Author: Πετεφρής

  • Άγνωστες λέξεις, 1351 μΧ

    Διάλογος δύο φίλων μπροστά στον πύργο του Λαπαρδά:

    -Αστραπύρη, πώς από εδώ;

    -Παράδωσα μαντέμια στα Ζαβαρεία και πάω να ξοφλήσω έναν κουλαΐτη στο Γενέσιον της Θεοτόκου. Εσύ;

    -Είχα παραλαβές από τις γειτονίες του Αγίου Παραμόνου και της Αγίας Πελαγίας και αργά πρέπει να είμαι στο λιμάνι. Αλήθεια, τρώμε μαζί;

    -Πού όμως;

    -Στη Σθλαβομέση.

    -Με βολεύει. Ο Καναβός έφερε κατσίκια από τον Βεσελτζό.

    -Ε, να τον τιμήσουμε. Έμαθα πως άλλαξε καπηλειό.

    -Πού βρίσκεται;

    -Απέναντι από τη Νέα Μονή, δίπλα στου Διαβασημέρη το εργοτάξιο.

  • Παίξτο αδόκιμος χρονογράφος αδήλου εποχής…

    …για να γλυτώσεις το κακό μάτι και την καταλαλιά.

    -Ότι στο άνω τέρμα του ανατολικού τείχους, εγένετο ανασκαφή. Και βρέθηκε ναΐσκος και χώροι για την φρουρά και κυκλοφόρησε κάτοψις στην δημοσίευση και μη τη είδατε μη την απαντήσατε.

    -Ότι στην εφορεία υλικού πολέμου ήτοι στον τοπχανέ του φρουρίου Βαρδαρίου έγινε μεταπολεμική εκκαθάριση του χώρου και γραπτή αναφορά θέλει να βρέθηκαν συμπράγκαλα εποχής Σουλεϊμάν Κανονού. Άλλα δεν ξεύρω.

    -Ότι τα της πόλεως τείχη όταν υπήρξε πόλεμος λουμπάρδας και βοτάνης, προσαρμόστηκαν μόνον λοξά πρανή του πύργου της αλύσεως και όλο το άλλο τείχος και οι πρόβολοι και οι τριγωνικοί πρόβολοι δια τον φόβον των λουμπαρδών γιόμισαν χώμα πατημένο και εγένετο συμπαγής καστροκτισία.

    -Ότι κάτωθι του σινεμά Εγνατία ευρέθησαν ναός και κτίσματα αποδιδόμενα στο  επισκοπείον με επιχείρημα πως μόνον άνω των λεγομένων σκαλιών ήτο δυνατή η παρακολούθηση της τελετής της τρούλας που αναφέρεται επί Συμεώνος.

    -Ότι η Χαλκέων και η επιγραφή που έφερε, δώρημα ενός κατεπάνω Λαγουβαρδίας οφείλεται σε λάθος ακρόαση του κτίσαντος και η κορούλα του κατεπάνω Κατάκαλη ήτο μικρά εύχαρις βλαχούλα, ανεπίγνωστος κατά τα άλλα.

    -Δεν υπήρξε, ανώριμα γατάκια μου, «Κελλάριος όρμος», αλλά «προσόρμισις» που μπορεί να ήτο και στην άλλη άκρη της Σαλονίκης.

    -Επί χρόνων Λέοντος ηβώντα βλεπεις/ καυθέντα το πριν τον ναόν Δημητρίου.

    φυλή των μεταχρονολογητών είναι ευάριθμος πλην καθεστωτική και αφορά ατόμους και άτομα που συνεγγίζουν τα ογδόντα έτη. Απεναντίας οι υποχρονολογούντες, όταν υπάρξουν, θα τιμώνται άνευ ή μετά λόγου γνώσεως.

    -Τέλος, να ξεύρετε πως προτιμώ να μεθάω με το αθάνατο κρασί του 1321.

