Author: Πετεφρής

  • Ατουταλέρ, Αταχουάλπα!

    Ατουταλέρ, Αταχουάλπα!

    Aποθύμησα την «Λαυσαϊκή» ιστορία, που την απέκτησα καταστόλιστη στα χρόνια της χούντας, ήτοι την περιγραφή αιγυπτιακών ερήμων, κυρίως της Νιτρίας, όπου κατοικούσαν σε υπόγεια, σε τάφους και μασταμπάδες, ασκητές και ασκήτριες που είχαν απαρνηθεί τα εγκόσμια σε μιαν εποχή που η Φύσις όλη είχε απαρνηθεί τον εαυτό της.

    Στην περίπτωσή μου, τραβάω δεινά από παρενέργειες ενός εμβολίου για γρίππη, του οποίου διατελώ ευπειθής οσιομάρτυρας. Αλλά δεν μ΄αφήνει τίποτε να αγιάσω. Κοκκαλωμένος ωσάν ενοικιαστής του Τάφου του Ινδού (ή της νεότερης ιστορίας του Γκάνγκα Ντιν) παρακολουθώ ό,τι μου σερβίρουν από τα ΜΜΕ, επειδή έχω δει πάνω από τρεις φορές οποιοδήποτε κινηματογραφικό έργο έτυχε να ανεμίσει το πτέρωμα του πόθου μου.

    Φερ’ ειπείν, η οθόνη κατακλύστηκε από τον αριθμό 14. Ένας πιτσιρικάς κρατήθηκε για κακούργημα και έγινε το σώσον Κύριε. Και το πιάσαν το παιδί για μια μολοτοφίτσα. Μετά τον είδα, σε συνέντευξη, όταν τον άφησαν.

    Χαλαρά. Δίκαιος των Εθνών. Ένα παιδί που δεν χρειάζεται μήτε το χάδι της μάνας ή τη σύμπνοια του δικαιωματιστή, αλλά να το παραλάβει ένας παλαιός αγωνιστής, με πλήθος ουλές από βρωμόξυλα και να του μάθει τι εστί «αντάρτικο πόλεων». Δηλαδή κάτι που ουκ εστί. Παρατηρημένο πως όλοι ετούνοι οι προσωρινοί ήρωες φτιάχτηκαν από τα αποδέλοιπα της γενιάς που τα γέννησε.

    Όχι. Ο Κόσμος που ζήσαμε και όπου να ναι τον παραδίδουμε στο άδηλο μέλλον, είναι ανάξιος να κρύψει τα δάκρυα ή την οργή των εφήβων. Ο χαμός για μια εισαγγελέα που ζήτησε να μη φυλακιστούν οι χρυσαγυγίτες, δεν σχετίζεται με την πάλη του φωτός με το σκότος (όλοι, μα όλοι οι εξεγερμένοι εμβολιάστηκαν κατά της Επανάστασης) αλλά με το σύστριγγλο των κοριτσιών που διεκδικούν έναν Παναγιώτη -κουτορνίθα στο Bachelor ή στις εξεγερμένες του Περσέα, με το ένα μάτι και το ένα δόντι που το μοιράζονται, στις δίπλες των μηρών τους, στις Νέες Βέδδες του Big Brother.

    Τον κορονοϊό και τα τούρκικα εμβατήρια τα έχω ήδη διαγράψει. Ήδη νομίζω πως το μόνο motto που αξίζει να διατηρήσω είναι το «ανέκφραστα θα μείνουν όσα νοιώθω» του 1964. Εξάλλου, ήδη διεμβολίζεται ο μήνας Οκτώβριος, ο κοινοβουλευτικός μας κόσμος περνάει περίοδο ανοϊκής αντοχής, για την γραφειοκρατία, χαιρετίσματα πως λένε ψέμματα, επειδή κατά ένα παλαιότερο motto «πάντοτε βρίσκουνε τρόπο οι εργολάβοι».

    Άντε, ατουταλέρ..

  • Αεροστασία

    Αεροστασία

    Oι χαρταετοί τύπου Χαργκρέηβ που μπορούσαν να ανεβάσουν άνθρωπο στα ουράνια και τα πρώιμα αερόσταστα, ήδη από τον 18ο αιώνα, αμή και μύριες αδέσποτες φήμες για την προέλευση των «φαναριών» που φώτιζαν εορταστικούς ουρανούς σε πολλά σημεία της Εύκρατης ζώνης, αλλά και στην δυτική ελληνική χερσόνησο, διατήρησαν επί δεκαετίες το ενδιαφέρον μου. Ιδίως η διοίκηση του Αλή Τεπελενλή που είχε γραμματεία, μιας μορφής στρατιωτική ακαδημία, γιατρούς και προξένους, διατεταγμένη αρχαιοκαπηλεία και καταστατική, άκρως συστημική βάναυση βία κατ΄αντιπάλων. Ο λόγος του ενδιαφέροντος είναι στο τόπο-μιλάμε για την Ήπειρο, τους ορεινούς πληθυσμούς, την ένταση στα πεδία της μόρφωσης, την άκρα κινητικότητα και την εμπορική ιδιοφυία, την αυτοτέλεια των οικισμών, το πολεμικό πνεύμα, την αγάπη στην μόρφωση, την έννοια της φαμίλιας, ενδημούσα από τις εκβολές του Ροδανού έως τις εκβολές του Άλυος, πληθύ ευεργετών. Και λησμονώ επίτηδες την επιστολή προς Έλγιν, την ανασκαφή στην εν Κανδαουία Απολλωνία, τους «κίονες» του θησαυρού του Ατρέως στας Μυκήνας, την πισίνα στη βίλλα του Βελλή, την λατρεία προς τον Πατροκοσμά.

    Σύμπτωμα αυτής της οσημέραι ακμάζουσας γοητείας, η διαχρονική ασκητεία των ηπειρώτικων διαμονητηρίων, η διαφορετική έννοια του «ζάπλουτου», η φιλομάθεια, η εξαιρετική υπαγωγή της ιδιώνυμης αρχιτεκτονικής του τόπου, και βέβαια, το φιλοπερίεργο. Μικρή ένδειξη, ο Φεβρουάριος του 1803, ότε λυσσομανούσε η Αγγλογαλλική αντιπαλότητα και μιας μορφής αιώνας των Φώτων, η αυγή του πλέον  spleen ρομανισμού και ένας ιατρός, ονόματι Παχώμης, ο πρώτος που ετόλμησε να ανεβάσει αερόστατο στα Γιάννενα, και ενέπλεξ η ιστορία τους δύο άλλους ιατρούς, τον Ψαλλίδα και τον Βηλαράν, δυνητικούς σαρκαστές της ανεπιτυχούς προσπάθειάς του.

