Author: Πετεφρής

  • Σχόλιο από υαλί χρωματιστόν

    Ψάχνουμε να βρούμε ιστορικές αναλογίες  με το ελληνικό παρελθόν, μη και κακοπέσει στους κυβερνώντες πως όχι μόνον έχουν σχέση με αποστασίες,αλλά έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να τις προκαλέσουν.

    Δεν αξίζει τον κόπο.

    Η υπέρογκη αρχιτεκτονική που ξεκίνησαν να εφαρμόζουν, μόνον με παιδική δικαιολογία μπορεί να συγκριθεί.

    Η χώρα, άρχισε να υφίσταται την πίεση ενός δοκιμίου αυτοδιαχείρισης. Θα παραμείνει στεγνή και  άπραγη, όσο δεν καταλαβαίνουμε πως το επίδικο ζήτημα δεν είναι πλέον το πώς, αλλά για ποιον λόγο μας κυβερνάνε.

    Φέτος, θα γίνουν εκλογές. Ας ξεκινήσουμε απ’ αυτό.

    Άλλοτε, δεν θα ήταν διλημματική η επιλογή. Τώρα, είναι.  Και γίνεται για όνου σκιά. Έτσι που μαγειρεύτηκε το μέλλον, δεν βλέπω εξέλιξη.

    Περιμένουμε απλώς το παιδάκι που θα φωνάξει πως ο βασιλιάς είναι γυμνός. Και δεν φωνάζει, το σκασμένο, να λυθεί το παραμύθι, να συνέρθουμε και να το μαλώσουμε.

    Διότι εμείς είμαστε οι γυμνοί και οι χάσκοντες. Σαν μαγεμένο το μυαλό μας φτερουγίζει. Κάτι έχουμε πάρει και χαλαστήκαμε.

     

  • Το γαϊτανάκι

    To γαϊτανάκι έχει στηθεί, πάμε για τύλιγμα. Μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι στα σκαριά. Θα είναι εύθραυστη. Εκτός από μία περίπτωση: να ξαμολυθεί η Νέα Δημοκρατία και να διαπράξει πρόταση μομφής ή δυσπιστίας. Είναι βαρύ πολιτικό λάθος. Όχι πως τους εμπιστεύομαι, αλλά αυτοκτονούν αν το πράξουν. Τον Μητσοτάκη τον έχουν υπό καθαίρεση ή υπό βραχεία προθεσμία οι μουστερήδες της ενδοδεξιάς. Η κυβέρνηση, η όποια κυβέρνηση προκύψει στην ισχνή περίπτωση που δεν θα το ξανασκεφτεί  ο Καμμένος, ακόμη κι αν την υποστηρίξει κανας ακραίος, αδίκαστος ακόμη, θα βουτήξει το μπισκοτολούκουμο και τα το παινέψει κι όλας.

    Βλέπω τους Συριζαίους στο facebook, πόσο έχουν αναθαρρήσει και βολτάρουν. Έχουν βάλει νέα σαμπρέλα στο φούιτ και λυωμένη μπανάνα στο σκασμένο τεπόζιτο νερού.

    Κι όταν ο Πάιατ υπόσχεται πως θα ανακατεύεται λιγότερο στο μέλλον, ουσιαστικά μιλάει με κάποιους που δεν ξέρουμε, ή το σχέδιο εξέλιξης και διαδοχής έχει ολοκληρωθεί, έχουν πέσει οι υπογραφές, κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.

    Όσο για τον Τσίπρα, θα βαρεθούμε να τον βλέπουμε. Η μοίρα του υπερβαίνει τα ψηφαλάκια. Η γωνιά του δεν κινδυνεύει. Δεν είναι που μπορεί να ξανακυβερνήσει κάποια στιγμή, αυτό είναι γρατζουνιά. Θα είναι “παράγων”. Εις το διηνεκές.

  • Γιατί στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων δεν υπάρχει η αναφορά “η εκπομπή περιέχει τοποθέτηση προϊόντων”;

  • Divina simplicitas

    Προοίμιο

    Η Νοvartis είναι μια πολυεταιρεία που εδρεύει στην Βασιλεία της Ελβετίας και ελέγχει ή συμμετέχει σε καμιά πενηνταριά άλλες εταιρείες, με κύκλο εργασιών γύρω στα 50 δις δολάρες και κέρδη στα 7 ετησίως. Kαι μιλάμε για την Μητέρα, όχι για τις θυγατέρες της.

    Η Novartis λειτουργεί όπως οι μεγάλες εταιρείες που ποθούν να λάβουν μερίδιο πέρα από τον τόπο ίδρυσής τους. Για κάθε χώρα (ή για κάθε ομάδα χωρών που έχουν συναξάρει) δεν διστάζουν να μπουν στον τορό των τοπικών συνηθειών. Και η Ελλάδα, όχι μόνον για τη Novartis, έχει ταμπελάκι πράσινης κάρτας, διότι βρίσκεται καμιά διακοσαριά χρόνια στο λήμμα «υπό ανάπτυξη» ή στο χωρίο «χώρες υπό βαρεία επιρροή».

