Author: Πετεφρής

  • Αναζητώντας τον αμνό

    Kαθώς σπάω το κεφάλι μου για να σχηματίσω μια γενική πολιτική ιδέα, απλώς αντίθετη στον νεποτισμό και στην μηχανική αριστερίλα που διέπουν αμφότερες τον Έλληνα βίο από την δεκαετία του πενήντα, αλλά χωρίς να φαντασιώνομαι απροσγείωτες προσωπικότητες που δεν υπάρχουν στον ζωντανό κόσμο, σκέφτηκα εντέλει πως η καλύτερη δίοδος για κάτι διαφορετικό, είναι η μετατροπή της οικογένειας Μητσοτάκη σε ένα γλυπτό σύμπλεγμα άξιο προσοχής, με διδακτική έννοια, αλλά χωρίς καμία σταγόνα επαναφοράς της στην πολιτική ζωή. Όχι δεν ήταν Κένεντι της Ελλάδας, ο Κωνσταντίνος αφαλόκοψε την Ελλάδα του 1965, και γνώρισε τη μοίρα του Τριαντάφυλλου μεταξύ 1990 και 1993. Τρίτη και φαρμακερή φορά ήταν η εμμονή ενός φανατικού ιού του πατρός αυτού, να κληρονομήσει την πατρική κατσούνα. Για να ηγηθεί, προεκλογικά έκανε φοβερά σαλτανάτια για να μαζέψει δεξιούς διαφόρων οροσειρών, πετυχαίνοντας μόνον στο να κοπεί το κάπνισμα και αποτυχαίνοντας στο πολιτειακό σύστημα ενός μέσου αμερικανού κυβερνήτη. Διάλεξε από μη πολιτικά πρόσωπα, ολόκληρο ιπτάμενο σμάρι μελισσών, προγραμματισμένο να υπακούει σε βασίλισσα, αλλά δεν άφησε την Ντόρα να κυβερνήσει.

    Απέναντι υπήρξαν δύο ουρανοί, δύο πολιτικές, πολύ γυμνά κι ασύστολα. Χατίρια όσα θέτε στον δυτικό κόσμο πλην των ανόργανων ευκαιριστών πέριξ των Βρυξελλών, φοβική υποταγή στον αμερικανό πρέσβυ, αγαστή συνεργασία με υπερδεξιό ανακατωσούρη με στολή παραλλαγής και εν ψυχρό πούλημα του αριστερισμού στις ευκαιρίες από τα καλάθια, καθώς το αξάν του Ανδρέα μάζευε ψήφους. Αλλά θα μπορούσε να κυβερνάει ακόμη και σήμερα ο Σύριζα, απρόσκοπτα εάν κρατούσε την αριστερή ατζέντα σε μία ουρανοκατέβατη υπεραξία. Ο αρχηγός που διάλεξαν μπορούσε να σύρει τσάμικά, αλλά ήταν από χέρι λίγος για την άκρως συντηρητική, εξαρτημένη, φιλόδοξη και γεμάτη εκπλήξεις Ελλάδα.

    Αριστεροί, κεντρώοι και δεξιοί δώστε μια παύση στην κατρακύλα, συμφωνήσετε άπαντες στον επικείμενο εφιάλτη, δώστε εξουσία σε όποιον εμπνεύστηκε μια δουλειά και την τελείωσε χωρίς να τον δέσουν οι δικαστές. Η όποια κυβέρνηση παραδώσει σε μιαν άλλη την εξουσία που απαιτείται, ξέρει καλά τι πρέπει να κάνει. Αν υπάρχουν αντιρρήσεις και άλλα εμπόδια, κάντε μια πρόταση στον Τομ Χανκς.

