Author: Κωνσταντίνα Δελημήτρου

  • Online είσαι ό,τι δηλώσεις. Για πάντα.

    Κομμάτι του προφίλ μας δεν είναι μόνο οι σέλφιζ, οι σπουδές και οι θέσεις εργασίας μας, ούτε μόνο οι φίλοι, ο τόπος κατοικίας και ο κύκλος γνωριμιών μας. Βασικό κομμάτι μας, είναι και αυτά που (δηλώνουμε πως) πιστεύουμε, αυτά που μας αρέσουν και όλα όσα μοιραζόμαστε. Είμαστε οι απόψεις μας, τα post, τα like και οι κοινοποιήσεις μας. Είμαστε αυτά που γράφουμε, από τα κείμενα και τα σχόλιά μας μέχρι τα blog και όλα όσα έχουμε γράψει από τις απαρχές του κόσμου (=του ίντερνετ). Ακόμη κι αν λίγοι τα παρακολουθούν, ή νομίζουμε πως ελάχιστοι τα θυμούνται, όλα τα παραπάνω “χτίζουν” για εμάς ένα συγκεκριμένο προφίλ που για κάποιους είναι αφόρητα δεσμευτικό. Το να γράψεις πως δεν θα ψήφιζες ποτέ κάποιον σαν τον Μητσοτάκη, μπορεί χθες να ήταν περιττό ή προφανές και σήμερα κοινοτυπία, στο μέλλον όμως, ίσως σε ακολουθεί σαν στενό κοστούμι όταν ας πούμε, ο εγγονός του μετά το Χάρβαρντ εννοείται, ψηφιστεί πρόεδρος της Εντελώς Νέας Δημοκρατίας της Γης.

    Τα posts μας συνθέτουν σε βάθος χρόνου, ένα είδος προσωπικού μανιφέστου που μας καταναγκάζει σε συγκεκριμένο σετάκι απόψεων. Νιώθουμε όλο και περισσότερο πως οφείλουμε να βαδίζουμε πιστά μέσα στα όρια όσων έχουμε γράψει. Είναι σαν να γράφουμε μόνοι μας τη βίβλο μας και ως σύγχρονοι άγιοι να νιώθουμε πως πρέπει να δώσουμε το παράδειγμα, να την ακολουθούμε κατά γράμμα, να προσέχουμε μη λοξοδρομήσουμε για να συνεχίσουμε να λεγόμαστε σοβαροί ή στην χειρότερη, να γλιτώσουμε το κράξιμο. Όμως πολλοί δυσκολεύονται να ακολουθήσουν όσα γράφουν ανά καιρούς. Από τις καθημερινές ελαφρές κουβέντες μέχρι τις πολιτικές απόψεις, τα κουτσομπολιά μα και τις κοσμοθεωρίες μας, όλα ενδέχεται να μας παρουσιάσουν ως ασυνεπείς, επιπόλαιους ή και παράλογους σε βάθος χρόνου.

    Όσοι από εμάς δεν ζήσαμε από πάντα με το ίντερνετ, θυμόμαστε καλά την εποχή που δεν ήξερες και δεν μπορούσες να μάθεις τίποτε απολύτως για τους περισσότερους ανθρώπους. Και αυτό ήταν το φυσιολογικό. Τώρα είναι το αντίθετο. Μπορείς να μάθεις τα πάντα. Και να πεις τα πάντα για τον εαυτό σου. Με ένα ενδιαφέρον twist: για πάντα. Κατά πόσο όμως κάποιος μπορεί να ακολουθήσει αυτόν τον νέο τέλειο ή έστω, συγκεκριμένο εαυτό, τον πλέον δηλωμένο εαυτό για πάντα;

