κεφάλια μας.

    Τα χρόνια πέρασαν, ξανάσμιξα με τους ανθρώπους. Για κάποιο λόγο νοσταλγώ εκείνα τα χρόνια που ακολούθησαν την άνοιξη του ’91, τα μικρά διαμερίσματα που έζησα, το πρωινό ξύπνημα στη σιωπή, το ραδιόφωνο, τον ήχο της καφετιέρας.

    Το κακό με το νέο ιό θα περάσει. Και μαζί του δίνεται μια ουσιαστική ευκαιρία να απαιτήσουμε να βελτιωθεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας, οι ανάγκες του μετρημένες με ακρίβεια μπροστά σε μια εξαιρετικά δύσκολη πρόκληση. Και ταυτόχρονα ν’ αντιμετωπιστεί η αναμφισβήτητη αναποτελεσματικότητα της διεθνούς κοινότητας σε τέτοιες προκλήσεις.

    Έχει ενδιαφέρον το πώς θα προσαρμοστούν οι κοινωνικές μας συνήθειες στη πραγματικότητα που βιώσαμε με τον κορονοϊό, η μεσογειακή γλώσσα του σώματός μας. Το σημάδι που θ’ αφήσει στον τρόπο που επικοινωνούμε, το ποια θα είναι νέα κανονικότητα. Όπως αυτό το μόνιμο ξενέρωμα που νιώθουμε πολλοί όταν κάποιος σύντροφος της μια νύχτας θέλει να προχωρήσει δίχως προφυλακτικό. Επειδή στα δύσκολα είναι που μάθαμε ν’ αγαπάμε τους εαυτούς μας, μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο.

    Η φωτογραφία του 2014. Σ’ ένα μικρό οροπέδιο στη χερσόνησο των Μεθάνων που επισκέπτομαι κάθε χρόνο του Ευαγγελισμού για να δω τ’ αγριολούλουδα. Ξέρω ότι είναι και φέτος εκεί κι εύχομαι να είμαι μαζί τους του χρόνου.

    Ο κόσμος στον οποίο αναφέρθηκε εκείνη η ταινία, πάνε τρεις δεκαετίες, συνέχεια ο κόσμος.

  • Αυλίδα

    Από τις 13 του μήνα δουλεύω μέσω τηλεργασίας. Από τότε έχω να βρεθώ κοντά σε προσφιλές πρόσωπο. Το έφερε η κατάσταση και το συνεχίζω συνειδητά. Περιέργως δεν μου λείπει, δεν αποζητώ από κοντά επικοινωνία, λες και κερδίζω πόντους σε κάποιο reality με την κάθε μέρα που φεύγει.

    Επαφές με φίλους και γνωστούς μόνο μέσω διαδικτύου ή τηλεφωνικά.

    Πλην του δικού μου, ο οποίος μένει δυο τετράγωνα κοντά και που τον συναντώ πλέον από το διάδρομο στον όροφο του διαμερίσματός του, στεκόμενος μπροστά στον ανελκυστήρα. Τελευταία που έκατσα δίπλα του ήταν την Πέμπτη, πριν δέκα μέρες. Δυο μέρες μετά, σαν ξαναπέρασα, σταμάτησα στην πόρτα του αλλά δεν πέρασα μέσα.

    Απόφαση που ήρθε επιτόπου, αυθόρμητη, αβίαστη.

    Η ευχάριστη ρουτίνα των ημερών ο καθημερινός περίπατος, τις πρώτες μέρες πριν το σούρουπο αλλά τελικά τον καθιέρωσα το μεσημέρι, με τον ήλιο. Από τη γειτονιά μου στη νέα γειτονιά που σκοπεύω να μετακομίσω, όταν όλο αυτό περάσει. Από το διαμέρισμα που ζω, το οποίο έχω πουλήσει, σ’ ένα άλλο, απ’ την άλλη μεριά των γραμμών του τραίνου. Περίπατο μόνος, δίχως γάντια και μάσκα. Σταματώ να πάρω καφέ στο BF στην Καραΐσκάκη αφού απολυμάνω τα χέρια, πριν και μετά την αγορά, με το αντισηπτικό στην είσοδο. Σα φτάσω στον προορισμό μου στέκομαι στην είσοδο της πολυκατοικίας, εκεί που είναι το διαμέρισα που θ’ αγοράσω όταν η ζωή επιστρέψει στην πρότερη ρουτίνα.

    Κοιτώ την είσοδο για λίγο και στη συνέχεια επιστρέφω σπίτι.

    Σχεδιάζαμε να πάμε με το σύντροφό μου, τώρα με την εθνική γιορτή, στο εξοχικό, αγοράζοντας εφόδια από Αθήνα, από εδώ που ψωνίζουμε, να οδηγήσουμε δίχως στάση, να περάσουμε εκεί λίγες μέρες. Δίχως να βρεθούμε με κανέναν, να δουλέψω στον κήπο, να δω τα δέντρα ανθισμένα, να περπατήσω στην πλαγιά με το σκύλο.

    Το ακυρώσαμε.

    Μου έστειλε πριν λίγο φίλος μήνυμα στο κινητό:

    Σπίτι είσαι κι εσύ τώρα; Όχι είμαι στο Καζίνο, απάντησα.

    Η μητέρα μου ζει σε προάστιο, στ’ ανατολικά της πόλης. Της ψωνίζει η αδελφή μου που μένει κοντά της. Αφήνει τα ψώνια στην πόρτα.

    Τηλεφωνώ στη μητέρα μου δυο φορές τη μέρα και τσεκάρω.

