Author: Πετεφρής

  • «Έβαλα παραπάνω από τρία κιλά αγώνες. Να τους αφήσω;»

    Εάν  Έλλην διαπραγματευτής ρωτήθηκε υπογείως μήπως και ανησυχεί για κάτι Μακεδονικούς εθνικοαπελευθερωτικούς πολέμους στο τροποποιημένο Σύνταγμα των γειτόνων, θα σκέφτηκε πως αυτό το άρθρο το ήβαλαν  για ιστορικούς λόγους, άρα δεν θα κοιτάζουμε το χτες, αλλά το αύριο.

    Έψαξα λιγάκι σε τι αναφέρεται ο ρηξικέλευθος νομοθέτης. Πρόκειται για τέσσερις περιπτώσεις:

    • Την βουλγαρικής επίνοιας κίνηση «η Μακεδονία για τους Μακεδόνες» που ανησύχησε ακόμη και τους Βουλγάρους και ίδρυσαν το πιστό στον βασιλέα τους βερχοβιστικό κίνημα, εχθρικό προς την ΕΜΕΟ.
    • Το κίνημα του Ήλιντεν.
    • Τους «γεμιτζήδες» (τους λέμε και «βαρκάρηδες») της Θεσσαλονίκης.
    • Τις δυνάμεις της ΝΟΦ (και ΣΝΟΦ) που νίκησε και έδιωξε ο ΕΛΑΣ από τη χώρα.

    Τα υπόλοιπα είναι ήδη προτομές μέσα στην FYROM.

    Tώρα διευκρινίζουν πως το άρθρο αυτό δεν ήταν προς αναθεώρηση. Κάτι έπιναν στις διαπραγματεύσεις. Με παράξενη γεύση. Και έβαζαν αψέντι για να αντέξουν.

  • Οι γκέισες ή Αναμνήσεις μιας πρωτομηνιάς

    Εξέπνεε ο παχύς μήνας Οκτώβριος και απολάμβανα τον Νοέμβριο, όπως η λεχώνα χαίρεται το λεχούδι της, αλλά ο βίος, δυστυχώς βραχύς. Μία από τις γλιτσερές συνήθειές μου είναι να γυμνάζομαι τακτικά, αλλά ιδιοτύπως. Ειδικά την τετάρτη μεσημβρινή, ότε μανικώς δοκιμάζω να κρατήσω κλειστά τα σαγόνια όσο κρατάει η εκπομπή Ακριβοπούλου-Κατσώχα. Η άσκηση πάει στράφι, διότι συνήθως μεταβάλλομαι σε κεχηνότα Χάνο.

    Έτσι συνέβη και προψέ, αλλά δεν φταίγανε οι τακτικές προσωπικότητες της εκπομπής. Καθώς θέλησαν να μας ενημερώσουν για τις αγνές προθέσεις του επαπειλούμενου νέου Συντάγματος, προσκάλεσαν μια ακαδημαϊκή μορφή που έγραφε «πρόεδρος ΕΚΠΑ» στη λεζάντα, πάντως ήτο παρούσα με άλλα κομματικότερα στελέχη στην περιγραφή του περιγράμματος της ομαδικής εκείνης οργανικής συναντήσεως.

    Θεοί, τι άκουσαν οι αυτάρες μου! Ώσπου να αποσώσει η λεκτουρατρίς, η ατθίς του πηκτικού λόγου, και να επιστρέψω στην αθλία μου ζωή, μου κόλλησε το κινητό, έχασα τις αποθηκεύσεις, ξέχασα ντιπ καταντίπ τον κωδικό ανάκτησης του icloud, πόθησα να φάω μπάμιες ή εσκαλόπ Χόφφμαν από «το στέκι του Νιόνιου» και τζιγεροσαρμά από το μαγέρικο δίπλα στο παλιό τέρμιναλ του ΚΤΕΛ στην Καβάλα. Ο εγκέφαλός μου έγινε ριγέ με φωσφοριζέ ανταύγειες, διότι η ακαδημίς ύπαρξη, μου έδωσε μια γονατιά (στις μοκάρες) και με ταξίδεψε στον άλλον αιώνα.