  • Ντιριντάχτα στόρι

    Τα πρώτα ριάλιτι των αρχών του αιώνα ήταν απλές τσιγκολελέτες και αφελή τεχνητά συμμαχικά τεστ χαρακτήρων. Απομονωμένος και απολύτως εθισμένος να επαναλαμβάνω το περπάτημα σε χώρους, είπα να ξαναρχίσω το σπορ, να βλέπω Κοντιζά και καναν ηθοποιό εν παρακμή ή κανέναν λογοτέχνη που ξώμεινε στο κανάλι της Βουλης. Ώσπου τις προάλλες, η ατμόσφαιρα άλλαξε και βρέθηκα, ενώ παρακολουθούσα Σαρβάηβορ, σε μία τρόικα τραγουδιστών, έναν συνωμότη μεταξύ Ιάγου και Δήμου Σταρένιου, έναν έρμο με ψευδαισθήσεις που κακώς τον έλεγαν «Ντάφη» (ήταν ο Γκούφη ολοζώντανος) και αποφάσισα πως η ζωή έτσι θα κυλούσε, ανόητα, ώσπου να με συλλάβει ο Χάρος από το Ζητούνι ή τα Σάλωνα, να με σουβλίσει. Ξάφνου ανοίγει η αυλαία και συντυχαίνω δυο κορίτσια μια σπιθαμή σαν τις γρηές που είχαν ένα μάτι κι ένα δόντι, η σκηνογραφία γίνεται βαγκνερική και η Κόζιμα βαστούσε το ίσο ενώ ο Λάλας, δυτικομακεδών «του περιβάλλοντος» προβάριζε το φράκο του Δράκουλα. Και οι κυράτζες λέγασι τον πόνο τους σε σύμμαχο αυτάκι. Τα είχασι με μία Ανναμαρία που κατάφεραν να την διώξουν, αλλά την εκατηγόρουν πως ήτο κακίστρω και μάτιαζε αβέρτα, ακόμη και τα σαλάχια της άμμου. Ο αποδέκτης των κατηγοριών τους, ο Γκούφης, άκουγε, χλόμιαζε και σχολίαζε «γι΄αυτό δεν στεριώνω πόντο;».

    Ήταν ολα ωραία και μεγάλα φωτισμένα. Αλλά δεν ήξερα πως κουρταλούσα την πόρτα της Κόλασης. Διότι το μάτιασμα ξεχάστηκε και μια ομάδα παρτσινέβελων τσιρομαχάδων, άρχισε να τραγουδάει τόσο φάλτσα, ώστε η σοπράνο του Εθνικού ύμνου ανήμερα της εορτής, πρόλαβε και έρριξε γκρομπετόν στα αρχαιολογικά τσιμέντα.

    Όλα τα κανοναρχούσε ένα θρασίμι υπό ψευδαίσθηση μεγάλου εραστή, που ο Κοψιδάς ο ετοιμόρροπος τον διέλυσε τρεις φορές, ενώ τον βόλευε που ο Νίκων ο αμπανταούμπαντας αντί να προτείνει τον ωραιοπαθή Ιλλυριό γι έξωση, πρόκρινε μια Χριστίνα με λαιμαριά που έπαιξε δέκα λεπτά την Παξινού ολολύζοντας και ο λαός σκιάχτηκε, την ελυπήθη και την ψήφισε.

    Παρ΄όλο που έχω βίζα, ως κληρονόμος 66ης γενιάς από την εφεύρεση του μηχανισμού των Αντικυθήρων (που είναι συσκευή εναντίον της βλακείας και όχι αστρολάβος) λέω να μη ασχοληθώ. Εννοώ πως δεν ματιάζω κανέναν πλέον, από την εποχή του Αβικέννα, όποιον μπάρμπα κι αν έχει υπό τους κοκκοφοίνικες.

  • Το φτυάρι

    Στην εικόνα, οικογενειακή φωτογραφία στην αμμουδιά του μετέπειτα «Πόρτο Καρράς», ήτοι στην πλαζ του Νέου Μαρμαρά, αλλά το καλοκαίρι του 1958. Με τους γονείς και τον μικρό μου αδελφό. Ο πέμπτος παράγων: ένα φτυάρι, δανεικό από την σπιτονοικοκυρά, προκειμένου να ανασκαφεί ικανή άμμος ώστε ο πατέρας μου να ασκήσει την τέχνη του αμμόλουτρου. Τότε ήταν δόκιμη αντιρευματική μέθοδος και στις παραθεριστικές αμμουδιές, συναντούσες συχνά μασταμπάδες με περιεχόμενο «ηλικιωμένους» και ασκούντες αμμοθεραπείαν. Σήμερα τα 49 χρόνια του πατέρα μου δεν θα τα έλεγες πως ήταν της τρίτης ηλικίας, αλλά το φτυάρι δείχνει προς τον άγνωστο φωτογράφο ως το πέμπτο στοιχείο της φωτογραφίας και δεν εννοώ την ομώνυμη ταινία του Λυκ Μπεσόν.

