Author: Πετεφρής

  • Ο φόβος της «ενέσας»

    Ο φόβος της «ενέσας»

    Έχω παραστεί σε βρωμόξυλο, σε κρούση κατακόκκινων μάγουλων, σε τρικλοποδιές που κατέληξαν σε κατάγματα, αλλά πολύ σπάνια παραβρέθηκα σε κλάηματα και γόους που παρέπεμπαν σε πόνο και εξακολουθητικά δάκρυα. Ανεξάρτητα από τον τυπτόμενο ή την τυπτομένη.

    Αλλά τέτοια παούρα, τέτοια λιγοψυχιά και τέτοια ηττοπάθεια, που έβγαιναν από την θέα ένεσης έτοιμης να καρφώσει ώμο ή κώλο ή κοιλιά, δεν νομίζω πως έχω ματαδεί. Και όχι, ο υποψήφιος ή η υποψήφια τέτοιας παρέμβασης δεν ήταν ζεύγος Μυσσέ-Σάνδη ή τρυφηλών ντιλετάντηδων ή άμαθων τέκνων στοργικού γονιού.

    Επίσης ο πανικός ήταν εξίσου ισχύων και σε αλλοφύλους με παρελθόν βίας, σε ωμοφάγους παραδοσιακούς εχθρούς άνευ λόγου, σε αποφασισμένους λευίτες.

    Ακόμη χειρότερα, και μόνη η αναφορά πως η λύσσα ξεπερνιέται με πολλές ενέσεις στην κοιλιά, έφερνε γυναίκες και άνδρες στα πρόθυρα ναυτίας ή τσιρίδων. Τα ίδια άτομα δεν αντιδρούσαν το ίδιο όταν έκοβαν άγαρμπα με τραπεζομάχαιρο το ψωμί και μαζί του μέρος του αντίχειρα.

    Κατέληξα πως βελόνα που εγχύει κάτι το υγρό, παραπέμπει πολλούς σε γνωστική παράλυση, καθώς μεγαλύνουν την αίσθηση του τρυπήματος με το πλήθος των σεξικών εκφράσεων περί του πως ενεργούν, βινούντες και βινούμενοι οι άνθρωποι αμφοτέρων των φύλων.

  • Λογοτεχνία στην πόλη των άλλων

    Λογοτεχνία στην πόλη των άλλων

    Μπορεί να κληρονόμησα πεπλανημένη άποψη, αλλά ευθύνομαι (και τα ποσοστά ξεψαχνίστε τα) που δεν έμεινε κοινωνία Εβραίων, που δεν πήρε μήτε χαρτί πετάμενο κανένας γύφτος επί των ημερών μου, που με το σταγονόμετρο μίλησα σε Γεωργιανούς, Τατζίκους και βαλκάνιους, που κάηκε η πόλη, που η μπαγιατίλα του δήθεν Ήθους ξέρανε το παντεσπάνι από τα πλαστικά κορνέ, που το παραξήλωσα με τις αντροπαρέες, που ήξερα αλλά δεν ενημέρωσα, που είδα να ρεζιλεύουν και δεν φλόμωσα στις μπάτσες τον ρεζιλευτή, που έχει άδικο η πόλη, που όλη η πέριξ φύση της μετά βίας αντέχεται, που θεωρούσα αγάπες και λουλούδια το μοίρασμα της αυταρέσκειας, που δεν τεκμηρίωσα ακόμη τους Αγίους Αποστόλους ως Γενέσιον της Θεοτόκου, που ανέχομαι Ιππόδρομο με λάθος κερκιδες.

    (Κάπου, κάπως και κάποτε θα ιστορηθούν ο Νίντας, ο Μέσκος, ο Μπαγλάνης, ο Κύρου, ο Ασλάνογλου.)

  • ‘Εγκαιρη προειδοποίηση

    Δυο ηγέτες που προΐστανται της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μάλλον νομίζουν πως γίνονται πιστευτοί, ό,τι και να ξαμολήσουν. Κάνουν λάθος. Δεν ενόχλησε η έλλειψη μάσκας που παραδέχτηκε ο Μητσοτάκης, αλλά η απίστευτη ένταξή του στον κόσμο των εντόμων, με την στραφταλιστή alien στολή του, κατάλληλη για σπορτίβο κάγκουρα μιας μπλαζέ και πασέ οικογένειας. Όσο για το τι νοικιάζει στο Σούνιο ο Τσίπρας, και η εκ πλαγίων παραδοχή πως έγιναν μερεμέτια σαράντα χιλιάδων ενώ οι κοιτσομπόληδες φουσκώνουν την πράξη, να θυμίσω πως στις κτητορικές επιγραφές ενός μεταβυζαντινού ναού, αποτυπώνεται ένα λάθος: δεν μνημονεύεται «ανεκαινίσθη εκ βάθρου (ή βάθρων) ο τάδε ναός» αλλά συχνά αναγράφεται λανθασμένα ανακαίνιση «εκ βόθρου». Όχι πως με νοιάζει αμφοτέρων η μωρουδίστικη δικαιολογία.