    Τα κοινωνικά δίκτυα τα είδαμε σαν παιχνίδι, δοκιμάζαμε απόψεις σαν να δοκιμάζαμε γαλλικές μύτες, αστεία αυτιά και θεληματικά πηγούνια και τώρα πρέπει να ζήσουμε με αυτά, να τα υποστηρίξουμε, να τα κάνουμε κομμάτι του εαυτού μας. Είναι ντροπιαστικό μάλλον να πεις τι βλακείες έλεγα, όχι παιδιά άκυρο. Και αντί αυτού προσπαθείς να χωρέσεις στον νέο σου εαυτό. Κι αυτό είναι από παράξενο έως δύσκολο. Πολιτικές απόψεις, θρησκευτικές, απόψεις για ανθρώπους, ιδέες, αξίες, όλα συγκεκριμένα και φορεμένα. Μέχρι να φας τα μούτρα σου. Φαντάσου δηλαδή, να έγραφες posts όταν ήσουν 18, 25, 35. Φαντάσου τότε να έγραφες ότι είσαι ας πούμε, υπέρ της έκτρωσης και έπειτα να πέρναγες θεολογία και τώρα να είσαι κληρικός. Ή να έγραφες ότι μισείς τους δημόσιους υπαλλήλους και πόσο δεν θα ήθελες ποτέ να δουλεύεις στο ίδιο βρώμικο γραφειάκι για όλη σου τη ζωή και όλα αυτά, λίγο πριν ο μπαμπάς σού ανακοινώσει ότι τελικά τα κατάφερε με εκείνο το μέσον που είχε και σε βόλεψε στην τάδε εφορία. Οκ, κατάλαβες. Όχι, όχι, μισό. Έχω καλύτερο παράδειγμα. Φαντάσου να ξυλοφόρτωναν τον ηλικιωμένο δήμαρχο της Θεσσαλονίκης και εσύ να έγραφες «Μπράβο σε καθέναν ξεχωριστά που έπραξε το καθήκον του σήμερα στη Θεσσαλονίκη. Σεβασμός και χίλια μπράβο σε όλους #Μπουτάρης #ξεφτιλας» και τώρα να δουλεύεις ψυχολόγος σε κλινική και να κρύβεις το επίθετό σου.

    Για τους ανυποψίαστους, μια καλή λύση θα ήταν να σβήσουν τα παλιά post και σχόλια, να εξαφανίσουν απόψεις και να στρογγυλέψουν τον εαυτό τους για να χωρέσει σε νέες παρέες, μία θέση εργασίας ή σε κάθε εποχή, ανάλογα με την εκάστοτε κυβέρνηση ή τα νέα συμφέροντά τους και άλλα βαρετά, όμως αυτό θα λειτουργούσε μόνο σε έναν βαθμό, καθώς οι περισσότεροι ξέρουμε πια πως ό,τι δημοσιευτεί online δεν σβήνει ποτέ, χώρια που δεν είναι πια δικό μας. Μα ακόμη κι αν δεν είναι το σατανικό ίντερνετ που μας στοιχειώνει, αρκεί ένας καλοθελητής να κρατήσει ένα screenshot μιας κουβέντας για να γκρεμίσει το νέο γυαλιστερό προφίλ με μια δημοσίευση. Όπως αποδεικνύεται πάντως σε γενικές γραμμές, το να εκφράζει κάποιος γραπτά τις απόψεις του στα κοινωνικά δίκτυα είναι ένα θέμα που κάποια στιγμή θα αντιμετωπίσει και ίσως στενέψει πολύ, διότι δεν ελέγχεται εύκολα. Πλέον μιλάμε για μεγάλο όγκο πληροφορίας και μάλιστα σε εποχές που αλλάζουν και όχι προς το καλύτερο – ενώ για πολλούς, η πληροφορία απλώνεται σε περισσότερες από μία πλατφόρμες.

