Author: Πετεφρής

  • Tο αμάραντο ρόδο μιας καλής ιδέας

    Σε ένα φωτοτυπάδικο στο Σιντριβάνι, παιδευόμουνα με το μεγάλο μαχαίρι του μαγαζιού, να πάρω ταχύτερα τα σχέδια. Με παρακολουθούσε ένας γέροντας. Αυτός έβγαζε φωτοαντίγραφα από μια μελέτη του. Πιάσαμε κουβέντα, αφού αμφοτέρων η δραστηριότητα ήθελε χειρωναξία και μόνον.

    Ήταν μελετητής-οραματιστής, κατά δήλωσή του. Είχε καταλήξει πως η χώρα και γενικότερα ο κόσμος έπασχε σε ένα και μόνο σημείο που έφερνε τον όλεθρο στην κοινωνία. Ποιο ήταν αυτό; Δεν ήταν εύκολα αναγνώσιμες οι συντεταγμένες του εδάφους. Έπρεπε να έχεις χάρτη για να εντοπίζεις τρισδιάστατα ένα σημείο του Χώρου. Κι αυτό έφερνε παραναγνώσεις, λαθάκια και άλλα ασεβή.

    Ο ίδιος πρότεινε την πυκνή εγκατάσταση στο έδαφος σταθερών τοπογραφικών σημείων, καλύτερα σε κυβάκι από μπετόν, όπως συνέβαινε στις κορυφές των βουνών. Σε ένα μπρούτζινο καρφί μπηγμένο σταθερά, να υπήρχαν γεωγραφικό μήκος και πλάτος, καθώς και το απόλυτο υψόμετρο. Θα ήταν αδύνατον έτσι να πεθάνεις ακαθοδήγητος.

    «Πόσο πυκνό;» τον ρώτησα. Έπαιξε το ματάκι του. «Αρχικά, σε κάναβο ένα επί ένα χιλιόμετρο. Μόλις το κράτος καταλάβει πόσο προσγειωμένοι και προσανατολισμένοι θα γινόμασταν, αμέσως θα πύκνωνε το δίκτυο. Το ιδεώδες θα ήταν ένα καρρεδάκι σταθερό δέκα επί δέκα μέτρα. «Προβολή στα πάντα, παιδί μου» εξήγησε. Το καρέ θα απλωθεί παντού. Ακόμη και σε δρόμους, ακόμη και στις ταράτσες των πολυκατοικιών, σε δάση και ποτάμια»

    «Και σε ποτάμια;»

    «Βεβαίως!» και μου δείχνει ειδικό εξάρτημα που θα μπήγονταν στις κοίτες του νερού.

    «Το βρίσκετε πολύ χρήσιμο, ε;» ενδιαφέρθηκα ελαφρώς σκασμένος.

    «Σκεφτείτε αλεξιπτωτιστή ειδικής αποστολής που προσγειώνεται κάπου και δεν έχει χάρτη. Αν δεν καταλάβει πού βρίσκεται, θα συλληφθεί πάραυτα. Ενώ κοιτάζοντας το τοπογραφικό μπρουντζάκι και τις αναγραφές του, θα ξέρει αυτομάτως πού είναι τα φίλια και που τα εχθρικά εδάφη»

    Ήταν βαρύ το μεσημέρι, έπρεπε να παραδώσω τα σχέδια και τον αποχαιρέτησα. Βρισκόμασταν μισόν αιώνα πριν, στη Σελήνη δεν είχαμε φτάσει και δεν υπήρχε σοβαρό πρόβλημα ανεργίας τότε. Και οι πρώτες εφαρμογές του GPS, oι υβριδικές, θα αργούσαν τουλάχιστον δέκα γεμάτα χρονάκια. Πλάκωσαν μετά εφευρέσεις και θαυματουργά μηχανάκια και ο πόθος του γέροντα μάλλον έμεινε μετέωρος.

    Αλλά σήμερα, βλέποντας στο φτερό δυο συνεδριακές μαζώξεις, στην Ελευσίνα του ενός,  στο «Ελ. Βενιζέλος» του αλλουνού, σκέφτηκα πως ο εμμονικός γεροντισμός καλά κρατεί και πως σύνεδροι, σήμερα, μάλιστα, σήμερα ,ασχολήθηκαν με εξαγγελίες, επαγγελίες, αναγγελίες και ευαγγελίες για του Γένους μας την προκοπή. Λόγια στα λόγια, κι άλλα λόγια. Με την διοίκηση, τις υπηρεσίες, τα νομοθετικά μας κείμενα, το Σύνταγμα και τα παραφερνάλια, επικαιροποιημένα με ασφάλεια έως το τέλος κάποιου παλαιού αιώνος, κι όμως, να εκλύεται θερμουργός προσδοκία από τις εξαγγελίες, επαγγελίες, αναγγελίες και λοιπές ευαγγελίες ενός μπατιρημένου συστήματος.

    Τουλάχιστον πάντως, θα σώζονται οι αλεξιπτωτιστές.

  • Νομισματική παρενόχληση

    Ένα εορταστικό διάλειμμα, πριν μας πρήξουν κι άλλο οι άη βασίληδες και οι παγίδες των αδιόρθωτων εμπόρων.

    Που λέτε, πάνε πολλά χρόνια και δουλεύαμε μια ομάδα να προετοιμάσουμε έναν ναό (τότε το λέγαμε  «τεκμηρίωση») για να ξανανιώσει, ετοιμάζοντάς τον για το χειρουργείο.

    Ο ναός λειτουργούσε, έστω και δύσκολα. Και μια στις τόσες, χρειάζονταν το δωμάτιο που δουλεύαμε, για μια τελετή.

    Συγκεντώνονταν ο παπάς, η ενοριακή επιτροπή και ένας από τράπεζα και μετρούσαν τις προσφορές από τα παγκάρια. Μας άφηναν να βλέπουμε.

    Φέρναν τα κέρματα σε τσουβαλάκια και ολόγυρα τα μοίραζαν σε μικρότερα: δραχμές, δίδραχμα, τάλιρα, δεκάρικα και τέτοια.  Κάθε τσουβαλάκι και μία αξία.