  • H διανομή της κόλασης

    H διανομή της κόλασης

    Ο «Ψυχρός πόλεμος» ήταν μία σαραντάχρονη (χονδρικώς) περίοδος δημιουργίας συνόρων στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Ή, πιο απλά, η συνέχιση της διανομής εδαφών του πλανήτη με άλλα μέσα, ιδίως με παράλογα επιχειρήματα. Υπήρξαν δύο πολύ δύσκολα στην εκμάθηση ιδιόλεκτα, που εξελίχτηκαν σε διαφορετικές εγκεφαλικές ασθένειες.

    Τριάντα χρόνια αργότερα, έχουν επανασυγκολληθεί, ως αποτέλεσμα υπερθέρμανσης του πλανήτη, άλλες ραφές διανομής γης και θαλασσών. Ο χάρτης υπάρχει, αλλά δεν εγκρίθηκε. Πολλά σύνορα υπάρχουν μόνον θεωρητικά.

    Η διαχείριση των ενεργειακών πεδίων, η αδάπανη και ασεβής χρήση των δικτύων, οι κρίσεις που ξεσπάνε αιφνίδια και διατηρούνται αθάνατες και η διατήρηση της σαχλαμάρας ως υπέρτατης (και αποτελεσματικής) μεθόδου παραγωγής δήθεν αξιών, οδηγεί όλους τους διασφαλιστικούς μηχανισμούς διατήρησης των ποικίλων status quo σε συστηματική συλλογή παραλυτικών αερίων. Στην ουσία, οι πόλεμοι τελούνται με φυσοκάλαμα, παρά τις περί του αντιθέτου ενδείξεις.

    Επιμέρους κρίσεις επινοούνται μόνον και μόνον για να μη λυθούν. Διατηρούνται σε παγκόσμιο επίπεδο με πάθος και προσήλωση.

    Ο κόσμος, αυτά.

    Η Ρωσία: ρίχνοντας γκρομπετό σε αμμοχάλικο

    Η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, εδώ και μια γενιά, έχει απωλέσει το ίρτζι του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ενώ ο νότος της επικάθηται σε επώδυνα στην αφή αμμοχάλικα σε όλην την νότια συνοριογραμμή της, κυρίως κράτη Τουρκμένων. Δεν μπορώ να ξέρω πότε ένας ηγέτης της κοίταξε τον νέο χάρτη και διαπίστωσε πως έχασε μεν την Πολωνία, αλλά η κυρά αυτή επέστρεψε στον παλιό της σωβινισμό, μαζί με άλλες, τέως σοβιετόφιλες χώρες κατά Βαλκάνια μεριά.

    Ανέλπιστη τύχη της έφερε μια προσέγγιση στην Συρία, κάποτε τέρμα της «επανάστασης του Ίντερνετ» κι έτσι μπορεί να παίζει τον μάγκα βρεχόμενη από Μεσόγειο. Βέβαια κινδυνεύει ο αφαλός της, η Κριμαία, επομένως και ο Καύκασος, διότι οι Ουκρανοί και το σιιτικό Ισλάμ τους αναγκάζει να κρατάνε εκεί τα μπόσικα.

    Η παλιά της επέμβαση στο Αφγανιστάν, της δώρισε την αιώνια, διαχρονική δυσπιστία του Ισλαμικού κόσμου, οπότε οι στρατηγοί της, τέκνα των νικητών του Στάλινγραδ, παλουκώθηκαν και επιτέλους κοίταξαν έναν χάρτη, όπως έπρατταν παραδοσιακά οι Κλεμανσώ και Ντισραέλι: η Τουρκία, κατακόκκινη, ασπαίρουσα, μια σηκωταριά στο κέντρο ενός βασανισμένου σώματος, έδειχνε παράδοξα ελκυστική, ποθητή και πιθανή λύση στα μάτια της, έναντι κάθε αρχαίου γλαυκώματος.