    Εποχή: αναφέρεται πως η απόπειρα έγινε από τον ιατρό ή αργυροχόο ή χρυσοχόο Παχώμη, ή, όπως θέλει ένα ποίημα «Παπαχάμος». Με καταγωγή είτε από το Συρράκο, είτε από τους Καλαρρύτες.

    Η πλησιέστερη προς τα πράγματα εκδοχή υπάρχει σε έκδοση του 1901, λαογραφική, όπου ανακριβώς εμφανίζεται ο Αθανάσιος Ψαλλίδας ως ποιητής ενός εμμέτρου χρονικού και είναι μάλλον ο ρέκτης και σατιριστής Βηλαράς, που ηύρα σε συμπαθέστατο blog ηπειρώτικο. Έχω πλήθος ερωτημάτων ως μη Μολοσσός, μη Ιλλυριός και μόνον Βλαχοπόντιος, αλλά το αναδημοσιεύω ως έχει.

    Το σατίρισμα αυτό μνημονεύεται ως έργο Βηλαρά εκ στίχων 150, αλλά ενώ η πιθανολόγησις πως εγράφη υπό Ψαλλίδα, δυσκόλως ευσταθεί ενώ το στιχηρό στην «έκδοση» του 1901, υπερβαίνει τους 190 στίχους -ενδεχομένως το έμμετρον αφήγημα να διετηρήθη με προσθήκες σε όλον τον 19ον αιώνα.

    Χαρακτηριστικό είναι το γλωσσικό «ξεψάρωμα» της βλαχικής διαλέκτου, μάλλον λόγω της απίστευτης ακμής των Τσιντσάρων μετά τον 18ον αιώνα. Με τόλμη και επίγνωση πως οι αναγνώστες δεν θα είχαν άγνωστες λέξεις, υπάρχουν προτάσεις και εκφράσεις της βλαχικής, με προφανή πειρακτική διάθεση. Σημειωθήτω πως στην Ρεντίνα της Καρδίτσας, και σε εκεί ναόν, σώζεται επιγραφή του 1753 εις την Βλαχικήν, νομίζω η πρώτη που επεφάνη εις τα μέρη αυτά. Δεν υπάρχε γαρ ρουμανοβλάχικη εκείνα τα χρόνια, διότι δεν υπήρχε Μαργαρίτης να ξεσηκώνει τις ταφόπλακες.

    Το ποίημα διαθέτει ιδιωματισμούς που αγνοώ, άγνωστες λέξεις, ρωμέικες ή βλάχικες, αλλά προσδοκώ αναγνώστες κραταιούς ετυμολογιών και ερμηνειών.

    Αλλά πρώτα, το ποίημα που εκκρεμεί, από πηγή του 1901, που αφορά πράξεις του 1803:

    Πού είσθε κόσμοι συναθροισθήτε,

    Δράμετ’ ευθέως και μην αργείτε,

    Μικροί μεγάλοι, παιδιά γερόντοι,

    Πτωχοί και πλούσιοι, λαός κι αρχόντοι,

    Κουτζοί, αόμματοι και κρατιμένοι,

    Υγιείς και άρρωστοι, σακατεμένοι,

    Όλοι όσ’ είσθε συναθροισθήτε,

    Θαύμα μεγάλο για να ιδήτε,

    Τρεχάτε γλίγωρα, τρεχάτε λέγω,

    Τ’ αν δεν προφθάσετε, εγώ δεν πταίγω.

     

    Ελάτε όλοι, τινάς μη μείνει,

    Τ’ ό,τι θα γίνη, ποτέ δεν γίνη.

    Του περιφήμου πολλά βλασσιάρου

    Ευτυχισμένου γάλλων Ικάρου,

    Μέλλει να ιδήτε και γολφονιέρου

    Ζηλωτήν μέγαν. Καλάρη χαίρου.

    Χαίρου Καλάρη τ’ είναι παιδί σου,

    Κ’ η δόξα όλη είναι δική σου,

    Ίκαρος νέος με νέον τρόπον,

    Θέλει πετάξεις τούτον τον τόπον.

    Τρεχάτε κόσμος, ως πότ’ αργείτε

    Να η παράταξις, συναθροισθήτε,

    Μωρέ τι συνάθροισις τι κόσμου πλήθος,

    Να κι ο Παχώμης με γλυκύν ήθος.

    Γλίγωρα γλίγωρα, πάντων προτρέχει,

    Και εις τους πλάταις του το βάρος έχει

    Τον βοηθάει αριστερόθεν,

    Ο Γεώργιος Σκιούρτης, και δεξιόθεν

    Ο κυρ Δημήτρης τ’ αντισηκώνει,

    Πάντα το βάρος τού διωρθώνει,

    Νικολός Γιάγκος με το μπαστούνι,

    Του κυρ Παχώμη το κοντογούνι.

    Τρία πατήματα οπίσω μένει,

    Και φορτωμένος μ’ αυτά πηγαίνει

    Ο Κοντογιάννης εις το κεφάλι,

    Γεμάτον κάρβουνα ένα μαγκάλι.

    Ο Γιώργης Άρτης στο δεξί χέρι

    Ένα καλάθι γεμάτο φέρει

    Δέκ’ άλλοι βλάχοι ακολουθούσι

    Και ο καθ’ ένας κάτι βαστούσι.

    Τριχαίς παλούκια τζαπιά και φτιάργια

    Περών’ αρίδες, χοντρά σκεπάρια,

    Σακκιά με πίσσαν και με κατράμι

    Και δυό ζαλίκια λιανό καλάμι,

    Όλα χρειώδη δια την σφαίραν

    Που θα πηγαίνη χειμάρρου πέραν,

    Πλήθος παιδίων τους τριγυρίζουν,

    Χορσίσω ρίχνοντας, και τους σιουρίζουν

    Πηγαίνουν έρχονται άϊντε φωνάζουν,

    Ένα του άλλου, μακρόθεν κράζουν

    Άϊντε να ιδούμεν, άϊντέστ’ ακόμι

    Την σιαμαντούραν του κυρ Παχώμη

     

    Φθάν’ η παράταξις στον ωρισμένον

    Τόπον, για τούτο ετοιμασμένον,

    Οι συντοπίταις ευθύς σιμμώνουν

    Τον κυρ Παχώμη που ξεφορτώνουν,

    Ο Κοντογιάννης σιμμά πηγαίνει,

    Με το μαγκάλι, και τ’ αποθένει,

    Φορεί ο Παχώμης το κοντογούνι,

    Και ο Γεώργιος Άρτης ένα φουσούνι,

    Απ’ το καλάθι ευθύς ευγάζει,

    Μα ο Παχώμης του το αρπάζει

    Και μοναχός του τότ’ αρχινάει

    Σαν καλός γύφτος για να φυσάη,

    Όμως μη τύχη και πάρ’ αέρα,

    Πρό του χρειώδους καιρού η σφαίρα.

