Αν σας βρίσκει το κακό, αδέλφια, Radio Garden. Ραδιόφωνα υδρογείου. Ψηφιακά. Στον Μαυρίκιο έχει χεβυματαλάδες και στη Μαδαγασκάρη KenLee.
Author: Πετεφρής
-
-
Ξυπόλητοι και λαμπροφορεμένοι
Εντάξει, γνωστό το τροπάριο: σε όλον τον κόσμο πλημμυράν, σ΄όλην την πλάση καίγονται, μη το ρίξωμεν τώρα στην αυτολύπηση. Επίσης το άλλο κοντάκιο : οι μεγάλες φυσικές καταστροφές έρχονται κάθε είκοσι και κάθε πενήντα χρόνια, οπότε ό,τι και να κάμεις, είσαι αδύναμος ή άτυχος, ενώπιον της Συγκυρίας. Καλύτερα δέξου ως τελευταίαν συγκίνησι τους ήχους, τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου των Γιγάντων και των Τιτάνων που σαλεύουν θυμωθέντες.
Αν διακόψεις το φλερτ με την Φάουσα και τα τρία κακά της μοίρας σου, με συστάσεις η καταστροφολογία, σε περιμένει η μπάντα των Φανατικών: μην ανέχεσαι άλλες παπαριές, ο πλανήτης πονάει, η κλιματική αλλαγή ξεκίνησε και δεν σε περιμένει, τρυπάει το όζον, ξηρασίες ενεδρεύουν, έσπασαν τα νερά της Μητέρας Φύσης και σε λούζουν την ώρα του τοκετού της. Ένα πελώριο Δευτερονόμιο, συντάσσεται από επιδέξια χέρια: μη αυτό και μη το άλλο, από τον δημόσιο θηλασμό έως τα δικαιώματα του ιού της γρίππης. Τόμοι απειλών που δεν λένε να συνταγογραφηθούν.
Στο μεταξύ είναι ένας βουνός, ο Πατέρας, απιθωμένος διαγωνίως ωσάν γιγάντιο ρόπαλο μεταξύ δύο κόλπων. Δασύτριχος ή άτριχος, όπως όλα του κόσμου τα υψωματάκια, έχει ένα χαρακτηριστικό που λέγεται Υδατοκρίτης. Αυτός είναι ένας Δαίμων (μήτε ο Ποσειδών, μήτε η χάρη των εορταζόντων σήμερα μαρτύρων Αβίβου, Γουρίου και Σαμωνά, Ευψυχίου, Καρτερίου και Νεάρχου, βοήθειά μας) που μοιράζει τα νερά και ορίζει πούθε κατηφορίζουν. Και ο θεωρήσας αυτόν εν του Γουγλομάπα το οικείον κεφάλαιον, άριστα κατανοεί πόθεν θα κατέβει ο Ρούφουλας και πχοια λιβάδια και ορτανσίες θα πνίξει. Στοιχειώδες, Στέτσον οδοποιέ και Σέρλοκ, χωροτάκτη.
Τα ξηρορέμματα, φεύγε τα. Όρθωσον ανασχέσεις, διευθέτησον παρειάς, πλάτυνον τα κρίσιμα, εάν ποθείς πλησίον στέγασιν, φαρμακεία, και φλερτ με τας μοντέλας και ουάου γεύσεων. Το κτίζειν ατύπως, ολέθριον εστί. Και δεν είναι τζαμπέ, όπως πιστεύουν οι πολλοί. Με δεκαετίας να λογαριάζεις τες αποσβέσεις. Διότι, σύμφωνοι, είμεθα παροδικοί, αλλά κακοσυνηθίσαμε γα γεννάμε απογόνους.
Είμαστε ξυπόλητοι και λαμπροφορεμένοι. Άγγελοι του Θανάτου. Χτίζουμε πάνω σε τραμπολίνα. Όλα τελούνται πάνω σε μια φλούδα, σε ένα τσόφλι, μοιράζουμε επιδόματα σεβόμενοι καταλόγους γραμμένους σε τρυπητό, όταν κάτι μας ζορίζει το ξορκίζουμε με λέξεις παρηγοριάς και κυκλοδίωκτες. Δεν είμαστε άτομα, αλλά αθροίσματα. Δεν είμαστε λαός, αλλά οι στατιστικές του. Και ένας Πόντας, στηρίζει την Γεννηματά. Και εκκρεμεί κοινοβουλευτική ρύθμιση για τα αυθαίρετα. Τα οποία, εάν πειράξουμε, η κακιά διαπλοκή θα μας κρεμάσει στα μανταλάκια. Χάρτινο το φεγγαράκι που ομνύετε, κουρέλες.
-
Έτσι ξεκίνησαν όλα
«Έφτασε η κατάσταση στο αμήν» κατέληξε σε μια μακρόσυρτη τιράντα ο Αγήνωρ Καρμαχτάκογλους και χαιρέτισε το ακροατήριό του με την δημοφιλή στην ομάδα του διπλή παλάμη άνωθεν κεφαλής μετά κρότου που έμεινε στην Ιστορία ως «ανωσχωμενιά» ή συντομογραφικώς «μάστιξ».
