Author: Άννα Κυριακίδου

  • Μονο για Χοντρές ειδικής κατηγορίας

    Ξέρεις τι μου έχουν πει; Ότι ο κόσμος έχει τόσα προβλήματα και εγώ ασχολούμαι με μαλακ_ες. Ότι είναι μια  εκδοχή ναρκισσισμού που ασχολούμαι μόνο με το σώμα μου. Ότι υπάρχουν οικονομικά προβλήματα, ανεργία, προβλήματα υγείας, οι πληγέντες από τις πρόσφατες πυρκαγιές, τόσα και άλλα τόσα προβλήματα και εγώ τι γράφω; Χαζομάρες για χοντρές.

    Σήμερα, λοιπόν, λέω να κάνω μια ανάλυση της κρίσης στην Ελλάδα μιας τόσοι ειδικοί που γράφουν αυτά τα χρόνια δεν μας έδωσαν να καταλάβουμε πολλά, μισό να στο εξηγήσω εγώ.

    Έχω ξυπνήσει η χοντρή από τις 6.30, έχω έρθει από τις 7 στο γραφείο, έχει πάει 11.30 και είμαι με 5 καφέδες και 3 παυσίπονα από την πίεση και το άγχος ώσπου έρχεται η άλλη 12 παρά, λαμπερή και ξεκούραστη, λέει ένα «γειααααααα» και σπάω.

    «Θέλω να κάνω μια κόρη και να της λέω όλη της την ζωή να γίνει πουτάν_, να καταλάβει τι έχει στο βρακί της, να μάθει να ανοίγει τα πόδια της εκεί που πρέπει και ούτε τα μαλλιά της να ασπρίσουν, ούτε τα μούτρα να κατσιάσουν ούτε ο κώλος της να γίνει σαν τον δικό μου.» Κόντεψε να κλείσει η φωνή μου, ούρλιαζα με ανοιχτή πόρτα. (εντελώς σεξιστικό και άδικο και ανοίγει η κουβέντα στα γυναικεία θέματα αλλά όχι ακόμα, όταν το αποφασίσω)

    Έχει σχέση το πάχος με την ώρα προσέλευσης; Πώς δεν έχει; Όλα έχουν. Στο δημοτικό ήμουν όταν γυρνούσα βράδυ από το φροντιστήριο Αγγλικών με παρέα. Ένα βράδυ γύρισα και έδωσα τα ρέστα από τα δίδακτρα στον μπαμπά μου, ο οποίος μόλις διαπίστωσε ότι είχαν κάνει λάθος και μου είχαν δώσει 100 δραχμές παραπάνω μου είπε «αφού δεν το πρόσεξες εκείνη την στιγμή να τους δώσεις τα λεφτά τους πίσω, τρέχα τώρα να τα δώσεις». Και τι δεν είπα, ότι νύχτωσε, ότι έχει κρύο, ότι θα πάω μεθαύριο που έχω μάθημα. «Όχι, θα πας τώρα». Έκλαιγα σε όλη την διαδρομή τρέμοντας από τον φόβο και όταν έφτασα στο φροντιστήριο και τους πέτυχα στο κλείσιμο, οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να το χωνέψουν.

    Ευτυχώς γίναμε σωστοί άνθρωποι, ε; Μάθαμε να δουλεύουμε για δύο, να παράγουμε για δύο, να σκεφτόμαστε για δύο, να τρώμε για δύο και η ζωή να μας προσπερνάει λες και δεν είμαστε ούτε ένας, λες και δεν υπάρχουμε. Παράδειγμα φέρνω αλλά κατάλαβες εσύ τι θέλω να πω, όχι εσύ δεν κατάλαβες τίποτα και απορώ γιατί το διαβάζεις δηλαδή, η άλλη η χοντρή όμως ξέρει.

    Δεν γράφω για όλους, ούτε καν για όλες τις χοντρές, για σένα και για μένα γράφω. Για σένα που έχεις πλαντάξει από το κλάμα από τον χλευασμό και την απόρριψη για να σου πω ότι το ξέρω, και εγώ το ίδιο. Αν μπορούσα να λύσω έστω ένα πρόβλημα, όχι παραπάνω, αν πίστευα ότι μπορώ για παράδειγμα να πείσω τον κόσμο να μην ξανά ψηφίσει Χρυσή Αυγή, θα έγραφα γι’ αυτό, αλλά δυστυχώς δεν πιστεύω να καταφέρω τίποτα τέτοιο. Αν όμως μπορώ να σε ανακουφίσω έστω για λίγο, εσένα που με καταλαβαίνεις, που ξέρεις για ποιο πράγμα μιλάω, είναι μεγάλο κατόρθωμα για μένα. Και να σου πω ότι εγώ δεν κλαίω πια και είναι ωραία έτσι, μπορείς και εσύ να προσπαθήσεις. Και ας λένε ότι είμαι χαζή, έχω ακούσει και χειρότερα τόσα χρόνια χαχα!

  • Τότε που δεν υπήρχε το bullying ή σχετικά facebook events

    Περπατώντας χθες στο Σβωλοδρόμιο εντόπισα στα αριστερά μου μια οικογένεια άσχημων, πατέρας, μητέρα, 4 παιδιά, όλοι τους άσχημοι και ασουλούπωτοι και τα χάλια τους τα μαύρα (ναι, για σας λέω). Από την αντίθετη μεριά του δρόμου ερχόταν ένα κορίτσι κατηγορία καλλονής, πρόσωπο που δεν το ξεχνάς. Αυτή η πραγματικά σπάνιας ομορφιάς νεαρή είχε πολλά κιλά. Δεν ξέρω πώς γίνεται να σε προσπεράσει αυτό το κορίτσι και να μην τυφλωθείς από την ομορφιά της αλλά να που γίνεται διότι μόλις μας πλησίασε η οικογένεια των τεράτων* κάτι είπαν δείχνοντας την, γέλασαν, το κορίτσι κατέβασε τα μούτρα, συντονίστηκα εγώ με την πίκρα της και κάπου εδώ χρειάζομαι νομική συμβουλή καθώς δεν ξέρω την επόμενη φορά τι μπορεί να κάνω και αν στέκεται υπόθεση “χοντρή εν βρασμώ ψυχής όμως σε σημείο βρασμού που έσκασε και πήρε παραμάζωμα όποιον ανεγκέφαλο βρέθηκε μπροστά της”.

