Author: Δημήτρης Ντουραμάνης

  • H συνεχόμενη άνεση, είναι ένα φρικτό κτήνος

    Εμύρισεν την σαπονισμένη παχουλή κορασίδα, και ένιωσεν την γλυκερή ευωδία αυτής, από σάποναν και λίπος γενάμενη, να του προκαλεί όχι ερεθισμόν, αλλά μιαν αποστροφήν διότι τον παρέπεμπε σε πράγματα που δεν ήτο ιδαίτερα περιπετειώδη.
    Η ευανάγνωστη αφή του κόρφου της, τον έφερνε σε μία κατάστασην αποχαυνωτικά αναπηρική, να περιμένει ακίνητος φροντίδες και ταχταρίσματα που θα τον οδηγούσαν σε βέβαιο πνευματικό θάνατον, μετά τις πρώτες μέρες.
    Αποφάσισε να υμνεί άπιαστες μελαχρινές μούσες, μέχρι τα κοράκια να φάνε το κορμάκι του, το τόσο ταλαιπωρημένο του κορμί.
    Ίσως η ζωή να του επιφύλασσε, μια κάπως καλύτερη συμπεριφορά, αλλά κι αυτός, δεν θα καθόταν και με σταυρωμένα τα χέρια.
    Είχε διασώσει κι ασφαλίσει τα φιλιά του, και ένα δραματικό τέλος, ήταν κάτι που πραγματικά, δεν του προκαλούσε καμία απολύτως υπερηφάνια .
    Ωστόσο, απομακρύνθηκε από το καλόβολο και αναπαυτικά πανεύκολο χαμόγελό της, αφού πρώτα της χαμογέλασεν κι ο ίδιος.
    Δεν ήταν φυσικά το πάχος, που έκαμε τον Τελεφόν Δημητράκη να τραπεί σε φυγήν.. αλλά η χοληστερίνη στο βλέμμα της. (Αυτή και μόνο αυτή.)
  • Σεφ πνευματικής τροφής

    Ο dj προσπαθεί να πει μια ιστορία, μέσα από το σετ του. Έχει το πολύ βαρύ εργαλείο της ατέλειωτης και χωρίς περιορισμούς μουσικής – και σαν σκηνοθέτης, δημιουργεί κινηματογραφικές εικόνες.
    Πότε δείχνει την σκηνή που κάποιος χαίρεται, άλλοτε χορεύει εκστασιασμένος, άλλες φορές οργίζεται, χαλαρώνει, ερεθίζεται σεξουαλικά, ρομαντίζεται, εξευγενίζεται, καφρίζει, χαζολογάει, ή κόβει φλέβες, από ένα προσωπικό δαιμόνιο.
    Ο dj δεν κάνει επίδειξη γνώσεων, ούτε προμοτάρει τα νέα χιτς. Δεν έχει κολλήματα, αν το επόμενο τραγούδι που επιλέξει, θα είναι “μέηνστρημ” ή “αντεργκράουντ” – φτάνει να εξυπηρετεί τον συνολικό σκοπό.
    Μέσω της μουσικής, δείχνει στον ακροατή, έναν ηχητικό κινηματογράφο – η ευθύνη του μεγάλη, σαν σεφ που βγάζει το μενού, μίας πνευματικής τροφής.
    Ενίοτε, δρα επιμορφωτικά, παρουσιάζοντας όλα αυτά, με μουσική που δεν είναι πάντα, πανεύκολη στην θέαση, και σαν καλός χρυσοθήρας, την έχει ανακαλύψει – ανασύρει, από το ηχητικό ποτάμι. Όχι για να δοξαστεί, αλλά για να κάνει την δουλειά του ορθότερα, ίσως και για να αποδώσει ένα φόρο τιμής, σε λιγότερο, ή και καθόλου γνωστούς μουσικούς δημιουργούς, που αξίζουν.
    Το ταλέντο του κρίνεται κυρίως από την σκηνοθεσία, την τεχνική και το αποτέλεσμα. Το ήθος του απ’ το αν τον νοιάζουν, έστω και λίγο, όλα τα παραπάνω.