    Μισοθάβαμε τον μπαμπάκο μας παρά θίν’ αλός και στοχεύαμε να του περάσουν τα ρευματικά, που τον βασάνιζαν και χάριν της προσωρινής ταφής γνωρίσαμε παραλίες στον Σταυρό, στο Μπαχτσέ Τσιφλίκι, στην Καλαμίτσα, στην Αρετσού έως τότε. Αυτό κράτησε άλλα πέντε χρόνια σε άλλους τόπους, ώσπου ο άνθρωπος υπέστη πνευμονική εμβολή και η διάγνωση ήταν μια καραμπινάτη θρομβοφιλία που τον βασάνιζε απο παιδί, αλλά οι διαγνώσεις ιατρών και συναδέλφων δασκάλων ήθελαν «ρευματικά». Κάπως νωρίτερα κατάλαβα πόσο κληρονόμησα τα χούγια αλλά και τις αρρώστειες του. Γι αυτό και ερμηνεύω την παρουσία του φτυαριού της φωτογραφίας ως διοσημεία.

  • Είναι τα γεράματα, ηλίθιε!

    Ένα ισοζύγιο αγωνίζονται να αποκαταστήσουν στην εγκεφαλική ουσία του μέσου ψηφοφόρου. Καθώς αντιπολίτευση δεν υφίσταται, μήτε πρόκειται να υπάρξει, η κυβέρνηση που αντί υπουργούς την βγάζει μπέικα με αρμοστές, θα περάσει ολόκληρο το 2021 με φαινότυπους δράσης, μακριά από υλικούς πόρους. Η επέτειος των 200 ετών και η εξάρτηση από την καλή κουβέντα του Μπάιντεν είναι χαρακτηριστικά δείγματα κοινωνικής απογύμνωσης. Από τον εορτασμό των 150 ετών από το 1821, τίποτε δεν εξελίχτηκε. Με τα παρτάλια εκείνης της χουντικής περιπέτειας πορευόμαστε. Μόνον το “Τάμα του Έθνους” δεν ανασύρθηκε. Η χώρα δεν έχει τα φόντα και τα κότσια να λανσάρει μεγάλες επενδύσεις και ακίνητα-τοπόσημα απαλλαγμένα από τις διαθέσεις των χορηγών. Η τελευταία αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση έφερε πάνω από 300 δημαρχιακά μέγαρα, ντυμένα με την λογική του ΟΠΕΚΕΠΕ και άλλων, πανελληνίως άχρηστων υπαλληλικών κυψελών. Η χαρά του ζεύγους Ουίλσον-Χανκς δεν συγκρίνεται με τους αστέρες που μας ήρθαν στη δεκαετία του 60, πάντα δεμένους με τα τουριστικά μας προϊόντα. Το αρχαιολογικό πρότυπό μας υποστηρίζουμε πως είναι το Αθηναϊκό, ενώ ουσιαστικά αναπλάθουμε το μοντέλο της Δήλου: μια κοινωνία οφσόρ εταιρειών, όχι μακριά από τη λογικη των Channel Ιslands.

    Δεν έχω τις αντοχές να ανακαλύψω αρετές κυβερνησιμότητας στην όποια αντιπολίτευση. Η χώρα μαγνητίζεται από την πιο ακατάλληλη για προκοπή ανθρώπινη μαγιά: ήδη τα παιδούδια που είδαν το φως μετά το έτος 2000, σε πέντε χρόνια θα επιβάλουν το «θέλω» τους, από την μόδα έως την βιβλιοφιλία. Δεν θα τη βγάλουν τα χρυσά μου όπως εμείς, στα όρια της γενιάς του δόκτορος Σποκ. Ήγγικεν η ώρα του μπλαζέ και των ανατροφοδοτούμενων χρηματικών πόρων. Πέρασαν πάνω από σαράντα χρόνια Ευρώπης και κοντεύουμε να την μπατάρουμε και να την μπατιρήσουμε. Οι απλές, κτηνώδεις εξελίξεις μιας μονόμπατης, υστερικά εθνκιστικής μεγάλης χώρας, είτε Κίνας, είτε Ρωσίας, θα αναγκάσει τις Ηνωμένες πολιτείες να ακολουθήσουν. Αύτανδρες.

    Μείωση του ψευδοκράτους που βιώνουμε κατά 50% σε πέντε χρόνια, ξήλωμα αυτού που διατεινόμαστε πως είναι ο δημόσιος τομέας και ευρεία δημιουργία κυβερνητικών δομών στη μορφή του καντονιού και όχι της δημιουργικής αποκέντρωσης. Σε λίγο, κλείνουν 100 ημέρες από την εμβολιαστική τακτική. Η ζωή, και δικαίως, δεν είναι για εμάς. Αλλά δεν είναι και για καμιάν άλλη ηλικία!