    Ειδικά για τον σχολιασμό και τις αντιπαραθέσεις, περισσότερο οι νεότεροι βλέπω πως ζορίζονται πολύ να χωρέσουν πια στα στενά κοστούμια της καθαρής και ξάστερης άποψης. Ή τουλάχιστον μέχρι να συνειδητοποιήσουν πως μεγάλωσαν, ωρίμασαν, άλλαξαν απόψεις ή το πιο συνηθισμένο, έκαναν μια απλή κουβέντα και παρασύρθηκαν σε πηχτή βλακεία. Κι ενώ αυτό είναι κάτι που σε μια δια ζώσης συζήτηση δεν θα μας το καταλόγιζε ποτέ κανείς, τώρα καταγράφεται για πάντα στο προφίλ μας. Σε μια κουβεντούλα με τον άλλο απέναντί μας, δεν πιστεύουμε πάντα όλα όσα λέμε, οι απόψεις που εκφράζουμε κατά καιρούς δεν είναι απαραίτητα αυτές που στ’ αλήθεια πιστεύουμε, κάποιες είναι για χάριν της κουβέντας, άλλες απλά για να ενθαρρύνουμε τον συνομιλητή μας και άλλες γιατί δεν θέλουμε να αντιπαρατεθούμε. Αν δηλαδή σκεφτώ πόσες φορές έχω κουνήσει το κεφάλι σε ταξιτζή για να γλιτώσω την κουβέντα, σήμερα θα είχα φάει block δια παντός από το Facebook με την ταμπέλα από ναζί μέχρι ακραία ηλιθιότητα.

    Όταν λοιπόν αυτό το κάνουμε και online, όταν δηλαδή απλά παρακολουθούμε ή και τρολάρουμε συζητήσεις, όταν συναινούμε γιατί βαριόμαστε ή ψαχνόμαστε μέχρι να κατασταλάξουμε, όταν πατάμε like σε βλακείες απλά χάριν δημοσίων σχέσεων ή το χειρότερο, όταν αλλάζουμε γνώμη δημόσια, όλα αυτά πλάθουν έναν κλώνο που παίρνει σιγά σιγά τη θέση μας. Γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους που σε μια υποθετική συζήτηση με τον online εαυτό τους, δεν θα συμφωνούσαν πια καθόλου με αυτόν. Το προφίλ που έχουν δημιουργήσει, το ακολουθούν σχεδόν καταναγκαστικά και ελάχιστα μοιάζει με την πραγματική εικόνα. Οτιδήποτε πουν online γίνεται κομμάτι του εαυτού τους, τον οποίο τώρα πρέπει να προσαρμόσουν στα νέα δεδομένα. Και γίνονται με τον καιρό κάτι άλλο.

    Από την άλλη, ακριβώς αυτός ο φόβος, το αν δηλαδή θα χωρά ο εαυτός μας αύριο στα ποστ του χθες, δημιουργεί ανθρώπους- βιτρίνα, που γράφουν σπάνια ή πολύ στρογγυλά -ή μόνο για χαμένα σκυλάκια και γατάκια. Υπάρχουν τέλος και εκείνοι που θέλοντας να δείξουν έναν τέλειο εαυτό, εκτός από σέλφιζ και επιτυχίες, τον ντύνουν με τις πιο δημοφιλείς απόψεις για πράγματα που όμως δεν πίστεψαν ποτέ. Έξυπνο δε λέω, όμως οι δημοφιλείς απόψεις πρέπει να είναι ένα τσικ διαχρονικές αλλιώς τσάμπα κόπος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η εποχή της ακμής της Χρυσής Αυγής, η οποία δεν μπήκε στη Βουλή έτσι, χρειάστηκε τις ψήφους πολλών από εμάς. Στατιστικά, σίγουρα κάποιοι φίλοι μας την ψήφισαν όμως ελάχιστοι από αυτούς βγήκαν ποτέ από την ντουλάπα. Κι αυτοί που βγήκαν, εξαφανίστηκαν δια παντός καθώς δεν μπόρεσαν ποτέ να διαχειριστούν το κράξιμο.

    Το ειρωνικό βέβαια είναι πως όλα όσα απαρτίζουν το διαφορετικό, το βελτιωμένο ή ψεύτικο κοινωνικό προφίλ μας στα social media, όλα όσα απαρτίζουν τους ηλεκτρονικούς κλώνους μας έχουν πουληθεί ως πακέτα σε διαφημιστικές. Η προσωποποιημένη διαφήμιση σήμερα προβάλλεται με τις προτιμήσεις μας και με όσα συνθέτουν το προφίλ μας. Διότι οι νέοι αλγόριθμοι λαμβάνουν υπόψη πολλά περισσότερα από όσα νομίζουμε και όχι μόνο ηλικία, τόπο διαμονής και άλλα βαρετά. Περιλαμβάνουν και όσα ψάξαμε, με όσα συμφωνήσαμε, τα petition που υπογράψαμε, εκείνα που απορρίψαμε, τις ειδήσεις που διαβάσαμε, ακόμη και εκείνες που δεν διαβάζουμε ποτέ.

