Author: Πετεφρής

  • «Αριθμοί» και «Αρθιμοί»

    Aριθμών κατήχησις από τον Μανόλη Σαββίδη.

    Ως «Αριθμοί» μεταφράστηκε από τους Εβδομήκοντα το τέταρτο βιβλίο το Δευτερονομίου της Παλαιάς Διαθήκης που θεωρείται έργο του Μωυσή. Δεν έχει πολλούς αριθμούς, αλλά αφηγείται γεγονότα μετά την Έξοδο που καλύπτει τα σαράντα έτη της περιπλάνησης στην Έρημο. Θεωρείται περιγραφή ηλικίας 3.600 ετών περίπου, ανεξάρτητα από την εποχή που το συνέταξαν, και ορθώς: είναι ομολογιακό, διηγηματικό, συνδετικό έργο, όπως οι περισσότερες Βίβλοι των λαών. Ελαφρά θυμίζει τις κατά πολύ μεταγενέστερες Πράξεις των Αποστόλων που είναι (κι αυτές) ομολογιακές αναφορές σε σχέση με το αρχικό υπερφυσικό (και μεταφυσικό) ύφος της Επώασης μιας θρησκείας.

    Τους «Αριθμούς» θυμήθηκα, διαβάζοντας «Το παιχνίδι των αριθμών», χτεσινό άρθρο του Μανόλη Σαββίδη, στο οποίο σας καλώ να εγκύψετε, διότι περιστρέφεται και διερμηνεύει το σεφερικόν «Αυτός είναι ο θίασός μας, με αυτούς θα παίξουμε».

    Η μαθηματική σκέψη έχει τους αστερισμούς και τα σύνορά της, αλλά κυρίως αποτελεί μια σύναξη πορισμάτων που προαπαιτεί να αγαπάς το παιχνίδι, διότι μπορεί να θεωρηθεί πως εμπιστεύεσαι μια μετροταινία παραπάνω από τον διαβήτη και το νήμα της στάθμης. Τότε ακριβώς ο νους ενός αγεωμέτρητου όντος μπορεί να φρακάρει εύκολα. Πηγή της πεποίθησής μου αυτής, παραμένει μια προτασούλα από την Λυκειακή Φυσική του Μάζη, όπου αναγράφεται «επίσης με το θεώρημα αυτό καταργείται η έννοια του αιθέρος, διότι δεν υπάρχει αιθήρ». Εννοώ πως οι επουργοί και κατασκευαστές τύπου johny mnemonic πινάκων, λιστών και ληστών της απλής λογικής υπόκεινται πολύ περισσότερο από τους χειριστές του λόγου στην μαγική ατμόσφαιρα των μαθηματικών που οδηγεί τους αδαείς στο φιλοσοφικό γνωμικό «τι είναι ο άνθρωπος, ένα τίποτε» (συμπέρασμα μετά από την γνωριμία με τα έτη φωτός και μαύρες τρύπες του διαστήματος).

    Τελειώνω, διανέμοντάς σας, ω αναγνώστες μου, μέρος της μαύρης αλήθειας: οι πίνακες με αριθμούς δεν είναι για χόρταση. Δεν είναι λέξεις! Είναι άλλη σωλήνωση. Χάρη στον Μανόλη κατάλαβα πως χωρίς φιλολογική συνδρομή, εννοώ βαρβάτη και χαρίεσσα ταυτοχρόνως, την έχουμε πατήσει τελεσιδίκως αναζητώντας Δικαιοσύνη σε λογιστικά φύλλα.

    Θα μου ειπήτε «αρκετά με την ψυχαδελική περίοδο του Σαββόπουλου» αλλά σας βεβαιώνω πως ο καιρός των αριθμών, ήρθε και πέρασε τελείως ανορθόγραφα.

  • Η Αστραλεζού

    Από Βαθύλακκο, Ελευθέριο-Κορδελιό, ήτοι από Βατιλούκ, Χαρμάνκιοϊ και Κουκλουτζά συγκροτήματα χορεύουν μουσικαίς από Σμύρνη και προάστια.

    Έτσι τους είδα, από το σταθμό της Μητρόπολης, πρωτομαγιάτικα. Με ισότιμη συμμετοχή των γυναικών, πολλά χασαποσέρβικα, αλλά κυρίως καρσιλαμάδες στα όρια του απτάλικου, με ανθρώπινες φιγούρες θαρρείς απο μετεωρικούς εραστές του Σαγκάλ και λεπτυνόμενους κατά τα άκρα ήρωες του Μίνωα Αργυράκη (πέφτουν πέταλα στη γη, παν να βρούνε το πουλί, σκοτωμένο που λαλεί). Επαινώ, σε αντίθεση με άλλους χοροδιδαχθέντες, πως ξέρουν τι να κάμουν με τα χεράκια των, μετά από τον καρπό. Στην κυματιστή κίνηση των κυριών και στα ανδρικά τσαλίμια, η ξερή άσφαλος με την άχαρη απλωσιά δίπλα στην εκκλησία, έλαμψε.

    Και βέβαια βλέποντάς τους, πάλι άθελα άρχισα να  θρηνώ ολολύζοντας συγκινημένος, καθώς οι αντικρυστοί και οι κυκλικοί χοροί τους, έδεναν με τα θρακιώτικα λυγίσματα, με τον παρτάλο και τον πουστσένο. Θα ήθελα σύγκρουση πολιτισμών εδώ ― μιαν αστραλεζού, την Κέιτ Μπλάνσετ, να μη χορεύει μόνον «λα βόλτα» ως Ελισάβετ, αλλά να βαράει παλαμάκια είτε σε ζωναράδικο, είτε τους ζεϊμπέκηδες με τα τρίδιπλα ζωνάρια.

  • Μικρό Ροκέ!

    Το τσέκερς του ΚΚΕ στην πλατεία Συντάγματος είναι (νομίζω) η δεύτερη δεινή πλάκα που έπραξε το κόμμα, μετά την αλλαγή οδικών ταμπελών στην ΠΑΘΕ στο γύρισμα του αιώνα, που οδήγησε τους ΝΑΤΟικούς να ψάχνουν τη Θεσσαλονίκη κοντά στον Κίσσαβο τον κονιαροπατημένο.

    Κουρδιστός τις υπουργός Τύπου ονόματι Πέτσας, ψέλλισε κάτι για νομιμότητα. Κανένας δεν θα τον κατηγορούσε άν ασκούσε στοχαστική σιωπή.

    Την χρειαζόμασταν αυτήν την κίνηση. Οι πάντες. Και να μου το θυμηθείτε, αν ακολουθήσουν μερικές σικελικές άμυνες ακόμη, ίδιου τύπου, το ΚΚΕ θα ανεβάσει το εκλογικό του ποσοστό κατά κάποιο ποσοστό. Όχι και σαν την Πελοπόννησο, αλλά όσο μία Άνδρος.