Αντιχαιρέτησαν ομαδικώς με σειρά κλαπατακλάπ και έμοιαζε η αίθουσα να ηχεί ωσάν από μακρινούς πυροβολισμούς. Είτα, ξεκίνησε το Μέγα Σχέδιον.
Οι 120 βομβιστές της Χαράς, δεινώς εκπαιδευμένοι και κρυπτόμενοι υπό μη κερδοσκοπικόν χορευτικόν όμιλον υπό την επωνυμία «Μπομπολέιρος» κατέστρεψαν την Βουλή, τα υπουργεία και όλες τις παρόδιες ταμπέλες της διαδρομής.
Οι 400 πάνοπλοι και ένσφαιροι σνάηπερ, στρατολογημένοι από εκλεκτές αδελφότητες ξένων δυνάμεων, αχυρόξανθοι και ντερέκια, πειθαρχικοί, παλουκώθηκαν ανά εις σε καίρια αττικά σταυροδρόμια και τουφεκάγανε περιμετρικώς ό,τι είχε ψυχή ή βενζίνη μέσα του, δηλαδή και τα αυτοκίνητα.
Κανείς δεν κατάλαβε πώς βρέθηκαν τόσα Χότσκις και διμούτσουνες στα χέρια στασιαστών και μάλιστα με αφθονία σφαιρών και φυσεκίων. Πολύ αργότερα απεδείχθη ότι υπήρξε οργανωμένη αγορά ή κλοπή παλαιού πολεμικού υλικού. Και οι χειροβομβίδες, όχι κρότου λάμψης ,αλλά επιθετικές, πάλι από αποθέματα.
Το ίδιο απόγευμα,ο Αγήνωρ Καρμαχτάκογλους κήρυξε την Δημιοκρατίαν, με μόνο διάγγελμα το ακατανόητον «Τώρα, απαγορεύονται όλα. Κι όποιος έχει κλείσει κότες στην αυλή του, αμέσως να τις απολύσει. Γιατί αν δεν τις απολύσετε, τα πετεινά θα σας πιάσουν, θα σας δέσουνε για κράχτες, για να πιάνουν λωποδύτες, διαρρήκτες, λιποτάκτες». Μετά έκλεισε πανελληνίως το ηλεκτρικό, τις επικοινωνίες, τας κεραίας και τα δορυφορικά, ακόμη και με μανιατό και επέτρεψε στους πάντες να κάνουν γιάγμα σε ό,τι τρώγεται, πίνεται ή φοριέται.
Οι σύμμαχοι κινήθηκαν να περισώσουν την φρικτή κατάσταση, αλλά βετώθηκαν από κράτη που υποστήριξαν τον Δημιοκράτη. Είναι ακόμη και σήμερα, άγνωστος ο αριθμός των εκτελέσεων. Τα δίκτυα άρχισαν να επανέρχονται επιλεκτικά . Όλοι οι άνδρες ήτο στρατιώτες πλέον και όλες οι γυναίκες αγνοήθηκαν. Στρατόπεδα ανατροφής παίδων ξεφύτρωσαν παντού.
……..
Από το Μέγα Σχέδιον πέρασαν ήδη τριάντα χρόνια. Η «μάστιξ» αντικατέστησε το «χαίρε» πανταχού. Ατομικά δικαιώματα δεν υπάρχουν, αλλά πλήθος αιτήσεων εξυπηρετείται από ενδιαφερομένους να λάβουν κάρτα «Αδείας του Ζην», ενώ κυκλοφορεί κάθε πρώτη του μηνός ενημερωμένος «Πίναξ επιτρεπομένων συναισθημάτων».
Σας χαιρετώ Ανωχσωμενικώς και ευγνωμονώ την Αρχήν που μου επέτρεψε να γράφω, αφού διαθέτω δύο δάκτυλα, εν ανα εκάστην χείραν.
-
Όταν αυτά που χρωστάς, τα βαφτίζεις “κοινωνικό μέρισμα” , είσαι, κυριολεκτικά, νονός.
-
Οι γέροι χωριστά, οι νέοι άλλο πράμα
Με Γεννηματά, Ανδρουλάκη, Ραγκούση και Μανιάτη να μαζεύουν σχεδόν τα 4/5 των ψήφων, και τους πάνω από 44 χρονών να συμμετέχουν κατά τα 4/5 στο σώμα των ψηφοφόρων, απορώ με τις ελπίδες σας.
Μεγάλες ηλικίες που ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ. Στην ουσία, ψήφισαν στον πρώτο γύρο, τα 2/3 του εκλογικού χαμηλού, μετά το 2015. Ότι μπορεί να υπήρχαν ανάμεσά τους λίγοι κοψοχέρηδες Συριζαίοι και πασοκείς που κατέφυγαν στην Νέα Δημοκρατία, δεν μετράει. Η παλιννόστηση δεν ήταν σπουδαία.