    Είχε η τηλεόραση κάτι για τη Χαλκίδα και το Σκαρίμπα. Η Χαλκίδα το βράδυ, με τον πεζόδρομο, τα καφενεία και τα εστιατόρια, η γραμμή από τα φώτα που πέφτουν στα σκοτεινά νερά του Ευρίπου.

    Ποτέ δεν μου φάνηκε η Χαλκίδα τόσο όμορφη όσο σε αυτήν την εκπομπή.

    Ποτέ δε νοστάλγησα το σπίτι μου όσο το νοσταλγώ αυτές τις μέρες.

  • Σαν έτοιμος από καιρό

    Ακολουθεί κείμενο που γράφτηκε μεσοκαλόκαιρα το 2014. Αν και φέτος, έξι χρόνια μετά, μπαίνοντας η Άνοιξη δε νιώθω τόσο θλιμμένος όσο πίστευα ότι ήμουν τότε, όσο νόμιζα ότι θα ήμουν όταν κάτι τέτοιο (η αλήθεια λιγότερο θανατηφόρο) συνέβαινε τελικά, όπως περίμενα, και στον υπόλοιπο πλανήτη.

    Θα περάσει, θα επιβιώσουμε, θα μάθουμε…

    Μνήμη μέσα στη μνήμη:

    Καλημέρα θλίψη

    Είναι δύο – τρεις μήνες που διαβάζω για την επιδημία από τον ιό του Έμπολα στη Δυτική Αφρική. Αυτούς τους δύο τρεις μήνες, τα πράγματα μου φαίνονται περισσότερο ανησυχητικά από τότε με το ξέσπασμα στο Κονγκό, το 1995. Φέτος οι χώρες που χτύπησε η επιδημία είναι περισσότερες από μία, ενώ έχει εκδηλωθεί ταυτόχρονα σε πολλούς θύλακες μέσα στις χώρες αυτές. Συν το γεγονός ότι η κινητικότητα των πολιτών σ’ αυτές τις χώρες είναι μεγάλη· ένα από τα θύματα ταξίδεψε με αεροπλάνο από τη Λιβερία στην Νιγηρία.

    Το ψάχνω στο internet και τσεκάρω: τα επιβεβαιωμένα θύματα φέτος είναι περισσότερα απ’ ότι το 1995 (αν και το ποσοστό θνησιμότητας ήταν ψηλότερο τότε – διαβάζω ότι υπάρχουν διαφορετικά στελέχη του ιού, αυτός στο Κονγκό ο πλέον θανατηφόρος).

    Ζωονόσοι – στη Δυτική Αφρική λιχουδιά οι νυχτερίδες. Στην Αφρική, ο ένοχος η άγρια ζωή κι όχι το γουρουνάκι και το κοτόπουλο στο κοτέτσι.

    Σίγουρα τότε, το 1995, οι ειδήσεις για τον ιό είχαν τρομάξει τον κόσμο περισσότερο από τώρα.

    Δεν ψάχνω, σκοπίμως, τίποτε πρόσθετο στο internet. Ψάχνω μόνο στη μνήμη μου. Προσπαθώ να θυμηθώ πως ήταν ο κόσμος τότε, το 1995. Υπήρχαν προβλήματα. Σίγουρα με τους Παλαιστινίους και το Ισραήλ, δολοφονία στο Ισραήλ. Κάποιο εμπάργκο του Clinton στο Ιράκ (όχι! αυτό έφτασε αργότερα – μετά το κόκκινο γλυκό στόμα της Μόνικας). Σιγουρότερα, ο αραβικός κόσμος δεν καιγόταν ολόκληρος όπως τώρα. Νεκροί έλληνες τουρίστες στην Αίγυπτο, τότε που ο κόσμος δεν ήξερε τη λέξη Αλ Κάιντα, μόνο το CNN, τρία χρόνια πριν τα τρομοκρατικά στις αμερικανικές πρεσβείες στην Ανατολική Αφρική. Οι Αμερικανοί ομφαλοσκοπούσαν, ύστερα από τη βόμβα στην Πόλη της Οκλαχόμας. Θανατικό στην Τασμανία. Θανατικό και στη Βοσνία, ενώ στην πρώην Σοβιετία, η Τσετσενία. Το ναυάγιο του φέρυ από το Ταλίν στο Ελσίνκι, τότε που ο περισσότερος κόσμος δεν είχε ακούσει τη λέξη τσουνάμι. (Παρένθεση: τσεκάρω απλά τη μνήμη μου, μην τα παίρνετε τοις μετρητοίς).

    Σίγουρα, το 1995 λιγότερα τα παγκόσμια προβλήματα. Σιγουρότερα τότε, το 1995, επικρατούσε παγκόσμιος οπτιμισμός. Αντίο Γύρε της Ουρουγουάης, καλημέρα ΠΟΕ. Και το χάραγμα στον ορίζοντα του ECU. Και τα cocktails για τον HIV. Το κινητό τηλέφωνο σφραγίδα status – προσιτή στον κάθε πικραμένο με μόνο ένα πεντακοσάρικο στην τσέπη, που έκλεινε φωναχτά ραντεβού για καφέ στο Κολωνάκι. Κι εγώ, το φθινόπωρο του ’95 επέστρεφα για να γνωρίσω το Χ.

    Αντίο θλίψη.

    Προβλήματα λοιπόν τότε, αλλά όχι όσα τώρα. Αυτό το θυμάμαι καλά. Όπως θυμάμαι και την αισιοδοξία.

    Τα πολλά παγκόσμια προβλήματα φέρνουν παγκόσμια κατάθλιψη. Και όταν έχεις κατάθλιψη το ανοσοποιητικό σου σύστημα είναι αδύναμο. Αλλά ούτε και σε νοιάζει. Δεν πάνε όλα στο διάολο, λες.