    Μετά, θαρρείς και ζούσαμε εποχή βυζαντινή, που τις μικρές αξίες, τα κοκκία, τις ζύγιζαν σε ουγγιές, ζύγιζαν κάθε τσουβαλάκι. Κι από ένα τεφτέρι ήξεραν, φερ’ ειπείν, πόσα πενηντάλεπτα ήταν ένα κιλό.

    Ζύγιζαν και παρέδιδαν τον κάθε πήρο, στον υπεύθυνο της τράπεζας.  Με μια φοβερή καταληκτική κίνηση:

    Ο παπάς, παραδίδοντας κάθε τσουβαλάκι, ας πούμε με δεκάρικα, έρριχνε μερικά, ως ευλογία στα ήδη μετρημένα και ζυγισμένα. Όπως έγραφαν οι πηγές «κοκκία μετρηθέντα και ζυγισθέντα, σύνολο τόσες ουγγιές»

    Κάποια στιγμή τον ερώτησα το γιατί. Και μου είπε απλά «να μη βρεθεί λιποβαρές τίποτε»

    Το γεγονός με εντυπωσίασε και το αναφέρω έκτοτε συχνά, ως παράδειγμα φοβερών ντεζαβύ επιβιώσεων που δικαίωναν τον κοινό μας κόπο να βγάλουμε τον ναό από το χειρουργείο στην ανάνηψη.

    Είμαι σίγουρος ότι να δίκην χασαπόσκυλων επιτελεία του εισπρακτικού κυβερνητικού λουφέ, δεν έχουν χαμπάρι πόσο βλάπτουν με λιανά βοηθήματα τους  νέους 18-24 που πρόλαβαν και γράφτηκαν στον ΟΑΕΔ.

    Αριστερή χειρονομία, δεν είναι με τίποτε. Μήτε καν ανθρωπιστική. Μια πονηράντζα και μισή, από τον καιρό της πλέμπας που της έρριχναν νομίσματα και των αρμάτων στα καρναβάλια που είχαν σοκολατοπόλεμο.

    Υπερφορολογούντες και πλάθοντας πλαστά περισσεύματα, ρίχνουν εξτραδάκια σε μερικά τσουβαλάκια, προσδοκώντας στη γλύκα του πιτσιρικά, που έτσι μπορεί να πάρει δυο κινητά κινέζικα και να του μείνει περίσσευμα για μια κούτα τσιγάρα.

    Και βέβαια, θυμήθηκα ομάδες φοιτητών, νοτίως του Δουνάβεως, στον υπαρκτό ή υπεραρκετό σοσιαλισμό που εκχωμάτωναν υποστρώματα και κουβάλαγαν αμμοχάλικο κάτω από τη σημαία του πανεπιστημίου τους, σε οδικά έργα, ντάλα καλοκαίρι και άλλα πολλά.

    Διότι δούλευαν, κτηνάνθρωποι του μεγάλου Τόμου της Λογαριαστικής. Και δεν περιμένω να ντραπείτε, πουλώντας άρτον και θεάματα ανεπρόκοπα και μίζερα, στο ίδιο το μέλλον της χώρας.

    Ζαράκηδες, φαντασμένοι, για πέταμα άπαντες.

  • Ο μπράσερ

    Την  άνοιξη του 1966, η παρέα του Πέμπτου, διάβαζε για Ακαδημαϊκό απολυτήριο. Αλλά παρά τα φροντιστήρια και τα ζόρια, προείχε η διασκέδαση. Και ήταν χρόνια χωρίς κοκακόλα, να φανταστείτε, μόνον ταμτάμ και Σινάλκο σε λίγα μέρη, ενώ η παρακμή του βερμούτ αργούσε ακόμη. Το τμήμα μας είχε και μουσικό συγκρότημα, τους Μονκς. Ο Σάκης μπάσο, ο Κίλιας ντρaμς, ενώ στα στέκια τους κυκλοφορούσαν και φατσάρες που όλοι αναγνώριζαν, όπως ένας Δάνας που τον θυμάμαι αμυδρά.

    Στα διαλείμματα και ώσπου να έρθουν οι καθηγητές, σχεδίαζα για το συγκρότημά μας ρουχικά και παπούτσια-μποτάκια και κάτι παντελόνες με πιέτα στη γάμπα. Μπορεί να μην αποκτήθηκαν ποτέ, αλλά με τον Γούφα κερδίσαμε ένα προνόμιο- όταν έπαιζαν τα παιδιά στο Γουοτερ Λίλυ και αλλού, ο Χρήστος επέτρεπε να καθόμαστε εναλλάξ τιμητικά σε ένα σκαμπουδάκι δίπλα στα τύμπανα, έτσι μοιάζαμε συντελεστές του γκρουπ και στις παύσεις, όταν μας τριγύριζαν θυμώδη και φινετσάτα κοριτσάκια, ρωτούσαν καμιά φορά «εσείς τι παίζετε;». Του Γούφα τις απαντήσεις δεν τις θυμάμαι, αλλά η δική μου ήταν στάνταρ: «είμαι ο μπράσερ». Τα έρμα νόμιζαν πως ήταν ένα παράξενο όργανο και δεν σχολίαζαν, και επέτρεπαν τις νόμιμες μαλάξεις επί των μαλακών μορίων των μη ενδεδυμένων άκρων τους. Καμιά δε με ρώτησε ποτέ τι σκατά «μπράσο» παίζω και καλά έκαναν διότι εννοούσα ότι γυάλιζα με μπράσο τα μεταλλικά στοιχεία των οργάνων του γκρούπ.