    Δεν φτάνει δηλαδή που γράψαμε τον εαυτό μας αλλιώς, καταστρέψαμε και τις διαφημίσεις μας καθώς είμαστε πια καταδικασμένοι να βλέπουμε παντού το νέο iphone, την εκστρατεία του Τσίπρα και προτάσεις για το επόμενο εξωτικό ταξίδι, ενώ ούτε καρτοτηλέφωνο, ο Σύριζα μάλλον είναι παρελθόν για τα καλά κι εμείς δεν έχουμε να πληρώσουμε το νοίκι.

    Όσο δεν είμαστε ακόμη Κίνα λοιπόν, και στο ασφαλές πνεύμα του τρολαρίσματος, θα είχα να προτείνω να γράφουμε όλοι περισσότερο, να ψαχνόμαστε περισσότερο, να συζητάμε αληθινά, να νοιαζόμαστε πραγματικά γι’ αυτά που γράφουμε, υπογράφουμε ή πατάμε like. Είτε το σύστημα θα κρασάρει από την υπερπληθώρα και το ανθρώπινο -άρα αλλοπρόσαλλο- της πληροφορίας σταματώντας πια να θεωρεί βάσιμο προϊόν τις προτιμήσεις μας, ή που οι ηλεκτρονικοί μας εαυτοί θα γίνουν πιο αληθινοί από εμάς, λιγότερο σοβαροί και σπουδαίοι και θα μας αποκαλύψουν ότι η αυθεντικότητα νικά την εικόνα για πλάκα anytime.

  • Φαρσοκοσμοθεωρίες

    Κάποιοι θυμούνται καθαρά πόσο τέλεια τα περνούσαμε στην Ελλάδα επί Χούντας, άλλοι, ότι παλιότερα με τη δραχμή ήμασταν όλοι πάμπλουτοι, ενώ κάποιοι άλλοι, πόσο γαμάτος ήταν ο βασιλιάς μας εκτός από κούκλος, φυσικά. Αυτό με λίγα λόγια, ονομάζεται φαινόμενο Μαντέλα και αφορά γεγονότα του παρελθόντος που θυμούνται ελάχιστοι για πραγματικότητα -ενώ αρκεί κάποιος να μπει δυο φορές σε ταξί και θα συμμεριστεί τον αγώνα μου να μετονομαστεί το φαινόμενο σε Έλληνας Ταξιτζής. Κατά το φαινόμενο Μαντέλα λοιπόν, κάποιοι από εμάς -και ειδικά ο Έλληνας Ταξιτζής- διατηρούμε συλλογικές εσφαλμένες μνήμες για πλήθος γεγονότων, που για αρκετούς αποδεικνύουν ότι ζούμε στο Μάτριξ -αντί για το προφανές δηλαδή, από συλλογική άνοια μέχρι συλλογική βλακεία. Αυτά και άλλα παράξενα έχουμε όλοι ακούσει μα τίποτε πια δεν ακουμπά την κουλοσύνη της κβαντικής μηχανικής που πλέον τους έδωσε και επιστημονική εξήγηση.

    Η παράδοξη για τα μέχρι χθες επιστημονικά δεδομένα, κβαντική μηχανική, και όλα τα τρελά που εισήγαγε στην επιστήμη, οδήγησε λοιπόν σε πλήθος υποθέσεων για τον θεότρελο κόσμο μας, που μάλλον έχουν περισσότερη βάση από οτιδήποτε, όσο ακραίο κι αν είχαμε ακούσει μέχρι σήμερα. Μια από τις υποθέσεις αυτές, είναι και εκείνη της προσομείωσης -ναι, το Μάτριξ αλλά με επιστημονικές υποθέσεις πλέον- που αρκετοί επιστήμονες ανά τον κόσμο παίρνουν πολύ σοβαρά για πολλούς και ενδιαφέροντες λόγους. Το φαινόμενο Μαντ… Έλληνας Ταξιτζής είναι στη λίστα.