    Γύρισα από διακοπές και δεν είμαι καλά. Η χοντρή είχα πάει στο Λονδίνο, σ’ αυτή την πόλη που δεν υπάρχουν χοντροί, κοντοί, κουτσοί, αδερφές, λεσβίες, δεν υπάρχουν ταμπέλες, υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι δεν ξέρω καν αν καταλαβαίνουν τι σημαίνει bullying που είναι και στην γλώσσα τους, ενδεχωμένως να θεωρούν ότι είναι ελληνική λέξη όπως πιστεύουν για όλες τις δύσκολες λέξεις που έχουν στην γλώσσα τους και δεν καταλαβαίνουν από πού βγαίνει και τι σημαίνει ακριβώς. 10 μέρες ΘΕΑ ρε φίλη, αυτό ήμουν, για 10 μέρες ΘΕΑ. Φορούσα ό,τι ήθελα και αυτά που φορούσα δεν ήταν τίποτα σε σχέση με αυτά που φορούσαν οι υπόλοιποι. Το κόκκινο εφαρμοστό φόρεμα που μόνο μια φορά έχω βάλει εδώ έξω και εκείνο το βράδυ ήρθε να μου μιλήσει το πιο εκκεντρικό και ασυμβίβαστο πλάσμα που κυκλοφορούσε στην πόλη, οι υπόλοιποι γελούσαν. Λες και τι έκανα; Και γαμώ τις επαναστάσεις, μια κόκκινη μακρυά φανέλα. Εκεί και ποιος δεν ήρθε να μου μιλήσει, να γνωριστούμε, να βγούμε, μου ζητούσαν να με βγάλουν φωτογραφίες όχι ως εκκεντρική, ως μια γυναίκα όπως τόσες άλλες.

    Είμαι πάρα πολύ θυμωμένη για τόσα πολλά ζητήματα όπως κάθε φορά που επιστρέφω από το εξωτερικό, αλλά τώρα με το ζόρι να σηκωθώ από το κρεβάτι. Δηλαδή δεν μας φτάνει που έχουμε ένα σωρό προβλήματα σε αυτό το τόπο έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τους κάφρους. Και γιατί να είναι στόχος η χοντρή; Δεν καταλαβαίνω. Μια αδύνατη είναι αδύνατη και μια χοντρή είναι χοντρή, γιατί εμπνέει χλευασμό η δεύτερη; Είμαι χοντρή; Ναι. Σε αφορά; Όχι.

    «- Γιατί κλαις παιδί μου; Τι έγινε;

    – Γιατί τα παιδιά στο σχολείο κορόιδεψαν την Ντίνα.»

    Ασφαλώς και υπάρχουν και άλλα σοβαρά θέματα, που αφορούν μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων ή μια άλλη ομάδα ανθρώπων, εγώ όμως, για την ώρα, γράφω για αυτό το συγκεκριμένο, ιστορίες για εμάς τις χοντρές.

     

    (*Προφανώς και δεν χαρακτηρίζω ανθρώπους τέρατα εκτός και αν αισθανθώ ότι είναι.)

  • Μια όμορφη ιστορία: «Σβωλοδρόμιο»

    Μεγάλωσα σε μία γειτονιά στην Ανατολική Θεσσαλονίκη, στην ίδια γειτονιά που μεγάλωσε η μαμά και ο παππούς. Πήγα δημοτικό σχολείο στο ίδιο σχολείο με την μαμά και τον παππού με μόνη διαφορά, όπως μου είχε πει ο παππούς, «εδώ που περιμένετε εσείς να περάσουν τα αυτοκίνητα για να πάτε απέναντι στο σχολείο, εμείς περιμέναμε να περάσουν τα τανκς των Γερμανών». Με όσα πρόλαβε να πει ο παππούς εγώ έγραφα τις καλύτερες εκθέσεις στο σχολείο. Σε εκείνη την γειτονιά λοιπόν, όλοι ήξεραν τα πάντα για όλους, ήταν διπλανά σπίτια και τα προβλήματα θαρρείς γλιστρούσαν από την μια αυλή στην άλλη και με αυτό τον τρόπο σαν να χάνονταν μέσα στους θάμνους. Ήξερα από ποια θα φάω τα πιο νόστιμα σαρμαδάκια και η θεία Κατίνα, έτσι την φώναζα, ήξερε με ποιον τρόπο θα έτρωγα την μαγειρίτσα και ενώ μπορεί να μαγείρευε ολόκληρο πασχαλινό τραπέζι για την οικογένεια της θα είχε πάντα για μένα μια ξεχωριστή κατσαρόλα μαγειρίτσα το βράδυ της Ανάστασης. Τις Τσικνοπέμπτες η μητέρα μου οργάνωνε πάρτι στην είσοδο της οικοδομής για τους ενοίκους, που στην συνέχεια εξαπλώθηκε και στην υπόλοιπη γειτονιά. Γειτονιά.

    Τα χρόνια πέρασαν, άλλαξα διάφορα σπίτια και πριν από 6 χρόνια μετακόμισα στο κέντρο της πόλης, αυτό που λέμε καράκεντρο Θεσσαλονίκης, στο αγαπημένο Σβωλοδρόμιο. Ξέρουμε πως το κέντρο της Θεσσαλονίκης δεν είναι δα Μανχάταν αλλά και πάλι είναι το κέντρο της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης στην χώρα. Η Αλεξάνδρου Σβώλου είναι ένας πανέμορφος δρόμος. Το δείπνο της Άνοιξης τι είναι; Μια όμορφη ιστορία.

    Τους γνώρισα στην διοργάνωση του 4ου Δείπνου. Είδα μια ανακοίνωση-κάλεσμα στο facebook και πήγα στην δημοτική βιβλιοθήκη. Δεν γνώριζα κανέναν. Ξεκίνησε η συνέλευση και πολύ σύντομα άκουσα τον ένα να τον φωνάζουν Συνεφάκη, τον άλλο Νάνο. «Με συνθηματικά συνεννοούνται εδώ; Θα πρέπει να βρω και για μένα ένα;» αυτό σκέφτηκα αλλά δεν ήταν έτσι. Ο κ. Συνεφάκης και ο κ. Νάνος είναι δύο από τους καταπληκτικούς μου γείτονες αλλά τώρα φαντάσου να μπαίνεις σε μια συνέλευση που δεν ξέρεις κανέναν και να ακούς ο Συνεφάκης (ακαδημαικός) και ο Νάνος (μηχανικός). Έχω δει χέρια να χτυπούν στο τραπέζι για το πώς θα κόψουμε τις κορδέλες, έχω βρεθεί σε κορύφωση καβγά λίγο πριν πιαστούν στα χέρια που ακούγεται η φωνή της Κατερίνας Γ. «μήπως υπάρχει ένταση στην ατμόσφαιρα;». Προεδρεύει της συνέλευσης ο Αντώνης Κ.

