Author: Κωνσταντίνα Δελημήτρου

  • Καθρέφτη καθρεφτάκια

    Αυτό που ζητούσαν όλοι στην αρχή, ήταν η προσοχή μου με κάθε κόστος. Παιδιά, σκυλιά, βυζιά, λεφτά, όλα έπαιξαν. Και τα κατάφεραν εξαιρετικά καλά αν σκεφτείς ότι η πιο πλούσια αυτοδημιούργητη επιχειρηματίας στον πλανήτη, είναι σήμερα μια πιτσιρίκα 21 ετών και μάλιστα για κανέναν απολύτως λόγο– σύμφωνα με τα δεδομένα του παλιού κόσμου. Κανένα δηλαδή ταλέντο της Κάιλι (ναι, την έφαγε την Κιμ) δεν θα επαρκούσε στον προ-διαδικτυακό κόσμο μας για να την ανεβάσει τόσο ψηλά. Όμως τώρα είναι φανερό σε όλους πώς συνέβη αυτό αν και κανείς δεν κάνει ή δεν μπορεί πια να κάνει κάτι για να το αλλάξει. Όλο αυτό όμως, έθρεψε τέρατα που βγαίνουν ένα-ένα κι έξω από τη διαδικτυακή ζωή.

    Μπορεί στην αρχή τους, τα κοινωνικά δίκτυα να έφεραν μαζί τους τη διαρκή ανάγκη της επίδειξης, να θέλουμε δηλαδή να φαινόμαστε πιο όμορφοι, πιο χαρούμενοι, πιο κοσμογυρισμένοι, πιο εύποροι, πιο αστείοι και γενικά πιο οτιδήποτε απ΄ότι ήμασταν στ’ αλήθεια, μα ήταν θέμα χρόνου μέχρι αυτό να ξεφύγει. Και ξέφυγε. Το παιχνίδι ποιος θα κερδίσει πρώτος την προσοχή όλου του πλανήτη, δημιούργησε το δικό του star system, απαρτιζόμενο αποκλειστικά από όλους εκείνους τους ακραίους -στόκους και μπετόστοκους με τα δεδομένα του παλιού κόσμου, μην τα ξαναλέμε- που είχαν τη μοναδική ικανότητα να κερδίζουν την απόλυτη προσοχή μας. Και προφανώς καμία ντροπή.

    Σήμερα, για μένα και για σένα, τους καταναλωτές περιεχομένου όπως ονομαζόμαστε, η ηλεκτρονική σόσιαλ ζωή είναι λίγο όπου φυσάει ο άνεμος, ανάλογα ποιός θα μας τραβήξει πρώτος την προσοχή. Όσο όμως περνάει ο καιρός κι επειδή αυτό δυσκολεύει, αναγκαστικά το μάτι μας εκπαιδεύτηκε να βλέπει μόνο τα όλο και πιο τραβηγμένα. Τραβηγμένο χιούμορ, τραβηγμένες δηλώσεις, τραβηγμένα πρόσωπα. Το νόμισμα λέει, της εποχής είναι η προσοχή, μα κόστος της σήμερα είναι δυσβάσταχτο καθώς για την προσοχή αυτή, ζητούν τα πάντα. Από τη λογική μέχρι την αισθητική, από τη συγκέντρωση μέχρι την ίδια μας την κρίση.

    Αν μέχρι χθες δηλαδή, έπαιζα ανυποψίαστη στο πανηγυράκι και χάριζα αβέρτα την προσοχή μου στον πιο αστείο, στον πιο σύντομο, στον πιο ενδιαφέρον, στο πιο καλόψυχο, τώρα αν το κάνω, ξέρω ότι δημιουργώ τέρατα. Και αυτό το πράγμα δεν έχει πάρα πολύ μέλλον, διότι κανένα τέρας μου αύριο δεν θα επιβιώσει. Αύριο, μια νέα στρατιά ορκ θα γεμίσει τον τόπο τερατουργήματα μόνο και μόνο για να τα προσέξω. Και πρέπει αυτά που θα κάνουν να είναι ακόμη πιο τερατώδη για να καταφέρουν τελικά να τους τη ρίξω τη ματιά μου. Κι αυτή η λογική, έχει ξεπεράσει τα κοινωνικά δίκτυα, έχει ποτίσει τον εγκέφαλό μου, έχει γίνει νοοτροπία και έχει μολύνει κάθε μα κάθε έκφανση της ζωής μου.

    Αναγκαστικά και η ψήφος δίνεται πια με τον ίδιο τρόπο όπως και η κρίση μας για την πολιτική στο σύνολό της. Και τα αποτελέσματά αυτού, τα ζούμε άλλωστε παγκοσμίως. Οι πιο ακραίες απόψεις κερδίζουν τη μεγαλύτερη δημοσιότητα γιατί τραβούν περισσότερο την προσοχή των ψηφοφόρων και άρα, φτάνουμε όλοι μας να βλέπουμε και να ακούμε όλο και πιο ακραίες απόψεις μέχρι το σημείο που είμαστε σήμερα. Που βλέπουμε και ακούμε αποκλειστικά ακραίες απόψεις. Είναι μόνο θέμα χρόνου να τις υιοθετήσουμε κιόλας. Ο πιο γρήγορος δρόμος είναι να αναγκαστούμε να πάρουμε θέση υπέρ ή κατά. Και τότε τίποτε δεν θα είναι πια το ίδιο.

    Ως απόρροια όλων αυτών, μας κυβερνούν όλο και πιο ακραίοι τύποι διότι οι άλλοτε “φυσιολογικοί” είναι πολύ βαρετοί και δεν έχουν κάτι νέο να πουν, ακόμη κι αν το παλιό, βαρετό θέμα που μας προκαλεί σχεδόν αηδία αφορά την ίδια τη δημοκρατία, την ελευθερία μας, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το μέλλον. Οι αξίες σήμερα δεν πουλάνε αρκετά. Διότι δεν είναι εύκολες και γρήγορες στην κατανάλωση. Δεν θα σου αφήσουν μετά γέλιο, κλάμα ή έστω μεγάλη ευτυχία. Θα σου αφήσουν σκέψεις χώρια που δεν έχεις πια το λογισμικό να τις επεξεργαστείς. Κανέναν δεν ενδιαφέρουν πια τα λίγο πιο δύσκολα εάν δεν κάνεις πρώτα τον κόπο να τα περάσεις από ένα χολυγουντιανό στούντιο ή έστω, να τα χωρέσεις σε τίποτα memes, σε αστεία gifάκια ή να τα “παντρέψεις” με μεγαλοπρεπή ρητά κάποιου πολύ γνωστού ιστορικού προσώπου. Ή αν δεν στα στερήσουν.

    Είναι πολλά τα τέρατα για να τολμήσει καν κάποιος να κάτσει απέναντί τους. Για εμάς τους τυχερούς-άτυχους που ζήσαμε λίγο πριν από όλα αυτά, ίσως το αντίδοτο να βρίσκεται στις αναμνήσεις. Σε εκείνη την εποχή που δεν είχες όλη την πληροφορία για οτιδήποτε πέρναγε από το νου σου, σε όποιο βάθος, ανάλογα την όρεξη και το χρόνο σου. Εκεί που συχνά ήσουν μόνη. Απόλυτα μόνη, σε άγνωστους δρόμους, χωρίς τηλέφωνο, χωρίς να ξέρεις περιοχές και χάρτες. Τότε που δεν ήξερες πού βρίσκεται κάθε αγαπημένος ανά πάσα στιγμή, τί ακριβώς κάνει, με ποιον είναι και πόσους πόντους πήρε στην κοιλίτσα αυτήν την εβδομάδα. Όταν έψαχνες δουλειά μόνο Τρίτες και Παρασκευές γιατί περίμενες να τυπωθεί η εφημερίδα των αγγελιών – κι αυτό στα κλεφτά απ΄τα μανταλάκια. Όχι τόσο παλιά μα σίγουρα σε άλλο σύμπαν όλα αυτά ή δυο βήματα μακριά. Βέβαια, υπάρχει πάντοτε η μεγάλη πιθανότητα να απατώμαι και όλα αυτά να ήταν πάλι καθρεφτάκια, απλά για ιθαγενείς μιας άλλης εποχής.

  • Των Φρονίμων τα γονίδια

    Πριν λίγες μέρες, μια Κυριακή πρωί, η τοπική αστυνομία στα Γιαννιτσά προχώρησε σε 16 συλλήψεις ενόψει πολιτικής ομιλίας στην περιοχή.

    Σε προληπτικές συλλήψεις προχώρησε η αστυνομία στα Γιαννιτσά πριν από εκδήλωση που θα παραβρίσκονταν οι Φώτης Κουβέλης και Θεοδώρα Τζάκρη.
    Σε μια προσπάθεια να αποφευχθούν επεισόδια με γιουχαΐσματα κατά κυβερνητικών στελεχών, η ΕΛ.ΑΣ. προχώρησε σε 16 προληπτικές προσαγωγές στα Γιαννιτσά πριν από την εκδήλωση στην οποία θα παρίσταντο ο υπουργός Ναυτιλίας Φώτης Κουβέλης και οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Θεοδώρα Τζάκρη και Ιωάννης Σηφάκης.
    Οι τρεις κυβερνητικοί θα έδιναν το «παρών» σε εκδήλωση για τη μνήμη της αγωνίστριας της Δημοκρατίας Ουρανίας Νιζαμίδου. Όπως κατήγγειλαν οι πολίτες που προσήχθησαν τους προσήγαγαν άνδρες με πολιτικά και στη συνέχεια τους είχαν κλεισμένους και υπό αστυνομική επιτήρηση για περισσότερους από 2,5 ώρες στο Α.Τ. Γιαννιτσών”.

    Οι συλλήψεις –παρότι τρέντι με τα κίτρινα γιλέκα τελευταίως και ανά την Ευρώπη – ήταν παράνομες, διότι έγιναν προληπτικά. Κι αυτό το ξέρουμε, από τα όσα κατήγγειλαν οι άνθρωποι που βρέθηκαν στη φυλακή στα καλά καθούμενα και όχι από την ίδια την αστυνομία ή τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες που συνήθως σε περιπτώσεις πολλαπλών συλλήψεων -υπόπτων, εγκληματιών, δεν έχει σημασία- βγαίνουν μπροστά να πάρουν τα εύσημα.

    Στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως, δεν είχαμε ενημέρωση από την αστυνομία τουλάχιστον τις πρώτες στιγμές. Αυτό, γιατί έντρομοι από την αναπάντεχα και άδικα αρνητική αντίδραση των πολιτών και των μέσων, προφανώς περίμεναν τις αντιδράσεις της πολιτικής ηγεσίας προς υπεράσπισή τους. Το λόγο πήρε λοιπόν η πολιτική ηγεσία και πιο συγκεκριμένα, η πλέον κατάλληλη πολιτικός να μιλήσει για το θέμα, η Υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, η κυρία Παπακώστα και μας το εξήγησε όσο πιο κατανοητά γινόταν: «Το δόγμα του υπουργείου είναι η πρόληψη, όχι η καταστολή. Αν προλάβεις να πιάσεις κάποιον πριν τελέσει το αδίκημα, έχεις λύσει το πρόβλημα». Παίζει βέβαια να νόμιζε πως εργάζεται στο Υπουργείο Υγείας αλλά δεν έχει σημασία, καθώς και εδώ καινοτομεί.

    Συνεχίζοντας λοιπόν, τον εξαιρετικά χρήσιμο αυτό συλλογισμό της κυρίας Παπακώστα, παρατηρώ πως μετά θα έχεις να αντιμετωπίσεις μερικά νέα προβλήματα, τρία από τα οποία ενδεχομένως να πρέπει να λύσεις άμεσα. Για λόγους ακόμη πιο αποτελεσματικής αντιμετώπισης ανάλογων θεμάτων του εξαιρετικά οργανωμένου κράτους μας λοιπόν, θα τα παραθέσω στα γρήγορα διότι πραγματικά, αυτή τη φορά η κυβέρνηση έχει όραμα που θα αναπτύξω. Πίσω στον συλλογισμό της κας Παπακώστα, έχεις πρώτο-πρώτο λοιπόν, το πρόβλημα του πολιτεύματος διότι η δημοκρατία ίσως να σε δυσκολέψει λίγο στο βαρύ έργο σου, ενώ δεύτερο θα έχεις το πρόβλημα της ελευθερίας. Θα πρέπει δηλαδή, να μπεις στον κόπο να ορίσεις εκ νέου τί είναι δημοκρατία και αμέσως μετά, τί σημαίνει ελευθερία και ποια είναι τα νέα σαφή -και ένα τσικ πιο στενά- όριά της. Για να βοηθήσω, το νέο context: τί σημαίνει ελευθερία στην Ελλάδα/σήμερα/υπό αριστερή κυβέρνηση/πρώτη φορά.

    Τέλος, θα σου μείνει το τρίτο και μακρύτερο (πρόβλημα), εκείνο της έλλειψης χώρου. Διότι εάν σου δούλεψαν τα Γιαννιτσά και θες να το κάνεις σύστημα αυτό το πράγμα, να συλλαμβάνεις δηλαδή προληπτικά δυνητικούς εγκληματίες, τότε κάθε Δευτέρα πρωί ας πούμε, θα θες πέντε Κορυδαλλούς μόνο για τους υπάλληλους γραφείου κι άλλους τόσους τις Παρασκευές για τους γονείς και δη, νηπίων.

    Θα άφηνα το θέμα κάπου εδώ λοιπόν και δεν θα είχα να προσθέσω τίποτε άλλο, εάν δεν είχαμε κι άλλη χρήσιμη δήλωση, αυτή τη φορά από τον γ.γ. των Ειδικών Φρουρών, τον κ. Στράτο Μαυροειδάκο, που πρόσθεσε “θα ήθελα να δω προληπτικές συλλήψεις στα Εξάρχεια, Σάββατο βράδυ, πριν αρχίσουν οι επιθέσεις εναντίον της διμοιρίας των ΜΑΤ…». Καταλαβαίνετε πως δεν έχει νόημα να συνεχίσω τέτοιους συλλογισμούς. Το έχει κάνει καλύτερα από εμένα η επιστημονική φαντασία και πολύ φοβάμαι ότι δεν θα σταματά να το κάνει μέχρι να αφανιστεί το είδος. Ειδικά τώρα στην εποχή του HBO και του Netflix.

    Η πρόληψη εγκλήματος είναι ένα αρκετά ενδιαφέρον θέμα ιστοριών επιστημονικής φαντασίας αν και μόνο δυστοπικής. Δεν θα δεις δηλαδή ούτε ένα τέτοιο σενάριο που να έτρεξε αυτή τη γαμάτη ιδέα και να τα πήγε καλά έστω μία φορά. Ή μάλλον, η μόνη φορά που τα πηγαίνει πάντα καλά, είναι όταν το ένα χέρι σου βρίσκεται εντός ικανοποιητικής ποσότητας ποπ κορν. Το Minority Report μπορεί να είναι επακριβώς πάνω στην ιδέα των προληπτικών συλλήψεων, όπως και ο Terminator για τους πιο μπρουτάλ θεατές, μα στην κυρία Παπακώστα και στους λοιπούς φιλόδοξους πολιτικούς μας, θα σύστηνα το παλαιότερο αλλά πολύ πολύ καλύτερο Gattaca, το οποίο την πάει ένα βήμα πιο πέρα την ιδέα -και μεταξύ μας, έχει και πολύ καλύτερο καστ.