  • Από το καλό στο καλύτερο

    Ο Φουρθιώτης υποστηρίζει την κυβέρνηση. Ένας Τριαντάφυλλος έμεινε, αλλά θα τον πείσουν. Επίσης στην τηλεόραση διαφημίζουν κουραμάνες και παξαμάδες, ενώ ακούστηκε επιτέλους και το ποίημα «Βίκος» που τον έκρυβαν ζηλότυπα.

  • Το αύριο

    Η κοινοβουλευτική «μάχη» έληξε. Στο γνωστό γενικό κόλλημα. Από το 2019 ο ίδιος μονότονος δήθεν ρητορικός εμπαιγμός. Τα ίδια λένε, άπαντες. Δεν κόλλησε το μυαλό τους. Κόλλησε η κόρνα. Δηλαδή, ακόμη χειρότερα. Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.

  • Μια νέα γενιά γαλβανίζεται

    «Η έκδοση των «Βαλκανίων ωδών» είναι επιτέλους γεγονός. Δεκαετίες την περιμέναμε, αλλά ατάραχος ο εκδότης υποστήριζε πως «η αλήθεια θέλει τον μάστορή της και ο μάστορης που βιάζεται άστα να πάνε». Έτσι, ενώ αφοσιώθηκε στο έργο αυτό από την δεκαετία του 2140, έπρεπε να αρκεστούμε σε προδημοσιεύσεις και στα θρυλικά «Άτακτα και γελοία», την μονογραφία του 2163 για τον βαλκάνιο κοινοβουλευτισμό, ώστε να πάρουμε μια ιδέα του θησαυρού που επεξεργάζονταν ο μακαρίτης, έως το 2085, οπότε και χαρήκαμε την διπλωματική έκδοση.

     …Tω καιρώ εκείνω έρτεν η Μερκέλλα και ύπα τσου Τούρκοι και μέγας ανεφύη καβγάς και σύρραξις διότι έλεγον οι βαλκάνιοι η καγκελάρω μας επρόδωσεν ιδού και θέλει δονήσαι τας ανατόλας καρδίας ενώ άλλοι έλεγον νονονώ, τους αμερικάνσκη εμποδάει.

     Κι αματω ήρι αρχομένω εγιόμοσεν ο τόπος κοστομάτοι με μεγάλας καταθέσεις, ούλοι λευκοί μπερεκετλήδες λεγάτοι και σινιόροι του Τράμβη του Προέδρου και πήγαν εις τας χώρας ημών ρωτώντες «τραβάτε του ληναρήου τα πάθη με της Γερμάνοι, εδώ ημείς παρέχομεν φωλεά και προτεκτούραν και έρωτα ελευθερίας και ντολάρες τυπωθήτωσαν, έλα, έλα μετ΄εμέ και το ευρώ θα καταπέσει και θα γενεί ωσάν γιεν και λεκ και ζλότι»

     Παρέθεσα ένα δείγμα του «Χρονικού των οργίλων πρέσβεων», ενώ μικρό απόσπασμα από την «Ωδήν εις την Αώζ» αποτυπώνει επαρκώς τον μόχθον του εκδότη:

     

    «Στέφανοι, πυραυλάκατοι και τράτες της τσιπούρας

    Βασάνιζαν τον ύπνο μας, πλην πάγωσεν η φύσις

    Έπεσεν πάχνη στο Μποντρούμ, σινιάκι της Καλύμνου

    Και το Ικάριον γέμωσε ιγκλού και πινγκουίνους»

     

    Πρόκειται για την πρώτη μνεία της πολιτικής αποψυγειώσεως, της λαμπρής μεθόδου ειρηνεύσεως των λαών, χάρις εις την οποίαν οι πόλεμοι έπαυσαν και εθεσπίσθη η ουράνιος παγωτομηχανή η παράγουσα ικανάς ποσότητας ψύχους εδωδίμου, οπότε ο δεύτερος βαλκάνιος ενδοξισμός επιτέλους πάσαν εβόσκετο την Οικουμένην».

