Author: Κωνσταντίνα Δελημήτρου

  • Η ζωή γενικά είναι ωραία

    Η οικονομική κρίση, ακόμη κι αν δεν έχει όντως αυξήσει το ποσοστό των αυτοκτονιών, τις έβαλε για τα καλά στην καθημερινότητα και στις συζητήσεις μας. Όπως έβαλε κι άλλα ταμπού ενώ φυσικά δημιούργησε νέα. Μέχρι χθες η αυτοκτονία, η ευθανασία ακόμη και η καύση των νεκρών ήταν τζιζ πράγματα που δεν τα συζήταγες, ήταν πράγματα που ανήκαν εξ ορισμού στο πυρ το εξώτερο και όχι στα τετριμμένα, τα καθημερινά. Τώρα τα συζητάς αλλά ίσως με τη λάθος σκοπιά. Μισό, ακολουθεί βαρετός πρόλογος.

    Ας συμφωνήσουμε πρώτα πως η ζωή είναι ωραία γενικά. Αυτό βέβαια, για πολύ λίγο ή πολύ λίγους. Για τους πολλούς πάλι, ας συμφωνήσουμε πως η ζωή είναι απλά ωραίες στιγμές ή μάλλον ωραία λεπτάκια που συνήθως αραιώνουν κιόλας με τα χρόνια. Επίσης χάριν σαφήνειας, ας διευκρινίσουμε ακόμη, πως μιλάμε κυρίως για τους προνομιούχους λευκούς κατοίκους ενός δυτικού κράτους. Άρα για να το τελειώνω με τους προλόγους, να συμφωνήσουμε πως για τους προνομιούχους λευκούς κατοίκους ενός δυτικού κράτους με σχεδόν εγγυημένη επιβίωση, η ζωή γενικά είναι ωραία.

    Τώρα, για τους μη προνομιούχους λευκούς κατοίκους ενός δυτικού κράτους καθώς και για όλο τον υπόλοιπο πλανήτη, η ζωή ΔΕΝ είναι γενικά ωραία. Βασικά, για εκείνους του υπόλοιπου πλανήτη, η ζωή αντικειμενικά είναι εντελώς σκατά, σκατά ή έστω λιγότερο σκατά. Τέλος, για μένα, η ζωή ό,τι και να γίνει είναι πολύ ωραία. Καταλαβαίνεις ότι δεν έχω αντιμετωπίσει τίποτε φοβερά άσχημα πράγματα βέβαια, γι’ αυτό και η χαζοχαρουμενίαση, μα ακόμα κι όταν η ζωή μου δεν είναι ωραία, τη σκέφτομαι, την ονειρεύομαι, τη σχεδιάζω και την ψιλοφτιάχνω ωραία. Όσο μπορώ κάθε φορά αλλά αυτό που θέλω να πω τόση ώρα είναι πως η αισιοδοξία μου πραγματικά δεν παλεύεται. Έχοντας λοιπόν ξεκαθαρίσει αυτό, ας πάω τώρα σε εκείνους τους φοβερούς ανθρώπους που έχουν το θάρρος να τη δουν ως έχει.

    Είναι τουλάχιστον κουλό να κρίνουμε όλους εκείνους που απλά επιλέγουν να σταματήσουν μια αντικειμενικά αφόρητη ζωή, εμείς που εκπαιδευτήκαμε για την ευτυχία και σχεδόν δεν μας επιτρέπεται να μην είμαστε ευγνώμονες και ευτυχισμένοι γενικώς (παρότι ακόμα κι εμείς αυτοκτονούμε σαν τα κοκόρια). Χώρια που εμείς έχουμε και μπόλικα εργαλεία να μας ευτυχήσουν σε περίπτωση που αποτύχουμε μόνοι μας ή έστω να μας τρομάξουν ικανοποιητικά να μην τα παρατήσουμε ποτέ και κυρίως, να μην αφήσουμε τους άλλους να τα παρατήσουν.

    Θα ‘πρεπε όμως ακόμα και ο θάνατος να είναι δικαίωμα. Που ήταν κάποτε αλλά πάψαμε να το πολυλέμε. Οι περισσότεροι νέοι γιατροί πέφτουν από τα σύννεφα όταν διαπιστώνουν πόσοι βαριά ασθενείς αντί να παρακαλούν για γιατρειά, εκείνοι ικετεύουν να τους βοηθήσουν να πεθάνουν ανώδυνα. Όμως άμα το σκεφτείς, από πάντα το λειτούργημα του θεραπευτή είχε να κάνει και με τη δύναμη που όφειλε να επιδείξει για να βοηθήσει τους θανάσιμα άρρωστους που υποφέρουν πολύ, να πεθάνουν αξιοπρεπώς. Το γιγάντιο κόλλημά μας με τη ζωή με κάθε κόστος, το πάθαμε σχετικά πρόσφατα. Προτιμάμε να έχουμε τον κατάκοιτο βαριά άρρωστο εσαεί ακίνητο να πονάει και να παρακαλάει να πεθάνει μόνο και μόνο για να μη λυπηθούμε που τον χάσαμε, παρά να τον βοηθήσουμε στ’ αλήθεια να λυτρωθεί από τη φρίκη. Ακόμη χειρότερα, κανείς μας δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα να βλέπει κόσμο να κάνει απελπισμένες απόπειρες να τερματίσει τη ζωή του και να σακατεύεται. Αρκεί να αναπνέει.

    Κι απ΄την άλλη, εκθειάζουμε αβέρτα τη ζωή που αξίζει να τη ζεις μόνο αν είναι τέλεια -ή εμείς τέλειοι. Ακόμη κι αν η ζωή μου δεν έχει όλες εκείνες τις προδιαγραφές που με προγραμμάτιζαν από πάντα πως οφείλει να έχει, αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορώ να τη ζήσω μια χαρά και μάλιστα πολύ ευτυχισμένη. Για πολλούς ακούγεται σοκαριστικό αλλά υπάρχουν πάρα πολλοί πολύ ευτυχισμένοι ανάπηροι, τυφλοί, υπερήλικες, ακόμη και τρισευτυχισμένοι άνθρωποι πολύ εκτός των προτύπων ομορφιάς, ανάμεσά μας. Αντί λοιπόν για ζωή με κάθε κόστος ή ζωή που αξίζει να τη ζεις μόνο αν είναι/είσαι τέλεια, ας δεχτούμε πως υπάρχουν και οι μέσες λύσεις. Ή καλύτερα, όλα είναι σχετικά. Το ίδιο οφείλουν να είναι και οι αποφάσεις για τη δική μας ζωή.

    Στο θέμα μας. Στις τόσες χιλιάδες των αυτοκτονιών που λες, σκέφτομαι πως δεν γίνεται σήμερα να θεωρούμε την αυτοκτονία ενός ανθρώπου οπωσδήποτε μέρος ιατρικού προβλήματος και κυρίως ψυχιατρικού – άρα στίγμα – όπως κατάθλιψη, σχιζοφρένεια ή οτιδήποτε άλλο και όχι ας πούμε, αποτέλεσμα ψύχραιμης απόφασης λόγω σοβαρών και απάλευτων εξωγενών παραγόντων, βλέπε π.χ. πείνες, πόλεμοι, Μόριες, πάρα πολύ/πολλοί μαλάκες ή μόνο, η αντικειμενική πραγματικότητα.

    Οι ετοιμοθάνατοι ασθενείς ή εκείνοι που αντιμετωπίζουν αφόρητους πόνους είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι εκείνων ανάμεσά μας που προτιμούν τον θάνατο. Οπότε, ας δούμε μία, έστω μόνο μία φορά την αυτοκτονία μόνη της ή αν θέλεις, μαζί με άλλα προβλήματα, μα έξω από εμάς. Η οικονομική κρίση, βοήθησε πολύ να συζητήσουμε το θέμα αυτό οπότε είναι μάλλον καιρός αντί να κρύβουμε τις αυτοκτονίες από τους παπάδες και τον περίγυρο, έστω να αποκτήσουμε το δικαίωμα να τις λέμε με το όνομά τους. Στην εποχή που ο “ξορκισμένος” ξανάγινε καρκίνος, ας τολμήσουμε τουλάχιστον να το ξεστομίσουμε: “αυτοκτόνησε”.

    Μπορεί πλέον να διατεινόμαστε πως μόνο στα χαρτιά παραμένουμε οι νεοέλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι, μπορεί να δηλώνουμε άθεοι, άθρησκοι ή άσχετοι με τα της εκκλησίας, η αυτοκτονία όμως έχει ποτιστεί μέσα μας είτε ως θανάσιμη αμαρτία είτε αποτέλεσμα γερής ψυχικής ανισορροπίας και ποτέ ως η απόλυτα προσωπική απόφαση ενός ενήλικου ατόμου. Γενικά είναι κάτι αδιανόητο για όλους μας. Όμως, φαντάσου το λίγο:
    – Από τί πέθανε;
    – Αυτοκτόνησε.
    – Μα γιατί; Είχε ψυχολογικά προβλήματα; Χρέη; Καρκίνο;
    – Όχι, τίποτα. Το σκεφτόταν χρόνια, ήταν μια ψύχραιμη και πολύ συνειδητή απόφαση. Απλά δεν ήθελε άλλο να ζει ανάμεσά μας.
    – Α. Κρίμα, θα μου λείψει αλλά αφού έτσι ήθελε…. καλό του ταξίδι.

    Οι περισσότεροι, προγραμματιστήκαμε να θεωρούμε τη ζωή “θείο δώρο” είτε πιστεύουμε σε θρησκείες ή όχι. Ακόμα και για τους σκεπτικιστές ανάμεσά μας, είμαστε τα “θαύματα της φύσης”. Σε κάθε περίπτωση πάντως, είτε ως “θαύματα της φύσης” είτε ως “θεία δώρα”, κανείς μας δεν διανοείται καν πως του επιτρέπεται να πάρει κυριολεκτικά τη ζωή του στα χέρια του. Αυτό, διότι ανεξάρτητα από τα πιστεύω μας, είμαστε όλοι υπέρμετρα εγωιστές και ως τέτοιοι δυσκολευόμαστε να συλλάβουμε πόσο ασήμαντοι πραγματικά είμαστε για να είναι τόσο πολύ δύσκολο για το θεό ή τη θαυματουργή φύση να μας χάσει. Το ίντερνετ και η βλακεία ολούθε βέβαια, βοήθησε να το συνειδητοποιήσουμε σιγά σιγά. Χώρια που ολοένα και περισσότεροι ξεκίνησαν πια να μιλούν για το δικαίωμα στο θάνατο, στην ευθανασία, στην έκτρωση και γενικά, στο σώμα μας.

    Κάποτε, νομίζαμε πως μόνο μια θανατηφόρα διάγνωση θα μπορούσε ποτέ να στρέψει λογικούς ανθρώπους στην αυτοκτονία ώστε να αποφύγουν τα βασανιστήρια για το μικρό διάστημα ζωής που τους απέμενε. Τώρα όμως που αρχίζει και φαίνεται πως δεν αυτοκτονούν μόνο οι ψυχικά άρρωστοι ή οι ετοιμοθάνατοι, ίσως ωριμάσουμε και το αποδεχτούμε. Ίσως φτάνει επιτέλους η στιγμή να τελειώνουμε με τα ταμπού. Δεν είναι άρρωστοι όλοι οι αυτοκτονικοί. Ας αποσυνδέσουμε τις αυτοκτονικές τάσεις από τις ψυχικές ασθένειες ή γενικά τις ασθένειες. Όπως υπάρχουν και μόνες τους έτσι μπορεί να υπάρχει μόνη της και η αυτοκτονία.