    Τουρκία: τα σωθικά μιας χώρας σε διατίμηση

    Με τον βιβλικό κατακλυσμό, να καταλήγει στο Αραράτ όπου επέστρεψε ένα ντουνέκι, με την Τροία και τα ελληνιστικά βασίλεια στο δέρμα της, με τη θάλασσα των Τατάρων πασπαρτού για κάθε βόρεια αποκοτιά, με τα Βαλκάνια χαμένα και αποχαζωμένα σαν το πανηγύρι του Αγίου Μάμα, και τα 17 εκατομμύρια των Σταμπολήδων να «δένουν τη Μεσόγειο με σκοινιά» η Τουρκία «κάθεται» αναπαυτικά πάνω σε λαούς που έσφαξε ή δόξασε, μη λησμονώντας το Ντιβάνι της, τις απρόσμενες συμμαχίες με τους ανά τον κόσμο οριενταλιστές, διαδίδοντας εμβατήρια και βαθιά καθίσματα «α λα Τούρκα» και έναν σοφά υπολογισμένο απειλητικό βάναυσο καταστολέα εξεγέρσεων.

    Και άλλοι κοίταξαν τον χάρτη, κυρίως ο Μάρσαλ με τον Τρούμαν και κατάλαβαν πως η Τουρκία είναι ταμάμ δυναμάρι «του ελευθέρου κόσμου», όπως εξάλλου πολλές αραβικές χώρες και σιτικές, ακόμη και με Σάχη.

    Τα γεωγραφικά πλεονεκτήματα της Τουρκίας, ως Μικράς Ασίας, έχουν κατά καιρούς εξυμνηθεί από Αχαιμενίδες, Ίωνες, εκ Βαλκανίων αρειμάνιους τοπάρχες, Ρωμαίους κάθε πεποίθησης, πρωτοχριστιανούς και Καππαδόκες, Βυζαντινούς, Ενετούς και Γενουάτες, Σελτζούκους και Οθωμανούς.

    Οι ίδιοι οι Οθωμανοί εκτίμησαν μια συμφωνία με τους Γάλλους, που συνέπραξαν με τον Μπαρμπαρόσσα, ώσπου η θέρμη των Αψβούργων και ο σιδηρόδρομος Βερολίνου Βαγδάτης οδήγησε φημισμένους και μπατιρημένους Αψβούργους και Γερμαναράδες να προικίσουν την σουλτανική και Κεμαλική χώρα με στόλους, συμβουλές και εργατικό δυναμικό.

    Κι όσο εμείς πιστεύαμε στον αδούλωτο κουρδικό λαό παράλληλα με την κοινή εκστρατεία στην Κορέα και αποδεχτήκαμε το αλτσχάιμερ μερικών στρατηγών μας παρά τα πογκρόμ και τον βαλκανικό ενάντιο χώρο, μια με τα πετρόλια, μια με τες υφαλοκρηπίδες, είδαμε ως θεότυφλοι το ΝΑΤΟ ως αιτία κι αφορμή να κάνουν οι Αμερικάνοι νταντά τους Γείτονες.

    Και ρίχναμε κανέναν υπουργό να κάνει κουμπαριές και να χορεύει λεβέντικα. «Τα είπαμε στο πλαισιο του Νταβός» θυμάμαι την Μελίνα να γελά, επί Οζάλ.

    Το 2016, κι επειδή τα οικονομικά του Ερτοάν μύριζαν αντικατάσταση, ένα πραξικοπημα άλλαξε την μετα βίας ανεκτή ισορροπία των δύο «συμμάχων» κρατών.

    [Παύση]

    Ας γυρίσουμε σελίδα και ας επιχειρήσουμε προφητείες και υποθέσεις εργασίας:

    1. Μέτρα εναντίον της Τουρκιας, και να τα σκέφτονται, θα αναβληθούν ή θα είναι για το ονόρε.

    Εκτός κι αν της λαδώσουν το άντερο ζητώντας από την Ελλάδα να ξεφορτωθεί τους S-300. Oπότε πρόκειται για αναλογική μείωση, του παλιού λογαριασμού «7 στην Ελλάδα, 10 στην Τουρκια».

    1. Η Ελλάδα ζήτησε νέα Φάντομ και πήρε τον αποθαρρό της!

    Αυτό σημαίνει το σχόλιο του Πάιατ πως «αυτή η αγορά έχει πολλές διαδικασίες και είναι χρονοβόρα».