    Μπορεί να είχαμε ένα φεγγάρι πρωτοκαθεδρία στις Cayen, στα Rolex και στα ξεσαλώματα νήσων τινών του Αιγαίου, αλλά η πελατεία της Novartis παραμένουν οι γιατροί και τα πέριξ. Και στην Ελλάδα, φαίνεται πως η διείσδυση εκεί τα πήγε μια χαρά, με διανομή πόρων στο ανθρώπινο δυναμικό.

    Βέβαια, δεν καινοτόμησε. Οι πλασιέ που λέγονται εμπορικοί αντιπρόσωποι, πλάσαραν συστηματικά φάρμακα, εγκυκλοπαίδειες, μαύρες και λευκές συσκευές και ό,τι άλλο. Πριν αμέτρητα χρόνια, πλάσαρα κι εγώ ηλεκτρικά είδη από Κερκύρας έως Κουμουτζηνών και έχω μια ιδέα. Μια σοφά δομημένη κατάσταση μεταξύ Τραπεζών, κατασκευαστών, μεσαζόντων και «δώρων» έδιναν στις εταιρείες φτερά. Εάν στην πηγή ένα βίντεο κόστιζε φερ’ ειπείν, τριάντα δολάρες, βαριά βαριά, έφτανε στον καταναλωτή, δέκα φορές επάνω. Με το σταυρό στο χέρι.

    Αυτό λέγεται και «γυροβολιά του κεφαλαίου» για τους θεωρητικούς.

    Αυτό που ξέσπασε ως σκάνδαλο, ήταν εντέλει είτε πρόωρος γιγαντισμός, είτε λάθος εκτίμηση: η Εξουσία στην Ελλάδα, αφορά τα μεσοστρώματα και όχι την κορυφή ή την βάση των επαγγελματικών πυραμίδων. Βασικό εργαλείο, το ξέρετε ήδη, δεν βρίσκεται στην Διοίκηση, αλλά στην ανάπτυξη παραδρόμων που  γιγαντώνονται επειδή δεν αφορούν το δημόσιο λογιστικό. Βάση της ανισορροπίας είναι η διαχείριση θεσμικών τεράτων μακριά από την αφόρητη γραφειοκρατία. Ο μηχανισμός που διορίζει χωρις ΑΣΕΠ, το παλιό ΠΡΟΠΟ, ακόμη και το ΚΕΕΛΠΝΟ, είναι τύποις ανεξάρτητα εργαλεία, υπαγόμενα στον έλεγχο ενός υπουργού.

    Επίσης, να προσεχθεί πως  Νόμοι, εγκύκλιοι, τροπολογίες και τα συναφή δεν έχουν περάσει από την βάσανο μιας πρόσφατης Νομοθετικής Μεταρρύθμισης, ήτοι δεν υπάρχει νέος Κώδικας. Δεν υπάρχει μόνον αντιφατική δομή, αλλά και οι αντιφάσεις αντιφάσκουν ασταμάτητα, ως θύματα αγνοιακών που τρέχουν κάτω από υψίκορμα δέντρα την ώρα μιας μπόρας.

    Ωστόσο, υπάρχει πάντοτε ανάγκη τήρησης προσχημάτων. Και εκεί, θρυλείται πως καινοτόμησε η Αμέρικα, από την εποχή που έκλεισαν στη μπουζού τον Αλ Καπόνε για φορολογικές παραβάσεις.  Η χώρα αυτή ελέγχει ομοσπονδιακά τις οικονομικές «αρρυθμίες». Τόσο επίμονα, ώστε αναφέρονται εταιρείες που έκαναν εισοδισμό, πιάστηκαν στη φάκα και αντί να αντισταθούν νομικά, πήγε ο ταϊκούνος των αυτοπροσώπως, παραδέχτηκε πως έσφαλλε που  κέρδισε όπως κέρδισε, και προσφέρθηκε να παραλάβει τον λογαριασμό και να πληρώσει βαρύ πρόστιμο μετά προσαυξήσεων, οπότε τον άφηναν.

    Και καθώς η Novartis  ελέγχεται στην Αμέρικα, δεν είναι νομίζω τυχαίο που κανένας υπεύθυνός της στην Ελλάδα δεν μπαγλαρώθηκε. Και δεν θα μπαγλαρωθεί ώσπου να μας πει το FBI. Οι Αμερικάνοι περιμένουν τον νάμπερ ουάν του Σχήματος, να πάει στις υπηρεσίες, να του βγάλουν το λογαριασμό, να πληρώσει και όλα καλά. Η σκοπεύει να μας στείλει έναν φάκελο μεγέθους τσαταλίνας ματαλίνας μακρύν, μετά συγχωρήσεως, για να πιεστούν οι ύπερθεν Ελβέτιοι και να συμβιβαστούν.

    Ποτέ δεν ήταν ηθικό θέμα στις «βαρειές χώρες» η οικονομική εξέλκωση. Ανήθικο είναι να προσβάλεις κανόνες τρέχουσας ηθικής και άλλα παραμύθια.

