Author: Κάπα Κάπα Μοίρης

  • Ωφελιμιστικά διδάγματα από το φέισμπουκ, παρτ ουάν

    Αν κάποιοι άνθρωποι έχουν ενδιαφέρον, να τους δέχεσαι με τα ελαττώματά τους αν είναι μονοψήφια. Αν έχετε κοινά ελαττώματα ας είναι και τριψήφια.

    Αν κάποιοι άνθρωποι έχουν ένα συγκεκριμένο ελάττωμα που σε διαολίζει, να πάνε αλλού. Κι ακόμη παραπέρα.

    Υπάρχουν άνθρωποι που σε κάνουν να απορείς αν όντως είναι υπαρκτοί ή αν βρίσκονται ανάμεσά μας για να τεστάρουμε τις ανοχές μας.

    Ποτέ μην γράψεις ’ψόφο’ για κανονικούς ανθρώπους. Από μέσα σου δεν πειράζει.

    Αν δεν αντιπαθείς κανέναν από κει μέσα, κάτι πάει πάρα πολύ στραβά με σένα.

    Να δέχεσαι την κριτική εν δήμω. Το πολύ τρεις φορές. Την τέταρτη υπάρχει και το unfriend, έχει και η λαρτζοσύνη τα όριά της.

    Και ινμποξ να τη δέχεσαι την κριτική. Άμα βαρεθείς να βλέπεις το δάχτυλο να κουνιέται υπάρχει και το Πλοκ.

    Οι είρωνες πρέπει να πεθάνουν. Εξαιρούνται οι φίλοι μου, μόνον όταν δεν είμαι το αντικείμενο της ειρωνείας τους. Αλλιώς να πεθάνουν κι αυτοί.

    Οι φίλοι των φίλων μου δεν είναι και δικοί μου φίλοι, αυτά μόνο στο Θιβέτ και στους χαρεκρίσνα.

    Οι εχθροί όσων αντιπαθώ μπορεί και να γίνουν φίλοι μου. Εξαιρούνται όσοι εμπίπτουν στις παραπάνω κακές φάρες.

    Οι κοινοί φίλοι όσων αντιπαθώ θέλουν ένα ξέχεσμα κάποια στιγμή αλλά βαριέμαι.

    Γνώρισα από κοντά -και βρέθηκα μαζί τους περισσότερες από μια φορά- λιγότερους από δεκαπέντε ανθρώπους μέσα από δω. Μέχρι το είκοσι έχω αντοχές, που όλο και λιγοστεύουν όμως.

    Στο φέισμπουκ χρωστάμε πολλά πολλοί. Αυτό σε μας τίποτε γιατί μπορεί μια χαρά και δίχως τη Μεγαλειότητά μας.

    Τα ίνμποξ κάποιων αξίζουν πολλά λεφτά. Πάρα πολλά.

    Δεν είναι καθόλου απαραίτητο να αγαπιόμαστε κι ας κερνιόμαστε με λάικ εκατέρωθεν.

    Αγάπη χωρίς έστω και ένα λάικ δεν υπάρχει.

    Καλά είναι τα αμένσιοτα αλλά σαν χαστούκι σε κουφό. Μισή δουλειά.

    Αν πιείς πολύ, παράτα το πληκτρολόγιο και το σμαρτφον. Πιες κι άλλο και πέσε ξερός.

    Με μερικούς τα χνώτα μας ταιριάζουν περισσότερο. Αποδέξου το για να υποφέρεις λιγότερο.

    Το να ζεις στου διαόλου τη μάνα έχει και τα καλά του. Μερικές φορές μόνο καλά έχει.

  • When the plot falls to ashes

    Έμεινε, για λίγο, άφωνος. Είχε καιρό να το πάθει. Αυτός που πάντα μίλαγε, μερικές φορές πολύ, χωρίς καν να έχει κάποιον αποδέκτη απέναντι. Κακές συνήθειες χρόνων. Καναδυό φορές είχε μαλώσει άσχημα με την σιωπή και για δέκα μέρες ήτανε να σκοτώσει άνθρωπο. Μετά αποφάσισε να κόψει τους καυγάδες μαζί της, τσάμπα κόπος, τσάμπα νεύρα. Δεν κάνανε χωριό αυτοί οι δυο. Και την έδιωξε από το σπίτι.