    Με δεδομένο λοιπόν τη σημερινή κατάσταση της ανθρωπότητας, δεν καταλαβαίνω γιατί αφού η επιστήμη οδηγείται σε τόσο ακραίες υποθέσεις όπως πως ίσως είμαστε ένας ψηφιακός κόσμος, ένας τεχνητός ηλεκτρονικός κόσμος, ένα simulation του πραγματικού δηλαδή, δεν καταλαβαίνω λοιπόν, γιατί τα γεγονότα των ημερών μάς εμποδίζουν να σκεφτούμε και άλλα, πιο οφθαλμοφανή, πολύ πιο ασφαλή και εξίσου καρακαταεπιστημονικά συμπεράσματα.

    Ας πούμε, δεν μπορώ να καταλάβω πως η σπουδαία και ανυπέρβλητη σοφία πολλών ανάμεσά μας, δεν μας έχει επιτρέψει ακόμη μέχρι σήμερα να δούμε το πιο προφανές συμπέρασμα όλων: έχουμε ξαναυπάρξει πολλες φορές στη γη αλλά αφανιστήκαμε. Η γη είχε πολλούς, πάρα πολλούς εξελιγμένους πολιτισμούς πριν τον δικό μας. Το γεγονός πως δεν έχουμε καθόλου ευρήματα από αυτούς δεν υποδηλώνει τη μη ύπαρξή τους. Ίσα ίσα. Υποδηλώνει μόνο την επικά αυτοκαταστροφική φύση μας. Υποδηλώνει πόσο λυσσαλέα φαγωνόμαστε κάθε φορά προτού αφανιστούμε ολοκληρωτικά.

    Εννοείται πως η ιστορία επαναλαμβάνεται. Για τον Μαρξ, τη μια φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα. Στην πραγματικότητα, η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα όχι μόνο τη δεύτερη αλλά και την τρίτη και την τέταρτη και την πέμπτη φορά. Απλά ο Μαρξ δεν τα είχε δει όλα ακόμη. Για κάποιον δηλαδή ένα τσικ πιο Πάνω και λίιγο πιο Πέρα, η ιστορία των ανθρώπων είναι σκέτο φάρσα. Μια επαναλαμβανόμενη φάρσα με χαραγμένη πορεία προς τη θεαματική καταστροφή λόγω βλακείας και ακριβώς γι’ αυτό, έχουμε κάθε φορά ημερομηνία λήξης με ένα και μοναδικό τέλος: την ολική μας καταστροφή. Και δεν είμαστε πολύ μακριά από αυτήν. Όταν φτάνεις στο σημείο να πρέπει να κοιτάξεις σε μια κάμερα όσο βρίσκεσαι μέσα στην τουαλέτα ώστε να σου δώσουν χαρτί υγείας, τότε δεν θες καμία νέα παράδοξη επιστήμη να σου αποδείξει τίποτε περισσότερο από τα προφανή: δεν θα την παλέψεις για πολύ ακόμη.

    Κακώς λοιπόν ψάχνουμε τα μυστικά του σύμπαντος, τον δημιουργό μας, τα νοήματα της ζωής. Αυτό που εμείς ονομάζουμε Μπιγκ Μπανγκ, σε συμπαντικά μεγέθη είναι βραδιά με πυροτεχνήματα. Η μοίρα του άμοιρου πλανήτη μας, που αντί για Γη θα έπρεπε να λέγεται ο Πλανήτης της Μαρμότας, είναι βαρετή και τελειώνει με Big Bang κάθε φορά. Ο πλανήτης είναι καταδικασμένος να βιάζεται από τον άνθρωπο, να γίνεται ελβετικό τυρί και να ερημώνεται αέναα, χωρίς κανείς μας να το υποψιάζεται γιατί απλά κανείς δεν μπορεί και δεν θέλει να συλλάβει το μέγεθος της βλακείας μας -αλλά και από πρακτικής άποψης, δεν μένει και ρουθούνι να το διηγηθεί.

