Author: Πετεφρής

  • Ιστορία από τον γκόρνα όροφο.

    Ταράχτηκε η κατακορύφως διατεταγμένη γειτονιά (την λένε και πολυκατοικία) από την οργή ενός ανδρός προς μάλλον νεότερο συγκάτοικο: «να φύγεις για πάντα, σε διώχνω, μη ξαναπατήσεις, τόσα έκανα για σένα» και ακολούθησαν βροντοχτυπημένες θύρες. Κάθε μήνα, τα ίδια. Ημερών τινών παύση κι έπειτα ένα ουδέτερο και ακολούθως φιλικό μουρμουρητό στο ασανσέρ, καθώς το κλιμακοστάσιο  γίνεται χοάνη και ηχείο. Η δίωξη έχει σεξικό χαρακτήρα, η συμφιλίωση παιδαγωγική χροιά.

    Τοπολογικώς, ήμουνα στη Γκορναματσεντονίγια και οι παρακάτω δεν τα έβρισκαν για ένα συλλαλητήριο περί του ονόματος. Οι άλλες ερμηνείες μου φάνηκαν εξεζητημένες και άνοστες.

  • Η λίστα

    Είναι φορές που επιθυμώ να παραθέσω τα ονόματα των ανθρώπων που με δίδαξαν. Τους το χρωστάω. Πλην επιθυμώ να είναι σχολιασμένη η λίστα, με αλφαβητική σειρά, αποδίδοντας στον καθένα τα του Καίσαρος. Καθώς δεν είναι μόνον εκπαιδευτικοί, αλλά και φίλοι και άγνωστοί μου, ου μην αλλά και της Τέχνης και της Αγοράς, και γειτονόπουλα καθώς και πολύ νεότεροι, ο κατάλογος είναι συνεχώς ανοιχτός, καθώς το κριτήριο που επέλεξα δεν περιλαμβάνει μόνον εγκαρδιότητα, επιρροές, αλλά και φάρους προς αποφυγήν.

    Τι μ’ έπιασε, δεν ξέρω. Καλύτερα να έμενα σε τίποτε ταυτίσεις μνημείων, σε σχόλια για το άδηλο μέλλον, για γευστικά πιάτα, για τοπία. Βλέπετε, οι άνθρωποι είναι νησιά που δεν συνδέονται μεταξύ τους με σιδηρόδρομο.

     

  • Οι δύο ουρανοί

    Έχω άποψη για τον «άνετο χώρο» όπου αισθάνομαι σαν το σπίτι μου. Άσχετο αν γονυπετώ για την Σκωτία, την Τοσκάνη, την αιγυπτιακή εμπειρία και κόβω φλέβες για Αρδέννες, Φλάνδρα και σαντράλ Μασίφ, θεωρώ γειτονίτσα και δη αγαπημένη, οποιονδήποτε τόπο που δεν χρειάζεται να μιλήσω για να με καταλάβουν. Ενίοτε ένα βλέμμα αρκεί, άλλοτε πείθω μουγκρίζοντας.

    Αυτή είναι η γειτονιά μου. Και μιλάω για όση Τουρκία μπόρεσα να επισκεφθώ, για την Βουλγαρία, για την παραμικρή κοιλάδα ή κώμη των Σκοπίων, ενώ μια βιαστική περαντζάδα στην Αλβανία, μ΄έκανε να συμπαθήσω Κορυτσά και τα πέριξ, αλλά οι σχέσεις μου με τους μετανάστες Αλβανούς, είναι μια χαρά εδώ. Μουγκράς και σε νοιώθουν.

    Παρομοίως μερικοί Ανατολικοί, από τα Φράατα πέρα και ιδίως ομογενείς ή περίπου από τις χώρες που βλέπουν τον Καύκασο ως νότιο φράγμα, έλκουν τη συμπάθειά μου.

    Στο Τελ Αβίβ χρωστάω επίσης που μια επίσκεψη με βοήθησε να καταλάβω γωνιές και πτυχές της σημερινής Σαλονίκης, διότι μερικά χούγια, το μουαμπέτι στα μαγαζά και η συμπεριφορά των γερόντων, μοιάζει με ανάλογες συμπεριφορές στην μη τουριστική, πλην παμπάλαια πόλη του δειλινού. Περαστικές γόνιμες εμπειρίες από άλλες χώρες, δεν συμπεριλαμβάνω.