  • Διονύσου πλούς

    Το υπερωκεάνειο Opera Mundi τραγουδά ραγισμένους τραγουδιάρηδες, Ρέμο και Moυτσινά, και πλέκει ψιλοβελονιά. Είναι εθνικό, με πλήρωμα γιατρούς, νοσηλευτές και ΠΟΕΔΗνιους ευρηματικούς. Δεν είναι πια κρουαζιερόπλοιο, μήτε μπαρκομπέστια, μήτε τράτα κουρελού και χιλιομπαλωμένη.

    Του χρόνου συμπληρώνει δύο αιώνες από την καθέλκυσή του. Έχει πολλάκις ανανεωθεί με πλαστούς Πικάσο, αντίγραφα από κρητομυκηναϊκά καλλιτεχνήματα εις των πάτον των πισίνων του και τουλάχιστον μίαν υψίφωνον σε κάθε κατάστρωμα.

    Το εκπαιδευμένο τσούρμο του περιλαμβάνει ορθόδοξον πλώρην, υπέρμαχον στρατηγέσσα στα καζάνια του, Μαορί εκχριστιανισθέντες, μεγαλεξανδρινισμένους Καλάς και ομογενείς εκ Μοψουεστίας, βαλκανίους και χαζαροπετσενέγους καμαρότους, ενώ δεν λειτουργεί πλέον ως ναρκαλιευτικόν.

    Απεναντίας, εάν μία γερμανική νάρκη εκ Τορώνης έχει την αυτήν περίμετρο με ένα καβούκι από καρέτα καρέτα του Ακράθω, η ανίχνευσις τεσσάρων πεντάκις τρισεκατομμυρίων μίνι-ναρκών που οι αμαθείς καλούσιν κορονοϊές και επικολλώνται στα ύφαλα ενώ συνοδεύονται από σαλάχια πείθει πως αβούλιαχτο θα αμνηστευθεί.

    Ακούγεται παντού μελίγχροος μουσική που εκτελούν άνθρωποι της τέχνης και ενίοτε καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις ηθοποιών και εν γένει Κοκλωνείων χαρακτήρων.

     

    Eίναι μια καθαρή αντιμεταρρύθμιση

    Δεν σκοπεύω κανενός το δίκιο να προσβάλω. Αλλά τέτοια άκεφα ανταλλακτήρια ιδεών, όπως αυτά που καμαρώνουμε στην αραιωμένη μας Βουλή, καλύτερα να λείπουν. Η ύφεση δεν είναι σβησμένο ηφαίστειο. Οδηγούμαστε προς αυτήν με στόχο ομάδες από τον πληθυσμό ανενεργές και κοινωνικά άσκοπες. Τέτοιες μετακινήσεις ομάδων, μήτε ο Ιουστινιανός ο Ρινότμητος δεν ονειρεύτηκε. Όπως τον καημό για την Τρίτη ηλικία που υποτίθεται θα φεύγει «στα εξοχικά της» παράλληλα με τα παιδούδια που «θα σπουδάζουν» αλλά στα όρθια, επειδή «σχολειό» και «στέκι» δεν θα συνυπάρχουν.

     

    Η κωμωδία του «όλα από το τηλέφωνο»

    Η ψηφιακή Ελλάς, είναι μία φενάκη. Αποκλείεται να κινηθεί η χώρα με τους μισούς δημοσίους υπαλλήλους και με τέτοια ποσοστά ασυντόνιστων τρελούμπαλων.

     

    Η τζαμπαμαγκιά της «αραίωσης»

    Μόλις μάθαμε πως «είδη αθλήσεως», «κομμωτήρια» και άλλα επαγγελματικά κελύφη, διαλέχτηκαν για να υπάρξει η δεκάτη των εργαζομένων, και κανένα άλλο κριτήριο. Όταν ο μοναδικός στόχος μας είναι να ευημερήσουν οι στατιστικές, δεν πρόκειται να μεθύσουμε με κανένα «κρασί του 21».

     

    Το παρελθόν ως χαμένος παράδεισος

    Η δήθεν συζήτηση για τις «μάσκες» εκφράζει μια γενικευμένη αμηχανία. Δεν υπάρχει, βλέπετε «πολεοδομική ιατρική» και «φιλοσοφία του βουλκανιζατέρ». Τα κράτη θα ρίξουν λεφτά στο πόπολο για να΄χουν να πορεύονται ώσπου να έρθει ένα γαμημένο εμβόλιο.

     

    Χωρίς λεφτά; βεβαίως χωρίς λεφτά!

    Αυτές οι κωμικοτραγικές «επιτροπές» που λειτουργούν ως «πολίτμπιρο εκφραστικού διαλόγου», μετατρέποντας τον δημόσιο τομέα σε «στρατόπεδο σκηνιτών», και η δομή μιας «πυραμίδας χωρίς κορυφή» δήθεν καθησυχαστικής (θυμήθηκα τον Αυγενάκη, που «ενημέρωνε» άνευ λόγου) δεν θα γίνουν καν βορά των επιθεωρήσεων, διότι πέρασε η μπογιά της άκεφης σάτιρας.

     

    Σε ένα τέτοιο ραβαΐσι, ποιός μπορεί να μη μεθύσει! Το μόνο που μας έλειπε είναι οι εκλογές!

  • Ορολογίες

    Αν κατάλαβα καλά, η χώρα τέμνεται ανάμεσα σε δύο if. Μεταφράζεται «σε δύο υφάκια». Είναι το if της υγείας, και το if της αφθονίας. Στο πρώτο, περιμένουμε το εμβόλιο και κανα γιατρικό. Στο άλλο, περιμένει ένα ποσό, καθόλου ευκαταφρόνητο, είτε δανεικό, είτε επιδότηση. Όσο ταχύτερα βρεθεί το εμβόλιο, τόσο λιγότεροι θα βάλουν το χέρι στο μέλι.

    Καθώς δεν ξανάτυχε τέτοιος ιός, το μόνο αντίστοιχο που υπάρχει είναι το σχέδιο Μάρσαλ, καθώς και διάφοροι έρανοι που συγκινούσαν το πανελλήνιο, αλλά χάθηκε το μπαγιόκο στο δρόμο. Όπως με τους πυρόπληκτους στην Ηλεία και τους έρμους με ένα τσουνάμι σε μακρινά νησιά.

    Σε κάθε περίπτωση, ακούω βερεσέ όλες τις φιλανθρωπικές εκδοχές και ψάχνω να βρω τους πούρτσους και τους ζαμπαράδες που θα εξαφανίσουν την έξωθεν βοήθεια. Αυτοί κι αν είναι ιοί που ποτέ δεν βρέθηκε γιατρειά απ΄αυτούς.