    Βρέθηκα, που λέτε, σε μια ψευδογιάφκα φοιτητί εξτρέμ, ένα είδος hotspot επί χούντας, με ελεγχόμενη είσοδο, όπου τρώγοντας πιττόγυρα και πίνοντας σπουμάντε, αναλύαμε την πολιτική κατάσταση επί δεκατέσσερις τουλάχιστον ώρες και καταλήγαμε πρωνιάτικα στον σιδηροδρομικό σταθμό για να γευτούμε παγωμένο αμυγδαλάκι. Η παρέα έπρεπε να περιέχει στελέχη, τροτσκιστές του Χίλι, έναν τουλάχιστον εργάτη, έναν που έφερνε νέα από τους εμιγκρέδες εκ Γαλλίας και  μία νύμφη με ινδικό καφτάνι.

    Ο μισός αιώνας που πέρασε, δεν μου φάνηκε καθόλου βαρύς. Δεν ήταν απλώς «σα να μη πέρασε μια μέρα». Μήτε dt δεν είχε διασχιστεί έκτοτε.

    Προηγούνταν βέβαια αστειάκια για τον Τρίτο Δρόμο, για τον Τσαουσέσκου, ένας έπαινος του περιπτέρου της Αλβανίας με ωραία πασουμάκια, ένας καυγάς ανάμεσα σε Κολλιγιάννηδες και Μαοϊκούς,αλλά το κύριο θέμα ήταν ο λαός και η μοίρα του.

    Όπως στο δείλι της πρωτομηνιάς.

    Η Μπελατρίς υποστήριζε ότι το νέο Σύνταγμα ήταν μια ανάσταση του τυραγνισμένου λαού. Που οι νέες προτάσεις, ακόμη κι αν ήταν προς το μπότοξ, θα κατέληγαν, όπως στα αξέχαστα χρόνια, σε ένα ευεργετικό Ζεροβιτάλ-τι λέω! Σε μια απαστράπτουσα κούτα ενέσεων Μπογκομόλετς. Γι’ αυτό θα μποδίζονταν οι βουλιαχτές σπάζοντας τη θητεία τους και άλλα, αναβιωτικά. Είπε πλήθος τέτοια. Αν ήτουνε μισόν αιώνα πριν, θα την πηγαίναμε στη «Δόμνα» για  να ηρεμήσει, ή να ξαναδούμε το θρυλικό «πριμ» στον «Αίαντα».

    Το σαγόνι μου επανήλθε όταν μπήκαν στο δωμάτιο ο Σκληρός, ο Μπεναρόγια, ο Καραβέλας του Θεοτόκη και ο Αστραπόγιαννος, οι αρχειομαρξιστές, ο Πουλιόπουλος και δυο κούτες βιβλιαράκια του Μάο στα ρουμάνικα. Μετά, αναρωτήθηκα: οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με το ζήτημα δεν είναι γεροσάψαλα ως η αφεντιά μου. Ακόμη και πενηντάρηδες σήμερα, ολίγα ξέρουν για εκείνες τις εποχές. Μορφώθηκαν η επιμορφώθηκαν μέσω βιβλιογραφιών που άργησαν. Πούθε κόλλησαν αυτά τα ιδιόλεκτα; Είναι μήπως παιδιά (σιτεμένα πλέον) εκείνων των συνάξεων της δικτατορίας, από γονείς εξαγορασμένους που επινόησαν την μελίρρυτη γενναιόφρονα αγωγή. Πώς άλλα ιδιόλεκτα χάθηκαν και σβαρνίστηκαν βάναυσα και πόμεινε ένας στοιχειωμένος καημός της ρωμιοσύνης, ένας στραβοξυλιασμένος ιστορισμός «αγώνων» που κατέληξαν σε κατουρημένες ποδιές και εμβληματικές μεταστροφές προς «μυαλωμένες» ηλικίες, καθώς δεν έμεινε μήτε κολυμπηθρόξυλο να στηρίξουν τις γελοίες αιτιάσεις τους;

    Τίποτις δεν είναι, μου απαντά η σκεπτομορφή μου. Τέτοιους εγνώρισες, τέτοιουνοι παραμένουν. Στο βάθος, είναι γκέισες. Λυωμένες από τα τυπικά ντεκόρ του λειτουργήματός τους. Κι αυτοί  του τότε και οι απόγονοί τους, όσοι πιστεύουν ακόμη στον μπαμπά, στη μανούλα και στα παππούδια, επί γενεές δεκατέσσερις θα υπάρχουν. Μόνον μία ημέρα στις τόσες, κάνα φάντασμα του Γιόσκα Φίσερ , του ΚονΜπεντίτ και των Σαρτρικών, -Γκονταρικών, θα θυμούνται τα παλιά και θα επιστρέφουν στις συνεστιάσεις. Του θανάτου.