    Παίζει λοιπόν να μην είναι παράλογοι όλοι όσοι σκέφτονται απλά να τελειώσουν τη ζωή τους. Παράταιροι είναι ή μάλλον δυσλειτουργικοί, αν φυσικά δεχτείς τη γενικά αποδεκτή ερμηνεία του όρου, ότι δηλαδή λειτουργικός είναι ο ευτυχισμένος, ο γόνιμος, ο παραγωγικός και χρήσιμος άνθρωπος στην κοινωνία, ο επιτυχημένος. Μάλλον ήρθε η στιγμή να ωριμάσουμε λίγο. Ναι είναι φρικτό, δεν θέλουμε να δούμε ποτέ έναν δικό μας άνθρωπο πεθαμένο επειδή απλά επέλεξε να μην ζει ανάμεσά μας πια. Όμως είναι απόλυτο δικαίωμά του όπως η ψήφος, τα ρούχα και η μουσική που επιλέγει να ακούει.

    Όπως όμως με όλα τα δικαιώματα των ενηλίκων, από το συγκεκριμένο εξαιρούνται φυσικά τα παιδιά και οι έφηβοι καθώς δεν έχουν την ωριμότητα ακόμη να τα ασκήσουν. Οι αυξημένες τελευταία αυτοκτονίες παιδιών και εφήβων, είναι από τις λίγες που θεωρώ ότι χρήζουν αντιμετώπισης. Μαζί με εκείνες των αποδεδειγμένα ψυχικά ασθενών. Όλοι οι άλλοι ενδεχομένως να θέλουν βοήθεια, μα μόνο αν τη ζητήσουν.

  • Τα δεδομένα

    Ο Μανώλης Σφακιανάκης, Πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνούς Κυβερνοασφάλειας, θέλοντας να μιλήσει για τους κινδύνους του διαδικτύου είπε προχθές το ασύλληπτο: Όταν δίνεις το e-mail σου, είναι σα να δίνεις το κλειδί του σπιτιού σου. Όλοι μας κάποια στιγμή υποψιαστήκαμε την ασχετοσύνη του Μανώλη Σφακιανάκη με το internet και την τεχνολογία γενικότερα και συγκεκριμένα το 2002 με το ιστορικό sfak attack στο indymedia. Όμως η χθεσινή δήλωσή του, αποκάλυψε όχι μόνο το μέγεθος της ασχετοσύνης αλλά και πόσο επιμένει να αναπαράγει την ποπ δηλητηριώδη νοοτροπία των τεχνοφοβικών, εκείνη που καταδικάζει συλλήβδην το μοίρασμα πληροφοριών σαν κάτι κακό. Θυμίζει λιγάκι εκείνους τους αθεράπευτα ρομαντικούς λάτρεις του χάρτινου βιβλίου, τότε που αντί να χαρούν που τα βιβλία θα μπορούσαν επιτέλους να διαβαστούν παντού και από οποιονδήποτε μέσα από μια οθόνη, ή μάλλον γενικά να χαρούν που τα βιβλία θα συνέχιζαν να διαβάζονται και μάλιστα όσο παλιά ή ογκώδη, εκείνοι την είχαν πέσει με λύσσα στο kindle. Λες και όταν διαβάζεις βιβλία είναι καλό αλλά αν τα διαβάζεις ηλεκτρονικά και δη απ΄το Kindle, όχι.

    Αυτό, σε συνδυασμό με το πρόσφατο αντιδημοκρατικό κόψιμο των «πειρατικών» site μέσα από επιτροπές και όχι μέσα από τη δικαιοσύνη, και μάλιστα στις μέρες μας που ο οποιοσδήποτε άσχετος (εντάξει, όχι πιο άσχετος από τον Σφακιανάκη) που θέλει να κατεβάσει δωρεάν ταινίες θα βρει δεκάδες τρόπους να το καταφέρει, δείχνει μια καράσχετη μεν αλλά και επικίνδυνα αχάριστη νοοτροπία απέναντι στον παγκόσμιο ιστό. Δείχνει ανθρώπους που ίσως δεν έχουν συνειδητοποιήσει πως πέρα από τα πολλά ομολογουμένως κακά του, το διαδίκτυο και το μοίρασμα πληροφοριών μάς έχει ωφελήσει με τρόπους που θα έπρεπε τουλάχιστον να έχουμε υπόψη.

    Δεν θέλω να κατευνάσω τους φόβους για τους κινδύνους της αλόγιστης δημοσιοποίησης των προσωπικών δεδομένων μας, απλά μαζί με αυτά, δαιμονοποιούμε γενικώς τα δεδομένα και το μοίρασμά τους, πράγματα που δεν έχουν σχέση. Και με όλα αυτά, χάνουμε το ελπιδοφόρο κομμάτι γενικά της φιλοσοφίας του μοιράσματος ή αν θες την άλλη πλευρά που σπάνια ακούμε. Όλοι ζητάμε περισσότερη ασφάλεια στις πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων και κανείς μας ας πούμε, το πλαίσιο ασφάλειας για την ανοιχτή δημοσίευση έγκυρων δεδομένων. To Crisis Response στο Facebook το βλέπουμε χρήσιμο σε έναν σεισμό ή μια ώρα κρίσης, μα ελάχιστοι μιλούν για μια πλατφόρμα μοιράσματος επιστημονικών δεδομένων και στατιστικών που ίσως μας έδινε πιο άμεση ανταπόκριση ειδικών και λύσεις σε μια κρίση, όπως ένα ξέσπασμα ιού. Για παράδειγμα, αν τα επιστημονικά δεδομένα ήταν ανοιχτά και προσβάσιμα, ίσως ο ιός Ζίκα να είχε καταπολεμηθεί νωρίτερα ή και προβλεφθεί. Σχεδόν όλοι δουλεύουμε ξέρωγω στο Office και όχι στο OpenOffice ενώ ελάχιστοι έχουν καν ακούσει τα προγράμματα ανοιχτού λογισμικού. Γενικά, θα έπρεπε όλοι να ζητάμε περισσότερη ασφάλεια και για τα ανοιχτά δεδομένα και όλοι να μοιραζόμαστε ό,τι μπορεί ο καθένας. Αλλά μπα.

    Πρώτα, ας συμφωνήσουμε πως τα προσωπικά μας δεδομένα αν κάποιος το θελήσει, μόνο προσωπικά δεν είναι. Έχουμε πια εγκαταστήσει μόνιμα φίλτρα στ’ αφτιά μας ώστε οτιδήποτε αφορά δεδομένα και δη προσωπικά, είναι εκ των πραγμάτων το Απόλυτο Κακό, εκτός βέβαια κι αν είναι τίποτα ψιλά γράμματα που όλοι μας τα προσπερνάμε με φούρια πατώντας I agree. Η φωτογραφία με όλη την παρέα, χρειάζεται μόνο τη δική σου συναίνεση για να τη δημοσιεύσεις αλλά καταπατά την ιδιωτικότητα όλων όσων απεικονίζει. Άρα μεταξύ μας, παρανομούμε χοντρά και ακόμη πιο μεταξύ μας, είμαστε εγώ κι εσύ πρώτοι που παραβιάζουμε τα προσωπικά μας δεδομένα και όχι οι Άλλοι. Ακόμη, κάθε φωτογραφία στα κοινωνικά δίκτυα, ανήκει και στην εταιρεία της πλατφόρμας που δημοσιεύτηκε, δεν σβήνει ποτέ στ’ αλήθεια ενώ ένα και μοναδικό προσβλητικό ή αποκαλυπτικό tweet θα παραμείνει για πάντα αγκιστρωμένο στο πακετάκι των προσωπικών σου δεδομένων. Το χειρότερο, εάν κάποιος αποφασίσει να σε στοχοποιήσει, το tweet αυτό θα βρίσκεται πάντα δίπλα στο όνομα και τα υπόλοιπα δεδομένα σου όσο υβριστικό, ευαίσθητο ή προσωπικό. Διότι τίποτα δεν σβήνει ποτέ και τίποτε δεν είναι πια ιδιωτικό. Τέλος, πέρα απ΄το ξεσάλωμα στις πλατφόρμες που εξ ορισμού βασίζονται στα προσωπικά μας δεδομένα για να λειτουργήσουν όπως το Facebook, το Twitter ή το Instagram, εμείς δίνουμε κι επιπλέον κομμάτια από την ιδιωτικότητά μας παίζοντας περιχαρείς σε κάθε νέο, αγνώστου προελεύσεως κουίζ/εφαρμογή, απαντώντας σε φαινομενικά αθώες ερωτήσεις που κάνουν γερό data harvesting για λογαριασμό big data κολοσσών.

    Έτσι, η μόνη κοινή κόκκινη γραμμή που εμείς τα χαζοχαρούμενα βλέπουμε πια στον όρο “ιδιωτικό”, αφορά τις ιδιωτικές μας συνομιλίες, την αλληλογραφία, τα περιουσιακά/οικονομικά μας στοιχεία και το ιατρικό μας ιστορικό. Αυτά τα θέλουμε όλοι ανεξαιρέτως ιδιωτικά. Και θα έπαιζε, αν τα είχαμε όλα εμείς. Διότι εάν κάποιος το θελήσει, το “κλειδί του σπιτιού σου” το παίρνει εύκολα από αλλού. Μπορεί να δει ανά πάσα στιγμή πού είσαι ακόμη κι αν έχεις κλείσει την ανίχνευση τοποθεσίας στο κινητό. Μπορεί να βρει φωτογραφίες ή το αρχείο της προσωπικής σου αλληλογραφίας ενώ σίγουρα ξέρει όλο το ιατρικό σου ιστορικό. Θα μου πεις, εγώ δεν έδωσα ποτέ online το ιατρικό μου ιστορικό και θα ‘χεις δίκιο. Το αρχείο όμως του τάδε διαγνωστικού που εξετάζεσαι είναι ηλεκτρονικό, το ίδιο και των γιατρών σου. Άρα προσβάσιμο. Μια απλή αντιστοίχιση αρκεί.

    Ας συμφωνήσουμε λοιπόν πως τα δεδομένα μας, προσωπικά ή μη, αν θέλει κάποιος να κάνει σοβαρή κουβέντα είναι πλέον ένας σέξι όρος ενδεδυμένος με πυκνή μικροαστική βλακεία μα εν τέλει, χαμένη υπόθεση αν κάποιος αποφασίσει να τα αποκτήσει και να τα χρησιμοποιήσει εις βάρος σου, ειδικά μετά το θλιβερό παράδειγμα της Κίνας. Ευτυχώς η δημοκρατία κάπως ακόμη δουλεύει, αλλιώς η προστασία της ιδιωτικότητάς μας είναι μπαρμπούτσαλα αν δεν μιλάμε πρώτα για ένα δημοκρατικό κράτος. Όμως, ενώ κάνουμε όλοι πολύ χοντρές πατάτες σε σχέση με το μοίρασμα των προσωπικών δεδομένων μας, ίσως δικαίως ο θόρυβος γύρω από αυτά έπαιξε ρόλο στη δημιουργία μιας κρυψίνους νοοτροπίας γύρω από τα δεδομένα και το μοίρασμα γενικώς. Αποκτήσαμε μια νοοτροπία κλειστών, μίζερων μικραστών που χωρίς δεύτερη σκέψη θα κατακεραυνώσουν οποιοδήποτε μοίρασμα δεδομένων παρότι πολλοί πια επωφελούμαστε από αυτό. Τα Ανοιχτά Κυβερνητικά Δεδομένα σε όλη την Ευρώπη είναι ένα καλό δείγμα της φιλοσοφίας που αρχίζει δειλά-δειλά να επικρατεί με κύριο όχημα τη διαφάνεια, όμως δεν είναι μόνο αυτό το μεγάλο κέρδος ενώ η φοβική νοοτροπία μας δεν βοηθά καθόλου να προχωρήσουμε.