    Kατά τη γνώμη μου, όλες αυτές οι μουρμούρες και τα υπονοούμενα, ενδεχομένως να ξεκαθαρίσουν μερικώς, μόνον όταν διαρρεύσουν και φανερωθούν, μετά από λίγες γενιές, οι αναφορές που υπάρχουν σε εκθέσεις πρεσβειών, προξενείων ή άλλων διπλωματικών ατραπών, οψέποτε κρίνουν οι παραλήπτες πως έχουν συμφέρον να απομειώσουν μια ισχυρή τοπική επιρροή.

    Στην Ελλάδα;

    Ένας μηχανικός που έπσαχνε δουλειές, είπε τον πόνο του σε συνάδελφο. Εκείνος τον όρκισε πως στον συγκεκριμένο θεσμό που διέθετε κονδύλια για εργολαβίες, υπήρχαν ενδεχομένως κενές θέσεις μουστερήδων. Πάει κι αυτός, βρίσκει τις άκριες του θεσμού και εξαιτεί συμμετοχή σε διαγωνισμό. Ο θεσμός, με την τρέχουσα τεχνική, του εξηγεί πως μπορεί να του βρει εργολαβία, αρκεί να βολευτεί με το 30%. Ο μηχανικός εξανίσταται. «Και πώς θα βγω με 70%, όταν ζητάτε τόσα;» «Δεν κατάλαβες» του απαντάει ο θεσμός. «Το 70% είναι η μίζα μας»

    Όταν λοιπόν ακούτε «Τραμπ» ή «Τσίπρας» ή ξερωγώ, να ξέρετε πως οι «ηγέτες» κυβερνούν με τα αποδέλοιπα, με τα ριζίδια ενός τεράστιου δέντρου που το κατέχουν, αλλά δεν το ελέγχουν.

    Κι όταν ακούτε για Novartis, πάντα να θυμάστε πως η δύναμη της διείσδυσης μιας εταιρείας, βρίσκεται στο στίφος του ανθρώπινου δυναμικού που δέχεται τις ευλογίες της, κι όχι σε μεγαλόσχημους που πιάνονται στα πράσα. Έως σήμερα, κι από την εποχή των πάμπερς, έχω ακούσει σημεία και τέρατα να πυρπολούν το ρύζι των πρωτοσέλιδων, αλλά η ψύχα των συναλλαγών, βρίσκεται πεισματικά αλλού, και ποτέ δεν την έχω δει να αποκαλύπτεται δημοσίως. Πρέπει να είναι στοχαστικά μαλάκας αυτός που τον τσακώνουν να τα τσεπώνει. Διότι το ριζικό σύστημα πυκνώνει με τον καιρό και μετατρέπεται σε ρεγάλο, σε έθιμο, σε «έτσι τα βρήκαμε». Η δομή της «αποκάλυψης» ενός τέτοιου συστήματος, έχει, από την εποχή του Κοσκωτά, το σχήμα μιας πεσκαντρίτσας: τεράστιο κεφάλι μπροστά,την ώρα της έκρηξης του σκανδάλου , που καταλήγει σε ένα λιανό κορμάκι, που απομένει μετά την έφεση και την αναίρεση.

    Δυο χρονάκια τώρα, ακούω πως ο τάδε τα έπαιρνε σε βαλίτσες, ο άλλος πως, ένοχος ων, δήλωσε στην Αμέρικα πως θα τα ξεράσει όλα, διότι το FBI και ξερωγώ, έχει το «νάκ» και αφήνει παραθυράκια για να κόψει τον βήχα με φλέμματα και να τον κάνει τσιγαρόβηχα. Όσο χιλιάδες χιλιάδων ιατροί δέχονται λουφέδες επί δεκαετίες, όταν οι μηχανικοί τα βρήκαν επί του πτώματος του ΦΠΑ και αποδέχονται την επιστροφή του, από τους εμπόρους και τις εταιρείες, ο λαός που πάντα πρέπει να ξέρει, εντυπωσιάζεται μόνον από τις ονοματάρες που κάθε τόσο διαρρέουν στα πρωτοσέλιδα. Ο μεγαλεπώνυμος, για να «πουτσιχτεί» (νεολογισμός αντί του χυδαίου «να μη την πουτσίσει») πρέπει να ανατρέψει πονηρά την Ιερά Βίβλο της Συνέργειας Μεταξύ Κατεργαραίων, ήτοι να ρίξει τα συνεταιράκια.

    Να σημειώσω πως αυτά είναι φήμες και αστήρικτα. Περισσότερο κλίνω στην άποψη πως ο ζημιάρης είναι ένας, ή το πολύ μια μάγκα συνεργαζόμενων βολεψάκηδων. Αλλά πέφτει σαν  τη σταγόνα μελάνι στο μετάξι- καθιστά το πλουμιστό ύφασμα, άχρηστο. Σπανίως ομάδες ανθρώπων φτιάχνουνε Κράβαρα για να πορευτούν. Και πλήθος μέγα άλλων, αρκείται σε μειωμένη απόδοση στη δουλειά του-κρατάει όπως μπορεί το μαγαζί της γυναίκας του, λουφάρει, αρπά αναλώσιμα του Δημοσίου, τέτοια.