Αλλά οι έχοντες και κατέχοντες τον χαζνέ, το θησαυροφυλάκιο, δεν χαμπερίζει από ήρεμες αναλύσεις. Βρίσκει και κάνει: Για την ώρα, η μόνη πολιτική αντίδραση είναι η αναμενόμενη. Συνταγή με Φωτίου, ΔΕΗ, επιστροφές χρωστούμενων, ώστε τα 720 των βοηθημάτων της εποχής να φουσκώνουν ως διπλάσια, από μια πρωθυπουργική βραδινή εξαγγελία του στυλ «αν οι γέροι πάνε να ψηφίσουν άλλα, εμείς έχουμε τον παρά που αντλήσαμε από την ζορισμένη μεσαία τάξη»
Σαν τους μπρούκληδες του μεταπολέμου, που μοίραζαν από ένα δολάριο όπου έβρισκαν. Δεν γνώριζαν άλλη διάλεκτο συνεννόησης.
Μια διαπίστωση: εκείνο το μάγμα από «ενδιαμέσους» που τους βαφτίζουμε μεταρρυθμιστές, 58, ελίτσες, κινήματα ευρωπαϊστών ειδικού σκοπού, αναμένοντες τις εξελίξεις βαθύνοες και τα λοιπά, το βλέπουμε να κρατάει την θρυλική «κριτική απόσταση» όχι από τα κόμματα που ψηφίζει παροδικώς, αλλά από την πραγματικότητα.
Συντάσσουν τα πιο πειστικά άρθρα. Το ύφος τους είναι δεδομένα οξύ ,πλην προσωπικό. Κυριολεκτικά, καταλαμβάνουν τα 2/3 ή και τα 4/5 των αναρτήσεων αναφοράς στο διαδίκτυο. Ελάχιστοι έχουν προσχωρήσει στην κυβέρνηση ή στην αξιωματική αντιπολίτευση και τους διακρίνει εύκολα, ωσάν τη μύγα μέσα στο γάλα. Το μεγάλο κοινό, ή ορθότερα, η κοινή γνώμη τους υποψιάζεται, ενίοτε βρίσκει ενδιαφέρουσες τις απόψεις τους, αλλά στέκει μακριά κι αγαπημένο. Διότι δίπλα στη χλωρή της γνώμη, βρίσκεται και ένα σύμπλεγμα εμμονών, που αποθαρρύνει οποιαδήποτε προσέγγιση. Τελείως ξερό, αυτοαναφλεγόμενο.
Κάποτε, φοβάμαι πως θα καταλάβετε την δική μου άποψη.Πως με τέτοιο νομοθετικό δαίδαλο, παραλυμένη διοίκηση, ξεχειλωμένη οργάνωση φορέων, πολυνομία και παρόμοια, το πουλόβερ δεν χρειάζεται πλύσιμο και στέγνωμα, αλλά να ξαναγίνει κουβάρι και να πλεχτεί εξαρχής.
Να κατεβούμε από τα ιδεολογημένα υψιπετή και τις δραματικά έντεχνες αξιακές αρχές, και να μη κυνηγάμε ανεμόμυλους. Το μόνο που χρειάζεται είναι μια Αφήγηση μισής σελίδας η οποία δεν θα κυνηγάει τσίχλες με κανόνι.
Με δυο λογάκια, να δεχτούμε αδιαμαρτύρητα πως πρέπει να περάσουμε από διάφορες φάσεις, αφαιρώντας κάθε θεωρητική κάλυψη στον ακτιβισμό μας. Δηλαδή,να συμφωνήσουμε σε έναν πρακτικό δεκάλογο, με αρχή, μέση και τέλος.
Χωρίς χρονοδιάγραμμα, το μόνο που θα μας απομείνει, είναι να καταφύγουμε σε κάποιον αυταρχισμό και να μεταλλαχθούμε όλοι σε ένα αλαλούμ χωρίς επιστροφή.
-
Η κάθοδος των εννιά
1.
Ξεπέρασαν τις διακόσιες δέκα χιλιάδες οι ψηφοφόροι στον πρώτο γύρο της εκλογής για ανάδειξη αρχηγού στο Κέντρο. Δεν μπορώ παρά να παραποιήσω τον Εγγονόπουλο:«Μιλούσαν μιαν άλλη γλώσσα, την ιδιάζουσα διάλεκτο μιας λησμονημένης τώρα πλέον χώρας, της οποίας και είτανε, άλλωστε, οι μόνοι νοσταλγοί».
Η προσέλευση ξάφνιασε αρκετούς. Η επιλογή Γεννηματά- Ανδρουλάκη, λιγότερους. Η κυβέρνηση πρόλαβε να μουρμουρίσει πως δεν χάθηκε δα κι ο κόσμος «της»: νεοδημοκράτες ψήφισαν κατά συρροή, και άλλα, ακριβή αλλά άσχετα με το γεγονός.
2.