    Ο Γεώργης, Γκιούστης, Κολέτας Δήμος,

    Οι δύο προβάλλουν πολλά φρονίμω,

    Με τα σχοινία καλά δεμένη,

    Να την κρατούσι εσφαλισμένην,

    Λοιπόν ευθέως παλούκια σταίνουν,

    Και με τους σπάγγους την σφαίραν δένουν

    Ωσάν τζατήρι την εξαπλώνουν,

    Και τότ’ αρχίζουν και την φουσκώνουν,

    Γκιούρτης, Κολέτας με τον Παχώμη,

    Και άλλοι είκοσι βλάχοι ακόμη

    Φυσούν απαύστως, μα δεν είνε τρόπος

    Να την φουσκώσουν, χαμένος κόπος,

     

    Λέγει ο Γκιούρτης ‘πρέ ντόμνε τζέο,

    Αν δεν φουσκώση, εγώ τι φταίω.

    Με τόσον φύσημα, με κόπον τόσο

    Χίλιους γαϊδάρους να σου φουσκώσω.

    Δεν κοκκινίζει και δεν ιδρώνει,

    Όταν κτυπάει εις το αμώνι.

    Ο κουτζοήφαιστος με την βαρειάν του,

    Έχοντας κύκλωπας στην συντροφιάν του

    Και με την δύναμιν οπού κτυπάει,

    Κάμνει την Αίτναν να αντιχάη.

    Ως ο Παχώμης λιχομανώντας,

    Ανακατεύεται συχνά πηδώντας,

    Συχνογυρίζοντας, τον κώλο σειώντας

    Και την φωτίαν συχνοσυμπώντας.

    Ανάπτει όλος και κοκκινίζει,

    Φωνάζει, σκούζει κι’ όλου μανίζει

    Και μέγαν κόπον, εις μισήν μέραν,

    Τέλος φουσκώνει αυτήν την σφαίραν.

     

    Τότ’ ο Παχώμης τον Κοντογιάνη

    Κράζει, του φέρει ένα τηγάνι,

    Κατράμι, πίσσαν και σαμιακίζι

    Θιάφι, κροκίδια, ρακήν γεμίζει

    Φωτιάν τους δίδει, κι ευθύς πηγαίνει

    Υπό την σφαίραν το αποθένει,

    Υψούτ’ η φλόγα ανδρειωμένη,

    Και κατ’ ευθείαν, στην σφαίραν μπαίνει

    Σαν το καράβι που κινδυνεύει,

    Εις βαθύ πέλαγος όταν αγριεύει.

    Βογγούν τα κύματα και τα κατάρτια,

    Στρέφουν απαύστως πανιά κι’ εξάρτια.

    Έτζι κι η σφαίρα συχνοκινείται,

    Στρέφει μεγάλως κι όλη κλονείται.

    Πλην ένα ένας άνεμος την φλόγ’ αμπώχνει

    Μ’ ορμήν και βίαν κείθεν διώχνει.

    Ο Γκιούρτης πρόθυμος παίρνει και άλλους

    Από τους βλάχους τους πλιό μεγάλους

    Βάνουντ’ εις τάξιν από το μέρος,

    Όπου την βίαν θεωρούν του αέρος

    Και τους τζουπέδες όσο μπορούσι

     

    Τότ’ ο Παχώμης τάλια (1) φωνάζει,

    Τάλια σας λέγω μεγάλως κράζει,

    Κόπτει ο Γκιούρτης απ’ την μεργιάν του

    Μ’ από την άκραν μεγάλην βίαν του

    Γιατ’ εκεί στέκει αλησμονάει.

    Και τον τζουπέν του γιατί κρατάει,

    Σκύφτει να κόψη και τότε μένει

    Η σφαίρα απέκι ξεσκσπασμένη

    Τρέχει ο Παχώμης τάλια κι απέκι

    Ντράκουλ φωνάζει τάλια παρέκι.

    Όσο να τρέξουν, όσο να κόψουν,

    Τέτοιοι άνθρωποι πώς να προκόψουν

    Γυρίζ’ η σφαίρα όλ’ άνω κάτω

    Κ’ ευθύς ανάπτει από τον πάτω

    Ανακατεύονται ευθύς οι βλάχοι

    Πηδούν φωνάζουν σαν οι βαθράχοι,

    Ού λάϊ τράκουλ τι αμαρτία

    Ού τράκουλ σάροι τι αμαρτία

     

    Δίκαιον έχεις ώ κυρ Παχώμη

    Πλην έχεις και άδικον κομάτι ακόμη,

    Βλάχος και συ ‘σαι αναμφιβόλως

    Ψηχήν και σώμα βλάχαρος όλος.

    Αν είχες όμως να σε βοηθήσουν,

    Άλλα κεφάλια να συνεργήσουν,

    Εντροπιασμένος δεν ήσουν τώρα,

    Λοιπόν ογλίγωρα σύρε στη χώρα

    Κόσμος που είσθε συναθροισμένοι

    Κοπιάστε φεύγετ’ άλλο δεν μένει.

    Άϊντεστε τώρα τι καρτερείτε,

    Δεν έχετ’ άλλο για να ιδήτε

    Η σφαίρα έπιασε, άναψ’ εκάη,

    Καλοξημέρωμα σαν κάη, ας κάη.

    Έκλασ’ η νύφη, σκόλασ’ ο γάμος,

    Αυτό το ‘ξερι και ο παπά Χάμος.

     

    1. Εκ του ιταλικού taglia, κόψε».
  • Η αυλαία

    Η αυλαία

    Τηλεφωνήθηκαν αβρά δύο λέοντες της Δημόσιας Διοίκησης, που διορίστηκαν με ανεπίληπτα ανεπανάληπτο τρόπο όταν ο Δούξ Παυλόπουλος πάσαν ενέμετο την οικουμένην των εσωτερικών υποθέσεων. Το ύφος μου παραπλανά, αναγνώστες μου, επειδή ήθελα να εμμείνω στην αξιοθαύμαστη σταδιοδρομίαν αμφοτέρων, αλλ΄αρκεσθείτε στο ότι άπαντες ήτο βαφτιστήρια, απολωλότος Καραμανλικού ο εις, Ντορικού υπασπιστού ο έτερος.