    Πέρασαν έτη αρκετά. Για την ακρίβεια δεκαοχτώ. Το 1984 δέχτηκα μια παραγγελία για μετάφραση Αριστοφάνη και το έργο παίχτηκε εκείνο το καλοκαίρι.  Αλλά είχα ήδη μεταμορφωθεί σε έναν κυνικό, αντιπαθή χαρακτήρα, που έπαιζε μονίμως ρόλους. Όταν φτάσαμε στο δελτίο τύπου, είχα μια ιδέα: την  μετάφραση θα την υπέγραφε «ο Π.Θ, ποιητής και μπράσερ». Το δελτίο κυκλοφόρησε σε όλα τα έντυπα, εφημερίδες και περιοδικά. Μόνον μια εφημερίδα δεν περιέλαβε το «μπράσερ». Όλα τα άλλα έντυπα, το φερμάρισαν κανονικά. Για μένα, ήταν ακόμη μία ένδειξη ότι η έωλος γενιά στην οποία ανήκα, παρά τους μολτ ποταμούς και  τα μπιρόνια, για να μη χειροτερέψω την κατάσταση, ήταν σε θέση, με τα λογάκια, να πλάσει κόσμους και ιδιότητες αδιανόητες. Διότι και άλλοι γραφιάδες και γραμματικοί έπαιξαν με διάφορα τεχνάσματα, πειραχτήρια και βάζοντας φιτίλια, αλλά έκτοτε δεν είχε καμία σημασία τι έλεγες και πώς, ενώ το μπράσο, με ένα πανάκι περαστό σε μέταλλα και ασημικά, άφηνε ένα απόκοσμο φως σε μία κοινωνία εξαπατημένων λεπιδοπτέρων.

  • Νουβωτέχνες

    To «Νέα Μακεδονία» που φαίνεται πως θα προτείνει ο Νίμιτς ως παυσίλυπο της πολύ γνωστής «διαφοράς περί το όνομα», είναι εξαιρετικά διδακτική κατάληξη. Και μια επιπλέον απόδειξη πως ο ιστορισμός, ως εργαλείο συνεννόησης και συνδιαλλαγής, είναι τελείως σκάρτη υπόθεση.

    Δεν μπαίνω σε κριτική και σε επιχειρήματα. Είναι μάταιο. Να θυμίσω απλώς ότι τα «Νέα Ρώμη», «Νέα Ιερουσαλήμ» και λοιπά, δεν ευδοκίμησαν. Μήτε τα πολυάριθμα «Νέα Χαλκηδόνα», «Νέο Πετρίτσι» και τα παρόμοια που θέλησαν οι πρόσφυγες στην μετεγκατάστασή τους. Εξάλλου, αφορούν πόλεις, όχι κράτη. Το «νέο» κράτος, προϋποθέτει την ύπαρξη ενός «παλαιού». Ακόμη και σήμερα, μερικές γενιές μιλάνε για «παλιά Ελλάδα», αλλά μόνον για «Νέες χώρες» σε εκκλησιαστική ορολογία. Εάν τα δημοψηφίσματα αποδείξουν ότι υπάρχει ανοχή στο να λέγεται η δική μας ορολογία «παλιά Μακεδονία» ντεφ να γίνει.

    Αλλά δεν πρόκειται. Δύο θα είναι οι άμεσες συνέπειες: και τα δύο μέρη θα παραμείνουν ανικανοποίητα και στην Ελλάδα, θα γιγαντωθεί  ο εθνικισμός. Μπορεί να βολεύει μερικούς κυβερνώντες σήμερα, ώστε να έχουν σε δυο χρονάκια απέναντί τους, ως διεκδικητές της εξουσίας, ακροδεξιούς, αλλά έως εκεί.

    Επιμένω πως αυτά, δεν λύνονται με την μητριά Ιστορία, αλλά με τον πανούργο μεταπράτη Ερμή. Τον κερδώο. Τα ονόματα έχουν δικαιώματα, εμπορικά δικαιώματα. Εδώ μια φέτα και την χάνουμε κάθε τόσο από αμέλεια ή μαλακίες, στην Μακεδονία θα κολλήσουμε;

    Ό,τι δεν είναι αλβανέζικο στην γείτονα, και παρά τις βλάχικες άκριες του, είναι βουλγάρικο. Και η Αμερική επείγεται να χώσει στο ΝΑΤΟ και ίσως στην Ευρωπαϊκή επιρροή, όλα τα Βαλκάνια.

    Για να το περιορίσουμε στα Βαλκάνια, εδώ είσαι ό,τι δηλώσεις και οι μεταστροφές επιτρέπονται. Αν δεν βρεθεί μια χρυσή τομή, όπου το αμοιβαίο συμφέρον να γίνεται οφθαλμοφανές, έρχεται η πολιτικη επιστήμη και τα περδικλώνει όλα. Διότι είναι ανήκουστο να ζητάς την πηγή των δακρύων μιας κοινωνίας. Συνήθως ο άνθρωπος επινοεί την πειθώ που θα τον πείσει.

    Τα υπόλοιπα, είναι θάνατος και τρέλα. Και  μόνον η σύσταση του Αλέφαντου έχει κάποια ισχύ: Παίξτε μπαλίτσα. Κορόιδα.

  • Δέκα εύκολα κομμάτια

    Ας μείνουμε απλοί. Πάρτε έναν δεκάλογο και κάμετέ τον ό,τι θέτε.

    1
    Ο Σύριζα διατηρείται, παρά τον εκτοπλασματικό κυβερνητισμό του. Διότι άλλες κυβερνήσεις έχουν άγχος μη και δεν γίνουν κατανοητές οι θέσεις τους, αλλά αυτή όχι. Δεν υπάρχει συριζαίος που «δεν καταλαβαίνει» που το πάνε οι στελεχάρες του. Ξέρει πάααρα πολύ καλά πως αν μείνει στη στρούγκα, θα ευνοηθεί περισσότερο από τους οπαδούς των άλλων κομμάτων. Η ηγεσία του εκτελεί αριστοτεχνικά μια παρθενορραφή. Χτίζει ειδικές γραμματείες, προσθέτει διορισμούς, έστω παροδικούς, μετονομάζει παρηκμασμένα ιατρεία και εκπαιδευτικές δομές σε κάτι φρέσικο και νεοπαγές, στα μεταναστευτικά έχει καταφέρει το αεικίνητον. Πλην αυτοί που τον ψήφισαν, αισθάνονται πιο ασφαλείς από τους υπόλοιπους ψηφοφόρους. Τους φροντίζουν. Χωρίς να έχουν χαράξει μήτε μια νυχιά στην κοινωνική δομή και στο Εκτελεστικό της χώρας, το έχουν υποκαταστήσει περίλαμπρα. Κάθε ρουκέτα του Πολάκη, ανήκει στα φίλια πυρά. Κάθε χειροβομβίδα κρότου-λάμψης στους δικαστές, επιβεβαιώνει πως η δικαστική εξουσία νοιάζεται για το συμφέρον της, ότι αργεί, ότι της πρέπει περιστολή. Παρενοχλεί ο δυστυχής Μητσοτάκης; Σήμενς, Μαρέβα και μη μιλάς εσύ.