    Ωστόσο τυχαίνει, μια υπηρεσία στις τόσες ,για να βγάλει ένα χαρτί, και βρίσκεται σε χούι να λαδώνεται, μοιράζει το ποσό. Ένα διάστημα, το σύστημα δούλευε με μεράδι, με μερτικό: τόσο ο Μεγάλος, τόσο τα κόμματα, τόσο το προσωπικό. Αλλά νωρίς προέκυψε, στα χοντρά, ο λεγόμενος «οραματικός υπόλογος». Δηλαδή, ένας που ξεμπρόστιαζε μια εταιρεία, την οποία έκρινε ως ένοχη «επειδή ήμασταν χρόνια μαζί στα κόλπα και τους ξέρω» ή ένας άλλος που κρατούσε διπλά βιβλία και αυτοκαταγγέλονταν, μάλλον μετά την παραγραφή. Ριγμένοι σε μοιρασιές υπάλληλοι, έγραφαν κατεβατά με καταγγελίες.

    Το ‘χω ξαναπεί: είτε κατσικωνόμαστε στο σπίτι μας, είτε βγαίνουμε για τσιγάρα, παρατυπούμε ή παρανομούμε με ρυθμό ολίγων αμπλακημάτων ανά λεπτό. Για να βρούμε το δίκιο μας σε Τράπεζες, σε Εταιρείες, σε Γραφεία, δεν είναι υποχρεωτικό το μπαχτσίσι-σύμφωνοι. Αλλά αν τσιρίξουμε, αν έχουμε συγγενή εκεί, αν τους υποσχεθούμε πως θα κραχτούν δημοσίως, μπορεί και να τη γλυτάρουμε. Και η χώρα, μπορεί να γονάτισε για μύριους όσους λόγους, αλλά αγνοείται πως αποκλείεται να ευδοκιμήσει μια χώρα στην οποία συνυπάρχει ο ΦΠΑ και το μπαξίσι. Και η Κοινωνία, γκρινιάζει για το μπαξίσι αλλά θα το δώσει. Για το ΦΠΑ, παίζεται.

    Καθώς το «ελληνικό πρόβλημα» θα φανεί εντέλει εάν όντως ήταν ελληνικό ή ακόμη και πρόβλημα, από μόνο του (και από την εξαιρετικά ισχυρή διάδοση παρομοίων φημών) δύσκολα θα βγει εντέλει άκρη, όπως δεν βγήκε άκρη σε κανένα σχεδόν «σκάνδαλο» απ’ αυτά που στοίχειωσαν και απασχόλησαν την κοινωνία, παρεκτός και εξαγριώθηκε κάποιος παράγοντας και άρχισε να κελαηδάει.

     Ο Ζωμός των Ημερών

    Έζησα και άκουσα, είδα και κατάλαβα (ή νόμισα πως κατάλαβα) σωρεία τέτοιων ζητημάτων. Εντύπωσή μου παραμένει πως η Νοvartis είναι κατά κάποιο τρόπο ζήτημα που χειρίστηκαν οι κυβερνήσεις που υπήρξαν  τουλάχιστον από τον νέον αιώνα και δώθε. Κι όταν λέω «χειρίστηκαν» δεν κυριολεκτώ. Οι προμήθειες στους γιατρούς, στους μηχανικούς και αλλού, η άνεση να επιτρέπεις αφανώς ένα παρασύστημα φροντιστών που βοηθάνε παιδάκια ήδη από το Δημοτικό και είναι δημόσιοι υπάλληλοι, η αγοραπωλησία διατριβών και μεταπτυχιακών εργασιών, είναι ανθούσα και βολική διαδικασία, που επιτρέπει σε ένα ανάλγητο κράτος να λυώνει σε καμίνι τους ελάχιστους άτυχους που δεν επαγγέλονται κάτι που δεν εμπίπτει στην «γυροβολιά». Αφήστε τα εμπόρια, τα πλαστά, τις μαϊμούδες και τους ανερχόμενους ορίζοντες της παραισθησίας και των ναρκωτικών. Για προξενεία, βίζες και φυλακές, δεν λαλώ.

    Υπάρχουν κράτη που τηρούν ή νομιμοποιούν τα κάθε λογής προσχήματα. Η αληθής Κρίση στην Ελλάδα, έλαβε μια κίτρινη κάρτα που ευθύς κουκουλώθηκε και ήταν σχετική με κάτι «νέα Τζάκια» για τα οποία πρωτάκουσα ραδιφωνικώς στα μέσα των Έιτις, σωφάροντας από την τότε κατοικία μου  προς την Ροτόντα. Μπορεί να θυμάστε ή όχι τα πάμπερς και την ανακολουθία μιας θρυλικής δημόσιας δίκης, όπου οι ανατροπές θυμίζουν την επιστροφή των υπό προστασία μαρτύρων της Novartis  στα στεγνά, αφού τους μύρισαν πολιτικές εξελίξεις τις οποίες απεύχονται.

