Author: Γεωργία Βαλωμένου

  • εξήγησέ μου*

    Μέχρις ενός σημείου είναι κατανοητό (όχι απαραίτητα αποδεκτό, αλλά πάντως κατανοητό), μπροστά στον φόβο των χειρότερων που ίσως έρθουν, να ανέχεσαι ορισμένα πράγματα με τα οποία διαφωνείς. Να ανέχεσαι, ας πούμε, να τρώνε ξύλο και χημικά εργαζόμενοι, φοιτητές, όσοι αντιστέκονται στους πλειστηριασμούς. Να ανέχεσαι να βγαίνουν σε πλειστηριασμό πρώτες κατοικίες για να σωθούν οι τράπεζες. Να ανέχεσαι να ξυλοκοπούνται άγρια Κούρδοι συλληφθέντες. Να ανέχεσαι να πουλάει η κυβέρνησή σου όπλα στην Σαουδική Αραβία. Να τα ανέχεσαι όλα αυτά και να μην αντιδράς, γιατί δεν θες να έρθει ο Κούλης, γιατί δεν ήθελες να πάμε σε ρήξη, γιατί δεν βλέπεις να υπάρχει άλλη, καλύτερη λύση. Το είπε άλλωστε εξαιρετικά ο oldboy το 2011 «Καταπλακωμένοι από το φόβο μην τυχόν και αλλάξει ριζικά η ζωή μας, παρακολουθούμε τη ζωή μας να αλλάζει ριζικά»

    Από το να τα ανέχεσαι όλα αυτά όμως,  μέχρι το να τα υπερασπίζεσαι, να υπεραμύνεσαι μιας πολιτικής που ως πολύ πρόσφατα καταδίκαζες, υπάρχει μια απόσταση η οποία δεν κατανοώ πως μπορεί κάποιος να την διανύσει – εκτός αν δεχτούμε ότι όλοι όσοι υποστηρίζουν την κυβερνητική πολιτική το κάνουν αμειβόμενοι άμεσα ή έμμεσα. Και το βρίσκω κρίσιμο, το βρίσκω ένα ιστορικό φαινόμενο άξιο ανάλυσης, από το οποίο θα μπορούσαν να εξαχθούν σημαντικά συμπεράσματα για την ανθρώπινη φύση. Συμπεράσματα που ίσως είναι απαραίτητα για να δούμε αν και πως θα μπορούσε αυτός ο λαός, εμείς δηλαδή, που το καλοκαίρι του ’15 εμπιστευτήκαμε έναν πολιτικό ηγέτη να μας οδηγήσει προς μία κατεύθυνση και συνεχίζουμε, σε κάποιο ποσοστό μας, έστω μικρό, να εμπιστευόμαστε τον ίδιο πολιτικό ηγέτη να μας οδηγήσει προς την αντίθετη κατεύθυνση, ενώ σε ένα μεγαλύτερο ποσοστό μας ανεχόμαστε όλα αυτά με απάθεια, να πάρουμε κάποτε την ευθύνη των επιλογών μας.

    Δεν θα μπορούσαμε, ακόμα και αν δεν είμαστε με τον Κούλη, ακόμα κι αν δεν είμαστε με την ρήξη και τον σοσιαλισμό, ακόμα κι αν θεωρούμε την κυβέρνηση αυτή την καλύτερή μας επιλογή, να αντιδράσουμε μαζικά για συγκεκριμένες κυβερνητικές επιλογές όπως αυτές της πρώτης παραγράφου; Είναι, εν τέλει, απαραίτητο να έχουμε μια εφικτή, πειστική και βιώσιμη πρόταση για την διακυβέρνηση της χώρας για να σταματήσουμε να ανεχόμαστε τον αυταρχισμό και την εξαθλίωση;

    *

  • While we stand aside and look*

    Αλέξης Τσίπρας προς Μάρτιν Σουλτς, επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία (προκειμένου να τον πείσει να μπει σε κυβέρνηση με την Α. Μέρκελ):
    «Η πραγματικά αριστερή και προοδευτική στάση δεν είναι να διατηρείς την καθαρότητα των θέσεών σου αλλά να δίνεις μάχες για εφικτές αλλαγές προς όφελος των πολλών. Αν τώρα μπορείς αυτό να το πετύχεις, είναι ίσως μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί…»