    Θα είχαμε ως χώρα να πάρουμε εκπληκτικές ιδέες από αυτό το σενάριο. Αντί δηλαδή να σε συλλαμβάνουν μήπως κάνεις ένα έγκλημα, ίσως θα ήταν πιο αποτελεσματικό να ξέραμε αν στ’ αλήθεια θα κάνεις έγκλημα, ώστε να μην γεννηθείς καν. Αντί να τη γλιτώνει πάντα το μωρό Χίτλερ με ηθικές και άλλα φιλοσοφικά, ίσως θα ήταν τελικά προτιμότερο να μην επιτραπεί στους γονείς σου να προχωρήσουν καν τη σχέση τους. Θα είχε ακόμη ενδιαφέρον να γνωρίζαμε αν θα αρρωστήσεις κι αν θα μας γονατίσεις το σύστημα υγείας για σε απομονώσουμε από νωρίς, ή πόσο τούβλο είσαι, αν θα τα “παίρνεις τα γράμματα” κι αν έχει νόημα να επιβαρύνεις χωρίς λόγο την παιδεία μας ώστε να σε κάνουμε εργάτη απ΄την αρχή να τελειώνουμε. Τέλος, θα θέλαμε να ξέρουμε ως πολίτες, επακριβώς πόσα χρόνια θα ζήσεις ώστε να φροντίσουμε να πεθάνεις στο σωστό χρόνο, προτού φτάσουμε να μας αδειάσεις τα συνταξιοδοτικά μας ταμεία. Πραγματικά, δεν έχουν τέλος οι ορίζοντες που ανοίγει αυτό το σενάριο.

    Αντί να υποθέτουμε δηλαδή αν θα το κάνεις το ρημάδι το έγκλημα, μπορεί να υπάρχει προσωπικός φάκελος με καθετί γύρω από εσένα σε επίπεδο γονιδίων ακόμη, που θα ορίζει τι σου επιτρέπεται ή όχι, πόσο μέσα οφείλουν να σε χώσουν και σε ποια ηλικία. Η προχώ κυβέρνησή μας έτσι, απλά θα συμβουλεύεται τον φάκελό σου με την πλήρη ανάλυση, η οποία μπορεί να πηγαίνει και πέρα από γονίδια και ιατρικά όπως για παράδειγμα, και των πράξεών σου, της κληρονομικότητάς σου στο έγκλημα, μα και των πράξεων των μελών της οικογένειάς σου ή και γιατί όχι, των συγγενών σου μέχρι και τρίτου βαθμού. Ή και τέταρτου, ας μην είμαστε λαρτζ. Ανάλογα λοιπόν όλα αυτά, μα και άλλα ενδιαφέροντα ίσως, όπως τη φυσιολογία σου, τη συμπεριφορά, την εμφάνιση, το λεξιλόγιο, θα αποφασίζεται εάν θα μένεις μέσα ή έξω από τη φυλακή. Νομίζω φακέλωμα θα ήταν ένα πολύ ωραίο όνομα για όλο αυτό, αν και κάτι μου θυμίζει που δεν μπορώ να εντοπίσω ακριβώς τώρα.

    Ακόμη, συγκεκριμένα για την προληπτική καταστολή εγκλημάτων, θα είχα να προτείνω να γίνουμε και λίγο πιο σόσιαλ ως κυβέρνηση. Θα αρκούσε δηλαδή να ρίχναμε έστω μια μικρή ματιά τριγύρω για να πάρουμε το ανάλογο θάρρος και άπειρες ιδέες ώστε να το απογειώσουμε το νέο αυτό εγχείρημα. Διότι και άλλες χώρες έχουν ήδη ανάλογους τρόπους ελέγχου και καταστολής δυνητικών εγκλημάτων, ας μην ντρεπόμαστε. Δημοκρατικές δεν τις λες, ελεύθερες δεν τις λες μα σίγουρα τις λες επαναστατικές. Από αυτές, οι μεγάλες το κάνουν πλήρως μα περιέργως το κρύβουν πίσω από πολύπλοκες τεχνολογίες και άλλα ταλαιπωριακά.

    Άλλες, τούμπανο σε δημιουργικότητα, το έκαναν κοινωνικό παιχνιδάκι. Επιβραβεύουν δηλαδή με πόντους την καλή συμπεριφορά και έτσι, γονατίζουν προληπτικά τους εγκληματίες, τους συγγενείς τους μα και όσους τους συναναστρέφονται, ώστε να μην κολλήσουν κακή συμπεριφορά και χάσουν πόντους.
    Έτσι, οι εγκληματίες και οι δυνητικοί εγκληματίες, όσοι δηλαδή αποκλίνουν οι ίδιοι μα και ο -τυχαίος πολλές φορές- περίγυρός τους έστω και λίγο, έξω από τα στενά όρια καλής συμπεριφοράς και υποδειγματικού πολίτη όπως αυτά έχουν βίαια οριστεί από την κυβέρνηση, γονατίζονται κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά. Χωρίς δεύτερη σκέψη, δημοκρατίες, ελευθερίες και άλλα κουραστικά. Τζίνιους.

    Η δική μας χώρα από την άλλη, παρότι όχι τόσο δημιουργική -αυτό το “αριστερά” παρότι σέξι, μας κρατάει λίγο πίσω τελικά- φάνηκε γενναία, αποτελεσματική και έδειξε έναν κάποιο δρόμο ελπίδας. Σκέφτομαι λοιπόν, πως μπορεί να κάνω λάθος και ίσως ήδη να βρισκόμαστε μπροστά από μία ακόμη πιο μεγάλη επανάσταση. Ίσως αυτό που συνέβη στα Γιαννιτσά να ήταν επανάσταση και εμείς, ως μικροί και λίγοι, να μην την πιάσαμε. Ίσως η κυβέρνηση απλά δεν τα θέλει όλα αυτά τα τερτίπια των άλλων χωρών, ίσως απλά δεν τα χρειάζεται. Η δική μας κυβέρνηση μπορεί να είναι η πιο δυναμική όλων και να μην έχει ανάγκη από προφάσεις, παιχνίδια με πόντους, κρυφτούλι με την τεχνολογία και ιδιαίτερη φιλολογία για να καταστείλει το έγκλημα προτού αυτό συμβεί. Μπορεί να επιδεικνύει βαρβάτη αυτοπεποίθηση που μέχρι σήμερα δεν είχε κανείς άλλος.

    Διότι αν το σκεφτείς, κανένα επιστημονικό δεδομένο δεν χρειάστηκε για το πρώτο αυτό γενναίο βήμα που προστάτεψε τόσο αποτελεσματικά την ομιλία του κου Κουβέλη στα Γιαννιτσά από δεκαέξι επικίνδυνους εγκληματίες. Το αποτέλεσμα μετράει άλλωστε. Είδατε εσείς καμία αναταραχή στην περιοχή; Όχι. Άρα; Και ελάτε τώρα, δεν θα κάτσει κοτζάμ κυβέρνηση να εξηγήσει σε εμάς τους απλούς θνητούς, τα πολύπλοκα μα και τόσο προφανή -προφανώς- κριτήριά της για τις προληπτικές συλλήψεις. Δεν θα κάτσει ένας έμπειρος πολιτικός να μας πει τώρα τα μυστικά του για όλα αυτά που κάνουν έναν απλό, καθημερινό και φαινομενικά φιλήσυχο νοικοκυραίο, να προβεί στη διάπραξη εγκλήματος. Ένα μόνο δεν καταλάβαμε εμείς οι αληθινά φιλήσυχοι νοικοκυραίοι. Μετά, γιατί τους αφήσατε; Ποιός μας εγγυάται εμάς την ασφάλειά μας τώρα με όλους αυτούς ξανά ανάμεσά μας; Δεν καταγγέλω τώρα. Τροφή για σκέψη.

  • Χάρτινοι πύργοι

    Προσπαθούμε πολύ, χρόνια τώρα, να αλλάξουμε συνήθειες δεκαετιών προς το καλύτερο για τον πλανήτη. Όλες οι κακές συνήθειες των παλιότερων οφείλουν να αντικατασταθούν με άλλες, πιο οικολογικές ενώ βάζουμε τα δυνατά μας, να διδάξουμε στους νεότερους απευθείας αυτόν τον νέο τρόπο ζωής. Εκτός από τα βιβλία. Το κόλλημά μας με το χαρτί, αποκλειστικά στα βιβλία, είναι κάτι που το κατανοώ αλλά μόνο μέχρι ένα σημείο. Το χαρτί είναι προς κατάργηση παντού, εκτός από το παράλογο φετίχ μας με τα τούβλα που στοιχειώνουν τα σπίτια μας. Ναι, τους millenials τους είχαμε χαμένους προ πολλού, οι alpha όμως πρέπει να προστατευτούν πάση θυσία, αλλιώς μας βλέπω να ξεμένουμε από τα σατανικά καλαμάκια και τις πλαστικές μας σακουλίτσες αλλά τα τούβλα στις βιβλιοθήκες μας, θ’ αυγατίζουν.

    Καταλαβαίνω πόσο δεμένοι είμαστε με κάποια βιβλία, όταν όμως απλά αγοράζονται, στοιβάζονται και στολίζουν τον χώρο, μόνο και μόνο γιατί πια δεν σώνουμε λεπτό από τις οθόνες και τα κινητά, τότε μάλλον κάτι είναι καιρός ν’ αλλάξει, ειδικά εάν η νέα συνήθεια είναι και υγιέστερη για το περιβάλλον. Αν για τους περισσότερους από εμάς, internet σημαίνει Facebook – ναι, είναι αληθινή έρευνα αυτό – τότε, πραγματικά απορώ γιατί επιμένουμε τόσο πεισματικά internet να μη σημαίνει και βιβλία. Γιατί ένα βιβλίο διαφημίζεται πρώτα στη χάρτινή του μορφή και όχι την ακουστική. Ή την ηλεκτρονική. Όχι σου λέει, χάρτινα. Γιατί… μυρίζουν ωραία. Γιατί δεν κουράζουν τα μάτια (μόνο τα χέρια), γιατί η σωστή ιεροτελεστία προστάζει να σηκωθείς από το σπίτι σου, να κάνεις μια συγκεκριμένη διαδρομή για να βρεις ένα βιβλίο, ή έστω να το παραγγείλεις ηλεκτρονικά και να περιμένεις μετά πότε θα έρθει για να το διαβάσεις -όταν κάτι ιερόσυλοι μπορούν να το έχουν στο λεπτό από όποια γωνιά του κόσμου.

    Την αγάπη των παιδιών για τα χάρτινα βιβλία την καταλαβαίνω και για να είμαι ειλικρινής την ενθαρρύνω κιόλας -αν και αντίθετα με ό,τι νομίζουμε, οι ηλεκτρονικές οθόνες δεν είναι ακόμη αποδεδειγμένα βλαβερές για τα παιδιά. Τη δική μας αγάπη πάλι, για το χάρτινο βιβλίο, όχι. To debate χάρτινο vs άυλο βιβλίο θεωρώ ότι δεν έχει καν αρχίσει. Ναι, το χάρτινο βιβλίο είναι κομμάτι μιας παλιότερης αγαπημένης εποχής, αλλά δεν βολεύει, δεν είναι οικολογικό, δεν είναι πρακτικό, δεν χωράει στα όλο και πιο μικρά σπίτια.

    Απ΄την άλλη, έχοντας ένα κινητό διαρκώς στο χέρι, ή μια συσκευή μπροστά μου και καταναλώνοντας πολλαπλάσιο περιεχόμενο απ΄ότι στην πολύ πολύ παλιά εποχή του εντύπου και του χάρτινου βιβλίου, συνειδητοποιώ πως οφείλουμε να ξεπεράσουμε την εμμονή με το χαρτί. Ναι, ένα ωραίο βιβλίο είναι πανέμορφο, μου αρέσει καλύτερα σε χαρτί και μάλιστα όχι τίποτα φτηνιάρικα paperback μα με σκληρό πολυτελές εξώφυλλο, το κόστος του όμως, πλανητικά μιλώντας, είναι πολύ μεγαλύτερο τελικά από όσα δίνω. Κι εργονομικά να το δει κανείς, ένα ηλεκτρονικό βιβλίο είναι ελαφρύτερο, ενώ για εμάς τους αρνητές πρεσβύωπες, έρχεται ενσωματωμένο και με πορτατίφ.

    Μα πέρα από το ηθικό/οικολογικό καταλήγω πως αν τελικά τα βιβλία μου τα θέλω για να τα διαβάζω στ’ αλήθεια και όχι για να τα χαϊδεύω, να τα μυρίζω, να τα στολίζω, να τα δείχνω, να κάνω εικαστικές παρεμβάσεις όπως πρόσφατα ο αείμνηστος Καρλ, τότε μάλλον είναι καιρός να το παραδεχτώ πως το χάρτινο βιβλίο είναι απλά ένα ακόμη κατάλοιπο μιας παλιότερης, ίσως πιο κακομαθημένης εποχής. Το βλέπουμε σαν πολυτέλεια και όχι σαν κάτι πραγματικά χρηστικό. Ανήκει στην εποχή που όλα τα υπάρχοντά σου όφειλαν να έχουν μεγαλοπρεπή φυσική μορφή και όχι φούμαρα. Τότε που το καινούργιο σου αυτοκίνητο έπαιρνε ματιές, σφυρίγματα και θαυμασμό στο δρόμο και όχι likes και καρδούλες.

    Δεν ξέρω αν ήταν καλύτερα τα σφυρίγματα από τις καρδούλες, όμως το βιβλίο που θέλω να το διαβάσω, μάλλον πια το προτιμώ ηλεκτρονικό. Θέλω να μην φθείρεται, να μην σκίζεται, να μην μουντζουρώνει και όταν αναφέρομαι σε αυτό, να μπορώ να παραθέσω άμεσα κομμάτια του. Η ηλεκτρονική μου επικοινωνία που βάρυνε ξαφνικά, επιτρέπει όταν το χρειάζομαι, να μπορώ να ανατρέξω όσες φορές το επιθυμώ στο σημείο που ένα βιβλίο μου άρεσε ή με προβλημάτισε, όσα χρόνια κι αν περάσουν, και βέβαια, αν πρόκειται για αριστούργημα θέλω να μπορώ να το χαρίσω άμεσα σε όλους μα όλους τους φίλους μου σε κάθε γωνιά του πλανήτη και χωρίς τύψεις μη μου λείψει αν δεν το επιστρέψουν. Θέλω όταν το διαβάζω να έχω εύκαιρο και λεξικό, ενώ όταν ταξιδεύω -ειδικά με τα φτηνοεισιτήρια της μισής βαλίτσας- δεν θα με χάλαγε να μπορώ να αλλάξω γνώμη για τα βιβλία που έχω διάθεση να διαβάσω κάθε στιγμή. Ή να μην διαβάσω καθόλου αν δεν έχω όρεξη, χωρίς να σκέφτομαι τον κόπο που έκανα να τα φέρω και τον χώρο που πιάσανε στη βαλίτσα.