    Διότι η χώρα μου υποφέρει όχι από διχόνοια και μαλακίες, αλλά από τους πονηράντζες που καμώνονται τις ελεύθερες συνειδήσεις και βγάζουν από τη μύγα ξύδι.

    Για τους περίεργους, ζαμπαράς είναι ο γυναικάς, ο μοιχεπιβάτης, ο σαλιαρέας και πούρτσος το πηδηχτό αρσενικό κατσίκι που προαλείφεται για μέγας Τράγος.

  • Επιτέλους είδα το επιτελείο

    Οργανώνεται πάλι μια φιέστα. Μοιράστηκαν ρόλοι, απονεμήθηκαν αρμοδιότητες, για σήμερα στες έξη. Ο δραστήριος και επίμονος Μηταράκης θα πετάξει στη Σάμο και θα ειρηνεύσει την προσφυγιά που έχει προβλήματα Ραμαζανιού, και θα φωτίσει χωρίς λόγο, το πάθος και το μάθος της παρούσας κυβέρνησης: να αφήνει μισοτελειωμένες δουλειές. Έτσι και ο προβολέας της δημοσιότητας στοχεύσει αλλού, η χώρα μαρμαρώνει.

    Η κυβερνητική δομή δεν θυμίζει κατά τα γνωστά μια πυραμίδα, αλλά μάλλον ένα πλήρες ανθοδοχείο, εννοώ με άνθη και νερό. Όπου «άνθος» ή «ανθός» είναι ο πρωθυπουργός και το στενό περιβάλλον: ο βωβός «πρωτοβουλιακός» δήμαρχος Αθηναίων και οι συναφείς κλάδοι.

    Σε αυτά, το κλειδί είναι στο νερό. Αν εξατμιστεί, το άνθος θα γείρει. Αλλά υπάρχουν και οι ασπιρίνες, κι ένα σιρόπι, η ανθίνη, που ξεγελάει τον χρόνο.

    Πρέπει να κλείνει δεκαετία από μιαν άλλη πρωτοβουλία ενός άλλου φερέλπιδος που επέλεξε το Καστελόριζο για να δηλώσει πως έρχεται το δουνουτού. Τώρα, η Μητσοτάκειος επιφάνεια, πριν φανερωθεί στο κοινό, δεν θα τιμήσει τον ανίκητο Ήλιο ως Ρωμαίος ή το υπέρτατο ον ως ο Ροβεσπιέρος: μία υπέρτατη εταιρεία, η διαΝΕΟσις (ναιναιναι, όπως το γράφω) προηγήθηκε με έρευνα συναισθηματικής αγωγής: αισθάνεστε ανασφάλεια; «Αχ ναι!» απαντά το κοινό. «Πέρισυ ήμανε πάνω κάτω (30%) εφέτο καλυτέρεψα (10%)»

    Βέβαια λείπει ένα 60% (ενδεικτικά τα νούμερα) που κολυμπάει στο σιχτίρ πιλάφ, αλλά στη διαΝΕΟσις μετέχει και ο Στάθης Καλύβας, κάποτε δίδυμο με τον Μαραντζίδη που έκαμε κι αυτός ΠΑΜΑΚ έρευνες. Μια ανάγνωση των μελών αυτής της εταιρείας είναι πολλαπλώς επωφελής.

    Δύσκολα μου βγάζεις από το μυαλό πως υπάρχει πρόβλημα διάσπασης πρωθυπουργικής προσοχής. Ή, η υπαγωγή του σε ένα παντοδύναμο σύστημα ελέγχου της συμπεριφοράς του, που καθορίζεται από κάποια άγνωστη εταιρεία προώθησης υπερηρώων που τον έχει πελάτη. Μπορεί να είναι κάποια Ευρωπαϊκή συνέργεια που να τον θέλει μπροστάρη λόγω ευνοϊκών στατιστικών, πιο έτοιμο να δεχτεί το χτύπημα ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας.

    Διότι αυτά που οργώνουν το εθνικό μυαλό μας, με σύστημα, αφήνουν στη μέση κάτι ουσιαστικό: το γενικό κοινό πειθάρχησε γενικώς στα μέτρα, ανκαι ογκώθηκε η μελαγχολία του. Δεν είμαι σίγουρος για το μέλλον.

    Αν αραιώσουν τα μαθητούδια σε κάθε τάξη, έχουμε άραγε τις αίθουσες που χρειάζονται; Αλλά και τους διδάσκοντες. Ή θα δούμε, εκτός από το θαύμα των άρτων και των ιχθύων και το θαύμα της επιστροφής των αποσπασμένων στις αίθουσες;

    Ευτυχώς, δημοτικά δεν θα ανοίξουν. Είδα μια ώρα εξ αποστάσεως εκπαίδευση Δημοτικού μέσω ΝΕΤ, Γεωγραφία από μια δασκαλίτσα που είχε φτιάξει ως εποπτικό μέσο μια Ελλάδα με ξυλομπογιές και δίδαξε πως η Δυτική Μακεδονία χωρίζεται από την Κεντρική με τον ποταμό Αξιό.

    Θα αγοράσει κανένας κυβερνητικός αριθμητήριο; Ενάμισο μέτρο το διάχωρο στα δικαστήρια, τέσσερα στα τραπεζάκια έξω, δύο λέει ο ένας αρμόδιος, τρία πλειοδοτεί ο συναρμόδιος.

    Η κυβέρνηση είναι απολύτως ομόλογη με την δήθεν αντίπαλό της, την αξιωματική αντιπολίτευση. Κινείται από βλαπτικά έως αυτοκτονικά.

    Είναι δυνατόν να παίρνει γνώμη από επιτροπή και να την κάνει δημόσιο κτήμα, χωρίς να τα βρει με το ΚΚΕ; Φάτε την τώρα με την Πρωτομαγιά. Και ήδη η Εκκλησία κινήθηκε για να αραιώνουν οι περιορισμοί.

    Για την Φώφη, ας λέει ό,τι προαιρείται. Δεν πειράζει. Αλλά ούτως ή άλλως, όσο υπάρχει ο Τσίπρας, θα υπάρχει ύπνος βαθύς απέναντι. Ο Σύριζα έχει μια δουλειά να κάνει, αν θέλει εξουσία: να επιλέξει δεξιά συνιστώσα να τακιμιάσει. Όπως έκαμε με τον Καμμένο που μάζευε τα σπασμένα. Στην πράξη, του λείπει ένας κεντριστής σαν τον Άκη Σκέρτσο.