    Γιώργος Ν. –θέλω τον λόγο

    Αντώνης Κ. –δεν σου τον δίνω

    Γ.Ν. –θα τον πάρω μόνος μου

    Α.Κ. –και εγώ τι κάνω εδώ; Τον μαλάκα;

    Γιώργος Σ. –το «μαλάκας» δεν είναι ακαδημαικός όρος, δεν θα ήθελα να χρησιμοποιείται στην συνέλευση

    Είδα ανθρώπους να μπαίνουν με το 100% του εαυτού τους σε συνελεύσεις ανοιχτές για βασίλισσες και για προς τα που τερματίζει από αριστερά; ε, και ακόμα παραπέρα. Την Γειτονιά της Αλεξάνδρου Σβώλου μπορείτε να την βρείτε στην σελίδα τους στο facebook. Το Δείπνο της Άνοιξης είναι μεγάλη γιορτή δρόμου, όπου όλοι είναι προσκεκλημένοι να μαγειρέψουν και να κατέβουν στον δρόμο, που κλείνει εκείνη την μέρα για τα αυτοκίνητα, για να δειπνήσουν με τους γείτονες. Εκτός από το Δείπνο η ομάδα κατάφερε να δημιουργήσει στο κέντρο της πόλης ένα πάρκο τσέπης. Επίσης, υπάρχουν δράσεις προφορικής ιστορίας καθώς και λέσχη ανάγνωσης και δεν ξέρω ίσως τι άλλο, δεν είμαι μέσα στις δράσεις πια. Για όλα αυτά τα πολύ όμορφα και που δεν είναι καθόλου απλά και απαιτούν πολύ δουλειά, μπορείτε να ενημερωθείτε από το ίντερνετ, η ομάδα είναι ιδιαίτερα εξωστρεφής, δεν θα είναι δύσκολο να ενημερωθείτε για τις δράσεις τους.

    Σήμερα το πρωί συνάντησα στην Σβώλου την Κατερίνα και όπως είπε και εκείνη «τι ωραία να βγαίνεις από το σπίτι και να συναντάς τους γείτονες σου» έτσι είναι, η γειτονιά είναι σπουδαία υπόθεση. Αυτές τις στιγμές που όλοι χρειαζόμαστε να σκεφτούμε αισιόδοξα και να πιστέψουμε στον συνάνθρωπο σκέφτηκα πως η τελευταία φορά που πίστεψα στους ανθρώπους ήταν όταν μπήκα σε αυτή την ομάδα, στην Γειτονιά της Αλεξάνδρου Σβώλου. Στο μεταξύ έφυγα, «ανάποδος χρόνος 13 μήνες» έτσι με φωνάζει ακόμα και σήμερα η μαμά, για λάθος λόγους έφυγα, αλλά ήταν για καλό, λυπάμαι που στενοχώρησα κάποιους όμως και γι’ αυτό ζητώ συγνώμη. «Earth is a forgiveness school, it begins with forgiving ourselves», Anne Lamott. Καλή συνέχεια ομάδα!

    Υ.Γ. Η φωτογραφία είναι από την στάση των λεωφορείων κάτω από το σπίτι του κ. Συνεφάκη που κάποιος, κάποτε δεν ξέρω την ιστορία ακριβώς, την ζωγράφισε. Έχουμε ρίξει και γέλια σ’ αυτήν την γειτονιά, να μην ξεχνιόμαστε.

  • Όταν η χοντρή γνώρισε τον Λουίτζι Πιραντέλο.

    «Έτσι είναι αν έτσι νομίζεις». Μισό γιατί εδώ τώρα έχει ζουμί. Δηλαδή τι; Αν δεν το νομίζω δεν θα είμαι πια χοντρή; Και δεν θα πρέπει να ζυγίζω το πρωί 40 γρμ βρώμη; Τέρμα οι δίαιτες; Τόσο απλά; Δεν το νομίζω, δεν είμαι, λιβντ χαπιλι εβερ αφτερ; Και θα μπαίνω και σε εκείνο το παντελόνι που μου πήγαινε τόσο πολύ; Πιραντέλο, όχι Χάρυ Πότερ.

    Όταν ήμουν παιδί με έσερνε ο θείος μου ο Πάνος στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, έχω δει ότι κουλαμάρα έχει προβληθεί σε μεταμεσονύχτιες προβολές σε αίθουσες που σήμερα είναι είτε σούπερ μάρκετ είτε γκαράζ. Άσχετο, αλλά πολλές φορές περνώντας έξω από αυτούς τους χώρους με θυμάμαι μικρό κορίτσι να κάθομαι και να μισοκοιμάμαι, περνάω από έξω και με θυμάμαι εκεί μέσα που τώρα είναι είτε αυτοκίνητα είτα ράφια. Έτσι μεγαλώνοντας στην Θεσσαλονίκη το Φεστιβάλ  Κινηματογράφου έγινε ετήσιο ραντεβού, πρόγραμμα, κάρτα μέλους και ταινίες από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Μια χρονιά, μεγάλη πια, μπαίνω να βγάλω την κάρτα και τον βλέπω. Στέγνωσε το στόμα μου και τώρα που τον θυμάμαι το ίδιο συμβαίνει. Μελαχρινός, μαύρα μάτια, υπέροχο χαμόγελο, γλυκός, ευγενικός, ψηλόλιγνος. Τον συναντούσα κάθε μέρα, ήταν στα εκδοτήρια, κουβεντιάζαμε για τις ταινίες, ποιες είδα, τι μου άρεσε, τι πρόλαβε να δει και εκείνος, ε, τι άλλο θέλει η χοντρή για να ερωτευτεί στα 20 κάτι; Τι θέλει; Να έχει αυτοπεποίθηση και να μην είναι ο άλλος ψηλόλιγνος. «Σιγά να μην ενδιαφερθεί ποτέ αυτός για μένα την χοντρή.»