    Λίγα μόλις χρόνια πριν, πολύ πριν το internet, οι αποφάσεις, οι τάσεις και ειδικά η επιστημονική έρευνα ήταν κάτι πάρα πολύ ακριβό και κατευθυνόμενο από λίγους. Χωρίς καθόλου ελεύθερα δεδομένα, η έλλειψη στοιχείων για οποιαδήποτε έρευνα ή απόφαση οδηγούσε – και οδηγεί – σε ημίμετρα. Έτσι, είτε ακολουθούσαμε πιστά όσους είχαν πρόσβαση στα όποια ακριβοπληρωμένα δεδομένα, είτε καλύπταμε τα κενά μας με αμφιλεγόμενους ειδήμονες που δήθεν γνώριζαν τις τάσεις και οι οποίοι, οδηγούσαν τα πράγματα προς ό,τι πιο κουλό μπορείς – και δε μπορείς – να φανταστείς. Σου θυμίζω, δουλεύω στη διαφήμιση.

    Μέσω Λαμίας, η τηλεόραση ίσως είναι ένα καλό παράδειγμα γι’ αυτό που θέλω να πω. Σκέψου μόλις λίγα χρόνια πριν, όταν η τηλεόραση ήταν το κύριο μέσο δημοσκόπησης τάσεων και προτιμήσεων του κοινού. Όταν ας πούμε ο Χατζηνικολάου και η Μενεγάκη ήταν ό,τι πιο σοβαρό και σέξι αντίστοιχα, είχαμε ως κοινωνία. Τον μέσο τηλεθεατή λοιπόν, εκπροσωπούσε ένα μικρό πολύ μικρό και εξαιρετικά κακόγουστο δείγμα. Μετά ήρθε το ίντερνετ. Παρότι κάθε σου κλικ “πουλιέται”, πλέον εκπροσωπείσαι πιο σοβαρά. Η απόλυτη μετρησιμότητα του διαδικτύου κάνει κάθε τάση και προτίμησή μας, περισσότερο ενδεικτική. Μπορεί να απομυθοποιήσαμε εντελώς τον Άνθρωπο, μπορεί να ξενερώσαμε που οι πολλοί είναι μαλάκες, μα είμαστε πια σίγουροι για όλα αυτά. Διότι τα όποια δεδομένα λαμβάνονται από τον καθένα μας είναι ως επί το πλείστον έγκυρα και ποικίλα. Δεν είναι ότι εγώ κι εσύ πρέπει να λουστούμε τις επιλογές των λίγων. Ο καθένας μας πια, έχει δεδομένα για τις προτιμήσεις του. Έχει προφίλ με συγκεκριμένο ιστορικό, εμφανές σε εταιρείες για του δείξουν την πραμάτεια τους. Θα μου πεις, ακόμη υπάρχουν οι κακόγουστοι ενώ ο κύριος όγκος πληροφορίας χρησιμοποιείται για να μου πουλήσουν από κάλτσες μέχρι διακοπές. Θα σου πω, ναι, κι εσύ δεν τα αγοράζεις ποτέ! Αλλά οκ, ας μη μαλώσουμε ακόμη, καλύτερα ας το διευρύνουμε αυτό στα πιο σοβαρά.

    Ζούμε στην εποχή όπου κινήματα γύρω από την ελεύθερη πληροφορία και γνώση όπως η Ανοιχτή Πρόσβαση, η Ανοιχτή Επιστήμη, το Ανοιχτό Λογισμικό και γενικά οτιδήποτε γύρω από τη φιλοσοφία της πλήρους διαφάνειας στην έρευνα, της ελεύθερης πρόσβασης στη γνώση, της ανοιχτής συνεργασίας και της ελεύθερης συμμετοχής σε κάθε επιστήμη, δίνει επιτέλους πρόσβαση σε όλους τους ανθρώπους -επαγγελματίες, επιστήμονες ή μη-, να συμμετέχουν και να προχωρήσουν την ανθρωπότητα μπροστά. Μια τέτοια φιλοσοφία επιτρέπει την ανοιχτή συνεργασία των ανθρώπων και συντελεί στη δημιουργία από κώδικα μέχρι τάσεων ή και νέων επιστημονικών ανακαλύψεων.

    Για παράδειγμα, για κάθε πρόγραμμα που χρησιμοποιείς, υπάρχει η εναλλακτική ανοιχτού κώδικα. Προγράμματα που φτιάχτηκαν από εταιρείες και τη συνεργασία πολλών ανθρώπων ανά τον κόσμο, βελτιώνονται κάθε μέρα και έδωσαν λύση σε όσους δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν τα ιδιωτικά. Ακόμη είναι ανοιχτά λογισμικά, κάτι που σημαίνει πως οποιοσδήποτε αγαπά να γράφει κώδικα, δεν παρακαλάει να πιάσει κάποτε δουλειά στη Microsoft για να δει και να δουλέψει πάνω στον κώδικα των προϊόντων της (και αν) αλλά αντίθετα, ανοίγει επιτόπου ό,τι θελήσει, πειραματίζεται, το βελτιώνει και κάνει ό,τι θέλει με αυτό. Άλλωστε κάπως έτσι πήραν τη σημερινή τους μορφή. Κάθε μέρα, κάποιο πιτσιρίκι, συνταξιούχος ή ο οποιοσδήποτε μα οποιοσδήποτε τα χρησιμοποιεί, είτε θέτει ένα πρόβλημα της χρήσης τους στην κοινότητα, είτε αναφέρει μια λύση που βρήκε, είτε προσθέτει ένα μικρό κομματάκι κώδικα κάνοντάς τα ταχύτερα και πιο λειτουργικά για όλους.

    Όλο αυτό συνέβη διότι κάποιος μοιράστηκε τη γνώση του, τα επιστημονικά δεδομένα που διέθετε ή άνοιξε τον κώδικά του και ζήτησε από όποιον το ήθελε να συνεισφέρει το λιθαράκι του. Έτσι κάποια πράγματα, αντί να είναι αποτέλεσμα πολυετούς και επίπονης έρευνας λίγων και άρα πολύ ακριβά ή απαγορευτικά για το μισό πλανήτη και βάλε ή ακόμη, επτασφράγιστα σε κάποιο χρηματοκιβώτιο και εκμεταλλεύσιμα μόνο από τους ελάχιστους που πλήρωσαν γι’ αυτά, γίνονται ξαφνικά όλο και πιο ελεύθερα άρα πιο επίκαιρα, φθηνότερα, το δείγμα είναι μεγαλύτερο και τα όποια συμπεράσματα πιο ακριβή. Αυτά τα “ανοιχτά” δεδομένα πλέον, κάθε άνθρωπος που έχει οποιαδήποτε γνώση, από οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη, μπορεί να τα εκμεταλλευτεί όπως θέλει ώστε να μάθει ή και να συνεισφέρει κάτι παραπάνω στο γενικό οικοδόμημα της εκάστοτε επιστήμης του. Ναι σε προλαβαίνω, εννοείται κάποιοι μπορεί να το κάνουν για προσωπικό τους συμφέρον, πάντα υπάρχουν κι αυτοί, όμως μέχρι τώρα σκέψου ότι είχες μόνο τέτοιους.

    Ας συμφωνήσουμε πως τα πράγματα είναι σκατά αντικειμενικά και γενικώς, ενώ η ασφάλεια των προσωπικών μας δεδομένων, τρίσκατα. Μέσα σε όλα αυτά λοιπόν, δεν είναι κακό να συνεχίσουμε να ζητάμε καλύτερη προστασία, μα πρώτα ας συνειδητοποιήσουμε πόσο στ’ αλήθεια εκτεθειμένοι είμαστε, πώς θα προστατευτούμε (όχι μην κρύψεις το email σου πάντως) και ας ξεκινήσουμε να συζητάμε έστω την υποτυπώδη προστασία των υπολοίπων ελεύθερων δεδομένων, εκείνων των λίγων πρωτοπόρων που επέλεξαν να τα αφήσουν να ταξιδέψουν ελεύθερα. Με άλλα λόγια, το βραδινό σου ηλεκτρονικό ξεπόρτισμα θα ‘πρεπε να καίγεσαι να είναι το ίδιο ασφαλές με την πρόσβαση και δημοσιοποίηση στατιστικών που ενδεχομένως να προβλέψουν πού και πως παίζει να ξεσπάσει ο επόμενος ιός.

  • Σωστή διαστροφή

    Έτυχε και πήγα τη μικρή μου σε ένα πάρτι γενεθλίων όπου για πολλοστή φορά φέτος, το “θέμα” του ήταν μάθημα μαγειρικής. Περιέργως πια δεν μας κάνει καμία εντύπωση πως αντί για παιχνίδια, χορούς και τούρτες, θα έφτανε η εποχή που τα πιτσιρίκια θα διασκέδαζαν φορώντας ποδιά και σκούφο και θα μαγείρευαν κάθε είδους λιχουδιά σαν επαγγελματίες. Η μαγειρική τρέλα των καιρών, τα ριάλιτι με μικρούς και μεγάλους σεφ, οι τόσες εναλλακτικές στη διατροφή, οι άπειρες γεύσεις, οι “λύσεις”, η “εύκολη και υγιεινή διατροφή” είναι πιο τρέντι κι από τα ζώδια πια. Και η κουζίνα λέει, είναι δείγμα πολιτισμού. Βασικά αν ισχύει αυτό, εμείς πρέπει να είμαστε η ντροπή της ανθρωπότητας. Μισό και εξηγούμαι.

    Η μικρή μου σεφ λοιπόν, πήρε προχθές μια μπανάνα και αφού την καθάρισε, σούφρωσε το μούτρο της και την πέταξε στον κάδο γιατί ήταν “μπλιαξ”. Δεν είχα ιδέα για τις νέες της ηλίθιες συνήθειες. Άνοιξα τον κάδο έντρομη και είδα μια μπανάνα με δύο καφέ στίγματα στο μέγεθος φακής. Τη μάλωσα, προσπάθησα να της εξηγήσω, την πίεσα να την πλύνει και να τη φάει αφού καθαρίσει τα καφέ σημάδια με ένα μαχαίρι, μα εκείνη απλά με κοίταξε με απορία καθώς της ήταν αδύνατον να καταλάβει γιατί έκανα έτσι για μια “χαζομπανάνα”.

    Έβλεπα προχθές μια συνταγή με τηγανητές πατάτες και ο σπουδαίος ερασιτέχνης μάγειρας του ΥouTube, αφού έκοψε τις πατάτες στο ειδικό μηχάνημα, πολύ φυσικά πέταξε στο καλάθι όσες δεν είχαν το επιθυμητό σχήμα. Άλλη πάλι, μεγάλη και τρανή υποτίθεται μαγείρισσα… ή μάλλον σεφ της τηλεόρασης (γιατί το μαγείρισσα βλέπεις, είναι υποτιμητικό στις μέρες μας) έκοψε το μισό ζυμάρι από την πίτα της για να δώσει το σχήμα που ήθελε κι έπειτα πέταξε ό,τι περίσσεψε. Στη συνέχεια, τη στόλισε από πάνω με κομμάτια φρούτων που έκοψε σε σχήμα καρδούλας. Μάντεψε λοιπόν τί έκανε τον κουβά φρούτα που περίσσεψαν από τις σκατοκαρδούλες της.

    Το πιο τραγικό, όλα αυτά δεν χρειάζεται κανείς μας να τα κάνει στα κρυφά ή έστω με τρόπο, δεν είναι καν προκλητικό ή αγενές πια να πετάς την τροφή που δεν είναι όμορφη, δεν έχει το σχήμα ή το χρώμα που θες ή ρε παιδί μου απλά περισσεύει μετά τη διακόσμηση του πιάτου σου. Όλοι οι “μεγάλοι” σεφ, το θεωρούν απόλυτα φυσιολογικό να έχουν φετιχισμό με την εμφάνιση και την “ποιότητα” των υλικών τους και να πετούν επιδεικτικά ό,τι δεν ταιριάζει στο υψηλό τους δημιούργημα. Και τολμούν όλοι μα όλοι να σου μιλούν ακατάπαυστα για οικονομίες, υγείες, περιβάλλοντα και σωστές διατροφές. Οι πιο θρασείς δε, τολμούν να μιλούν και για παράδοση. Που αν τους έβλεπε η γιαγιά μου που παιδευόταν μήνες να καταφέρει να γεμίσει ένα καλάθι τρόφιμα από τη λειψή παραγωγή της να μας στείλει, θα τους κυνήγαγε ακόμη με τον κόπανο.