    Πραγματικά δηλαδή, ειδικά με μεγαλύτερους, κάθομαι καμιά φορά και τους δείχνω όλα αυτά που μπορούν να κάνουν με τα ηλεκτρονικά βιβλία και διαπιστώνω πως είτε ο φετιχισμός που έχουν ποτιστεί δεν τους αφήνει καν να ακούσουν, είτε δεν τα γνωρίζουν σαν εναλλακτική, ή πιο σωστά, δεν τα έχουν σκεφτεί καν ως εναλλακτική. Το πρώτο σκουληκιάρικο επιχείρημα που πάντα πιάνει είναι η γραμματοσειρά. Αρκεί να διαλέξεις ένα βιβλίο του Έκο και να κάνεις τη γραμματοσειρά comic sans -μη ρωτάς- και δωδεκάρα και όλοι -εκτός από αυτούς που όντως διαβάζουν Έκο- θα σε αγαπήσουν. Διότι το μέγεθος των γραμμάτων είναι πολύ μεγάλο θέμα για τους γηραιότερους καθώς μιλάμε για γράμματα που θέλουν μεγεθυντικό φακό στα περισσότερα βιβλία. Το επόμενο επιχείρημα είναι το μαγείρεμα, το πλέξιμο, η οδήγηση, το περπάτημα, η γυμναστική, ο κήπος και όλα όσα μπορείς να κάνεις ενώ ακούς ένα βιβλίο. Βλέπεις, τα ηχητικά βιβλία είναι για τους περισσότερους εκδοτικούς οίκους αστροφυσική ενώ για τους υπόλοιπους, πολυτέλεια, φθηνή επιλογή ή και πεταμένα λεφτά, μα λίγοι έχουν συνειδητοποιήσει πόσους περισσότερους “αναγνώστες” θα είχε κάθε νέο βιβλίο εάν το κοινό του μπορούσε να το ακούει ενώ κάνει οτιδήποτε άλλο αγαπά. Έδειχνα προχθές σε μια κυρία πως εάν δεν της αρέσει κάποιο ηχητικό βιβλίο και δεν μπορεί να το αφήσει -άλλο κόλλημα κι αυτό- μπορεί να το επιταχύνει λίγο, αν “τσιμπήσει’ ένα τσικ την ταχύτητα. Αυτό είναι πολύ διαδεδομένο τρικ σε φοιτητές που βάζουν τα βίντεο σε ταχύτητα 1.5 στο YouTube για παράδειγμα, και γλιτώνουν πολύ χρόνο κωλοβαρέματος.

    Τί φταίει στ’ αλήθεια; Πολλά. Στην Ελλάδα, το ηλεκτρονικό βιβλίο είναι δυστυχώς περισσότερο συνδεδεμένο με τα indie βιβλία, τα οποία είναι συνδεδεμένα με τη σειρά τους με το στερεότυπο της αποτυχίας καθώς δεν εκδίδονται από κάποιον εκδοτικό οίκο ενώ οι συγγραφείς τους δεν είναι “διάσημοι” και ας το αφήσουμε εδώ γιατί θα μαλώσουμε. Θα αρκούσε βέβαια μια βόλτα στο openbook για να καταρριφθούν τα πάντα αλλά διάολε, ποιος ξεμυτίζει τώρα από το Facebook. Το δε ηχητικό βιβλίο, είναι συνδεδεμένο αποκλειστικά με τα παιδικά βιβλία ενώ από την άλλη, το kindle, η συσκευή ανάγνωσης ηλεκτρονικών βιβλίων της Amazon είναι συνδεδεμένη με τα βιβλία στην Αγγλική. Χώρια που γενικώς υπάρχει και το στερεότυπο ότι η οθόνη κουράζει. Που μπορεί να ίσχυε σε ένα βαθμό μα πριν αρκετά χρόνια, προτού δηλαδή εξασκηθούμε όλοι στο διάβασμα απ΄τις οθόνες μας για πολλές, πάρα πολλές ώρες καθημερινά, προσπαθώντας να μάθουμε τα νέα των διαδικτυακών -και μη- φίλων στα social media. Όταν καθημερινά μικροί μεγάλοι σκρολάρουμε για ώρες ατέλειωτες και διαβάζουμε άλλες τόσες, είναι τουλάχιστον παράξενο να χρησιμοποιούμε ως επιχείρημα ότι η οθόνη είναι κουραστική. Ναι είναι, μα μόνο αν σκοπεύεις να διαβάζεις ασταμάτητα τα βιβλία σου για πάνω από 4-5 ώρες καθημερινά και όλα αυτά, μετά το σεργιάνι στο Facebook.

    Το άλλο επιχείρημα είναι πως δεν είμαστε εξοικειωμένοι με την τεχνολογία όπου και εδώ έχω τις αντιρρήσεις μου διότι μιλάμε για πράγματα που ήδη κάνουμε σχεδόν όλοι με την τεχνολογία. Δεν είναι πλέον τίποτε για τον καθένα είτε από το tablet, το laptop ακόμη και το κινητό, να κατεβάσει και να διαβάσει ένα βιβλίο σε μορφή pdf. Δεν είναι τίποτα ενώ κατεβάζουμε τα app με τη σέσουλα να έχουμε κι ένα app-βιβλιοθήκη ή ένα ταπεινό φακελάκι με την ψηφιακή βιβλιοθήκη μας. Το πολύ ελπιδοφόρο ηλεκτρονικό αναγνωστήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, (μην σε τρομάξει το ηλίθιο url) για παράδειγμα, σου δίνει δωρεάν έως 35 ηλεκτρονικά βιβλία το χρόνο, σε μορφή pdf. Κλικ δηλαδή σε όποια συσκευή και διαβάζεις επιτόπου. Τί πιο απλό σε τεχνολογία από το να τρέχεις να δανειστείς και να τρέχεις να επιστρέφεις;

    Ως συγγραφέας, κανένα βιβλίο μου δεν είχα την τύχη να πρωτοεκδοθεί σε περισσότερες μορφές πέρα από τη χάρτινη. Όμως ήταν πραγματικά σοκαριστικό μόλις μια πενταετία πριν όταν πήρα τα δικαιώματα και “απελευθέρωσα” το πρώτο μου βιβλίο ηλεκτρονικά, σε pdf και σε μορφή για android και διαπίστωσα πολλαπλάσια “κατεβάσματα” από τις αγορές του χάρτινου. Χώρια που η ηλεκτρονική μορφή δεν περιορίζει τη διάρκεια κυκλοφορίας ενός βιβλίου. Μπορεί να διανέμεται για όσο εσύ επιθυμείς και όχι ο εκδοτικός ή έστω, οι νόμοι της αγοράς. Φυσικά για το δικό μου βιβλίο, έπαιξε θετικό ρόλο το γεγονός πως μπορούσε κανείς να το κατεβάσει δωρεάν, μα αν ρίξεις μια ματιά στα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία ανά τον κόσμο και δη τα μεγάλα ονόματα που ήθελες έναν σκασμό λεφτά για να πάρεις τα βιβλία τους, θα διαπιστώσεις πως οι ηλεκτρονικές τους εκδοχές πωλούνται για ελάχιστα χρήματα. Και αν συγκρίνεις τα κατεβάσματα ποικίλων βιβλίων ανά τον κόσμο με τα χάρτινά τους, ακόμη κι αν κυκλοφόρησαν χωρίς καθόλου διαφήμιση ή ο συγγραφέας ήταν σχεδόν άγνωστος, βλέπεις καθαρά πως ο κόσμος ξεκινά να τα ψάχνει, πως εάν το ηλεκτρονικό βιβλίο υποστηριχθεί λίγο, ο κόσμος δεν χαλιέται να σταματήσει να κάνει τον Αμαζόνιο φύλλο και φτερό. Αρκεί μόνο λίγη ενημέρωση για τις υπέροχες δυνατότητες του ηλεκτρονικού βιβλίου καθώς η συνήθεια, οι συσκευές και η τεχνολογία του είναι ήδη στα χέρια μας, νυχθημερόν. Πραγματικά ονειρεύομαι τη στιγμή που τα μικρά μου δεν θα κουβαλάνε γιγάντιες τσάντες με βιβλία και λεξικά μα απλά μια συσκευή με όλη την ύλη μα και τη δική τους προσωπική βιβλιοθήκη και σε φυσική μορφή μόνο τα τετράδιά τους.

    Μα καιρός να ξυπνήσουμε καθώς όλα αυτά δεν τα βλέπω καν στον ορίζοντα. Διότι εκτός από συνήθεια χρόνων και ψυχολογικό κόλλημα με το χαρτί, επιπροσθέτως δεν θα δεις και κανέναν να τολμά να το ακουμπά. Ας πούμε, για το κάπνισμα χρειάστηκε ένας νόμος από την Ε.Ε. κι ακόμη θα δεις γραφικούς που δεν τον τηρούν. Για τις δωρεάν πλαστικές σακούλες απ΄την άλλη, χρειάστηκε κόψιμο μαχαίρι και πάλι πολλοί πληρώνουν για να τις αποκτήσουν. Με τα χάρτινα βιβλία όμως δεν θα δεις καν αυτά. Παρότι είναι γενικώς ακριβό σπορ για τον μέσο καταναλωτή και παρότι οικολογικώς βαράνε στο ψαχνό, δεν θα δεις κανέναν να τολμά να ακουμπήσει τέτοιο ταμπού. Φαντάσου δηλαδή τρολάρισμα που έχει να πέσει αν τολμήσει ας πούμε, οικολόγος Ευρωβουλευτής και βρει το θάρρος να κράξει τα χάρτινα βιβλία ή τολμήσει να προτείνει την επιβολή προστίμου σε όσους επιμένουν να τα προτιμούν έναντι των ηλεκτρονικών ή να αρχίσει ας πούμε να μοιράζει τύψεις στα βιβλιοπωλεία με επιθετικές καμπάνιες, όπως κάνουν οι χορτοφάγοι στους κρεοπώλες. Δεν πρόκειται να το δεις ποτέ αυτό. Διότι δεν ήταν ποτέ θέμα οικολογίας, χρηστικότητας ή υγείας. Το χάρτινο βιβλίο είναι ταμπού και τζιζ και ποτέ θέμα συζήτησης. Για κάποιους το ηλεκτρονικό, δεν υφίσταται καν ως βιβλίο. Είναι κάτι άλλο. Ένα κρύο, άοσμο, πρόχειρο αρχείο, ένα σημαδάκι στην οθόνη.  Ένα ανάξιο, ποταπό υποκατάστατο. Μια μόδα που ήρθε, δεν ακούμπησε και πέρασε.

  • Νόμιμο και πλέον ηθικό

    Θα ήμουν σχεδόν ευχαριστημένη να έβγαιναν στη φόρα τα μαντάτα και να μέναμε εκεί. Στην παραδοχή της παρακμής μας. Τι ευχαριστημένη, στα σύννεφα. Στο σημείο δηλαδή, που ο τάδε πολιτικός πάει ένα ταξιδάκι στη Μολδαβία και μετά -πάντα τις σοβαρές εργασίες του-, ψωνίζει παιδιά, έφηβους, ανήλικους, δεν έχει σημασία, κατηγορείται, καταδικάζεται -λέμε τώρα-, οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον κράζουν, οι σύμμαχοί του τον στηρίζουν έμμεσα και δεν βγάζουν άχνα. Θα ήμουν σχεδόν ήσυχη, αν τα πράγματα λειτουργούσαν ακριβώς όπως θα περίμενε κανείς να λειτουργούν σε κάθε τριτοκοσμική χώρα που το μέγεθος ενός εγκλήματος έχει αποκλειστικά να κάνει με το ποιος το διέπραξε, τί δουλειά κάνει, τί θέση έχει στην κοινωνία και πόσα λεφτά αυτός και το σόι του.

    Παραδόξως αυτή τη φορά, το γαμήσαμε και ψόφησε. Το κράξιμο της αντίπαλης πλευράς ήταν ένα τσικ πιο μεγάλο απ΄ότι θα περίμενε κανείς, είναι και τα social media πια που μεγεθύνουν τρελά ακόμη και τα μη-θέματα μάλλον, οπότε άνθρωποι είναι – λέμε τώρα- και η σύμμαχη πλευρά θεώρησε καλό να βγει να κράξει κι αυτή. Και να μας πει με λίγα λόγια πως ο άνθρωπος βάλλεται για πολιτικούς λόγους μα κυρίως γιατί είμαστε… συντηρητικοί.

    Πως όπως στα “κωλάδικα” ψωνίζουν γέροι 17χρονες και δεν ανοίγει μύτη έτσι και ο κύριος -κατά τ’ άλλα φοβερός άνθρωπος, μην το ξεχνάμε- που έτυχε να είναι πολιτικός μας σύμμαχος αλλά δεν τον υποστηρίζουμε γι’ αυτόν τον λόγο, ψώνισε εκεί δυο αγόρια, δεν είδε ταυτότητα, σιγά. Ούτε παιδεραστία, ούτε εκμετάλλευση ούτε τίποτα. Απλά είπε να ρίξει ένα πήδημα ο άνθρωπος και ήρθαν τώρα οι συκοφάντες αντίπαλοι και το έκαναν θέμα. Αν βέβαια η κοινωνία μας δεν ήταν τόσο συντηρητική, το θέμα θα είχε περάσει στα ψιλά αλλά τί να πεις. Διότι, αν ήταν έφηβα κορίτσια οι πόρνες που ψώνισε, δεν θα είχε συμβεί τίποτα προφανώς, το θέμα είναι που επρόκειτο για αγόρια, το θέμα είναι η ομοφυλοφιλία και όχι το πληρωμένο σεξ, ούτε η ηλικία.

    Ένας πολιτικός μας λοιπόν, ένας άνθρωπος που υποτίθεται βρίσκεται στη θέση αυτή για μια καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία, ενώ παλεύει λοιπόν για όλα αυτά τα Υψηλά Ιδανικά, στον ελεύθερο χρόνο του πάντα, αγοράζει σεξ. Ακόμη και εκεί να σταθεί κανείς, χωρίς τα όσα τραγικά ακούμε καθημερινά πως συνέβησαν στη Μολδαβία με τον τραγικό αυτό τύπο, κάτι δεν θα έπρεπε να μας κολλάει. Κάτι θα έπρεπε να μας ξενίσει. Ας το δούμε λίγο όλο αυτό ως φυσιολογικοί άνθρωποι παρακαλώ και όχι με όρους ριάλιτι σόου ή με βάση τα τραβηγμένα γιουτουμπικά που μας πασάρει κάθε μέρα η τηλεόραση για κανονικότητα.

    Το ξέρω πως οι παρακμιακοί της χώρας μου νομίζουν πως είναι διαδεδομένη πρακτική για όλους στα “επαγγελματικά” ταξίδια να πίνουν, να πηδάνε επί πληρωμή και να παρτάρουν ασύστολα, όμως κάποιος πρέπει να τους διαφωτίσει πως αυτά τα πράττουν μόνο κάτι καμμένοι που προφανώς καταπιέζονται να προσποιούνται τους κανονικούς ανθρώπους, οπότε ναι, χρειάζονται απελπισμένα ένα απάνθρωπο διάλειμμα για να την παλέψουν. Το ξέρω πως ακόμη πιο πολλοί παρακμιακοί της χώρας μου πιστεύουν πως το σεξ είναι κυρίως εξουσία και πως η πλειοψηφία όσων εκδίδονται έκαναν απλά μια επιλογή καριέρας, όμως κάποιος πρέπει να τους διαφωτίσει πως αυτά τα πίστευαν στον μεσαίωνα.

    Πρέπει επιτέλους να τους το σκάσουμε στα μούτρα πως ο κανονικός κόσμος δεν αγοράζει σεξ, δεν προτιμά καν νεαρά ανήλικα αγόρια μα ούτε και κορίτσια, δεν θα αγόραζε έφηβους για σεξ ακόμη κι αν είχε όλα τα λεφτά του κόσμου. Όλο αυτό είναι, αν όχι τέρμα άρρωστο, τουλάχιστον μίζερο και πραγματικά, αν όντως δεν επρόκειτο για ανήλικα μα “απλά” δεκαπεντάχρονα αγόρια που εκδίδονται νομιμότατα ή ακόμη και κορίτσια, συνεχίζει να είναι εξίσου άρρωστο.