    Κώστας Ζαχαριάδης, διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ:
    «Αναφορικά με τη διένεξη της Σαουδικής Αραβίας με την Υεμένη δεν πιστεύω ότι το ζήτημα αυτό λύνεται με το αν θα πουλήσουμε εμείς όπλα στη Σαουδική Αραβία. Έτσι κι αλλιώς η κατάσταση αυτή υπάρχει πολύ πριν εμείς υπογράψουμε»

    UNFOLLOW, μηνιαίο, ανεξάρτητο, δημοσιογραφικό και πολιτικό περιοδικό:
    «Επίσκεψη στην περιοχή της Δυτικής Αττική και πιο συγκεκριμένα στην πόλη της Μάνδρας που υπέστη τις περισσότερες καταστροφές από τις πλημμύρες πραγματοποίησε το πρωί της Κυριακής ο Βαγγέλης Μαρινάκης. Ο επιχειρηματίας δήλωσε ότι θα σταθεί δίπλα στη Μάνδρα με όποιο τρόπο του ζητηθεί.»

    Εδώ και καιρό, τίποτα δεν μπορεί να μας εκπλήξει, τα σύννεφα από τα οποία θα μπορούσαμε να πέσουμε γίνανε βροχή  – κι έχουμε μείνει μοναχοί.

    Το μήνυμα είναι σαφές: όλα επιτρέπονται προκειμένου να την βολέψει ο καθένας μας όσο καλύτερα μπορεί και σε βάρος των υπολοίπων αν χρειαστεί. Αξίες, αρχές, συνέπεια λόγων και πράξεων, αυτά είναι όλα συντηρητικές ανοησίες που εμποδίζουν την «πρόοδο», την ατομική μας πρόοδο και ευημερία. Ο κυνισμός ταυτίζεται με τον ρεαλισμό.

    Απέναντι σε αυτό το μήνυμα ο καθένας μας ας σταθεί όπως νομίζει.

    *

  • Τα γέλια των χαμένων*

    Πέρασα πριν λίγο δίπλα από δυο νεαρούς που ο ένας διηγιόταν στον άλλον ξεκαρδισμένος στα γέλια το περιστατικό με την φωτοβολίδα που καρφώθηκε χθες στο πόδι μιας γυναίκας η οποία τραυματίστηκε σοβαρά. Δεν έλεγε κάτι προσβλητικό για την γυναίκα, απλώς διηγιόταν την σκηνή σαν να ήταν αστεία, ενώ ο ακροατής του φαινόταν κάπως σοκαρισμένος. Στην αρχή θύμωσα, είχα μια δασκαλίστικη παρόρμηση να τους πω ότι αυτό δεν είναι αστείο, ότι θα έπρεπε να ντρέπονται που γελάνε. Πριν το κάνω όμως σκέφτηκα πως το γέλιο είναι ένας τρόπος να ξορκίσεις την φρίκη αυτής της πολύ σκληρής βίαιης σκηνής. Και όχι μόνο τη φρίκη της σκηνής, αλλά και την βαριά, αβάσταχτη αίσθηση της ήττας μιας ολόκληρης κοινωνίας. Το γέλιο είναι φάρμακο για την ψυχή και γι’ αυτό πρέπει να είναι ελεύθερο και αλογόκριτο, ειδικά στον όχι-δημόσιο λόγο. Το γέλιο είναι όπλο, ένα από αυτά που μας απέμειναν.

    Όπως είπε κι ο Μπακούνιν, «η φαντασία θα καταστρέψει τη δύναμη και ένα γέλιο θα σας θάψει».

    *

      

  • Καλημέρα, ξένοι*

    (με αφορμή την ιστορία του Αμίρ)