    Μερικούς μήνες μετά το φεστιβάλ, χειμώνας ήταν, τον συνάντησα πάνω στην Μητροπόλεως. Ήταν αγκαλιά με την κοπέλα του η οποία μάλλον είχε διαβάσει Λουιτζι Πιραντέλο πριν από μένα, μπράβο στο κορίτσι. Την θυμάμαι ακόμα μέσα στο ροζ παλτό της να λάμπει και εκείνον να την κοιτάει όλο λατρεία. Έχετε προσέξει πως κοιτάει ο Πρίγκιπας Χάρυ την Μέγκαν σαν χαλβάς; Ακριβώς το ίδιο. Την κρατούσε αγκαλιά τόσο σφιχτά λες και φοβόταν μην του την πάρει κανείς και ήταν ένα κάπως αστείο θέαμα γιατί αυτός ήταν ψηλός και εκείνη αρκετά πιο κοντή, για να την αγκαλιάζει ήταν διπλωμένος στην μέση. Αυτή η κοπέλα ήταν 3 φορές εγώ σε κιλά. Πάγωσα στην άκρη στο δρόμου, καθόμουν και τους κοιτούσα έως ότου χάθηκαν στο σκοτάδι.

    Οπότε έτσι είναι αν έτσι νομίζεις δεν σημαίνει ότι θα μπεις στο παντελόνι που δεν σου χωράει πια, γι’ αυτό τον σκοπό θα συνεχίσεις να ζυγίζεις 40 γρμ βρώμη. Αν εσύ πιστεύεις όμως ότι είσαι γυναίκα που αξίζει να αγαπηθεί, τότε έτσι θα γίνει, προφανώς και δικαίως και ακριβώς όπως συμβαίνει με τους άλλους ανθρώπους. Αν εσύ πιστεύεις ότι η αξία σου σαν άνθρωπος είναι αντιστρόφως ανάλογη του βάρους σου τότε δυστυχώς έτσι θα είναι. Αν εσύ τον βλέπεις και σκέφτεσαι «σιγά μην γυρίσει να κοιτάξει εμένα», έτσι θα γίνει και πάλι. Οι λέξεις έχουν δύναμη και οι σκέψεις μας το ίδιο. Αυτά που λέμε και σκεφτόμαστε τα ακούει και τα σκέφτεται πριν απ’ όλους ο δικός μας εγκέφαλος οπότε η φρασεολογία που χρησιμοποιούμε για τον εαυτό μας είναι ιδιαίτερη σημαντική. Επιλέγω την διάθεση μου όπως επιλέγω τα ρούχα που θα φορέσω, μην βάλω ότι να ναι διάθεση σήμερα, ναι; Διότι με τον τρόπο που αντιμετωπίζω τον εαυτό μου ασυναίσθητα προγραμματίζω και τον τρόπο που θα με αντιμετωπίσουν και οι άλλοι. Στην εσωτερική διαπραγμάτευση πρέπει να είμαι πάντα νικήτρια. Λέξεις κλειδιά: νευρογλωσσικός προγραμματισμός, αυθυποβολή, αυτοκεραύνωση, αυτομαστίγωση, αυτοεκπληρούμενη προφητεία, μαθηματικά, μια ζωή είναι θα περάσει, ας περάσει όσο πιο όμορφα μπορούμε.

  • Το αθάνατο ελληνικό καλοκαίρι και η χοντρή (ευτυχώς υπάρχουν και οι χειμερινές διακοπές)

    Πριν μερικά χρόνια είχα γνωρίσει τον ξάδερφο μιας φίλης μιας ξαδέρφης μου. Αν με πετύχεις σε κλειστό χώρο, ντυμένη και με κέφια με λες και γοητευτική. Υπάρχουν πολλές πιθανότητες να γελάσουμε, να κουβεντιάσουμε, να μάθεις ίσως κάτι καινούριο για θέματα που αφορούν το θέατρο, σινεμά, μουσική, λογοτεχνία, πολιτική, άγνωστους πολιτισμούς, εν συντομία κάποια από τα ενδιαφέροντά μου. Ακριβώς αυτό συνέβη και με τον ξάδερφο, γνωριστήκαμε, τα είπαμε, «θέλει να σε ξαναδεί» μου είπε η ξαδέρφη μου όλο χαρά, «Μας κάλεσε στο σπίτι του στην θάλασσα! Μπάνιο, φαγητό, να μείνουμε εκεί… ε, καταλαβαίνεις».

    Τι να βάλω άραγε για πρώτο ραντεβού ώστε να μην με θεωρήσει ούτε εύκολη ούτε θεούσα; Ολόσωμο ή μπικίνι; Είμαστε με τα καλά μας; Ραντεβού με μαγιό; Δεν πάω, δεν θα ‘ρθω , ξεχάστε το. Βρε, καλή μου, βρε, χρυσή μου… Όχι. Τηλέφωνο μετά από μέρες. «Λοιπόν Άννα άκου, βρήκαμε με τον Δημήτρη (ο φίλος της ξαδέρφης μου) μια παραλία αρκετά κοντά στο σπίτι του για να πάμε να κάνουμε ένα μπάνιο αλλά όχι τόσο κοντά ώστε να μας πετύχει. Είναι απόμερη και θα δυσκολευτούμε να φτάσουμε γιατί αν πάμε από τον κεντρικό μπορεί να μας δει, οπότε θα πάρουμε έναν χωματόδρομο και θα κατεβούμε έναν γκρεμό και αν δεν σκοτωθούμε θα βγούμε στην παραλία, κάνουμε μια βουτιά και όταν σκοτεινιάσει τάχα εντελώς τυχαία θα περάσουμε από το σπίτι του. Ε; τι λες;»

    Τέλειο. Άσε που μπορεί και να σκοτωθώ στον γκρεμό οπότε ακόμα καλύτερα. Φτάσαμε και ήταν ακριβώς όπως μου το είχαν πει. Δυσεύρετο και δύσβατο και απόμερο, δεν σκοτωθήκαμε και φτάνοντας εκεί κάτω ήμασταν πραγματικά μόνοι μας. Από τις καλύτερες στιγμές που έχω να θυμάμαι δίπλα στην θάλασσα. Ο Δημήτρης, ω! τι διακριτικός, βούτηξε και εξαφανίστηκε αμέσως. Όπως απολάμβανα εντελώς νωχελικά την αίσθηση του σχεδόν γυμνού κορμιού μου στην θάλασσα, την μυρωδιά της αλμύρας, τον ήχο του κύματος που πολύ γλυκά έσκαγε πάνω μου, βλέπω κάτι να πλησιάζει. Τι στο καλό, είπα, αυτός δεν είναι ο Δημήτρης; Ποιος χάθηκε να μας βρει εδώ στο πουθενά; Ο ξάδερφος. Της φίλης της ξαδέρφης μου. Βγήκε χαμογελαστός μέσα από το νερό και εγώ από το σοκ δεν μπορούσα να μιλήσω αν και κατά βάθος το μόνο που ήθελα ήταν να τον βρίσω. Νομίζω πρέπει να φαινόταν στα μούτρα μου. «Κολυμπούσα, ξανοίχτηκα και όταν είδα κόσμο εδώ, είπα ποιος τρελός κατέβηκε από εκεί πάνω, θα πάω να δω!» Περιττό να πω πως ήταν πολύ αργά για να ντυθώ, περιττό επίσης να πω ότι ήταν η τελευταία φορά που είδαμε τον ξάδερφο.  Τόσο καλά οργανωμένο και εκτελεσμένο σχέδιο και εκείνος βγήκε μέσα από την θάλασσα ρε φίλη…