Αυτοί που είχαν ξεθαρρέψει από την, δεκαετίας πλέον, υπερψήφιση του Παπανδρέου Γ. με εκείνο το εκατομμύριο που εξακολουθεί να βρίσκεται στον χώρο της δημιουργικής φαντασίας, δεν έχουν λόγο να επιμένουν στο σύστημα αυτό, που μόνον τάσεις δείχνει και δεν ακριβολογεί.Η πρωτοπορία και, κατά τις ενδείξεις, τελική επικράτηση της Γεννηματά, στην ουσία ηρεμεί τα πνεύματα. Η ύπαρξη εννέα υποψηφίων, πλασματική, η επιμονή να υπάρξουν, έως κάποιο Συνέδριο, δύο κοινοβουλευτικές ομάδες από αυτούς στην Βουλή «για να μη χαθεί το δικαίωμα διπλού κοινοβουλευτικού ελέγχου», και κυρίως , το τεράστιο, παγωμένο βουνό που παρακάμφθηκε στην διαδικασία και η επιτροπή Αλιβιζάτου πήρε τον παράδρομο, διδάσκουν πως τα όνειρα για ένα Κέντρο που θα απορροφούσε μέρος του Σύριζα και θα έκανε πιο δυσχερή την ακρισία της Νέας Δημοκρατίας παραμένουν όνειρα.
«Παγωμένο βουνό» θεωρώ την σύμπηξη εξ αρχής ενός κόμματος, στο οποίο θα έβρισκαν θέση στην νέα ορειβατική καλύβα οι ενδιαφερόμενοι, χωρίς τα συμπράγκαλα που κουβαλούσαν.
3.
Πόσους Έλληνες θα συναντήσετε τις προσεχείς ημέρες, πρόθυμους να ακολουθήσουν την κυρία Γεννηματά στο καταστατικό Συνέδριο, χωρίς να φοβούνται άμεσες ή μελλοντικές διαρροές; Μάλλον ελάχιστους.Τώρα, ένα κόμμα που υπήρξε πολυπληθές και του ήφαγε τα τσαούλια ένα άλλο κόμμα, ήδη από την περασμένη δεκαετία, μπορεί να έχει κάποιο μέλλον μόνον από την ευμένεια των ηττημένων. Είναι μια κακή αρχή.
4.
Η ενότητα της κίνησης αυτής, μένει να αποδειχθεί στο μέλλον. Και είναι ένα μέλλον σκοτεινό, καθώς λείπει το μόττο που ενδεχομένως θα άναβε τα αίματα και θα γεννούσε ελπίδες. Πoιο μόττο; Και πάλι ανασκαλεύω τον Εγγονόπουλο, χωρίς παραποιήσεις αυτή τη φορά:«Θα σου τσακίσω εγώ την νοσταλγία»
-
Ταρζάν και Ρόμμελ, παράλληλοι
O Tαρζάν του Μπάροους γεννήθηκε το 1912 και ο Ρόμμελ της Ερήμου το 1891, αλλά οι δικοί μου ήρωες πέρασαν από τον βίο το 1950 και το 1990, αντίστοιχα. Ήταν αμφότεροι μαύρα, μικρόσωμα, αεικίνητα, άφοβα σκυλάκια.
Ο Ταρζάν ήταν του Τέλη, φίλου μου στα προνήπια. Τον λάτρευα. Όπως και όλη η τσακαλοπαρέα-ο Λευτέρης, ο Βαγγέλης, η Πατρούλα, οι δυο μας. Γειτονάκια. Το μόνο που θυμάμαι ήταν πως έτρεχε, δεν γάβγιζε και ήθελε χαδάκια. Ηγεμόνευε σε έναν δρόμο, από το εκκοκιστήριο έως ένα μπακαλικάκι όπου παίρναμε μαύρα κινεζάκια ούζου και μικροσκοπικά μπαλάκια σε ένα χαρτί που τα βάζαμε στο στόμα και έσκαζαν. Από τον δρόμο περνούσαν ο παγωτατζής, με φορτοποδήλατο, ο πάγος, ο Γιάννης ο Σλιάκατας και η ποτιστήρα του Δήμου, βαμμένη κόκκινη, μετασκευασμένο Φορντ καμήλα.
Αυτή η ποτιστήρα, ένα καλοκαίρι, του 1952, κι ενώ έπεφτε γενική σιέστα, πάτησε τον Ταρζάν και τον εκμηδένισε, έτσι μιτσός που ήτονε. Ήταν και η πρώτη φορά που είδα ολόκληρη γειτονιά να θρηνεί και να σφαδάζει-μπορούσε επιτέλους να εκφραστεί, διότι ήταν πρόσφατη η εξόντωση 114 Γιαννιτσιωτών, από τους γερμανοντυμένους, το 1944. Καμμένα σπίτια και ουλές από βλήματα ήταν τριγύρω μας αφού.
Οι μανάδες δεν μας άφησαν να τον δούμε. Τον έθαψαν σε μία από τις αυλές.
Πέρασαν χρόνια πολλά και δεν ήθελα να έχω μήτε σκύλο μήτε γάτα μήτε καντίποτε, ώσπου , μέσα σε μια οικογένεια που τα λάτρευε, άρχισα πάλι να ασχολούμαι. Πέρασα πέντε χρόνια με του κόσμου τα κατοικίδια, σκυλιά, γατιά, χρυσόψαρα, ένα γριβάδι, αφθονία πουλερικών, γουρουνάκι, αρνάκι, ένα μπούφο που δεν έζησε πολύ, αλογατάκι, σκαντζόχοιρο και χελώνες.