    Συμμετέχω σε ένα σύλλογο γονέων και κηδεμόνων σημαίνει ότι συναναστρέφομαι γονείς από την γειτονιά μου και την κοινωνική μου τάξη, γονείς Έλληνες και αλλοδαπούς, γονείς δεξιούς και αριστερούς, και δεν κάνω απλώς μαζί τους ανάλαφρες συζητήσεις αλλά συναποφασίζουμε και συνεργαζόμαστε και κάνουμε μαζί πράγματα. Και τα πράγματα που κάνουμε δεν είναι τίποτα ριζοσπαστικά και αριστερά πράγματα. Καθόλου. Οργανώνουμε αποκριάτικα πάρτι και μετά σκουπίζουμε από την αυλή τις σερπαντίνες. Φτιάχνουμε γλυκά για το cake bazaar πριν τα Χριστούγεννα. Ψάχνουμε DJ για το πάρτι λήξης που να παίζει όλα τα τελευταία hit (φέτος το despacito απαραιτήτως). Κάνουμε, δηλαδή, όλα αυτά που θέλουν τα παιδιά και οι γονείς ώστε να περνάμε καλά και να λειτουργούμε σαν μια ομάδα. Γιατί όταν λειτουργούμε σαν μια ομάδα και όταν έχουμε μάθει να συνεργαζόμαστε, τότε θα μπορέσω να πείσω, αν χρειαστεί, ότι τα παιδιά των μεταναστών δεν απειλούν τα δικά μας με αρρώστιες. Τότε θα μπορέσω να πείσω, αν χρειαστεί, ότι τα λεφτά που μαζέψαμε από το cake bazaar είναι καλό να διατεθούν σε οικογένειες μεταναστών που έχουν πρόβλημα επιβίωσης. Τότε θα μπορέσω να πείσω, αν χρειαστεί, ότι πρέπει να μαζέψουμε πράγματα για μια προσφυγική δομή. Και στα εφτά περίπου χρόνια που συμμετέχω, δεν χρειάστηκε να προσπαθήσω πολύ. Γιατί οι άνθρωποι που ασχολούνται ανιδιοτελώς με τα κοινά, ό,τι κι αν ψηφίζουν, είναι άνθρωποι που νοιάζονται, άνθρωποι γενναιόδωροι. Αρκεί να μην πας να τους πουλήσεις αριστεροσύνη και ανωτερότητα, να μην πας να τους πεις ότι αυτά που τους αρέσουν είναι μικροαστικές ανοησίες που τις βαριέσαι και πως πρέπει από το σχολείο να ξεκινήσει η επανάσταση και η ανατροπή. Γιατί έτσι χάνεται ο στόχος, και κάθε στιγμή που βαριέσαι ή κι εκνευρίζεσαι ακόμα με κάτι που θα πει κάποιος, πρέπει να ξαναθυμάσαι τον στόχο. Κι ο στόχος είναι η ίδια η δημιουργία μιας ομάδας που συνεργάζεται για κάθε τι μικρό που βελτιώνει την λειτουργία της σχολικής κοινότητας. Μιας ομάδας που όταν προσπαθήσει ο φασίστας να εισχωρήσει – και θα προσπαθήσει, γιατί αυτή τη γραμμή έχουν – θα καταλάβει πως δεν τον παίρνει.

    Δεν είναι αρκούντως αριστερό και ριζοσπαστικό αυτό;

    Και όπως πολύ σωστά έγραψε ο Πέτρος Καπετανόπουλος «απουσιάζοντας απ’ τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων, χαρίζεις ένα απίστευτα προνομιακό πεδίο στο σκοταδισμό και τη φασιστικοποίηση (ναι, τόσο χοντρά είναι τα πράγματα, το δείχνει η Δάφνη, το Ωραιόκαστρο, το Πέραμα πέρσι, η Σαντορίνη). Αυτό θέλουμε ρε σύντροφοι και συντρόφισσες γονέοι;»

    *

  • Το ηθικό ρίσκο του συστήματος

    Σε ένα προηγούμενο κείμενο – σχόλιό μου στο the greek cloud, ανέφερα πως η κυβέρνηση εφαρμόζει ανερυθρίαστα νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Ένας αναγνώστης σχολίασε ρωτώντας:  «η υπερφορολόγηση είναι νεοφιλελεύθερη πολιτική; όχι κρατισμός του χειρίστου είδους; οι λέξεις όντως έχουν χάσει το νόημά τους»

    Πιστεύω πως ο νεοφιλελευθερισμός και ο κρατισμός πάνε χέρι χέρι ιστορικά και διεθνώς και παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις των νεοφιλελεύθερων.