  • Tο αβαρές

    Ένας  βοσκός, προσπαθώντας να κατεβάσει μια προβατίνα από ένα γκρεμνό, πρόσεξε αιωρούμενα στίγματα μόλις διακρινόμενα κόντρα στον ήλιο που έμοιαζαν μυγάκια.

    Ενώ την κατέβαζε αγκαλιά σε μονοπάτι,πέρασε ανάμεσα στα «μυγάκια» και παρατήρησε πως του απορροφούσαν τον ιδρώτα. Παραξενεύτηκε, αλλά δεν έδωσε σημασία.

    Την άλλη μέρα που ξαναπέρασε από εκεί, τα  «μυγάκια» είχαν εξαφανιστεί και στη θέση τους αιωρούνταν μικρές φούσκες νερού, σταγονίδια, που όταν τα άγγιξε, δεν έσκαζαν, απεναντίας ενώθηκαν σε μία υδάτινη μπαλίτσα, ωσάν «σφαίρα στικτή», που δεν έλεγε να πέσει καταής.

    Αυτή η αφήγηση κοιμόταν επί αιώνες στο χειρόγραφο ενός Αβιηνού, που η κριτική ματιά του Αιώνος των Φώτων, τον θεώρησε «ευφάνταστο παραμυθά» του οποίου η όποια τέχνη περιορίζονταν στην «αφάνταστα κοινότοπη συλλογή παραδόξων που θησαυρίστηκαν προκειμένου να αποκτήσουν οι αστοιχείωτοι τον Πάπα τους» (Maurice Deplois)

    Μόνον η ξένοιαστη βόλτα ενός σπουδαστή βιολογίας  που η ορειβατική του ράβδος τυχαία άγγιξε ένα είδος σφαιροειδούς υγρού ζελέ κρυμμένου σε κάτι βατσινιές, ξανάφερε την αφήγηση του Αβιηνού στην επιφάνεια.

    Τα «μυγάκια» ήταν μια άγνωστη άλλοθεν φυσική ορμόνη με πρωτοφανείς ιδιότητες. Ονομάστηκε «συριζόνη» προς τιμήν ενός πολιτικού κινήματος που ξεχάστηκε προώρως, αφού εισοδίστηκε επί δεκαετίες μέσα σε συνειδήσεις απεγνωσμένων.Από την επαφή του με την υγρασία, προέκυπτε νέα ουσία, που συνδύαζε το Αβαρές και το Αιώνιον.

    Γνωρίζετε οι περισσότεροι τις ατράνταχτες αποδείξεις περί μη υπάρξεως αεικινήτου, περί αδυναμίας τετραγωνισμού του κύκλου με κανόνα και διαβήτη, καθώς και για το απραγματοποίητο να πέσει επαναληπτικώς το 36 στη ρουλέτα 3456 φορές συνεχώς, παρότι άπαντες οι φιλόσοφοι διαφωνούν.  Το «αβαρές» ως όρος δέχτηκε βαρεία κριτική  από το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας του αιώνος, αλλά η πολιτική πράξη, αγνόησε αυτές τις σιγουράντζες:

    Κυκλοφόρησε ως παιδικό παιχνίδι με τον τίτλο «γουαίητλες» ένα νεροπίστολο με γεμιστήρα εκ σφαιριδίων συριζόνης, που αμέσως τα ρωμαλέα νιάτα μας ανακάλυψαν πως ήταν άκρως διεγερτικό βλήμα. Ρίχνοντας μπαλωθιές με σφαίρες Αβαρούς, δημιουργούσαν συμπηκτικόν ύδωρ που αιωρείτο εις τας ερήμους και τους αμμολόφους, δημιουργώντας μια ανάερη πέτσα άνωθεν της ξεραΐλας, σκιάζοντάς την, οπότε σε ελάχιστα νανοσεκόνδια υπό την σκιάν της πέτσας, φοίνικες και νούφαρα, πάπυροι και ευκάλυπτοι ανεδύοντο εν μέσω μικρολιμνών που άφηναν τους χουρμάδες να επιπλέουν.