Μετά, ήρθε για να μείνει, ο Ρόμμελ. Σε μια αυλή με πολλές γάτες και ωδικά πτηνά. Κι έναν παπαγάλο. Ήρθε μωράκι. Το βάλαμε στο μπαλκονάκι, να τρώει και να πίνει. Δεν συμπαθούσε το μέσα. Ώσπου καταλάβαμε πως γρύλλιζε στις γάτες, όχι ατταβιστικώς, αλλ’ επειδή του έτρωγαν το φαγάκι.
Έγινε άρχοντας του κήπου και δεινός γατοκυνηγός, αλλ’ όχι με τα αμπλαούμπλικα των σκυλιώνε, που χάλαγαν τον κόσμο και ανέβαζαν τα κατσούλια στα δέντρα. Αυτός είχε πάρει όλα τα γατίσια σουσούμια. Τες πλησίαζε αθόρυβος, ακροποδητί, λογαριάζοντας τον αέρα και τις τρόμαζε γαβγίζοντας δίπλα στο αφτί τους. Ξεφτίλισε την φήμη πως είναι συνεχώς υπ’ ατμόν και μυγιάγγιχτες. Παράλληλα, έπαιζε μπάλα με τα παιδιά στην αλάνα και σε μία περίπτωση που είχαν στήσει, ως Σμιθάδες, μια συναυλία για τη γειτονιά, τον βλέπω να μπουκάρει εκεί που έγραφα, αρπά μια φλογέρα από τη βιβλιοθήκη και έτρεξε να λάβει μέρος στην ορχήστρα.
Όταν μετακομίσαμε στο χωριό, στην Αγροσυκιά, ήταν μέλος σε όλες τις συντροφιές που ήρχονταν να μας δούνε. Αγαπητός και ιδιοκτήτης της κάτω αυλής. Απέναντι ο γείτονας είχε δυο λυκόσκυλα πελώρια. Είχε ένα τουπέ, που τα σάστιζε. Και έπεφτε γέλια.
Έτυχε να φύγουμε για δουλειά και θα λείπαμε τρεις μέρες. Αφήσαμε φαΐ στους γείτονες. Επιστρέφοντας, πουθενά Ρόμμελ. Τον ψάχναμε στις αυλές και στις ερημιές ματαίως. Σε μια άκαρπη επιστροφή, ο απογευματινός ήλιος φώτισε απρόσμενα κάτι αυλούκια, κάτι μολόχες δίπλα στην εξώθυρα. Στεγνωμένο αίμα. Σταγόνες. Οι γείτονες μαγκωμένοι.
Μετά από αυτό το Ελ Αλαμέιν, έκλεισε εντός μου ο κύκλος του καλύτερου φίλου των ανθρώπων. Κι αν καμιά φορά μου γαβγίζει κανένας κόπρος, τσομπανόσκυλο ή ράτσας τεντώνοντας τα αφτιά, του κλειδώνω το στόμα με γητιά, κι όταν απομακρύνομαι του λύνω τα σαγόνια. Διότι ο σαμανοβοσκός που μου έμαθε τα μάγια, εξήγησε πως το λύσιμο είναι απαραίτητο, επειδή αν το ξεχάσεις, δεν μπορούν να φάνε και ψοφάνε ματιασμένα.
-
Έκσταση
Σφραγιδόλιθοι παλαιών πολιτισμών, σε δαχτυλίδια ή σφραγίδες. Κομψές, περίτεχνες ταυτότητες. Μετά την πρόσφατη αποκατάσταση ενός, από τάφο της Πυλίας χώρας, βγαίνει στην ιστορία της τέχνης, αθώος πάσης υπόνοιας, ένας ήρωας σε μάχη. Γνήσιος, με άκρα ασφάλεια.
Μινωίτες, ή πώς τους έλεγαν.
Οι γυναίκες τους, όταν δεν χορεύουν ή μαγεύονται από κρόταλα και ζίλιες, είναι βαθύζωνες, με τους μαστούς να ατενίζουν την Σελήνη, με ποδήρες φίνο ύφασμα που φανερώνει ύφανση από περίτεχνο λινάρι.
Άνδρες ζωσμένοι ένα και δυο σπαθιά κι ένα περίζωμα, όχι από ντροπή, αλλά για να φυλάνε τα αιδοία τους από ατυχήματα. Ξέρουν να τα χειρίζονται, ενίοτε κορυθαίολοι, αλλά γυμνοί.
Και οι ταύροι ,παντού. Και κυνήγια. Και σπαθωτά πλεούμενα.