    2
    Κανένας δεν ερευνά το ποιον των φαιών χαρακτήρων της κυβέρνησης. Ο Τζανακόπουλος δεν υπέστη την κριτική των άλλων εκπροσώπων τύπου, άλλων κυβερνήσεων.  Ο Παππάς, θεωρείται βυσσοδόμος και αμείλικτος, αλλά ουδέποτε θα κριθεί αυστηρά, επειδή τον μάχονται οι «φρικτοί καναλάρχες» και ο φρικτός καναλάρχης είναι πτου κακά περίπτωση. Δεν υπάρχουν πλέον Μπόμπολας, Ψυχάρης, ο Κυριακού απέθανε, οι Κουρήδες συγχωρέθηκαν, οι Ζούγκλες, οι Ντοκουμέντιοι και άλλοι οραματιστές της κάθαρσης, είναι προφανές ότι βρίσκονται πάνω από δέκα χρόνια στις τάξεις του Σύριζα. Αν οι «άλλοι» είχαν τύπους σαν τον Καλογρίτσα στις τάξεις τους, θα τους έβγαζαν από την κολυμβήθρα του Σιλωάμ και θα τους έριχναν στο ύδωρ της Στυγός.

    3
    Ενδιαφέρουν οι τύποι σαν τον κύριο Κουρουμπλή. Υπηρέτησαν  στην καρδιά του παλαιού συστήματος, αλλά βρίσκονται στο απυρόβλητο, επειδή εκατομμύρια τέως πασοκάδες, βρήκαν στον Σύριζα την άγια τους χαρά. Πιστεύουν ότι ήταν σε ένα Ανδρεϊκό παράδεισο, ώσπου ήρθε ο Τσοχατζόπουλος και τους τα χάλασε όλα. Και τώρα, ο Τσίπρας τους συγχωρεί και τους ανασταίνει. Στο κάτω της γραφής, λίγος-ξελίγος, έχει πρόσωπο εκτός συνόρων. Και το ότι φαντασιώνεται πως βγαίνουμε στις αγορές και τέρμα το σφιγμένο ζωνάρι, παραμένει μια αισιόδοξη ματιά, διότι το παιδί έχει φυσικότητα αντιδράσεων.

    4
    Από το ολέθριο σφάλμα των χρησίμων ηλιθίων, που πλαισίωσαν τον Σύριζα υπερψηφίζοντας το 17ωρο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης του 2015, έχει απομείνει ένα Στόουνετζ λαμπρών ερειπίων, που λοιδωρείται ασταμάτητα, μέσα σε μια ακατάσχετη κακογλωσσιά των κυβερνητικών. Όσοι τους έχουν πάρει χαμπάρι, ξενητεύτηκαν. Όσοι ανησυχούν,προσλαμβάνονται. Δεν έχει πειραχτεί μήτε τρίχα της κεφαλής των άχρηστων που από την μεταπολίτευση και δώθε, αρνούνται να βγουν από τη χύτρα με το μαγικό φίλτρο.

    5
    Η φτώχεια και η σπάνις των κυβερνητικών επιχειρημάτων, έχει ένα ατίμητο πλεονέκτημα: γίνεται μονολεκτικώς κατανοητή. Περιορίζεται σε μερικές λέξεις: Παπασταύρου, ημαίηλ Χαρδούβελη, γερμανοτσολιάδες. Η δημιουργία, μέσα από ένα μάγμα αγανάκτησης και αναζήτησης ενός κράτους δικαίου, μιας συνομοταξίας βλακεμένων οπαδών, ποτέ δεν ήταν εμπόδιο σε μια αποφασισμένη μειοψηφία οραματιστών.

    6
    Πολύ θα ήθελα να δω μια λίστα δομών του κράτους που δεν υπήρχε πριν το 2015 κι όμως διατηρεί μέρος της εξουσίας της. Χιλιάδες υπάλληλοι καααάθονται, αζημίως. Και ο ιδιωτικός τομέας, η «ελπίδα» των αλλωνών, εκμεταλλεύεται την ανέχεια, με τα μέσα που διέθετε τον καιρό των μαυραγοριτών. Και μόνον οι εισαγωγές που συντελούν στην δημιουργία προϊόντων για εξαγωγή, δείχνουν το αδιέξοδο.

    7
    Γεγονός παραμένει πως, από την εποχή του Καστελόρριζου, η ξενοκρατία έχει βγάλει κάτι ρίζες απέθαντες. Και όλες οι ενδογενείς φυτεύσεις, περιορίζονται στην εντατική καλλιέργεια αντράκλας, την λέγουν και γλυστρίδα. Εννοώ το έρπον φυτό που τρώγεται, ακόμη και κατουρημένο.

    8
    Ακόμη και δύο εκατομμύρια ψήφων να λάβει η Νέα Δημοκρατία, την αναμένει πρωτοφανές βραχυκύκλωμα και κανένας από τους πολιτικούς της δεν απέκτησε ένα ζευγάρι λαστιχένιες μπότες ,για να αποφύγει την ηλεκτροπληξία.