    Ενώ η Σαχάρα μετετρέπετο εις Όασιν στιβαράς γενικότητος, και όλες οι στέρφες ερημιές, αποκτούσαν την φράντζαν του Τόνι Σφήνος,ο σπουδαστής βιολογίας, στην μοναδική συνέντευξη που έδωσε ποτέ, ομολόγησε πως απλά ήτο στην επιτροπή του Συντάγματος του Σύριζα, όπου πάμπολλαι, μη πολιτικαί φαντασμάραι εμπεδώθηκαν από χαριτοβρύτους ημισαλεύτους ακαδημαϊκάς υπάρξεις, και για να προστατεύσει το ιδεολογικόν του ήθος, έπλασε το μύθευμα του Αβαρούς, ώστε να αστοχήσουν οι επικριταί της παρατάξεως αύτης. Όσο για τον Αβιηνό, θέμα το γονιό του κι αν ήξερε εάν ήτο βράχος ή σαμιαμίδι.

  • Εντυπώσεις από τη χώρα των Χαλκηδονίων

    Ενδεχομένως, σε πολλά άρθρα ή αναρτήσεις μου, υπερασπίζομαι μια άποψη που ενίοτε συμβαδίζει με πολιτικές απόψεις που βρίσκονται στην δημοσιότητα και προέρχονται από διάφορα κόμματα.

    Οι τακτικοί αναγνώστες μου, μάλλον το ξέρουν και δεν ακούω ή διαβάζω το περιλάλητο «εκ ποίας θέσεως λέγουτε όσα λέγουτε, ω κάλπη;» παρά μόνον από κυβερνητικούς που διασχίζουν περιστασιακά τις λέξεις μου, ή από ομάδες υπερύθρων ή υπεριωδών πεποιθήσεων. Λοιπόν, πάλι και πάλι, ανοιχτά χαρτιά:

    Η αντίδρασή μου στον Σύριζα είναι συνεχής, με περίσκεψη, από το πρώτο δίμηνο της θεωρίας των παιγνίων του Βαρουφάκη. Και ο λόγος είναι αποχρών: έφαγα τα νιάτα μου, από τα φοιτητικά χρόνια, κάνοντας παρέα, αποκλειστικά με τους αναθεωρητές, τους εσωτερικούς, τους αριστεριστές, τους ελπίζοντες με ειδικό τρόπο στον κοινωνικό προβληματισμό. Η παρέα μας υπήρξε εγκάρδια, συνεχής και γεμάτη μπουκέτα διαφωνιών, τις οποίες, λόγω ιδιοσυγκρασίας, φόρτωνα με μπόλικο χιούμορ και γελαστική διάθεση. Αντιμετώπιζα ως υποπροϊόν της παλιοζωής του παλιόκοσμου και της παλιοκοινωνίας την θρυλική έως κουραστική εναλλαγή των πεποιθήσεών τους, την έντονη ανεκτικότητα έναντι διαλυτικών φαινομένων.

    Ζούσα, με δακτυλοδεικτούμενες εξαιρέσεις, την έντονη κινητικότητά τους στην αναζήτηση μιας καλής δουλειάς, που θα έφερνε μια άνετη ζωή, τις μεγάλες αβάντες να συνεργάζονται με ποικίλων ιδεολογιών «φτασμένους» επαγγελματίες.

    Με τους καρντάσηδες των νιάτων μου, εάν τύχαινε και μας χώριζε η ζωή για μερικά χρονάκια, όφειλα να τους ρωτάω σε ποια γκρούπα ή παράταξη βρίσκονται τώρα.

    Ενδεικτικά, οι οιηματίες των σέβεντις, είχαν φλερτάρει, έως νυμφευθεί, πληθώρα από δεξιάντζες, και φυσικά , έναν σκασμό συντροφιών και συνεταιρισμών με πασόκους.

    Παρ’ όλα αυτά, έως την ημέρα των κρυστάλλων, την τούμπα περί το δημοψήφισμα και τα δήθεν ντροπιάρικα «έχομεν την κυβέρνησιν αλλ΄ουχί το κράτος», ένας υπομονετικός σχολιοσυλλέκτης θα αναγνώριζε, σε καμιά πενηνταριά άρθρα μου, του πρώτου εξαμήνου, μια σειρά φιλικών ενστάσεων, του τύπου «μη μας αδειάζετε, συριζαίοι».