Θυμήθηκα τα δυο στιλέτα στο μεσογειακό μπαρόκκο των μονομαχιών.Και τους Γαλάτες που πέταγαν με περιφρόνηση τα στολισμένα σουσάνια τους για να χτυπήσουν την οργανωμένη οίηση των λαών που διέθεταν στάδια, θέατρα και τείχη, μόνοι, με την σπάθα τους. Και το στόλισμα των σωμάτων στις αφρικανικές και αμερικανικές φυλές που «εκπολιτίστηκαν» ή «εκπολιτίζονται» από λαούς που επιμένουν να λένε «ειδωλολάτρες» του προγόνους τους, αυτοί που σήμερα βρίσκονται καταμεσής σε λιτανείες, κέλτικα συνήθεια, νοσταλγία σε Δρυίδες, τάματα και ανιστόρηση του κάτω κόσμου ως σύναξη δρακουλινιών. Διαιρεμένων σε κολασίτες και παραδεισιανούς.
Οι Μινωίτες, διακριτοί ανάμεσα σε αντιπάλους κρυμμένους με ψάθινες ασπίδες και ενίοτε οκτώσχημα σκουτιά, τσακίζουν τις παρατάξεις τους , επιστρέφοντας το σάστισμα που προκαλούσαν θαλασσοκρατούντες , σάστισμα που ακυρωνόταν, από τον τρόπο που τους μάθαμε: μια ασύλληπτη Κνωσσό, στόλους και πανηγύρεις ταύρων και θυσιών, εικόνα εμποδισμένη από πονηρά «συμπληρώματα» στις τοιχογραφίες τους και από την μανιφατούρα πλαστών ευρημάτων που έγιναν εθιμικά, χάρη στην ζέση των συλλεκτών και στον Έβανς.
Στο μουσείο του Ηρακλείου, γελούσα με ευδαιμονία, βλέποντας τα κατορθώματα τεχνουργών που προφανώς γελούσαν επίσης ενάντια στην ζωή, για να κλονίσουν την ιεροσυλία των καιρών. Και όταν πρωτομπήκα στην Κνωσσό, αναρωτιόμουνα δύσθυμος ως πότε θα σφύζει στο πιο άκαιρο σημείο, στα πρόπυλά της, η αυθαίρετη ανάδρομη σημερινή ζωή πέραν των φραγμένων αρχαιοτήτων και τα μπετά στις αποκαταστάσεις.
Έχουν σωθεί διηγήσεις από την αρχαιότητα, έχουν επισημανθεί επιρροές, ακτινωτά και κάτω από ηφαίστεια,έχουν πλαστεί θεωρίες, ώσπου ο πολεμιστής που βυθίζει το ξιφάρι του στο ηλιακό πλέγμα του Άλλου, να παραδοθεί, καθαρμένος από την μούργα του Χρόνου, στα αδοκίμαστα, παιδικότατα και κακεντρεχή μάτια μας.
Ο Μινωικός κόσμος ζητά τον φιλομινωισμό του δηλαδή, Αφήγηση. Μπάστα με τα «ιερά» και τους «καθαρμούς» και τους «πρίγκηπες» και τις «θεές» ,υπό ακατάσχετο σπλήν.
Αυτό που γεννήθηκε στη Λευκή θάλασσα, καιρός να ονοματιστεί, να συναξαριστεί, να γίνει το σύμβολο της παρουσίας ενός πολιτισμού που σε αφήνει άγλωσσο και δακρυσμένο.
-
Men in Tights
1
Ο τρομοκράτης είναι ένας πραγματιστής .Από την στιγμή που έχει υποθηκεύσει την ζωή του εκτός της αποδοχής της Μητέρας Ιστορίας, και ξέρει ότι είτε θα σκοτωθεί ανεγνώριστος και κακόφημος, είτε θα εξαγνιστεί και θα γίνει αποδεκτός από μέρος της κοινωνίας, δεν έχει παρά να επιλέξει τον στόχο που «πονάει» περισσότερο. Δεν έχει να σκεφτεί την ήπια διείσδυση των ιδεών του, κομματικές αναποδιές, κοινωνικές εκλύσεις αερίων.Ο τρομοκράτης είναι ένας μινιμαλιστής.
Ότι τον αντιμετωπίζουμε ανόητα και στραβά, φαίνεται από το πρωί: από το όνομα που του δώσαμε. Δεν είναι φυσικά «τρομοκράτης», δηλαδή δεν κατέχεται από το σύνδρομο να κυριαρχήσει ο τρόμος, αλλά είναι σαφέστατα τρομοποιός. Παράγει τρόμο, για τους στόχους του. Εμείς είμαστε οι «τρομοκράτες», δηλαδή αυτοί που ζούνε υπό το κράτος του τρόμου, όπως ως «δημοκράτες» επιθυμούμε να ζούμε υπό το κράτος του Δήμου, και ως «φαλλοκράτες» ξέρετε υπό ποια δουλεία: την δουλεία των γυναικών.
Μια κοινωνία που «προετοιμάζεται» να αντιμετωπίσει «τρομοποιητικές» ενέργειες, είναι μία κοινωνία τρομοκρατημένη και τρομοκρατική, παράλληλα. Γιατί δεν επιτρέπουμε στις αρκούδες να συμβιώνουν μαζί μας στο διπλανό παρκάκι, ενώ τις συντηρούμε στην ωραία Πίνδο; Επειδή η αρκούδα μπορεί, αγνοώντας την πρόθεσή μας, να κάνει ακούσια κακό στους διερχομένους. Κι υποτίθεται ότι πρόκειται για «άλογο» ον. Δεν σκεφτήκαμε να έχουμε έναν δαμαστή άρκτων δίπλα σε κάθε ελεύθερη αρκούδα!