     

    Ένα ακόμα καλοκαίρι από εκείνα που περάσανε.  Ήταν ο φίλος μου ο Γιάννης δόκιμος στον στρατό και πήγα με παρέα βόλτα στην Ξάνθη να τον δούμε. Φτάνουμε και ο Γιάννης λέει ότι κανόνισε να πάμε για ράφτινγκ! Τέλειο! Γιατί ενθουσιάστηκα; Επειδή δεν ήξερα. Πραγματικά πολύ ενθουσιασμένη όπως και οι υπόλοιποι, πήγαμε στο σημείο συνάντησης όπου μας έκαναν ένα εισαγωγικό σεμινάριο και εγώ το φυτό και η καλή μαθήτρια κρατούσα και σημειώσεις. «Τώρα περάστε να βάλετε τις στολές» Έλα μου; Τι στολή; Ολόσωμη και κολλητή. Σοκ. Ντύθηκαν όλοι, βγήκαν έξω, έμεινα με τον Γιάννη.

    -Γιάννη μου όπως καταλαβαίνεις δεν μπορώ να το φορέσω αυτό. Θα μείνω εδώ να σας περιμένω να επιστρέψετε.

    -Βρε, Άννα; Μόνη σου όλη μέρα στην ερημιά;

    -Δεν με πειράζει καθόλου! Κοίτα τι ωραία που είναι εδώ! Μια χαρά θα περάσω!

    Μπαίνει ο αρχηγός της ομάδας, μας ακούει και με απειλεί πως ή θα την φορέσω μόνη μου με το καλό ή θα με γδύσει εκείνος, πάντως εκεί αποκλείεται να έμενα, το έκανε σαφές.

    -Βρε, Άννα, ποιος θα σε δει εδώ πάνω; Και κυρίως ποιος θα σε ξαναδεί; Είπε ο Γιάννης σε μια προσπάθεια να σβήσει την απόγνωση από τα μούτρα μου. Μετά είπε και διάφορα άλλα χαζά, όπως ότι «σου πάει μούρλια! Να πάρεις μία να φοράς και στην πόλη!».

    Με τα λίγα, τα πολλά, με τον αρχηγό να μου φωνάζει, με μόνη παρηγοριά την πεποίθηση ότι δεν θα ξαναδώ κανέναν την φόρεσα και μπήκαμε στα αυτοκίνητα για να ανεβούμε πιο ψηλά στον ποταμό, από εκεί στις βάρκες ώστε να κατεβούμε και να επιστρέψουμε στην βάση. Σταματούν τα αυτοκίνητα και κατεβαίνοντας βλέπω να ξεφορτώνουν από το διπλανό όχημα κάμερες. Ποια συμφορά μπορεί να με βρήκε πάλι μα τον Τουτάτη;

    -Τα παιδιά είναι συνεργείο από την ΕΡΤ, θα τραβήξουν την κατάβαση για την εκπομπή…

    -Ποια ΕΡΤ; Πανελλαδική εμβέλεια;

    Δεν υπάρχει τρόπος να περιγράψω εκείνη την στιγμή, αλήθεια, η πραγματικότητα ξεπερνάει την φαντασία και τις δικές μου ικανότητες στον γραπτό λόγο. Το επιχείρημα «ποιος θα με δει; ποιος θα με ξαναδεί;»  κατέρρευσε μονομιάς και εγώ ένιωθα ξάφνου γυμνή ανάμεσα τους. Ποιος θα μας δει με την στολή; Όλη η Ελλάδα.

    Η εκπομπή προβλήθηκε, για έναν ανεξήγητο λόγο την είδαν όλοι και στην συνέχεια όλοι πήραν τηλέφωνο να με ρωτήσουν γιατί έκανα όπως έκανα πάνω στην βάρκα; Γιατί αυτό που έβλεπαν ήταν εμένα να κάνω κουπί σαν τρελή. Στην προσπάθεια να απομακρυνθώ από την κάμερα δεν αντιλήφθηκα ότι κατέβαλα τέτοια προσπάθεια που προφανώς δημιουργούσα το τέλειο πλάνο πάθους και πάλης με την ορμή του ποταμού που μόνο εμένα έδειξαν στην εκπομπή με την ολόσωμη και εφαρμοστή στολή.

    Από τότε διακοπές πηγαίνω μόνο στην Μύκονο. Σοβαρά, έχει λίγες μέρες που επέστρεψα. Όταν στο νησί είναι η Ρατατόφσκι ποιος θα ασχοληθεί με την χοντρή στην παραλία;

  • Είναι η «χοντρή» κακιά λέξη;

    Όχι.

    Όχι, Κώστα μου καθόλου και να με συγχωρείς.

    Για να μπορούν να μας παρακολουθήσουν και άλλοι, μεταφέρω αυτολεξεί τηλεφωνική συνομιλία με τον καλύτερο φίλο του ανθρώπου και δικό μου, τον φίλο μου τον Κώστα, η οποία έγινε πριν μερικά χρόνια και από τότε τον έχω μαστιγώσει αλύπητα και επανειλημμένα.

    -Αφού σου λέω δεν θυμάμαι τίποτα, έχω πρόβλημα με την μνήμη.

    -Οκ, Κώστα μου για να καταλάβω το μέγεθος του προβλήματος, τι χρώμα μάτια έχω;

    -Εεε… έλα ρε Άννα τώρα, αφού σου εξηγώ το πρόβλημα.