    Ξέρω τι σκέφτεσαι αλλά το λόγο που πάτησε pause, για λίγο, δεν θα τον μάθουμε ποτέ. Στις ζωές των άλλων δεν χώνεσαι όποτε σου καυλώσει, καραδοκούν και ατυχήματα. Μόνον ο καπνός απ’ το τσιγάρο του, που ανέκαθεν ήταν πιο φλύαρος κι απ’ αυτόν, θα μπορούσε να πει  τι και πως αλλά τον είχε εκπαιδεύσει καλά. Χωρίς άδεια από το αφεντικό του μούγκα, χειλιτζίκια δεν έκανε.

    Σύμφωνοι, δεν είναι και πολύ πρωτότυπο (φτηνό κολπάκι μοιάζει) να θες να διηγηθείς μιαν ιστορία που δεν έμαθες ποτέ, έχουν γραφτεί δισεκατομμύρια λέξεις ερήμην των βιολογικών πατεράδων και μανάδων τους. Αλλά σε τελική ανάλυση όλοι με υιοθετημένες ιστορίες που ζουν δίπλα μας στο mute καταγινόμαστε.

  • Στην χώρα των τραυμάτων. Τα θαύματα μας μπούχτισαν και μαζέψαν τα μπογαλάκια τους για αλλού.

  • 1980

    To Τhat’s entertainment! (βάζω θαυμαστικό στο τέλος κι ας μην έβαλε εκείνος) γράφτηκε από έναν εικοσιδυάχρονο, το άκουσε ο εικοσάρης (μαζί και άλλοι, κάθε κλάσης αλλά δεν με αφορά επί της παρούσης, ας γράψουν εκείνοι τα δικά τους) και έκτοτε αυτοί οι δυο συνεχίζουν από γινάτι να παραμένουν εικοσιδύο και είκοσι γιατί -όπως λένε και οι ποιητές κάθε ράτσας- αν αρρωστήσεις μια φορά, καν΄ το με τον σωστό τρόπο. Cuddling a warm girl and smelling stale perfume. Αυτοάνοσο.

     

    La la la la la, ah

     

    Aυτό είναι η La La Land μου/μας. Τίποτε άλλο. Xωρις ah ανάπηρη.

  • don’t believe what you read

    Διαβάσαμε χιλιάδες ιστορίες -άλλοι ισχυρίζονται πως κάθε λέξη ήταν αλήθεια, άλλοι ορκίζονται πως ήταν όλα ένα ψέμμα- για τα σκοτεινά πλάσματα που ζούσαν μέσα σε ένα τόσο μαύρο δάσος, που ήλιος δεν τολμούσε να ρίξει μισή αχτίδα μέσα του. Μάγισσες που ρουφούσαν παιδικό μεδούλι και τραγανίζαν κεφαλάκια νεογέννητων, λυκάνθρωποι μεγάλοι σαν την πανσέληνο, ξεμαλλιασμένες γυναίκες με τέσσερα πρόσωπα (ένα για κάθε πλευρά του ορίζοντα) που αν σε κοιτάζαν πάγωνε η καρδιά σου, παράξενα όντα χωρίς πρόσωπο και ψηλά σαν σεκόγιες.

    Για κείνον που ξεγέλασε ένα προς ένα όλα αυτά τα βασανισμένα τέρατα και τα ’συρε (ποιος ξέρει με τι αθώο ύφος, τι αντάλλαγμα και ποιες υποσχέσεις) μέσα στην καρδιά του δάσους και τα παράτησε μόνα τους εκεί μέσα, όσο πιο βαθιά γινόταν, για να μη μπορέσουν ποτέ να βρουν το δρόμο της επιστροφής στον έξω κόσμο, ούτε μια παράγραφος γράφτηκε. Ούτε λέξη. Ποτέ. Σα να συνωμοτήσαν όλοι οι γραφιάδες και οι παραμυθάδες του κόσμου για να μας κρύψουν την τρομαχτική αλήθεια.

    Μόνο μια φωτογραφία σώθηκε, ως εκ θαύματος. Για αυτόν που, τρέμοντας από την ταραχή του, πάτησε το ’κλικ’ δεν έμαθε ποτέ κανείς τίποτε, ποτέ. Εκτός από ότι τον είδαν, για τελευταία φορά, να μπαίνει παρέα με ένα μικρό χλωμό σκουροντυμένο κορίτσι με ίσια μαλλιά μέσα στο δάσος.

     

  • legs the Lord taught us

    Νομίζω ότι ο Ντον ντε Λίλο αποθέωσε τα γυναικεία πόδια όσο κανείς Samperi, Leconte, Jaeckin, Brass, Hefner (αν και αυτοί οι δυο τελευταίοι επικεντρώθηκαν, κυρίως, στα βόρεια σύνορα). Mε τριάντα ντυμένες λέξεις για το μυαλό στις γάμπες τους, όχι φλύαρα χιλιόμετρα γυμνού cellulose και ιλουστρασιόν 80 γραμμαρίων.