    Aν δεν συνέβαινε η ψευδαίσθηση πως ο παιδάντς είχε τις ευρωεκλογές και τον Πάιατ στο τσεπάκι του, ένα λάθος που σπανίζει στο μελέτι των εκλογομαγείρων, σήμερα όλα θα ήταν αλλοιώς χρωματισμένα.

    Την προσωρινή ακμή του Μητσοτάκη δεν την προεξοφλώ απλώς, χωρίς να την εύχομαι ― την βλέπω στον τελβέ. Έχει αφήσει μισοτελειωμένα όλα τα υπεσχημένα. Κρύβει τις εξωτερικές πηγές της εξουσίας του.

    Ακόμη και ο Μπακογιάννης έχει περισσότερες ελπίδες να κυβερνήσει. Διότι θεωρώ την παρούσα του ανημπόρια, ως έξωθεν υπόδειξη «να αφήσουμε στο Κολάμπια ένα τράτο».

    Αυτή η «νέα κανονικότητα», ένα έκτρωμα δήθεν παραγωγικού συλλογισμού, θα γίνει η τάφρος μετά παλουκίων, χάρη στην οποία οι εναπομείναντες βυζαντίνοι καταφέραμε και βουλιάξαμε τους ιππότες στη μάχη της Πελαγονίας (το 1259).

    Τα του τουρισμού είναι της πλάκας και δεν μπορεί η Ελλάδα να αλλάξει το παιχνίδι. Βαλκάνιος κόσμος, όσος ήρχονταν, θα έρθει οδικώς αλλά με κονσέρβες κορνμπίφ στο πορτμπαγκάζ και θα μείνει πέντε μέρες. Εκτός κι αν η Ελλάδα συμφώνησε να δεχτεί το δεύτερο κύμα ασθένειας (που θα χρειαστεί παλιακό λοιμοκαθαρτήριο πλέον).

    Επίμετρο

    Ευτύχησα να δω και να ακούσω τον πρωθυπουργό και έξι υφυπουργούς στην παρουσίαση του νέου προγράμματος από την 4η Μαϊου, πλην των σχολικών. Ήταν οραματικός, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε και με έπεισε πως ο λογογράφος του έχει μπει στο πετσί της προσωπικότητάς του.

    Την δουλειά φαίνεται να συντονίζει ο άγνωστός μου Άκης Σκέρτσος που μου πάγωσε το αίμα, πράγμα που εκτίμησα δεόντως. Όντως είναι ο Ευτρόπιος του αυτοκράτορα, ο Ιωάννης Καππαδόκης ενός άλλου και σίγουρα ο Μαξιμιανός του Ιουστινιανού, ο μόνος που έχει ταμπελάκι εδικό του στον Άγιο Βιτάλιο.

    Η παρουσίασή του τα είχε όλα και περισσότερα του όλου. Βέβαιος για τον εαυτό του, όπως κάθε κεντρώος που συνεργάζεται με δεξιές όχθες.

    Ακολούθησαν άλλοι τέσσερις, περισσότερο ή λιγότεροι αναλυτικοί και έκλεισε ο Χαρδαλιάς (με παραπομπή στον Γκαίτε). Επίσης η Εκκλησία θα έχει το λειτουργικό της μετά τις δεκάξη Μάη μήνα κατά το άσμα, δηλαδή στις 17.

    Όσο για εμάς τους γερόντους ή τα ατελή πλασμώδια, ένα θέλουν από εμάς: αυτό που ζήτησε η Μόνικα από την Ρέιτσελ, στα «Φιλαράκια» όταν οι έξι έπαιζαν σε ένα οικόπεδο φουτμπόλ και της ζήτησε να παίζει «μακριά». Μήτε οδηγίες, μήτε καν να ταξιθετούμε κόσμο στα καταφύγια όπως έπρατταν οι γέροντες στο Μπλιτζ του Λονδίνου.

  • Τα καλούδια του Περού

    Δεν περιμένω να γίνομαι κατανοητός παρά σπανίως, κι αυτό επειδή επιβαίνω σε πτερό στρουθοκαμήλου, άρα έχω καβαλήσει το καλάμι. Αλλά αυτό που θα γράψω τώρα, θα το καταλάβετε.

    Είναι ρατσισμός και τυφλή βία, ολόκληρη η δήθεν μεταξωτή αναφορά στην Τρίτη ηλικία. Να βγαίνει καθημερινά πλην Κυριακής, ο εθνικός μας ανθρωπιστής (επειδή ράγισε άπαξ η φωνή του κι επειδή έψαλε σε ναό) και να καθησυχάζει το πόπολο με την φρικτήν αναφορά πως ο θανών ή ο νοσήσας «έχει υποκείμενο νόσημα και είναι άνω των 70». Η φρασούλα αυτή έχει μεγάλη πονηριά, διότι προϋποθέτει μια παραγωγική συμπερασματική πρόταση:

    Είτε : «άρα τι περιμένατε; Μήπως να ζήσει το σάψαλο;»

    Είτε:  «μη φοβού, λαέ, υγιέστατε και κοτσονάτε».

    Το να το διαβάσω ή να το ακούσω μία ή χίλιες μία φορές, δεν θα με ένοιαζε, εάν δεν ήταν η θέση της προτασούλας στο πάγιο κείμενο αριθμολαγνείας που ο ανθρωπιστής μας εμφανίζει.

    Εννοώ πως είναι βιβλικός: τόσοι ασθένησαν παγκοσμίως, τόσο απέθαναν παρομοίως, τόσοι βγάλαν τη σουλήνα, τόσοι γιατρεύτηκαν και κάπου εκεί, το λήμμα περί γερόντων με πολλά κρίματα υγείας. Οι δε Έλληνες νεκροί αναφέρονται στο τέλος της ρετσέτας.

    Πουθενά δεν θα με ακούσετε να τον κατηγορώ. Φυσικά. Δεν έχω αυτό το χούι, παρεκτός κια εξαγριωθώ από κάτι, κι αυτό είναι σπάνιο.

    Ο Τσιόδρας, ως κύριος καθηγητής, έχει βαριά καθήκοντα, διατηρεί τις αρχές του, είναι προφανές πως αγωνίζεται να περάσουν οι απόψεις του στις επιτροπές και δεν με αφορά. Απλώς έχω πρόβλημα με το «υποκείμενο» κολλημένο στο «νόσημα».

    Το «υποκείμενος» περιλαμβάνει άραγε την πάλη με τον Χάροντα που έχει δεχτεί κάτι φοβερές ανάποδες από την αφεντιά μου στα γνωστά μαρμαρένια αλώνια όπου προτιμάει να μας κλείνει ραντεβού;

    Εννοώ πως έχω υποστεί εννιά στα δέκα υποκείμενα νοσήματα, αλλά όλα τα ελέγχω ή τα έχω ταράξει στο μπουνίδι. Άραγε θα υπάρξει γιατρός που να με πληροφορήσει αν ο κορονοϊός γιγαντώνεται αν ανταμώσει ενεργό υποκείμενο νόσημα, ή μήπως στόχος του είναι να ενεργοποιήσει ένα υπνώττον νόσημα που ελέγχω και θα με πεθάνει;

    Όχι, καρντάσια και έμορφες.