    Αργότερα, αγρίεψα.

    Πάλι από καλοπροαίρετη αύρα, είχα καταλήξει πως είναι άσχετοι των ασχέτων κι ως εκεί. Ήρθε μετά  ο Μητσοτάκ, κι απόγινε η απελπισία. Επειδή πίστευα πως ο νέος ιθύνων δεν είχε τα κότσια να κυβερνήσει. Αυτός κι αν δεν είχε την παραμικρή δυνατότητα να αποκτήσει κράτος!

    Με Καραμανλή και Σαμαρά στα φέουδά τους, τον Γιωρίκα σε μόνιμη κατατονία και την κακογλωσσιά εθιμική και πανταχού παρούσα, έβλεπα και βλέπω ένα αδιέξοδο που μόνον πρεσβείες και ξενάκια ήταν σε θέση να εκλογικεύσουν.

    Δεν με νοιάζει τόσο η ρεμπετ-ασκέρ τεχνική τους, διότι μαζί τους, και χάρη σε αυτούς, αρνήθηκα την όποια ικανότητα εμπέδωσης και εκμάθησης. Αλλά ο κύριος λόγος είναι πως είναι στην ουσία, τόσο, μα τόσο καραδεξιοί που όμως έχουν αλλάξει ταμπέλα στα πάντα.

    Υπήρχαν και άλλα τέτοια φυντάνια στον βίο μου, μόνο που αν τα καλογνώριζες, έβλεπες πως είχαν μια έμφυτη φρεναπάτη, που όμως είχε ανταλλάγματα υπέρ της προσωπικής τους άνεσης. Αυτός που έλεγε «είμαι αυριανιστής» ή «είμαι χουντικός» δεν ήταν απαραίτητο να σε θεωρεί συνομιλητή σου.

    Τελικά, με ενοχλεί που οι προφανώς ξεκούδουνες και παροδικές ενέργειές τους, δεν τους ωθεί να ασκούν στρατηγικές. Ο λαός θα φυλάξει γι’ αυτούς μια ιδιωματική, παροιμιώδη έκφραση: «άρατα φέρατα». Ή «σεν τερεί κ΄εμένα λέπ».

    Ένας ματαιωμένος φεντεραλιστής είμαι, κεντριστής κατά τας ιδέας και γνώστης πως αι ιδέαι βλάπτουν την ζωή των λαών.

    Επιβιώνω επειδή έχω φίλους.

    Και δεν πολυνοιάζομαι πλέον που κάποτε, πάνε χρόνοι σαράντα, δήλωσα, όταν με ρώτησαν για το μέλλον μου πως θα γεράσω στα χαρακώματα.

  • Τελείως indie σχόλιο

    Πώς θα εξελίσσονταν ο Σύριζα χωρίς Καμμένο, χωρίς Μεϊμαράκη (που υπερψήφισε την κωλοτούμπα του φθινοπώρου 2015) χωρίς τα «κριτήρια» των διαφόρων κεντροκεντρώων που υπερψήφιζαν τους νόμους τύπου «τυράκια ποντικοπαγίδας» όλα αυτά τα χρόνια;

    Τώρα, τα ίδια παντελάκη μου με το Σύνταγμα δι’ αλληλογραφίας. Και η παραγωγή κεντροκεντρώων «αποστατών» ή αυτομόλων, έτσι και πέσουν μοναξιές στους ιδεολόγους της πλάκας.

    Βρίσκει και κάνει ο Σύριζα. Το ένα τρίτο της Δεξιάς, τονε βαστάζει. Κι ένα γερό κομμάτι από την οικογένεια του Παπατζή. Και τα κοθώνια της τέως «Αλλαής».

    Τώρα που βρίσκει τα κονέ με τον «εξωτερικό παράγοντα» και αποθρασύνεται  ως καλφόπουλο των νέων Βαλκανίων, καλά ξεμπερδέματα.

    Η λύση ήταν μία και την περιφρονήσατε:

    Πρώτα να αφαλοκόψομεν των τυράννων

    Και μετά να εκλέξομεν Καπιτάνον.

     

     

  • Ξενάγηση σε αδιανόητα τοπία

    Μάλιστα. Είναι πολύ παλιά η συνταγή να εκθέτεις τα κώλα στον άνεμο του εξωτερικού περισπασμού, μήπως και σε ξεχάσουν προσωρινώς και ασχοληθούν με την αρχαία μαγειρική.