    9
    Αν δεν υπάρξει πειστική τομή στην κατάσταση των πραγμάτων, η βαλκανί  θεοπτία, μας περιμένει. Διότι όσο προσποιούνται οι ανώριμοι ερασιτέχνες ότι έχουν μάθει τη δουλειά, οι μόνοι αναβάσταγοι που θα τους επικρίνουν, θα είναι οι εθνικώς και οικογενειακώς ύποπτοι. Στην ομοταξία των βλίτων, η πιο παραγωγική σκέψη θε να είναι «μας έχουνε γαμήσει ώς τα τώρα από ασχετοσύνη- καιρός να δείξουν ότι κάτι έμαθαν, άς τους δώσουμε την ευκαιρία»

    10
    Το 2019, θα έχει συμπληρωθεί μια ψυχανώμαλη δεκαετία. Τα νέα «σκάνδαλα», οι αναθέσεις έργων, οι εργολαβίες, θα μοιάζουν με πταίσματα, καθώς η συλλογική ενοχή από την λήψη των εορτοδανείων και των επιδομάτων έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία, θα μοιάζει με καθαρτήριο. Και οι λέξεις «Μαρέβα, Σήμενς, Χαρδουβέλης» θα πάρουν σειρά στον αλγόριθμο «γαργάλατα, βραχώδη όρη, Ευταξίας, πρασινοφρουροί, αυριανιστές».

  • Τα σίξτις λοξώς ιδωμένα

    Είδα μια ζωντανή συζήτηση για το πως έμοιαζαν τα σίξτις ως προς το σήμερα. Και μάλιστα, εκφέρουν γνώμη πολλοί γεννηθέντες από σεβεντίλα και δώθε.

    Τι προτιμάτε; Βιωματική ή επιστημονική  εκτίμηση;

    Βλάπτουν και οι δύο τη ζωή το ίδιο.

    Βιωματική: έτυχε και κλήθηκε ο πατέρας μου, στην απογραφή του 1961, να καλύψει μια μεγάλη περιοχή των Γιαννιτσών, ως απογραφέας. Από το ρολόι έως το Ταλαμπάς. Ένα δίφυλλο προς συμπλήρωση. Με έχρισε βοηθό του-συμπλήρωνα το έντυπο υπό την εποπτεία του. Γειτονιές προσφύγων. Κυρίως από Τρωάδα και Στράντζα. Θρακιώτες εκατέρωθεν της Προποντίδας και από τη δεύτερη προσφυγιά της Ανατολικής Ρωμυλίας.

    Τουαλέτες μέσα στο σπιτικό, καμία. Το πολύ κολλημένες δίπλα στο κουζινάκι. Νιαγάρας, κανένας. Ντους, κανένα. Αποχέτευση, καμία. Νερό μέσα στο σπίτι, αραιά και που. Τα ρούχα και τα στρωσίδια, σε γιούκο πάνω από ένα σεντούκι. Εικονοστάσι με φωτίτσα, πάντοτε.  Πολλά παιδιά, χωρίς κρεβάτι-έστρωναν χράμια και τα κοίμιζαν ομαδικώς. Οι γονείς είχαν κάμαρη. Γιαγιάδες και παπούδες, στο σιδερένιο ντιβάνι στο κουζινάκι. Γκαζιέρες, παντού. Μασίνες, όσο πατάει η γάτα. Σκάφη για μπανιάρισμα, κρεμασμένη σε τοίχο. Κάθε Σάββατο, στην καλύτερη περίπτωση. Δυο ή τρεις τενεκέδες νερό, για τη λάτρα. Γάτες, καναρίνια, γλάστρες, αρκετές. Φτώχεια και των γονέων. Όλοι, κερνούσαν τον δάσκαλο. Από λουκουμάκι ή μπισκοτολούκουμο έως γλυκό του κουταλιού. Με είχε προϊδεάσει: «θα λες ευχαριστώ και θα αρνιέσαι. Το στερούν από τα παιδιά τους για να μη τους θεωρούν παρακατιανούς». Ένα λιανό σαπουνάκι πράσινο, δίπλα στο τενεκεδένιο μουσλούκι, κρεμασμένο σε εξωτερικό τοίχο. Και ένα μικρό πεσκίρι. Οι βόθροι, χειροποίητοι, ρηχοί. Τα παιδιά αφόδευαν στην αυλίτσα. Κι έρριχναν χώμα με ένα φτυάρι για να μη τσιμπολογάν οι κότες. Γαϊδουράκι συχνά, όταν ο πάτερ φαμίλιας είχε κάρο ή καρότσι. Ξυπολησιά. Η λέρα σχημάτιζε γκρίζες φολίδες πίσω από τα αφτιά, ανάμεσα στα δάχτυλα των χεριών. Οι λαιμοί μαύροι. Γαριασμένα ρούχα. Οι γυναίκες, ρόμπες από τον δοσά.

    Γύρω από τον άη Γιώργη, η κατάσταση καλυτέρευε. Σπίτια ή διαμερίσματα με σκάλα, σαλονάκι και ντουλάπα με γυαλικά. Μερικά με πλυσταριό. Υπάλληλοι και έμποροι εκεί.

    Επιστημονική: ο κόσμος εκτός της χώρας. Αγριεμένος ψυχρός πόλεμος, Μαίρη Κουάντ και μίνι φούστα, το κολάν, το χάπι. Στην Ελλάδα, μεγάλη εσωτερική μετανάστευση, πολλά χωριά απέκτησαν δίκτυο ύδρευσης και προγράμματα εξηλεκτρισμού, φραγμάτων και εγγειοβελτιωτικών έργων. Ένταση για την «Πεσινέ», Έσσο-Πάππας, εργάτες στην Γερμανία, συνέχιση των εκτοπισμών, όλο και αραιότερα, έως το 1967, που έχουμε νέους εκτοπισμένους. Απαρχή των ηλεκτρικών νοικοκυριών, αύξηση των φοιτητών, αλλαγές στην εισαγωγή στις ανώτατες σχολές. Τουίστ, μποσα νόβα, σέικ (απο το 1964). Ποπ. Γιεγιέδες. Πρώτη μεταμόσχευση καρδιάς (1967). Χίπιδες, μουσικά συγκροτήματα, ψυχαδέλεια, έγχρωμες ελληνικές ταινίες, Μάης του 1968, Γούντστοκ, Πράγα. «Πολιτιστική επανάσταση» στην Κίνα, Βιετνάμ. Ανταγωνισμός στο Διάστημα, άνθρωπος στο Φεγγάρι. Στο τέλος της δεκαετίας, ασπρόμαυρη τηλεόραση, κόκα κόλα. Συνέχιση γυρισμάτων ξένων ταινιών. Φεστιβάλ τραγουδιού, φεστιβάλ κινηματογράφου.