    Ο Ντ.Χάρβει* περιγράφει τον Νεοφιλελευθερισμό ως ένα ταξικό σχέδιο που συντάχθηκε κατά την κρίση της δεκαετίας του ’70. «Με μανδύα τόνους ρητορείας σχετικά με την ελευθερία του ατόμου, την ελεύθερη αγορά και το ελεύθερο εμπόριο, νομιμοποίησε δρακόντιες πολιτικές, σχεδιασμένες για την ανάκτηση και την παγίωση της καπιταλιστικής ταξικής ισχύος. (…) Μια από τις βασικές πραγματιστικές αρχές που ανέκυψαν την δεκαετία του ’80, για παράδειγμα, όριζε ότι η κρατική εξουσία πρέπει να προστατεύει τους οικονομικούς οργανισμούς πάση θυσία. Η αρχή αυτή, που έσκασε στα μούτρα του μη παρεμβατισμού, τον οποίο προέκριναν οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού προέκυψε από την οικονομική κρίση της Νέας Υόρξης στα μέσα της δεκαετίας του ’70. (…) Για να το θέσουμε αγοραία, η πολιτική όριζε: Ιδιωτικοποίηση των κερδών και κοινωνικοποίηση των κινδύνων. Σώστε τις τράπεζες και ξεζουμίστε το λαό. (…) Το αποτέλεσμα ήταν το λεγόμενο “ηθικό ρίσκο” του συστήματος. Οι τράπεζες συμπεριφέρονται αλγεινά επειδή δεν χρειάζεται να αναλάβουν τις ευθύνες για τις αρνητικές επιπτώσεις της ριψοκίνδυνης συμπεριφοράς τους.»

    Το είδαμε να συμβαίνει κι εδώ, το έκανε η προηγούμενη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της οποίας το έργο συνεχίζει και η τωρινή. Ας μην κοροϊδευόμαστε.

    *Ντείβιντ Χάρβεϊ, Το αίνιγμα του κεφαλαίου, εκδ. Καστανιώτη, 2011

  • Common values vs kommon values

    Σχεδον τρία χρόνια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και είναι πλέον δύσκολο να κρατάμε λογαριασμό με την απώλεια του νοήματος των λέξεων.

    Σχεδόν τρία χρόνια «αριστερή» κυβέρνηση. Κυβέρνηση που δηλώνει αριστερή. Κυβέρνηση που η αντιπολίτευση την λέει αριστερή για να μπορεί να ξεδιπλώσει την αντι-αριστερή ρητορική της, την μόνη αντιπολιτευτική γραμμή που μπορεί να έχει.

    Όσοι, όμως, δεν είμαστε κυβερνητικοί και δεν υιοθετούμε την αντιπολιτευτική γραμμή της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, όσοι δεν έχουμε απωλέσει ούτε την μνήμη ούτε την αίσθηση της γλώσσας, ήρθε η ώρα να ξεμπερδεύουμε μ’ αυτό: δεν έχουμε αριστερή κυβέρνηση και δεν έχει νόημα να επιχειρηματολογούμε πλέον με φράσεις τύπου  «αν είναι δυνατόν μια αριστερή κυβέρνηση να παίρνει αντιλαϊκά μέτρα» και «αν είναι δυνατόν ένας αριστερός πρωθυπουργός να συναντιέται με τον Τραμπ και να ανταλάσσει μαζί του αβρότητες». Έχουμε μια μνημονιακή κυβέρνηση, που πολιτικά βρίσκεται στο χώρο του κέντρου αλλά εφαρμόζει ανερυθρίαστα νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τα έχει κάνει πλακάκια με το κεφάλαιο. Βρίσκεται ελαφρώς αριστερότερα από την ΝΔ, η οποία άλλωστε ενσωματώνει και την ακροδεξιά, όχι όμως τόσο αριστερότερα ώστε να θεωρείται, πλέον,  αριστερά.

    Αν συμφωνήσουμε σ’ αυτό, όσοι συμφωνήσουμε, μένει να αναρωτηθούμε το εξής: πρέπει να δηλώνει αριστερός ο πρωθυπουργός μας για να μας προκαλεί όνειδος η σκηνή που χαριεντίζεται με τον Τραμπ, τον πιο δεξιό καραγκιόζη μεταξύ των πλανηταρχών; Εγώ λέω πως όχι, και δεξιός να δήλωνε ο Αλέξης Τσίπρας το ίδιο θα ντρεπόμουν για την δήλωση περί διαβολικής πολιτικής του Τραμπ που όμως γίνεται για καλό και το ίδιο θα αγανακτούσα για τις αμυντικές δαπάνες που ανακοινώθηκαν . Όσο για την επιχειρηματολογία που θέλει να καμαρώνουμε κιόλας για το ότι ο αριστερός πρωθυπουργός της χώρας έγινε δεκτός στο Λευκό Οίκο, ευχαριστούμε, δε θα πάρουμε.