    Συντονιστείτε λίγο. Κοιτάξτε γύρω σας. Όλο αυτό δεν είναι μαγειρική και σίγουρα όχι σωστή διατροφή. Είναι τελείως λάθος διατροφή. Είναι λάθος για το περιβάλλον, για την οικονομία, την ηθική μας και φυσικά για την υγεία εκείνων του άλλου μισού πλανήτη που δεν έχουν τροφή. Όλο αυτό είναι καθαρή διαστροφή. Η μισή παραγωγή του πλανήτη πετιέται. Η μισή. Όχι τρόπος του λέγειν, σε νούμερα. Από τα φρούτα και τα λαχανικά που παράγουμε, τρώμε μόνο τα μισά και τα άλλα μισά απλά τα πετάμε. Βλέπεις αφού εμείς δεν τα θέλουμε και κανείς άλλος ανάμεσά μας δεν τα χρειάζεται, τί άλλο να τα κάνεις; Άσε που είναι απαγορευτικό το κόστος να τα φορτώνουμε ξέρωγω σε ένα καράβι και να τα μοιράζουμε πάρα πέρα. Και ο λιμός της Υεμένης είναι στου διαόλου τη μάνα. Πού να τρέχεις. Οπότε στον κουβά. Τί πιο λογικό;

    Μην ξεχάσουμε μόνο να καταστρέψουμε και τις επόμενες γενιές. Προλαβαίνουμε δεν προλαβαίνουμε. Ας διδάξουμε και τα πιτσιρίκια μας πως σε όλο το δυτικό κόσμο, σημασία έχουν τα “αγνά και φρέσκα υλικά” μόνο, πως οφείλουμε να πετάμε αβέρτα ό,τι τροφή δεν θα πρωταγωνιστούσε σε διαφήμιση, πως πρέπει να σεβόμαστε και να προσέχουμε πολύ τη διατροφή μας μα μόνο τη στιγμή που την αγοράζουμε διότι μετά είναι δικιά μας και την κάνουμε ό,τι θέλουμε, άμα λάχει την πετάμε κιόλας. Τέλος ας μην ξεχάσουμε να τα διδάξουμε πως η “παρουσίαση” του πιάτου μας οφείλει να μοιάζει τόσο τέλεια όσο ένα έργο τέχνης. Αλλιώς μην τα ξαναλέμε, κουβά.

    Εικόνα από την καμπάνια “ugly food” του γαλλικού σούπερ μάρκετ Intermarché για την πώληση των “άσχημων” φρούτων και λαχανικών με έκπτωση.

     

     

    Φερόμαστε στο φαγητό με τον ίδιο ακριβώς σεβασμό που φερόμαστε στον πλανήτη, στους συνανθρώπους μας, στα ζώα, παντού. Ακκιζόμαστε για τον πολιτισμό μας όταν μαγειρεύουμε όλα αυτά τα Υψηλά αλλά σόρι, ο βασιλιάς είναι γυμνός. Τα πεντάστερα πιάτα μας δεν είναι για καμάρι, είναι η μεγαλύτερη κατάντια του πολιτισμού μας αν σκεφτείς τί φαγητό έχει πεταχτεί για να επιτευχθεί τόσο τέλεια εμφάνιση και γεύση. Ειδικά αν σκεφτείς τί διδάσκουν αυτά τα πιάτα σε εμάς και τα παιδιά μας.

    Αντί να τους θεοποιούμε, θα έπρεπε να κράζουμε όλους αυτούς τους “σεφ” της μόστρας που δεν έχουν κανένα σεβασμό απέναντι στο φαγητό και τα υλικά τους, που μισούν το λάθος χρώμα, τη λάθος γεύση, το λάθος σχήμα. Που δεν έμαθαν ποτέ ότι το σημαντικότερο μάθημα μαγειρικής είναι πώς να διορθώσεις ένα “λάθος” φαγητό για να μην το πετάξεις, πώς να γεμίζεις μια θεόστραβη πιπεριά, πως οι πατάτες σε κύβους δεν είναι βρε ηλίθιε στ’ αλήθεια κύβοι ούτε θα πάρει κανείς μας χάρακα προτού τις φάει, πως το ζυμάρι που περίσσεψε από την πίτα, ο φυσιολογικός κόσμος το κάνει μπαλάκια και το στολίζει με ελιές ή σταφίδες για τα πιτσιρίκια, δεν το πετάει. Ο φυσιολογικός κόσμος. Ο υπόλοιπος, ούτε που του περνά απ΄το μυαλό.

    Θέλω να πω, ένα απλό ταπεινό μήλο είναι ιερό πράγμα αν σκεφτεί κανείς τον κόπο, τους πόρους και τον χρόνο που χρειάστηκε για να παραχθεί. Αν σκεφτεί κανείς πως ο μισός πλανήτης δεν το έχει καν δοκιμάσει. Όμως η παραμικρή κηλίδα στη φλούδα του αρκεί για να καταλήξει στον κάδο είτε από τον γεωργό, είτε από την εταιρεία που βάζει “προδιαγραφές” ή μάλλον, καλούπι στα σχήματα και τα χρώματα της φύσης (!) είτε από εμάς τους ίδιους. Σε έναν ιδανικό κόσμο, ο όγκος των πεταμένων τροφίμων κάθε επιχείρησης ή σπιτιού θα σήμαινε καταναγκαστικά έργα σε περιβόλι. Αλλά άντε να αρχίσεις να εξηγείς γιατί.

    Εξίσου τραγικό μα φυσιολογικό στον μισοπεινασμένο μας πλανήτη, το ‘χουμε να χρησιμοποιούμε φαγώσιμα για να φτιάξουμε μαλακίες. Θα δεις να σπαταλάμε φρούτα για να φτιάξουμε αρώματα, να πετάμε γάλα και άλλα πολύτιμα υλικά για να φτιάξουμε καλλυντικά και αντιρυτιδικά, μέλι βρε αθεόφοβοι για σαμπουάν και κρέμες σώματος. Και δεν έχουμε αφανιστεί ακόμη! Ο μισός πλανήτης φέρεται στο φαγητό σαν θεό και σκουπίδι συνάμα. Μόνο τα τρόφιμα λέει, που πετιούνται στην Ευρώπη μπορούν να ταΐσουν άνετα όλη την Αφρική για πάντα. Κάποτε είχαμε το σύνδρομο της κατοχής. Τώρα δεν χρειάζεται να περάσεις κατοχή εσύ. Λίγη τηλεόραση να ανοίξεις και να δεις την τόση δυστυχία γύρω σου, έναν-δυο αμπελοφιλόσοφους να ακούσεις και στο λεπτό γίνεσαι κι εσύ ανέμελο χαζογκομενάκι της ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε κοινωνίας μας. Κυρ Στέφανε φέρε και μη σταματάς!

    Θεωρητικά το πρόβλημα της πείνας είναι ένα εντελώς “ηλίθιο πρόβλημα” διότι λύνεται αύριο το πρωί. Δεν είναι ασθένεια που ψάχνουμε ακόμα το φάρμακο. Αν βάλεις κάτω τα νούμερα, αρκεί ένα μαγικό χέρι να πάρει αυτά που πετάμε ή δεν καταναλώνουμε και να τα δώσει εκεί που τα χρειάζονται. Αν γίνει αυτό, όλος ο πλανήτης δεν θα ξανασυναντήσει πείνα ποτέ ξανά. Το μαγικό όμως αυτό χέρι, παρότι υπάρχει δεν ενδιαφέρεται και δεν έχει καμία λογική. Κυρίως, παιδεία.

    Τροφή για σκέψη: το νούμερο ένα τρόφιμο παγκοσμίως που πετάμε περισσότερο είναι το ψωμί.

     

    Μόλις φέτος στήθηκαν εκστρατείες ολόκληρες για την πλαστική σακούλα χωρίς κανείς ποτέ να θίξει το γεγονός πως αν καταφέρουμε να καταπολεμήσουμε τη σπατάλη τροφίμων, το πρόβλημα με τις σακούλες λύθηκε. Ούτε τις μισές δεν θα χρειαζόμασταν. Αλλά πού. Γεμίσαμε οργανώσεις και ακτιβιστές κολλημένους με τον πλανήτη, τα ζώα, την ανακύκλωση και άλλα ιερά και δεν μπορώ καθόλου να καταλάβω πώς γίνεται το φαγητό και η σπατάλη του να αποτελεί τόσο τρανταχτή εξαίρεση από τις προσπάθειες να σωθούμε από τη σίγουρη καταστροφή. Αντί να λυσσάνε να μας μάθουν πώς γίνεται το κομπόστ, θα έπρεπε πρώτα να καίγονται να μάθουν γιατί πετάμε τόσα τρόφιμα και γιατί υπάρχει αυτή η ρημαδοανάγκη να τα κάνουμε κομπόστ.

    Τα startups για την καταπολέμηση της σπατάλης τροφίμων φυτρώνουν το ένα μετά το άλλο παντού, μα έχουν περισσότερο να κάνουν με τη σπατάλη από επιχειρήσεις και βιομηχανίες. Ακριβώς γι’ αυτό δεν μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Η καρδιά του προβλήματος λένε τα νούμερα, είναι τα ίδια τα νοικοκυριά.

    Αηδιάζω και μόνο στη σκέψη” άκουσα προχθές μια νεαρή να λέει “να ψωνίσω ληγμένα τρόφιμα μόνο και μόνο γιατί είναι φθηνότερα”. Αηδιάζουμε. Αυτό είναι το κύριο θέμα μας. Εκπαιδευτήκαμε να μας αηδιάζει οτιδήποτε ξεφεύγει από τα αφύσικα που μας πλασάρανε για φύση. Κυρίως, μας αηδιάζει η ασχήμια και η φτώχεια. Πλέον αντί να εντοπίζουμε τα προβλήματα, αντί να τα σκεφτόμαστε και να βρίσκουμε λύσεις, εμείς αηδιάζουμε και προχωράμε. Όχι μπροστά και όχι για πολύ, πάντως.

  • Όχι άλλες θέσεις εργασίας

    Αν και συνεχίζουμε να έχουμε ένα μύριο ανέργους παρά κάτι, το τραγικό των τεσσάρων περίπου μυρίων σκλάβων με φρικάρει που ελάχιστοι το θίγουν. Η φτωχοποίηση των εργαζόμενων και ο εξαναγκασμός τους σε δουλεία είναι ένα εξίσου μεγάλο ζήτημα που δεν ξεπερνιέται με νέες θέσεις εργασίας σκέτο διότι σε περιπτώσεις, -που πλέον είναι μάλλον ο κανόνας- η εργασία στην Ελλάδα του σήμερα είναι τρομακτικότερη από την ανεργία.