    Αυτός είναι ο λάγαρος ουρανός που με αποκοιμίζει σε αυτές τις στεριές, δίχως να τρέφω φόβο ή καχυποψία.  Σκέπει ανθρώπους ποικίλους που έχουν φτιάξει το βαλκανί και ανατολί γιορντάνι πέριξ της ύπαρξής μου. Βίαιοι σπάνια, προσβλητικοί ποτέ. Συχνά ντρέπονται, συχνότερα δεν ανακατεύονται αν δεν τους δώσεις θάρρος.

    Είναι μέρη που θα σου βγάλουν το «καλό» πράμα στον πάγκο, κι ας ψεύδονtαι, που θα πούνε το «ντόμπρε» και το «αρκαντάς» άνετα, δείχνοντας τον ουρανό με τον δείχτη του χεριού μορφάζοντας με σιχασιά, εννοώντας «οι κυβερνήσεις μας».

    Κι αν ξέρεις από γλώσσα σώματος και ξέρεις πότε να βγάλεις τον σκασμό, δεν θα έχεις ποτέ προβλήματα με την γυφτουριά  και τους παραμελημένους. Ενίοτε βοηθά να γελάς και με τα διακόσια δόντια σου, ενώ θα υποφέρεις με τα γνωστά αφ’ υψηλού μειδιάματα που κρύβουν δηθενιά και φαντασμάρα.

    Απεναντίας, μαύρος μπλαβής ουρανός σκέπει τους έχοντες πόστο ή αξίωμα. Εκεί που δεν περνάνε γέλια και κωμικές εκφράσεις, αλλά στυλιζάρισμα και αναγκαστικές ρεβεράντζες. Διότι αναδείχτηκαν στον τόπο τους, με τα ίδια τερτίπια που αναδείχτηκαν οι εδικοί μας συνέλληνες.

    Προτιμώ, αντί να σκέφτομαι την υπηκοότητα και τα χούγια εκάστου κατά την στερεοτυπική αντίληψη της Ιστορίας, να νταραβερίζομαι με τους ανθρώπους βάσει επιτηδεύματος, γεωγραφίας και μικρής πατριδογνωσίας.

    Είναι απίστευτο πόσο μοιάζουν μεταξύ τους άπαντες οι ορεσίβιοι, οι ψαράδες, οι καμπίσιοι και οι ακοινώνητοι. Είναι κατάρα επειδή σε γοητεύει ένα τοπίο ή μια σκηνογραφία από οικοδομές «σαν ζωγραφιά» να επεκτείνεις την μαγεία στους μόνιμους χρήστες της περιοχής. Και οι μίζεροι και οι φοβικοί και οι γκρινιάρηδες και οι υβριστικοί, έχουν τα κλειδιά τους. Μη βιάζεσαι να τους κρίνεις. Μήτε αυτοί σε κρίνουν. Βεβαίως, σε «κόβουν». Κόβουν κίνηση, προσέχουν τη δική σου αγλωσσία.

    Με αυτά και με άλλα, είμαι σχεδόν βέβαιος πως οι βαλσαμωμένοι που καλούνται να πάρουν αποφάσεις, δεν ασχολούνται με τέτοια σαχλεπίσαχλα. Δυστυχώς.

  • Οι δικαστές του Άιδη

    Oι γείτονες, ναιναιναι, αυτοί, έκαναν μια μάζωξη, δεν έβγαλαν μιλιά παραέξω, άφησαν μόνον να διαρρεύσει ότι μπορεί να πάνε σε δημοψήφισμα (όχι πως θα το πράξουν, αλλά παίζουν τους σκεπτομένους βαθέως) ενώ τη μεσολάβηση Νίμιτς την αφήνουν να τρέχει. Και το ΝΑΤΟ θέλουν, και την ένταξη στην Αβρούπα, περιμένουν , και γιατί όχι; Μια ματιά σε εμάς ως γείτονες, αρκεί για να ρυθμίζουν την κατάσταση. Ως Άφταιγοι, ως θύματα, ως περήφανοι, διαλέγετε και παίρνετε.