  • «πως πάει η επανάσταση;»*

    Οκτώβριος 2017:

    Μέσα από συλλογικές προσπάθειες, όπως αυτή εδώ του ανανεωμένου The Greek Cloud, επιχειρείται, ίσως, να αναβιώσει η χρυσή εποχή της «μπλογκόσφαιρας», να υπάρξει μια νέα παραγωγή γραπτού λόγου. Ενώ τα social media μας έχουν ήδη κάνει όλους σε ένα βαθμό συγγραφείς και μας έχουν δώσει ένα λίγο ή πολύ δημόσιο βήμα, κάποιοι αποδεχόμαστε προσκλήσεις – προκλήσεις να συμμετέχουμε σε αυτά τα ψηφιακά περιοδικά και να απευθυνθούμε σε ένα κοινό που είμαστε εμείς οι ίδιοι. Όσοι γράφουμε επίσης διαβάζουμε, και δεν αποκλείεται το σύνολο αυτών που διαβάζουν να είναι ελάχιστα μεγαλύτερο από το σύνολο όλων αυτών που γράφουν.

    Παράλληλα, ο μήνας είναι γεμάτος από συνέδρια, φεστιβάλ, ημερίδες, διημερίδες, εκδηλώσεις και φόρα. Το φεστιβάλ των κοινών και  το συνέδριο του ΣΑΔΑΣ για την Αττική, δυο μόνο παραδείγματα σε ένα μόνο σαββατοκύριακο. Πολλοί οι συμμετέχοντες: ότι υπάρχει και ότι κινείται στην πόλη σε επίπεδο συλλογικότητας, δομής και κινηματικής ή άλλης δράσης, εκπροσωπείται κάπως και παρουσιάζει κάτι. Όσοι συμμετέχουμε επίσης παρακολουθούμε και δεν αποκλείεται το σύνολο αυτών που παρακολουθούν να είναι ελάχιστα μεγαλύτερο από το σύνολο αυτών που συμμετέχουν.

    Είμαστε άραγε σε μια φάση που ο αριθμός των ανθρώπων που αφήνουν τον ρόλο του θεατή/αναγνώστη και περνάνε σε μια πιο δημιουργική και συμμετοχική στάση έχει μεγιστοποιηθεί ενώ ταυτόχρονα έχει ελαχιστοποιηθεί ο αριθμός των ανθρώπων που ενδιαφέρονται να δουν και να διαβάσουν οτιδήποτε; Και αν ισχύει αυτό, είναι άραγε ανησυχητικό ή, αντίθετα, ελπιδοφόρο;

    Σίγουρα είναι μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη το ότι, μέσα σε αυτήν την απογοητευτική συγκυρία, εμείς το «κοινό» γινόμαστε και  λίγο δημιουργοί. Και έχει σίγουρα μια θετική πλευρά ότι έστω  και ανένταχτοι, μετέωροι, ρομαντικοί, απαισιόδοξοι και αμήχανοι παραμένουμε όντα πολιτικά.

    Όλο αυτό όμως δεν αφορά παρά ένα μικρό υποσύνολο της κοινωνίας, αφορά το «μεταξύ μας». Ένα πολύ μεγαλύτερο υποσύνολο, παρακολουθεί στον δέκτη της τηλεόρασής του μάλλον παθητικά μια πληθώρα από talent shows και τηλεοπτικά παιχνίδια, μια πληθώρα επίσης πρωτόγνωρη, στην οποία συμμετέχει επίσης ένας ολοένα μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων που βρίσκει εκεί την ευκαιρία να δείξει τα ταλέντα του, το στυλ του, την εξυπνάδα του και την αντοχή του στις δοκιμασίες, ώστε να κερδίσει το εκάστοτε έπαθλο. Κι αυτό ίσως είναι αρκετά ανησυχητικό και καθόλου ελπιδοφόρο.