    Είμαι σε θέση να καταλάβω τον Νόμο και τα υποχρεωτικα Δερβενάκια που μας περιμένουν, καθώς παραδόθηκε στον Δράμαλη η Κόρθος και θα φουσκώσει η ράχη της απαλάμης του Νικηταρά και δεν θα του βγαίνει το γιαταγάνι.

    Και ο Τσιόδρας, όπως ο Νικηταράς απέκτησε κρατικό δίπλωμα επαιτείας, έτσι και αυτός θα τον υπονομεύσουν αγρίως, όχι εγώ κι εσείς, μικρά αθώα μου σκαθάκια, αλλά ο θρασύς πολύχρωμος παπαγάλος, στολισμένος με καλούδια από το Περού.

    Αλλά αυτό που εσείς δημιουργήσατε, τους «αντίθετους» εννοώ που νομίζουν πως ζούμε στο 1956, οπότε ο Ψυχρός πόλεμος πάγωνε τις καρδιές και ανάγκαζε την αριστερά να βγαίνει έξω με παράξενες περούκες, δεν καταλαβαίνετε καθόλου πως και το παραμικρό παραπονάκι σας, κρατάει έναν οπαδό και σας φεύγουν δεκατέσσερις έντρομοι.

    Και φυσικά δεν θα κρατήσει πολύ η οικογενειακή ευμάρεια του Μητσοτάκη, αλλά δεν θα είστε εσείς οι μουστερήδες και οι υπενοικιαστές του Δημοσίου.

    Δεν σας λέω την πρόβλεψή μου, γιατί εξακολουθείτε να θεωρείτε τον χιτώνα του Νέσσου ένα γουστόζικο, ποθητό συνολάκι. Εσείς σε λίγο θα θεωρείτε την προσφώνηση «ζαγάρια» έπαινο.

    Όσο για την κυβερνητική κουλτούρα, ας ξεχάσει την Πρωτοψάλτη, υπέρ της περουβιανής μαγείας που είναι και πολύχρωμη.

  • Ο δικός μου Ζεμενός

    Έβρισκα το έργο του Ιωάννη Ζεμενού κρυπτικό και σκοτεινό. Η ποικιλία και η πολυμορφία του πεζού του λόγου, τα νεανικά του ποιήματα δεν βοηθούσαν την αμηχανία μου, καθώς παράγει ένα έργο τοποθετημένο με ασφάλεια στην μεσοπολεμική λατρεία στον λυρισμό και την απλή αφήγηση. Έργο που μπορούσε να διεκπεραιώσει ανέτως ένας κλεισμένος στο γραφείο του γραφιάς.

    Ωστόσο, ο βίος του, άλλα μαρτυρεί. Και στον ερευνητή τίθεται ένα καίριο ερώτημα: είναι τα έργα του προϊόν λύχνου ή ζωντανές αναμνήσεις κατά το πρότυπο ενός Ποταγού; Ας μη λησμονούμε τον εξωτισμό, ως έντονο σύμπτωμα της λογοτεχνίας μας στην καρδιά του εικοστού αιώνα. Ήτοι το κίνητρο που οδηγεί τον Κόντογλου σε ιστορίες κουρσάρων και τον Μποστ να οδηγεί το δηκτικό πενάκι τους στις Σταυροφορίες. Καθώς τα γηρατειά έχουν όλα τα απαίσια και θρηνώδη, αλλά προσφέρουν άφθονο χρόνο, βασίστηκα σε σχόλια και παρατηρήσεις παλαιοτέρων, για να ξεκινήσω μιά προσωπική έρευνα, αποφεύγοντας να τελειώσω ένα μυθιστόρημα που με στοιχειώνει χρόνους δώδεκα, σαν το καστρο της Ωριάς.

    Ο φιλόφρων Δημήτρης Γραμμένος, είχε την καλωσύνη να μου εγχειρίσει ανέκδοτο ποίημα του Ζεμενού, χρονολογημένο ασφαλώς περί το 1968 (καθώς βρέθηκε στο αρχείο του τσιμπικωμένο σε έναν λογαριασμό της ΔΕΗ του πρώτου τετραμήνου αυτού του έτους). Ήταν η απαρχή μιάς αποκάλυψης. Δεκάξι στίχοι σε τέσσερις στροφές, συνθέτουν το άτιτλο ποίημα. Σας το απαγγέλω:

     

    Πως προτιμούσα πάντοτε το Αλγέρι και το Σφαξ

    Περιφρονώντας Σαμονί, το Γκστάαντ και το Νταβός

    Υπάρχει στα βιβλία μου σποράδην κι εναλλάξ

    Το βλέπει και το εκτιμά ο κάθε λαπαβός

     

    Στα ντόκια και τις θάλασσες, ξοδεύω τη ζωή

    Σα μπερτεκός που γήτεψαν οι βάλτοι και τα βούρλα

    Δεν τον αντέχω τον βοσκό που απλά φυτοζωεί

    Κι απ΄τον αέρα του΄ρχονται της πόλης τα ταμπούρλα

     

    Και αν τη χαρά μου τη χρωστώ σε κάποιον Κακαράπη

    Δεν είναι λόγος να χρωστώ σε κανενός καρδιά

    Στη θάλασσα θα αναζητώ κάθε καινούργια αγάπη

    Κι ας μου χαρίσαν τα βουνά καράβι και φλουριά

     

    Ας μείνουν να βολεύονται με γκλίτσες και με μπόλια

    Τον γεμιτζή υποδύονται σε σιδηρό κελί

    Πιστεύεις πως σε λεν Σεβάχ, ενώ σε λένε Κόλια

    Κι όλο ψαρεύεις στο φτερό κατσίκια τσαπαρί

     

    Προφανώς αποτελεί σατιρικό έμμετρο εναντίον του Καββαδία, με τον οποίον ήταν συνομήλικοι, αλλά η λάμψη του τελευταίου δεν συγκρίνεται με την αφάνεια του παραγνωρισμένου Ζεμενού. Ο οποίος, παρά το υπάρχον βιογραφικό του Καββαδία, τον θεωρεί ορεσίβιο και μάλιστα ελάχιστα θαλασσινό, μιλώντας υποτιμητικά για την καμπίνα ενός Μαρκόνη ως «σιδερένιου κελιού» και στοιχίζοντας το όνομα Κόλιας ως προφανώς αρβανίτικο.