    Προηγήθηκαν ευχαί βλαχικαί, του στυλ «τι κάνουτε;», είτα ερρίφθησαν εις το ψητόν, ήτοι παπάκια γεμιστά με γκοργκοντζόλα σε ένα υπόβαθρο κινόα ροζαλιάς. Ο ένας άρχισε να βγαίνει στα πρωτοσέλιδα ως ενεργών αθλίως τα αστικά λεωφορεία που έπηζαν από κόσμο και τον ετίμα μόνον η Νύμφη Πανδημία, ο δε άλλος, με τη μια ποδάρα στην Αυτοδιοίκηση και την άλλη στον χώρο της Υγείας, ήτο υπεύθυνος για τις μάσκες των μαθητών και δυστυχώς, κατάλαβε αργά πως το διαστασιολόγιο που συνέταξε ήταν σε περσικές παρασάγγες.

    -Έμαθα πως δεν τον βγάζουμε το μήνα, μηνάει ο ένας.

    -Ποιόν μήνα! Στη δοξολογία του Αγίου Δημητρίου θα μας σουτάρουνε, απαντά ο άλλος.

    -Ανησυχώ. Μήπως να συνεννοούμαστε με κώδικες και ψευδώνυμα, για να κυλήσει αβίαστα η Ζωή;

    -Ασφαλώς! Επιλέγω το «Τύπος»

    -Σωστός! Κι εγώ το «Υπογραμμός»

    Και ξεκίνησε η ενδοσυνεννόηση δύο στελεχών που δεν έφταναν την εκστατική βουλευτική οξύνοια του Κρίτωνος Αρσένη, αμη και μήτε κατά διάνοιαν την φλεγμονώδη, συστημική, βουρλισμένη προδιάθεση των περιεχομένων της Βουλής-Τηλεόρασης και των άλλων κρατικών φεούδων. Υποκλέπτω τον διάλογον.

    ΤΥΠΟΣ: Ποιος σε «έδωσε;»

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: ο Τμηματάρχης, το καθίκι.

    ΤΥΠΟΣ: Δεν τον έστειλαν στην Κομισιόν;

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Άργεί ακόμη κι έσκασε. Έχει πολλή γραφειοκρατία.

    ΤΥΠΟΣ: Ανησυχώ πάντως.

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Μην είσαι τώρα μαλάκας. Δεν κινδυνεύεις. Για να σκάσει η περίοδος όπου χρειάζεται διαγωνισμός σημαίνει άλλη σωλήνωση ευθυνών. Ο συμμετέχων σε διαγωνισμό είναι ή βλάκας ή πονηρεμένος. Έχει όπλα του την ένσταση, την εξαγορά και την πονηρή γλύστρα μέσω διαδόσεων και απειλής καταγγελιών.

    ΤΥΠΟΣ: Αφού βγήκα στις εφημερίδες επειδή καθυστερεί ο Διαγωνισμός.

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Είσαι άσχετος. Για να «βγεις», σημαίνει πως πήρε ήδη τον διαγωνισμό ο πιο ανέτοιμος και έβγαλαν εσένα για ξεκάρφωμα. Πόσα έτη φωτός έχεις ακούσει να τιμωρείται συνάδελφός απο πειθαρχικό συμβούλιο;

    ΤΥΠΟΣ: Μη με τσαντίζεις. Εσύ δεν ανησυχείς που περιμένεις τον δικό σου Διαγωνισμό;

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Όχι βέβαια!

    ΤΥΠΟΣ: Πώς κι έτσι. Εγώ στη θέση σου θα κατουριόμουνα.

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Είναι που δεν ξέρεις ντιπ. «Διαγωνισμός» σημαίνει ευθύνη άλλου τμήματος, από άλλο Υπουργείο. Κανονικά ξεμπερδέψαμε μόλις ο «μεγάλος» υπέγραψε. Αλλά ήταν βαμμένος Συριζαίος και δεν θέλει να προκαλεί προβλήματα στους καινούργιους. Άρα, ο Διαγωνισμός είναι σε άλλα χέρια. Με τις ενστάσεις και τους προελέγχους της Αρχής, καλά Χριστούγεννα.

    ΤΥΠΟΣ: Λές; Τότε γιατί με κρέμασαν στα μανταλάκια;

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Για να ξεψαρώσουν οι φταίχτες, όχι για να αποκαταστήσουν την κατάσταση, αλλά για να διασπείρουν την σύγχυση.

    ΤΥΠΟΣ: Δηλαδή;

    ΥΠΟΓΡΑΜΜΟΣ: Όταν μια μαλακία την βλέπεις ως είδηση στα Μιμιέ, να ξέρεις πως την έχουμε γλυτώσει μεν εμείς, αλλά διάφοροι νεκροί θα είναι ορατοί κατα μήκος των δρόμων.

    ΑΥΛΑΙΑ

  • «Ό,τι να΄ναι» story

    «Ό,τι να΄ναι» story

    Aυτός ο εξοχώτατος, καλης φήμης προσώρας Γεραπετρίτης, μαζί με δυο τρεις άλλους χαμηλής ορατότητας υπουργούς, ανακοίνωσε πως τα προσήκοντα μίλια της χώρας είναι (πάλι προσώρας) έξι. Γιατί το έπραξε; Μήγαρις δεν το ξέραμε ή φοβήθηκε μη και περάσει η γραμμή Τσίπρα που θέλει τα δώδεκα και τα θέλει από εψές;

    Για τον όποιο λόγο το επιχείρησε, ήταν κάκιστη πρωτοβουλία, μια ελαφρά πελταστική μηνοειδής ασπίδα του χαμού. Αλλά έτζι δουλεύει ο πρωθυπουργεύων: μάλλον βιάζεται, αντί αναντικατάστατος, να γενεί αντικαταστάσιμος και δη από δεξιές κουλτούρες.

    Ναί, είναι σαφές ότι στο βάθος λάμπει η Χάγη. Ενόσω ο κύριος Αμανατίδης εξηγεί πόσο αποτελεσματικό είναι το κόμμα του, έχω να προτείνω ένα μνημειώδες κτήριο παρά θίν αλός που εκφεύγει του χαρακτήρα ενός δικαστηρίου, αλλά έχει λαμπρό πρωινό, όμορφη υάλινη οροφή και φιλοξενείο πλείστων του ΝΑΤΟ συναντήσεων.