    Η ανεργία σού φέρνει φτώχεια, ντροπή και κατάθλιψη. Αυτό όμως που λέμε εργασία στις μέρες μας, σου φέρνει για πλάκα ό,τι πετάει και κινείται από ψυχιατρική και παθολογία. Αν κάποιος καθόταν στ’ αλήθεια να καταγράψει τις πραγματικές συνθήκες εργασίας πια, αν πραγματικά ενδιαφερόταν πόσο έρμαια σαδιστών και ψυχοπαθών έχει καταντήσει η πλειοψηφία των εργαζομένων, θα κατανοούσε πως το να “βολέψεις” κόσμο σε θέσεις εργασίας σήμερα απλά εγκλωβίζει κόσμο στην παράνοια, μεγαλώνει το πρόβλημα μα δεν το λύνει. Και δεν είναι μόνο οι τραγικά χαμηλοί μισθοί. Εργασία σήμερα δεν είναι τίποτε άλλο παρά το εισόδημα του άνεργου με χίλιες φορές περισσότερο κόπο, φόβο και άγχος. Είναι έκθεση σε πλήθος κινδύνων σωματικών και ψυχικών, καθαρό πούλημα σε σκλαβοπάζαρο. Οι άνεργοι παίζει να είναι πολύ πιο προστατευμένοι και ψυχικά υγιείς από τους εργαζόμενους στη σημερινή Ελλάδα.

    “Απολύθηκε έγκυος επτά μηνών – Σφοδρές αντιδράσεις. Πρόκειται για την εταιρία VresNET που στη συνέχεια απέλυσε τρεις ακόμα εργαζόμενους που τόλμησαν να μιλήσουν για να υπερασπιστούν τη συνάδελφό τους”.

    Αυτό που δεν βλέπω να κατανοεί κανείς πέρα από την κάστα μου, είναι πως οι δείκτες ανεργίας σε περιβάλλον κρίσης, είτε ανεβαίνουν είτε κατεβαίνουν, δεν έχουν καμία απολύτως σημασία για την ουσιαστική ευημερία μας. Θέλεις αύριο να σου τιγκάρω θέσεις εργασίας που όμως πληρώνουν 300 ευρώ; Ή μήπως θέλεις πολλές εντελώς καλοπληρωμένες θέσεις που όμως καμιά τους δεν θα πληρώνει; Ή που θα πληρώνει λογικά λεφτά αλλά με μπλοκάκι και το ωράριο θα είναι 12ωρο χωρίς ρεπό; Ή μήπως 3ωρο και 3ήμερο; Σε όλες τις περιπτώσεις, οι δείκτες θα πετάνε στα σύννεφα, θα έχουν όλοι καταχωρηθεί εργαζόμενοι -άρα λυμένο πρόβλημα- και μετά θα αναρωτιέσαι τι έχουν τα έρμα και σου ψοφάνε.

    Το διαζύγιο των “αρχόντων” από την καθημερινότητα είναι χοντροθεματάρα παντού. Ειδικά όμως εδώ, το τίμημα είναι μεγάλο και δεν μπαλώνεται έτσι απλά ανακοινώνοντας νέες θέσεις και “χτυπώντας” την ανεργία τόσο πολύ ηλίθια. Όταν, ακούγοντας διάφορα για έναν πολιτικό, πέφτω στην κλασική αναφορά για τα ένσημα που έχει ή δεν έχει κολλήσει, για μένα αυτό δεν είναι λαϊκισμός. Είναι βασικό ζητούμενο της θέσης του. Είναι η μία και μοναδική του σύνδεση με εμένα και την καθημερινότητά μου. Αν ανήκουμε στο ίδιο είδος. Αν ρε παιδί μου, ο ποδοσφαιριστής σου έχει πόδια. Αναγνωρίζω ότι δύσκολα θα πετύχω πολιτικό που να έχει δουλέψει και μάλιστα για βιοποριστικούς λόγους όπως η πλειοψηφία της πλέμπας που υποτίθεται εκπροσωπεί και υπερασπίζεται, μα ακόμη κι αν έχει υπάρξει έστω λίγες ώρες σε αυτό το τρομακτικό πράγμα που ονομάζουμε εργασιακό περιβάλλον σήμερα και δη, ως απλός υπάλληλος ή εργάτης, εμένα μου αρκεί.

    Για το μέσο εργαζόμενο, κρίση-ξεκρίση, έχοντας το κουσούρι να δουλεύει για τα προς το ζην, αυτό είναι από μόνο του μανίκι. Διότι εάν δεν δουλέψει δεν ζην. Τόσο απλά. Αυτό και μόνο το γεγονός σε εξαναγκάζει σε πολύ βάρβαρη καθημερινότητα. Ακόμη κι αν όλα λειτουργούν ρολόι, ακόμη κι αν δουλεύεις για τον Δαλάι Λάμα, ακόμη κι αν ο φόρτος εργασίας δεν είναι εξωπραγματικός, ακόμη κι αν δεν έχεις απ΄ όξω ουρά τους αντικαταστάτες να περιμένουν με το μισό μισθό για το πρώτο σου λάθος, ακόμη κι αν ο μισθός σε φτάνει μέχρι τέλη του μήνα και πληρώνεσαι μάλιστα και στην ώρα σου, πάντοτε θα έχεις πολύ περιορισμένους πόρους, πάντοτε θα είσαι πολύ φοβισμένος και αγχωμένος ενώ θα έχεις καθημερινά πολλά περισσότερα να κάνεις, περιορισμένες λύσεις και μηδέν ελεύθερο χρόνο. Πράγματα που από μόνα τους κάνουν την εργασία για έναν χαμηλόμισθο μια ούτως ή άλλως, δύσκολη υπόθεση. Πόσο μάλλον τώρα πια, που τίποτε από τα παραπάνω δεν είναι δεδομένο.

    Ειδικά, αν ανήκεις στους πολύ “τυχερούς” που θα σου κάτσει κι ένα κορεσμένο επάγγελμα ή μια ηλικία πάνω από 35, το λάθος φύλο/χρώμα/καταγωγή, μια εμφάνιση ένα τσικ πιο έξω από τα αποδεκτά πρότυπα, τίποτα ανήλικα πιτσιρίκια, μικρή ανοχή στις προσβολές, όχι μεταφορικό μέσο, κάνα διαζύγιο, μερική απασχόληση ή ένας μισθός που δε σε φτάνει. Καταλαβαίνεις λοιπόν, πως μιλάμε για μια καθημερινότητα που ούτε στον χειρότερο εφιάλτη σου δεν είχες φανταστεί.
    Λίγα νούμερα; Παρατήρησε πόσο στεγνά και όμορφα τα λένε άμα είσαι απ΄έξω: το 66% των ιδ. υπαλλήλων δεν ξέρει αν θα έχει μισθό το επόμενο εξάμηνο και 3 στους 4 δηλώνουν ότι ο εργοδότης τους δεν σέβεται τα νόμιμα δικαιώματά τους. Κατάλαβες. Α, και το καλύτερο, το 37% των εργαζομένων έχει καθυστερήσεις στο μισθό. Τον άθλιο μισθό, θυμίζω. Ή μάλλον, τα αποκαΐδια του μετά από κερατιάτικα και χαράτσια. Τα νούμερα όμως δεν έχουν όλοι τα εφόδια να τα μεταφράσουν σε καθημερινότητα.

    “Σε μια πρωτοφανή καταγγελία προέβη ο Σύλλογος Ιδιωτικών Υπαλλήλων αποκαλύπτοντας πως εργαζόμενοι οδηγούνται συνοδεία μπράβων στα ΑΤΜ ώστε να κάνουν ανάληψη του νόμιμου μισθού που τους έχει κατατεθεί στην τράπεζα, υποχρεωτικά από το νόμο, και στη συνέχεια να τον επιστρέψουν στον εργοδότη για να τους καταβληθεί μέρος αυτού”.

    Και αυτή καθαυτή η δουλειά σου; Λίγοι έχουν ζήσει στο πετσί τους τα σουρεαλιστικά που οφείλεις να κάνεις καθημερινά ως εργαζόμενος για να κερδίσεις τα προς το ζην. Οι άγραφοι κανόνες στη δουλειά και δη στις κακοπληρωμένες και σπάνιες δουλειές της κρίσης, είναι πολύ διαφορετικοί από εκείνους της πραγματικής ζωής. Πράγματα που θα ήταν τουλάχιστον γελοία οπουδήποτε αλλού στην καθημερινότητά σου, στη δουλειά σήμερα, πρέπει να τα υποστείς αδιαμαρτύρητα. Ή μάλλον, να τα κάνεις και με καμάρι. Μιλάω κάθε μέρα με φίλους που έμειναν πίσω και πραγματικά ανατριχιάζω από τη φρίκη. Ας πούμε, οχτάωρα ολόκληρα αυστηρής ορθοστασίας με υποχρεωτικά τακούνια διότι απλά απαγορεύεται το “καθισιό” ή βάρδια χωρίς φαγητό, διότι οι χώροι της εργασίας είναι όλοι “βιτρίνα” και “δεν γίνεται να σε βλέπουν οι πελάτες να τρως”. Ρούχα που μισείς, πονεμένο πρόσωπο από το χαμόγελο, καθημερινές προσβολές και ασυγκράτητος, επίπονος υπερενθουσιασμός για δουλειές που μοιάζουν αιρέσεις – που οφείλεις δηλαδή να μάθεις τη “βίβλο” τους, τους κανόνες, τη “γλώσσα”, τον “ιερό” τους σκοπό, μόνο και μόνο για να συνεχίσεις να έχεις έναν μισθό. Αν πληρωθείς.

    Σε άλλες περιπτώσεις, πρέπει να δείχνεις ότι εργάζεσαι διαρκώς και σκληρά, ακόμη κι αν δεν έχεις πελάτη ή τίποτε απολύτως να κάνεις. Εργαζόμενοι που περνούν οχτάωρα ολόκληρα κάνοντας απολύτως τίποτα και ψάχνοντας εναγωνίως να βρουν μια οποιαδήποτε ασχολία για να μην φαίνονται αδρανείς μα απαραίτητοι διότι χρειάζονται τη δουλειά. Κι αρκετοί απ΄αυτούς, όχι μόνο τα καταφέρνουν να κρύβουν την απραξία τους, μα αναγκάζονται να κάθονται κιόλας κάθε μέρα ως τη νύχτα για να σιγουρέψουν την αναγκαιότητα της θέσης τους. Κι απ΄την άλλη, δουλειές που θες σαράντα ώρες και βάλε συνεχόμενες για να βγάλεις την παραγωγή και αυτό να θεωρείται απόλυτα φυσιολογικό. Και κακοπληρωμένο.

    Ακόμη χειρότερα, οι παράλογες απαιτήσεις και η απροκάλυπτη πια αγένεια των εργοδοτών είναι τίποτε μπροστά στο πόσο έρμαιο είσαι στους εξίσου φοβισμένους προϊσταμένους και συναδέλφους. Σε περίοδο κρίσης, το εργασιακό περιβάλλον μοιάζει ακριβώς σαν αρένα. Όχι ότι δεν ήταν πριν, όμως πλέον τα προσχήματα δεν έχουν λόγους ύπαρξης. Η επιβίωση είναι το μόνο ζητούμενο. Πλέον, “συνεργασία”, “ομαδική δουλειά” και “συναδελφική αλληλεγγύη” είναι πράγματα που ακούς μόνο απ΄όσους ήταν πάντα έξω από όλο αυτό και μόνο από όσους δεν έχουν ποτέ ριχτεί σε αυτή την αρένα να επιβιώσουν. Τι ώρα έπιασες δουλειά, τι ώρα έφυγες, αν παραπονιέσαι ικανοποιητικά για το φόρτο της θέσης σου -άρα πάρε να κάνεις κι άλλα-, πόσα ξενύχτια έχεις κάνει στη δουλειά, πόσες άδειες πήρες, πότε και γιατί. Όλα κρίνονται κάθε δευτερόλεπτο από άγρυπνα μάτια γύρω σου, που καραδοκούν όχι το λάθος, αλλά το εάν η γυναίκα του Καίσαρα σήμερα δείξει λίιιγο παραπάνω αστράγαλο. Αν ναι, κάηκε.