    Αλλά αυτά αφορούν τους ερευνητές και τους συνθέτες του Καββαδία. Η δική μου προσοχή, εστιάστηκε σε τρεις λέξεις και τον δωδέκατο στίχο. Θα προσπαθήσω να φανώ δίκαιος και χρήσιμος, ιδιότητες που ένας ποιητής αποκλείεται να διαθέτει.

    Είναι οι λέξεις, λαπαβός και μπερτεκός, το όνομα Κακαράπης και ο στίχος «κι ας μου χαρίσαν τα βουνά καράβι και φλουριά».

    Λαπαβός είναι μια λέξη που απαντά σε τοπικό ιδίωμα των Κραβάρων, ενός ιδιολέκτου που χάνεται ωσάν τα κουδαρέικα και το τιτλοφορούν τα μπολαριότικα. Βασίζεται στο ανακάτεμα των συμφώνων και έχουν σωθεί αρκετές λέξεις. Κατά ταύτα, «λαπαβός» σημαίνει «παλαβός» και φέρεται να το χρησιμοποιούν στον Τυμφρηστό και στον βόρειο Κορινθιακό.

    Μπερτεκός είναι το βατράχι στα αρβανίτικα, προφανής παραφθορά του Βαθρακός και υπάρχει σε επιθετικό δημοτικό τραγούδι που υμνεί έναν οπλαρχηγό από τη Λεβαδειά που σκότωσε ο Καραϊσκάκης.

    Τέλος, Κακαράπης είναι η προσηγορία ενός ληστή των ορέων που μετά από μιά περίοδο ψυχρότητας, μπήκε στην συμμορία του Νάτσιου, του θρυλικού Νταβέλη, που σκοτώθηκε μαζί του στην σύγκρουση του Ζεμενού της Αράχωβας, το 1856, όταν ο Μακρής εξόντωσε τους ληστές και έχασε τη ζωή του.

    Ως τώρα, συνάγεται γνώση προσώπου και λέξεων της ορεινής Ρούμελης και μιά συμπλοκή ενόπλων στα μέσα του 19ου αιώνα, σε τόπο που φέρει το παρόνομα του Ζεμενού.

    Έως σήμερα, η έρευνα θεωρεί τον Ζεμενό άνθρωπο της θάλασσας, γεννημένον εν πλω, παιδί Λεσβίου και Πορτογαλέζας που έφαγε τα χρόνια του σε μέρη εξωτικά κυρίως. Καμιά σχέση με τη Ρούμελη. Μήτε καν στο έργο του, ως απλό λήμμα.

    Και τώρα, έρχεται εις επίρρωσιν της αναζήτησης, ο στίχος όπου ο Ζεμενός βεβαιώνει ότι χρωστά ένα καράβι και φλουριά σε κάποια βουνά.

    Βέβαια, σε περιοδικό λαθροβίωτο ονόματι Εθνική αναζωογόνησις που έβγαζαν πολιτικοί φίλοι του διαβοήτου Μανιαδάκη και είχε στόχο την εύρεση ελληνικής ρίζας σε προφανώς ξένους δημιουργούς που έζησαν στην Ελλάδα, όπως τον Ισπανό Μαβίλη, τον Γάλλο Τερτσέτη και τον Αμερικανό Μέρλιν, υπάρχει ένα αρθρίδιο με τίτλο «ποιό Γιβραλτάρ» όπου ο ανώνυμος ερευνητής παραθέτει δικαστικό πόρισμα απαλλακτικό του πατέρα του Ζεμενού, που κατηγορήθηκε αδίκως ότι δολοφόνησε την σύζυγό του Πορτοκαλιά Νικολέλη. Εκεί θεωρεί ότι η μητέρα του Ζεμενού δεν ετάφη στην Ιβηρική, διότι δεν ήτο Πορτογαλικής καταγωγής, αλλά ελέγετο απλώς Πορτοκαλιά.

    Στην ιστορία του Νταβέλη, υπάρχει η υπόθεση Μπερτώ. 1865. Ένας Γάλλος αξιωματικός απήχθη από τον λήσταρχο και το ελληνικό κράτος τον απελευθέρωσε πληρώνοντας 30 χιλιάδες χρυσές δραχμές. Οι εφημερίδες Πρόνοια και Φάρος του Πειραιώς, έχουν λεπτομέρειες. Τα λύτρα σε δύο σάκκους και υπό συνοδεία στρατοχωροφυλάκων μπήκαν σε ένα μπαρκομπέστια στην παραλία της πατρίδας του Ησιόδου και η συνοδεία πέρασε απέναντι στην Κορινθία, όπου τα παρέλαβε ομάδα συνεργαζομένων με τον Νταβέλη ληστών και την επαύριον ο Μπερτώ επέστρεψε στην οδό Πειραιώς, απ΄όπου και απήχθη. Ο Φάρος θεωρεί εμπνευστή της ανταλλαγής τον σύντροφον του Νταβέλη, Κακαράπην.

    Άρα, φωτίζεται η μνεία του Ζεμενού στον Κακαράπη, που του χρωστάει την χαρά. Καθώς τα λύτρα αυτά, θεωρείται βέβαιον ότι ενίσχυσαν εκτός του κεμερίου του Νταβέλη, και το κεμέρι του Κακαράπη και άλλων συνεργατών, ακολουθούμε το follow the money για να ξεμπλέξουμε.

    Πατρίς του Κακαράπη ήταν ο Ζεμενός. Έως σήμερα, η έρευνα τον θεωρεί γόνο του Αραχωβίτικου Ζεμενού. Αλλά η πλεύσις των φλωρίων εις κορινθιακήν παραλίαν, με οδηγεί στον άλλον Ζεμενόν, της ορεινής Κορινθίας.

    Θεωρώ πιθανόν, που το ποίημα καθιστά βέβαιον, πως ο Κακαράπης έκρυψε το μερίδιό του στην γενέτειρά του. Καθώς την άλλη χρονιά σκοτώθηκε, είναι απίθανο να τα ξόδιασε. Και εδώ, υπάρχει ένα άλλο πολύτιμο στοιχείο.