    Για τον υπόλοιπο κόσμο, ένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι καθ’ όλα αξιοσέβαστος, αξιοπρεπής, ειλικρινής, τίμιος και δεν ξέρω γω τι άλλο λένε όλοι αυτοί σε ομιλίες και συνεντεύξεις, εκτός μόνο από τη στιγμή που πρόκειται να επιλέξει ερωτικό παρτενέρ. Δεν γίνεται δηλαδή να μου επιβάλλει κάποιος ως αποδεκτό αυτό το πράγμα. Δεν κρίνω κάποιον εννιά με πέντε, δεν γίνεται να έχει ωράριο ή ελαφρυντικά κάποιος που αυτά που κάνει τις μισές ώρες είναι εντελώς αντίθετα από αυτά που υποτίθεται διαφυλάσσει τις άλλες μισές. Δεν γίνεται. Αυτό το κατηγορητήριο θα έπρεπε να αρκεί: “είναι ένοχος για κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση ασέλγεια εις βάρος ανηλίκων, άνω των 15 ετών, έναντι αμοιβής”. Τελεία.

    Και δεν είναι τα λεφτά, άλλη μαλακία κι αυτή. Αν δηλαδή κάποιος έρθει και μας “κεράσει” έναν δεκαεφτάχρονο ή μια δεκαεφτάχρονη πόρνη, τί, θα πούμε ευχαριστώ και θα τον πηδήξουμε; Ας συντονιστούμε λίγο, η πορνεία γενικώς θα έπρεπε να είναι κάτι μη αποδεκτό. Είμαστε αρκετά ώριμοι πια και έχουμε μια κάποια πληροφόρηση ώστε να γνωρίζουμε πως δεν είναι επιλογή αυτό το πράγμα, πως κύριο λόγο στην πορνεία παίζει η βία, η εξάρτηση, η οικονομική ανάγκη ή μάλλον η πλήρης εξαθλίωση, ώστε ένας άνθρωπος να φτάσει να ασκήσει το πιο αρχαίο -ή μάλλον, το πιο επικίνδυνο- επάγγελμα αντί του κυρίαρχου και παιδικά βολικού “τα θέλουν”.

    Είμαστε σε θέση να κρίνουμε πως δεν γίνεται μια γυναίκα, ένας άντρας πόσο μάλλον ένα μικρό παιδί, ένα έφηβο παιδί γαμώτο να συνουσιάζεται -στην καλύτερη- με 20 και βάλε αγνώστους την ημέρα και να είναι με σώας τα φρένας έπειτα από αυτό, πόσο μάλλον χαρούμενο που έχει γεμάτη τσέπη, ή μάλιστα να έλκεται και ερωτικά από όλους αυτούς ή έστω, να μην τρέχει μία. Αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι δεν γίνεται να μιλάμε για ισότητες, σεβασμούς και αξιοπρέπειες και παράλληλα να θεωρούμε αποδεκτή την πορνεία, πόσο μάλλον να αγοράζουμε και υπηρεσίες ανηλίκων/εφήβων/ανθρώπων.

    Αυτές τις μέρες, κατέληξα να ξηλώσω από τον RSS reader τα feed του in.gr και της Καθημερινής. Δεν ήταν τόσο το ότι στρατεύονται υπέρ ή κατά της κυβέρνησης. Άλλωστε σχεδόν δεν υπάρχουν ανεξάρτητα μέσα, χώρια που σιγά, είναι άσκηση δημοτικού να καταλάβεις τις συμπάθειες -για να το θέσω ευγενικά- κάθε μέσου. Αυτό που με φούρκισε στα συγκεκριμένα δύο όμως, ήταν πως επέλεξαν το συγκεκριμένο γεγονός για να το κάνουν. Πως δεν δίστασαν πρώτα να το αγνοήσουν -λες και είμαστε καμιά Τουρκία ή λες και είμαστε στα 80’s- και έπειτα να το καλύψουν αναγκαστικά, μα παρουσιάζοντάς το πια ως κανονικότητα μόνο και μόνο διότι ο κατηγορούμενος ή μάλλον ο καταδικασμένος, ανήκει στο στρατόπεδο που αβαντάρουν. Ναι, παρακμή.

    Μερικές φορές, σε ακραίες καταστάσεις, όταν ξεφεύγουμε τόσο μα τόσο πολύ, αναρωτιόμαστε όλοι πού είναι οι διανοούμενοι να μας διαφωτίσουν. Τους περιμένουμε ως μάννα να μας ταΐσουν δυο λόγια ανθρωπιάς, σοφίας ή έστω κοινής λογικής. Κάποιες φορές εξαφανίζονται ενώ κάποιες άλλες ευχόμαστε τελικά να μέναμε αδαείς και πειναλέοι:

    [συγνώμη προκαταβολικά που παραθέτω ολόκληρο το κείμενο του Τάκη Θεοδωρόπουλου, μα είχα καιρό να σοκαριστώ τόσο με κείμενο]

    Οταν διάβασα ότι ο Νίκος Γεωργιάδης καταδικάστηκε για παιδεραστία από το δικαστήριο εφρικίασα. Τον άνθρωπο δεν τον έχω συναντήσει ποτέ στη ζωή μου, μου είναι μάλλον αδιάφορος, το ύφος του καλοβαλμένου και πολλά υποσχόμενου δεν μου είναι συμπαθές, και, όταν σε όλα αυτά προστέθηκε η καταδίκη της παιδεραστίας, προσπάθησα να τον βγάλω απ’ το μυαλό μου. Είναι ζήτημα ψυχικής και πνευματικής υγιεινής. Ο Πλάτων τα λέει ωραία στο «Συμπόσιο», πλην όμως η παιδεραστία παραμένει ειδεχθής, ακόμη κι αν δεν είσαι νεοπουριτανός, θύμα της πολιτικής ορθότητας και του Χόλιγουντ, που παλεύει για τον εξαγνισμό των ηθών στην παγκόσμια δημοκρατία. Είναι και θέμα αισθητικής. Οσο κοτσονάτος κι αν είναι ο γηραλέος που αγκαλιάζει την εικοσάχρονη συνοδό του, το θέαμα, αν γίνει δημόσιο, είναι τουλάχιστον θλιβερό. Κι όμως είναι σχεδόν κοινότοπο. Θυμάμαι μια φωτογραφία του γηραλέου Χένρι Μίλερ με τέσσερα κορίτσια που φορούσαν μπικίνι. Πόσων ετών ήσαν; Δεκαέξι, δεκαεπτά, είκοσι; Ηταν φωτογραφία σαν λογοτεχνικό δοκίμιο: ο συγγραφέας, σημαντικός, ειρήσθω εν παρόδω, και το θέμα του. Ο συγγραφέας που φωτογραφίζεται με το θέμα του για να αποδείξει ότι το θέμα του, τα κορίτσια, είναι πιο δυνατό από τον ίδιο.

    Ο κ. Γεωργιάδης δεν είναι υπέργηρος. Και η περίφημη παιδεραστία του αναφέρεται στη συνεύρεσή του με κάποια δεκαπεντάχρονα. Μπορεί η ερωτική επιθυμία για ένα δεκαπεντάχρονο να θεωρηθεί παιδεραστία; Οταν ετέθη το θέμα της ψήφου στα δεκαεπτά, ήτοι στα δεκάξι, είχα γράψει ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί και η ηλικία βάσει της οποίας θεωρείται κάποια ή κάποιος ερωτικά ανήλικος. Δεν είμαι νομικός. Ομως ο κ. Αντύπας Καρίπογλου, πρώην αντιπρόεδρος της Δράσης, είναι. Και στην ανάρτησή του στο Facebook έγραψε ότι αποπλάνηση θεωρείται αν η ανήλικη ή ο ανήλικος είναι κάτω των 14 ετών. Κατέγραψε επίσης και τα παράδοξα της δίκης: Μεταξύ άλλων, απουσία της δικογραφίας στη Μολδαβία, η οποία δεν απέδωσε καμία ευθύνη στον κ. Γεωργιάδη. Καταδίκη βάσει μαρτυριών άσχετων με την υπόθεση. Και εννοείται προσπάθεια ενοχοποίησης ολόκληρης της Ν.Δ., με ναυαρχίδα την ανεξάρτητη «Αυγή», η οποία κυκλοφόρησε χθες με λευκό πρωτοσέλιδο και τίτλο «Δεν υπάρχει θέμα» – για τη Ν.Δ. και το μέγα σκάνδαλο.

    Στοιχειώδες, κ. Γεωργιάδη. Βλέπεις ένα πρόσωπο που σε διεγείρει. Ρωτάς τι ζώδιο είναι και αμέσως μετά ζητάς ταυτότητα ή τουλάχιστον μια υπεύθυνη δήλωση όπου να εμφανίζεται ευκρινώς και ολογράφως η χρονολογία γεννήσεως, έτοιμη για το ΚΕΠ. Ετσι γίνονται τα πράγματα. Αλλιώς πώς θα πάει μπροστά η Ελλάδα;
    Τάκης Θεοδωρόπουλος, Καθημερινή

    Ο κος Θεοδωρόπουλος στο δίλημμα νόμιμον vs ηθικόν διαλέγει με χάρη το πρώτο και μας τη λέει κιόλας με ένα βαθιά φιλοσοφημένο ερώτημα: “Ο κ. Γεωργιάδης δεν είναι υπέργηρος. Και η περίφημη παιδεραστία του αναφέρεται στη συνεύρεσή του με κάποια δεκαπεντάχρονα. Μπορεί η ερωτική επιθυμία για ένα δεκαπεντάχρονο να θεωρηθεί παιδεραστία;

    Η ψύχραιμη απάντηση είναι ότι σε μία σχολική τάξη για παράδειγμα, γεμάτη με 15χρονα -ακόμα και 18χρονα θα τολμούσα να ομολογήσω-, το τελευταίο που θα ήθελα από έναν πραγματικά ενήλικο θα ήταν να κοιτάει κώλους.

    Αναγνωρίστε μου παρακαλώ, πως σταματώ αυτό το κείμενο εδώ.

  • Λευτεριά στα MEMES!

    Ο νέος κανόνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία των διαδικτυακών πνευματικών δικαιωμάτων, που όπως φαίνεται θα υπερψηφιστεί από την ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα τέλη Μαρτίου, ήδη πανηγυρίζεται ενώ ελάχιστοι έχουν αναφερθεί στα πιθανά προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν, όχι μόνο οι δημιουργοί και οι πλατφόρμες, μα και οι απλοί χρήστες.

    Αρχικά, σκοπός της όλης συζήτησης ήταν να βρεθεί τρόπος να προστατευτούν τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών στο διαδίκτυο που όντως, σε πολλές περιπτώσεις είναι απροστάτευτα. Στη σημερινή της μορφή λοιπόν, η οδηγία Copyright, αφορά τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων και των ηλεκτρονικών εφημερίδων καθώς και την προστασία των καλλιτεχνών, μα και όλων των δημιουργών.

    Τα άρθρα της οδηγίας που έχουν προκαλέσει το μεγαλύτερο σούσουρο είναι δύο. Το άρθρο 11 και το άρθρο 13. Με λίγα λόγια, το άρθρο 11 υποχρεώνει τις μεγάλες ειδησεογραφικές και ενημερωτικές πλατφόρμες να συνάψουν συμφωνίες με τους αρχικούς εκδότες ειδήσεων ώστε να έχουν την άδεια αναμετάδοσης του περιεχομένου τους και μάλιστα, η άδεια αυτή θα πρέπει πια να είναι επίσημα επικυρωμένη από την ΕΕ. Το δε άρθρο 13, μιλώντας για τις μεγάλες πλατφόρμες γενικά, μεταβιβάζει την ευθύνη της άδειας του υλικού από τον χρήστη στην πλατφόρμα και της ζητά αόριστα, να δημιουργήσει φίλτρα για να ελέγχει το περιεχόμενο που ανεβαίνει.

    Οι πλατφόρμες λοιπόν, θα οφείλουν πια να διαπραγματεύονται εκ νέου λέει, με τους δημιουργούς και τους κατόχους δικαιωμάτων ώστε να λαμβάνουν την άδεια για κάθε αναδημοσίευση των έργων τους, με σκοπό μια δικαιότερη αμοιβή. Καταλαβαίνει κανείς, πως το καμπανάκι χτυπά κυρίως για τις πολύ μεγάλες πλατφόρμες όπου δημοσιεύεται «ανεξέλεγκτα» περιεχόμενο, όπως το Facebook και το YouTube και που τώρα θα οφείλουν να κάνουν διεξοδικό έλεγχο σε καθετί που δημοσιεύουν οι χρήστες.

    Τουλάχιστον από την οδηγία αυτή, εξαιρούνται οι διαδικτυακές εγκυκλοπαίδειες όπως η Wikipedia, οι πλατφόρμες ανοιχτού λογισμικού και είδη αρχείων όπως τα GIFs και τα memes που θα μπορούν να μοιράζονται ελεύθερα. Απ΄την άλλη, η αναφορά σε ειδήσεις ή ενημερωτικά άρθρα, θα πρέπει να γίνεται μόνο με παράθεση ενός πολύ μικρού αποσπάσματος αυτών. Οι δε μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες που κατά κύριο λόγο παραθέτουν άρθρα τρίτων, όπως για παράδειγμα η Google News, θα έχουν περιορισμούς ή θα πρέπει να κάνουν ειδικές συμφωνίες για να πάρουν την επικυρωμένη άδεια των δημοσιογράφων και ενημερωτικών ιστότοπων. Τα ίδια θα ισχύουν και για τους μουσικούς, τους συγγραφείς και γενικά τους δημιουργούς που υποτίθεται πλέον θα πρέπει να δίνουν κάθε φορά την άδειά τους και άρα να αμείβονται για να χρησιμοποιηθεί.

    Μέχρι σήμερα, όντως καμία μεγάλη πλατφόρμα – παρότι το ζητούσε – δεν είχε σοβαρό λόγο ή μάλλον σοβαρό φόβο να ζητήσει τη νόμιμη άδεια από έναν καλλιτέχνη για κάθε έργο, δεν της ζητούσε κανείς δικαιώματα για το υλικό που ανέβασε κάποιος χρήστης, ενώ τώρα κατά την ΕΕ, η πλατφόρμα θα κυνηγά κάθε μικρό και μεγάλο δημιουργό να μοιράσει χρήματα. Αμ δε. Στον πραγματικό κόσμο, αυτό που θα συμβεί με όλους τους -μικρούς ειδικά- δημιουργούς, θα είναι να σε κόβει στην παραμικρή υπόνοια παρατυπίας και δεν θα θέλει ούτε να σε ξέρει μετά. Ή μάλλον, για να θελήσει να ξανασχοληθεί μαζί σου, θα σου κοστίζει παραχώρηση κάθε άδειας και για ό,τι έχεις δημιουργήσει.

    Αυτό, διότι αν μέχρι σήμερα ανέβαζες ως χρήστης κάτι για το οποίο δεν είχες την άδεια, υπεύθυνος ήσουν μόνο εσύ και όχι η εκάστοτε πλατφόρμα. Κι αν ένας τρίτος είχε πρόβλημα με το περιεχόμενο που δημοσίευσες, απλά ενημέρωνε, η πλατφόρμα το αφαιρούσε, κι έπειτα σας άφηνε να φαγωθείτε μέχρι κάποιος να επιστρέψει με την απόφαση του δικαστηρίου ή του εκβιασμού. Ποσώς την ενδιέφερε και αλίμονο αν καθόταν να ασχοληθεί με κάθε έναν από τα εκατομμύρια των χρηστών και δημοσιεύσεων ξεχωριστά και μάλιστα άμεσα, τη στιγμή της δημοσίευσης.