    Με τα Σκόπια, περιμένοντας να κρυώσει το δημόσιο ενδιάθετο και να ανέβει στο τσουκάλι ο πηχτός αφρός των μεθοδεύσεων, ρίχνεις στις προφητείες και στις μαγγανείες εκτός από φιδοπουκάμισο και σκόνη από δόντι φαφούτη κροκόδειλου, ολίγον Σόρος, δυο υχιές πρεσβευτικές και αναμνήσεις εποχής Γρυλλάκη.

    Με την Τουρκία, αναθυμάσαι πως αν και διαφορίζεις τα έξι μίλια της αιγιαλίτιδας, με τα δέκα του εναέριου χώρου, οι μεμέτηδες θέλουν να σου πάρουν τα πετρόλια και τις πετρογκάζ, τέτοιουνοι είναι και να προσέχουμε.

    Με την Αλβανία, είναι πασίγνωστο το τι τραβάμε. Αντί να μας αγαπούν, που τους βάλαμε επί χρόνια στο μαγαζί, μας απειλούν ως ουτσεκάδες.

    Κι όλα αυτά, επειδή κατάφερες να ξεπλύνεις την διαφθορά, ενώ έπαιρνες από των αδελφών τη μοιρασιά τον κλήρο τον λειψό.Την πετροκόλλητη σαγή και το ζακόνι των φιδιών. Διότι είτε ως αριστεριστής, είτε ως δημαρόπουλον, ουδέποτε σε άφησαν ξυλάρμενο, νήστι και αύχμονα.

    Τα έρριχνες τα σκάνδαλα πάντα σε αλλουνούς, ενώ έπαιρνες το μονοψήφιο μεράδι, ως αφανής εταίρος των υπεράκτιων φρεγατών, εσύ βολευόσουνα με το μπαρκομπέστια.

    Κι ακόμη δεν καθαίρεσες την ένοχη ταμπέλα του μαγαζείου σου, με την αθάνατη παρότρυνση «ελάτε στο εδικό μας το χαμάμι, ίνα ξεπλυθούτε ιεροπρεπώς».

    Εάν έχεις άγνωστες λέξεις, ου φροντίς. Τις αλλάζεις με άλλες.

  • Σπασμένο βέλος

    Την Αλήθεια δεν έχω πρόθεση να την διασχίσω-αφήνω το άθλημα στις υπουργέσσες. Εντούτοις μερικές διαπιστώσεις, δε βλάφτουν.

    Μάλιστα. Το υπουργικό συμβούλιο δεν έχει διαρροές, άρα επιφανειακά, είναι ενωμένο. Τα πρακτικά του, που τόσο έντονα τα αναζητούν, είναι υδροπερατά, μουσκεμένα. Σημειώνω:

    Φυσική γήρανση αυτών που παίρνουν αποφάσεις. Αυτοί που εκτελούν είναι μικρής ηλικίας, παθιασμένοι.

    Κυβερνά μια Ασώματος κεφαλή: μια μειοψηφία που επιμένει. Είναι μια παραλλαγή του ΠΑΣΟΚ, όχι του ιστορικού του πτώματος, όσο της παγιωμένης, μεσοβέζικής του σάρκας. Και μυρίζει, κληρονομικώς, από Αυριανή έως ψευδαισθήσεις. Η τάση προς το Κέντρο δεν είναι λύτρωση- είναι σακατλίκι ενός οργανισμού που δέχτηκε κάθε μορφής παρέμβαση και τσίμπημα, εκτός από την βελονίτσα ενός εμβολιασμού.

    Όταν έχεις λεφτά, ακίνητα, σόγια και αδιατάρακτη ευθεία σε εγκεφαλογράφημα, δεν έκλεψες, δεν εκμεταλλεύτηκες, δεν πονηρεύτηκες, δεν ευνοήθηκες. Απλώς τρούπωσες, κι αυτό δεν θεωρείται ποινικώς κολάσιμο.

    Η χώρα, περιμένει τον χασάπη της. Τον αποκαλεί προσώρας «μελλοντικό κίνδυνο». Χίλιοι φασίστες να αναλάβουν την εξουσία, θα παραμείνουν απλοί ρεγουλαδόροι. Αρκεί να πούνε το «απεταξάμην» με παρρησία και υπό πλήρη έλλειψη ηδονής.