    Το 1903, ποθώντας να φωτογραφίσει μνημειωδώς τον Παρνασσό, ο πολύς Φρεδ Μπουασονά με το συνεργείο του έμεινε αρκετές ημέρες στο Ζεμενό της Κορινθίας, φιλοξενήθηκε από τον παπά του χωριού που μάλιστα του παραχώρησε το δωμάτιό του και ο ίδιος κοιμόταν στον στάβλο με το αγελάδι του. Από τις έξι φωτογραφίες που έβγαλε στο χωριό, σε μία, ιστορείται μια παρέα με δύο ηλικιωμένους και έναν Γάλλον ενώ αριστερά, σφριγηλός νέος κοιτά τον φακό, ενώ όρθια τον κοιτάζει νέα και εύμορφη κυρά, σε μία προφανώς στημένη φωτογραφία. Τα ρούχα του νεαρού ζεύγους είναι παραδοσιακά, αλλά ο τίλλων τον μύστακα νέος φορεί υποκάμισον με ρωσικόν κούμπωμα ενώ το χλαμύδιό του φέρει χειροποίητη ούγια (στρίφωμα) αμφότερα σπανίζοντα και πολυτελή. Εξάλλου το παντελόνι του είναι ριγέ και παραπέμπει εις δανδήδες των Αθηνών. Η νεαρή φέρει μπόλιαν προφανώς εξ αγρίας μετάξης και το χτένισμά της προαπαιτεί συνέργειαν υπηρετρίας, ενώ εις το αντερί της, φαινομενικώς απλούν, μπορούν να μετρηθούν τουλάχιστον 12 σφηκοφωλιές στη μέση, είδος ραφής σπανίζον και κατά την μπελ Επόκ δημοφιλέστατο στα Παρίσια.

    Κατ΄εμέ, ήσαν άνθρωποι που διέθεταν κρυμμένα λεφτά και τα χρησιμοποιούσαν υπό περίσκεψη, μη και τους φάνε τα κουτσομπολιά και οι ροφιάνοι.

    Πιθανολογώ ότι ο Ιωάννης Ζεμενός, αγνώστου παρωνυμίου, ο γεννηθείς μετά οκτώ έτη, ήταν το παιδί του ζεύγους αυτού, που είχαν παππού τον θανόντα το 1856 Κακαράπην, οι οποίοι προίκισαν το μοναχοπαίδι των με σημαίνον ποσόν εκ των λύτρων. Κι έτσι, ο Ζεμενός ήταν κάτοχος καραβιού, που του εξασφάλισε μεσοπολεμικήν ζωάρκειαν, χάριν στην οποία εσπούδασε στη Θεσσαλονίκη και αφιερώθηκε σε τροπαλιζόμενο και φρενήρη βίον, επινοώντας φανταστικούς γονείς, δεινός κολυμβητής του περιηγητικού ύφους, που η λατρεία του στη θάλασσα εξυπηρετήθηκε, αλλά επινόησε να βραχεί υπό το όνομα της ορεινής του πατρίδας και πικραμένος επειδή ο Καββαδίας μετά την έκδοσιν δύο έργων του από τον «Γαλαξία» το 1961, απέβη τελεσιδίκως διάσημος, πέρασε την Τρίτη ηλικία πικραμένος, ημιπολυτελής και δυστυχής, καταγράφοντας με σιβυλλικό τρόπο σε ένα από τα τελευταία του πονήματα, ένα κλειδί για την κατανόηση των έργων και των ημερών του.

     

    Ιωάννης Ζεμενός, συλλογικό έργο, εκδ. Αίολος 2015, η δική μου συμβολή.

  • Κόντρα στην κόντρα

    «Λόγω μεν δημοκρατία έργω δε η του πρώτου ανδρός αρχή». Aυτήν την απροσδόκητα εξομολογητική φράση, ένας ghost writer της αρχαιότητας, ο Θουκυδίδης, βάζει στα χείλη ενός περιφανούς Αλκμεωνίδη, του Περικλή, ενώ εκφωνεί τον «Επιτάφιό» του, τιμώντας τους πρώτους νεκρούς του πελοποννησιακού πολέμου.

    Είναι μια φράση που ταιριάζει στον κειμενογράφο του έργου, στον γιο του Ολόρου κι όχι στον πολιτικό ήρωα που ταυτίστηκε με τον Χρυσό αιώνα. Δηλαδή στον ιστορικό που ήξερε σαν την παλάμη του το γεωγραφικό ανάγλυφο του Παγγαίου και της Θασιακής περαίας και πλούτιζε από τα μεταλλεία της Σκαπτησύλης.

    Στον στρατηγό που έχασε την Ηιόνα, την σκαλα της Αμφίπολης, επειδή ο εχθρός της πατρίδας του, ο Βρασίδας, έδρασε αιφνιδιαστικά, προκαλώντας την απόλυσή του.

    «Λόγω μεν δημοκρατία». Δηλαδή, δημοκρατία στα λόγια. Αυτά τα λόγια, εκφράζουν έναν επικριτή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, όχι έναν εγκωμιαστή της.

    Αυτά σκεφτόμουν τις προάλλες, καθώς τριβέλιζε το μυαλό μου, η εικόνα ενός ξανθού Μάρλον Μπράντο, που εκτελείται από τον Μοντγκόμερι Κλιφτ και τον Ντην Μάρτιν, στο φινάλε των Young lions, ενός κινηματογραφικού έργου του Ντμίτρικ, που παίχτηκε στην Ελλάδα με τον τίτλο «ο χορός των καταραμένων» το 1959.

    Ο Μπράντο έπαιζε ένα Ναζί, οι άλλοι δύο αμερικανούς στρατιώτες. Λοιπόν, εντεκάχρονος, βγήκα από το σινεμά γερμανόφιλος ως τα μπούνια! Στην μαθητική έκθεση των μαθητών του σχολείου, εξέθεσα σκίτσα με σκηνές πολέμου, όπου ήρωες ήταν οι Γερμανοί κι όχι οι Σύμμαχοι. Επειδή ένας προέφηβος, φιλοσόφησα αργότερα, είναι με το μέρος των ηττημένων.

    Πάντα. Ποτέ με κανέναν νικητή. Από την ίδια μήτρα βγαίνει ο Αλέξανδρος ως «σφαγέας των λαών», η συμπάθεια στον Ρομπέν των Δασών, αλλά και στους ληστές των ελληνικών ορέων, το κύμα των «συμπαθούντων» σε πολιτικούς δολοφόνους και πλήθος ιδεολογημάτων που οι μεγάλες ηλικίες απεχθάνονται.

    Στην ίδια περίοδο, και ώσπου να αλλάξω ορμόνες, σφόδρα διασκέδαζα σπάζοντας τζάμια, καπνίζοντας σε σκοτεινά πάρκα, πιστεύοντας κάθε τερατολογία, επιθυμώντας να μπαρκάρω σε πορφυρούς ωκεανούς, μαζί με τους φίλους μου, που έμοιαζαν κανονικά παιδιά από επαρχία, αλλά είχαμε μια μανική απόκρυφη και σπαστική τάση για παρατυπία. Ναι, ήμασταν έφηβοι. Και τα παιδιά που αναστήσαμε το ίδιο, και τα εγγόνια δεν θα φέρονται διαφορετικά.