    -Κώστα; Τι ΧΡΩΜΑ μάτια έχω; Γαλάζια ή πράσινα;

    -εεε… εεεε…. Πράσινα;

    (χμ… δεδομένου ότι είναι καστανά, τίποτα κομπλικέ, δεν γίνονται μελιά με το φως του δειλινού, δεν σκουραίνουν σαν μαύρα διαμάντια, είναι καστανά όπως καφέ, όπως απλώς καστανά, συνέχισα να ρωτάω)

    -Κώστα μου να σε ρωτήσω, αν ας πούμε έπρεπε να με περιγράψεις σε κάποιον τι θα του έλεγες; Αν καθόμουν δηλαδή σε ένα μπαρ και θα ερχόταν να με συναντήσει ένας φίλος σου τι θα του έλεγες για να με αναγνωρίσει;

    -Ότι είσαι μία χοντρή με μεγάλα μάτια.

     

    Τόσο απλά. Τόσο απλά αυτή την μικρή προτασούλα ο καημένος την έχει πληρώσει και την έχει μετανιώσει και έχει ευχηθεί να μην το είχε πει, αλλά επειδή το έχει πει, έχει πολύ σκληρά μαστιγωθεί. Γιατί; Γιατί ενώ εσύ μπορεί να άκουσες αυτό:

    -Είναι αυτή που θα κάθεται στο μπαρ και δεν αγαπάει τον εαυτό της. Μια που δεν μπορεί να διαχειριστεί όσα της έφερε η ζωή παρά μόνο τρώγοντας γλυκά. Που και όταν στενοχωριέται και όταν χαίρεται γλυκό θέλει να φάει. Και είναι πολλά χρόνια που προσπαθεί, ναι, αλήθεια έχει κάνει τόσες πολλές δίαιτες, είναι η περίπτωση γιο-γιο, από εκείνες που βάζουν και βγάζουν 30 κιλά; Ε, αυτή παίζει γιο-γιο και με τα 50 κιλά. Θα την καταλάβεις μωρέ, είναι εκείνη που δεν μπορεί να διαχειριστεί το άγχος και το στρες χωρίς σοκολάτα. Που γενικά δυσκολεύεται πολύ με τους ανθρώπους, με όλων των ειδών τις σχέσεις και είχε και μια κολλητή που πέθανε και πάχυνε και μετά πάλι αδυνάτισε. Θα την καταλάβεις, είναι πολύ καλό παιδί και την αγαπώ πολύ αλλά εγώ όταν την σκέφτομαι, σκέφτομαι μια χοντρή και αυτό δεν σημαίνει ότι εγώ την απορρίπτω για αυτό τον λόγο, αλλά ότι εκείνη απορρίπτει τον εαυτό της για ακριβώς αυτό τον λόγο με μεγάλα μάτια.

    Ενώ εσύ, λοιπόν, μπορεί να άκουσες αυτό, ε, δεν είπε αυτό όμως. Είπε μια χοντρή με μεγάλα μάτια. Που ειλικρινά βρε Κώστα μετά από τόσα χρόνια και τόσο ξύλο που σου έχω δώσει για την πίκρα που πήρα από μόνη μου, μόνο μια ερώτηση έχω. Έχω εγώ μεγάλα μάτια; Πού τα είδες;

    Η χοντρή δεν είναι κακιά λέξη. Φορτισμένη με μιας ζωής ιστορίες και συναισθήματα είναι. Αν μπορούσα να μιλήσω στον 14 χρόνο εαυτό μου που έκλαιγε κρυφά και φανερά θα του έλεγα πως είμαστε όπως είμαστε. Και η ζωή είναι μία και είναι πολύ μικρή και θα σου φέρει τόσες χαρές και τόσες λύπες, ίσα βάρκα ίσα πανιά. Μην χάσεις χρόνο και ενέργεια με αυτό το θέμα. Να αγαπάς τον εαυτό σου και να αντιληφθείς την μοναδικότητα σου. Πάνω απ’ όλα να καταλάβεις ότι είσαι απλά ένας άνθρωπος που θα κάνει και λάθη και να θυμάσαι να συγχωρείς τον εαυτό σου για όσα από αυτά θα κάνει. Μην χάσεις χρόνο και ενέργεια με αυτό. Αξίζεις και αγάπη και έρωτα και η ζωή θα σου δώσει τόσο όσο θα διεκδικήσεις από αυτά. Μην χάσεις χρόνο και ενέργεια. Να θυμάσαι να φροντίζεις τον εαυτό σου και κυρίως να θυμάσαι πως η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου είναι η υγιής εκδοχή. Να βάλεις στόχο να απολαύσεις την ζωή και το φαγητό, να το αγαπήσεις, μόνο έτσι θα βρεις την ισορροπία. Και μην στενοχωρήσεις τον Κώστα όταν σε πει χοντρή κάποια στιγμή στο μέλλον, δίκιο θα έχει.

     

    Υ.Γ. Α, και εκεί στα 22 που θα σου προτείνουν να γίνεις μοντέλο στο Λονδίνο άρπαξε σε παρακαλώ την ευκαιρία γιατί αλλιώς θα πλησιάζεις τα 40 και θα θέλεις να σκοτώσεις τους συναδέλφους στο γραφείο που δεν θα σου φταίνε οι άνθρωποι, εσύ δεν θα θέλεις άλλο αυτή την δουλειά αλλά θα φοβάσαι να φύγεις γιατί θα ζορίζεσαι οικονομικά, γι’αυτό σου λέω, όταν σου πουν «έλα στο Λονδίνο να κάνουμε μια φωτογράφιση» να πεις ΝΑΙ.

  • Το αθάνατο ελληνικό καλοκαίρι (και ο θάνατος της χοντρής)

    Κοπεγχάγη, Σεπτέμβριος 2011. Έφτασα πρωί Σαββάτου και είχα ήδη κανονίσει καφέ με μια φίλη που σπούδαζε εκεί. Άφησα τα πράγματα στο ξενοδοχείο και βγήκα να την συναντήσω. Φτάνοντας στο σημείο συνάντησης τρομοκρατήθηκα και αποτραβήχτηκα σε μια άκρη διότι είχα την εντύπωση πως είχα πέσει πάνω σε street fashion show και ένιωθα πως ήταν μεγάλο λάθος που βρισκόμουν εκεί. Όταν με ξετρύπωσε η κοπέλα μου εξήγησε πως αυτό που έβλεπα ήταν Δανοί που έκαναν την βόλτα τους. Χρόνια μετά θυμάμαι σε ένα βιβλίο του τον Αύγουστο Κορτώ να γράφει πως οι Δανοί είναι οι πιο όμορφοι άνθρωποι στον κόσμο. Προσυπογράφω.