    Tα οικονομικά της Ελλάδας βελτιώθηκαν στη δεκαετία. Πάντως η τουλούμπα ξεκίνησε με μία δραχμή, το φοινίκι, άλλη τόση, το σάμαλι, μικρότερο, μισή, το ξυλάκι κρέμα ένα φράγκο, ξυλάκι τσικουλάτα μιάμιση, το κυπελάκι παραπάνω. Και η «μυστηριώδης νήσος» του Βερν, στην έκδοση Σιδέρη, εξήντα γαμημένες δραχμές, για να παίρνετε μίαν ιδέαν.

  • Μαρία;

    To ξύλινο βαλιτσάκι όπου φυλάω τα πρώτα κείμενα, έως το 1965, βαρια-βαριά, σπανίως το ανοίγω. Μια φορά τον χρόνο και πολλά λέω. Το αρχαιότερο είναι του 1954 και είναι κόμικ. Εκεί πάντως βρίσκεται ένα όνομα που με παίδευε τον Ιούνιο του 1963 και έμενε ανερμήνευτο: Μαρία.

    Μαρίες άργησα να γνωρίσω, δεν ξέρω γιατί. Ίσως διότι παρέμεναν χαμένες σε υποκοριστικά. Ωστόσο, το όνομά της υπήρχε, δεκαπέντε μέρες πριν γενεί πρωθυπουργός ο Πιπινέλης, για να λάβετε μία ιδέα. Με κόκκινο μπικ. Μαρία. Ανερμήνευτο και αινιγματικό, επί δεκαετίες. Ώσπου τις προάλλες, την θυμήθηκα.

    Σε μία κυριακατικη βόλτα, εκεί όπου αργότερα άνθισε η καφετέρια του Κουτούδη. Ήταν με άλλες δύο φιληνάδες. Στο μέσον.

    Ήταν κοντούλα, με δυσανάλογα μεγάλο κεφάλι. Δεν ευτύχησα ποτέ να ιδώ τα δόντια της, διότι μονίμως την εκάτεχε ένα μειδίαμα.Δεν παρέπεμπε σε κάτι αρχαϊκό, αλλά έσταζε ειρωνεία. Και δεν χαμήλωνε το βλέμμα, κατά τα τρέχοντα της εποχής. Κοίταζε κατάματα, σχεδόν με θράσος.

    Την είδα και ξεράθηκα. Κοκκίνισα και ξεροκατάπινα. Οι κυρικάτικες βόλτες στα Γιαννιτσά, οι εφηβικές, κρατούσαν  τουλάχιστον ένα δύωρο. Από τον Χαζνέ, στο φουρνάρικο του Πλατίδη, πριν την κατηφόρα προς το τζαμί που ήταν εκκοκιστήριο. Πήγαινε- έλα. Εκκρεμές. Για να υπάρξει η στιγμή της μιας και μόνης φευγαλέας ματιάς. Ανά ημίωρο.

    Κράτησε τρεις ημέρες. Σε κάποια απ’ όλες, άκουσα πως την έλεγαν Μαρία. Δεν της μίλησα ποτέ. Δεν μου μίλησε ποτέ. Μετά, μου πέρασε. Δεν θυμάμαι γιατί.  Αλλά πύρωνε ανόσιο καλοκαίρι, και πλησίαζε η εποχή που συνάντησα στον βίο τον πρώτο τόμο του Καβάφη, σέπια εξώφυλλο, σέπια τα τυπογραφικά στοιχεία, δεν υπήρχε Μαρία και Μάριος και Τιτίκα και Υβ Μονταν στην «Τιτίνα»

    μήτε ανένδοτος αγώνας και τα δοκίμια στις «Εποχές» έμοιαζαν ακατόρθωτοι βράχοι.

  • Μη σκιάζεστε στα σκότη

    Βερεσέ ακούω τους λεονταρισμούς του Ερτογάν. Και η επίσκεψή του στην Ελλάδα, ορίζει, κατά τη γνώμη μου, μια νέα περίοδο επεκτατισμού, μη πολεμοχαρούς.

    Εξηγώ. Πρώτη φορά μίλησε για Τούρκους, Πομάκους και Ρομά, στη Δυτική Θράκη. Με μόνο κοινό συστατικό, την θρησκεία. Ενδιαφέρθηκε, όσο πατάει η γάτα, για την Παιδεία τους και την σαφώς Ελληνική υπηκοότητά τους. Ως γουαναμπή Χαλίφης, όχι ως Πρόεδρος Δημοκρατίας.

    Για να σας το κάνω λιανά, ως Γκιουλέν.

    Ο ιμάμης αυτός, που έχει διαμονητήριο στην Πενσυλβανία, είναι σε πολυετή ρήξη με τον Ερτογάν και σε σύρραξη μετά το 2016, όταν η εκπαιδευτική και οικονομική του διασπορά μέσα στην Τουρκική κοινωνία διαλύθηκε ως υπαίτια του πραξικοπήματος. Ωστόσο διαθέτει πάνω από δύο εκατομμύρια μαθητές παγκοσμίως,bσε Ευρώπη, Αμερική, Ασία και αλλού. Βασικά ιδιωτική εκπαίδευση, εντοπισμένη σε μικρές ηλικίες, πολυσυλλεκτική, με ιδιαίτερη έμφαση στις θετικές επιστήμες.