    Tέσσερα χρόνια κοντεύουν από την ανάρτηση στο The Greek Cloud αυτή της ανάλαφρης «σάτιρας δια ολίγους» και επιστέφω σε αυτή γαλβανισμένος, αποτιτανωμένος και ό,τι άλλο ως λήγον εις -μένος διατίθεται στο παζάρι. Εκτιμώ πως μπαίνουμε σε περίοδο όπου το spleen και ένας παράδοξος σπαρτακισμός νέμονται την κοινωνία των Ελλήνων. Αισθάνομαι το ίδιο, μετά από κάθε καλλιέργεια εντυπώσεων από την Βουλή των Ελλήνων, κυριολεκτικά ένα τίποτε με πολλά ζαχαρωμένα ρητορικά σχήματα. Για την ακρίβεια, ήγγικεν η ώρα για τους ανθρώπους του εικοστού αιώνος να περιγράψει ο καθείς τες εντυπώσεις του από την Στροφή του Χρόνου, και να αποφασίσει, αν δεν θέλει να τον κρεμάσουν στο τσιγγέλι, πως οι γεννηθέντες το 1990 και δώθε, έχουν το απόλυτο δικαίωμα να πλάσουν την δική τους ονείρωξη του μέλλοντος και πως τα κηδειόχαρτα των ανταγωνιστών τους θα περισσεύουν.

  • Λογική πρόβλεψη

    Κυβερνητικές αποφάσεις υπό πίεσιν. Κοιτάζω τα δάχτυλα στο φιλιατρό και λογαριάζω. Λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη. Ώσπου να έρθει η Λαμπρή, πάλι θα παίρνουν πίσω τα μέτρα. Διότι ο πελάτης δεν θα χωράει στο μυαλό του. Και θα πάρει τα βουνά, οπότε, σύρε βρές τον.

  • Four thousand holes in Blackburn, Lancs.

    Ένα σχετικώς ευχάριστο νέο: ο Πολάκης στρέφεται κατά δύο άλλων στελεχών του Σύριζα, δείγμα πως ακολουθεί εκείνη τη λησμονημένη σέχτα που θυμάμαι από το Πασόκι στα χρόνια του Γιέλτσιν, την ταραγμένη που δεν μπορούσε πια να καμαρώνει επειδή μετέφερε κάτι λιανοτούφεκα σε αλληλέγγυες ομάδες.

    Φαίνεται πως ο μικρός αποφάσισε να κινηθεί καθαρά προς το Κέντρο, κι ας του φύγουν μερικοί πόντοι. Απέναντί του βρίσκεται μια ολοένα διογκούμενη κοινωνία πολιτών που δεν αντέχουν την ΛοβερδοΦώφη, αλλά απαιτούν θυσία μόσχου του σιτευτού. Όποιο κόμμα δελφίνων το επιχείρησε, είδε τα πεκούνια του να πιάνουν τόπο.

    Κανονικά, ο γαλάντης με το μπαλομένο κοστούμι, ο εκ Σούδας προφήτης, είναι σε θέση να προλάβει αυτήν την ρωγμή, διώχνοντας αμείλικτα από Θεοχάρηδες έως τον Καραμανλή καθώς και τουλάχιστον 72 υφυπουργούς και γενικούς γραμματείς. Αλλά δεν θα το πράξει. Κοιτάζεται στο καθρέφτη και μονολογεί πως θα τον βγάλει ψεύτη.

    Ο Μακμπέθ να δείτε τι έλεγε σε τέτοιες περιπτώσεις.

  • Τριαντάφυλλος στο στήθος

    «Το 2003, ξεκίνησε η καλλιτεχνική του πτώση και χάθηκε από τις μεγάλες πίστες. Συνεχίζει, όμως, μέχρι σήμερα να τραγουδάει σε μικρότερα μαγαζιά. Όταν επέστρεψε στην επικαιρότητα κατήγγειλε ότι παλιοί του συνεργάτες του γύρισαν την πλάτη στα δύσκολα, ονομάζοντας τη Νατάσα Θεοδωρίδου και τον Αντώνη Ρέμο. Ακόμη, αποκάλυψε ότι η δισκογραφική εταιρεία του τότε τον συμβούλευε να υιοθετήσει το στυλ που είχε τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, κάτι που δεν τον έβρισκε σύμφωνο».