    Οι γέροντες, βλέπετε, αλλά και οι την εξουσίαν κατέχοντες, κατέχονται από το σύνδρομο πως χωρίς αυτούς, ο κόσμος θα γυρίσει ανάποδα…

  • Η Γη του Πυρός

    Ένα λαθροκάναλο, που ειδικεύεται σε γαλλόφωνα διηγηματικά κομμάτια και σε λάτιν μουσική από Παταγωνία έως Κολομβία με το ζόρι, ασκείται σε έντονα χορευτικά, τύπου λοκολόκο και τεκέρο, κατέχει ένα παγκόσμιο ρεκόρ: εκτός από ποικιλία τραγουδιστριών, ελαφρά ντυμένων, όλες γογγύζουν όμοια με τον μέσο λάρυγγα, όπως ακριβώς δίδαξε προ ετών ο Αγκιλερισμός, εκ της πρωτοδασκάλας του είδους.

    Σκέφτηκα πως έχουμε πληθώρα τραγουδιστικής φυλής που δεν μπορεί να τουερκίσει όπως οι λάτιν ομογενείς, αλλά σκίζουμε εκπροσωπώντας το λεγόμενο (υπ΄εμού) «σέρτικο» τραγούδι, καμία σχέση με το σκυλάδικο ή το νταλκαδιάρικο που έχει από δεκαετίες ενσωματωθεί με το βαρύ νταλικιέρικο. Η διαφορά των δύο ειδών έγκειται στο ότι οι τεκέροι σειούνται και κουνιούνται οι ίδιοι αυτοπροσώπως, ενώ οι σέρτικοι προκαλούν σείσματα και λυγίσματα των ακροατών και θεατών. Και μη με στραβομουτσουνιάζετε ως δήθεν οπαδό των μενουέτων και του Πάχεμπελ, διότι είμαι οπαδός του Μακρόπουλου, του πρώτου εγγονοπουλικού τραγουδιάρη ο οποίος στο άσμα «κρίση, με πιάνει κρίση» αποδίδει πλήρεις τιμές στον Εγγονόπουλο, τον ποιητή και το ροκάνι του.

    Εξάλλου μπορώ να παραφρονήσω επί δεκάλεπτο ελευθέρως, επειδή σύντυχα σε μια ξενάγηση στην Εθνική Πινακοθήκη, στην lego εκδοχή της, τεράστια με πλήθος πινάκων ελαχίστων διαστάσεων, ίνα πληρωθεί το κάποτε λεχθέν «κοιλοπονούσε το βουνό και γέννησε ποντίκι». Μετά, ανέσκαψα διάφορα μενού και έπεσα σε ταινία του Βέντερς για την Κούβα, πολλών ετών, με τον Ράη Κούντερ να καλύπτει τες ανασφάλειές μου. Και συνέχισα να ζω ευτυχής. Διότι θυμήθηκα τον καημό ενός συναδέλφου: «τα μεγάλα Σάββατα που μου παραχώρησες μου΄ρθανε στραβά».

  • Χρήσιμη διευκρίνηση

    Ας γνωρίζουν οι φίλτατοι αναγνώστες πως είμαι αλλεργικός έναντι του εκάστοτε κυβερνώντος σχήματος, αλλά και του συνήθως λανθασμένου τρόπου της όποιας αντιπολίτευσης του τυχαίνει. Πείτε το χούι, αλλά έτσι γνωρίζω ανέφελη διάθεση. Πιο ανεκτικός είμαι στις διοικήσεις των κεντρώων ανθρώπων και δυστυχώς έχουν εκλείψει πολλές φυλές που συμπαθώ, όπως τους Τολτέκους, τους Οστρογότθους, τους Σεμινόλ, τους κατοίκους της Βανδέας και τους Γιαννιτσιώτες.

    Πρότυπό μου: η στιγμή καθ’ ήν ο Οδόακρος αναλαμβάνει την εξουσία από τον ριγώντα και τρέσαντα Ρωμύλον Αυγουστύλον.

    Επίσης, γνωστοποιώ την ακράδαντη πεποίθησή μου σύμφωνα με την οποία «οι καλοί χειροτερεύουν με την ίδια ταχύτητα και στυλ με το οποίο οι κακοί καλυτερεύουν».

  • Η κατοχή τα έχει όλα και συμφέρει

    H Boυλή της Γερμανίας μόλις απέρριψε (πάλι) το ενδεχόμενο αποζημίωσης της Ελλάδας για την Κατοχή. Ναι, αλλά ο κόσμος όλος χαίρεται φωτίζοντας γαλανόλευκα, σημαδιακά μνημεία του.