    Βέβαια, δεν ήμασταν πάντα τόσο πολύ τυχεροί ώστε η προηγούμενη καταστροφή να έχει συμβεί από μετεωρίτη. Απλά έτυχε αυτή να είναι η τελευταία πριν από εμάς και να είναι λίιιγο πιο θεαματική. Γι’ αυτό έχουμε καθησυχαστεί περισσότερο από τους προηγούμενους που σίγουρα, έστω λίγο πριν το τέλος θα είχαν ψαχτεί λίγο παραπάνω για να μάθουν πόσο πραγματικά ηλίθιοι έχουμε υπάρξει (που μπορεί και να το έμαθαν αλλά η αυτογνωσία πάντα ήταν υπερεκτιμημένη).

    Αν κρίνει δηλαδή κανείς από αυτά που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας, έχουμε όλες τις ενδείξεις και αποδείξεις ώστε να συμπεράνουμε πως κάθε μα κάθε φορά αφανιστήκαμε εντελώς μόνοι μας και χωρίς καμιά βοήθεια από μετεωρίτες, πολέμους, εξωγήινους, κλιματικές αλλαγές και άλλα χολυγουντιανά.

    Για τον άνθρωπο είναι απλά Τρίτη και για το Σύμπαν ξανά Ολόκαινος. Συνεχίζουμε ακάθεκτοι αυτό που είμαστε προγραμματισμένοι να κάνουμε, χωρίς καμία γνώση του παρελθόντος -φάρσα, ενώ αντίθετα νομίζουμε τους εαυτούς μας για σπουδαίους. Σε βάθος χρόνου όμως, είμαστε μόνο ηλίθιοι και πανηλίθιοι, που πέφτουμε στις παγίδες μας με περίσσεια χάρη, ξανά και ξανά. Ηλίθιοι και εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν δε λες τίποτα.

    Υ.γ. Το Restart μόνο δεν ξέρω ποιος παπάρας το πατά. Αυτό, μάλιστα, να το ψάξουμε.

  • Οι οθόνες και τα οφέλη τους για τα παιδιά

    Όχι, ο τίτλος δεν είναι clickbait αν και σπάνια θα συναντήσει κανείς θετικά άρθρα για τη σχέση παιδιού και “οθονών” σε ελληνικούς ιστότοπους ενημέρωσης. Όμως ισχύει. Οι οθόνες γενικά ή το τρομακτικό screen time, η έκθεση δηλαδή σε οθόνες, δεν είναι πάντα βλαβερή για τα παιδιά.

    Μπορεί να το έχουμε παρακάνει με τα tablet, τις τηλεοράσεις και τα κινητά στα παιδιά, όμως μια ελεγχόμενη και διαδραστική έκθεση, μάλλον προσφέρει οφέλη και μεταξύ μας, μεγάλα. Ναι, ξέρω, η κοινωνική ζωή, τα βιβλία, ο εγκέφαλος, η ποιότητα του ύπνου, τα παιδιά του Γκέιτς, του Τζομπς και όλων αυτών των σατανιστών που έγραφαν δαιμονισμένο κώδικα πριν τους ψεκασμούς μα τελικά τον κρατούσαν μακριά από τα παιδιά τους, αλλά μπάστα.

    Η δική μας παιδική ηλικία (40 πλας_ζωή να ‘χουμε) και η πρωτόγονη -μεν εκτενής δε- έκθεση σε οθόνες, δεν ήταν ακριβώς αυτό που νομίζουμε και δεν μας κατάστρεψε τον εγκέφαλο (εντάξει, για μένα μιλάω), αν δηλαδή πάρουμε τοις μετρητοίς τα τραβηγμένα με το screen time. Θέλω να πω, πως η γενιά μου πιστεύει για παράδειγμα, πως εκτεθήκαμε παθητικώς σε ωραία πράγματα (όπως η Πίπη η Φακιδομύτη, ο Παραμυθάς, ο Φρου Φρου, η Χάιντι, τα προχώ Fraggle Rocks, το μαγικό Μια Φορά Κι Έναν Καιρό Ήταν Ο Άνθρωπος και ειδικά, η τσουλάρα η Κάντι Κάντι) όμως κανείς δεν έλαβε υπόψη του την παθητική μας έκθεση στις οθόνες. Διότι η τηλεόραση έπαιζε όλη μέρα τότε στο σπίτι όλων, οπότε τα λίγα παιδικά προγράμματα, είχαν ελάχιστα να κάνουν με αυτό που εμείς νομίζουμε για ποιότητα και ποιοτική έκθεση στις οθόνες κατά τον Παλιό Καλό Καιρό.