    Η ελληνική wiki βιογραφώντας τον Τριαντάφυλλο, απλώς επιβεβαιώνει κουτσομπολιά από το τουίτερ, όπου ο Μπέμπαντας με την χρυσή καρδιά εμφανίζεται να τα βάζει με όποιον συνάδελφό του έχει τύχει να ακούγεται. Πάνω σε αυτήν την επισφαλή βάση, ο χρηματοδότης και παραγωγός του Σαρβάιβορ, Ατζούν, καθίσταται ύποπτος πολλών στρεβλώσεων ενός τυπικού τηλεοπτικού προϊόντος από το οποίο αιμοδοτούνται ουκ ολίγες μεσημεριανάδικες θυγατρικές επιχειρήσεις «προβολής και επικοινωνίας».

    Καταλάβατε, ή να βάλω τον αυτόματο μεταφραστή;

  • Αληθινά ψέμματα

    Κάθε πρωταπριλιά, ο πατέρας μου, από τα τέσσερα έως τα δώδεκά μου χρόνια, με ξυπνούσε εύχαρις με την φωνή «ξύπνα Πανούλη, σε περιμένει στην αυλή ένα ποδήλατο!». Πεταγόμουνα μεταξύ Τζίμινι Κρίκετ και Τιραμόλα και βρισκόμουνα, άντυτος και άνιφτος, έξω από την εξώπορτα, βλέποντας το τίποτε, ενώ στο αφτί μου κουδούνιζε η γελαστή πατρική λέξη «πρωταπριλιά!»

    Σκοτείνιαζα συνήθως και αυτός, μου θύμιζε πως το έθιμο αυτό το πρωτοέμαθε από τον πατέρα του, τον Παναγιώτη, από τα χρόνια του Ιρκούτσκη. Και μετά, μου αράδιαζε μια σειρά από πατρικές φράσεις που τον ξάφνιαζαν μικρόν. Που έλεγε, κουβεντιάζοντας με την Αφέντρα την σύζυγό του, «εδώ κάτι τρέχει» και ο μπαμπάς μου διέτρεχε με το βλέμμα το πάτωμα να ιδεί τι σκατά τρέχει. Ήταν ένα πακέτο ανεκδότων βιωματικών, που εντέλει τα έμαθα απέξω.

    Καλύτερα τα πήγαμε με το «γιάντες» πάνω στην κυριακάτικη κοτόσουπα που περιείχει το γνωστό δίχαλο. Το κοκκαλάκι το σπάζαμε εθιμικά και αυθωρεί δεν περνούσαν δυό λεπτά και έβρισκε τρόπο να μου δώσει στο χέρι κάτι ορεκτικό, το ξεχνούσα και άκουγα το θριαμβικό «γιάντες».

    Και αυτό μεν ατόνησε, διότι έφυγα από το πατρικό μου ενωρίς και τα γιάντες κόπηκαν. Αλλά στάθηκε αδύνατο να νοικιάσω ποδήλατο έκτοτε. Δυο πεταλιές και έπεφτα. Τελείως άχρηστος. Οι φίλοι μου έφταναν στο Μελίσσι και στο Μηδέν, κατέβαιναν όταν ξεραίνονταν οι λάσπες έως τον Σχοινά, κι εγώ, μπακούρι της πεζοπορίας. Στα είκοσι, παραθερίζοντας στη Θάσο με τον Καλοκύρη και άλλους φίλους, ο Δημήτρης αποφάσισε να μου μάθει. Σε μια αλάνα τσιμεντόστρωτη στο αρχαίο λιμάνι που στολίζονταν μόνον με μία κολόνα με δημοτικό φωτισμό. Ε, περάσαμε τουλάχιστον δύο εκπαιδευτικές ώρες κι εγώ, ανεξάρτητα από τα κέφια, διάλεγα να τρακάρω μόνον στον στύλο αυτόν. Δεν σχολιάζω την καζούρα.