  • Οι πασχαλίτσες του Τσερνόμπιλ

    Η πυρηνική συμφορά της Ουκρανίας, που την έζησα μακριά από τηλεοράσεις, στην Θάσο, τρώγοντας του κόσμου το σαλατικό και παίρνοντας βαθιές ανάσες της λάγαρης ατμόσφαιρας σε λιμανάκια και ψαρέματα, δεν μου έγινε πιστευτή από το καίσιο με το οποίο ενδύθηκαν οι εφημερίδες.

    Ήταν το τσιμέντο που απέκτησε ζωτικό όγκο και πήρε χρώμα κόκκινο. Διότι οι πασχαλίτσες της Λαμπρής, έφυγαν από τα χώματα και τους κήπους και κατοίκησαν, πήχτρα η μιά πάνω στην άλλη, ωσάν σαλιαγκοί ο ένας πάνω στον άλλον σε κοτετσόσυρμα. Ήταν μετανάστριες της ραδιενέργειας. Έμειναν μερικές εβδομάδες σε ασφάλτους και τσιμέντα και μετά χάθηκαν. Το καίσιο που ανασάναμε έμοιαζε, αλλά χωρίς ταρατατζούμ, με την επιρροή μιας αφανούς μαγιάς, του covid-19 στη ζωή μας. Τάλε κουάλε αυτά που τραβάμε οι ζωντανοί και (ακόμη) αθίγγανοι, απόφυγοι του ιού.

    Ξημερώνει ο 201ος χρόνος από τον φαινότυπο μιας επανάστασης που ακόμη κυμαίνεται μεταξύ τραγωδίας και μπουρλέσκ. Είδα και άκουσα Αμερικάνους, Γάλλους Ρώσους και τον πρίγκηπα της Ουαλίας να συνεχίζει ένδακρυς το έργο του Κάνιγγος. Με εξαίρεση τους Ρουμάνους, ήταν εκκωφαντικά μουλωχτή η σιωπή των Βαλκανίων, το αναμάσημα του αριθμού «200» και η παράδοση μιας επετείου, άξιας κάθε επαίνου και μελαγχολίας, στη διάκριση των εμπόρων της συναισθηματικής αγωγής. Τι ακριβώς έκαμε η χώρα; Αποφάσισε να φορτώσει την ευθύνη της επετείου σε έναν λειράτο κόκκορα. Τελετές, παρελάσεις και κλασικό μπέρδεμα στα κλειστά σχολεία, να μπλέκει στο μυαλό των μαθητών, με ποιούς πολεμήσαμε.

    Έργο αναφοράς, δεν υπήρξε. Απλώς,ο υπερεθνικός μας εκδότης ανακάλυψε μία έκδοση ετών πενήντα, μια πολύτομη ιστορία του Ελληνικού Έθνους της εκδοτικής Αθηνών, που βρυκολάκιασε σε διανομές εφημερίδων, η οποία και εκρίθη ότι τα είπε όλα και μπάστα. Από το 1971, για την ιστοριογραφία, η Ελλάς επένδυσε ένα τεράστιο ποσό παράγοντας καθηγητές, πανεπιστήμια, τον όρο «πρόσληψη» που αγαπούν οι ιστορικοί μετά το «λονγκ ντυρέ» του παρελθόντος, και αυτά.

    Μια καλή παρέλαση, αναγκαία λόγω μεσογειακής αναμπουμπούλας και αυτά. Την επέτειο την χάρηκαν οι ζωντανοί από τις ΜΕΘ και τα άλλα νοσοκομεία, σε μία τρανταχτή  «ερημία του πλήθους» που άλλα βάσανα είχε και στην κυριολεκτικά ολιγαρχική πρόσκληση να μεταμορφωθεί μια επέτειος σε μείζον γεγονός ερήμην των Ελλήνων της. Απόλυτα αθηναιοκεντρική φόρτωσε την πρωτεύουσα με μια εργολαβία άχλα άχλα της ληστεμένης Εθνικής πινακοθήκης (που η ιστοσελίδα της, αν δεν προσέξεις, σκρολάρει έτσι και αργήσεις σε μια πρόταση).

    Αν θέλετε αναλογίες, είμαστε μεταξύ του σεπτού σκηνώματος του Καποδίστρια και της ανόδου του Όθωνα εις τας Αθήνας. Στα τσαμούρια της δηλαδή.