    Πλέον όμως αυτά είναι παρελθόν. Κάθε διαδικτυακή πλατφόρμα, θα οφείλει να ελέγχει την πλημμύρα περιεχομένου που δέχεται καθημερινά ώστε να μην βρεθεί υπόλογη στη νέα οδηγία. Και δεν είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έδωσε έτοιμα φίλτρα που τα βάζεις ή πατάς ένα «συμφωνώ» και ξεμπερδεύεις. Απλά, ζήτησε αόριστα να δημιουργηθούν φίλτρα και άφησε τις πλατφόρμες να πάρουν όλη την ευθύνη, μα και τον έλεγχο. Μάντεψε λοιπόν πόση ευθύνη θα θελήσουν να πάρουν στ’ αλήθεια. Ακριβώς. Απλά θα κόβεσαι στο παραμικρό κιχ. Και ναι, πάλι οι μικροί δημιουργοί θα την πληρώνουν, δηλαδή όσοι δεν θα έχουν τα μέσα να προβληθούν και θα αναγκάζονται να υποκύπτουν και στις άδειες και σε ό,τι άλλο επιβάλλουν τα χειροποίητα φίλτρα κάθε μεγάλης πλατφόρμας.

    Ως προς τις αμοιβές, ναι ήταν πρόβλημα για τα μικρά ενημερωτικά blog και sites να βλέπουν αναδημοσιευμένα ολόκληρα τα άρθρα τους χωρίς απολύτως καμία αναφορά σε πηγές και δημιουργούς, μα και χωρίς καμία απολύτως κύρωση. Υπάρχουν πολλά «δημοσιογραφικά» sites που δεν έχουν γράψει ποτέ ούτε μία δική τους λέξη, ενώ είναι γνωστό διαδικτυακό επιχειρηματικό μοντέλο τα mirror websites ή να αντιγράφεις ολόκληρα websites άλλων και να αναδημοσιεύεις τα άρθρα τους σε χίλιες μεριές ώστε να κερδίζεις από τη θέαση διαφημίσεων, με ελάχιστο κόπο ή τον κόπο άλλων. Ακόμη κι αν η Google «τιμωρεί» την πρακτική αυτή και τις αντιγραφές με κατώτερες θέσεις στις αναζητήσεις, παρόλα αυτά, το διαδίκτυο βρίθει τέτοιων τόπων που θα αναγκαστούν πια να… συμμορφωθούν; Μάλλον όχι.

    Αυτή η οδηγία δεν αφορά τόσο τους μικρούς, μα τους κολοσσούς όπως το Google News που ναι, σιγά που θα έρθει να ζητήσει στα ειδησεογραφικά μας να αναπαράγει αποσπάσματα από το περιεχόμενό τους κι αυτά θα του πούνε όχι, διώξε με γιατί είσαι κακός και δεν μας δίνεις χρήματα και σιξ σιξ σιξ. Κι αν το πούνε, σιγά που θα αντέξουν τον ανταγωνισμό χωρίς τέτοια αβάντα από τόσο μεγάλους aggregators. Κι όσο για τα μικρά ενημερωτικά websites, στον πραγματικό κόσμο, απλά θα εκβιαστούν να τα γράφουν οι κακοπληρωμένοι τους υπάλληλοι ή θα δοθεί δόξα σε τίποτα άνεργους γραφιάδες να τα γράφουν τσάμπα. Ή -ακόμη πιο εύκολο-, θα αλλάζουν μια δυο λέξεις στα κείμενα ώστε να τους προσπερνούν τα φίλτρα και να μην θεωρούνται αντιγραφείς. Στην ουσία δηλαδή, δεν θα αλλάξει τίποτε.

    Διαδίκτυο σημαίνει ελευθερία, η φιλοσοφία του διαδικτύου είναι πρωτίστως ανεμπόδιστη κυκλοφορία περιεχομένου και ιδεών, είναι ανοιχτή δημιουργία. Για τους τεχνοκράτες της ΕΕ αυτό σημαίνει να προστατευτούν τα gifάκια και τα memes (χώρια που μάλλον ξέχασαν τα quotes 🙂 ). Για όλους τους υπόλοιπους όμως είναι πολλά περισσότερα. Ναι, δεν είμαι αφελής, κάποιοι δημιουργοί σίγουρα έχασαν χρήματα και ενδεχομένως να χάσουν περισσότερα. Όμως αρκετοί ίσως δεν γίνονταν καν γνωστοί αν δεν απολάμβαναν το τόσο ευρύ μοίρασμα της δουλειάς τους που μόνο το διαδίκτυο μπορεί να τους προσφέρει, ακόμη κι αν αυτό γίνεται μόνο με αναφορά στην πηγή, με ή χωρίς αμοιβή.

    Είναι μάλλον σοφότερο να αφήσουμε ήσυχο το διαδίκτυο από τόσο ασφυκτικές και συνάμα τόσο γενικές οδηγίες. Θα ήταν πιο χρήσιμο αν λύναμε κάθε πρόβλημα ξεχωριστά ή ακόμη, αν ζητούσαμε από τους ίδιους τους χρήστες να βοηθήσουν στην εξεύρεση πιο δημιουργικών λύσεων. Ακριβώς εδώ είναι που η ανοιχτή κοινωνία θα μας ήταν εξαιρετικά χρήσιμη. Άλλωστε όλοι θυμόμαστε τον αντίστοιχο χαμό στη μουσική βιομηχανία και όλοι σήμερα ξέρουμε πως τελικά δεν αφορούσε ούτε τους καλλιτέχνες ούτε τους καταναλωτές γιατί και οι δύο πλευρές τα βρήκαμε μια χαρά με τον καιρό, ενώ η μουσική “δεν πέθανε”, μάλλον το αντίθετο.

    Πολλοί από εμάς δεν έχουμε ακόμη συνειδητοποιήσει πως αυτή η οδηγία θα αλλάξει το διαδίκτυο όπως το ξέρουμε. Ενδεχομένως να περιορίσει τη λογοκλοπή μα για να γίνει αυτό, θα μετατραπεί σε ένα πολύ στεγνό και δύσκαμπτο, πλήρως ελεγχόμενο μέρος.

    Η ΕΕ πανηγυρίζει πως νίκησε και πως επιτέλους θα περιορίσει ικανοποιητικά τους γίγαντες του διαδικτύου με τη νέα οδηγία της. Κι εμείς δεν πάμε πίσω, καθώς αγαπάμε να μισούμε τέτοιους κολοσσούς. Μα αν αυτός ο νόμος έγινε για να τους ελέγξει, τότε μάλλον το αντίθετο καταφέρνει. Διότι για να επιτρέψεις σε κάποιον να σε ελέγξει, πρέπει πρώτα να τον εμπιστεύεσαι. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση μόλις εμπιστεύτηκε το YouTube, τη Google, το Facebook και τους λοιπούς γίγαντες να ελέγχουν όλους τους δημιουργούς.

  • Η θάλασσα

    Δεν ζω πια στην Ελλάδα, δεν οφείλω να ψηφίσω και παρότι θα το ήθελα, δεν έχω πια την πολυτέλεια να επιλέγω τα παραμύθια από τις σφαλιάρες. Μετά όμως την εξάσκηση χρόνων, αυτό που ξέρω καλά, είναι πως τη δημοκρατία δεν την ακουμπάς. Κατανοώ πως η κρίση μας έβαλε σε διάφορα παπούτσια, ώθησε άλλους να φύγουμε και άλλους να πειραματιστούμε, να συζητήσουμε, να ξαναδούμε τη ζωή μας, ίσως και να την ξαναζήσουμε απ΄την αρχή μπας και το πάρουμε αλλιώς. Μέσα σε όλο αυτό όμως, αμφισβητήσαμε πράγματα δεδομένα, παρακάμψαμε κανόνες ζωτικούς και λοιδορήσαμε πλήθος άλλα πράγματα, μερικά μας βγήκαν σε καλό και μερικά που δεν τα ακουμπάς και που τώρα, ξεκινάμε να τα πληρώνουμε ακριβά.

    Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας 2018, μόλις μέσα σε έναν χρόνο, η Ελλάδα έπεσε 8 θέσεις στον δείκτη διαφθοράς. Είμαστε επίσημα ανάμεσα στους bottom scorers της Ευρώπης, παρέα με Ουγγαρία και Βουλγαρία. Βασικά, παραλίγο να χτυπήσουμε πρωτιά καθώς ερχόμαστε δεύτεροι σε διαφθορά σε όλη την Ευρώπη. Σύμφωνα με την έκθεση, η διαφθορά επιδεινώθηκε παντού στον κόσμο ενώ η Ελλάδα κατατάσσεται στην 67η θέση. Είμαστε δηλαδή 8 θέσεις πιο χαμηλά από το 2017.

    Μπορεί σε αρκετούς να μην κάνει μεγάλη εντύπωση η πτώση, ούτε καν ο αριθμός των θέσεων που πέσαμε. Άλλωστε σε περιόδους κρίσης, χαμούλης θα γίνει -αγρίμια θα γινόμασταν, δεν περίμενε φαντάζομαι κανείς να γίνουμε τίποτα μητέρες Τερέζες- παρά την κλασική κασέτα των πολιτικών ανάλογα ποια μεριά βρίσκονται και τις κλασικές φανφάρες της κυβέρνησης για ανάπτυξη, αξιοκρατία, κοινωνική πολιτική, δικαιοσύνες, ηθικές και άλλα παιδικά. Αυτό όμως που πρέπει να κάνει εντύπωση σε όλους ή μάλλον, να μας θορυβήσει ικανοποιητικά, είναι η σχέση του συγκεκριμένου δείκτη με τη διατήρηση της δημοκρατίας σε μια χώρα.

    Στις χώρες που ο δείκτης διαφθοράς είναι χαμηλά, η δημοκρατία πάει περίπατο. Κλασικά παραδείγματα, η Ουγγαρία και ειδικά η Τουρκία, που έπεφτε πολύ και για καιρό και πλέον από “μερικώς ελεύθερη” χαρακτηρίζεται πλέον “όχι ελεύθερη”. Έτσι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διεθνούς Διαφάνειας, η επιδείνωση της διαφθοράς σχετίζεται στενά με την υποχώρηση της δημοκρατίας. Πώς αλλιώς να ανέβει η διαφθορά αν δεν εξασθενήσει ένα τσικ η δημοκρατία σου λέει, ενώ το αμέσως επόμενο βήμα είναι η σταδιακή κατάλυσή της, καθώς η δημοκρατία πάντοτε αδυνατούσε να κλείσει στόματα. Αν θέλουμε να μιλήσουμε λοιπόν με τα τελευταία δεδομένα, η κατάσταση της διαφθοράς στη χώρα μας χειροτερεύει γοργά και πολύ. Είμαστε η δεύτερη πιο διεφθαρμένη χώρα σε ολόκληρη την Ευρώπη αν και μπορούμε να χτυπήσουμε και πρωτιά αν το θελήσουμε.

    Είναι εύκολο τόσα χρόνια να μιλάμε για τη διαφθορά στις άλλες χώρες και δη τις Ευρωπαϊκές, είναι σχεδόν ηδονικό να μιλάμε για τη διαφθορά στη Γερμανία και τη Γαλλία ας πούμε, μα αν τελικά δει κανείς τα νούμερα, δεν ξέρω πώς να μας το θέσω πιο ευγενικά αλλά που πα ρε Καραμήτρο;
    Σύντομα δεν θα έχουμε καν δημοκρατία, γιατί για να λέγεσαι κανονική δημοκρατία πρέπει να χτυπάς 75 μονάδες αέρα ενώ εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να ακκιζόμαστε για τα υψηλά μας ιδανικά, να αυτοβαφτιζόμαστε δημοκρατία κι άσε τη διαφθορά να αλωνίζει, άσε τον δείκτη να κουτρουβαλήσει στο 67 και μάλιστα σε έναν μόλις χρόνο.

    Έχουμε όμως μία σημαντική πρωτιά που οφείλουμε να της αφιερώσουμε λίγες ένδοξες γραμμές. Η δικαιοσύνη και η αστυνομία μας (sic) είναι οι χειρότερες σε διαφθορά, με πρώτη την αστυνομία καθώς οι περισσότερες καταγγελίες για διαφθορά -το 62%- έγιναν κατά αστυνομικών. Δεν το περιμέναμε; Μόλις μεταξύ 2009 και 2017, είχαμε 164 ποινικές διώξεις κατά αστυνομικών για ακραία συμπεριφορά.

    Τα καμπανάκια βέβαια, βαράνε εδώ και καιρό αν και από ότι δείχνει η κάλπη δεκαετίες τώρα, είμαστε λαός που τιμά διαχρονικά τη λογοτεχνία και μάλιστα, την παιδική λογοτεχνία. Παραμύθια, μπόλικοι κακοί, ο ιππότης και όλα, με ωραία απλά λόγια. Πραγματικότητα ποτέ. Δεδομένα ποτέ. Αριθμοί ποτέ. Νούμερα ναι.

    Αν η άμεση μείωση της διαφθοράς είναι αναγκαία συνθήκη για τη διατήρηση της δημοκρατίας, δεν θα ‘πρεπε καν να το συζητάμε σήμερα. Η δημοκρατία δεν πρέπει να είναι ανάμεσα σε όσα λοιδορούμε, παρακάμπτουμε, αγνοούμε. Η δημοκρατία θα έπρεπε να είναι κόκκινη γραμμή για όλους ανεξαιρέτως, δεν είναι ανάμεσα στα πράγματα που επιτρέπεται να αγγίζουμε, ακόμα κι αν οι περισσότεροι δεν ζήσαμε ποτέ χωρίς αυτήν, αν απλά μάθαμε στο σχολείο τί σημαίνει, πόσο περήφανοι είμαστε που είναι ελληνική και πως εντάξει, απλά υπάρχει.

    Στη δουλειά μου, μία τεχνική για να προκύψουν ιδέες για διαφημιστικές καμπάνιες είναι να “αφαιρέσεις τη θάλασσα”. Αν θέλεις δηλαδή, να δείξεις πόσο σημαντικό είναι ένα προϊόν ή υπηρεσία για τον καταναλωτή, αν θέλεις να δείξεις στα ψάρια πόσο σημαντική είναι η θάλασσα, απλά την αφαιρείς. Κι έπειτα δείχνεις πώς θα ήταν ο κόσμος, χωρίς αυτήν. Τόσα χρόνια αυτό νιώθω πως κάνουμε ως χώρα. Αφαιρούμε πράγματα για να δούμε και να διαφημίσουμε πώς θα ήταν αν ζούσαμε χωρίς αυτά. Το πρόβλημα όμως, είναι ότι δεν είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε την αληθινή χρησιμότητα των πραγμάτων πια, το πρόβλημα είναι πως αντί να τα επαναφέρουμε και να αποκτήσουν τη σωστή τους θέση μέσα μας, τελικά αποφασίζουμε με το μικρό μας μυαλό πως μπορούμε άνετα να ζήσουμε και χωρίς αυτά, πως σιγά, δεν ήταν στ’ αλήθεια τόσο σημαντικά.

    Κάθε τόσο, πειραματιζόμαστε απ΄την αρχή, δοκιμάζουμε ιδέες και συνταγές και αφαιρούμε ηλιθιωδώς πράγματα που αποδεδειγμένα δουλεύουν, από την υγεία μέχρι τους θεσμούς και θεωρούμε πως αφού στεκόμαστε ακόμη όρθιοι, μάλλον πάντα το μπορούσαμε. Ενώ τα αληθινά κόστη έπονται. Φτάσαμε πια να έχουμε αφαιρέσει όλα όσα αποτελούν τα δομικά υλικά μιας κοινωνίας και τώρα δεν έμεινε τίποτα άλλο να παίξουμε. Μόνο ένα. Η ίδια η θάλασσα. Και τώρα, η δημοκρατία είναι η θάλασσα. Κι εμείς τα ψάρια.

  • Συλλέκτες

    Η ημέρα μας στα social media έχει πάντα ένα Θέμα. Μπορεί βέβαια να είναι περισσότερα από ένα, μπορεί το Θέμα να κρατήσει πάνω από μία ημέρα –καλή ώρα-, μπορεί να μην ασχοληθούμε όλοι με όλα -κάποιοι παίζεται να έχουν και ζωή, θα σε γελάσω- όμως ξέρω πώς κάθε πρωί θα υπάρχει ένας να ξεσκίσουμε, ένας γαμάτος να εκθειάσουμε και συνεπώς μια πράξη, ένα θέμα, να φιλοσοφηθεί, να αναλυθεί. Να ξεκατινιαστεί δηλαδή – νάις του μιτ γιου.