    Εμείς, οι αιώνιοι, τι χαμπάρια; Πιάσαμε να ρεμπατεύουμε τα στριφώματα, τις μανικοκολλήσεις και δεν μας νοιάζει πως δεν υπάρχει ρούχο να διορθώσουμε. Εκατό φωνές και συλλαλητήρια. Αυτή η καταραμένη συνδυαστική δήθεν πολιτική στρατηγική που αφήνει όλες τις μπάντες να αερίζονται. Αμολήσαμε καλούμπα και ο χαρταετός βάρυνε από την αμόλα, σέρνει μετά βίας τον σπάγγο του, είναι χαμηλά, θα μπλέξει στα τηλεγραφόξυλα. Κι ας μη υπάρχουν πλέον.

    Είναι οι καριέρες; Η πτωχαλαζονεία; βρήκαμε την ώρα να παίξουμε τσαταλίνα-ματαλίνα. Να ιστοριοδιφήσουμε, να το ρίξουμε στα βαφτίσια. Εικοσιέξι χρόνια ,η μπάλα στην κερκίδα. Όπως Κυπριακό. Όπως σύνδεση των POS με τους φορατζήδες. Όπως τόσα μου λείπουν, τόσα ζητάω.

    Δεν πήραμε χαμπάρι πως η διαιτησία είναι για τα μάτια. Έτυχε και γνώρισα τον Νίμιτς, πάνε χρόνια. Αστα και βράστα. Για να αποκτήσουμε την ιδιοκτησία της διαφοράς μας, να μαζευτούμε και να υπογράψουμε ένα δεσμευτικό πρωτόκολλο, όπου να καταγραφούν από κοινού οι διαφορές μας. Και με το χαρτί αυτό να ζητήσουμε και να βρούμε διαιτητή κοινά αποδεκτόν.

    Τώρα, οι επισπεύδοντες (στ αρχίδια τους οι διαφορές μας) μια ζωή γκόλφηδες, θα βγάλουν έναν φετφά πως θα επιτρέψουν είσοδο στο ΝΑΤΟ, κατ ΄εξαίρεσιν, προσωρινώς για πέντε χρόνια  με το όνομα που έχουν και τέρμα. Διότι ακόμη και η μακριά γαϊδούρα, όπως και το Γέω-Βαγγέω, έχουν νόμους.

    Δεν θα καταλήξουμε σε σολομώντειες λύσεις, αλλά θα κριθούμε από τους δικαστές του Άιδη: Ραδάμανθυ, Αιακό και Μίνωα.

    Συγγνώμη τώρα, συνεχάτε. Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του εικοσιένα. Φλώρια, έ φλώρια.

  • Είμαστε όλοι δεξιοί

    Οδηγείς από μια πόλη σε άλλη. Φερ΄ειπείν Λάρισα-Βόλο. Λοιπόν, όσες φορές θα στρίψεις αριστερά το τιμόνι, άλλες τόσες θα το πράξεις στα δεξιά.  Αυτά, στην ζωή που εξηγείται απλά.

    Γνωρίζω το σούσουρο που θα επικρατήσει με την επωδό «όχι κι έτσι, Πετεφρή!». Αλλά είμαι υποχρεωμένος  να στηρίξω την άποψή μου, καθώς δεν διαθέτω παρά αξιοθρήνητο ιδεολογικό υπόβαθρο (είδαμε και τους σχετικούς βίους άλλων ιδεολόγων) αφού για μένα όλα είναι πράξη.

    Εννοώ πως έχω τύχει σε τόσες πολλές ταραντέλες την ώρα του τσάμικου, τόσα τόσα τουίστ ενώ ακούγεται ζεϊμπεκιά, ώστε δικαιούμαι μιαν ένσταση.

    Για να το ξεφτελίσουμε τελείως, δεξιό είναι ό,τι δεν είναι αριστερό. Ισχύει για την πάγια ερώτηση των παλιών ραφτάδων σε ποιο μπατζάκι να βολέψεις τα αιδοία σου, αλλά και για τους αναρίθμητους αριστερούς που κατηγορούν ολημερής και τα βράδια στις κοπτάτσιες για δεξιά παρέκκλιση ο ένας τον άλλον.