    *Δείτε το βίντεο

     

  • Συλλογική ευθύνη

    Στα γυναικεία αποδυτήρια στο κολυμβητήριο, λειτουργούν τρεις από τις συνολικά εφτά βρύσες στα ντους τον τελευταίο μήνα. Ευτυχώς ακόμα είμαστε λίγες, με το που θα μπει ο Οκτώβριος και θα μαζευτεί ο κόσμος ενδέχεται να περιμένουμε στην ουρά τουρτουρίζοντας για να πλυθούμε.

    Όπως είναι φυσικό η κατάσταση αυτή προκαλεί μια σχετική γκρίνια η οποία ανακυκλώνεται μεταξύ μας και σπάνια φτάνει ως τις κυρίες της υποδοχής οι οποίες μας διαβεβαιώνουν πως έχουν ενημερώσει αρμοδίως και θα λυθεί το πρόβλημα.

    Σήμερα, λοιπόν, μια κυρία μεταξύ 60 και 70 χρονών, σχολίασε πως ίσως επίτηδες αφήνουν τις βρύσες χαλασμένες για να αναγκαστούμε να πλενόμαστε πιο γρήγορα – όταν θα υπάρχει κόσμος που θα περιμένει, αναγκαστικά θα βιαζόμαστε να τελειώσουμε. Γιατί, για να πούμε την αλήθεια,  το είχαμε παρακάνει κι εμείς, κάναμε κατάχρηση του νερού, πλενόμασταν με τις ώρες.

    Υποθέτω πως, όπως όλοι όσοι μιλούν για την συλλογική μας ευθύνη, η εν λόγω κυρία δεν σπαταλάει το νερό του ντους, ή τουλάχιστον δεν πιστεύει η ίδια ότι το σπαταλάει. Θεωρεί όμως πως όσοι το σπαταλούν, ευθύνονται για τις χαλασμένες βρύσες, και όχι επειδή τις χάλασαν: η ευθύνη τους είναι ηθική, η συμπεριφορά τους ήταν απαράδεκτη και επισύρει την τιμωρία, η οποία θα επιβληθεί από την διοίκηση του κολυμβητηρίου. Δηλαδή, ο δήμαρχος και ο πρόεδρος του ΟΠΑΝΔΑ, όχι μόνο δεν ευθύνονται για τις χαλασμένες βρύσες που δεν επισκευάζονται, αλλά διαθέτουν την απαιτούμενη ηθική ανωτερότητα ώστε να τιμωρήσουν και, κυρίως, να σταματήσουν την σπατάλη του νερού. Θεωρεί, δε, η κυρία, πως όσες είχαν την αναισθησία να σπαταλούν ως τώρα το νερό, θα αποκτήσουν ξαφνικά φιλότιμο και θα σταματήσουν να το κάνουν γιατί θα συγκινηθούν που κάποιες άλλες κυρίες θα ξεπαγιάζουν μούσκεμα στην ουρά.

    Αυτού του είδους η προτεσταντική ηθική με τα λογικά άλματα που εμπεριέχει, απαντάται σε ένα βαθμό σε μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού όσον αφορά την συλλογική μας ευθύνη για την οικονομική κρίση και την δίκαιη τιμωρία μας από τους δανειστές. Είναι, δε, μια λογική βαθειά ριζωμένη, καλλιεργημένη με την φροντίδα επίμονου κηπουρού από τα ΜΜΕ, και είναι εξαιρετικά δύσκολο να ξεριζωθεί.

  • But the days grow short when you reach September*

    Η αναθέρμανση του αντικομουνιστικού μένους που, με αφορμή το συνέδριο της Εσθονίας, απασχόλησε το τον δημόσιο λόγο στη χώρα μας αυτό το καλοκαίρι που μόλις τελείωσε, κάνει ακόμα πιο φανερή την απουσία ουσιαστικού πολιτικού λόγου σε όλο το πολιτικό φάσμα.

     

    Η αντικομουνιστική ρητορική της δεξιάς αντιπολίτευσης παραδόξως λειτουργεί πολύ βολικά όχι μόνο για την ίδια αλλά και για την κυβέρνηση. Δεδομένου ότι και οι δύο, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, έχουν την ίδια πολιτική πρόταση, αυτήν που υπαγορεύουν οι δανειστές, το «χαρτί» του αντικομουνισμού δίνει στην κυβέρνηση την ευκαιρία να το παίξει αριστερή ανώδυνα και ανέξοδα, και δίνει στην αντιπολίτευση την ευκαιρία να συσπειρώσει την δεξιά βάση της και να παίξει εκ του ασφαλούς τον κενό περιεχομένου αντιπολιτευτικό της ρόλο.