    Η αλήθεια λοιπόν είναι, ότι αν προσμετρήσει κανείς όλα όλα όσα παθητικά μάς επέβαλαν οι σατανικές τηλεοράσεις, τότε με τις σημερινές έρευνες και επιστημονικές μελέτες, θα έπρεπε να είχαμε αφανιστεί (μην κοιτάτε εμένα, ο Δαρβίνος τα ‘πε πρώτος). Διότι σύμφωνα με αυτές, για ένα παιδί, η παθητική έκθεση σε οθόνες πάνω από μία ώρα την ημέρα και μάλιστα σε μη ποιοτικό και μη εκπαιδευτικό περιεχόμενο, είναι θάνατος σήμερα. Θα μιλήσω με κωδικά ονόματα για να μην μας πάρουν πολύ με τις ντομάτες. Οι σημερινοί γονείς θα καταλάβουν: Βασικά Καλησπέρα Σας, Ταμτάκος και λοιπαί βιντεοκασέται, Αλμπάνο, Ανδρέας, Δυναστεία, Ντάλας, Νταλάρας. Να συνεχίσω; Ακριβώς. Τώρα λοιπόν που συνεννοηθήκαμε και είναι προφανές πως κανένα βιντεοπαιχνίδι, κανένας τελειωμένος youtuber και καμιά εθιστική πλατφόρμα δεν μπορεί να κάψει εγκεφαλικά κύτταρα πιο γρήγορα και πιο ολοκληρωτικά από τον Στηβ, την Κούλα και το Κωλόπαιδο, τώρα ας μιλήσουμε για όρια.

    Για να σοβαρευτώ λίγο, θεωρώ ότι ναι μεν υπάρχει μια υπερβολή ως προς τον φόβο με τις οθόνες, αλλά υπάρχει και ένα καλό επιχείρημα. Τα όρια. Καθώς όμως η κύρια δουλειά των γονέων είναι τα όρια, σπάνια θα δεις πιτσιρίκι που θριαμβεύει σε όλα και παρόλα αυτά, να λιώνει στις οθόνες από το πρωί ως το βράδυ. Οι οθόνες, η σωστή διατροφή, η ποιοτική διασκέδαση, η κοινωνικοποίηση είναι μέρη ενός συνόλου πραγμάτων που οφείλουν να φροντίσουν οι γονείς. Όταν το πράγμα με τις οθόνες ξεφύγει, συνήθως δεν είναι μόνο αυτό.

    Ακόμη, οι οθόνες είναι μόνο το μέσο. Το τί θα επιλέξουμε να προβάλλουν ή με τί να διαδράσουμε και για πόση ώρα, έχει πάρα πολύ να κάνει με τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Κι αν μιλάμε για παιδιά, έχει να κάνει με τον γονιό και τη γενικότερη αντίληψή του για τη σωστή διαπαιδαγώγηση. Ακόμη δηλαδή, κι αν στερήσουμε παντελώς τις οθόνες από ένα παιδί, αν οι γονείς δεν του προσφέρουν τα σωστά ερεθίσματα ή διαπαιδαγώγηση, τότε μάλλον οι οθόνες είναι το λιγότερο που μπορεί να πάει λάθος.

    Συζητώ καμιά φορά με γονείς που είναι κάθετοι στις “οθόνες” και σου μιλούν ακατάπαυστα για το λεγόμενο screen time και πόσο ζαβά θα γίνουν τα μικρά μας άπαξ και εκτεθούν και όλα αυτά, ενώ το κινητό τους είναι πάντοτε ανοικτό και τα πιτσιρίκια δίπλα παίρνουν μάτι, βγάζουν σέλφιζ ή παίζουν παιχνίδια για να μπορέσουμε να πούμε ήσυχοι πόσο βλαβερές είναι οι “οθόνες”. Κι ενώ τα τάμπλετ και τα κινητά, τα απαγορεύουν εντελώς στα παιδιά τους. Καταλαβαίνουμε όλοι το άτοπο, έτσι;