    Πλέον απογοήτευση. Είμαι λίγο στη φάση της χαζογκόμενας (αρσενικιάς ή θηλυκιάς, δεν έχει φύλο η χαζογκόμενα) που όλοι κάνουμε παρέα και που συχνά-πυκνά φτάνει εκείνη η στιγμή που είναι πάλι μόνη της, παρατημένη ίσως και κακοποιημένη από τον τελευταίο μαλάκα και κλαίει και σου παραπονιέται για τον μαλακοσυλλέκτη της και πώς θα γλιτώσει από δαύτους που μπλέκει. Τη βλέπεις ότι είναι τα μαύρα της τα χάλια και πως δεν σώζεται με τίποτα, μα οφείλεις για άλλη μια φορά να την παρηγορήσεις. Βλέπεις ακόμη, από τα ρούχα που φοράει, τις λέξεις που χρησιμοποιεί, τα καψουροτράγουδα που ακούει, βλέπεις καθαρά πως αυτόν τον μαλακοσυλλέκτη τον έχει από το εργοστάσιο μα πώς να της το πεις. Χώρια που την αγαπάς την ηλίθια.

    Ξέρεις και ξέρει πως είναι προγραμματισμένη από την πρώτη μέρα κυκλοφορίας της να εντοπίζει όχι τους μαλάκες μα τους τρισμαλάκες – και μάλιστα σε πλήθος δεκάδων – και να τους φοράει στον σβέρκο όλης της παρέας. Η χαζογκόμενα με το μαλακομαγνήτη έχει τη φοβερή ικανότητα να γελά όλη μέρα μα θα ξεκαρδίζεται μόνο με τα αστεία του τρισμαλάκα, θα της αρέσουν αποκλειστικά τα δικά του ρούχα, ο τρόπος που εκείνος περπατά, που καπνίζει, που χορεύει, μη στα πολυλογώ, ο Mr Big της. Το ‘χεις; Παλιά αυτά. Τώρα, όλο αυτό είναι αφόρητο.

    Η χαζογκόμενα δεν τους αντέχει άλλο πια, όπως κι εσύ. Έπηξε και έπηξες. Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια γιατί οι χαζογκόμενες έκαναν μάγκες τους μαλάκες. Τώρα πια στ’ αλήθεια είναι κολλητικός ο μαλακοσυλλέκτης. Κολλήσαμε άπαντες. Ακόμα κι αν πίστευες πως τον δικό σου  δεν τον είχες απ΄το εργοστάσιο, τώρα ξέρεις ότι σίγουρα κόλλησες. Διότι πια οι χαζογκόμενες, θηλυκές κι αρσενικές, είναι η απαραίτητη καθημερινή σου συναναστροφή. Είναι “φίλοι” σου.

    Οι χαζογκόμενες που άλλοτε συμπαθούσες μα απέφευγες είναι μπροστά σου, σχεδόν σε καταδιώκουν και δεν μπορείς να ξεφύγεις πια. Παράγουν περιεχόμενο κατά ριπάς, η άλλοτε κλαψομουνίαση και βλακεία έγινε λέξεις, εικόνα και ήχος που κατακλύζει κάθε οθόνη σου. Σε βάζουν πια στο τριπάκι να τις βλέπεις ασταμάτητα, σε αναγκάζουν να τις ακολουθείς και να τις παρακολουθείς, σε εκπαιδεύουν καθημερινά και για ώρες στην ιδιαίτερη τεχνική της μαλακοσυλλογής, είτε πατήσεις like είτε όχι.

    Επιβραβεύοντας αποκλειστικά τα λόγια και την εικόνα κάθε τρισμαλάκα που εκείνες ξεχώρισαν, τα ακραία τους αστεία, τη μηδενική τους αισθητική, οτιδήποτε τους γυαλίσει. Και μάντεψε τί συνήθως γυαλίζει τόσο. Παλιά, ένας τρισμαλάκας μπορεί να ήταν αντικείμενο χλεύης ακόμα και συζήτησης για μήνες. Παλιά ίσως τον γούσταραν και δυο-τρεις χαζογκόμενες. Σήμερα έχεις φρέσκια καθημερινή παραγωγή να σου σκάει σε κάθε ροδιά του ποντικιού και να μην ξέρεις ποιον να πρωτοδιαλέξεις. Μα ακριβώς εκεί είναι το πρόβλημα. Ότι καλείσαι να διαλέξεις. Ότι διαλέγεις. Και ότι τελικά, διαλέγεσαι με τη μαλακία.

    Έτσι νιώθω. Διαλεγόμαστε με πηχτή μαλακία καθημερινά, για το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας. Ούτε το εργοστάσιο δεν θα τοποθετούσε τόσο γερούς μαλακοσυλλέκτες. Με τέτοια εντατική εκπαίδευση, ένας απλός τρισμαλάκας είναι πολύ λίγος πια να τραβήξει την προσοχή μας.

    Μας κλέβουν, μας εκβιάζουν, μας βιάζουν, μας παρατούν μα εμείς είμαστε προγραμματισμένες -αφού κλαφτούμε ικανοποιητικά- να ψάξουμε άμεσα την επόμενη ακραία συμπεριφορά, την επόμενη σέξι αμφίεση, την επόμενη βλαμμένη μα αντισυμβατική ιδέα για να εκθειάσουμε. Και τον επόμενο μέγιστο μαλάκα να φορτωθούμε και να φορτώσουμε στους σβέρκους της “παρέας”.

     

    Η Μαλακοσυλλογή αγαπητοί μου GUYS είναι πια η μοναδική μας τέχνη. Κάποτε είχες στους Κλασικούς εκπληκτικές περιπτώσεις όπως την Πέπη και τον Αυτιά, είχες βεβαίως και τον Βερύκιο, τον Πρέκα και πλήθος άλλους, όμως σιγά. Τώρα πια όλοι έχουμε τουλάχιστον έναν “φίλο” στο μέγεθος των Κλασικών. Και καλύτερους. Και δεν χορταίνεις να τους προσθέτεις στη συλλογή σου, να τους ψάχνεις, να τους εκθειάζεις, να τους ψηφίζεις. Διότι δεν είναι μόνο ότι πάντα υπήρχαν γύρω σου τέτοιοι και τώρα αναγκαστικά θα τους συναναστραφείς, είναι κι ότι ψάχνοντας τόσο πεινασμένα και τόσο συχνά τη μαλακία για να διασκεδάσεις, αυτή αποκτά δύναμη πάνω σου.

    Όπως κάθε εθισμός, αυξάνεις σταθερά τη δόση σου μέρα με τη μέρα, μα η ικανοποίηση είναι όλο και πιο δύσκολη. Οι άλλοτε λιγοστοί μαλάκες ενώ έγιναν ο κανόνας, δεν σου κάνουν τόση αίσθηση. Μόνο οι πραγματικά καλοί (βλ. εικόνα), καταφέρνουν να ξεχωρίσουν περισσότερο από λίγα λεπτά. Διότι για να επικρατήσει ένας τέτοιος πρέπει να παράγει ασταμάτητα, πηχτή μαλακία και για χρόνια.

    Το φαινόμενο δεν παρατηρείται μόνο στη χώρα μας. Το like και γενικά η δημοφιλία στα κοινωνικά δίκτυα μετατρέπεται ανά τον κόσμο, σε πραγματική ψήφο. Θραύση κάνει παγκοσμίως η επική μαλακία του Τραμπ, η τρομακτική μαλακία του Ερντογάν, η φονική μαλακία του Μαδούρο, η παρανοϊκή μαλακία του Μπολσονάρου, μα και όλες οι υπόλοιπες ακραίες χαζογκόμενες που γονατίζουμε στα like επειδή μας διασκεδάζουν επικά. Μα εν τέλει, άρχουν και μας ταλαιπωρούν. Επικά.

    Η ποπ επιστήμη των καιρών μας, αποφάνθηκε πως χρειάζονται 10.000 ώρες εξάσκηση για να διαπρέψει κάποιος σε οτιδήποτε. Αν ισχύει αυτό, αν δηλαδή 10.000 ώρες εξάσκησης μπορούν να σε κάνουν ειδικό σε οτιδήποτε θελήσεις, τότε την έχουμε πατήσει εξίσου επικά όλη η ανθρωπότητα. Κι αν τα βάλεις κάτω, οι επόμενοι που θα αναδείξουμε θα πάνε τη διασκέδασή μας σε νέα επίπεδα. Με τη βιβλική έννοια.

  • Μικροί θεοί

    Προχθές πήγα με τη μικρή μου σε ένα περίπτερο και διάλεξε ένα σακούλι καραμελάκια που κόστισαν 4 ευρώ. Δεν είπα τίποτα στον πωλητή μα με έφαγε η περιέργεια και βγαίνοντας, τη ρώτησα τί διάολο διαφορετικό έχουν αυτά τα καραμελάκια από όλα τα υπόλοιπα, καθώς τόσα χρήματα για ένα τόσο δα σακούλι jelly beans δεν είχα ξαναματαπληρώσει. Έμαθα λοιπόν, πως αυτά δεν είναι απλά καραμελάκια. Είναι challenge καραμελάκια (μα το χριστό, έτσι μου τα ‘πε). Δεν έκανα ούτε μορφασμό για να μην την αποθαρρύνω και την άφησα να μου εξηγήσει τι μπορεί να σημαίνει αυτό.

    Η εξήγηση ήταν ακόμα πιο μπέρδεμα. Εν ολίγοις, τα καραμελάκια αυτά έχουν πολλές κακές γεύσεις -από άσχημες μέχρι τρομακτικά σιχαμένες γεύσεις που η μικρή τους έδινε τα ονόματα της διαφήμισης στο Youtube όπως “μύξα”, “κάλτσα” και “εμετός”- με σκοπό να φωτογραφηθείς ή να βιντεοσκοπηθείς όσο τα τρως, να το δημοσιεύσεις και να “κερδίσεις” έτσι την πρόκληση. Δεν είναι με λίγα λόγια νόστιμα καραμελάκια ή έστω απλά καραμελάκια που αγοράζεις γιατί σου αρέσει η γεύση τους. Είναι απαίσια καραμελάκια που αγοράζεις για να συμμετέχεις σε ένα αντικειμενικά Σούπερ Ηλίθιο παιχνίδι που όμως το παίζουν χιλιάδες πιτσιρίκια από όλο τον πλανήτη. Για να σου φανεί κάτι τέτοιο λογικό θα πρέπει να είσαι το πολύ μέχρι 15 ετών – και όχι πάντα. Αν τώρα είσαι 30 χρόνια παραπάνω δεν θα το έλεγα ακριβώς χάσμα, μα περισσότερο οριστικό αντίο.

    Ο ηλεκτρονικός μας κόσμος που λες, δεν είμαστε σε θέση να φανταστούμε στ’ αλήθεια πόσο ασταμάτητα τρέχει, πόσα τεχνολογικά και κοινωνικά άλματα έχει κάνει και πόσο ο φυσικός κόσμος δυσκολεύεται ή αναγκάζεται να τον ακολουθεί και μάλιστα, με τους πιο παράξενους τρόπους. Τα μικρά μας, θεωρούν φυσιολογικά όσα κάνουν και όσα συμβαίνουν εκεί μέσα ενώ εμείς προσπαθούμε άγαρμπα να ακολουθήσουμε, να μην κρίνουμε, να μάθουμε, να μην αποξενωθούμε. Για εμάς έχει ακόμη νόημα η ερώτηση εάν ο φυσικός κόσμος, ο έξω κόσμος, είναι σημαντικότερος από τον ηλεκτρονικό ενώ για τα παιδιά είναι άτοπη καθώς δεν έχουν ζήσει, δεν ξέρουν κανέναν τέτοιο διαχωρισμό. Ο ηλεκτρονικός τους εαυτός έχει πια ανάγκες και ενδιαφέροντα που ο φυσικός δεν μπορεί να καλύψει πια. Κι εμείς δεν έχουμε ιδέα. Κάτι κάποιοι ίσως καταλαβαίνουν μα οι περισσότεροι δεν έχουμε πάρει μυρωδιά. Ενώ κι εμείς οι ίδιοι αλλάζουμε μέρα με τη μέρα χωρίς να το συνειδητοποιούμε.

    Αν κρίνω από τις δικές μου ηλεκτρονικές συνήθειες για παράδειγμα, έχω γίνει πολύ ανυπόμονη. Δεν είναι μόνο θέμα έλλειψης συγκέντρωσης είναι καθαρός κωλοπαιδαρισμός. Εάν δω ένα βιβλίο που μου αρέσει πολύ, θα το ψάξω στα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία και τις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες ή θα το αγοράσω άμεσα -ειδικά αν πουλιέται σε ηλεκτρονική μορφή – για να το διαβάσω εκείνη τη στιγμή έστω διαγώνια αν δεν έχω χρόνο, αλλά δεν θα το αφήσω. Εάν ακούσω ότι κυκλοφόρησε νέο τραγούδι από κάποιον αγαπημένο μου καλλιτέχνη, θα μπω εκείνη τη στιγμή να το ακούσω. Εάν οτιδήποτε από όσα με ενδιαφέρουν/ αγαπώ/ παρακολουθώ συμβεί, θα τρέξω να μάθω για αυτά κλικάροντας το πολύ δυο φορές και περιμένοντας λίγα δευτερόλεπτα. Όχι παραπάνω.

    Σε 10 λεπτά θα είναι αργά και δεν είναι μόνο επειδή πια δυσκολεύομαι να συγκεντρωθώ, είναι και το ότι υποσυνείδητα νιώθω πια πως ό,τι δεν μπορεί να ικανοποιηθεί άμεσα είναι παλιό και αργό, δεν θα έπρεπε να με ενδιαφέρει, ανήκει στην νοοτροπία της παλιάς εποχής. Σαν τότε που περίμενες βδομάδες να σου φέρουν το βιβλίο που παράγγειλες ή ξεροστάλιαζες στο γειτονικό δισκοπωλείο για τον δίσκο ή την κασέτα. Τώρα δεν παίζει το περίμενε. Το αγοράζεις, το βλέπεις, το ακούς, το ποστάρεις, το ξεχνάς. Παλιά, περίμενες κάθε εβδομάδα να δεις στην τηλεόραση την αγαπημένη σου σειρά, τώρα απλά ανοίγεις κανάλια τύπου Netflix και αν δεν σου ‘χουν ολόκληρη τη σεζόν δεν ασχολείσαι – εκτός κι αν είναι το GOT. Η αναμονή πλέον δεν είναι τόσο πολύ της μόδας, δεν ταιριάζει με την εποχή, δεν συνηθίζεται ενώ οι ανάγκες μας όπως και η νοοτροπία μας, αλλάζουν τόσο πολύ συχνά προς το πιο εύκολο, το πιο απλό, το πιο ηλεκτρονικό.

    Είναι τρομακτικό ωστόσο, πως κάποτε όταν έλεγες παλιά μιλούσες σίγουρα για εποχές πάνω από δεκαετία – εικοσαετία. Σήμερα αν πεις παλιά, μπορεί και να μιλάς για μόλις πέντε χρόνια πριν και αυτό είναι σπούκι αν είσαι πάνω από σαράντα και πρέπει ας πούμε, να αναφερθείς σε πράγματα που θυμάσαι στα δέκα σου. Και ναι, κορόιδευες κι εσύ κάποτε τους μεγαλύτερους λέγοντάς τους αρχαίους μα τώρα νιώθεις απολίθωμα. Ναι, δικαίως.