     

     

    Amen

  • The Tale of Taliesin

    Νοέμβριο πρωτάκουσα Soft Machine. The Tale of Taliesin, το θυμάμαι ακόμη γατί κάτι στον τίτλο μου θύμιζε Αλαντίν. Συνειρμικά. Σε μια σπηλιά το αντάμωσα.

     

    Το άκουσα στο δώμα του Μιχάλη, στη γιορτή του. Το δώμα ήταν ένα παλιό πλυσταριό στην ταράτσα του διώροφου, πάνω απ΄ το πατρικό του. Να ‘ταν εφτά, άντε οκτώ τετραγωνικά που έγιναν αναγνωστήριο, εν όψει πανελληνίων. «Για να μην ενοχλείται το παιδί» με τα σουρτα-φέρτα από συγγενείς και γειτόνους στο σπίτι. Τότε τα σπίτια χωράγαν και γειτόνους μέσα, σήμερα μη ρωτάς. Λίγα πράματα στριμωγμένα σε τέσσερα ντουβάρια, μια σόμπα πετρελαίου, δυο φλοκάτες και καναδυό μαξιλάρια στο πάτωμα, μια καρέκλα κι ένα τραπέζι που χώραγε πέντε βιβλία πάνω του, μια κόλα χαρτί κι ένα φάμπερ-καστέλ. Και φυσικά ένα Garrard, δυο ηχεία που δεν θυμάμαι την ετικέτα πάνω τους, δίπλα σ’ έναν Rotel. Aναγνωστήριο και εντευκτήριο μαζί.

     

    Σ’ εκείνο το δώμα λύθηκαν πολλές εξισώσεις με κοινό παρονομαστή το μαύρο του μαρκαδόρου πάνω στις αγέρωχες ρώγες και στο Ιερό Τρίγωνο. Καλές και άγιες οι συνεχείς συναρτήσεις και οι μοναδικοί πραγματικοί αριθμοί, αλλά η καύλα των δεκάξη και των δεκαεφτά δεν χόρταινε με παραγώγιση. Ήθελε σάρκα, έστω χάρτινη. Λυχνάρι το ιερό Playboy, από κει μέσα ξεπήδαγε κάθε λογής τζίνι, απ’ αυτά που -τι κρίμα- εξηνταρίσαν σήμερα. Ξανθό, μελαχροινό, καστανό, κοκκινομάλλικο, ειδικά αυτά τα τζίνι ήταν που εξάπταν την περιέργεια και την στέλναν να προσπαθεί να ξύσει το μαρκαδόρο -όπως ξύνει η γάτα την πόρτα για να την αφήσεις να χωθεί ξανά στη ζέστη μέσα- για να δει τι κρυβόταν κάτω του, «ρε μαλάκα, λες να είναι κόκκινες οι τρίχες κι εκεί;». Ο,τι άλλο υπήρχε μέσα στο λυχνάρι – και υπήρχαν πολλά αλλά δεν θέλαμε να διαβάσουμε, να διαβαστούμε θέλαμε- μας άφηνε αδιάφορους, δεν μας αφορούσε.

     

    Μερικές φορές όταν ο Μιχάλης ήταν στις πολύ καλές του, ή ήθελε να ανταποδώσει κάποια πολύ μεγάλη χάρη (δυο τρεις φορές το χρόνο δηλαδή), άφηνε σε λίγους και εκλεκτούς να πάρουν το τζίνι σπίτι τους. Με τη ρητή εντολή να το επιστρέψουν την επόμενη μέρα. Αλέκιαστο. Απ’ όσο θυμάμαι το πρώτο τηρήθηκε.

     

    Μετά από λίγο καιρό ήρθε στο δώμα και το -ακηλίδωτο- Penthouse αποκαλύπτοντας την Αγία Σχισμή χωρίς ακέραια την παλιά μαγεία της, ίσως γιατί είχαμε προφτάσει να συναντηθούμε μαζί της σε μια πιο γήινη εκδοχή. Όχι απ’ το Wisconsin και το Kansas αλλά απ΄την Δράμα, την Έδεσσα, το Ναύπλιο. Όχι ιλουστρασιόν, όχι αψεγάδιαστη αλλά ζωντανή. Δισύλλαβη. Με κάποια Νίκη, Βάσω, Γιάννα, Βέρα, Σοφία, έστω και με κάποια μη εξωτική Σούλα, καθένας από μας έμαθε να συλλαβίζει απ’ την αρχή, απ’ τα βασικά, απ΄τα πρωτόλεια. Στην αρχή με τα χέρια, Braille. Mετά με όλα, πείνα. Και καμία μα καμία -απ’ όσα συζητούσαμε μεταξύ μας, οι ερασιτέχνες Αλαντίν- δεν θυμόμαστε να παραπονέθηκε για το άγαρμπο τρίψιμο ή για το -αναπόφευκτο- λέκιασμα. Τα καλύτερα λυχνάρια από καταβολής παραμυθιών.