    Ποδήλατο έμαθα μόνος, 15 Μαρτίου του 1974, διότι πληρώθηκα για ένα μεγάλο προπτικό πολυκατοικίας και αγόρασα από την Άθωνος ένα κόκκινο Πεζώ τριτάχυτο που χωρούσε και αποσκευές και κάτι λάστιχα νάαα με το συμπάθιο. Το κατέβασα με τα πόδια στην παλιά παραλία και δοκίμασα να το τρέξω κάτω από τον Λευκό Πύργο. Σε μερικά λεπτά ήμουν σαΐνι. Ξεθάρρεψα και μπήκα στην Κέννεντι απέναντι από τον Τόττη στην Ηλεκτρική Εταιρεία και έφτασα χωρίς πρόβλημα ενθουσιασμένος ως το φανάρι της Μπότσαρη. Διαλέγοντας να χωθώ προς το Ποσειδώνιο, με ξάφνιασε μια κόρνα φορτηγού και χώθηκα έντρομος σε έναν θάμνο ροδοδάφνες.

    Ώσπου να μου το κλέψει κάποιος, ανήμερα των εκλογών του 1974, πήγα με το ποδήλατο σε μέρη πολλά. Στην Αγροσυκιά αλερετούρ, στα Σύλλατα για τους Νερόμυλους, στην Τρανή Αμμούδα για μπάνιο. Έως και στου Κιλκίς τα λοφάκια. Μετά δανείστηκα ένα άλλο ποδήλατο από τον Γαρέφη και το έχωσα σε ένα ποίημα. Ήταν πλέον η ώρα του «Αριστείδη», του πρώτου κατρέλ της ζωής μου. Με τον Αριστείδη, έσπασα το πρώτο γιάντες.

  • Ο πάνδημος έρως των θαυμάτων

    Ο παγκολίνος, το ιικό φορτίο, τα κύματα έξαρσης της πανδημίας, η άχλα-άχλα υπερπαραγωγή εμβολίων σε πρωτοφανή εξάπλωση, οι διαφορετικές πολιτικές μεταξύ επιδίωξης «ανοσίας της αγέλης» και της τελετουργίας των διασωληνώσεων, μόλις καβατζάραμε τον κάβο 13ων μηνών από την Μεγάλη Ίωση, αποτελούν ξεχασμένα ερείπια υποθέσεων εργασίας, αυτά που χτίστηκαν από υποκείμενα νοσήματα και, το κυριότερο, μια τεράστια και εξηγήσιμη κοινωνική αστάθεια και ξεσπάσματα ενός κόσμου που χάθηκε για πάντα.

    Το εμβόλιο να μου θυμηθήτε πως θα χρειάζεται επαναληπτική χρήση κάθε χρόνο. Ο Αρμαγεδών θα απαιτεί τον έναν στους δέκα κατ΄ελάχιστον από τα κρούσματα. Ο τουρισμός που θα μας σώσει, θα γνωρίσει φρικτόν ανταγωνισμό από ταφές ακόμη και σε ανώνυμα μνήματα. Η αστυνομία, μοιράζει τριακοσάρια και τέρμα. Οι πληθυσμοί της γηραιάς Ηπείρου αρχίζουν να καταλαβαίνουν πως ένα μεγάλο ποσοστό τους θα καταστεί ανάμνηση. Ποτέ άλλοτε οι γιατροί δεν υποχρεώθηκαν να αναλαμβάνουν τον ρόλο υποζυγίου της πολιτικής εξουσίας.

    Προσέχω τα κοινωνικά αιτήματα. Στα νοσηλευτικά, αμάν να γίνει μονιμοποίηση. Στα κυβερνητικά, επιτάξατε το παν και ανοίξτε τα κεμέρια. Στις συγκεντρώσεις, «μπόρα είναι θα περάσει». Στα λεωφορεία όπου δεν ανοίγει τζάμι, ο θάνατος είναι προτιμότερος από μια πούντα. Η Ευρώπη έχει σκάσει ομοίως. Οι γενιές είναι άπιστες επειδή έχουν εθιστεί στα κρατικά ψέμματα, υπάρχουν δεν υπάρχουν.