    1. Η Τουρκία, χωρίς τα 6 γερμανικά υποβρύχια, δεν τρελάθηκε να προκαλέσει θερμό επεισόδιο.

    Βεβαίως, θα ξεσκιστεί στην προκλητική φρασεολογία, συχνά βοηθημένη από κοινούς «συμμάχους» που μας σιχαίνονται.

    1. Η Ελλάδα, παρά τα δίκια της, θα χάσει την παρτίδα, επειδή πιστεύουν πως δεν έχει τα κότσια να αντιδράσει.

    Χρειάζεται μια νέα αφήγηση, πειστική και εξίσου ρητορική. Ώσπου να την επινοήσει η χώρα μας, μερικοί με μνήμη ελάφαντα θα θυμούνται πως η χώρα δίκασε δημοσίως Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειων με αρχιδικαστή τον Κώστα Καζάκο.

    Τι μπορεί να γίνει;

    5. Από το Πακιστάν έως την Λιβύη και από την Κασπία έως την Μεσόγειο, πρέπει να ξεκαθαρίσουν οι συμμαχίες και οι εχθρότητες. Προτείνω όθεν να διερευνηθεί:

    •  Βουλγαρία, Βόρεια Μακεδονία, Αλβανία, συν Μαυροβούνιο και Κοσσοβο, ήτοι τα «κάτω Βαλκάνια» προς ένα Σύμφωνο θρησκευτικής ανεκτικότητας, συμμαχικών πρωτοκόλλων, και οικονομικών – πολιτιστικών πρωτοβουλιών, με επισπεύδοντες τους Μουσουλμάνους ελληνικής υπηκοότητας της Δυτικής Θράκης, με την συνδρομή του ΝΑΤΟ.
    • Δημιουργία ανταπαιτήσεων εκ μέρους της Ελλάδας μιας δέσμης «εκκρεμοτήτων της συνθήκης της Λωζάνης» στα πατήματα των αντίστοιχων Τουρκικών διεκδικήσεων. Με την ίδια και καλύτερη ρητορική, με εθνικές πρωτοβουλιες και τελικό στόχο μια μακρόσυρτη, πληκτική διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου της Χάγης.
    • Εδώ και τώρα ελληνικά χωρικά ύδατα στα 12 μίλια. Έχουμε πέντε χρόνια καιρό, ώσπου να παραλάβουν τα «γερμένα» υποβρύχια από τους Γερμανούς. Παράλληλα, εσωτερικές και διεθνείς διαδικασίες μερικής απεμπλοκής από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ορίζοντα είκοσι ετών.

    Αν δεν αντέχουμε νευρικές κρίσεις και έχουμε ψυχική αντοχή για τ΄ανάθεμα, να αλλάξουμε πολίτευμα, πολιτική, στρατηγικές και ολιστική αντιμετώπιση ενός νέου Βαλκανικού ζητήματος.

    Αυτή η υπόθεση εργασίας έχει προϋπόθεση πως χάνεται  ο Ερτοάν από το κάδρο και τον αντικαθιστούν άλλα κομματα, ακόμη και ο Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης. Προσοχή: δεν θα είναι πιο διαλλακτικοί από τον Ερτοάν.

  • Εμείς οι τρεις οι φίλοι

    Εμείς οι τρεις οι φίλοι

    Στο «Ρεξ» έπαιζε ένα ακατάλληλο μεξικάνικο, με μια όμορφη που την κυνηγούσανε ληστές σε μια πλάβα και το παλληκαράκι τους σκότωνε και την έσωζε. Αλλά έδειχνε πολύ μπούτι και ένας μεγάλος από τον κατηχητικό μας εντόπισε και μας έβγαλε έξω.

    Εμείς πηγαίναμε στο κατηχητικο επειδή γινόταν απομεσήμερο στον γυναικωνίτη του Αη Γιώργη και βλέπαμε σχετικά συχνά κηδείες με πεθαμένους.

    Έβγαζαν και την «ζωή του παιδιού» και δίναμε μια δραχμή ευχαρίστως. Αλλά βγήκε από άλλη σωλήνωση ένα άλλο περιοδικό, το «Προς τη νίκη» που είχε τον Χριστό τιμονιέρη σε καταιγίδα και άλλο τραγούδι, όχι τα «Χριστιανόπουλα» αλλά ένα μάρς: «με χαρούμενη την όψη και με μάτι λαμπερό/ γιαλιστερό για καινούργιες μάχες πάμε στης ειρήνης τον καιρό».