  • Έπεσε η Μανωλίδου, έσωσε κατσίκια η τέτοια, ξύθηκε ο αυτός, είπε “καργιόλα” ο άλλος – και τα μαθαίνω όλα αυτά, μόνο απ’ το φέησμπουκ.
    Σόρρυ παιδιά, αλλά την αναζητά την ελεεινή τηλεόραση ο κωλαρίκος σας, δε πα να μου ποστάρετε Νικέηβ και Τζοντηβίζον.
    Εγώ προτιμώ την τηλεόραση, που ‘χει και τηλεκοντρόλ και τ’ αλλάζω.

  • Για τον γιο του Κόκκαλη.

    Όταν πεθαίνει οποιοσδήποτε νέος, από τα σκατά αυτά, υπάρχει θλίψη.
    Ή τουλάχιστον θα έπρεπε.
    Με ενόχλησε το ρεύμα “καλά έπαθε το πλουσιόπαιδο ο κοκάκιας, ο κόκκαλος” – υποτίθεται ότι εμείς οι μπατίρηδες, είμαστε αγαπησιάρηδες.
    Ή τουλάχιστον, θα πρεπε.

  • Καλοκαίρι

    Ημίγυμνος, με ξεθωριασμένο σορτσάκι, παιδί της φαβέλας – παρέα με σκύλους, πεντάλεπτα κόρτε με βυζαρούδες, ελπίδα στον ήλιο, και στην απώλεια του, που χαρίζει την δροσιά.
    Παραμελημένο φιλήδονο σώμα, σε δροσερά σεντόνια, που πριν ήταν καυτά, μουσική με μαύρα αδέρφια – λογικό εμφιαλωμένο.
    Γουλιές που κυλούν, βλέμμα Λονδρέζου ρασταφάρι – ενθυμούμενος υπέροχα ψέματα, που υπήρξαν για στιγμές αλήθεια, αλήθεια που ανακαλώ στο κάθε τσιγάρο νικοτίνης. Αυτοχαϊδεύω στοργικά, μέρη του σώματος μου, κεφάλι, χέρια, στήθος. Αυτοφιλώντας τα λεπτά χείλη, στην βεράντα, στην κουζίνα, στο μπάνιο. – Τελικά δεν είναι και τόσο άσχημο πράγμα, το καλοκαίρι.

  • Οι αγαπημένοι μου (και όχι οι καλύτεροι) έντεκα.