    Του χρόνου έχουμε την Καταστροφή, τον Διωγμό και το Αίμα του 1922. Μη διανοηθείτε θρήνο και ανακάλημα. Είστε τέτοια κιτσαρία, που είστε ικανοί να γεμίσετε με γαίματα καμιά οικοδομή. Στο Ελληνικό. Θα έχουμε πένθος και μικρή αφορμή για μια νέα αρχή. Κοιτάξτε να την θυμηθείτε τουλάχιστον.

    Εγώ ξέρω πως ενίοτε το τσιμέντο σώζει. Όπως με τις πασχαλίτσες του Τσερνόμπιλ.

  • 1821

    Η εικοστή πέμπτη Μαρτίου, εορτάζεται συμβατικά ως ανοιξιάτικη ευδία και την θεωρώ συμβολικό φαινόμενο, καθώς η χώρα που γεννήθηκα αυξάνονταν ή μίκραινε ανεξάρτητα από αυτήν. Αν μου επιτρέπεται μια ανεκτή παραδοχή, η ελληνική επανάσταση ξεκίνησε με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη εκείνον τον Φεβρουάριο και εάν οι σχέσεις με την Ρωσία δεν είχαν την τεθλασμένη εικόνα ενός καρδιογραφήματος, όλα τα στοιχεία του Σηκωμού θα ήσαν διαφορετικά.

    Ακόμη και οι πρόδρομοι του Αγώνα, δύσκολα περιλαμβάνουν τους εξακουστούς αρματολούς και κλέφτες, ήτοι την μαγιά τω Ρωμιών και άλλων μελετιών που δεν εφόρουν παρά σπανίως ή ποτέ μακρούς ντουλαμάδες ή ποδήρη εμφάνιση. Μήτε θα θεωρούσα τον Βελεστινλή, τον Βλαχάβα, τον Κατσαντώνη, τους κοτζαμπάσηδες και τους εμπόρους ή καπεταναίους των ορέων και των νησιώνε, ανήκοντες σε διαφορετικά κεφάλαια της Ιστορίας. Ισοτίμως συνέβαλαν σε αυτήν την πελώρια μεταστροφή χαρακτήρων και συγκυριών, η θέρμη εκ των εγέρσεων Αμερικής και Γαλλίας, ο ανώνυμος της Ελληνικής Νομαρχίας, διδάσκαλοι ποικίλων ζητημάτων, έστω αντίμαχοι αλλά υπό το φως του Διαφωτισμού.

    Βλέπετε, η μετέπειτα Ελλάς είχε και κατείχε την τεχνογνωσία ειδικών προϊοντων, αδελφότητες μεταποιητών και διακινητών, Αμπελάκια, Μαντεμοχώρια, χρυσικούς, καραβοκυραίους και ευνοημένους του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, διομολογητές, συντονιστές καραβανιών, ελέγχους οδών προς Βιέννη και μαυροθαλασσίτικα λιμάνια, αποδήμους και των σαράντα σημείων του ορίζοντος, πολλούς δασκάλους, μεταφραστές και μέλισσες τους χαρακτήρος του Κούμα, του Ψαλλίδα και παράλληλους ξεγελασμένους όπως τον Αλή Πασεία και τον Πασβαντόγλου. Επίσης διαχειριστές πανηγυριών, μα και χιλιάδες νεκρούς τιμωρημένους, συχνά ομήρους.

    Η παλιά Ελλάδα είχε αποξενωθεί από τα τελευταία βενετσιάνικα μετερίζια, αρχές του 18ου αιώνα και κολλητά στο σώμα της, η Αγγλοκρατία οργάνωνε τα καπάκια της με τους Αρμοστές και τους Προτήκτωρες. Τα μαντέμια της Χαλκιδικής, ο Μπελον τα σύγκρινε με την λεκάνη του Ρουρ, ενώ των Εβραίων η καταφυγή σε Σαλονίκη, Γιάννενα και αλλού, οργάνωνε τις Ιερουσαλήμ του άλλου καιρού. Οι Αρβανιτάδες και ο «βλάχος πολύς όμιλος» από τα χρόνια του Κατακουζηνού έστρωναν καπάκια και συνέργειες από την Κρόια, έως  τους βράχους στην Εύβοια.

    Η έκλειψη της Βενετίας απο την Πελοπόννησο και η αναγκαστική συνύπαρξη των Γασμούλων με τον ιδιότυπο «ραγιαδισμό» του Μοριά που άφηνε εντούτοις πολλές πηγές μανιάτικης αυτονομίας να βλαστήσουν, μείωσε την συμφορά των Ορλωφικών χάριν και της επτανησιακής ανακούφισης που διέθεταν ταλαιπωρημένοι οπλαρχηγοί, εντασσόμενοι σε ξένες σημαίες.