2
Να τελειώνουμε. Δεν υπάρχει γιατρειά με τις έξτρα ασφάλειες και τις μάσκες στα μετρό και με τους σεκιουριτάδες παντού, όταν οι ίδιοι σεκιουριτάδες δεν κατάφεραν ποτέ να σταματήσουν μια αγοραία ληστεία σε τράπεζα. Η τρομοποιητική διαδικασία, που λέγεται ατέχνως τρομοκρατία, είναι τυπικό επιφαινόμενο του περσοναλισμού, που με τη σειρά του, είναι αποκύημα της ελευθερίας διακίνησης ιδεών που προέρχεται από την κυριαρχία της αγοράς, δηλαδή όταν η κοινωνική συνοχή είναι κενό γράμμα.
Οι μεγάλοι κρατικοί τρομοκράτες, αρχαίοι Λάκωνες, φυντάνια της ρωμαιοκρατίας, Φωκάς, Ανδρόνικος, Ροβεσπιέρος, αναρχικοί του Ισπανικού εμφυλίου, τέλειωσαν στην κρεμάλα. Οι «ιδιώτες» τρομοκράτες, οι επίδοξοι δολοφόνοι των τσάρων, των κυβερνητών, οι βομβιστές χάριν του «έθνους» τους, απορροφήθηκαν όταν μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας άλλαξε πλεύση. Από τον Ροβεσπιέρο στον Βοναπάρτη, από το Σεράγεβο στο Υπρ. Στο βάθος κάθε παραγωγής τρόμου βρίσκεται κάποιο «εθνικό» ζήτημα. Τα υπόλοιπα, είναι «νόμιμος» τρόμος, που υπηρετούμε όλοι μας φοβικά και φοβισμένα.
Την λύση την πρότεινε ο πολύς Μακκιαβέλης: Έγραψε (δεν θυμάμαι την ακριβή διατύπωση) πως ο παράνομος και αυτός που τον διώκει, έχουν την ίδια νοοτροπία. Εννοούσε να έχουμε τον νου μας, επειδή ο τρόμος αντικρύζεται με έναν νέο τρόμο.
3
Στην αρχή του αιώνα, διαβάζοντας το μυθιστόρημα της εξάρθρωσης της 17ης Νοέμβρη (που το μόνο αξιόπιστο στοιχείο του ήταν το αίμα που πότισε τους δρόμους) είχα γράψει για την «γέννηση ενός κόμματος». Τώρα, κάπως καθυστερημένα, νομίζω πως πρόκειται για την γέννηση μιας κουλτούρας.
Ο τρόμος είναι το ανφάν γκατέ του Ρομαντισμού, και ο χειρότερος εχθρός του Ρεαλισμού. Αλλά επειδή στο χρυσοψαρένιο μυαλουδάκι μας, ο Ρομαντισμός συνορεύει με το βαθύ πράσινο των τοίχων, με το πεισιθάνατο και αυτοκτονικό, με ιδιότυπο ψυχισμό, αλλά και με τόνους και βυτία ρομαντζάδας, οι σχετικοί νευροδιαβιβαστές είναι σε κατάσταση συχνών βραχυκυκλωμάτων. Επί αιώνες οι λαοί λάτρευαν ληστές και έκνομους και πίστευαν τις ερωτοδουλειές τους.
Μια εύκολη εκδοχή για το πρόσφατο διαταραγμένο μας εγκεφαλογράφημα, είναι πως μερικοί μερικοί, αισθάνονται καλύτερα, ενώ νενεκιάζουν και προσκυνάνε, να θυμούνται πως είναι ταυτόχρονα και αδούλωτα πνεύματα, οπότε τσιμπάνε τον Φακελοπνίχτη; Έξω για δυο μερούλες ο Κουφοντίνας. Τσινάει ο Μητσοτάκης; Σήμενς και Μαρέβα. Οργίζεται η Ντόρα; Σήμενς, σκέτο.
Στην πρόσφατη περίπτωση Κουφοντίνα, νομίζω πως είναι σύμπτωμα κάποιου λέχρα που σκέφτηκε πως η άδειά του, θα συσπειρώσει τους ομονοούντες και έτσι, αν παραφωνάξουν οι Αμερικάνοι, θα τους μπουζουριάσουν στο πιτς φιτίλι. Είναι και μια καλή ευκαιρία για τον πρωθυπουργό να μάθει πως ποτέ κανένας δεν εμπόδισε τον Καίσαρα να ρίξει τον κύβο και να περάσει τον Ρουβίκωνα. Αλλά μόνος του! Ο Καίσαρ διέβη με τις λεγεώνες του! Που για την Σύγκλητο και τους Νόμους, ήταν εκτός Νόμου, αφού πολεμούσε σε τόπους και χώρους που δεν είχε έγκριση να το πράξει.