    Λέγεται Κουρχάους και είναι απαίκτου. Στην θρυλική, βαρετή αμμούδα του Σεβενίγκεν, με 115 ευρώ το δωμάτιο, και ορίζοντα όλες τις εκστρατείες των Βίκινγκς, οι συνομιλητές θα ζαλιστούν μπροστά στα κατορθώματα του Ράγκναρ Λόθμπροκ.

    Τα δωμάτια είναι «ευρωπαϊκά» ήτοι όχι τίποτις ανοικονόμητα, επομένως ο Τσίπρας μπορεί να καλλιεργήσει περισσότερο την ιδιοφυά φράση «ασφαλώς και έχουμε δικαίωμα 12 μιλίων. Αν τσινίσουν, τη βάψαμε». Δηλαδή μια στέρεη και αποφασιστική απάντηση.

  • Βραχύς απολογισμός

    Βραχύς απολογισμός

    Έχω πολλά χρόνια να τραυλίσω, και δυστυχώς, έχασα το προνόμιο να το πράττω επίτηδες. Ήταν μια αφόρητη περίοδος από τις πρώτες στιγμές στο νηπιαγωγείο έως κάποια διερμηνεία στην περιοχή των πενήντα, που γνώρισα την σαστισμένη έκφραση των συνομιλητών μου.

    Ο ταμπλάς ξεκίνησε όταν η κυρία Πουλχερία, νηπιαγωγός που αντικατέστησε για μία ημέρα την κυρία Κατίνα, μου βούτηξε δυναμικά και σταθερά το κραγιόνι από το αριστερό χέρι και το πέρασε στο δεξί, με την γλυκειά πρόρρηση «με το καλό χέρι γράφουμε και ζωγραφίζουμε, Πανούλη, με το καλό».

    Οι επιπτώσεις δεν ήταν ήπιες ή βαθμιδωτές -απλώς εάν διέθετα μιας μορφής σαζμάν στο κεφάλι, το σαζμάν κόλλησε και τράβηξα βίαια το χειρόφρενο. Της ζωής, εννοώ. Ό,τι ένοιωθα ή ήθελα να εκφράσω, σταματούσε σε ένα στόμα με σφιγμένα δόντια που έτριζαν, σε μια κοιλότητα γεμάτη σάλια που δεν μπορούσα να φτύσω και με μια κοκκινάδα ντροπής στο πρόσωπο που θα ήθελα να είναι της φυλής των Χιούρον, αλλά ήτανε των Σιού, ξεγυρισμένο.

    Πως έγινα καταγέλαστος μέσα σε λίγες ώρες, έχω αλλαχού περιγράψει, σε κείμενο ετών τριανταβάλε υπό τον τίτλο «η τραυλή εποχή» αλλά εδώ επιμένω στην πηγή της έντασής μου που ήταν η καταλαλιά εκφρασμένη από το Γέλιο του Άλλου.

    Δεν ήταν η μίμηση του τραυλισμού, επειδή αν δεν γνωρίζεις το άθλημα, το εκτελείς αξιοθρήνητα. Ήταν το χείλι που καμπύλωνε, τα δόντια που δάγκωναν τα χείλη να μη ξεσπάσει χάχανο, τα μάτια που βούρκωναν, ζορισμένα, μη και ξεσπάσουν σε γέλιο δακρύων.

    Ήταν, κυρίως αυτό: να φοράει ο άλλος απλανές βλέμμα χαμογελώντας στον αέρα, τάχα να μη σε προσβάλει. Κι αυτό το ασκούσαν πλήθος συνομηλίκων ή και ηλικιωμένων που το έβρισκαν κωμικό. Η μάνα μου πήγαινε σε άλλο δωμάτιο για να κλάψει, και μόνον ο πατέρας μου δεν το είχε βάλει κάτω: απ΄αυτόν άκουσα την ιστορία του βασιλιά που τραύλιζε αλλά «θεραπεύτηκε» και πλήθος επιγραμμάτων για τη Δύναμη της Θέλησης. Εκεί, γύρω στα 11, όταν το τραύλισμα μετετράπη σε βούβα στιφή και ογκανίσματα αντί λέξεων, πήρε τα δικά του μέτρα αφού η επίσκεψη σε ειδικό επιστήμονα (που αλλαχού επίσης έχω περιγράψει) απέτυχε παταγωδώς. Με κρατούσε στην αγκαλιά του, μπροστά το ανοιχτό αναγνωστικό και μ΄έβαζε να διαβάζω. Πρώτο κείμενο, ο Ερρίκος Ντυνάν. Όσο κόμπιαζα, το ξαναδιάβαζα, ενώ όταν τα κατάφερνα, χαλάρωνε την αγκαλιά επαινώντας με ώσπου ολοκλήρωσα τη μάχη του Σολφερίνο με τη γλώσσα ροδάνι και απέχοντας τρία μέτρα από τον εναγκαλισμό του.

    Βέβαια, κατάφερα μέσω ρυθμικής και στιχουργικής αγωγής και επιστολογραφίας με απελπισμένες μανάδες που είχαν διαβάσει την «τραυλή εποχή», να δίνω έως και συμβουλές. Και η παρέα με τραυλούς ήταν σκέτη φωλιά του κούκκου.

    Αλλ΄όταν, στην ωριμότητα, έτυχα σε μια δουλειά με προϊστάμενο που γέλασε αυθόρμητα όταν με πρωτάκουσε, πριν είκοσι χρόνια, ενώ ο μισθός ήταν περίλαμπρος και η δουλειά του χεριού μου, δεν δίστασα στιγμή και παραιτήθηκα αμέσως.

    Στη θέση του χαλασμένου σαζμάν, μπήκε αυτόματο κιβώτιο, οπότε μίλησα δημοσίως σε όλα τα Μέσα, με κάθε τρόπο και δεν χρειάστηκε ποτέ να απαντήσω στο ερώτημα «τραυλίζεις;» ή και «είσαι κεκές;»

  • Οι δύο Ελλάδες

    Οι δύο Ελλάδες

    Προοίμιο

    Η Τουρκία ποθεί την μοίρα του Ιράν. Μόνο που ο Ερτοάν δεν είναι Χομεϊνί και θέλει δουλίτσα. Ως δυτική Χώρα, η Τουρκία είναι καρκινοπαθής. Τζάμπα τα υπερατλαντικά λεφτά και οι ευρωπαϊκές μπαλαφάρες. Αν βρούμε την αντοχή να την πολεμήσουμε με στόλο, αεροπορία και στατική άμυνα, κερδάμε. Αν υποχωρούμε συνέχεια επειδή έχουν δεξίωση οι Γερμανοί και ο Τραμπ παίζει το Cotton Eye Joe, γάμησέ τα.