    Πόρτο, Νοέμβριος 2017. Ερωτεύτηκα μόλις πάτησα το πόδι μου εκεί. Έχοντας πει αυτό, που είναι η απόλυτη και απολύτου αλήθεια, μπορώ να πω πως οι Πορτογάλοι είναι το ακριβώς αντίθετο από τους Δανούς. Τους ερωτεύεσαι πάραυτα διότι είναι οι πλέον ερωτικοί. Αν υπάρχουν στερεότυπα για κάθε λαό, τότε οι Πορτογάλοι είναι άσχημοι, ερωτεύσιμοι όπως δεν είναι οι Δανοί, ευγενικοί, χαμογελαστοί, καταπληκτικοί επαγγελματίες, κάπως θλιμμένοι και όπως είναι από την φύση τους ευγενικοί από την ίδια φύση ορμώμενοι οι άνθρωποι φλερτάρουν. Από τον παππού που θα σε προσπεράσει στην ανηφόρα μέχρι τον νεαρό που θα σερβίρει τον καφέ, όλοι σου κλείνουν το μάτι με μια έκφραση απόλαυσης που σε αντικρίζουν. Καθόλου παραβατικά, κανείς δεν θα ενοχλήσει κανέναν, ένιωσα ανάμεσα τους χαρούμενη που υπάρχω και μοιράζομαι την ενέργεια τους, ένιωσα πως αυτοί οι άνθρωποι χαίρονται την ζωή κάθε στιγμή.

    Από Χαλκιδική; Τι ωραία περάσαμε στον Χολομώντα. Οι πιο όμορφοι δεν είμαστε, ούτε οι πιο άσχημοι, τα είπαμε, αυτή η τρέλα με το κορμί που επικρατεί στις ελληνικές παραλίες από πού μας φορτώθηκε; Από πού και ως πού δηλαδή περίμενες να παραταχθούν οι Σκλεναρίκοβες στην παραλία; Πού ζεις; Πού λέει ότι οι παραλίες ανήκουν στους γυμνασμένους;  Συγνώμη, έχω μια ερώτηση: ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΟΣ Ο -ΙΣΜΟΣ; Και γιατί οι άλλοι δηλάδη; Sexism, Racism, Ageism, ε προσθέστε και το περφεκτμποντισμ. Θυμάμαι μια φορά και έναν καιρό έναν αρχισυντάκτη τοπικής εφημερίδας, από αυτούς που ξεβλαχεύουν, πρώτα ξεβλάχεψε τη Βόρεια Ελλάδα και έπειτα έγινε λογοτέχνης, είχε γράψει μια φορά πως προσβάλλουμε την αισθητική του εμείς με την κυτταρίτιδά μας και να καθίσουν οι κυρίες με την κυτταρίτιδα σπίτι τους ή τέλος πάντων μακριά από την παραλία του. Αγαπητέ, εσείς και οι ομοϊδεάτες σας να πάτε να κάνετε μπάνιο στη Μπόρα Μπόρα. Στις ελληνικές παραλίες θα αντικρίσετε κυτταρίτιδα και επιπλέον κιλά πάνω στα κορμιά, στην Ελλάδα είμαστε, συμβαίνουν αυτά (έχω εξήγηση για την κυτταρίτιδα της Ελληνίδας, το πάχος είναι ταξικό, θα τα πούμε σε επόμενο επεισόδιο). Είχα και έναν μπόιφρεντ που δούλευε στην Σλοβακία, τις είχε βαρεθεί τις κούκλες, μέχρι και στον φούρνο σου έλεγε ο άνθρωπος πας και το καρβέλι στο δίνει τοπ μόντελ, νισάφι! Κατάλαβες τι έπαθε όταν είδε εμένα.

    Κάνω την χαλαρή και κουλ λες και είμαι πάνω από το θέμα, ότι κάνω πλάκα επειδή εγώ δεν έχω ευχηθεί ποτέ να πάω θάλασσα και να βγάλει απαγορευτικό, επειδή ας πούμε δεν έχω συναισθηματική εμπλοκή και ότι μόνο στην σκέψη ότι πρέπει να ψάξω το μαγιό δεν χαλάει η διάθεσή μου. Εγώ, κρίση πανικού και κλάματα; Ότι δεν χάνω εγώ την προσωπικότητα μου την ώρα που με κοιτούν και με χλευάζουν. Ότι δεν ξεχνάω όλα όσα για τα οποία έχω προσπαθήσει και τα έχω καταφέρει στην ζωή μου, ότι ακόμα δεν ξεχνάω ότι έχω κάνει την διαφορά στην ζωή κάποιων ανθρώπων και ότι εκείνοι προφανώς με αγαπούν περισσότερο απ’ όσο εγώ τον εαυτό μου;  Ότι δεν είμαι εγώ σαν Μεγάλη Παρασκευή στην σκέψη ότι θα πάμε για μπάνιο και πρέπει να βγάλουμε τα ρούχα μας; Ότι εγώ που μεγάλωσα και έζησα μέχρι σήμερα στην Ελλάδα δεν έχω να θυμάμαι ούτε μία ευτυχισμένη μέρα στην θάλασσα, ίσως να με θυμάται η μαμά μου μωρό να παίζω στην άμμο, δεν ξέρω. Μάλλον όλα αυτά δεν έχουν σχέση με εμένα. Όλα έχουν. Σχέση με μένα την χοντρή.

    Λόγω ομφαλοσκόπησης και ναρκισσισμού, σε αυτή την σειρά των κειμένων όταν αναφέρομαι στην χοντρή, να είναι σαφές πως αναφέρομαι στην χοντρή που βλέπω στον καθρέφτη. Τώρα πάλι ίσως αυτά που σκέφτομαι και γράφω να θυμίζουν κάτι σε κάποια. Ίσως να θυμίζουν και σε κάποιον άλλον μια φίλη που για κάποιον λόγο δεν μπορούσε ούτε αυτή ούτε καμία φορά να πάει για μπάνιο.

    Του μπι κοντινιουντ.