    Ο δεξιός λοιπόν, σύμφωνα και με τα ατελή παραδείγματα, πράττει δεξιά. Μπορεί να τον βρεις σε κάθε κόμμα και με ποικίλη συμπεριφορά. Θεωρεί πως έχει αρχές που δεν θα εγκαταλείψει, επειδή αποτελούν τον κράχτη της προσέλκυσης και άλλων δεξιών.Και δεν είναι το «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια». Αυτά είναι λογάκια.

    Αν εξελίσσονταν ο άνθρωπος, θα επινοούσε κάτι άλλο να καλυφθεί. Αλλά γι αυτό υπάρχει η αριστερά. Διότι η αριστερά είναι ο συνεχής, πιστός και συνεπής τροφοδότης της δεξιάς.Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, βλέπετε, κρασάρει συχνά. Αλλοιώς, οι Θεσσαλονικείς δεν θα είχαν τέτοια αγάπη στην πόλη τους, καθώς πάρα πολλοί κατοίκησαν, αμέσως ή δι΄αντιπαροχής, σε δεκατρείς χιλιάδες κατοικίες και μαγαζιά Εβραίων που δολοφονήθηκαν, ξέρετε πότε.

    Τα συλλαλητήρια προέκυψαν σκοπίμως. Τα ποθούσε η κυβέρνηση, επειδή σκέφτηκε πως ήταν λαμπρή ευκαιρία να γλυτώσει το αριστερό πρόσημο που ενίοτε την στοίχειωνε. Ήδη, ο ανασχηματισμός που ετοιμάζει, μάλλον προς το κέντρο την ωθεί, αν πιστέψω τα ονόματα που κυκλοφορούν. Φάνηκε προς στιγμήν ότι το πάνελ των αγορητών της Θεσσαλονίκης θα απευθύνονταν σε περιορισμένο κοινό,οπότε σκεφτείτε τι μπινελίκι θα έτρωγαν, αλλά η συγκέντρωση του 1992 απέχει ήδη κοντά 26 χρόνια και ο κόσμος που συγκεντρώθηκε, απέδειξε πόσο έβλαψε η εμβαλωματική τακτική των ενδιαμέσων κυβερνήσεων. Έπαιξε και μπαλίτσα ο στρατηγός, οπότε  οι συγκεντρωμένοι παρέμειναν μια αξιοσημείωτη τάση που ήρθε για να μείνει. Στην Αθήνα δεν ξέρω, αλλά το κλίμα άλλαξε. Ενα σωρό μουστερήδες θέλουν να μιλήσουν. Υπάρχει πολιτικό προσφάι για διανομή, όχι κομματικό προσώρας.

    Αυτός που ακόμη δεν κατάλαβε τι συνέβη, ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ξάφνου βρέθηκε να έχει δεξιά του το ενδεχόμενο ενός δεξιού κόμματος. Θεώρησε ίσως πως το καπέλωμα της Χρυσής Αυγής θα τον έφερνε στην  επιτυχία της τακτικής του. Κι ενώ η συζήτηση ήταν κατά πόσον η Φώφη και τα άλλα κόμματα θα συνεργάζονταν μαζί του, προέκυψε οργανικό φλέρτ τους με τον προσδοκώμενο κεντρώο Σύριζα.

    Ήδη η Ελλάς, επιστρέφει στα βήματα του φοξτροτ που πάντα ήξερε. Μετατρέπεται η αθυμία και η απόγνωσή της σε μια ενδοδεξιά διαμάχη. Ήδη πολλοί βγήκαν στο κλαρί, κι αναμένονται περισσότεροι.

    Ο Σύριζα στρέφεται δεξιά για να γλυτώσει.

    Δεν είναι η τύχη του πρωτάρη. Είναι που είμαστε όλοι εντέλει δεξιοί, διαπίστωση που αν ακολουθούσε ο οδηγός της εισαγωγικής μου πρότασης, κόβοντας όλο δεξιά, δεν θα έφτανε ποτέ στον Βόλο, αλλά στο Τεπελένι.

  • Ο Ταπτούκος, ο Μελίκ, ο Βαλτζαντάρης και ο Μεσημέρης.