    Ναι, σαφώς και υπάρχουν καλά παραδείγματα, όμως είναι τόσο σπάνια όσοι οι πολιτικοί που πραγματικά αντιλαμβάνονται τι σημαίνει καθημερινότητα για την πλέμπα. Ξέρω πολύ καλά τι σημαίνει ανθρώπινη επιχείρηση, στοιχειωδώς ανθρώπινες συνθήκες και πόσο ουτοπία είναι η ψυχική ηρεμία στη δουλειά. Δεν το είχα σχεδόν ποτέ, μα μεγαλώνοντας φρόντισα να έχω την πολυτέλεια να το διεκδικώ και μάλιστα δυναμικά, χωρίς καμία παραχώρηση. Ξέρω όμως ακόμη πιο καλά πως εάν οι συνθήκες μου επέβαλαν να εργάζομαι σε μια οποιαδήποτε εργασία στην Ελλάδα του σήμερα, και δη σε μια ανειδίκευτη και χειρωνακτική εργασία, το να είμαι ανάμεσα στο εκατομμύριο των ανέργων, ίσως να ήταν μια κρυφή ανακούφιση μπροστά στο τρομακτικό συναίσθημα να με πανηγυρίζουν λύση ενώ με ξαπόστειλαν με περισσότερα προβλήματα και έρμαιο στα χέρια κάθε φτωχοδιάβολου.

  • Έχω μια ιδέα

    Η παράνοια ξεκίνησε με το web και ειδικά το Web.2 και τη συμμετοχή όλων στο δημόσιο λόγο. Ξαφνικά βρεθήκαμε ένα περίφημο “κλικ” μακριά από οποιονδήποτε μπορούσαμε να σκεφτούμε. Από τα “ιερά τέρατα” μέχρι τότε της τέχνης, του πολιτισμού, της πολιτικής, της δημόσιας ζωής. Όποια κι αν ήταν τα επιτεύγματά τους, όποιος κι αν ήταν ο ρόλος τους, “εκεί μέσα” μπορούσαν να είναι κανονικοί άνθρωποι και μάλιστα ίσοι με εμάς – ίδια γραμματοσειρά και ίδιο μέγεθος φωτό στη μαρκίζα.

    Έτσι, κάθε “επώνυμος” βγήκε έστω για λίγο έξω από τον σπουδαίο ρόλο του, μας είδε, μας απευθύνθηκε κάποιες φορές και κάποιοι έγιναν ακόμα και “φίλοι” μας. Σχεδόν αμέσως, οι περισσότεροι “επώνυμοι” έγιναν “δικοί μας άνθρωποι” και η αίσθηση να μπορείς να τους απευθύνεσαι, να τους έχεις στην καθημερινότητά σου, να κάνετε ο ένας στον άλλο λάικ, ήταν μια κάποια επανάσταση.

    Το νέο τρεντ φυσικά ακολούθησαν και οι πολιτικοί καθώς διαπίστωναν ολοένα και περισσότερο πως η προσωπική επαφή με την πλέμπα σε δείχνει πιο προσιτό, πιο ανθρώπινο ενώ ο ψηφοφόρος ταυτίζεται ευκολότερα μαζί σου. Στα δε δύσκολα, κι αφού έχουν συνδεθεί μαζί τους στενά, οι διαδικτυακοί τους “φίλοι”, είναι πολύ εύκολο να γίνουν οι κυματοθραύστες τους και κάποιοι, πολύ πιο φανατικοί και χρήσιμοι από το καλύτερο αναλογικό κομματόσκυλο.

    Το μεγάλο λάθος έγινε όταν αποφάσισαν όλοι τους πως “τέρμα με τους ρόλους, είμαστε όλοι άνθρωποι. Μπορεί να έχουμε μια ίσως σημαντικότερη δουλειά ή έναν θεσμό να υπηρετήσουμε, όμως κι εμείς αισθανόμαστε, θυμώνουμε, μιλάμε όπως εσείς”. Κι έτσι πολύ σύντομα, όλοι οι σπουδαίοι άνθρωποι που μέχρι χθες, τους άκουγες να μιλούν ελάχιστα και ξύλινα, που είχαν έναν -νομίζαμε- δύσκολο ρόλο να παίξουν ή έναν τρομακτικό θεσμό να υπηρετήσουν, έγιναν σαν κι εμάς. Ή μάλλον, σαν τα μούτρα μας.

    Εντάξει, δεν μου πολυάρεσε η τότε απόσταση μα τώρα εκ των υστέρων, ίσως να καταλαβαίνω τη χρησιμότητά της. Δεν ξέρω αν ήταν συντηρητισμός, αν οι ρόλοι και οι θεσμοί εξυπηρετούσαν σκοπούς marketing μόνο ή ήταν στοιχειώδης σοβαρότητα και αξιοπρέπεια. Πραγματικά δεν ξέρω. Και άρχισαν που λες να μιλούν, να μιλούν, να μιλούν. Ασταμάτητα. Και ο κόσμος άρχισε να απομυθοποιεί. Οι ρόλοι φτάσαμε να διατηρούνται μετά βίας μόνο στα χαρτιά και στο εισόδημα. Η πλήρης απομυθοποίηση ή η άκρατη μυθοποίηση όλων, πάει σύννεφο. Social media θέλανε.

    Κάπως έτσι, ο αγαπητός από απολύτως όλους τότε Χαϊκάλης, αποφάσισε να μιλήσει και τα γάμησε όλα, ενώ ο Καμμένος εκτός από το λόγο επένδυσε και στην εικόνα λες και δεν μας έφτανε ο λόγος του για να πειστούμε ότι είναι “ένας από εμάς”. Και ένα πρωί ξύπνησε και αναφώνησε “έχω μια ιδέα”! Και πήγε στην Αμερική και την αμόλησε.

    H κουλτούρα του Web.2, όλες αυτές οι μπαρούφες που γράφουμε ασταμάτητα όλοι πια, φτιάχνουν έναν συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου που είτε θεσμός είτε όχι, ό,τι σκεφτεί θα σκάσει αν δεν το πει. Και ο φωστήρας πήγε και το είπε και άντε τώρα, όχι μόνο να το μαζέψεις αλλά να μαζέψεις και τον ίδιο, άντε να κάτσεις να του μάθεις το ρόλο του από την αρχή. Γιατί η δικιά μου μπαρούφα δεν έχει βαρύτητα. Η δικιά του έχει.

    Οι μπαρούφες του καθενός από δαύτους με καρέκλα, δημιουργούν πραγματικότητα για σένα και για μένα. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Οι μπαρούφες του Τραμπ οδηγούν εκτός από ατέλειωτο τρολάρισμα και σε νέες τάσεις και σε νέους μαλάκες με καρέκλα ανά την υφήλιο και σε νέες ηλίθιες ιδέες που πραγματοποιούνται κιόλας. Κάθε πρωί τρέμεις πια, ποιος θεσμός ανάμεσά μας θα ξυπνήσει έχοντας απλά μια ιδέα.

    Ναι, και εμείς οι απλοί καθημερινοί άνθρωποι έχουμε σούργελα με πάρα πολλές ιδέες ή μάλλον κυρίως τέτοια είμαστε, γι’ αυτό κύριοι σας χώσαμε εκεί πάνω νομίζοντας ότι είστε καλύτεροι από εμάς. Αλλά που.

    Πλέον είτε ως πολιτικοί αλλά και ως θεσμοί και όχι μόνο “εδώ μέσα” αλλά και “εκεί όξω” ή μάλλον “εκεί επάνω”, ξεσαλώνουν στις ιδέες ενώ μερικές φορές έχουν και ντέρτια:


    Μια ακόμη γαμάτη ιδέα: επίσημη ανακοίνωση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας με αφιέρωση τραγούδι της Ν. Θεοδωρίδου.

     

    Κάπου εδώ, να θυμηθώ να καλωσορίσω τους νέους επίδοξους πολιτικούς στην εποχή των κοινωνικών δικτύων. Από εδώ και στο εξής, μπορείτε αγαπητοί να σταματήσετε να χάνετε το χρόνο σας σε σπουδές, ιδεολογίες και “αγώνες” χωρίς ένα πρόχειρο Instagram ή έστω έναν λογαριασμό Snapchat. Χρειάζεστε ένα νέο σετ χαρακτηριστικών και δεξιοτήτων πια που ελάχιστα έχει να κάνει με την ανιαρή δουλειά αυτή καθεαυτή. Εκτός από Instagramable φάτσα, γνώσεις δανεικές από Wiki, ρητορική και εξυπνάδα Twitter, οφείλετε ακόμη να έχετε πολλά κιλά λαϊκισμού και πολλές πολλές ιδέες που θα κάνουν ντόρο. Όσο ανεφάρμοστες ή άτοπες κι αν είναι. Ή μάλλον μόνο τέτοιες, αν θέλετε πολλές ψήφους και τη ζηλευτή απήχηση της Κιμ. Α, και να χαίρεστε που οι Κιμ αυτού του κόσμου την έχουν χεσμένη την πολιτική.

    Ναι, μέχρι χθες είχε πλάκα. Ο πρωθυπουργός μας που φόρεσε γραβάτα αφού έσκισε τα μνημόνια ήταν πολύ χαριτωμένος. Ο Βαρουφάκης που επέλεγε συστηματικά να αγνοεί το ντρες κόουντ του ρόλου του και να σκάει κλαρινογαμπρός στη Βουλή αγορεύοντας από τα πατώματα, μας καταδιασκέδασε. Τα Ελληνικά του Τσακαλώτου είναι αεράκι δροσιάς στα αμόρφωτα ώτα μας και η λαϊκή μας σοφία στα χείλη του Τσίπρα αποδεικνύεται τελικά όχι μόνο σοφή, αλλά και προφητική (στην ουρά παιδιά, όλοι οι μαλάκες με ιδέες χωράμε πια).

     

    Μα η ιδέα του Καμένου, μας πάγωσε. Όχι αυτή καθαυτή, αλλά το γεγονός ότι ο καθένας ιδεολόγος από δαύτους, απλά ανοίγει πια το στόμα και όποιον λαό πάρει αμπάριζα. Κάτι που μπορεί να είναι σόσιαλ, μπορεί να χαρίζει κλικ και λάικ και “ανθρωπιά” αλλά εμάς μας κοψοχολιάζει, μας κόβει χρόνια ζωής. Κυριολεκτικά.

     

  • Το ταξίδι στο χρόνο είναι πραγματικότητα κάπου σε 200 χρόνια από τώρα όπου ο δισέγγονος του Τσίπρα και ο Κυριάκος κάνουν πειράματα στην ιστορία μπας και το σώσουν. Ή τρολάρουν. Ποτέ δεν μπορείς να πεις με σιγουριά.
    [Η Απάντηση στη Ζωή, στο Σύμπαν, στον Καμμένο και στα Πάντα]

  • Ο αληθινά σημαντικός λόγος να κόψει κάποιος το κρέας

    Η πρόσφατη καμπάνια των Ελλήνων χορτοφάγων στην Αθήνα, προσπάθησε με εξαιρετικά επιθετικό τρόπο να σοκάρει εμάς τους κρεατοφάγους γεμίζοντας το μετρό αφίσες με σκληρά μηνύματα και μάλιστα μέσω crowdfunding παρακαλώ. Για να πάρετε μια ιδέα, τα μηνύματα έγραφαν πράγματα όπως “εσύ ποιον έφαγες σήμερα”, “για κάθε ποτήρι γάλα μια μητέρα χάνει το μωρό της” και “vegan σημαίνει συμπόνια”. Και παρότι η Ελλάδα και η Κύπρος, έχουν μακρά κρεατοφαγική παράδοση, παρατηρώ πως ολοένα και περισσότεροι σκέφτονται και το συζητούν έστω να αποφύγουν όσο μπορούν το κρέας, τα ψάρια και τα παράγωγά τους, ειδικά αφού πλέον όλοι γνωρίζουμε πως με μια προσεκτική διατροφή και τακτικές εξετάσεις, δεν υπάρχουν επιπτώσεις στην υγεία. Και αυτό δεν είναι κάτι που λένε πια μόνο οι χορτοφάγοι, πρόσφατες ιατρικές μελέτες μάς δίνουν το πράσινο φως*.