    Πάμε τώρα στα σπασμένα.

    Aυτός που σκέφτηκε, το 2016, να προτείνει την απλή αναλογική ως σύστημα, σύστημα που ψηφίστηκε από 179 αντιπροσώπους, θα πρέπει να τιμηθεί από τον Σύριζα τουλάχιστον ως προτομή, που διέσχισε το μυαλό του η καλύτερη ιδέα αυτών των κατεχομένων από ψευδαιsθήσεις  όντων.

    Έκτοτε, ο διεκδικητής του δεξιού χώρου Κυριάκος Μητσοτάκης, που έγινε ο εκφραστής του, υπέστη «φραγμό φιλοδοξιών». Δεν ξέρω αν πρόκειται για κάτι αυτοάνοσο, πάντως το αίτημά του για εκλογές αμέσως, είναι μάλλον τζούφιο.

    Λένε πως στην αρχή, το είδε ως παιχνίδι, ως εμπόδιο που ξεπερνιέται. Σου λέει, θα πάρω τις εκλογές, και καπάκι, αφού επαναφέρω τον νόμο στα γράδα  μου, θα κοπανήσω πάλι εκλογές. Στο κοπανέλι. Τέτοια τον απασχολούσαν.

    Αλλά ηγείται ενός χώρου που μπορεί να παίζει τον Γιαγκούλα στους αμύητους και τον Σπάρτακο στους μυημένους. Εξελέγη αρχηγός, εκ μεταγραφών, ας μη λησμονηθεί.  Με Βορίδη και Γεωργιάδη, εκ του «Λαός» και ισχυρό τοπάρχη εκ βορρά, απλώς τον ανέχτηκαν τόσο οι Σαμαρικοί, όσο και οι Καραμανλικοί.

    Έκτοτε πέρασαν χρόνοι δύο και πολλά άλλαξαν, διασχίζοντας το μυαλό των δελφίνων. Οι Καραμανλικοί δεν θέλουν  θατσερικούς και κάνουν νεύματα φιλικά προς τον Σύριζα. Οι Σαμαρικοί,όταν κατάλαβαν πως δεν πολυκινδυνεύουν από νοβαρτισμό και άλλα κωμικά των δήθεν συνωμοτών με ανθρώπινο πρόσωπο, και πως εντέλει επελέγη ο Γιάννος Παπαντωνίου ως Ισαάκ, στρέφονται προς κάτι αυτονομί, με πεισμώδη πατριότ φυρομόνη. Δεν θα αργήσει η ώρα που οι επιδραστικοί φύλακες του Μητσοτάκη, ακόμη και εάν κατισχύσει με καμιά εκατονεξηντάρα , θα του επιτρέψουν να κυβερνήσει όσο πατάει η γάτα, αλλά η άλλη μισή τους καρδιά θα βρίσκεται στην Κίνα.

    Είναι η γκιόσσα, η απλή αναλογική που τους σπάει τις μοκάρες.  Διότι δεν είναι εκλογικό σύστημα, είναι η «συνοικία το Όνειρο» των απεγνωσμένων.

    Ο φόβος, ο  τρόμος, η προσδοκία, ο έρως, το πάθος, το μίσος και η ζοχάδα πλαισιώνουν την απλή αναλογική, που θάβει με τα χέρια κάθε ελπίδα προκοπής (κυρίως επειδή είναι ψευδοαπλή ψευδοαναλογική) και μοιράζει βελάδες και τουπέ σε κάθε πικραμένο.

    Περιληπτικά, θα γαμιένται αναμεταξύ των και θα πιστεύουν πως γεννήθηκαν για τες παρτούζες, ενώ ψοφάνε για πνεβματική βελτίωση.

    Γι’ αυτό και παλεύει ο Σύριζας, διαδίδοντας ότι θα σκίσει γάτες και θα τονε πιεί τον Ρουβίκωνα. Μπορεί να μη είναι και κανένα σπίρτο, αλλά καταλαβαίνει τι τον περιμένει στον ελληνικό βορρά. Μπορεί επίσης η Δεξιά να διασπαστεί ως κρημνός στις παραλίες της Ζακύνθου,  αλλά με την απλή αναλογική, ποιος γαμεί. Ξανακολλάει όποτε γουστάρει.