    Σ΄αυτά τα ομιχλώδη τοπία, όταν δε φυσάει, αλλά η γη αναπνέει και η μελαγχολία λυτρώνει, έρχονται και ριζώνουν ο τέσσερις εποχές, φαινομενικά γυμνές από ανθρώπους, κατοικίες και γεγονότα, χαρά του οδοιπόρου και έως να φανεί η πρώτη ταβέρνα.

    Αλλά εγώ κρατάω χαρτάκια με σβησμένες φωνές λησμονημένων αιώνων. Καμιά τους δεν έγινε θρύλος ή παραμύθι σε παραγώνι, φουντώνοντας τις καρβουνιές.

    Τότε που ήρθανε στη Χόστιανη, μετά Φούστανη και κατοίκησαν στο χωριό δεκάξη στρατιώτες κουμάνοι, που οι Ρωμαίοι παραχώρησαν τόπο να χτίσουν «τας οικίας και τας κατούνας αυτών» αλλά ήταν δύσκολα και ζήτησαν να έχουν γείτονες, να αντέχεται η μοναξιά. Απ’ τους δεκάξη, απόμειναν λίγα ονόματα κολοβά, έρμαιο στην υγρασία του κώδικα. Κάποιος υγιός ενός Ταρτζή, ο Ταπτούκος,ο Βωλκάγγος τουπίκλην Ασούρτης, ο Βαλτζαντάρης, ο Μιχαήλ, οι περισσότεροι Κομανόπουλοι, ο ένας Αρμενόπουλος. Είχαν μαζί τους τα άλογα του πολέμου, υπηρέτες και παροίκους, ενώ έπαιρναν κι άλλους απ’ το χωριό για τα κοπάδια που έτρεφαν στα γύρω βουνά. Ήταν συσταζούμενοι, υποστατικοί, προνοιάριοι, γιατί πολέμησαν υπέρ της Ρωμαΐδος και ανταμείφτηκαν.  Αλλά στη Χόστιανη, μετά Φούστανη, ήταν κι ένα λαμπρό μοναστήρι, που πέρασε από τον ευγενή Κεφαλά στο Δημόσιο, με παροίκους ωσαύτως ποικίλους, Βούλγαρους και Βλάχους. Πιέστηκαν από τους ξένους και ζήτησαν δικαιοσύνη. Και το κράτος έστειλε απογραφέα και τα ρύθμισε όλα. Να φύγουν, να πάνε αλλού οι Κουμάνοι και φεύγοντας, να αφήσουν δώδεκα παροίκους που αφαίρεσαν από τους καλόγερους. Γράφονται κι αυτοί σε κιτάπι.

    Πέρα από το βουνά, στην ποταμιά και στες λίμνες του κάμπου, ζούσαν οι Βαρδαριώτες, στη βάρδαινα και στην καθέδρα των Βαρδαριωτών, Βαρδαρόφτσα και Βάρδινο, παλαιότεροι έποικοι, με επίσκοπο και γνωστοί στο Μέγα  παλάτιον, ως μαγκλαβίτες με παράξενο καπέλο, το αγγουρωτόν, δεινοί τραγουδιστάδες. Και πλήθος αντάλλαξαν πολύ οι πολέμαρχοι, στέλνοντας του απειθείς των Μογλενών στην αρμένικη Βαασπαρακανία, υποδεχόμενοι Ανατολικούς. Ενώ στης Βέροιας και πέρα του Αλιάκμονα τις πεδιάδες, ήρθαν και έμειναν ένας σουλτάνος Καϊκαούς, ο Μελίκης, ο Καβάσιλας και άλλοι, στα χωριά που τους έδωσαν. Πιο χαμηλά από τους Δραγουβίτες και τους Σαγουδάτους, παλιά άτακτους αλλά τανύν φρονίμους και παντού φυτεμένοι ξένοι, πάντα με κιτάπια και μολυβδόβουλα, να σπέρνουν κα να κτηνοτροφούν, να δουλεύουν μεταλλεία και  να καταγράφονται  επιμελώς. Τζεχλιάνη, Δραγοβούντων, Τουρκοχώριον, Γάβριανη, Γαλάτισσα, Βασιλικά δίκαια του Χορταΐτου.