    Η Επανάσταση έγινε δυνατή επειδή υπήρχαν δίκτυα, αποτελεσματικά στις μάχαις μπουλούκια, ικανοί στρατηγεύοντες παραπάνω απο τους γκρινιάρηδες και μορφές που ενέπνεαν εμπιστοσύνη.

    Όση προσπάθεια καταβλήθηκε προκειμένου να υπάρξει ιστορική μνήμη, άλλη τόση δαπανήθηκε για να στηθεί ένα σκιάχτρο παραγνώρισής της. Τελικά, ο Χρόνος δεν είναι κριτής, αλλά ένας γκρινιάρης συνταξιούχος που διαμαρτύρεται σε θέατρο πως δεν έχει «καλές» θέσεις.

  • Ο παθός μαθός ή τα στερνά γαμούν τα πρώτα

    Το έγκλημα να «διορθώνεται» με ρητίνες ο γλυπτός διάκοσμος στις πύλες γοτθικών ναών, ευτυχώς έπαυσε να εφαρμόζεται καθώς έπαψαν οι αποτρόπαιες εφαρμογές τους με καταλύτη. Οι ρητίνες επέστρεψαν στις «πλαστικές» βάρκες.

    Η lego τοιχοποιία της ολοκλήρωσης της «αναστήλωσης» του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, σχολιάστηκε άπαξ πλην ευγενώς από ανταγωνιστή καριέρας.

    Ως σπουδαστές, ακούγαμε φρίττοντες κάτι γενικότητες για παρεμβάσεις Μπαλάνου τινός και σιδηρές ράβδους στο σώμα του Παρθενώνα.

    Το «δώρο» της αναστήλωσης της στοάς του Αττάλου από τους φιλέλληνες Αμερικανούς, ήταν δώρημα μιας καμπάτικης αίσθησης άνευ λόγου προμενάδας.

    Κι απόμεινε, ως σκιάχτρο και φόβητρο, η τάση να καρφώνεται μια κολώνα πεσμένη καταής, όρθια, όπου η φωτογραφία του «αρχαίου» δεν «έδειχνε». Και ποιος επώλει τι στον Έβανς, ο Θεός και η ψυχή του.

    Ο Λαοκόων δεν σείει πλέον θεατράλε τα χέρια του, αλλά πνίγει τους όφεις χαμηλότερα.

    Τα λάθη και οι παρερμηνείες, έγιναν αυτοάνοσα αμπλακήματα. Ενώ οι σκέτες δημοσιεύσεις, όπως εκείνη η θεωρία περί μη υπάρξεως παιδιών-πυγμάχων σε μια τοιχογραφία, με τις ευφάνταστες συμπληρώσεις της, έσβησαν θαμμένες κι ανεπίγνωστες, σαν τα σκατά της γάτας.

    Και έως σήμερα, παρά τις αιτιάσεις, κουτσά-στραβά, τα μνημεία μας, όσα και οία, δεν αγγίχτηκαν από ανίδρωτους λατόμους, ανκαι οι υποθέσεις εργασίας έτρεχαν νεράκι, πράγμα νόμιμο, όσο δεν έπεφτε μυστρί και τσιμέντο.

    Βαθεία υπερηφάνεια μας κάλυπτε, ενόσω η λεγόμενη επιτροπή Ακρόπολης ενέσκηπτε με λεπτολογία και θαυμασμό, στην έρευνα πάσης περιπέτειας του μνημειακού χώρου.

    Στο βάθος του παρελθόντος βέβαια, ολίγοι ήταν σε θέση να ανιχνεύσουν γεροντική κραιπάλη και εγκεφαλικό φευγιό σε επιστήμονες που κατά κανόνα διέπρεπαν υλοποιώντας τα οράματα ικανών δασκάλων. Μόνο που όταν οι δάσκαλοι γονάτιζαν από τον θάνατο, οι μαθητές έπρεπε να στήσουν την δική τους αναπλήρωση.

    Φεύγοντας ο Δάσκαλος, ο μαθητής συχνά καταλάβαινε πως ήταν στέρφα γίδα. Και ενίοτε ξεσάλωνε με θεωρίες που είχαν θέση σε μια ανακοίνωση, αλλά δεν χωρούσε τυφλή υπακοή των υπηρεσιών, των θαυμαστών και των χορηγών στο μονοπάτι της εφαρμογής.