    Ο Σημίτης είχε άδικο. Δεν είναι αυτή η Ελλάδα. Είναι ο κόσμος όλος, αλλά εκεί, οι έκνομοι φροντίζουν να φοράνε ένα παλτουδάκι στον ψόφο και να κρατάνε ομπρέλες στην μπόρα. Κοντά είκοσι χρόνια αναμασάται «το πάρτυ για την Υγεία». Και είναι αληθές ότι η κατάσταση κρεπάρισε ήδη εδώ και μια ντουζίνα χρόνια. Αλλά η Κοινωνία δεν κατάλαβε ακόμη πως η μόνη αραλίδικη και ζώσα ενδογαμική διαμάχη, είναι η ενδοδεξιά, με άκριες σε τομείς του Δημοκρατικού τόξου. Οι ψηφοφόροι του Σύριζα, στα πενήντα τουλάχιστον χρόνια που ξεκίνησε το βαρύ πυροβολικό, ήταν το πολύ μέτοχοι και συναυτουργοί στην υπόθεση. Αλλά ο Καραμανλής ο νεότερος, έδειξε ότι πρόσκειται ανεκτικά στο νέο καθεστώς. Ο Μητσοτάκης, από τον Ιανουάριο του 2016, που εξελέγη δεν κατάλαβε πως αλλαγή δεν γίνεται χωρίς τους δεξιούς βογιάρους. Στηρίχτηκε σε στελέχη του ΛΑΟΣ και στους ακτιβιστές της Πολιτικής Άνοιξης, και οι άλλοι, όλοι οι άλλοι, κυρίως οι Καμμενιάτες, άρχισαν είτε την γκρίνια, είτε τις ανοιχτές παρεμβάσεις.  Μαρέβα, Σαμαράς, Στουρνάρας και λοιποί, ήταν ζήτημα χρόνου να εντοπιστούν ως χαλασοχώρηδες.

    Σχεδόν το σύνολο της νεοηθικής προπαγάνδας οφείλεται σε μόνη την ύπαρξη του Καμμένου και των πέριξ.  Οι οπαδοί του διαδίδουν ή αποκαλύπτουν αυτά που  διαβάζουμε μεταχρονολογημένα. Ο Σύριζα είδε την μαρμίτα και ακρίτως τοποθέτησε βαρδιάνους και συνηγόρους. Αλλά εκατό Μέρκελ να τον επισκεφθούν, δεν πρόκειται να αλλάξει το παιχνίδι. Ο ρόλος του Κερένσκι δεν έφτασε στα αφτιά του Τσίπρα.  Κι ο Μητσοτάκης είναι το λάφυρο. Μετά το 2020, δεν θα γίνει κάτι συνταρακτικό. Απλώς, αντί τον Τρότσκι, θα πλασαριστεί ο Κορνίλωφ. Eνώ ψάχνουμε έναν Ερμόδωρο, που υπάρχει ανάμεσά μας, πλην αυτό δεν μας γουστάρει: «ημέων μηδέ είς ονήιστος έστω, εί δέ μή, άλλη τε καί μετ άλλων»-δεν θέλουμε κανέναν αξιότερο ανάμεσά μας, κι αν υπάρξει, να πάει αλλού με άλλους.

    Μη το θεωρήστε τσαχπινιά, διότι, όπως και τους Εφεσίους, θα μας περιμένει η σύσταση του Ηράκλειτου : άξιον [ τούτοις ] ηβηδόν απάγξασθαι πάσι καί τοις ανήβοις την πόλιν καταλιπείν.

    Kοντολογής, οι δανειστές και οι τακτικιστές εκτός συνόρων, δεν έχουν ξεκαθαρίσει τι θα κάνουν μαζί μας.  Η πριμοδότηση στον Συριζαϊσμό, ήταν φάση που δεν πέρασε ακόμη, αλλά δεν φτάσαμε ακόμη στην ουρά. Το 2020, με την σχεδόν αυτόματη εμπλοκή του Συστήματος, αναμένω πως θα υπάρξει η τελική εκλογή του Πάριδος.

  • Η βροχή

    H δήλωση Τζανακό του εφεκτικού  πως δεν αποκλείεται ο Σύριζα να κυβερνήσει με ψήφο ανοχής, και η δήλωση  Κυρίτση του σκαιού πως μη το κομποδέσουμε ότι είναι σιγουράκι πως θα γίνουν εφέτο εκλογές, διότι έχουμε προηγούμενο επτάχρονης παύσης εργασιών της Βουλής, λέγεται και «στάχτη στα μάτια». Αν και κάποτε μου έρριξαν αλισίβα στα μάτια και ανέβλεψα.

    Ο Σύριζα είναι άλλα κι άλλα, αλλά παλαλός δεν είναι. Ελληνική ψήφος ανοχής δεν είναι κόλπα ζόρικα που κάνουν στην Ινδία, αλλά απειλή εκβιαστικών παζαριών από μουστερήδες που θα πουλήσουν ακριβά την ανοχή τους. Απεναντίας, ο Σύριζα, αν δηλώσει πως εορτάζει και δέχεται επισκέψεις ήτοι βίζιτες ανεξαρτήτων βουλευτών, για να συμπληρώσουν τα τυχόν ελλείποντα άμα οι Καμμενιάτες λακκίσουν, θα θυμίσει μέρες Αποστασίας, κι αυτά θα συντελέσουν στο να χυθεί η καρδάρα με το γάλα που συλλέγουν υπομονετικά, επί μήνες.