    Έχουμε ξεχάσει σε ελάχιστα χρόνια τεχνολογίες δεκαετιών, πράγματα που ήταν επανάσταση για τον άνθρωπο μέχρι χθες και σήμερα όχι μόνο δεν υπάρχουν μα κάποιοι δεν τα θυμούνται ή δεν πρόλαβαν να τα ζήσουν. Δισκέτες, cd και dvd τέλος για πάντα, ενώ έχουμε αφήσει τελείως τα φιλμ των φωτογραφικών μηχανών που σύντομα θα βλέπεις μόνο σε μουσεία. Πάρε ανθρώπους και επαγγέλματα για να το δεις καλύτερα. Ρώτα έναν σχεδιαστή κοντά στην ηλικία μου να σου πει επαναστάσεις που έζησε μαζεμένες. Ο άντρας μου ως γραφίστας μόλις τη δεκαετία του 90, έστηνε και κουβάλαγε μακέτες και mockup στους πελάτες για τις παρουσιάσεις που σύντομα έμπαιναν σε δισκέτες, μετά σε cd και dvd, έπειτα σε wetransfer και πλέον σε ό,τι cloud υπηρεσία μπορείς να φανταστείς. Κι εκείνος είναι ο τυχερός διότι άλλα επαγγέλματα αφανίστηκαν από το χάρτη.

    Οι απανωτές αλλαγές έγιναν καθημερινότητα για όλους μα το συνηθίσαμε και πλέον το περιμένουμε χωρίς καν να μας δίνεται ο χρόνος να κατανοήσουμε το λόγο που κάτι πλέον μας φαίνεται παλιό. Μηχανικά πια, για να κλείσω ας πούμε διακοπές οπουδήποτε μπαίνω πρώτα Tripadvisor για να μάθω τη γνώμη των άλλων, μετά Airbnb ή Booking, ενώ επίσης ηλεκτρονικά κλείνω και όλα μου τα εισιτήρια για εκδηλώσεις ή οπουδήποτε θελήσω να παραβρεθώ. Αυτή τη διαδικασία, την κάνω σχετικά πρόσφατα αλλά δεν ισχύει αυτό για όλους. Σχεδόν κανένας νεότερός μου ας πούμε, δεν έχει γνωρίσει από κοντά εκείνους τους γραφικούς τύπους, τους ταξιδιωτικούς πράκτορες – που με άκουσε μια φορά ο μικρός μου να αναφέρω και απογοητεύτηκε τρελά γιατί περίμενε τουλάχιστον τον Τζέιμς Μποντ με βαλίτσα.

    Οι νέες συνήθειες έχουν εισχωρήσει παντού παρότι δεν τις έχουμε χωνέψει ακόμη ή δεν τις γνωρίζουμε. Συζητώντας πρόσφατα για τα τραπεζικά μου και πόσο μισώ να κουβαλώ μηχανάκια για κωδικούς, προς έκπληξή μου διαπίστωσα πως οι κάτω των 25 δεν χρησιμοποιούν καν πια τις παραδοσιακές τράπεζες. Βασικά τις σνομπάρουν. Θεωρούν από παρωχημένα έως χαζά τα προϊόντα τους ενώ αρνούνται να πληρώσουν για τις βασικές τραπεζικές συναλλαγές τους και μάλιστα περιορισμένες στη χώρα που διαμένουν. Σε ερώτησή μου για τις εναλλακτικές και έχοντας στο τρομερά προχωρημένο μυαλό μου τίποτα Paypal, οι σφαλιάρες ήταν απανωτές. Οι σύγχρονες ηλεκτρονικές τράπεζες μοιάζουν περισσότερο με τράπεζες-εφαρμογές, δεν έχουν φυσική παρουσία με υποκαταστήματα, δεν αφορούν κατοίκους μιας συγκεκριμένης χώρας, κάνουν σχεδόν τα πάντα δωρεάν, σε όποια γωνιά του κόσμου βρεθείς, σε όποιο νόμισμα θελήσεις και πολλά περισσότερα.

    Έμαθα πως για να ανοίξεις λογαριασμό δεν χρειάζεται να σε συναντήσουν ποτέ, τους μιλάς στο Facebook messenger ή το Twitter – ή όποιο έχεις ανοιχτό, λένε-, κάνεις ό,τι θέλεις στον λογαριασμό σου και εκείνοι απλά σε αφήνουν. Μπορείς ακόμη να βάλεις και δικούς σου κανόνες. Μπορείς λέει, να πεις στη σύγχρονη ηλεκτρονική σου “τράπεζα”, πως κάθε φορά που αγοράζεις καφέ από τα φτουφτουφτου Starbucks, να σε χρεώνει άλλα τόσα χρήματα για τιμωρία και να τα βάζει αυτόματα σε έναν από τους 20 δωρεάν αποταμιευτικούς σου λογαριασμούς. Μπορείς ακόμη να της ζητήσεις να μετατρέψει όλα σου τα χρήματα σε bitcoin -ή ό,τι σκατοκόιν είναι της μόδας αυτό το εξάμηνο-, να σου πληρώσει τον λογαριασμό στο εστιατόριο που φάγατε με τους συναδέλφους σου και έπειτα να ζητήσει τα χρήματα από τους λογαριασμούς τους, να σου στείλει ειδοποίηση μόλις σταλούν ή να τα χρησιμοποιήσει για να επενδύσει σε ένα startup που σου/του γυάλισε. Κι εγώ ακόμη πάω με την χαζοκαρτούλα μου στο ΑΤΜ.

    Το ίδιο δουλική και Εγώ, Το Κέντρο Του Σύμπαντος είναι πια σχεδόν κάθε ηλεκτρονική υπηρεσία που αφορά μιλένιαλς ή όπως τα λένε αυτά τα εξωγήινα που δεν καταλαβαινόμαστε καθόλου μα καθόλου. Υπάρχει και εξήγηση γι’ αυτό ή μάλλον ολόκληρη φιλοσοφία. Για όσους ανήκουν στην “πεφωτισμένη” γενιά των μιλένιαλς και δώθε, η ζωή -όχι μόνο η ηλεκτρονική- οφείλει να είναι λέει, διασκέδαση. Μεταξύ μας, μάλλον γιατί δεν είναι ή δεν θα είναι. Για όλους τους υπόλοιπους, ας παραμείνει από ακατανόητη μέχρι τρομακτική, δεν τρέχει. Όλη τους η ζωή λοιπόν και όλος τους ο περίγυρος, είναι φτιαγμένος έτσι ώστε να τους ακολουθεί παντού καθώς πια ο καθένας όντως είναι το επίκεντρο του κόσμου (του). Έτσι θα λειτουργούν όλα από εδώ και πέρα αν το σκεφτείς.

    Ο ηλεκτρονικός σου “κόσμος” ήδη σε ακολουθεί σε όποιο κομμάτι του πλανήτη θελήσεις να ζήσεις, είναι πάντοτε διαθέσιμος όταν τον χρειαστείς, όποια ώρα τον χρειαστείς, σε όποιο νόμισμα, γλώσσα, mood, σχέση. Οι φίλοι σου, οι ειδήσεις που σε ενδιαφέρουν, οι συναλλαγές σου, η δουλειά σου, η μουσική σου, τα βιβλία σου, οι συγγενείς, ακόμα και ο τόπος σου είτε σε φωτογραφίες, είτε σε βίντεο ή ακομα και live. Όλα. Δεν έχεις κανέναν απολύτως λόγο να το κουνήσεις από το σπίτι σου αλλά ούτε και να δεθείς με έναν τόπο. Ο μόνος λόγος ίσως θα ήταν η προσωπική επαφή και γενικά η συναναστροφή με άλλους ανθρώπους στον “έξω” κόσμο που όμως σύντομα θα έχεις προγραμματιστεί να θεωρείς εξίσου παλιά και αργή και λίγη.

    Βέβαια ακόμη, οι όποιες αλλαγές στην τεχνολογία, τη νοοτροπία μας και τα κενά μεταξύ των παλιών και των νέων ανθρώπων, είναι διαχειρίσιμα. Αν το -50°C σε πολλές πόλεις της Αμερικής ήταν αυτές τις μέρες πρώτη είδηση, σε μια πενταετία θα είναι απλά χειμώνας. Ίσως σε μια δεκαετία να μην κατοικούνται καν περιοχές που ως σήμερα ήταν τρεντιές. Φαντάσου λοιπόν σύντομα, έναν κόσμο ακόμα και γεωγραφικά διαφορετικό, γεμάτο κλιματικούς πρόσφυγες που λογικά θα μιλούν μία κοινή γλώσσα, θα ακολουθούν μία παγκόσμια εκπαίδευση online και θα έχουν στη διάθεσή τους χιλιάδες εφαρμογές να κάνουν ό,τι τους ζητήσουν. Έναν κόσμο γεμάτο μικρόκοσμους που θα είμαστε πολλά πράγματα ξεχωριστά ή ό,τι μας κατέβει κάθε στιγμή. Θα ζούμε σε εντελώς δικά μας σύμπαντα μέσα σε ένα πολυεπίπεδο σύμπαν μα δεν θα είμαστε άνθρωποι όπως μέχρι σήμερα. Θα είμαστε  πάμφτωχοι, πεινασμένοι, διωγμένοι, αμόρφωτοι και ακοινώνητοι μα δεν θα απασχολεί κανέναν μας διότι θα νιώθουμε ατρόμητοι, παντοδύναμοι, μικροί Θεοί. Αδύνατο να ξεφύγεις από τέτοιο ζυγό.

  • Μεθυσμένη πολιτεία

    Κάποιες χώρες, τα σκουπίδια τους τα καίνε. Τα συλλέγουν από τα σπίτια, τους βάζουν φωτιά και τα καίνε. Και το πιο εξωφρενικό; Επειδή δεν τους φτάνουν τα δικά τους εισάγουν και από άλλες χώρες. Για να τα κάψουν. Διότι η ενέργεια από την καύση των σκουπιδιών ζεσταίνει τα σπίτια τους δωρεάν. Έτσι, οι χώρες αυτές, εισάγουν και καίνε τα σκουπίδια των άλλων και στη συνέχεια, μοιράζουν δωρεάν θέρμανση και ζεστό νερό στους πολίτες τους.

    Η ιδέα ξεκίνησε στη Σουηδία, η οποία πια έφτασε κοντά στο 100% της ανακύκλωσης των σκουπιδιών της, πράγμα όχι απλά ασύλληπτο μα εντελώς επιστημονική φαντασία για εμάς. Πλέον, όλα τα σκουπίδια διαχωρίζονται από τους πολίτες της και συλλέγονται έπειτα στους 32 σταθμούς αποτέφρωσης αποβλήτων. Στη συνέχεια ό,τι δεν ανακυκλώνεται απλά καίγεται και χαρίζει δωρεάν ενέργεια. Κι επειδή οι πολίτες χρειάζονται περισσότερη ενέργεια, μόνο το 2014, η Σουηδία εισήγαγε 2.7 εκ. τόνους σκουπίδια για να τα κάψει. Αν σου ακούγεται εξωφρενικό, μάθε ακόμα πως ακόμα και η στάχτη από την καύση των σκουπιδιών, δεν πάει χαμένη. Αποτελεί μόλις το 15% της αρχικής μάζας των σκουπιδιών, η οποία διαχωρίζεται και ανακυκλώνεται, ενώ ο καπνός της καύσης φιλτράρεται και αυτός με νερό ενώ με τη λάσπη που μένει, γεμίζονται εγκαταλελειμμένα ορυχεία.

    Γενικά, αν παρακολουθήσει κανείς την απίστευτη αυτή διαδικασία από την αρχή της μέχρι το τέλος, η δημιουργικότητα, η τεχνογνωσία, η όρεξη και οι ιδέες αυτής της λύσης είναι πραγματικά αναζωογονητικές και σου χαρίζουν ελπίδα και όραμα για τη ζωή. Αληθινή ελπίδα και αληθινό όραμα εννοώ, όχι την ελπίδα και το όραμα που τα βλέπεις να επαναλαμβάνονται δεκάδες φορές, συνήθως τυπωμένα σε προεκλογικά φυλλάδια και δεν σημαίνουν τίποτε απολύτως σε κανέναν από εμάς.

    Υπάρχουν τώρα και κάποιες άλλες χώρες. Που τα σκουπίδια τους αντί να ανακυκλώνονται ή να αποτεφρώνονται, είναι διαχρονικά ο ρυθμιστής της κάλπης. Αυτό σημαίνει, πως η μόνη ωραία και δημιουργική ιδέα που παρουσιάζεται για τη διαχείριση των απορριμμάτων, είναι μια προσωρινή λύση μέχρι τις επόμενες εκλογές. Που δεν είναι καν ωραία και δημιουργική. Και που δεν τη λες λύση ακριβώς, μα απλά ένα ωραίο χαλάκι να κρυφτούν για λίγο τα σκατά μέχρι να ξαναβρωμίσουν ώστε να ξαναψαχτεί το νέο μεγαλύτερο χαλάκι από τους επόμενους. Κράτος και πολίτες δεν κάνουν καμία σοβαρή ανακύκλωση (το ποσοστό ανακύκλωσης της χώρας είναι 13%) ενώ δεν προσφέρεται δωρεάν θέρμανση στους πολίτες, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους καίνε κυρίως πετρέλαιο και το πληρώνουν ακριβά ή δεν έχουν καν θέρμανση.

    Το καλύτερο, στη χώρα αυτή προσφέρονται κοινοτικά κονδύλια ύψους 600 εκατομμυρίων ευρώ για ανακύκλωση και διαχείριση απορριμμάτων. Τα χρήματα αυτά είναι αδιάθετα. Ναι, σωστά μάντεψες, πρόκειται για την Ελλάδα. Και ακόμα πιο σωστά, ναι, πρόκειται για ένα θέμα που δεν πρόκειται όχι να συζητηθεί αλλά ούτε καν να περάσει από κανενός το κεφάλι. Διότι δεν αποτελεί έργο τετραετίας και άρα δεν θα ωφελήσει κανέναν στις αμέσως επόμενες εκλογές. Μισό, έχει κι άλλο.

    Η τρέλα που λες, δεν τελειώνει στα σκουπίδια μας και στα αδιάθετα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ελληνικό κράτος, αναγκάστηκε να δίνει πια κάθε χρόνο επίδομα θέρμανσης για να μπορέσουν να ζεσταίνουν τα σπίτια τους, οι ελάχιστοι που πληρούν τα πολύ αυστηρά κριτήρια, όπως εντελώς χαμηλό εισόδημα, σχεδόν μηδέν περιουσία και διαμονή σε πραγματικά κρύες περιοχές -αλλιώς παίρνεις κάπου 400-500 ευρώ. Και όλα αυτά με τη γνωστή εξουθενωτική γραφειοκρατία.

    Αν το βάλεις κάτω λίγο όλο αυτό, έχεις στο ένα σου χέρι την τέλεια λύση για την αποτέφρωση των σκουπιδιών που θα σου χαρίσει δωρεάν ενέργεια, έχεις 600 εκατομμύρια ευρώ αδιάθετα κοινοτικά κονδύλια ακριβώς για τη λύση του προβλήματος αυτού, και όχι μόνο δεν κάνεις απολύτως τίποτε, αλλά βάζεις και το χέρι βαθιά στην τσέπη για να δώσεις λεφτά που δεν έχεις, χρεώνοντας κι άλλο τους φορολογούμενους πολίτες ενός σχεδόν χρεωκοπημένου κράτους, με ένα επίδομα θέρμανσης που τελικά παίρνουν ελάχιστοι και δεν τους φτάνει κιόλας να ζεσταθούν. Κάποιοι το θεωρούν δύσκολο να δημιουργηθούν από το τίποτα οι σοβαρές υποδομές αποτέφρωσης διότι θέλει πολλά χρήματα. Το καταλαβαίνω απόλυτα, αν και τα 97 εκατομμύρια ευρώ που δώσαμε μέχρι τώρα για περιβαλλοντικές παραβάσεις, θα ήταν μια πολύ καλή αρχή.