    Σήμερα δεν ξέρουμε αυτόν τον μεσαίωνα. Πιστεύουμε πως έζησαν κάποιοι ασθενικοί και ρέμπελοι, που ζούσαν όπου τους  κάπνιζε και περίμεναν τους οσμανλήδες, τότε μεσογειακή δύναμη, να τους ρημάζουν. Δεν ήταν έτσι. Ήταν άσχημα και δύσκολα,αλλά δεν ήταν έτσι.

    Τα θολά βουνά, τα ποτάμια και οι γκιόλες, λίμνες και κάμποι είχαν τη δική τους δικαιοσύνη. Και μπροστά στο μπάχαλο των τελευταίων αιώνων, η παρουσία τους βοά στα κολοβωμένα πρακτικά, στα δεκάδες μνημεία που άφησαν, κι ας μη έχουν ξεχαστεί πως υπήρξαν «τα Ρωμαίων φρονούντες», δίπλα σε άλλους φρονούντες άλλων λαών δίπλα και αρκετούς αβασίλευτους, αλλά πάντα με συμβάσεις, μνημόνια και κιτάπια.

    Να ξαναδείτε με σεβασμό αυτά τα ομιχλώδη τοπία, όταν δε φυσάει,αλλά η γη αναπνέει και η μελαγχολία λυτρώνει, όπου έρχονται και ριζώνουν ο τέσσερις εποχές, φαινομενικά γυμνές από ανθρώπους, κατοικίες και γεγονότα, χαρά του οδοιπόρου και έως να φανεί η πρώτη ταβέρνα.

  • Γραφή ή θάνατος

    Γεννήθηκα έτοιμος, οργανωμένος και προγραμματισμένος για να φοβάμαι. Το μέλλον μήτε το άγγιζα. Το παρόν μου ήταν τυπικό: σε κάθε ζόρι και αναποδιά, να σφίγγω τα δόντια, τρίζοντάς τα νυχτιάτικα, με ένα κεφάλι καζάνι από τον πόνο. Τα γεγονότα της ζωής τα εκλάμβανα ως καψόνια. Για την ακρίβεια, δεν φοβόμουν: παρέλυα. Εχθρικός γύρω κόσμος, εχθρικός κάτω κόσμος, κάπως παραπάνω ζεστός λόγω καζανιών της κόλασης. Έμαθα να γράφω και να διαβάζω πριν το νηπιαγωγείο. Ήλπιζα πως μαθαίνοντας καλά, σχολικά ελληνικά, θα άνοιγε ολίγο φως στην πηγάδα μου. Ήθος απέκτησα μέσα από τα «κλασσικά εικονογραφημένα».  Αλλά από τα σαράντα και εφεξής, έμαθα να κρατάω χαλαρό το σαγόνι και ανακάλυψα την εξ αυτού σιωπή. Δεν την αλλάζω με τίποτε.

     Καμία κατήχηση και διδαχή δεν περνούσε το δέρμα, εκτός από μία συντυχία στα δεκαοχτώ: άκουσα, καθυστερημένα, στην αυλή του Πέμπτου, τον θεολόγο μας τον Δόικο να διαβάζει Ιωάννη Χρυσόστομο.

     Ει τις από της πρώτης ώρας ειργάσατο, δεχέσθω σήμερον το δίκαιον όφλημα. Ει τις μετά την τρίτην ήλθεν, ευχαρίστως εορτασάτω. Ει τις μετά την έκτην έφθασε, μηδέν αμφιβαλλέτω· και γαρ ουδέν ζημειούται. Ει τις υστέρησεν εις την ενάτην, προσελθέτω, μηδέν ενδοιάζων. Ει τις εις μόνην έφθασε την ενδεκάτην, μη φοβηθή την βραδύτητα· φιλότιμος γαρ ων ο Δεσπότης, δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον· αναπαύει τον της ενδεκάτης, ως τον εργασάμενον από της πρώτης· […]Μηδείς οδυρέσθω πταίσματα· συγνώμη γαρ εκ του τάφου ανέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον· ηλευθέρωσε γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ’ αυτού κατεχόμενος. Εσκύλευσε τον άδην ο κατελθών εις τον άδην. Επίκρανεν αυτόν, γευσάμενον της σαρκός αυτού.