    Κανένα από τα συμπτώματα του Covid-19 δεν ήταν άγνωστο. Ανάμεσα στα κείμενα που ανήρπασε ο διάολος, με πιθανό τίτλο «ειδήσεις από τη χώρα της ασφυξίας» ή περίπου, υπάρχει σε ένα «καναβάτσο» του 1999, τυπωμένο σε εφημερίδα, όπου περιγράφω τις μακάβριες ώρες πρίν απαλλαγώ από το σύνδρομο «κάθε ανάσα και άμετρος πόνος» πριν με λυτρώσει μία παρακέντηση. Από τις απόκριες έως του Σταυρού του 1999, πέρασα με ψόφια μηχανή, κι ας μη παύοντας το γράψιμο ωσάν να μη έτρεχε τίποτε. Και πριν δυο χρόνια, μετά ένα αντιγριππικό εμβόλιο, τσακίστηκα από μια γαμημένη άπνοια και πλήρη «απώλεια ισχύος» της ανθρώπινης μηχανής μου καταμεσής ενός δρόμου που ευτυχώς διέθετε πεζοδρόμιο να απαγγιάσω. Μερικές επισκέψεις σε γιατρούς και εθελούσιος εγκλεισμός με τα βιβλιαράκια μου και τα αρχειάκεια μου, ολοκλήρωσαν ενός τύπου «ψευδαίσθηση της εξασφάλισης».

    Τα κομιτάτα των ιατρών και οι βαρετές, απροσγείωτες εκτιμήσεις των, έχουν άλλη μια φορά προβλεπόμενη κατάληξη. Τα 3000 κρούσματα έως το πάσχα, θα φλερτάρουν με την μυριάδα, το ανυπόμονο πλήθος που ζητά λιανεμπόριο, σχολεία και άλλα απραγματοποίητα προσώρας, το ίδιο πλήθος θα ζητά επιστροφή στην αυστηρότητα. Κάποια ομάδα γιατρών που επέβαλε ρητορικώς πιο αυστηρά μέτρα, θα ξαναγίνει ομάδα πέριξ του Παράκλητου και άειντε ξανά μανά από την αρχή.

    Πάντως η φούσκα έσκασε, το αερόστατο έχασε το καλάθι του, η Ελλάς εορτάζει αντί να στείλει στην επόμενη πενταετία τους εορτασμούς, ακούνητοι οι υπουργοί που έγιναν μέρος του προβλήματος, και όλοι, μα όλοι ξέρουν πως το μόνο που τους μένει, είναι η να κρύβουν νεκρούς, αποδίδοντάς τους σε άλλες ασθένειες, ή να σταματήσουν την απέλπιδα προσπάθεια να πείσουν πως υπάρχει διοίκηση.

    Πολιτικά, η παρούσα κυβέρνηση θα πελεκηθεί, θέλει δε θέλει. Εκλογές και να γίνουν, θα αποδειχθούν έμπνευση ηλιθίων. Αρχίζω και αναγνωρίζω το εσωτερικό τραύλισμα συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Άν υπήρχε δημόσια καρδάρα με γάλα, θα την έχυναν στο καλντερίμι σε δημόσια τελετή. Ο Σαμαράς και στα 90, πάλι διασπάσεις θα ονειρεύεται. Ο Σύριζα, αναγκασμένος να προσποιείται μιας μορφής εναλλακτικό Κέντρο, αν δεν αποβάλει μετά τιμών τον άγονο Τσίπρα, θα καταλήξει ώσπερ νοσταλγία πασοκάδων για τον Ανδρέα του. Αλλά για να έχει ελπίδες, πρέπει να αφήσει τον Κολοκοτρώνη στον τάφο του και να στείλει τον Πολάκη στην νήσο της μαντινάδας, όπου ακόμη νομίζουν πως υπερασπίζονται την λεβεντιά. Και μόνο γύρω από τη Σούδα να δώσουν τιμής ένεκεν ένα οικοπεδάκι στον Φόρεστ Γκαμπ, που μνημονεύσαμε και χτές.