    Θα μπορούσαμε ας πούμε να ξεκινήσουμε περιορίζοντας τη χρήση των ΧΥΤΑ στο 10% (είναι στο 80%), θα μπορούσαμε να έχουμε έστω μία μονάδα ανακύκλωσης γυαλιού στη χώρα, τη στιγμή που στη Βουλγαρία υπάρχουν 4! Για τα μπάζα; Δες και για τα μπάζα: “Τα ΑΕΚΚ ή κοινώς τα μπάζα, αποτελούν μία τεράστια και ανεπούλωτη περιβαλλοντική πληγή: χιλιάδες τόνοι αποβλήτων εκσκαφών, κατασκευών και κατεδαφίσεων καταλήγουν σε ρέματα, δάση και δημόσιους χώρους στην Ελλάδα, μετά από κάποια οικοδομική εργασία, ενώ θα μπορούσαν να ανακτηθούν και, στην κυριολεξία, να ανοικοδομήσουν τη χώρα μας. Σε μόλις ένα διήμερο διαπίστωσα 1 εκατ. τόνους ΑΕΚΚ σε περιοχή της Χαλκιδικής και έχω και τα στοιχεία που το αποδεικνύουν“.

    Αλλά όχι. Προτιμούμε να επαναπαυόμαστε ή να τα συζητάμε χρόνια και να μισιόμαστε θανάσιμα για πράγματα που κάποιος απλά σκέφτηκε και τόλμησε να ξεστομίσει, προτιμάμε ακόμη να αγνοούμε τις έτοιμες πολύ επιτυχημένες ιδέες των άλλων χωρών, να πληρώνουμε εσαεί επιδόματα και πρόστιμα και να συνεχίζουμε να θάβουμε τα -χρήσιμα για τους άλλους- σκουπίδια μας. Κατά τ’ άλλα θέλουμε να πουλάμε τουρισμό, λες και σε λίγα χρόνια θα μείνει περιβάλλον να δείχνουμε στους ροζ ανθρώπους του βορρά και να κοκορευόμαστε.

    Το πρόβλημα λένε, είναι μόνο ο τρόπος που βλέπουμε το πρόβλημα των απορριμμάτων. Το κύριο λάθος μας είναι πως δεν βλέπουμε τα σκουπίδια ως πρώτες ύλες, από τις οποίες μπορούμε να έχουμε από ενέργεια μέχρι πλήθος άλλων νέων και χρήσιμων προϊόντων. Αν το κάναμε αυτό θα είχαμε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την εκμετάλλευση τους. Διαφωνώ. Τα προβλήματά μας στην Ελλάδα σήμερα, δεν οφείλονται καθόλου στο πώς τα βλέπουμε. Σιγά, δηλαδή που ένα μικρό κίνητρο με σκοπό το κέρδος θα αρκούσε για να μπει τάξη στο Χάος. Τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά και πολύ πιο βλαμμένα απ΄ότι μπορεί κανείς να φανταστεί: απλά κανείς δεν καταλαβαίνει αρκετά πως πρόκειται για προβλήματα, μα κι αν καταλάβει, δε νοιάζεται αρκετά.

    Για να ξεκινήσει έστω κάτι να κινείται προς μια λύση, πρέπει πρώτα να βρεις κάποιον με την ανάλογη νοημοσύνη και γνώσεις ώστε να πειστεί ότι πρόκειται στ’ αλήθεια για πρόβλημα μα και αφού τον πείσεις, πρέπει μετά να του εγγυηθείς κιόλας πως θα πάρει εκείνος προσωπικά τα εύσημα για οτιδήποτε καταφέρει -αν καταφέρει- να υλοποιήσει. Και μην παραμυθιαζόμαστε, το να βρεις άνθρωπο που να τα κάνει όλα αυτά, δεν παίζει πια στην Ελλάδα. Μα κι αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του και τον βρεις έτσι ακριβώς, νοήμων, πρόθυμο και ικανό, το πιθανότερο θα στον πεθάνουν στον “διάλογο”, θα στον κάψουν στις συζητήσεις, τις αντιρρήσεις, τη δαιμονοποίηση, τον διασυρμό και με λίγα λόγια, το μακρύ και το κοντό του κάθε άσχετου πολιτικάντη που είτε θα θέλει κομμάτι από την πίτα, είτε να τη φάει ολόκληρη ή δεν θα θέλει καν πίτα.

    Γόρδιος δεσμός, θα έλεγε ένας γνήσιος Έλληνας κραδαίνοντας το τσεκούρι, μα τώρα πια, έπειτα τις τόσες απανωτές μας νίλες, θα έπρεπε να ήταν σαφές πως σκοπός των γόρδιων δεσμών δεν είναι να κόβονται ηλιθιωδώς από εξίσου ηλίθιους νταήδες, συνεχιστές της σχολής των Μεγάλων Ηγετών. Σκοπός τους είναι κάποτε να καταλάβεις πώς και γιατί δέθηκες τόσο κόμπο, πώς στο διάολο έφτασες να δημιουργείς άλυτα προβλήματα, το ένα μετά το άλλο. Αν κάτι είμαστε, αυτό είναι μια σπουδαία βιομηχανία δημιουργίας γόρδιων δεσμών. Αυτό, ναι.

  • Ηγέτης κι ας είναι ξύλινος

    Στο πνεύμα των ημερών μα και κάθε φορά που έρχονται στο προσκήνιο τούμπες, κωλοτούμπες, διαγραφές και τα απαραίτητα ρεζιλέματα μετά τις καθιερωμένες δοσοληψίες, για να αποφασιστεί αν ο κάθε υπηρέτης του λαού θα δώσει ή όχι την πολύτιμη ψήφο του για μείζονα εθνικά ζητήματα και μη, τόσο γίνεται πιο σαφές πόσο βαθαίνει η χαράδρα που έχουν πέσει όλοι στην αντίληψή μας. Διότι η γερή απομυθοποίηση που πάθαμε λόγω συμφορών, δύο πράγματα δεν θα ‘πρεπε να μπορεί ν’ αγγίξει: τη δημοκρατία και τους πολιτικούς/ηγέτες μας.  Η πρώτη, ευτυχώς ψιλοστέκεται. Τους δεύτερους όμως, τους ισοπέδωσε.

    Όσο περνά ο καιρός και η πολιτική απομακρύνεται από τα καθ’ ημάς και γενικά τα εγκόσμια, τόσο πείθομαι πως τα πράγματα είναι απλά, γι’ αυτό δεν έχει πάει ο νους μας. Αν το σκεφτείς, οι πολιτικοί μας δεν πέρασαν συνέντευξη για τη δουλειά, δεν τους ζητήθηκαν προσόντα ενώ από καθήκοντα ξέρουν μόνο τα επικοινωνιακά. Τις σάλτσες και τη μόστρα δηλαδή. Και φτάνουμε στο σήμερα, όπου αυτό που οι περισσότεροι έχουμε στα κεφάλια μας για τη δουλειά ενός πολιτικού και ειδικά ενός ηγέτη, δεν έχει καμία σχέση με αυτό που νομίζουν οι ίδιοι. Οι άνθρωποι, χρειάζονται επειγόντως ένα job description.

    «Εμείς θα βαράμε το νταούλι και αυτοί θα χορεύουνε, δεν θα παίζουνε αυτοί το ζουρνά και εμείς θα χορεύουμε». Αλέξης Τσίπρας

    Αν έπρεπε κάπως λοιπόν να το συμμαζέψω όλο αυτό, αν έπρεπε να συντάξω μια τέτοια θέση εργασίας, μάλλον θα ξεκινούσα από τη λογική. Θες ο πολιτικός σου να έχει τετράγωνη λογική, ή μάλλον, οδυνηρά τετράγωνη λογική, πολλές φορές σε βάρος ακόμη και της στοιχειώδους συμπόνιας και ανθρωπιάς. Θες να είναι ιδανικός όχι μόνο για το κόμμα του αλλά γενικά για το κοινοβούλιο και να βρίσκεται εκεί διότι διαθέτει αυτό που δεν μπορούν να έχουν οι περισσότεροι από εμάς. Τον απεχθέστατο μεν αναγκαίο δε, συνδυασμό της στοιχειώδους λογικής και του ψυχρού ρεαλισμού.

    Τον πολιτικό δεν τον θες για Γκάντι ούτε για παπά της ενορίας. Τον βάζεις εκεί για να κάνει τη δύσκολη, την πολύ βρώμικη δουλειά που δεν θες και δεν μπορείς να κάνεις εσύ. Σε κάθε δύσκολη απόφαση, ζητάς από τον πολιτικό σου να μην πάει να μεταλάβει, να μην μιλήσει με το θεό, να μην αρχίσει να καταριέται τη μοίρα του για την αγγαρεία που κάνει ή την ποινήν που εκτίει. Ούτε να περιμένει πως οι άλλοι θα χορεύουν όσο αυτός βαράει νταούλια. Κυρίως, δεν του ζητάς να ντυθεί κομάντο και να κάνει κωλοδάχτυλα στους Τούρκους.

    «Λεφτά υπάρχουν». Γιώργος Παπανδρέου

    Δεν θες τόσο δράμα. Θες να το αφήσει το δράμα σε εσένα, μαζί με τους λαϊκισμούς και τις φιλοσοφίες. Του ζητάς να πάρει κάθε απόφασή του χωρίς να υποκύψει στις κατάρες σου, χωρίς να καθυστερήσει, χωρίς να φοβηθεί κανέναν και να μην αναφερθεί ξανά σε αυτό για να κερδίσει ψήφους. Κι αν πάρει τη λάθος απόφαση, να μην τα ρίξει σε κανέναν στρατηγό άνεμο ή ασύμμετρες απειλές. Και αμέσως μετά, θες να συνεχίσει ακάθεκτος σα να μη συνέβη τίποτε, θες απλά να συνεχίσει να παίρνει τις εξίσου δύσκολες αποφάσεις του με ακριβώς την ίδια μεθοδολογία και σκοπό μόνο το καλό του συνόλου. Κυρίως χωρίς να τον νοιάζει αν θα ξαναεκλεγεί. Ή μάλλον σα να μη θέλει να ξαναεκλεγεί.

    Ο πολιτικός σου, θέλεις να τα έχει διαβάσει τα μνημόνια ή μάλλον να τα ξέρει απ΄έξω κι ανακατωτά, μα και κάθε φορά θες να ψάχνει και να μελετά σε βάθος τα δεδομένα, ή μάλλον να ζει και να αναπνέει δεδομένα και όντας απόλυτα βέβαιος να βασίζεται πάντοτε σε αυτά για να πάρει κάθε δύσκολη απόφαση. Πέρα από μορφωτικό επίπεδο και γνώσεις, θέλεις ο πολιτικός σου να είναι μελετηρός, θες να του αρέσει να εμβαθύνει, να νιώθει δέος απέναντι στις επιστήμες, τα γράμματα και τα πνευματικά επιτεύγματα του ανθρώπου. Διότι ξέρεις πως αν δεν τα νιώθει όλα αυτά, σύντομα δεν θα τα νιώθουν και τα παιδιά σου.

    «Δεν διάβασα το μνημόνιο, γιατί είχα άλλες υποχρεώσεις, είχα άλλα καθήκοντα». Μιχάλης Χρυσοχοΐδης

    Σαν άνθρωπος επίσης, πρέπει να ξέρει καλά τί του γίνεται. Δεν θες να κάτσει να σου φιλοσοφήσει τη ζωή απ΄την αρχή. Πρέπει ήδη να το έχει κάνει πολύ πριν σου πιάσει την καρέκλα. Αριστερός, δεξιός, νεοφιλελεύθερος, δεν έχει καμία σημασία, αρκεί μόνο να είναι δημοκράτης. Κι όταν θα ψηφιστεί, τον θες όπως στον ψήφισαν. Δεν τον θες ούτε κωλοτούμπα, ούτε καταφερτζή, ούτε διπλωμάτη. Τον θες αποφασισμένο, ρεαλιστή και κατασταλαγμένο. Τον θες εξαιρετικά απλό και εντελώς σίγουρο για την όποια ιδεολογία και κοσμοθεωρία του, όσο επιφανειακό κι αν ακούγεται αυτό.

    Πρέπει να δρα και να αντιδρά σχεδόν μηχανικά σε καθετί και να ξέρεις από πριν ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να σου ξοκείλει προς τη μία ή την άλλη πλευρά, επειδή σήμερα του φάνηκε πιο συμφέρουσα ή απλά ελκυστική. Πάντα θες να βαδίζει στον γνώριμο δρόμο ακάθεκτος, ακριβώς στο δρόμο που βάδιζε όταν τον ψήφισες και με όποιο κόστος. Διότι αν ο πολιτικός σου έχει ξαφνικά δεύτερες σκέψεις ή δρα σύμφωνα με συμπάθειες, τύψεις, προσωπικά συμφέροντα και οποιαδήποτε ανασφάλεια, τότε δεν είναι πολιτικός αλλά πωλητής στο μαγαζάκι της γειτονιάς.

    «Εγώ ήμουν πολιτικός κρατούμενος έξι μηνών. Και πέρασα τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής μου στην εξορία». Κυριάκος Μητσοτάκης

    Γι’ αυτό, τον ηγέτη σου τον θες πραγματικά ώριμο ως άνθρωπο, που έχει ζήσει λίγο. Θες να έχει πετύχει πράγματα προτού σου στρογγυλοκάτσει. Στ’ αλήθεια όμως να έχει πετύχει πράγματα, κι όχι να νομίζει ότι έχει πετύχει, ούτε να στα πουλάει για επιτυχίες για να κάνει καριέρα. Γιατί αν έχει ακόμα πολλά να ζήσει και καίγεται να σου αποδείξει τα βασικά, αυτά για τα οποία κοκορευτήκαμε όλοι στην εφηβεία, αυτά που κατακτήσαμε όλοι στην πρώτη μας δουλειά, στην πρώτη μας επιτυχία ή πράγματα που έκαναν άλλοι κοντινοί του, τότε μην περιμένεις ότι θα έχει μυαλό για τα πραγματικά σημαντικά.

    Αν δηλαδή το απωθημένο του είναι να μιλήσει σε Άγγλο αγγλικά, να φορέσει στολή πιλότου, να κάνει επίδειξη γνώσεων που δεν έχει, να το παίξει αντιστασιακός και εξόριστος, τότε μάντεψε σε τί μοίρα περνά ας πούμε, το συνταξιοδοτικό. Μάντεψε αν στ’ αλήθεια νιώθει θλίψη με την εξαθλίωση της τρίτης ηλικίας, αν του καίγεται καρφάκι με αυτό που έχουμε για περίθαλψη ή παιδεία, αν τον νοιάζει που υπάρχουν σήμερα άνθρωποι στη χώρα που κοιμούνται στο κρύο ή που δεν έχουν απολύτως καμία πιθανότητα ποτέ να βρουν δουλειά.

    Ξέρω πως ένας τέτοιος πολιτικός δεν έχει υπάρξει κι ούτε θα υπάρξει. Πόσο μάλλον ένας ηγέτης. Από το ιδανικό μέχρι αυτό που έχεις σήμερα, η διαφορά είναι σοκαριστική. Δεν είναι ότι έχεις ένα 60% και πας για το 40%. Έχεις το απόλυτο τίποτε και βλέπεις κάθε μέρα να συνθλίβεται στη ρίζα του ό,τι θελήσει να διαφοροποιηθεί. Ηγέτης λοιπόν, κι ας είναι και ξύλινος.