    Είναι γεγονός ότι τραβάμε ζόρια, αλλά το φέρσιμο του γενικού κοινού μοιάζει με πόθο συμμετοχής σε «άγριο» (φωτιστήκαμε!) πάρτι στην πτωχομάνα Μύκονο.

    Ας εξετάσουμε πού το πάνε όλοι, εχθροί και σύμμαχοι.

    Η Τουρκία και η επαμφοτερίζουσα τάση της αν τίθεται ζήτημα προσήλωσής της στην Δύση, δημιουργεί δέος, περισσότερο στην Ευρώπη και λιγότερο, αλλά εξίσου ενοχλητικό, στην Αμερική. Χίλιες φορές ο Δυτικός κόσμος προτιμά να νταραβερίζεται η γειτόνισσά μας με το δίζυγο Ελλάδα-Κύπρος, παρά να στραφεί επιθετικά κατά της Ευρώπης. Διότι η Τουρκία διαθέτει ισλαμικές καρδιές στα Βαλκάνια και πλήθος τουρκικών πληθυσμών στον αστικό ιστό της Ευρώπης. Και προσδοκά το πολύ μερικά βαλκανικά τεμάχια, ως επιρροή, όχι ως προσάρτηση. Φυσικά μερικά νησιά του Αιγαίου τα ποθεί επί έναν αιώνα.

    «Κυρία κυρία, η τουρκαλίτσα με έφτυσε!»

    Η Τουρκία, όσο η Ελλάδα ακολουθεί το στενό μονοπάτι του στύλ «κυρία, κυρία, η τουρκαλίτσα με έφτυσε», όποτε της καυλώσει μπορεί να επιχειρήσει αποβάσεις, βομβαρδισμούς με γελοίες προφάσεις, εσωτερική αναστάτωση σε πρόσφυγες και μετανάστες που επηρεάζει και κυρίως, η θέση της απαιτεί, αν είναι να την αντιμετωπίσεις στρατιωτικά, συγκροτημένους γεωγραφικά αντιπάλους.

    Στις κοχόνες της εάν έχουν «δηλωσίες συμμάχων» Ισραηλινούς, αρκετά αραβικά κράτη, την Αίγυπτο, τους Αρμένηδες, Κούρδους και άλλη ψιλαδούρα ή θεωρητικώς σύμμαχο.

    Ο Τούρκος αν το παρακάνει, είναι επειδή κρατάει (εάν τον δεις ως μοσχαράκι) το νουά και το μπον φιλέ, επειδή είναι συμπαγής εδαφικά χώρα: ένα μακρυνάρι τριών θαλασσών, ορεινό του κερατά στην ανατολή, που όποιος δοκιμάσει εισβολή θα τηνε πατήσει. Απλώνεται δε όπου μπορεί: Καραμπάχ, Συρία, Κύπρο, Ελλάδα-Λιβύη και δε συμμαζεύεται. Αν ήμουνα αμερικάνος ή Αβρουπαίος, θα καύλωνα με σύμμαχο την Τουρκία. Γκρινιάζει, χρωστάει, είναι δύσθυμη είναι τέλεια για μπάτσος της περιοχής.

    Αυτό είναι το νόημα της εξάπλωσής της. Απλώς το παίζει Σουλεϊμάνα και Μωχαμετάνα και Μπαρμπαροσσλάνα και μαλακίες. Είναι απλώς μια χώρα-περιβόλι του τρελού, που αν δεν παζαρέψει, θα αποθάνει από σκάνιασμα.

    Για να μη ξανακινδυνέψουμε από την αφεντιά τους, πρέπει να είμαστε ενωμένοι, με οικουμενική κυβέρνηση, να υπάρξει λίστα τιμωριών, αλλά μόνο για να καταλάβουν πώς θα τους σερβιριστεί, να κόβουμε τα καλώδια των ερευνών τους και να κάνουμε τους άσχετους και αν σκάσει πόλεμος, για μας να είναι «θερμό επεισόδιο» και τέρμα. Ο μόνος κίνδυνος είναι οι S-400 (που δεν έχουμε!) και χρειάζεται να δώκουμε το κατιτίς μας στη Ρωσία για να κόψουμε το βήχα για την επιθετική τους χρήση.

    Επείγει, πριν μιλήσουν οι στρατηγοί και οι μυαλωμένοι (καμιά δεκαριά) πολιτικοί να ξεκαθαρίσουμε εάν θα συμμαχήσει με την Ελλάδα, η ετέρα Ελλάς, η μπαχαλακική, ο Καρανίκας, οι Τζανακόπουλοι, οι δικαιωματιστές, οι καρέτα-καρέτα και λοιποί αριστεριστές, διότι ένας πόλεμος με την Τουρκία έχει στόχο να απογίνει ισόπαλος, αλλέως, εάν ποθείτε νίκη, δεν έχετε τα φόντα να δεχτείτε ένα Βισύ στην καμπούρα σας, μήτε σας νοιάζει που νικήθηκε η Κύπρο και έχει απομείνει 46 χρόνια μια σαστισμένη μισή.

    Συνελόντι ειπείν

    Είναι σφάλμα, χοντράδα και μάταιος λεονταρισμός να καλείς αντιπολίτευση για ενημέρωση, να σου λέει τις απόψεις της και να την μαλώνεις. Η ρομποτική ομιλία του Πέτσα παράγει αρκετή ψυχράδα, ήδη.

    Η χοντράδα στον Δένδια και οι γελοίες δικαιολογίες των Τούρκων αχρηστεύουν  περαιτέρω επιχειρήματα. Και ο Μητσοτάκης αν νομίζει πως διατηρεί την ισχύ των πρώτων κινήσεων (που πολύ αμφιβάλλω) στη Βρυξέλλα πρέπει να δηλώσει καθαρά, αν ακούσει τα ήξεις-αφήξεις, «εντάξει σας πήρα χαμπάρι τι μελό είστε, αλλά μάθετε πως ως Ελλάς, θα πράξω τα εξής δέκα πράγματα για να συνέρθουν οι γείτονες» και να τους ταπώσει όλους. Δεν λέω τι θα μπορούσε να τους πει, και να μη προσβληθεί κανένας, αλλά να ψιλοζαρώσουν, επειδή τόσοι νοματαίοι τρώτε γλυκό πσομάκι (Μποστ) από την νεοτουρκολογία.

  • Όχι στο σύστημα Ουάρντα!

    Όχι στο σύστημα Ουάρντα!