    Δεν είναι μυστικό πως οι Αμερικανοί του Τραμπ, φλέρταραν με την  ιδέα να τον εκδώσουν στην Τουρκία, αλλά διαδίδεται επίσης πως τον έχουν στα ώπα-ώπα ως πιθανό διάδοχο του καθεστώτος. Έχει εξάλλου καλές σχέσεις με το Βατικανό, με το Πατριαρχείο, αλλά και με ισραηλίτικες οργανώσεις. Έως και ολυμπιάδα τούρκικης γλώσσας έχει θεσπίσει, ενώ την εκπαίδευση την παρέχει σε πολλές γλώσσες.

    Το δόγμα Ερτογάν, στηριγμένο στην καρδιά που πεταρίζει όπου υπάρχει τουρκικός ζων οργανισμός, αρχίζει να αποκαλύπτεται: εκτός της χώρας του, εναντιώνεται στην Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Iσραήλ, έχει άκριες στην άλλη μουσουλμανική Ανατολή και φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει (ως το τελευταίο επιτυχημένο Χαλιφάτο, έως το 1920) το Ισλάμ Μεσογείου, Βαλκανίων, Ευρώπης και Ανατολής, όπως τον  παλιό καλό καιρό.

    Πιστεύει, κατά την θεωρία μου, πως θα γίνει πολύ πιο εύκολα αποδεκτός στην πλημμυρισμένη από μετανάστες και πρόσφυγες Ευρώπη, με κήρυγμα στηριγμένο στην Παιδεία και στην πολιτιστική επιρροή. Και θεωρεί «πελάτες του» τους μουσουλμάνους, ανεξάρτητα από τη γλώσσα που μιλάνε, αλλά και την πατρίδα που κατοικούν.

    Ποντάρει (α) να πείσει την Ευρώπη πως είναι άξιος της ένταξης, περίπου απαραίτητος και (β) πως είναι πιο αποτελεσματικός από το ανθρωπομάνι των διασπασμένων Αράβων, αλλά και τον Γκιουλέν. Άρα είναι, ή θα γίνει, αξιόπιστος συνομιλητής αυτών που τον υποψιάζονται ως μελλοντικό Σουλτάνο . Το «χαλίφης»  είναι πνευματική αξία, μη ένοπλη.

    Τώρα δικαίως θα αναρωτηθείτε τι συμβαίνει και εμφανίζει κάθε τόσο τέτοια ανομοιομορφία στη συμπεριφορά του.

    Είναι επειδή τα νέα σχέδιά του είναι αδοκίμαστα και τα παλιά του επιχειρήματα έχουν μπαγιατέψει.

    Είμαστε βέβαια κι εμείς, παράφορα ανακριβείς και κινδυνολόγοι.

  • Η κατάσταση των πραγμάτων.

    Έχω την εντύπωση πως χρωστάω μια εξήγηση που από την ανάρρηση Μητσοτάκη στην αρχηγία της Νέας Δημοκρατίας, γκρινιάζω με την αντιπολιτευτική τακτική αυτού του κόμματος, που εξάλλου δεν διανοήθηκα ποτέ να ψηφίσω.

    Παρομοίως, από το 2004, έως την ήττα του Παπανδρέου το 2007, έστελνα δημοσίως ραβασάκια  πως οι Νεοδημοκράτες έχουν οργανωμένη σπιουνιά μέσα στο τότε ΠΑΣΟΚ και του ακυρώνουν κάθε πρωτοβουλία.

    Μακριά από στρατηγικές και πολιτική τεχνική, ο Σύριζα εφαρμόζει ένα πολυδαίδαλο έργο υπονόμευσης του Μητσοτάκη, το οποίο δεν περιορίζεται στην αστραπιαία αντίδρασή του, σε κάθε δήλωση, σε κάθε επίθεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

    Το μυστικό, ένα μυστικό που το ξέρουν όλοι, είναι στη στήριξη που δέχονται οι κυβερνητικοί, από τους καραμανλικούς. Στις δυο φορές που την Νέα Δημοκρατία την κυβέρνησαν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Αντώνης Σαμαράς, οι καραμανλικοί είχαν πάρει άδεια από τη Σημαία και δήλωναν κωλυόμενοι.

    Πρώτη ένδειξη, πως το φλερτ προχώρησε, ήταν η κοινή ψηφοφορία, επί Μεϊμαράκη, υπέρ της συμφωνίας που προέκυψε από τις 17 ώρες διαπραγμάτευσης του Τσίπρα. Από το φθινόπωρο του 2015. Η νεοδημοκρατική συναίνεση έβαζε ταφόπλακα σε λαϊκίστικες τεχνικές, αλλά ακόμη και σήμερα ο Σύριζα ξεφτελίζει σε κάθε ευκαιρία εκείνη την περίοδο όπου όλα ψηφίζονταν με υπερδιακόσιες ψήφους στη Βουλή.

    Έκτοτε, οι εμμονικοί στον Σύριζα, εναντίον των ιδιωτικοποιήσεων και άλλων αντιστάσεων, αφήνονταν να λένε τα δικά τους, αλλά εντέλει η κυβέρνηση δέχτηκε δύο αξιολογήσεις, και μάλιστα η δεύτερη δεν έχει ίχνος από το γνωμικό «τράβα με κι ας κλαίω».

    Σε αυτήν την περίπου διετία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης σπαταλούσε πολύτιμο χρόνο, με επιδείξεις απλότητας και προσέγγισης «στα προβλήματα», όσοι οι άλλοι βάφτιζαν το μεγάλο κοινό στα νάματα της προσδοκίας επιδομάτων. Από το επίμονο αίτημα προώρων εκλογών, ο Μητσοτάκης αμύνεται υπέρ μιας μείωσης φορολογικών συντελεστών. Μόλις ο Σύριζα πήρε χαμπάρι πως αυτό το αίτημα έβρισκε ανταπόκριση, ο Τσίπρας ήδη δήλωσε πως αργότερα, θα προχωρήσει σε μειώσεις.