    Αυτά μας έβαζε να τα λέμε μια δασκάλα από άλλο κατηχητικό. Κι όταν το δικό μας  κατηχητικό μας έβαζε να πουλάμε τις «ζωές του παιδιού» σε καφενεία και λοταρίες, προσπαθήσαμε να τις πουλήσουμε στους πατεράδες μας, κι εκείνοι, και οι τρεις, μας είπαν «κανονίστε» και οι τρεις αποφασίσαμε να γραφτούμε σε άλλη λύση για δεκάχρονα.

    Ο Φάνης, ο Βασίλης κι εγώ είπαμε να δοκιμάσουμε τους προσκόπους που είχαν μαγαζί με κάτι μπλε καΐτια και δυο σκαλάκια τσιμεντένια και ένα βράδι μπήκαμε. Ήταν ένας μεγάλος με κοντό παντελονι αρχηγός και ο Βασίλης που ήξερε λόγω μεγάλου αδελφού του ζήτησε να γραφτούμε.

    Αλλά δε γινόταν – έπρεπε προηγουμένως να γίνουμε λυκόπουλα, κάτι μπασμένα μικρά με τζόκει πράσινο και ένα καύκαλο χελωνίτσας που στόλιζε δένοντας το φουλάρι τους και την αναζητούσαν με μανία, κι όταν την έπιαναν, την έβραζαν και έβγαινε το καύκαλο καθαρό.

    Αλλά εμείς θέλαμε να κρατάμε κοντάρια και να τραγουδάμε «πριν καλά ο ήλιος βγει χιουχαϊντί-γιουχαϊντά».

    Διαγωνίως απέναντι ήταν ο σκακιστικός όμιλος και είπαμε να πάμε, αλλά παρασπονδήσαμε επειδή άσσος των άσσων ήταν εκεί ο Τάκης Χατζηαβραμίδης, που για να μάθουμε εξίσου καλά έπρεπε να γεράσουμε.

    Τελικά, ήταν 1958 και ο Ήντεν είχε χοντρό πρόβλημα στη Μέση Ανατολή, η ΕΔΑ ήταν δεύτερο κόμμα και εμείς ως τρεις φίλοι, περιμέναμε το καλοκαίρι να φάμε το σταφύλι.

  • Η ακατάσχετη ερημία του πλήθους

    Η ακατάσχετη ερημία του πλήθους

    Με διαπερνά ο πάγος του καιρού, ρίχνω μια ματιά στη δενδροστοιχία του δρόμου και βλέπω δρυίδες απλωμένους στα κλαδιά, για να είναι χρήσιμοι στο τζάκι. Στις γιορτές έβγαινα σπανίως έως ποτέ, και ήταν ουσιαστικά όλος ο Δεκέμβριος. Εφέτος εννοείται πως δεν ρίχνω μήτε ματιά από το παράθυρο. Ωστόσο, πεπρωμένο είναι αυτό, Σάββατο κι απόβραδο και ασετυλίνη και έπρεπε να λύσω έναν γρίφο από το εκ Βαλονίας τηλέφωνο των παιδιών. Ήτοι, μια παράσταση γριφώδης, ανάγλυφη σε μαντέμι από το οποίο δεν έβρισκαν άκρη. Για κάποιον εναγή που κατάφερε να βολτάρει στα Κελλόπεδα και να ιδεί το ίχνος του πύργου των Αβραμιτών, ήταν παιχνίδι ― όντως υπάρχει παλαιόθεν μια ιστοριούλα για τρια κατσικάκια και ένα κακό τζίνι.

    Κι έπειτα, αφού σκόπευα να βασανιστώ λογικά με τον Κλάιβ Όουεν ως Αρθούρο και την Κίρα Νάιτλι ως Γκουινεβίαρ κι έναν άγνωστό μου Λανσελότο με δυο σπάθες στην πλάτη, έπαιζα με τα κουμπιά και κακόπεσα. Ήταν δυο σαββατιάτικα αναμνηστικά, από Σκάην και Αιτένα με τραγούδια του τύπου «κέφι, ακράτητο κέφι» και παραπληρωματικά, με την παρουσία ενός Κοκλώνη-Κυκλώνη που με αποσβόλωσε ― ενας τουρίστας της σόουμπιζ που ακόμη και ο Ευτύχης Μπλέτσας ήταν πιο ζωντανός και ενδιαφέρων.