Επιπλέον, πέφτει το ηθικό του Μητσοτακέικου. Οι γνωρίζοντες τις επαφές του Σύριζα με την άλλη δεξιά, που κρύβεται πίσω από το πρόσωπο του Καμένου, ξέρουν καλά πως μόνον ένας σοσιαλδημοκράτης ευρωπαϊκού τύπου, δηλαδή φλύαρος ακαμάτης, μπορεί να ενωθεί με κεντροδεξιά συγκυβέρνηση. Και η γέννηση της Νέας Κουλτούρας, θα την ενώσει με την παράδοση της Αντίστασης επί ματαίω, που μελαγχολεί πολλές καρδούλες, αλλά βρέχει πολλά μαντιλάκια τρυφερών καρδιών.
-
Οδοστασία
Ξέρω πολλά για την Θεσσαλονίκης-Αθηνών, χιλιόμετρα 504. Μεγάλωσα μαζί της. Πρόλαβα Λάρισα-Γλύφα ως παράδρομο, όταν βασίλευαν τα Φάρσαλα. Πρόλαβα Θεσσαλονίκη- Λάρισα μέσω Χαλκηδόνας και τον Λεβέντη κάτω από ρουμελιώτικο δέντρο με λιανά σουβλάκια από έναν σουβλατζή με το μουστάκι του Δυοβουνιώτη. Μετά, άστραψε άσφαλτος διορθωμένη σε πολλά σημεία, πλην με μια αρχαιοελληνικής έμπνευσης ταινία από λευκό τσιμέντο που γλύστραε σαν το τελευταίο κείμενο του Καρανίκα, αλλά δεν υπάρχει ηρώoν για τους νεκρούς που προκάλεσε.
Βέβαια, υπάρχει παράδοση που δεν ξεχνιέται. Στα διόδια των Μαλγάρων βγαίνοντας από την πόλη, δεξιά, διατηρείται ακμαίος ένας καταυλισμός με σουβλακερί που τον φωτίζουνε τα βράδια. Αλλά το αριστούργημα της Περιφέρειας Στερεάς, υπάρχει καθιερωμένο και εγκυκλιωμένο, πάνω στην ευθεία που βγάζει Λαμία, μόλις αφήσεις αριστερά το μεσαιωνικό αγωγό πριν τη Δαμάστα, αυτόν που οι παλαιοί οδηγοί ερμήνευαν ως «γέφυρα Φραγκοκρατίας» όπου σε περιμένει μια ταμπελίτσα που εξηγεί πως «εδώ και σαπέρα δεν είναι αυτοκινητόδρομος» ενώ δεν έχει αλλάξει μήτε το πλάτος, μήτε η σήμανση.
Γιατί αυτό; Διότι οι Λαμιώτες δεν λένε να ξεχάσουν το σμήνος με τις ταβέρνες, τα αναμνηστικά, τα βενζινάδικα, τις τουαλέτες για τα Πούλμαν και τα κουτιά με τα τοπικά προϊόντα. Κανονικά, το πέταλο του Μαλιακού, θα πρεπε να ξεχαστεί με την όδευση Αρκίτσα-Γλύφα, μέσω Ευβοίας, αλλά έπεσε πολλή «μελέτη»: ο τόπος γεννάει σεισμούς, δεν είμαστε για τουνέλια ή γιοφύρια, θα έρτει ο Ξέρξης και οι Γαλάτες, μη το ρισκάρουμε. Εντάξει είναι τριάντα χιλιόμετρα παραπάνω, αλλά σιγά τις μπετζίνες. Δεκάδες παρόδια χωριά και κωμοπόλεις ,που ζούσαν από την κυκλοφορία, χώθηκαν στην ανυπαρξία, παρά τις μακροχρόνιες αντιστάσεις, πανελληνίως.
Είμαι βέβαιος ότι σε λίγα χρόνια, θα υπάρξουν μεταπτυχιακές μελέτες που θα εκθειάζουν το τοπικό πείσμα, ερμηνευμένο ως «αντίσταση στην αγοραία ξεφτίλα του εκσυγχρονισμού» μιας Ελλάδας που διασχίζοντάς την, το βλέμμα σου σκοντάφτει σε ερείπια των σίξτις, κελύφη ρημαγμένα, που να μου το θυμηθείτε, θα είναι διατηρητέα. Ενώ θα δούλευε θαυμάσια το ρημαδιό ως εθνική οδός άνευ διοδίων.
Έως να γυρίσει ο ήλιος πάντως, θα θυμάμαι την Θεσσαλονίκης-Αθηνών τουπίκλην «Εθνική» όχι ως το «ωραίο ταξίδι» της Ιθάκης του Καβάφη, αλλά ως το βάσανο του Παπαδιαμάντη που κίνησε με βαπόρι για τη Σκιάθο με νέα κουστουμιά, και τηνε λέρωνε σε κάθε φρέσκια λαδιά του καταστρώματος, μη και τον θεωρήσουν οι συντοπίτες ακάτρ πένγκλ και γαλάντη.