    – Τερματοφύλαξ. Ρινάτ Ντασάεφ. (Ρώσος με εξαιρετικά ρεφλέξ, και εικόνα χορευτή Μπολσόι. Ο Σμάιχελ ήταν καλύτερος, αλλά δεν έμοιαζε με χορευτή μπαλέτου)
    – Δεξί μπακ. Μάρκους Καφού (Βραζιλιάνικο τρενάκι ποιότητος. Σπουδαίες επιθετικές και αμυντικές αρετές).
    – Αριστερό μπακ. Πολ Μπράητνερ. (Γερμανός αριστερός, και στις πεποιθήσεις, με αξέχαση αφάνα, και μουστάκι).
    – Στόπερ. Φράντζ Μπεκενπάουερ. (Αρχοντικός αμυντικός, από τους πρώτους που δίδαξαν, ότι τα στοπερ πρέπει να φτιάχνουν το παιχνίδι. Πιθανό εξώφυλλο της Κομπάκτ).
    -Στόπερ δεύτερο. Πάολο Μαλντίνι (Χρόνια Ιταλικής αξιοπιστίας, και γοητείας, ούτε Αλφα Ρομέο να ήταν).
    – Δεξι εξτρεμ. Δημήτρης Σαραβάκος. (όταν η χαίτη του Έλληνα μικρού, κυμάτισε στο Γκέτεμπορκ, αποφάσισα να γίνω ποδοσφαιριστής. Ο Γκαρίντσα ήταν το κορυφαίο εξτρέμ, αφού στον τάφο του οι Βραζιλιάνοι έγραψαν “η χαρά των ανθρώπων”, αλλά δεν τον έζησα, πέθανε και νωρίς, στα πενήντα του, από τις καταχρήσεις, κατάμονος).
    – Αριστερό εξτρέμ. Γιόχαν Κρόηφ. (Ιπτάμενος τρέντη Ολλανδός, που κάπνιζε).
    – Μέσος. Ζινεντίν Ζιντάν. (Γαλλικό κομπιούτερ, που έκανε τα πάντα, με επιτυχία. Καταγωγή απο Αλγερία, έκανε τους σωβινιστές Γάλλους, να σκεφτούν μερικά πράγματα. Ο Δομάζος ήταν ο αγαπημένος του πατέρα μου).
    – Μέσος δεύτερος. Ρομπέρτο Φαλκάο (Εγκεφαλικός Βραζιλιάνος, που έμοιαζε με καρδιολόγο, έδωσε στην αγαπημένη μου Ρόμα, ένα σκουντέτο, το 1983).
    – Περιφερειακός επιθετικός. Μαραντό. (Αργεντίνος. Όσο ανόητος και να γίνει, πάντα χάρισε τόσα στην Νάπολι, σηκώνοντας το μεσαίο του δάχτυλο, στον Ιταλικό Βορά, σε Φίφες, σε προέδρους, και ήταν πρωτεργάτης, για να συνδικαλιστούν οι ποδοσφαιριστές).
    – Σέντερ Φορ. Μάρκο Φαν Μπάστεν (όμορφος παίκτης, από την Ολλανδία, με μεγάλη αίσθηση του γκπλ. Ο Βραζιλιάνος Ρονάλντο, ήταν οκτώ φορές καλύτερος, πετυχαίνοντας απίστευτες υπερβάσεις, σε όλα τα επίπεδα, αλλά ο Μάρκο είχε καλύτερο χτένισμα).

    Επίσης ήρωας μου, ήταν και ο Δανός, Σέρεν Λέρμπι, αλλά δεν χωρούσε στην εντεκάδα (όπως και ο Έντζο Σίφο).

  • Τι ωραίο, όποιος δεν ξέρει κάτι, να μην μιλά συνέχεια γι’ αυτό.
    Γιατί έχω μία εδώ μέσα, (οχι εσένα Κατερίνα), που όλο ποστάρει για το Μουντιάλ, και όποτε το κάνει, ένας νεαρός ερωδιός, χάνει το φτέρωμα του, στις λίμνες της Ουγγαρίας.
    Οπότε σπάνια θα δείτε ποστ μου, για την υψηλή ραπτική.
    Με Αλεξάντερ Μακ Κουην στα χαφ πάντως, το χε άχαστο η Αγγλία, όμως δεν είναι πια κοντά μας.

  • Πικάπ τα λένε Πικάπ. Πικαπάκια. Εκεί παίζουμε ή μιξάρουμε, δίσκους βινυλίου.
    Όχι δεν μπορείς να παραγγείλεις κρέπες. Είναι πικάπ.

  • Εσείς εκεί οι κλάμπερς, στην Αθήνα – (αν και δεν ξέρω, αν έχει κλαμπ πλέον η Αθήνα)
    Αν δείτε τις στολές, που φοράνε εδώ στην περιοχή, για να ραντίσουν τις φυστικιές, θα ψαρώσετε πολύ άγρια.
    KLF = Kelifoto Fistiki

  • Αυτό που ξυπνάς, με αυτό τον εσωτερικό καλπασμό αισιοδοξίας και λες:
    Νέα μέρα, νέα αντίληψη, νέες αποφάσεις, νέα αντιμετώπιση, νέα τραγούδια, νέα τηλέφωνα, νέα μυαλά.
    – Ίδια κιλά.