    Μόνον έτσι κατάλαβα γιατί, γράφοντας προ ημερών ένα επετειακό σημείωμα για την 21η Απριλίου, ίσως το δέκατο στη ζωή μου, ξαφνιάστηκα με την αντίδραση αναγνωστών που υπεραμύνονται της «σχολής των δικτατόρων», παρά τα βυτία αντιστασιακής και αντιχουντικής φιλολογίας που έπεσε στα κεφάλια τους ως μέρος της «εθνικής αφήγησης».

    Καθώς το facebook επιτρέπει περιοδείες στα προφίλ των ανθρώπων, εκτός από τα προδήλως πλαστά και ψευδώνυμα, οι υπερασπιστές του Παπαδόπουλου ή του Ιωαννίδη ήταν νέοι άνθρωποι, κι όχι νοσταλγοί με το ένα πόδι στον τάφο.

    Σε αυτούς τους αναγνώστες, άσχετο αν πιστεύουν στο υπέρυθρο ή στο υπεριώδες φάσμα του ουράνιου τόξου, οφείλεται, κατά τη γνώμη μου, η εμμονή, κόντρα σε αυτά που πιστεύουν οι γονείς τους. Φυσικά, υπάρχουν και ομονοούσες οικογένειες, αναντάμ παπαντάμ βέβαιες πως μας ψεκάζουν και πως ο Χίτλερ ήταν ένας οραματιστής χορτοφάγος ζωόφιλος ζωγράφος, που τον έφαγαν αδίκως, ποιος άλλος; οι Εβραίοι.

    Βλέπετε τι γίνεται με τον κορονοϊο. Σε τέτοιες συλλογικές καταστάσεις, λαμπρύνονται καριέρες κονκισταδόρων της «κούφιας γης» και περιφρονητές των «δρακονιανών μογγολοφτυμάτων».

    Βλέπετε, η ζωή στον πλανήτη μας, κυριαρχείται από ένα εύρημα στο κουτί της Πανδώρας, την μορφή της Ελπιδας, που είναι τόσο ογκώδης, και με τόσο μικρά φτερά, που αποκλείεται να ξεκουνηθεί και να πετάξει.

    Πολιτική ανάλυση σε κάτι τέτοια φαινόμενα, καταλήγω, μόνο βλαπτική είναι και ελαφρώς ανούσια. «Κακό πράγμα βεβαιως, να πράττεις κάτι που εντέλει πράττεις» (οπως έγραφα στα 20) αλλά το πράττεις, ούτως ή άλλως. Ίσως μάλιστα να είναι τελείως λάθος ο όρος «δικτατορία» και προτιμητέα η «τυραννία» αλλά τέτοια ώρα, τέτοια λόγια.

  • Ο εκνευρισμός

    Λειτούργημα-ξελειτούργημα, η δημοσιογραφική ερώτηση που δεν καλύπτεται από την ικανότητα αυτού που ρωτάει και την εμπειρία αυτού που απαντάει, συνήθως οδηγεί σε κοινωνικό φρακάρισμα. Ο ερωτών θεωρεί πως ο ερωτώμενος κρύβει ακόμη και τα ματοτσίνορά του, ο ερωτώμενος είναι βέβαιος πως κάποιος τον κάρφωσε κι ας είχε να ιδεί σφυρί από το νηπιαγωγείο.

    Αμφότερα, άτοπα.

    Στην ενημέρωση της 18ης ώρας της 24ης Απριλίου ενεστώτος έτους, οι ερωτήσεις ήταν σταθμισμένες και με σαφή υπονοούμενα πως κάποιος, κάπου, κάποτε τηνε πάτηκε (αγοραία μορφή του «τηνε πάτησε»). Κάτι με ιδιωτικό ίδρυμα της θεάς Υγιείας, κάποια πιθανολόγηση που ήταν απλή διάδοση, ο ιατρός ο φέρων την ακάνθινη κορόνα και ο κυβερνητικός πραίτωρ Δράσις (γενική του Δράσιδος), αφοσιώθηκαν σε αυτό που κάθε νεοσσός της δημοσιογραφίας ονειρεύεται: άρχισαν τις επεξηγήσεις.

    Για τον ακροατή και θεατή εκ Μεσελλήνων, η επεξήγηση επισήμου όντος μεταφράζεται σε ένα γνωμικό: τα κουκουλώνει, τα κρύβει, τον τσακώσαμε.

    Διότι ο επίσημος παραμένει επίσημος μόνον σε δύο περιπτώσεις: όταν απαντά με παγωμένο βλέμμα, μονολεκτικά (ένα «όχι», ένα «διαψεύδω», ένα «παπαριές») ή όταν γελά, αμέριμνα όμως, και με πείραγμα («από τα καλάθια ψωνίσατε αυτήν την είδηση;»)

    Αμφότεροι και οι δύο ερωτώμενοι, με διαφορετική χροιά φωνής εξήγησαν διαψεύδοντας και διέψευσαν εξηγώντας, με κάπως περισσότερα λογάκια.

    Έγκλημα καθοσιώσεως. Κάτι ξέρουν και το κρύβουν διότι.

    Σε κάθε περίπτωση, είναι ώρα να αλλάξει η βάρδια. Και της ενημέρωσης και της τετάρτης εξουσίας.

    Κάθε απόγευμα, η συνέντευξη θα μεταστοιχειώνεται σε κάτι «ύποπτο» και «υποβολιμαίο» άνευ λόγου. Τα δύο μέρη βρίσκονται ήδη σε θέση μάχης.

    Η στοχαστική θυμοσοφία που διαχέεται από την μία παράταξη είναι ασύμβατη  με την καρφωτική εκ πλαγίων πληροφόρηση που κρύβει η ερώτηση.

    Προφανές πως η κυβέρνηση δεν κρύβει τους επικοινωνιακούς της στόχους, με αυτήν την ζαλιστική παράθεση στόχων τύπου «μένουμε μέσα» και «τώρα μιλάει ο Α-θε-ρί-δης», με τρυφερίζουσα μουσική ταπισερί και ambient χαλάρωση, ενώ η αντιπολίτευση παραμένει προβλέψιμη: ο Βελόπουλος «δεν θεραπεύει», ο Βαρουφάκης «θα πάει στην Αίγινα», για να μείνω στην βάση του εποικοδομήματος.

    Όσο για τον Σύριζα, η αποκοπή από τους Ανέλους, τον στοιχειώνει.

    Ο εκνευρισμός και η έξαψη όταν ολούθε η Κρίση και η Ύφεση δείχνουν σαράντα δόντια, τέσσερις χαβλιόδοντες και εκατό νεογιλούς, είναι ναρκοθετημένες έννοιες, κι ας φωνάξει επιτέλους ένας πιτσιρικάς πόσο γυμνός είναι ο βασιλιάς.