    Δεν ήταν η μόνη δισιπλίνα που ξεχείλωνε. Κάποιοι θα θυμούνται τον γέρο ιατροδικαστή που τον καλούσαν πονεμένες οικογένειες θανόντων κι εκείνος έκρινε πως οι θάνατοί τους ήταν καθαρές δολοφονίες. Χρόνια κράτησε αυτό το χούι.

    Χτες μόλις διάβασα πως εδώ και μήνες, χέρι στην Ακρόπολη των Αθηνών έχει βάλει εκ μεταγραφής, αρχιτέκτονας που μας ζάλισε τον έρωτα πριν χρόνια, υποστηρίζοντας με τολμηρές πλην αναπόδεικτες ακόμη θεωρίες το «μυστικό» του εν Καστά μνημείου. Που η τοπική πολιτική ηγεσία φρόντισε να προτείνει για μνημείο Ουνέσκο, αγνοώντας τι δουλειά χρειάζεται η τεκμηρίωσή του, και πως ακόμη και η Κνωσσός δεν εντάχθηκε στον ποθητό κατάλογο.

    Γενικά, δεν είναι ντροπή να γερνάς με λάθος πείσμα. Αρκεί να σε έχουν καταστήσει ουδετερόφιλο και αβλαβή. Ακόμη εντυπωσιάζομαι με την περίπτωση του ακαδημαϊκού Αντωνίου Κεραμοπούλου, της θεωρίας πως το «Βλάχος» είναι εξέλιξη του «Φελάχος» που ξεμπρόστιαζε τους αντιρρησίες, ονομάζοντάς τους «λογοτέχνες».

    Ασφαλώς και δεν επιχειρώ δίκη προθέσεων ― ως επαγγελματίας ένοχος, δεν έχω καμία δουλειά με την δικαιοσύνη. Αλλά ας μειωθούν οι υπαλληλικές νότες τέως διαλαμψάντων υπαλλήλων του Υπουργείου και φυτευτοί ομολογητές του.

    Το νέο μπρούτο καθεστώς την κυβέρνησης, που μοιάζει φοβερά με την εποχή 1958-1961, αδικεί την υπάρχουσα πόλωση και δεν έχει σχέση με «αρχές προερχόμενες από την Κουμουνδούρου». Η Κυβέρνηση και ο εξ αυτής Περονισμός δε φείδονται κεφαλαίων και συρρικνωμένων κεφαλών των αντιπάλων τους.

    Επομένως, ο Παρθενών και περιφέρεια, απέκτησε τον Σμαραγδή του. Αυτόν που απολαμβάνει τον Θεoτοκόπουλο και τον Βαρβάκη σε «διεθνείς» παραγωγές, αφού επί πολλά χρόνια, μυκτηρίζαμε τις ταινίες «φουστανέλας», κολλητά με τις «ταινίες Τζέημς Πάρις» και κάτι Γουέστερν τύπου Κιλελέρ. Και καλούς ηθοποιούς (ή μήπως όχι;) να απαγγέλουν Μαντώ Μαυρογένους και άλλους φέροντας ένα υπερύψηλο «Παπαφλέσειο» πεπέλο, γεμάτoι θυμό.

    Κι όταν η Ελληνική Πολιτεία προσέφερε μέγα μουσείο κάτω της Ακρόπολης, το να διατηρείτε την γκουμούτσα που λέγεται «μουσείο Ακροπόλεως» επί του Βράχου, πρέπει να στερήσετε τον εαυτό σας από την ασθένεια της μοναχοφαγιάς. Και πιθανόν μία οδός απέναντι, ενδεχομένως να έχει το όνομα ΕΝΟΣ και ΜΟΝΟΥ εμπνευσμένου επιστήμονα. Αλλιώς, τι τριάντα, τι σαράντα, τι πενήντα…

     

    Υστερόγραφο: Μαθαίνω πως η σημαία στην Ακρόπολη, ανήμερα της Επετείου, θα υψωθεί ενώ ο εθνικός ύμνος θα ψαλλεί από γνωστή σοπράνο. Σα να είμαι παρών στις ετοιμασίες, ήδη από τον προηγούμενο μήνα, όπου μερικοί επίσημοι θα τσιρίξουν: «τι ‘ναι τούτο! Η σημαία μας πάνω στα γαρμπίλια; Δεκγκζέρω τι λένε οι οχτροί της Πατρίδας, φτιάξε ένα παχύ, ορεκτικό δάπεδο και σε καλύπτω».