     

    Στο μεταξύ, αυτός  ο τόσο βολικός αντικομουνισμός φαντάζει άκαιρος και άχρηστος, ειδικά εντός των συνόρων, όπου η αριστερή προοπτική έχει δεχτεί πρόσφατα διπλή ήττα. Διπλή, διότι ηττήθηκε τόσο συνθηκολογώντας και αποδεχόμενη την ΤΙΝΑ ως κυβέρνηση, όσο και ως αριστερή αντιπολίτευση: χωρίς πειστική πρόταση,  είτε εκτός βουλής και πολυδιασπασμένη, είτε εντός βουλής καθηλωμένη σε ρόλο καταγγέλλοντος κομπάρσου.

     

    Γιατί λοιπόν τέτοιο μένος απέναντι σε μια ηττημένη αριστερά;

     

    Γιατί η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του ’15 και η κινηματική δραστηριότητα που είχε προηγηθεί έδειξαν μια δυναμική η οποία πιθανότατα δεν έχει εξαλειφθεί οριστικά. Γιατί είναι σημαντικό να απονομιμοποιηθεί και να αποσιωπηθεί κάθε συζήτηση για οποιαδήποτε εναλλακτική, κάθε αμφισβήτηση της εφαρμοζόμενης νεοφιλελεύθερης πολιτικής, ώστε η δυναμική αυτή να εξαλειφθεί οριστικά. Και, τέλος, γιατί η δαιμονοποίηση της αριστερής προοπτικής χρησιμεύει στην διαμόρφωση μιας κοινής γνώμης που αποδέχεται την εγκαθίδρυση μιας (εθνικής και ευρωπαϊκής) αντιδημοκρατικής και αυταρχικής διακυβέρνησης που συνοδεύεται από έλλειψη δικαιοσύνης και μεγάλη κοινωνική και οικονομική ανισότητα.

     

    (Περιττό να προστεθεί εδώ ότι η ταύτιση, ακόμα και η σύγκριση, του κομμουνισμού με το ναζισμό είναι ανιστόρητη, γελοία και πολύ επικίνδυνη σε μια ιστορική συγκυρία που ο ναζισμός σηκώνει κεφάλι σε όλο το δυτικό κόσμο . Αν έχει νόημα να κάνουμε συγκρίσεις, αυτές θα έπρεπε να γίνουν μεταξύ κομμουνισμού και καπιταλισμού, και αυτή ακριβώς την σύγκριση φοβούνται μάλλον όσοι υποστηρίζουν την θεωρία των δύο άκρων)

     

    Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, η ελληνική αριστερά, δηλαδή κόμματα, παρατάξεις, οργανώσεις και συλλογικότητες κάθε είδους που βρίσκονται αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται σε κατάσταση παρακμής. Χαρακτηρίζεται από χαμηλή κοινωνική αποδοχή και διάδραση, έξαρση των εσωτερικών αντιπαλοτήτων και διασπάσεων, αδυναμία συγκρότησης μετώπων σε συνδικαλιστικό ή πολιτικό επίπεδο. Όλα αυτά, καθώς και η καθίζηση της κινηματικής δράσης, είναι συνέπειες της ήττας. Για την παρακμή όμως ευθύνεται σε ένα βαθμό και η αντιπολιτευτική ρητορική της αριστεράς, που βασίζεται περισσότερο στην ηθικολογία κα στην επίκληση της καθαρότητάς της και πολύ λιγότερο στην διατύπωση μιας πειστικής, καθαρής, εφικτής λύσης διεξόδου. Ο αντικομουνιστικός λόγος προσφέρει, λοιπον, και στην αντιπολιτευόμενη αριστερά την ευκαιρία να δικαιώσει την ύπαρξή της.

     

    Όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που η ύφεση βαθαίνει και ο κόσμος υποφέρει, την ώρα που ο άρειος πάγος παίρνει αντιεργατικές αποφάσεις που επικυρώνουν μια ήδη παγιωμένη πραγματικότητα εργασιακού μεσαίωνα με επισφάλεια και απλήρωτη εργασία, την ώρα που ενώ έχουν θεσπιστεί ασυλίες για τους εμπλεκομένους στο ΤΑΙΠΕΔ κρατούνται χωρίς στοιχεία νέοι άνθρωποι για τις ιδέες τους και μόνο, την ώρα που επιτείνεται το αίσθημα αδιεξόδου, η βουβή οργή η τάση παραίτησης και φυγής στους πολίτες της χώρες και ιδίως στους νέους.