     

    Aλλά τίποτε ξανά δεν μύριζε μαρκαδόρο και οινόπνευμα. Η πικρή ενηλικίωση ήταν, αλοίμονο, στερημένη από το αγχωμένο κι αναψοκοκκινισμένο ξεφύλλισμα της πρώτης Βίβλου μας.

     

    Φαντάζομαι πως αν ο John Etheridge κι ο Karl Jenkins μαθαίναν ότι κάθε φορά που -ως και σήμερα- ακούω το The Tale of Taliesin (αγόρασα πριν πολλά χρόνια το Softs και το φυλάω στο εικονοστάσι) το δωμάτιο μυρίζει τυπωμένη γύμνια και τα ηχεία ευωδιάζουν μια γνώριμη θεσπέσια υγρασία που δεν την μπερδεύεις με καμιάν άλλη υγρασία στο σύμπαν, θα ήταν πολύ, πάρα πολύ περήφανοι γι’ αυτό το λυχνάρι που δημιούργησαν.

     

     

    (the day Hugh died)

  • Φτηνές σκέψεις πάνω στο «How to Write With Style» του Kurt Vonnegut

    1. Find a subject you care about

    Γυναίκες. Για τα άλλα γράφουν κι άλλοι. Με ένα pinch κοινωνικής ευαισθησίας ώστε να μη κατηγορηθείς για ερωτικό ασκητισμό.

    1. Do not ramble, though

    Εννοείται. Μέχρι τις πενήντα, το πολύ εξήντα λέξεις  πρέπει να ξορκίσεις τους αριθμούς που δεν βγαίνουν και ν’ ακουμπήσεις δέρμα. Χέρι, πόδι, στόμα, μύτη, κάτι ακάλυπτο κι απροστάτευτο, για αρχή. Blitzkrieg hormones.

    1. Keep it simple

    Γι’ αυτό διαλέγεις μια γυναίκα κάθε φορά (ποτέ δυο) και εξαντλείς πάνω της κάθε πιθανή κι απίθανη πληκτρολογιακή φαντασίωση, σε ένα κεφάλαιο (ή ποστ, για τους ταπεινούς). Εκτός κι αν είναι πολύ φιλελεύθερη, βαριά αριστερή ή ανίατα  intellectual οπότε it’s complicated. Αν σκοπεύεις να γράψεις κάτι και με τις τρεις αυτές μέσα, ξέχνα το. Το ‘κανε ήδη ο Jesus Ignacio Aldapuerta.

    1. Have guts to cut

    Δεν είναι πρέπον να τελειώνεις στα μούτρα του αναγνώστη για να μην αναγκαστείς να καταφεύγεις σε all time classic ηλίθια κλισέ του τύπου «ατένιζε αγέρωχα την υγρή σχισμή της», «τον έκλεισε τρυφερά μέσα στα ροδοπέταλά της» , «το υγρό πυρ του έκανε τη λάβα του Βεζούβιου να μοιάζει παγετώνας». Μετά δικαίως διαμαρτύρονται ότι δεν υπάρχουν άντρες σήμερα. Τους φάγανε τα βλογ και τα φέισμπουκ και τα Caps Lock αφού πρώτα βρήκαν φιλόξενο καταφύγιο σε ένα βρακί (ας είναι και σλόγκι).

    1. Sound like yourself

    Βλακείες Κurt. Στις ιστορίες τους όλοι είναι κάποιος άλλος.

    1. Say what you mean

    Σεξ. Ian Dury spiced. Με μια ιδέα Rankin, Coe και ντε Λίλο στην επίγευση, που αναδεικνύουν τον σπάνιο και καλλιεργημένο εσωτερικό σου κόσμο.

    1. Pity the readers

    No mercy. Aπ’ τη στιγμή που γράφουν ακόμη οι γεωργελέδες, οι θεοδωρόπουλοι και οι κανέλληδες, κανένα σοβαρό δικαστήριο δεν θα καταδεχτεί να αφήσει τους μακελάρηδες για ν’ ασχοληθεί μαζί σου.