    Γιατί όμως να το κάνει κάποιος αυτό; Θα πρέπει να αναγνωρίσουν οι φίλοι χορτοφάγοι πως είναι εξαιρετικά δύσκολη αυτή η απόφαση και γι’ αυτό ελάχιστοι την έχουν πάρει. Στην εποχή της αφθονίας, το να αποκλείσεις μια τόσο μεγάλη, τόσο θρεπτική και απολαυστική γκάμα τροφίμων, δείχνει ίσως μια από τις δυσκολότερες και πρακτικά αδύνατες αποφάσεις. Για κάποιους, ακούγεται μάλιστα τελείως παράλογο ενώ για μένα ας πούμε, ως μητέρα, ακόμη κι αν βρω το χρόνο να διαβάσω ικανοποιητικά για να ξεπεράσω τους άπειρους ιατρικούς μου φόβους, πρακτικά μού μοιάζει αδύνατο όλο αυτό.

    Πιο παλιά, ήταν ακόμη πιο δύσκολο βέβαια. Όταν δεν ήταν τόσο διαδεδομένη η χορτοφαγία, η μόνη μας εναλλακτική ήταν στρέμματα πρασινάδας, αυτά που τώρα τα λένε superfoods και κάτι άνοστοι υπερσπόροι με ψαγμένα ονόματα. Δεν βοηθούσαν βέβαια καθόλου και οι ίδιοι οι υποστηρικτές αυτής της ιδέας. Οι μέχρι χθες γραφικοί χορτοφάγοι ήταν για μένα, απλά μια διασκεδαστική παρεούλα λοξών. Η τότε επιχειρηματολογία τους δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει την καλύτερη θρησκευτική αίρεση, ενώ περισσότερο στο πούλαγαν ως τρεντιά και εναλλακτική στάση ζωής – και κάτι με το τσι και το κάρμα σου, που μάλλον έμοιαζε να πάει σετάκι με μπάφους και Ικαρίες – οπότε όχι κύριοι, δεν θέλω να ξαναπεράσω την εφηβεία. Οι τύποι ήταν τόσο έξω από την κουλτούρα μας και την πραγματικότητα που το να γίνεις χορτοφάγος τότε, ήταν αποκλειστικά και μόνο γιατί ψόφαγες για παρέλαση και έξτρα προσοχή απ’ το δράμα.

    Κατά τις δε υπέροχες εποχές των forums και αργότερα των blogs, που όλα τα θέματα έπεφταν στο τραπέζι, ξεκινούσες καλοπροαίρετα -ή όχι- τη συζήτηση και ξαφνικά είχες μπροστά σου δεκάδες παρακλάδια της χορτοφαγίας κι ένα κάρο τυπάκια που σε μπέρδευαν, σε τρέλαιναν στη συνωμοσιολογία και τις ανακρίβειες και τελικά, σε έπειθαν πως σίγουρα δεν είναι σοβαροί. Σύντομα, οι χορτοφάγοι κατέληγαν ν’ αλληλοκράζονται με τους φρουτοφάγους, τους γαλακτο-αυγο-θαλασσινο χορτοφάγους (ναι, υπάρχει τέτοιο), τους ευκαπτο-χορτοφάγους (ω ναι, υπάρχει και αυτό) και αυτό το πράγμα δεν είχε τέλος.

    Πολύ χονδρικά, τα είδη “χορτοφαγικής” δίαιτας που απορρίπτουν το κρέας και επικρατούν περισσότερο σήμερα.

     

    Κάθε συζήτηση με τους χορτοφάγους, ακολουθούσε πιστά τον δικό της, χορτοφαγικό νόμο του Godwin – αντί για ναζί, εδώ ήξερες πάντα ότι θα τελειώσει με γουρούνια. Στην άρνησή μας βέβαια, συνετέλεσε πολύ και η τότε επιχειρηματολογία τους. Μεταξύ άλλων, όχι, τα φυτά και οι καρποί δεν έχουν περισσότερη πρωτεΐνη από το κρέας, η χορτοφαγία δεν θα μας προστατέψει από τον καρκίνο, οι πρόγονοί μας δεν ήταν χορτοφάγοι και βέβαια, το ανθρώπινο σώμα δεν πλάστηκε αποκλειστικά για χορτοφαγία, ενώ ακριβώς η κατανάλωση κρέατος ήταν το γεγονός-ορόσημο για το μέγεθος του εγκεφάλου μας. Χώρια που σύμφωνα με μία ακόμη πρόσφατη μελέτη, η χορτοφαγία παίζει να συντελεί στην κατάθλιψη.

    Τι άλλαξε όμως από χθες μέχρι σήμερα; Πλέον σε όλο τον πλανήτη οι χορτοφάγοι εξ ανάγκης υπολογίζονται στα 1.45 δισ. ενώ 75 εκ. άνθρωποι είναι χορτοφάγοι από επιλογή. Ακόμη, αρκεί μια ματιά στα Google trends, για να διαπιστώσει κανείς ότι η χορτοφαγία είναι ίσως το μεγαλύτερο trend της εποχής μας, παγκόσμια. Γιατί λοιπόν όλο και περισσότεροι στρέφονται στη χορτοφαγία; Είναι η προσπάθεια για πιο υγιεινή διατροφή; Είναι η συνωμοσιολογία που θέλει τα φυτά και τα φρούτα να είναι αγνά ενώ το κρέας να βρίθει φαρμάκων; Είναι η φιλοζωική στάση ζωής που μας απαγορεύει να τρώμε οτιδήποτε έχει πρόσωπο; Ή μήπως το κάρμα;

    Εν μέρει όλα αυτά παίζουν – κανείς δεν είναι τέλειος άλλωστε – μα κυρίως, είναι το YouTube. Η ευρεία διάδοση όλης της inside πληροφορίας σχετικά με την παραγωγή τροφίμων ή πιο ειδικά, τα “άπλυτα” της κτηνοτροφικής παραγωγής έχουν σοκάρει όλο τον πλανήτη. Όταν ο μέσος καταναλωτής άρχισε να βλέπει άκριτα τα πάντα, όλα άλλαξαν. Μέσα από τόνους ψεύτικων video και παραπληροφόρησης, άρχισε σιγά σιγά να αχνοφαίνεται η γενική -και καθολικά αποδεκτή από την κτηνοτροφία- εικόνα για τις πραγματικές μεν, άθλιες συνθήκες διαβίωσης των ζώων δε. Που φυσικά, ελάχιστοι περιμέναμε να είναι τίποτε πράσινα λιβάδια και χαρούμενα προβατάκια με κορδέλες αλλά όχι, δεν ήταν ούτε καν στάβλοι. Δεν ήταν ούτε καν αξιοπρεπείς χώροι διαβίωσης. Σε κάποιες περιπτώσεις, ήταν μόλις κουτιά και μάλιστα απελπιστικά μικρά κουτιά όπου το ζώο ζούσε κλεισμένο για πάντα. Σε κάποιες άλλες χειρότερες, ήταν συρμάτινα κλουβιά σαν σχάρες ψησίματος, η μία στοιβαγμένη πάνω στην άλλη όπου κλείνονταν ή μάλλον μαγκώνονταν, εκατοντάδες κοτόπουλα, τα περισσότερα γεμάτα αίματα από τσιμπιές και με σπασμένες φτερούγες από το στρίμωγμα, που περίμεναν τη στιγμή να σφαχτούν. Περίμεναν έτσι, για μήνες.

    Μάθαμε ακόμη ότι η κοινά αποδεκτή πρακτική για να πάρει κάποιος το καθημερινό μα και τόσο δεδομένο, φρέσκο γάλα αγελάδας, είναι όπως με τον άνθρωπο μα και με όλα τα θηλαστικά. Ναι, η αγελάδα πρέπει πρώτα να γεννήσει. Έτσι θα παράξει γάλα για το μικρό της. Για να το πάρουμε λοιπόν, αρκεί να μην της επιτρέψουμε να το θηλάσει. Αφού λοιπόν απομακρύνουμε το μοσχαράκι, είτε το σφάζουμε είτε το μεγαλώνουμε με σκοπό να παράγει γάλα κι αυτό, χώνοντάς το μόνο του σε ένα κλουβί να μεγαλώσει. Η δε λεχώνα αγελάδα, δεν ξαναβλέπει το μικρό της, πιτώνεται ορμόνες για να παράξει απελπιστικά μεγαλύτερες ποσότητες γάλακτος και την αφήνουμε έτσι, ενίοτε με αλυσίδα στο λαιμό, κλεισμένη στο μικρό της κουτί να ζει σε ψυχικό και σωματικό πόνο για όσο χρειαζόμαστε εμείς φρέσκο γάλα, φέτα και χαλούμι. Καθημερινά, δηλαδή.

    Θα μπορούσα να γράφω ώρες τα βασανιστήρια που πλέον μπορεί να δει ωμά στην οθόνη του οποιοσδήποτε το θελήσει. Θα μπορούσα να περιγράψω ακριβώς τις τεχνικές που γδέρνεται ζωντανό ένα μικρό ζώο για τη γούνα του και πόσο μοιάζουν τα ζώα σαν αντικείμενα πια στα χέρια των επαγγελματιών, πόσο δεν τους ενοχλούν οι φωνές τους και την ειλικρινή απορία μου πώς γίνεται να έχουμε φτάσει εδώ.

    Αγαπώ τα ζώα, δεν αγοράζω δερμάτινα ρούχα ή παπούτσια αλλά δεν είμαι υστερική φιλόζωη σε σημείο ν’ αγκαλιάζω τίποτα κότες στα καλά καθούμενα ή να κόπτομαι για τη στείρωση ή όχι της γάτας της διπλανής. Ειδικά τις γάτες, τις είχα πάντα χεσμένες. Παρόλα αυτά, η αυλή μου ήταν γεμάτη ζώα ως παιδί και πλέον συνειδητά αποφεύγω να υιοθετήσω διότι δεν αντέχω τα κλουβιά και τα ενυδρεία. Απ’ την άλλη, ομολογώ πως δεν έχω κανένα ηθικό πρόβλημα να σφάξω ένα ζώο για την τροφή μου και ακόμη, δεν με πειράζει καθόλου να “έχει πρόσωπο” αυτό που τρώω. Δεν έχω κανένα θέμα με τους κυνηγούς -εκτός από όσους το κάνουν για σπορ – και κανένα θέμα με τους περισσότερους ψαράδες. Έχω όμως χοντρό ηθικό πρόβλημα με τον βασανισμό ζώων, εκατομμυρίων ζώων με φρικτό τρόπο και για όλη τους τη ζωή, πριν τη σφαγή τους. Γενικά δηλαδή, μισώ αυτό που λέμε κτηνοτροφία σήμερα.

    Έχω ακόμη πρόβλημα με τη στάση τη δική μας απέναντι σε όλο αυτό. Πώς να το κάνουμε, είναι τουλάχιστον υποκριτικό και σίγουρα συντελεί προς τη στροφή στη χορτοφαγία, η σημερινή αλλοπρόσαλλη εικόνα της πλειοψηφίας των “φιλόζωων” γύρω μας, να λατρεύουν παθολογικά τα ζώα τους, να αναρτούν δεκάδες εικόνες από το σκύλο, τη γάτα ή όποιο τέλος πάντων ζώο είναι οκ να λατρεύει κάποιος στο instagram και αλλού, να μοιράζονται εικόνες παρατημένων και βασανισμένων αδέσποτων για να διασύρουν τους βασανιστές τους, κι απ΄την άλλη, να διακόπτουν το timeline για τη foodporn επιλογή της ημέρας, που μάντεψε, το πιάτο περιέχει ένα άλλο, όχι τόσο social ζώο που βασανίστηκε για χρόνια σε ένα μη social κολαστήριο, αλλά προφανώς δεν ανήκε στα αγαπημένα είδη της εποχής.

