Author: Γιώργος Ν. Ευσταθίου

  • Ο μέγας θυμός

    Ο ΜΕΓΑΣ ΘΥΜΟΣ

    Πέρασα άγριο θυμό, μέγα. ‘Ενιωσα τρόμο
    όπως περνάει ο άνθρωπος ένα βαθύ ποτάμι
    φορτωμένο από μπόρα δυνατή το καλοκαίρι
    κινδύνεψα να βγώ στην άλλη όχθη, απέναντι
    ώσπου, πιάστηκα απ’ το κλαδί που άπλωσες
    όταν από το πουθενά φάνηκε το χέρι σου
    το φιλημένο χέρι σου, το κοφτερό μαχαίρι.

     

    Από την συλλογή «Η τρυφερότητα των άκρων» των εκδόσεων «Οδός Πανός» (2016). 

     

  • Έφτασα μέχρι το κουκούτσι, ήταν σκληρό και άθραυστο, εδώ σε
    θέλω, σκέφτηκα και το κατάπια. Βρήκα τον τρόπο για να σ’ έχω.

  • Το ουράνιο τόξο

    στον Δημήτρη Σαββίδη

    ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ

    Έκλαιγα όλη νύχτα εχθές, ήταν σα δυνατή νεροποντή, ξεπλύθηκα
    η μόνη ίσως διαφορά, ποτέ στα μέρη μας δε βγαίνει ουράνιο τόξο.

     

    Από την συλλογή «Η τρυφερότητα των άκρων» των εκδόσεων «Οδός Πανός» (2016)

     

  • Το λεπταίσθητο άρωμα σαν αδιόρατη λεπίδα, κάθε που έσκυβα
    στο μέρος σου με ακολουθεί. Κι αιφνίδια με συνεπαίρνει εκείνο
    το ανελέητο του δέρματος το άρωμα. Του δέρματος το κάλλος.

  • Όταν οι προβολείς, τα μάτια μου θα χαμηλώσουν κάποτε
    αθέατος θα προσπερνάς στο πλήθος μέσα. Ένας θνητός
    κοινός κι ασήμαντος ο ημίθεος, σε ηλικία λίγο περασμένη.

  • Όταν σε σκέφτομαι το λάβαρο της επανάστασης ορθούται κι
    ανυψώνεται, το σώμα πρόθυμα ζητάει την ίδια, πάλι συντριβή.

  • Χρόνια ξαγρυπνάω τα ξένα όνειρα παραφυλώντας, μήπως
    ξεπέσει κάτι και για μένα. Μα δε βαριέσαι ό,τι μαζεύω από
    Δευτέρες απογεύματα ή κάθε τόσο πετυχαίνω μια Τετάρτη.

  • Παρακαλώ, μιλήστε μου

    ΠΑΡΑΚΑΛΩ, ΜΙΛΗΣΤΕ ΜΟΥ

    Παρακαλώ, μιλήστε μου γι’ αυτόν, μιλήστε μου με λεπτομέρειες
    πώς πέρασε τα τρυφερά του χρόνια. Ναι, μιλήστε μου παρακαλώ
    για την ασθμαίνουσα εφηβεία του, την πρώτη αθώα του ονείρωξη
    τον θαυμασμό της μάνας του απάνω απ’ το εσώρουχο με τον λεκέ.

    Μην παραλείψετε τα χρόνια τα μετέπειτα, τον ερχομό του έρωτα
    πείτε μου, τι γεύση είχαν τα φιλιά του και αν χαμήλωνε τα μάτια
    παρακαλώ, μιλήστε μου ανοιχτά, υπόσχομαι να δείξω κατανόηση
    ξέρω πως φταίει ο νοτιάς, όχι αυτός, για την σκουριά την πρώιμη.

    Παρακαλώ, μιλήστε μου, από το χέρι μου ό,τι περνάει θα το κάνω
    έχω μεγάλα όνειρα γι’ αυτόν, πολύ πιο τολμηρά κι απ’ τα δικά του.

  • Οι ράγες

    ΟΙ ΡΑΓΕΣ

    Του ουρανού το αβάσταχτο χρώμα, οι δυο ράγες του τρένου
    τ’ απαλό αεράκι που φυσά νοτισμένο, κάπου γύρω θα βρέχει
    φορτωμένο παράπονα, φιλιά ανεπίδοτα και λόγια της μέρας
    φευγαλέα σταμάτησε στα χείλη σου επάνω, πριν φτάσει εδώ
    υγρασία ανεπαίσθητη, ένα δάκρυ σαν τύψη, απόψε να φέρει.

    Του ουρανού το αβάσταχτο χρώμα, οι δυο ράγες να τρέχουν
    να πηγαίνουν παράλληλα περιμένοντας να περάσει το τρένο.

  • Σπίτι μου, σπιτάκι μου

    Το ερείπιο κάποιου σπιτιού ή το γιαπί ενός άλλου, στέγασαν τις ερωτικές συνευρέσεις μας στην διάρκεια της εφηβείας και λίγο μετά. Το ένα είχε κλείσει τον κύκλο της ζωής του κι εμείς του δίναμε μια μικρή παράταση, με την γυμνή νεότητα να λάμπει στο σκοτάδι. Το άλλο δεν είχε προλάβει, ακόμη να τον ανοίξει, να γίνει κανονικό σπίτι, δηλαδή. Σπεύδαμε να το εγκαινιάσουμε πρώτοι εμείς, τότε που απεγνωσμένα αναζητούσαμε κρυψώνα, κάπου να στεγάσουμε προσωρινά την βασανιστική μας έξαψη. Και να προφυλαχτούμε από τα αδιάκριτα βλέμματα της γειτονιάς που καραδοκούσε σε αυλές και σε μπαλκόνια. Ήμασταν παιδιά της συνοικίας, δεν είχαμε σύμμαχο την φύση, κανέναν δεν είχαμε.

    Ποτέ δεν έμαθαν οι ανυποψίαστοι ιδιοκτήτες ποιοι τελευταίοι τίμησαν το γκρεμίδι τους ή ποιοι πρώτοι με τις ανάρμοστες ερωτικές σπονδές τους, έκαναν σεφτέ στο τίμιο σπιτικό τους!