     Κατά το συνήθειο που ενασκούσα, μετέφρασα τις λέξεις αυτές σε κάτι ασελγές, άσεμνο και περιπαικτικό, ταυτόχρονα με  τρελή επιθυμία να ασκητέψω, να νηστέψω, να κόψω το κρέας, να εξαϋλωθώ εν αισχρότητι. Ο λιπόσαρκος μετέφηβος των εξήντα και τριών κιλών, μεταβλήθηκα σε παχύν βούβαλο που φλέρταρε με τα εκατό κιλά έως το καλοκαίρι. Ο δαίμων της ενδεκάτης ώρας, ήτοι ο Φερντινάν του Γκοντάρ, ήμουν εγώ.

     Εδώ και πολύν καιρό, χάνω την αίσθηση του Χρόνου και βυθίζομαι σε Νιρβάνα και Απάθεια, μόνον γράφοντας. Ό,τι μου καυλώσει. Ασελγώς, άσεμνα και περιπαικτικά. Δε μ’ αρέσει τίποτε, βαριέμαι τα πάντα, παίζω, εμπαίζω και περιπαίζω ασύστολα και γράφω ως ο ζων νεκρός της μνήμης μου.

     Όχι, δεν ήξερα και δεν ξέρω πώς να ζήσω. Αυτά, και είναι ήδη πάααρα πολλά.

  • Δώδεκα διαπραγματευτικά αξιώματα

    1. Χτίζεις συμφωνία σα να χτίζεις σπίτι.
    2. Η ώρα της υπογραφής είναι πέντε λεπτά στα όρθια. Το πολύ το μουχαμπέτι οδηγεί στην καταστρατήγηση.
    3. Μακριά από τον τρόπο που διαπραγματεύονται οι Ευρώπες και οι ισχυροί του κόσμου.
    4. Το παζάρι με τις ομογένειες. Αμφοτέρων.
    5. Τα επιχειρήματα, είναι πάντοτε για το εσωτερικό της χώρας σου.
    6. Δίνε πολλά για να πάρεις πολλά.
    7. Αν λάβεις αυτά που θέλεις, συνέχισε τη γκρίνια. Η βγάλε τον μόκο.
    8. Πρώτα το παρόνομα και μετά το όνομα.
    9. Διάλεξε μεταξύ στραβού γιαλού και στραβού αρμενίσματος.
    10. Άν θέλεις μπελάδες, ακολούθα θεωρίες.
    11. Τάζε εμπόρια και δουλειές, κι ας είναι για χαρούπια και πινέζες.
    12. Άν θελεις ντράβαλα, σεβάσου τους μεσάζοντες. Δεν ήρθαν για καλό.
  • Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις

    Δεν θέλω να σχολιάσω την κυβερνητική στάση στη διαπραγμάτευση, επειδή δεν μου φαίνεται αυτοφυής και παραγωγική-σα να τους δίνουνε σκονάκι για να βγάλουνε διαγώνισμα.

    Αλλά ευτύχησε να ξημερώσει η μέρα που είδα, σε φωτογραφία θυμωμένον τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μήτε αυτό το έχει. Μοιάζει κακιασμένος, αλλά μπορεί να φταίει καμιά φωτοσοπιά.

    Το «έξυπνο» σύνθημα «δεν είναι δυνατόν να διχάσουμε τους Έλληνες για να ενώσουμε τους Σκοπιανούς», αποκύημα στα σίγουρα κάποιου κειμενοσυμβούλου που μάλλον το είδε στον ύπνο του, όπως το «εν τούτω νίκα» ο ένας και τη μελωδία του «Yesterday» ο άλλος, λαμβάνει εκ του ζητουμένου: οι Έλληνες, πείτε το όπως θέλετε, δεν φαίνονται διχασμένοι στο Μακεδονικό. Το πασίγνωστο σε δημοψηφίσματα 70-30 υπέρ του «όχι» σα να το βλέπω με λέιζερ στον Λυκαβηττό. Μόνον ερωτήματα του τύπου «να τελειώνουμε με τις αδελφές» θα έβλεπα να παίζει 80-20. Τέτοιουνοι είμαστε.

    Επομένως η γυροβολιά του κομματικού μας κεφαλαίου και το απότομο πέρασμα στην άρνηση, αλλού πρέπει να αποδοθεί. Προσωπικά το αποδίδω στην επιτυχία του συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης και στην ομιλία του  Φραγκούλη Φράγκου. Ο στρατηγός άρεσε.