    Εξάλλου, ακούγονται επί μήνες ονόματα βουλευτών και βουλευτριών που θεωρούνται σιγουράκια υπερψήφισης του Συμφώνου των Πρεσπών. Καθόλου δεν το αποκλείω, μερικοί και μερικές από αυτούς τους ψηφοκατασυνειδησιούχους να επαναλάβουν το κατόρθωμα, προσχωρώντας  και υποστηρίζοντας και μη απλώς ανεχόμενοι την κυβέρνηση. Άσε που εις την εποχή των Ανέλων δεν χαρακτηρίζονται  δεξαμενόπλοια μονού κύτους, αλλά θεωρούνται αβύθιστα κατά τον εγκέφαλο αυτών.

    Απλώς, η φύτρα θα σκάσει στην ώρα της. Εάν ο Μητσοτάκης πελήσει το μυαλό του στην αποτιλιά και δοκιμάσει νέα πρόταση μομφής, ενδεχομένως οι πιθανές αυτές αυτομολήσεις να ενδυθούν χιτώνα σωτηρίας της πατρίδας και άλλες φανφάρες. Ουδενός αποστάτου η συμβολή δεν αποδοκιμάστηκε στον κοινοβουλευτικό μας βίο- είναι επάγγελμα για γενναίους της ηδονής, αποδεδειγμένο. Αρκεί όταν σε πτύουν να χορεύεις τον χορό της βροχής.

  • Ο Φλοιός

    Πάντοτε με εντυπωσίαζαν τα κείμενα που παρουσιάζονται ως εκ βαθέων εξομολογήσεις. Όταν δεν είναι απολογίες ενώπιον ανακριτού, σπανίως ξεπερνάνε τον εξωτερικό φλοιό ενός κρεμμυδιού, που διατάσσεται συνήθως σε επτά διακριτές στρώσεις. Σαν την ασπίδα του Αίαντα.

    Βέβαιος πως πρόκειται περισσότερο για μια μορφή διαθήκης, ομολογώ πως προσπάθησα πολλές φορές να συντάξω έστω μια σελίδα σκέτη, όπου θα υπήρχε ένα στιγμιότυπο  στυγνά βιωματικό, έως και αποκρουστικό, αλλά εις μάτην. Η αλήθεια «μου» υπερίσχυε της αγνής πρόθεσης.

    Καλύτερες επιδόσεις έχουν τα κείμενα που βρίθουν από υπονοούμενα, αλλά κι αυτά λογοτεχνία είναι εντέλει. Οπότε, άσε. Αν και υπάρχουν φορές που ένα δραστικό ύφος είναι απολύτως αληθοφανέστερο από μία εξομολόγηση. Τέτοια απομνημονεύματα, υπάρχουν αρκετά.

    Μεταξύ μας, κι αυτό σε χάιδεμα καταλήγει. Κάποιες στιγμές κατάφερα και ξεστόμισα την γυμνή αλήθεια,όχι παραπάνω από μία πρόταση. Απ΄αυτές τις αλήθειες που κρατάς έντρομος στη μνήμη, θεωρώντας ότι θα προκύψουν φρικτές συνέπειες και αποσβολωμένο βλέμμα του αποδέκτη.

    Ε,δεν προέκυψε τί-πο-τε. Και δικαίως. Επειδή αυτές τις φοβερές και τρομερές αλήθειες, τις έχουμε για αυστηρά ατομική χρήση. Κι ο μόνος τρόπος να τις κάνουμε εύληπτες, είναι να προσθέσουμε ηδυσμένο, δραματικό λόγο, μαζί με τις κατάλληλες εκφράσεις προσώπου και αρμοδίως διασκευασμένο spleen.

    Επομένως, πάλι λογοτεχνία μου μυρίζει, οπότε είπα, άσε.

  • Κολλυβογράμματα

    Αυτό με την παρότρυνση σε εφηβάκια να ασχοληθούν με ρομποτικές και σταρτάπια, μπορεί να μοιάζει ελκυστικό και προχώ, αλλά δεν είναι για χόρταση. Οι εφαρμογές είναι καταιγιστικά πολυπληθείς και είναι παράξενο να μη χωθεί το χαρισματικό παιδί σε κάποια εταιρεία, απ΄αυτές που έχουν βαρύν ανταγωνισμό.

    Να κάνουν δουλειά από μόνοι τους, μάλλον αδύνατο. Χωρίς να τα αποθαρρύνω, τους βάζω τα δύσκολα. Αν χρειάζονται κάτι πέρα από μια πληθώρα ιδεών και λύσεων, είναι βαρύ πτυχιακό και μεταπτυχιακό πεδίο, και γνώσεις που προσεγγίζουν εντελώς την αγορά και τις συνθήκες της.

    Εάν το κράτος βλέπει σε αυτά την δημιουργία μιας γενιάς ευρηματικών νέων, από που θα μάθουν την μπερδεμένη σβούρα των δικαιωμάτων, της λυσσαλέας κατάποσης μιας ευρεσιτεχνίας και κυρίως την αποφυγή της δημιουργίας μιας γενιάς τριαντάρηδων που θα πρέπει να μεταβληθούν σε σωφέρηδες ή ντιλιβεράδες, επωχούμενους με drone, βεβαίως βεβαίως. Πώς είπατε; Αυτά επιτάσσει η νέα επιχειρηματικότητα;

    Από τότε που ακμάζει ο ψηφιακός πολιτισμός, αυξαίνουν και οι νεοάνεργοι. Λογαριθμικώς.