    Πρέπει να μπούμε στην διαδικασία να φαινόμαστε ενωμένοι, παρά τις ενδοκομματικές διαφορές μας, και επιμένω επ΄αυτού. Είναι η μόνη διαδοχή γεγονότων στην οποία επαινώ τους Τούρκους. Έχουν κόμματα της συμφοράς, μεγάλες αντιθέσεις με τον Ερτοάν, αλλά μήπως ακούσατε να έβγαλαν κανένα «κιχ»; Ως Τούρκοι, διδάχτηκαν να κάνουν μπρακ και γκιτ, όποτε φουντώνει ένα θέμα τους που θεωρούν εθνικό.

    Έτσι ονειρεύομαι πως πρέπει να πράξουμε κι εμείς. Περνάμε κρίση και οι κρίσεις, ακόμη κι αν οι ψηφοφόροι δούνε το φως το αληθινόν, δεν είναι δυνατόν να μην ακούνε την συμφωνημένη στρατηγική.

    Το ζήτημα δεν είναι να κοιλοπονάει το βουνό και να ξεπετάει ένα ποντίκι. Μήτε έχει σημασία, ο τρισάθλια χαμένος, ο φέρων ένα 5 ή 10% να απαιτεί πίστη στο ότι οι ζηλωτές που τον ψήφισαν πρέπει να γράψουν στις κοχόνες τους μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

    Έχουν άπαντες μπροστά τους ένα νεόπλασμα «καλιφορνικέιντ» κόμματος, με πολλά ζαβά και μερικά διστακτικά «υπέρ». Συμφωνώ πως είναι φιγουρατζήδες, αγωνίζονται να μη ανατραπεί το άρμα του Δαρείου-Κυριάκου, αλλά προτιμότερο είναι οι Έλληνες να απαιτούν αντικαταστάσεις κλινικώς αχρήστων υπουργών και στελεχών, ασκώντας δραστική κριτική ― και δεν εννοώ «ανακαλύψεις εκ νέου της Αμερικής».

    Έχουμε ανάγκη την χώρα, και η χώρα κατοικείται. Και η κυβέρνηση είναι καλό να μην παίζει τον έρμο τον Ουάρντα, που αντιμέτωπος με έναν ιθαγενή δημοσιογράφο του Βόλου και μια τοπική δραγουμάνα, έπαιξε τον άνθρωπο με τα χίλια πρόσωπα και τις σαράντα γλώσσες.

    Άκρη δεν βγαίνει με τα ζοριλίκια και τα αδειάσματα. Επειγόντως μια σύσκεψη αρχηγών κομμάτων, ένα εθνικό συμβούλιο κρίσεων, αν υπάρχει ― και να προεδρεύει ο Ουάρντα.

  • Οι συμβουλάτοροι

    Δύο Σύμβουλοί μας χάραξης Εθνικής Πολιτικής που κάποιες δηλώσεις τους «παρεξηγήθηκαν και δεν αποδόθηκαν σωστά». Είστε σίγουροι πως αντιπροσωπεύουν την σωστή χώρα, ή «έπεσε διπλωματική φυλλοξήρα;»

  • «Για να καταλάβει ο κόσμος»

    «Για να καταλάβει ο κόσμος»

    Μία δήθεν αποσαφήνιση που χρησιμοποιούν πολλοί δημοσιογράφοι, είναι το στερεότυπο «εξηγήστε μας κύριε (ή κυρία) για να καταλάβει ο κόσμος». Αντιστοιχεί στην παιδική μου εντύπωση πως όποτε κάποιος πρωθυπουργός, σε αποξεχασμένες ειδήσεις, «ενημέρωνε τον βασιλέα» (τον καιρό που ήμεσθεν βασιλευόμενοι), είχα την εικόνα ενός άνακτος πάνω στη ράχη της μπερζέρας του που άφριζε και απειλούσε γρυλλίζοντας, ενώ ο πρωθυπουργός έκανε στρακαστρούκα με ένα μαστίγιο θηριοδαμαστή και καλούσε τον άνακτα να ηρεμήσει, όπως κάνανε στο τσίρκο Μεντράνο.

    Δηλαδή μπέρδευα το ημέρωμα με την ενημέρωση. Μικρό το κακό. Αλλά το «να καταλάβει ο κόσμος» (άρα, εννοώντας πως πρόκειται για αστοιχείωτους βάναυσους όχλους που ένα ιερό καταπότιο, η «κατανόηση», περνούσε μονοδρομικώς από τα Μέσα).

    Αποκρύπτεται επιμελώς πως ο δημοσιογράφος ψοφάει να καταλάβει πώς, το διαόλό του μέσα, θα καταφέρει να αντιληφθεί για ποιον λόγο ασχολείται με ένα απολύτως ακατανόητο γι΄αυτόν θέμα.

    Η σημειολογία είναι ήδη ένα αποξεχασμένο συστατικό του δημοσίου διαλόγου. Η απογύμνωση των περιττών στολιδιών από μια ξαφνική μπόρα ειδήσεων, μπορεί να φέρει παράξενες κι ακριβέστατες συνηχήσεις. Για παράδειγμα, εάν εγκύψετε στο υπόστρωμα ενός δημοσίου καβγά ή αντιπαράθεσης, θα ανακαλύψετε πως ο τουρκικός τρόπος διαπραγμάτευσης ταυτίζεται απόλυτα με αντίστοιχες πολιτικές εξηγήσεις του Σύριζα. Δηλώνεις δηλαδή αδικημένος και ο αντίπαλός σου σού αφαιρεί αδίκως τα τσαούλια, επομένως το δίκιο είναι με το μέρος σου, ακόμη κι αν λίγοι είναι σε θέση να το καταλάβουν.

    Αλήθεια, τι ακριβώς να καταλάβει ο κόσμος όταν μπουκάρουν πολεμικά πλοία σε μια κρίσιμη απόσταση από ένα ελληνικό νησί και ποιος Κατρούγκαλος να αντιτάξει ψελλίσματα δήθεν αποστάσεων από την Χρυσή Αυγή;

    Όχι. Δεν επθυμεί κανένας να μας ξεστραβώσει. Τελεία και παύλα.

    “Για να καταλάβει ο κόσμος», ω αρνάκια του γάλακτος, θέλει συγκριτική σκέψη, παράθεση επιχειρημάτων που θα βοηθούσαν την Εξουσία και τα Πλοκάμια της να προσκομίσουν επιχειρήματα στα άτονα, ξεψυχισμένα fora όπου επαγγελματίες του κιαρατά συμμετέχουν έχοντας μονίμως στον νου να πάρουν το παιδί από το παιδικό πάρτι.