    Εκτιμώ πως θα το πράξει ως κύρια προεκλογική εξαγγελία πριν αποφασίσει εκλογές. Παράλληλα, έχει βουίξει ο τόπος ότι θα προτείνει τον Καραμανλή ως Πρόεδρο Δημοκρατίας.

    Οι Αμερικάνοι τον θέλουν, οι Ευρωπαίοι επίσης. Τα Σκόπια ετοιμάζουν την κωλοτούμπα τους, οι Αλβανοί, ό,τι και να λένε, αντιμετωπίζονται με ένα τάγμα εθνοφυλακής. Οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι τον παίζουν φιλικά έως αβέρτα. Ό,τι και να δοκιμάσει η Τουρκιά, δεν παίζει μεγάλο ρόλο. Το Αιγαίο θα γίνει ευρύτερη νατοϊκή βάση, μια διευρυμένη Σούδα, ενώ ο Γκιουλέν δεν είναι τόσο αδύναμος στα Βαλκάνια και στην δυτική Θράκη όσο δείχνει.

    Ο Μητσοτάκης, εντέλει άρχισε να φλερτάρει με μια πρόταση να γίνει Πρόεδρος ο Καραμανλής. Στην προσπάθειά του να επαναπατρίσει τους πεπεισμένους της χώρας Πρώτης ή Κιούπκιοϊ ή Εβδομίστας.

    Και ξαφνικά, διαφαίνεται το σχέδιο της κυβέρνησης. Αντί να ξεκινήσει αγώνα αντιπαλότητας με την πρόταση Μητσοτάκη, άρχισαν αρθράκια πως ο φταίχτης των μνημονίων είναι ο Καραμανλής και άλλες τρυφεράντζες. Για να προκαλέσουν επιβεβαίωση της άτυπης συμμαχίας, όχι να τον τρομάξουν. Πολάκηδες, Τσακνήδες και άλλοι ευαγείς, είναι η μακρά χειρ του συστήματός τους, όχι τρελαμέντος ιδεολόγοι. Εξάλλου, η καταβαράθρωση κάθε πράξης των κυβερνήσεων 2009-2014, εμποδίζει να προκύψει κανένας Βενιζέλος επικεφαλής μιας κεντροδεξιάς.

    Με Καραμανλή Πρόεδρο, την υπόσχεση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών ως έσχατης πράξης της παρούσας κυβέρνησης, και κάποια φιλοφρόνηση προς την Δεξιά των Νοικοκυραίων (ήπιος αντιμπαχαλισμός, έξωση μερικών από τους «ατακτούντες σαραντατρείς» και παρόμοια) οι εκλογές παίζονται στην κόψη του ξυραφιού.

    Η γνώμη μου παραμένει σταθερά μη έγκυρη. Αλλά με εντυπωσιάζει η ρηχότητα της Νεοδημοκρατικής στρατηγικής, που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται το βαλκανικό, ευρωπαϊκό και υπερτλαντικό κλίμα.

  • Εορταστικά παραμύθια

    Εάν έχετε μικρά παιδάκια ή εγγονάκια, ευκαιρία να μάθουν τα μυστικά της ζωής με ευχάριστο τρόπο, χωρίς κοριτσάκια με τα σπίρτα και παπουτσωμένους γάτους. Πάρτε τρία, να ‘χετε.

    Το παπάκι, αχ καλέ παπί

    Ήταν δυο παπάκια απέναντι στην ακροποταμιά και έβλεπαν το νερό. Λέει ο πάπιος: θέλω να περάσω το ποτάμι για να παίξουμε μαζί. Αλλά είμαι τοσοδούλης και δεν έχω αδιάβροχα πτερά. Αν βουτήξω, ευθύς θε να πνιγώ.

    Εγώ μπορώ να έρθω κοντά σου, του απαντά η παπίτσα, αλλά περιμένω έναν αγριόπαπιο με πράσινο φανταχτερό λαιμό και εάν φύγω, αυτός θα παρεξηγήσει και θα με ξεχάσει. Από την άλλη, αν έρθεις, θα ήθελα να φλερτάρω και με τους δυο σας.

    Ο πάπιος το σκέφτηκε, το ξανασκέφτηκε και στο τέλος  νίκησε ο έρωτας. Μπαίνει στο ποταμάκι,πνίγεται και τον παίρνει το νερό. Η παπίτσα συγκινήθηκε και άρχισε να κλαίει. Τότε προσγειώθηκε μπροστά της ολόχαρος ο αγριόπαπιος και την σκεπάζει με το βαθυκύανο πτέρωμά του.

    Μηγκλαίς, την παρηγορεί, είχα βρει μια συντροφιά χρυσόψαρα σε μια λούμπα και καθυστέρησα ώσπου τα έφαγα όλα. Σου υπόσχομαι να σε παίρνω μαζί μου στα τσιμπούσια. Είσαι πολύ ευαίσθητη και σε πάω.

    Βρεκεκέξ

    Φιλιόσαντε δυο μπακακάκια και η θηλυκιά προσέχει που ο σερνικός ήταν αδιάφορος. Αν δε με θέλεις, να μου το πεις, του παραπονιέται. Κι εκείνος βάζει το πόδι σε δωδεκάβολτο φις τηλεφώνου και ευθύς τινάζεται ολόχαρος και καυλωμένος επάνω της, οπότε η βατραχίνα τον πίστεψε και κάμανε μαζί πολλούς γυρίνους και γυρινάκια.

    Χελωνόσαυρες

    Δυο σαύρες κοψονούρες αγαπήθηκαν. Ο σαύρος τότε σπρώχνει δυο άδεια χάρτινα κουτιά από σερβιέτες και καλεί την σαυρίτσα να τα ντυθούνε. Θέλω να το κάνουμε σαν τις χελώνες, της λέγει. Να κοπανιόμαστε και να ακούγεται το νταπ ντουπ των κουτιώνε για να το ακούνε οι καρδερίνες και να ζηλεύουνε το πάθος μας. Ωραία ιδέα,είπε τότε εκείνη.