    Εξάλλου σε λίγο θα αναφανούν τα σύμπλοκα άλατα με Σόρος, ομάδες πίεσης για έγκριση συμφωνίας, και άλλα τραγελαφικά, και θα κυνηγάνε πολύ κόσμο οι σερίφηδες, διότι οι ντεσπεράντος οδήγησαν σε ανταρσία του Απάχηδες.

    «Απάχηδες» είναι μεταπολεμικό επίθετο για τους Απάτσι.

  • Σιγά, καλέ μου σιγά, σιγά την άμαξα.

    Όσο οι δημοσκοπήσεις δίδουν στον πρωτεύοντα είτε 160 έδρες είτε κάτι τριαντάρια, θα ισχύει το παράλληλο σύμπαν των γουαναμπή παπατζήδων, που ευνοεί την πληθώρα των δεξιών συσσωματώσεων.  Ήδη διακονούν το άθλημα Φαήλος και Βελόπουλος, Μπαλτάκος και ο Δημήτρις των Καμμένων, αμή και οι Ανέλοι, πέριξ ή αρόδο από τον λιμενοβραχίονα της Χρυσής Αυγής. Το σύστημα, γενικώς, οδηγείται προς τον θρυμματισμό και καλύπτει όλες τις ιδεολογικές προφάσεις, διότι μπάστακας και κέρβερος, μόρα και κασίδα, λάμια και φάουσα, έχουν στις μεθεπόμενες εκλογές τον βύθουλα της Απλής Αναλογικής και είτε θα τον χάσουν τιμητικά, ή θα θέσουν τις δέουσες υποθήκες για την μετά το 2020 περίοδο.

    Η εικών, είναι διδακτική. Στηνι ιστορική φωτογραφία, βασιλεύς κοινοπολιτείας τινός, φερόμενος εφ΄αμάξης, μετά ιπποτών, παρενοχλείται από δρομέα παλαιό πολεμιστή που τείνει το κλακ του για ελεημοσύνη. Οι αναλογίες είναι προφανείς, αλλά τι να τα κάμεις τα λεφτά άμα δεν έχεις φράγκο.

  • Η μαγεία της εικόνας

    Όπου και να ταξιδέψω η εικόνα με πληγώνει. Ειδικά τώρα που ο κοσμάκης τα΄χει χάσει και Μανιχαίοι καθόρισαν την πηγή των διλημμάτων: Σκάη ή ΕΡΤ. Τατιάνα στο ένα, Καψώχας στο άλλο. Έτσι και δοκιμάσεις άλλο τι, ενεδρεύει ο Σεφερλής και ο Τόνι Σφήνος, ενώ σκιάζομαι να ανοίκσω το Όπεν, μη ξετρυπώσει ο Φουρθιώτης. Επίτηδες  υπενθυμίζω ακραίες καταστάσεις, διότι βαρέθηκα την επείσακτη κουλτούρα των σκηνοθετών και λοιπών διαδραστικών πρωτοβουλιών.Όσο για το «άλλο βλέμμα», μια vintage φωτογραφία είναι προτιμότερη από την αφόρητη εκζήτηση των ιερέων του Πνέβματος.Επίσης μη σας κακοφανεί πως δεν δηλώνω απαρέσκεια επειδή ανήκω στους μορφωμένους. Στους πεθαμένους ανήκω.

     

  • Από τα παραπήγματα της τρίτης ηλικίας, μόνον χολή και όξος διαθέτω. Μη εμπορεύσιμα είδη.

    Αλλά επειδή υπάρχουν πολλές έκτοτε νέες γενιές που έχουν κάθε δικαίωμα στην φρεναπάτη και στο εθελοτυφλείν, ένα έχω να ειπώ:

    Να ρωτάτε.

    Γενικά, παντού και πάντοτε, με πάθος. Όχι για την αλήθεια, που θα παραμείνει ισόβιο αίτημά σας, αλλά για το γαμώτο. Μη μπλέξετε με έρευνες που έχουν «ενδιαφέρον» και οι επόπτες  είχαν κάποτε την αλκή του Φληβά, πλην τώρα περιμένουν απλώς έναν ευρωτιώντα, κατουρημένον κότινο.

    Αν δεν καταλαβαίνετε και σας λείπουν λέξεις, καλύτερα. Αρχίστε να ρωτάτε.