    “Γιατί κάποια ζώα τα κάνουμε κατοικίδια ενώ κάποια άλλα κιμά;”

     

    Ο ένας μετά τον άλλον, οι φίλοι μου αυτομολούν στα πράσινα γρασίδια, επιλέγουν πιο χρωματιστά πιάτα, αγκαλιάζουν συχνότερα πρόβατα και προφανώς θα βόσκουν παρέα, μα πλέον δεν τους αδικώ. Πρακτικά, θεωρώ αδύνατο να καταφέρω κι εγώ τέτοια στροφή, μα πιστεύω πως οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το επιχείρημα του χρόνιου βασανισμού των ζώων, αυτό και μόνο αυτό, αρκεί για να δώσει κανείς κάποια δίκια στη χορτοφαγία. Λογικά, η μαζική και οριστική μετάβαση της πλειοψηφίας σε αυτόν τον τρόπο διατροφής δεν είναι μακριά, καθώς πλησιάζει η στιγμή που θα γίνει επιτέλους πραγματικότητα η παραγωγή και διάθεση του συνθετικού κρέατος στην αγορά. Ας ελπίσουμε πάντως να γίνει σύντομα γιατί σόρι, τα υποκατάστατα κρέατος και ειδικά αυτό της σόγιας δεν τρώγονται!

  • Απειλούνται οι δουλειές μας από τα ρομπότ και την τεχνητή νοημοσύνη;

    Με μια πρώτη ματιά, όποιο είναι το επάγγελμά σου, εκτός κι αν έχει να κάνει με –αληθινή- δημιουργικότητα και τέχνη, ξέρεις ότι ένα ρομπότ θα το έκανε άψογα, γρηγορότερα και πολύ πιο φθηνά από εσένα. Ακόμη, δεν θα είχε καμία ανάγκη αδειών, επιδομάτων και μισθού. Ένα ρομπότ σίγουρα δεν θα έκανε λάθη, δεν θα είχε προβλήματα συνεργασίας με απολύτως κανέναν συνάδελφο ή εργοδότη και το κυριότερο, δεν θα είχε καμία αντίρρηση να δουλεύει νυχθημερόν και αργίες. Με το χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπο. Κυριολεκτικά. Αν αυτή δεν ακούγεται η Απόλυτη Απειλή για το μέλλον της ανθρώπινης εργασίας, τότε μόνο ο Στίβεν Κινγκ θα μπορούσε να σκεφτεί χειρότερη. Και όχι άδικα, αν σκεφτείς πως σύμφωνα με περσινή έρευνα της PWC, μόνο στην Αγγλία και μόνο στη μεταποίηση, υπολογίζεται πως θα χαθούν κοντά 700.000 θέσεις εργασίας. Στην Αμερική πάλι, λένε πως μέχρι το 2030 θα αυτοματοποιηθούν από 39 μέχρι 73 εκ. θέσεις εργασίας.  Περίπου δηλαδή, το ένα τρίτο των συνολικών θέσεων εργασίας.

    Προφανώς, λοιπόν, η 4η βιομηχανική επανάσταση δείχνει εξαιρετικά απειλητική για τον άνθρωπο – κι αν ψοφάς για επιστημονική φαντασία, όχι μόνο ως προς την εργασία. Όμως αν το σκεφτείς λίγο, θα διαπιστώσεις πως η ανθρωπότητα τα ‘χει ξαναπεράσει όλα αυτά. Κι όχι μια και δυο φορές. Για να μην σε πάω εντελώς παλιά σκέψου ας πούμε, τη μοδίστρα της γειτονιάς και πώς θα ένιωθε απέναντι στις πρώτες πανάκριβες ραπτομηχανές ή έπειτα, αντιμέτωπη με τις πρώτες βιοτεχνίες, τότε που ξεκίνησε να ανθίζει το φασόν και το εμπόριο των έτοιμων ενδυμάτων.

    Σκέψου εκείνον τον ταλαίπωρο που κουβαλούσε γάλα ή φρούτα με το κάρο και τα γαϊδούρια, λίγο πριν γεμίσει ο τόπος αυτοκίνητα, τρίκυκλα και Εκτελούνται Μεταφοραί. Σκέψου ακόμη, τον έρμο τον λογιστή πόσο πολύ σημαντικός θα ήταν πριν τα “κομπιουτεράκια”, κοινώς τις αριθμομηχανές. Να μη σου πω και για τους φωτογράφους, τα αείμνηστα φιλμ και τη φρίκη που πέρασε το επάγγελμά τους – και περνά ακόμη – με τα κινητά, με όλους αυτούς τους σχεδόν τσάμπα επαγγελματικούς φακούς και τα εκατομμύρια αξιοπρεπέστατες φωτογραφίες από ερασιτέχνες φωτογράφους “δωρεάν με ένα κλικ” στο internet. Ή μήπως θέλεις να μιλήσουμε για τα βίντεο κλαμπ; Τα ποια; Ακριβώς.

    Χειρίστριες τηλεφωνικού κέντρου / επαγγέλματα που δεν υπάρχουν πια.

     

    Σαφώς, η τεχνητή νοημοσύνη και τα ρομπότ ακούγονται και σε μένα πιο απειλητικά από κάθε προηγούμενη τεχνολογική επανάσταση, ειδικά αν λάβω υπόψη το εύρος των δεξιοτήτων, της ακρίβειας και της υπολογιστικής τους ικανότητας. Παρόλα αυτά μήπως και αυτή τη φορά, χάνοντας πράγματα παίζει να κερδίσουμε (κι) άλλα; Κάποιες δουλειές όπως και να το κάνουμε, μας τρώνε πολύ χρόνο καθημερινά, δεν πληρώνονται και στερούν πολύτιμες στιγμές από όλα όσα θέλουμε να κάνουμε. Ναι, μιλώ για τα οικιακά, το καθημερινό μαγείρεμα, τα ψώνια, την οδήγηση σε κίνηση και άλλα κουραστικά. Πέρα από αυτά, κάποια πραγματικά επαγγέλματα θα εκλείψουν τελείως και ίσως να μην μας λείψουν κιόλας καθόλου -όπως οι πάλαι ποτέ αρκουδιάρηδες, τα πιο πρόσφατα τσοντοσινεμά ή ακόμη και οι οίκοι ανοχής – μα το πιθανότερο, να πρέπει απλά εφεύρουμε νέα ή να εξελίξουμε κάποια άλλα.

    Οι έρευνες, πέρα από τα δυσοίωνα, αποκαλύπτουν ακριβώς αυτό. Ότι μάλλον θα ανοίξουν οι δουλειές μας παρά θα κλείσουν. Η λογική τους, είναι απλή. Σου λέει, εάν μια εταιρεία αυτοματοποιήσει την παραγωγή της θα διώξει κόσμο, σωστά; Άρα θα χαθούν δουλειές. Όμως, τα έξοδά της θα μειωθούν αισθητά και για να γίνει πιο ανταγωνιστική, θα μειώσει τις τιμές. Σκέψου λοιπόν τα προϊόντα γύρω σου, χωρίς να φθίνουν σε ποιότητα – το αντίθετο μάλιστα- να κατεβάζουν αισθητά τις τιμές. Τα χρήματά σου αυτόματα ανεβαίνουν περισσότερο σε αξία και αγοράζεις περισσότερα αγαθά. Τι έπεται; Νέες θέσεις εργασίας φυσικά, για να καλύψουν την τρελά αυξημένη ζήτηση. Δεν τα λέω εγώ, αυτοί τα είπαν και μεταξύ μας, έχουν κάποια λογική. Υπάρχει επίσης μία ακόμη διάσταση. Πλέον, εκτός από τις μεγαλύτερες ποσότητες παραχθέντων προϊόντων, θα έχουμε και πολύ μεγάλη ποικιλία, νέα είδη, νέες ανάγκες, νέες υπηρεσίες και εν τέλει, μια νέα αγορά που θα διαστέλλεται εκθετικά. Κάτι τέτοιο λοιπόν, είναι αδύνατο να μη δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και ίσως θέσεις για έρευνα και σχεδιασμό μα κυρίως, νέα επαγγέλματα.

    Εντάξει, όλο αυτό σίγουρα θα αφήσει πίσω αρκετούς, όπως άφησε και η έλλειψη γνώσης της αγγλικής όταν μας πρωτομπαστακώθηκε το ίντερνετ στις δουλειές μας. Να μη μιλήσω για τις εκπληκτικές στενογράφους και εμάς τις αιθέριες πάλαι ποτέ χειρίστριες ό,τι να ’ναι “νέων τεχνολογιών” όπως τέλεξ, φαξ, τέλεφαξ απαραιτήτως μετά των νέων “επαναστατικών ηλεκτρονικών γλωσσών” όπως DOS.

    Το πρώτο έργο ενός αλγόριθμου ή καλύτερα ενός “καλλιτέχνη” τεχνητής νοημοσύνης που δημοπρατήθηκε προς 10.000 δολάρια.

     

    Ποιοι λοιπόν, ενδέχεται να “σκουντουφλήσουν”; Τα δύο κύρια προβλήματα της μετάβασης αυτής, είναι ο χρόνος και η τεχνοφοβία. Αυτό, διότι ενώ η τεχνητή νοημοσύνη και η πλήρης αυτοματοποίηση είναι μεγάλο πράγμα και θα αγγίξει σχεδόν όλο το φάσμα της παραγωγής και της ζωής μας, οι χρόνοι που θα συμβεί αυτό, δεν είναι καθόλου ανάλογοι, ώστε να μπορέσουμε να το χωνέψουμε ικανοποιητικά. Είμαστε κιόλας στο τέλος του πρώτου κύματος σε σύνολο τριών μεταβατικών κυμάτων, που θα ολοκληρωθούν περίπου στα μέσα του 2030*. Το πράγμα λοιπόν, πηγαίνει γοργότερα απ’ ότι φανταζόμαστε και συνεπώς, οι τεχνοφοβικοί, όσοι η τεχνολογία αφήνει αδιάφορους και οι λιγότερο μορφωμένοι, έχουν περισσότερες πιθανότητες να είναι ανάμεσα στα “θύματα” της νέας εποχής. Άρα κοινώς, είτε προσαρμόζεσαι ή σε τρώει η μαρμάγκα. Διότι ναι, εδώ δεν μιλάμε για αλλαγές τύπου από τη μοδίστρα σου στο Ζara και μετά στο Asos, εδώ μιλάμε για ένα παράλληλο σύμπαν. Μιλάμε για μια επανάσταση που θα “καλουπώσει” ξανά την καθημερινότητά μας και όλα μα όλα τα επαγγέλματα από την αρχή.

    Παρότι λοιπόν υπάρχει μια καλή πιθανότητα, να ζούμε σύντομα σε έναν νέο άγνωστο κόσμο, το σίγουρο είναι πως θα έχουμε στα χέρια μας μια μεγάλη κατάκτηση και μέσω αυτής, άπειρα καλύτερα εργαλεία για να τον εκμεταλλευτούμε, να τον απολαύσουμε, να δημιουργήσουμε.

     

    * αν και μεταξύ μας, μέχρι τα ρομπότ και η τεχνητή νοημοσύνη φτάσουν να γίνουν φθηνότερα από έναν εργάτη εργοστασίου – ειδικά με τους μισθούς στην Ελλάδα τσι κρίσης  – μάλλον παίζει να έχουμε δυο -μη σου πω και τρεις- ζωές για να μάθουμε νέες δεξιότητες και να ξαναδούμε το επάγγελμά μας μέσα από τη νέα Blade Runner οπτική.