    Για να καταλάβει ο κόσμος, έκαστος πολίτης είναι καλό να συμβάλει με ένα εύρημα, ένα επιχείρημα, όσο ξεκούδουνο και να είναι. Χρειαζόμαστε δεξαμενές σκέψης, στοιχεία ξεχασμένα, σε ικανές ποσότητες, επαρκείς. Χρειαζόμαστε δαπάνη απλήρωτου προσωπικού χρόνου που θα μοντάρουν τράπεζες στοιχείων, αντιρρητικούς σκελετούς, και, κυρίως, δεν χρειαζόμαστε κανέναν δημοσιογράφο.

    Αυτά τα σημείωσα, παρατηρώντας πως στη δυτική Αφρική, κατέναντι Μαυριτανίας υπάρχουν ομάδες από νησέλια στον Ατλαντικό, όπως το Capul Verde και άλλα σπαρμένα του Θεού, με κάτι ΑΟΖ και αιγιαλίτιδες νααα, με το συμπάθειο, που ανήκουν σε Εσπάνια και Πορτουγκάλα και δεν κουνιέται φύλλο. Άσε που δεν επιθυμώ να επιχειρήσω ταυτίσεις με την αρχαία Κέρνη και δημιουργηθεί «Δυτικόν Ζήτημα». Το σημειώνω για να καταλάβει ο κόσμος. Κοθώνια, ε κοθώνια.

    Διότι αν δεν θέλουτε να παίξουμε σικέ παιχνίδι με τους μπουνταλάδες, δεν είναι άσχημη ιδέα να υπενοικιάσουμε ένα έρημο νησάκι του συμπλέγματος της Μεγίστης σε έναν βολικό πλειοδότη, να φτιάξει μια βασούλα συμμαχική, κι άσε τους να χτυπιούνται.

  • Εφτά χρόνια φαγούρα

    Εφτά χρόνια φαγούρα

    Βλέπω πως το «καταραμένο» 2013, και ο τότε προβληματισμός για την Χρυσή Αυγή, μετατρέπεται σε χάνι της Γραβιάς για μερικούς. Αυτό το κομμα έμεινε ενεργό αποφασιστικά έως τις εκλογές του 2015, αλλά οι εκατοντάδες περιπτώσεις ανάγονται στα χρονιά πριν τον Σεπτέμβριο του 2013.

    Και με τον Σαμαρά και με τον Μητσοτάκη έχω απωθημένα, διατηρώ μιαν απύθμενη δυσπιστία, αν γεννήθηκα με πέντε καντάρια αμφισβήτηση διαθέτω στα γεράματα πεντακόσια καντάρια απαξίωσης, κι αν ήμουν έμπορος υφασμάτων θα τους πουλούσα αλατζά, όχι χασεδάκι. Αλλά αρνούμαι να τους αναβιβάσω σε θανάσιμους εχθρούς των κομμάτων τους. Ο Δένδιας ήταν υπουργός του Σαμαρά όταν σκέφτηκε να πακετάρει τους χρυσαυγίτες στέλνοντάς τους ένα χαράρι με ποινικά παραπτώματα.

    Κι ο Μητσοτάκης τρώει τέτοιο παϊδάκι, νουά και κότσι από το σφαγείο των Συριζαίων, ώστε δεν είναι παρά την σχετική απλονοϊά του, τόσο αφελής ώστε να διανοηθεί να κρύβει χρυσαυγίτες σαν την Άννα Φρανκ. Ο διάλογος Σαμαρά-Μπαλτάκου, τον οποίον στον καιρό του διαμέλισα επαρκώς και το χρησιμοποιούσα ως ανέκδοτο όποτε δεν είχα έμπνευση, δεν με διαόλισε τόσο ώστε να μη καταλάβω πως ο Σαμαράς είχε στη δουλεψή του κάθε τύπο Μπαλτάκου και τον έπαιζε καταπώς περίμενε ο Μπαλτάκος, μη και του δραπετεύσει, πράγμα που εντέλει δεν απέφυγε.

    Επίσης χαιρετίσματα πως ο Σαμαράς παραμένει το μόνο εναλλακτικό «μικρό σπίτι στο λιβάδι» ως αντίπαλο δέος στην φαμίλια των Φόρεστερ, και μόνο του επιχείρημα είναι πως εδέησε κάποτε να συνεταιριστεί με κεντρώους.

    Από την άλλη, καταλαβαίνω το άγχος του Σύριζα που κόντεψε να μας κάνει σουμπρέτες μεταξύ μιας αμήχανης, ακατάστατης διακυβέρνησης με μπόλικη παπάρα. Η θεωρία του «νέου αρματηλάτη» ήταν ιδέα του Αλαβάνου, πέτυχε την πρώτη πενταετία, αλλά άρχισε να μπάζει από την αγραμματωσύνη του νεανία και την χαλάρα του. Όχι, ακόμα και δεξιάντζες, ακόμη και κολλημένοι τάχα νοικοκυραίοι, δεν θα ένωναν την αμπνταλωσύνη τους με χρυσαυγίτικη συμπόρευση. Τα υπόλοιπα, είναι θάνατος και τρέλα. Και προσοχή, στο σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, παρακαλώ, διότι σέρνεται και πανδημία.

    Όσο για τους διαπρύσιους υπερασπιστές της «Αυγής», ας τους θυμίσει κάποιος πως με 800 φύλλα δε γίνεται προκοπή. Και πως τα επιχειρήματα του καβγά που άκουσα Δευτεριάτικα, πάλι περσινά ξινά σταφύλια του 2013 άκουγα.

    Oι πλάγιες διαπραγματεύσεις με ΟΛΑ τα κόμματα, και μόνο κριτήριο την κατά τόπους δύναμή του, είναι τόσο συχνές, ώστε στα απομνημονεύματά μου, ελπίζω να παραθέσω πληθώρα ευγενών συναλλαγών ανάμεσα σε δήθεν «αιώνιους αντιπάλους».

    Όσο για τις «αποκαλύψεις» από τον Σύριζα, θα πρότεινα στους ασυμπάθιστους, κατά τα άλλα, νεοδημοκράτες, έως του Αγίου Δημητρίου, να μπουμπουνίξουν εθνικές εκλογές ώστε οι «εξεγερμένοι δικαιωματιστές» να περιοριστούν στη σαλοτραπεζαρία όπου θα χωρέσουν όλοι. Κι αν θέλετε γλεντάκια, ας προσλάβει και λίγους αριστερούς, κεντρώους και άλλες φυλές.