    Στην Αιτένα ήταν ηθοποιοί και μια μήνη τραπεζιών και μία κυρία ετραγούδα, Πλέσσα νομίζω. Οι άλλοι στον Σκάην εόρταζαν στίχους του Βίρβου, αλλά αι κυρίαι ήταν ντυμένες κανονικά, μόνον εφόρουν ένα ύπερθεν τσίτι για τσιφτετέλες και άλλο τσίτι-επενδύτη για ζεϊμπεκιέρες.

    Ενίοτε μία άλλη κυρία λυνόταν από την αναβασταγιά και χόρευε τα δικά της, αγγίζοντας το μαύρο βαμμένο πάτωμα όπως θα έπρατταν ξυπόλητοι γερμανοί αποικιστές στην Ναμίμπια (που άγγιζαν στιγμιαία την άμμο μη συγκαούν). Δεν υπάρχει πιο ανατριχιαστικό άκουσμα από το να θυμάσαι την κλαγγή-φωνή του Στράτου (που χρησιμοποιούσε το «πουθελά» αντί του «πουθενά») μεταφερμένο σε μισογελαστή χειλώδη σερπαντίνα μιας αναλυτής κυρίας. Όχι, δεν ήταν οι παλιές ηλικίες, που τόσο ξεψάχνιζε ο Σουλιώτης, ήταν ίσως αυτό το σχήμα «πει» των προσκεκλημένων που έδινε εικόνα συγκέντρωσης πρέσβεων στο «55 ημέρες στο Πεκίνο».

    Θα ήθελα να είμαι έξω, όπως πριν σαράντα και πενήντα χρόνια, ώρα Τρίτη της νυχτός, αντί να βλέπω Σαξόνων βλέμματα του σινεμά, δραχμικώς απένταρος, με τις τσέπες ανάποδα στεγνές, κατεστραμμένος από λάθος εκτίμηση λοζέ βαλέδων του αντιπάλου και μη καταλαβαίνοντας πως σκατά κατάφερε το χρώμα, με τα ταξιά να θορυβούν και ποτέ να μη σου χαρίζουν το αγώγι, ενώ θα έβγαινε ο ήλιος και με περίμενε μια μέρα άραχλη με πλήθος στίχων να συνωστίζονται για να τους πετάξω στον κάδο.

    Θα ήθελα, αλλά δεν. Σήμερα, δεν έχει στίχους να πετάξω. Θα μείνω μέσα διότι γνωρίζω τι συμβαίνει. Στην πόλη που δεν ξέρει αν ξύπνησε ή αν κοιμάται, τέτοια ώρα, τα σπορία της πανδημίας κολλάνε σε παιδικούς βλεννογόνους σε μύτες, χειλάκια και ουρανίσκους, αλλά δεν τα πιάνει ο ρούφουλας και δεν έχουν συμπτώματα. Μήτε θα έχουν, κι ας συνεδριάζουν οι κατ΄επίφασιν σοφοί. Έχουν, μωρά και πιτσιρίκια, ήδη τέτοιαν ώρα της νυχτός, εγκαταστήσει αποικίες σκουλάτων ιών όπου μπορούν να ίστανται αόρατα για παπούδες και γιαγιάδες, για μεσήλικες και νεαρούληδες. Είναι μια ανταλλαγή άφατης αγάπης, θανάτω θάνατον πατήσασα, προϊόν λανθασμένης εκτίμησης και κόλασης κολλημένων εγκεφάλων, που υποτίθεται σκέπτονται, άρα υπάρχουν. Τα μωρά και οι άγουροι σκοτώνουν του ατέρμονου γκαϊλέ τις ηλικίες και οι γιατροί ψάχνουν για συγκινησιακές ουλές στο σώμα μιας καραντίνας.

    Ναι, στο απώτατο μέλλον θα γράφουν διατριβές για τον «ηλικιακό εμφύλιο» και θα εξετάζουν την ασίγαστη (άνκαι λανθάνουσα) αυτοματική τάση, στη θέση του άσβεστου μίσους που χωρίζει τις γενιές, να ακυρώνεται λίγο-λίγο η πλασματική αγάπη που υποκαθιστά όλες τις βλαμμένες και διαβρωμένες κοινωνίες.