    Tελικά, το να καταφέρνει (κατά μία διαφήμιση) μια κοπέλα ένα ρομποτάκι που παραλαμβάνει τέσσερα σφαιρίδια ταυτοχρόνως και να βραβεύεται, με παραπέμπει περισσότερο σε legoland. Kι αν έχετε ένσταση για την αναμενόμενη μοίρα αυτών των παιδιών, ξανακοιτάξτε τις μάγισσες στιγμές που παράγετε με την αλληλέγγυα οικονομία!

    Και  μη τολμήσετε να υποστηρίξετε πως η αφ’ υψηλού ευρηματικότητα που σας έρχεται στο τζάμπα, θα κρατήσει αυτά τα τέκνα της μαραγκιασμένης γης στον τόπο τους. Την Έξωση και την πρόσθεση στην Αποδημία θα διαλέξουν, αν δε θέλουν να γλείφουν τα αειφόνια, όπως οι τρεις χλεχλέδες μιας άλλης πεφωτισμένης διαφήμισης.

  • Σχόλιο για το Παρόν

    Έχω προσέξει μια υστέρηση στην αποδοχή του νέου έτους: όποτε χρειαστεί να προσθέσω σε κείμενο ημερομηνία, πρέπει να φτάσω έως των Φώτων που γιορτάζουν οι παλαιοημερολογίτες για να γράψω τη σωστή χρονιά κι όχι την προηγούμενη. Χρόνια το παθαίνω, αταλάντευτα. Μήπως καθυστερώ το Μέλλον; Μήπως νοσταλγώ το Παρελθόν;

    Μάλλον συμβαίνει επειδή το Παρόν είναι αχρονολόγητο.

  • O Γώγος

    Γνώρισα τον Γώγο στο χωριό που επισκεπόμουν τακτικά, αλλά και διέμεινα τουλάχιστον έξη χρονάκια, αν προσθέσεις τους μήνες. Ο Γώγος ήταν γειτονάκι στο πατρικό μου, όπου είχα κάνει κατάληψη και τα σπίτια μας τα χώριζε μια άδεντρη αυλή, που ένας γείτονας χρησιμοποιούσε ως φυτώριο για καπνά. Επί αρκετά χρόνια, ο πατέρας του Γώγου, μας έφερνε γάλα καθημερινώς για να πίνουμε, να πήζουμε γιαούρτη και σπανιότερα να φτιάχνουμε τυρί στο τουλούμι. Ερχόταν και αυτός μαζί του και μιλούσαμε.

    Ο Γώγος ήταν μογγολάκι. Έτσι έλεγαν τότε το σύνδρομο Ντάουν, εποχή Αλλαής, βιντεοκασέτας και ομαδικού μπάνιου στην πλατεία με τα κουτόψαρα και τα χρυσόψαρα, όταν τύχαινε κανένας μπασκετικός θρίαμβος. Αλλά οι γονείς του το φρόντιζαν υποδειγματικά και τον σκέπαζαν με ανυπόκριτη αγάπη, κι όλο το χωριό κόλλησε την συμπάθειά τους. Εννοώ πως το φέρσιμο στον Γώγο δεν έμοιαζε με τις εμπειρίες που είχα από Σαλονικιές, Γιαννιτσιώτικες, αμη και Κουρμπεσλίδικες συμπεριφορές στα «κάπως» άτομα, που θεωρούνταν απλώς «κάπως».

    Αναφέρομαι στον Γωνία, έναν κατά τον θρύλο άριστο μαθητή που τρελάθηκε και περπατούσε αλλάζοντας πορεία μόνον κατά 90 μοίρες. Στον Γιάννη τον Σλιάκατα, τον Καστούτς και το βουβό που κολλούσε τα αγγελτήρια θανάτου στις κολόνες, εκβάλλοντας άθελά του απίστευτους ήχους που βεβαίως δεν άκουγε. Κι όχι πως η κοινωνία ήταν ανεκτική- αντιθέτως. Έως και έναν θεωρούμενο ελαφρόμυαλο τονε σκότωσε στην πλατεία ένας συγχωριανός και έφτασε το όνομα του χωριού στις εφημερίδες. Οι διαφορές ανάμεσα σε Πόντιους και Φαρασιώτες ήταν από τον μεσοπόλεμο επικές, αλλά μαλάκωσε με τον καιρό. Η βία που είχε ξεσπάσει στον εμφύλιο δεν ήταν παρελθόν αλλά έπαιρνε άλλες μορφές. Ο Γώγος την γλύτωνε. Επειδή ήταν λιγομίλητος και πανταχού παρών, οπότε δεν διέκοπταν τις συζητήσεις τους για καζούρα.