    Τα κόμματα, μαζεύονται ωσάν χταπόδια στο θολάμι τους και μετράνε τα πλοκάμια τους, με ή χωρίς τον Φράγκο. Αν στο συλλαλητήριο των Αθηνών μιλήσει πάλι, θα είναι σπουδαίο τεστ. Βέβαια, το πότε θα γίνει, παίζεται, επειδή οι «μεγάλοι» του χώρου, ψάχνονται. Πέφτει παρασκήνιο και μάλε βράσε, για τους αγνοιακούς.

    Η απόπειρα σύνδεσης μιας συλλογικότητας του ΠΑΟΚ με το μπουρλότο σε ένα κτήριο υπό κατάληψη, ενδεχομένως ανοίγει την όρεξη και σε άλλες, πιο χαμουτζήδικες συσπειρώσεις. Αβρά το διατυπώνω.

    Διότι οι συσπειρωμένες ομάδες γύρω από φλάμπουρα, συχνά στραβώνουν από πείσμα και απέναντί τους οι ενάντιοι νομίζουν πως θα κρύβονται συνέχεια πίσω από φιλικά ή αδιάφορα φουσάτα.

    Όπως συμβαίνει με όλα τα αποτροπαϊκώς γουστόζικα ή αιματηρά του ντουνιά , η θέση του Φράγκου, θέση που εκκρεμεί αλλά μάλλον θα αποφασίσει, δεν προβλέπω να συγκολληθεί με την Χρυσή Αυγή, αλλά μια απορρόφηση ψηφοφόρων της, θα την διαπράξει. Μόνον που εάν ισχύσει η πρόβλεψη, εάν ο Φράγκος, φερ΄ειπείν δεχθεί ένταξη στην Νέα Δημοκρατία, θα παίξει τον ρόλο της αμείλικτης Ζωής στην πρώτη κυβέρνηση, την επιλεγόμενη και «κατενάτσιο» ,του Σύριζα. Αλλ΄αν ο Καμμένος ελπίζει να υπάρχει στη νέα Βουλή, με τον Φράγκο θα γίνει βασικός παίκτης του συστήματος.

    Αυτά τα προτάσσω για να παίξω τον Σύμβουλο παντός καιρού. Διότι έτσι που συμπεριφερόμαστε, βλέπω την ελληνική Πολιτική Σκηνή να οργανώνει γενική πρόβα, χωρίς τον Σκηνοθέτη. Ο Σκηνοθέτης είναι Αμερικάνος και  αρνήθηκε να πάρει αεροπλάνο. Περιμένει να σκάσουν απόψεις, να αποτυπωθούν τα πείσματα, να κόψει κίνηση, και τότε θα έρθει. Με υπερωκεάνειο. Θα μου πείτε πως το «Ολυμπία» και το «Βασίλισσα Φρειδερίκη» δεν υπάρχουν πια.

    Γι’ αυτό και θα έρθει με ένα από τα δύο. Αν στη δεκαετία του πενήντα, το «δεν υπάρχει» σήμαινε ανυπαρξία, στη δεκαετία του δέκα, σημαίνει «ασυναγώνιστο».

  • Xρησμός

    To καλύτερο που έχουμε να περιμένουμε, αν οι Αμερικάνοι έχουν νιονιό, είναι να αποκτήσουν οι γείτονες ένα ουδέτερο όνομα και να μετατραπούν σε ομοσπονδία –φεντεράλα, όπου το ένα καντόνι να λέγεται «Ιλλυρία» και το άλλο «Μακεδονία», χωρίς να αποκλείεται καντόνι Βλάχων ή/και Σόπτσηδων. Μια μίνι Γιουγκοσλαβία, δηλαδή. Αυτό δε μας πείραζε από το 1944 και δεν θα μας πειράξει και σήμερα. Λύνεται και το αλυτρωτικό με υποχρεωτική θέσπιση Νέου Συντάγματος αφού αλλάζει η δομή της χώρας. Απαραίτητη προϋπόθεση: ένα φρέσικο, επιχειρησιακό στρατηγείο του ΝΑΤΟ στα Σκόπια και είσοδος, οψέποτε, στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αυτήν την φεντεραλιστική εκδοχή.