    Για το άλλο έκζεμα, την συνωμοτική άτυπη συνεννόηση των τοπικών αρχών με τα τοπικά κρούσματα, δεν περιμένω κάποια βελτίωση, διότι τα δύο μέρη σκοπεύουν κάποια στιγμή να διαδώσουν πως υπήρξαν τσιλιαδόροι και λουφαδόροι, έντιμα πράττοντες στην μικροκοινωνία των σαλταδόρων…

    Ξημερώνει και γαλακτώνει στέρφα ανατολή οξύνοντας τον λόφο Λανάρι. Άλλες εποχές θα στανιάριζα με ολίγο μολτ σε μια λίμνη έξτρα ντράι σέρι, τώρα με εξοντώνει ο εναγκαλισμός του Γκέρσουιν με τον Μπερνστάιν.

  • «Διερμηνεύεται δὲ ὁ Θαμμοὺζ ὁ Ἄδωνις»

    «Διερμηνεύεται δὲ ὁ Θαμμοὺζ ὁ Ἄδωνις»

    Ότι τα συμβούλια των «ειδικών» κοντεύουν να απαντήσουν στο ερώτημα «τι είναι Θεός, τι μη Θεός και τι το ανάμεσό τους» δεν είναι μυστικό. Ειδικά στα εμβόλια και στις εκτιμήσεις τους, μόνον με γνώμες επισήμων στην Γαλλία του Πεταίν μπορούν να συνυπάρξουν.

    Το παραπρωθυπουργικό σύστημα που δέχεται τον Άδωνι, δεν ξέρω τι καπνό φουμάρει, ως υποστηρικτή της πιάτσας και εμπειρικό φιλόσοφο της πτωχευμένης Σχολής της Αντιόχειας. Ο άνθρωπος «εξ επόψεως της αγοράς και της κλινοπάλης ήντινα δέχεται» διαπρυσίως υποστηρίζει πως όλα τα επαγγέλματα και οι δεξιότητες πρέπει να ανοίξουν. Αλλά μετά, ως πονηράντζα, δηλώνει πως άλλου ευθύνη είναι όλα αυτά.

    Η ακροδεξιά και μαύρη πτέρυγα κατά καιρούς είναι ένα πασπαρτού που κανένα προς ώρας κόμμα που ισορροπεί στην τσίτα με ευαίσθητα ποσοστά, δεν περιφρονεί. Ο πατέρας Μητσοτάκης έδειξε πως είναι γνώστης και χειριστής τέτοιων υποθέσεων από τον καιρό της δεκαετίας του 70, ότε φλέρταρε με βασιλικές ακοές.

    Αλλά ο γιός στα χρόνια της επιλογής αρχηγού της Ν.Δ. δεν δίστασε να γδύσει τον καρατζαφερισμό από τα πουλαίν του αμή και να προσεγγίσει τον φαινομενικά αδιάφορο και ουδέτερο περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας που κερδίζει πόντους στην κοινωνία των μπαγιάτηδων.

    Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι, νομίζω, πλήρως ενημερωμένος για την φυτεία με τα αγγούρια που του ετοιμάζουν, εκτός κι αν θεωρεί πως ο βορράς του ανήκει και ξέχασε πως ο Άδωνις εκ Χλερηνών ορέων και πεδίων προέρχεται.

  • Κρατική εκφορά λόγου

    Αναγκαστικά καρφώνομαι στο τηλεοπτικό κλίμα των ημερών, ως συνέπεια αυθόρμητου εγκλεισμού. Η κρατική τηλεόραση έχει λανσάρει μικρές φιλοσοφικές στιγμές υπαλλήλων και συνεργατών της. Πολλοί φρέσκοι ρεπόρτερς ομιλούν τα ελληνικά με ελαφρό Νασσαμωνικό αξάν, αλλά θα ξεθαρρέψουν. Για την ώρα, έκρινα πως κακώς η κυρία Μάριον Μιχελιδάκη, όταν υπάρχει σύνθετη ανάγκη ανταπόκρισης, τσιρομαχάει υπερβολικά. Ως αντίδωρο, κακώς θεωρούσα αγενή την κυρία Ταράντου. Καταλήγω πως ήταν η ειδική εκφορά του λόγου της που παρεξήγησα – η φωνή της διαθέτει ακρίβεια μεν, βαθύτατη αίσθηση ψυχράς ελάσεως δε, που καθιστά την εκφορά της παρεξηγήσιμη.