    Σχολίαζε το κάθε τι, με λίγες λέξεις και ήταν γενικά ευχάριστος και ακριβής. Ντυνόταν τροχονόμος και ρύθμιζε την  ανύπαρκτη κίνηση με μια σφυρίχτρα . Όποτε κόντευαν εκλογές και πριν κοιμηθεί, έβγαζε πολιτικό λόγο από το μπαλκόνι ασυγκράτητος, όπως μετά τα μεσάνυχτα έκανε «γκιών, γκιών» το θανατερό νυχτοπούλι, ο γκιώνης, ως προάγγελος θανάτου.

    Αλλά την μεγάλη παράσταση την έκανε όταν  μετακομίσαμε για τα καλά στο χωριό και ανάμεσα σε έπιπλα και βιβλία, γάτες και σκυλόπα, κουβαλήσαμε και περισσευάμενα props από το «Δοξόμπους» που ήταν ιδιοκατασκευές και δεν τα είχαμε νοικιάσει από τα στούντιο Μπογιάνα της Σόφιας. Εννοώ ασπίδες από τα χεράκια μου, με τα εμβλήματα Παλαιολόγων και στασιαστών, δόρατα και σημαιάκια. Τα λάτρευε και τα ζαλώνονταν  με πάθος κρεμασμένα απ΄όλες τις μπάντες, σοβαρός και έτοιμος για την αμάχη.

    Αισθάνθηκα πως γίναμε φίλοι, όταν, παρών σε ένα ντοκιμαντέρ που γυρίσαμε εκεί, του έδωσα έναν πέλεκυ να κρατάει και τον φωτογράφισα, σοβαρόν και απειλητικόν, τάχα φρουρό σε έναν ιερό  κύκλο και του άρεσε φοβερά. Έχω την φωτογραφία.

    Του είχα αδυναμία, επειδή από παιδί με έκραζαν κάθε φορά που κολλούσε η γλώσσα μου και επαναλάμβανα επ’ απειρον μια συλλαβή σε κάθε ηλικία, ειδικά το «Βουλ»  όταν αναφερόμουνα στη Βουλγαρία, στο «πουλ» όπως προσπαθούσα να προσφωνήσω «πουλάκι» την κορούλα μου, αλλά και στο «Βα» όποτε πήγαινα να  επικαλεστώ τον φίλο μου τον Βασίλη.

    Στις συζητήσεις που ήταν παρών, στο καφενείο του Γιαννίκα και στου Στέφου, σπανιότερα, άκουγε τα πάντα και έδειχνε να κατανοεί, από την έκφρασή του, επίσης τα πάντα. Το έλεγα και ενίοτε με αμφισβητούσαν, ώσπου στο τέλος, μαζεύω τους συνομιλητές μου στην ξώθυρα και ως ρεπόρτερ παίρνω από τον Γώγο, μια συνέντευξη. Σοβαρή. Τον ρωτούσα πολιτικά και εθνικά και κοινωνικά θέματα, ωσάν να απευθυνόμουνα σε αλτουσεριανό διανοούμενο. Απαντούσε μονολεκτικά αλλά με φοβερή ακρίβεια. Όταν του ανέλυα πως δεν τα πάμε καλά στο Μακεδονικό, σχολίαζε «Πάνο, αμάν». Κι όταν σχολίαζα τα σύννεφα στην οικονομική ζωή του τόπου, σοβάρευε και κατέληγε: «Χάλια».

    Ήταν παιδί της αγάπης. Θα μπορούσε αλλού και άλλοτε, να μάθει μια τέχνη.

    Αλλά στη ζωή αυτή, όλοι έχουμε μερτικό και κακώς επιδεικνύουμε πολιτική ορθότητα, αντί να αφήνουμε αυτά τα παιδιά να συνυπάρχουν στα περιβάλλοντα που οικοδομήσαμε, χωρίς να παίζουμε τους πονεμένους φιλάνθρωπους. Ευτυχώς , ανάμεσα στους γνωστούς μου, γνωρίζω ευτυχείς περιπτώσεις που ζούνε το σύνδρομο Ντάουν με αφοσίωση και φροντίδα. Κι ένα σωρό παράλληλες ιστορίες που διδάσκουν ότι σε αυτό το ζήτημα κάτι γίνεται. Οι μύθοι που περιβάλλουν την υπόθεση αυτή, είναι απερίγραπτοι. Ο καθένας μας έχει περιόδους όπου δεν κολλάει στις συνθήκες.

    Είχα να δω τον Γώγο είκοσι χρόνια και ρώτησα έναν συγχωριανό τι απόγινε, καθώς τις τελευταίες μέρες μ΄έχει στοιχειώσει η περίπτωσή του. Λοιπόν, το πρώτο καλύτερο νέο της χρονιάς, ήρθε από τον Αλέκο : ο Γώγος είναι σήμερα 56 ετών.

  • Αυτό το κούδεβλο, τον χαμερπή, τον Τίτυ, που μ’ έβαλε να τον ματιάξω και να τον  καταραστώ πρωτοχρονιάτικα, αυτόν τον ανοϊκό που σοφίστηκε να ανεβάσει την Ύβρη για τα παιδιά με σύνδρομο Ντάουν, είναι δεν είναι χοαξιασμένο, γιατί δεν τον καταγγέλουν τα “παρατηρητήρια” όπου δει;