     

    Υ.Γ. Μιλώντας για μικρά μαύρα φορέματα: είχε μια ζέστα την περασμένη Παρασκευή, δεν άντεχα να βάλω πάλι τζιν παντελόνι. Έχω κάνει το ντουζ μου, μοσχοβολάω μανταρίνι, λάιμ και βασιλικό, τελείωνε και η βδομάδα, μέσα στην χαρά εγώ «α! να βάλω το μικρό μαύρο μου φόρεμα να είμαι άνετη και ωραία». Βγαίνω και είμαι σε εκείνη την σπάνια διάθεση «άι εμ δεν κουίν οφ δε γουόρλντ!» ώσπου μου φωνάζει μια ηλικιωμένη στον δρόμο «καλέ εσύ! Βγάλτο αυτό που φοράς και δώστο μου! Θα πεθάνω και δεν θα έχω ένα μαύρο φόρεμα να με θάψουν!». Μικρό μαύρο φόρεμα χοντρής τύπου σάβανο, ό,τι πρέπει για το νεκροκρέβατό σας!

  • Το μικρό μαύρο φόρεμα και η χοντρή

    Το μικρό μαύρο φόρεμα της χοντρής θα είναι οπωσδήποτε λίγο μεγαλύτερο από μικρό αλλά δεν θα είναι μόνο αυτό. Θα έχει πλουμιστά λαχούρ ντεσέν και φανταχτερούς φιόγκους, θα έχει κεντημένα φλαμέγκο με πούλιες σε ένα διακριτικό φλούο ματζέντα…

    -Μαύρο είπαμε.

    -Ναι, αλλά είναι για την χοντρή οπότε άφησε με λίγο να συνεχίσω.

    Το μικρό μαύρο φόρεμα της χοντρής δεν θα είναι ούτε μικρό ούτε μαύρο. Για λόγους που δεν μπορώ να εξηγήσω η χοντρή είναι καταδικασμένη να φαίνεται από μακριά όχι λόγω μεγέθους αλλά κυρίως λόγω του ότι τα ρούχα της φωσφορίζουν, φέγγουν, βγάζουν μάτι, πώς το λέτε εσείς; Να το πω και εγώ για να συνεννοηθούμε. Η χοντρή, εκτός όλων των άλλων πρακτικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει (π.χ. χθες το βράδυ στο θέατρο ήταν μία κυρία που περίμενε όλο τον κόσμο που καθόταν στην σειρά της για να ρωτήσει δυνατά «θέλετε να περάσετε εσείς μέσα; Εγώ είμαι ΧΟΝΤΡΗ και δεν βρήκα εισιτήριο να καθίσω στην άκρη, αν μπω θα σας ενοχλώ» Πρέπει να το είπε τουλάχιστον 15 φορές και εγώ ήμουν έτοιμη να βάλω τα κλάματα γιατί μετά από τόσους μήνες δίαιτα, τώρα μπορώ να καθίσω στο κέντρο να απολαύσω παράσταση) εκτός αυτών δυσκολεύεται να βρει ρούχα. Τι σου κάνει εντύπωση; Πίστευες πραγματικά ότι όλες είμαστε κακόγουστες; Γι’ αυτό ντυνόμαστε έτσι; Η χοντρή είναι καταδικασμένη στην κακογουστιά. Υπερβάλλω; Δεν είναι έτσι; Δεν υπάρχουν επιλογές; Φυσικά και υπάρχουν.

    -Πόσο έχουν;

    -ΠΟΣΟ;;;;;;;

    Ακριβώς τόσο. Η χοντρή λοιπόν ή θα συμβιβαστεί με την κακογουστιά ή θα αναγκαστεί να πληρώσει το τίμημα των κιλών της με κόστος που ακολουθεί γεωμετρική προόδο (που ούτε εγώ κατάλαβα ποτέ ακριβώς πως λειτουργεί αυτή η προόδος, χοντρικά είναι αυτό που αρχίζουν και ανεβαίνουν τρελά οι αριθμοί) όσο ανεβαίνει το νούμερο του ρούχου, τόσο βλέπεις το κόστος να εκτελεί μια ξέφρενη ανοδική πορεία. Από ΧS-L υπάρχει μια τιμή, από το XL και πάνω, τιμωρία.

    Πριν δέκα περίπου χρόνια, πριν σκάσει η κρίση στην χώρα μας είχαν εισέλθει σκανδιναβικές εταιρείες ρούχων στην ελληνική αγορά. Προσοχή τώρα. Σκανδιναβικό ντιζάιν, σε όλα τα νούμερα, μια τιμή για όλους. Ακόμα παλεύω να ξεχρεώσω την πιστωτική. Ο διψασμένος μπροστά σε όαση στην έρημο. Με τις πωλήτριες είχαμε γίνει φίλες, τόσα χρόνια μετά ακόμα χαιρετιόμαστε.

    Έχω δώσει 70 ευρώ για ένα λευκό t-shirt, τύπου λαϊκής, τύπου φανέλα από εκείνες που μας κυνηγούσε η μαμά να φορέσουμε, τότε δεν την φορούσα, μετά την χρυσοπλήρωσα. Αφού δεν μου έκανε εκείνο των 5,99. Είναι καλύτερα τα πράγματα σήμερα; Ναι, είναι αλλά και πάλι με μια πρόχειρη ματιά στις ιστοσελίδες των εταιρειών που διαθέτουν plus size (όρος και αυτός…) θα δεις ότι στην καλύτερη περίπτωση αποφύγαμε το σούργελο, είναι όμως τα ίδια ρούχα που βγαίνουν μέχρι Large; Όχι. Γιατί ρε φίλε; Θέλω εκείνο το απλό γαλάζιο πουκάμισο στο νούμερο μου. Γιατί όχι; Γιατί;;;;;;

    «Γιατί δεν κάνεις δίαιτα να τελειώνεις, πρόβλημα είναι τώρα αυτό;»

    Όταν αποφάσισα να γράψω για τις εμπειρίες μου από την ζωή ως κορίτσι με κιλά μου βγήκαν αβίαστα τα πρώτα 24 θέματα. Ένας φίλος με ρώτησε «Μα γιατί δίνεις τόση σημασία σ’αυτό;» Ακόμα γελάω. Αυτά που σκέφτομαι να γράψω λοιπόν είναι ιστορίες από την εμπειρία μου στην ζωή ως κορίτσι με κιλά, για τον Μαρξ, την ερωτική Θεσσαλονίκη, τον ΠΑΟΚ, παράπονο αβάσταχτο που πέθανε ο Άντονυ στην Κάντυ Κάντυ και άλλες ιστορίες που μπορεί να έχουν ή να μην έχουν κανένα ενδιαφέρον, πάντως για να σας προλάβω, η δίαιτα είναι μία κάποια λύση αλλά δεν είναι η λύση.

    Στο επόμενο επεισόδιο θα παρακολουθήσουμε «Το αθάνατο ελληνικό καλοκαίρι και ο θάνατος της χοντρής».