  • Οι ρημάδες οι ριμάδες

    Οι ρημάδες οι ριμάδες

    Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι. Ο αθάνατος νεοέλλην αυτοσχεδιασμός τα κατάφερε και πάλι. Υπόγεια ρεύματα, νήματα και μεθοδεύσεις που δεν περνάνε στα τριχωτά αφτιά της Εξουσίας και των Στολών και των Γενικών Γραμματέων, δημιουργούν πρωινό τράφικ, επαφές κάθε τύπου, τα παιδάκια που δεν έχουν συμπτώματα κολλάνε τους γονείς και τα παπούδια, μια φοβερή σπατάλη σκέψης χαραμίζει το υπόλοιπο της ζωής μας. Μέτρησα προχείρως τι διαόλο ποσά ξοδεύονται για να προσποιηθεί το κράτος πως υπάρχει. Το εμβόλιο είναι επιθυμητό, αλλά ο συνωστισμός των ανταγωνιστών, η απίστευτη βιασύνη και το ενδεχόμενο να έχει αποξεχαστεί ΕΝΑ σύμπτωμα που δεν το έχουν προβλέψει, συν η άνοδος του κόμματος των κινδυνολόγων, ενδεχομένως να μας χώσει όλους σε ένα λαγούμι αποθάρρυνσης. Η αναζήτηση κρεβατιού σε νοσοκομείο έγινε ουσιαστικά η μόνη ατελής ευθύνη των θεραπευτών. Εντωμεταξύ, ο Τραμπ, ποιος ξέρει και ποιός άλλος, χοροπηδάει από καιρό επειδή τον γιάτρεψαν κάτι αντισώματα. Αμέσως μας καπάκωσαν πως πρόκειται για ακριβή θεραπεία. 1,000 με 1,200 ευρώ η φορά. Αν λογαριάσουμε πως μια τέτοια αγωγή συνολικά θα κόστιζε 10 χιλιάδες ευρώ, η θεραπεία εκατό ασθενών θα κόστιζε ένα εκατομμύριο ευρώ, χωρίς επιτάξεις, παζάρια και αυστηρά μέτρα. Είναι ακριβά, έ; Ενώ τώρα, η φτήνεια τρώει τον παρά. Βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι, βγάλε από την πόρτα το κλειδί, το παιδι ξανάρχισε να παίζει, το κανάρι πάλι κελαηδεί. Αλλά που!

  • Αφήγηση, Κώδικες, Μοτίβα

    Αφήγηση, Κώδικες, Μοτίβα

    Αυτή είναι η στρωματογραφία της πεζογραφίας. Ό,τι και να χρησιμοποιήσει ο συγγραφέας, πρέπει να συμβιβαστεί πως, στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να διαχειριστεί ένα πανέμορφο πτώμα αυτόχειρα. Γι αυτό και η εικονογράφηση του παρόντος δείχνει την Εβελιν Μακχέιλ (1923-1947) τσακισμένη πέφτοντας από ύψος σε μια κούρσα εποχής.

    Κλαίω και οδύρομαι όταν μυθιστορήματα γίνονται ταινίες. Μια τραπεζική θυρίδα τιμαλφών δεν θα ανοίξει ποτέ, ή την έχουν ληστέψει, καθώς κάθε σενάριο είναι δάνειο καταδικασμένο να μη εξοφληθεί ποτέ. Κι αυτό, επειδή η σχέση εικόνας και λόγου είναι βαρβάτη μοιχεία. Ο συγγραφέας που παρ΄όλα αυτά επιμένει σε προβολή αισθήσεων, καλύτερα τα βγάζει πέρα με τη γεύση και την όσφρηση που έμμεσα μόνον έχουν θέση σε σενάριο.

    Προτιμότερο, επειδή ένας κυνηγός θεμάτων είναι συνήθως αδίστακτος, η πεζογραφία να περιέχει λεξεις και πράξεις που ακυρώνουν την πλοκή και έχουν θέση μόνον στο πέρας της συγγραφικής αυτοχειρίας.

    Γλίσχρο παράδειγμα: πεπεισμένος πως η νουβέλα μου «Το θεόπαιδο» ήταν ταμάμ για σεναριακή φιοριτούρα, έβαλα στο φινάλε να αποκαλυφθεί πως ο ήρωάς μου, Δημήτρης Σπαρτηνός, ήταν αλμπίνο. Οι άλλοι ήρωες προφανώς το ήξεραν και προφανέστερα του φέρονταν ως σε αλμπίνο. Αλλά κάθε σκηνοθέτης κώλωνε διότι με αυτό το εύρημα, ήταν αδύνατο να υπάρξει «έκπληξη» στο φινάλε.