     

    Μόνη φωτεινή ρωγμή οι δομές και οι κινήσεις αλληλεγγύης που συνεχίζουν αθόρυβα το έργο τους.

     

    Κάπως έτσι μας βρήκε αυτός ο Σεπτέμβρης, που οι μέρες του μικραίνουν και τα ερωτήματα, αμείλικτα, μεγαλώνουν.

     

    *September song

     

     

  • Άμυαλοι που πέσαν στην φωτιά

    (δυο σκέψεις για το «κίνημα» σήμερα)

    Μια μικρή αναδρομή στην ιστορία του κινήματος στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία θα έπρεπε να σταθεί στα εξής: Δεκέμβρης του ’08, Κίνημα των Πλατειών, Λαϊκές Συνελεύσεις στις γειτονιές, Δημοψήφισμα.

    Μετά το καλοκαίρι του 2015, μούδιασμα. Αίσθηση αναπόδραστου, έλλειψη προοπτικής, επικράτηση της ΤΙΝΑ, φόβος «μην έρθει ο Κούλης», κάποιοι μιλούν για συλλογική κατάθλιψη.

    Όχι όμως απόλυτο μούδιασμα. Η προσφυγική κρίση που ξεκίνησε το ίδιο εκείνο καλοκαίρι κινητοποίησε ένα σημαντικό κομμάτι πολιτών, κινηματικών κατά βάση, που επέδειξαν μια ταχύτατα αυτοοργανωμένη αλληλεγγύη.

    Από τότε μέχρι σήμερα, λίγα πράγματα γίνονται και από λίγους. Το κίνημα Πλειστηριασμοί STOP, πορείες και απεργίες με διάφορες αφορμές και κάποια έμφαση στον αντιφασισμό, δομές αλληλεγγύης κυρίως για τους πρόσφυγες, μεμονωμένες δράσεις αντιεξουσιαστικών ομάδων.

    Από το καταλάγιασμα της  προσφυγικής κρίσης και μετά, το μοναδικό ζήτημα που φάνηκε να κινητοποιεί τον κόσμο με όρους σχετικής μαζικότητας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και στην «πραγματικότητα», με πορείες και συγκεντρώσεις συμπαράστασης ή διαμαρτυρίας που είχαν παλμό και ένταση, ήταν η άδικη κράτηση του Τάσου Θεοφίλου (που έληξε με την λυτρωτική του αθώωση στο εφετείο, παρουσία εκατοντάδων αλληλέγγυων)και στην συνέχεια της Ηριάννας ΒΛ και του Περικλή.

    Γιατί, άραγε;

    Γιατί οι άνθρωποι αυτοί και, σε ένα βαθμό, ο ιδεολογικός χώρος που εκπροσωπούν, σε αντίθεση με την ελληνική αριστερά (από την κυβερνώσα ως την εξωκοινοβουλευτική, σε κάθε μορφή οργάνωσής της), χαρακτηρίζονται από Ανιδιοτέλεια και Αυτοθυσία, γίνονται μάρτυρες και ήρωες σε μια εποχή αντιηρωική, όπου ακόμα και η συζήτηση για τον ηρωισμό αντιμετωπίζεται συχνά με χλεύη, φέρνουν την ουτοπία μέσα στην δυστοπία μας  και μας υπενθυμίζουν ότι ο αγώνας  για το δίκιο, αξίζει να συνεχιστεί.

    Είναι δύσκολο να πει κανείς τι περιμένει η κοινωνία σήμερα για να εξεγερθεί, ποιο θα είναι το αίτημα εκείνο που θα την εμπνεύσει. Σίγουρα πάντως δεν είναι οι μικροπολιτικές ατζέντες της αντιπολίτευσης ή οι ηθικολογικές αποτιμήσεις της αριστεράς. Ίσως, αντίθετα από την διαδεδομένη πεποίθηση ότι η κοινωνία χρειάζεται μια πειστική εναλλακτική πρόταση για να ξεσηκωθεί, να χρειάζεται το όραμα μιας ουτοπίας.