    Όταν λοιπόν κάποιος μιλά έτσι γενικά κι αόριστα για οθόνες, απαγορεύσεις, παιδιά και όρια, καίγομαι να τον ρωτήσω κάθε φορά, για τι είδους οθόνη ακριβώς μιλά, για ποιες ηλικίες, για τι είδους δραστηριότητες και τέλος πόσο χρόνο θεωρεί επιτρεπτό για κάθε δραστηριότητα ξεχωριστά. Διότι άλλο gaming, άλλο μουσική, άλλο να βλέπει η οικογένεια το ματς της Κυριακής και άλλο να μαθαίνει μια ξένη γλώσσα, μια συνταγή, μια χειροτεχνία. Ναι, είναι όλα “οθόνες”.

    Για να δικαιολογήσω και λίγο τον τίτλο τώρα, αν μιλάμε για tablet οθόνες συγκεκριμένα και παιδιά πολύ μικρά, δεν είναι κακό να εκτεθούν ελεγχόμενα στα κατάλληλα διαδραστικά εκπαιδευτικά παιχνίδια και εφαρμογές, που τα βοηθούν με τα αντανακλαστικά τους, τις λεπτές δεξιότητες και τη μάθηση. Άλλωστε πάρα πολλά σχολεία ήδη χρησιμοποιούν μα και συστήνουν για το σπίτι τέτοιες εφαρμογές, που είναι πραγματικά χρήσιμες και διασκεδαστικές.

    Ακόμη, υπάρχουν άπειρα εκπαιδευτικά προγράμματα να επιλέξει κανείς ανάλογα την ηλικία του παιδιού, ενώ ακόμη και το σατανικό YouTube μπορεί να προσφέρει μαγικές ώρες δημιουργίας με τις φοβερές του ιδέες για χειροτεχνία, μαγειρική και ανακύκλωση που ενθουσιάζουν τα παιδιά (και καταστρέφουν τη μαμά και την κουζίνα). Όσο για τα κινητά, θεωρώ πολύ λάθος να έχει ένα παιδί κινητό, αλλά στην εφηβεία και με ελεγχόμενη χρήση, το κινητό προσφέρει για τους γονείς αλλά και για το παιδί, μεγάλη ασφάλεια καθώς μπορούν να επικοινωνούν οπουδήποτε κι αν βρίσκονται. Όσο για την κοινωνικοποίηση, πάλι ελεγχόμενα, ειδικά για τα ντροπαλά εφηβάκια, η ηλεκτρονική επικοινωνία με τους φίλους τους, πολλές φορές τα βοηθά να κάνουν ένα βήμα παραπάνω και να ξεπεράσουν άγχη και φοβίες που ίσως να μην κατάφερναν ποτέ δια ζώσης.

    Ακόμη κι αν διαφωνεί κάποιος με όλα αυτά, τουλάχιστον ας το δεχτούμε ότι οι “οθόνες” είναι πια βασικό κομμάτι της ζωής και της δουλειάς μας, ενώ είμαστε η πρώτη γενιά που ενώ δεν μεγαλώσαμε με αυτές (νομίζουμε) πρέπει να επιλέξουμε εάν τα παιδιά μας θα τις υιοθετήσουν ή όχι (νομίζουμε). Μα ακόμη κι αν εμείς δεν τις έχουμε καθόλου σε υπόληψη στις ζωές μας, ας μην τις απορρίψουμε για τα παιδιά, διότι έτσι τα αποκλείουμε εντελώς από τη γενιά τους και ίσως, από το σημαντικότερο εργαλείο της μελλοντικής δουλειάς τους, όποια κι αν είναι αυτή.

  • Και που λες ευτυχία

    Παρατηρώ γύρω μου ένα ανελέητο ηλεκτρονικό κυνήγι ευτυχίας που αφήνει πίσω του θύματα ανικανοποίητων ανθρώπων από την εργασία τους, την εμφάνισή τους, τις σπουδές, το σπίτι, το εισόδημα, το ταίρι και πολύ σύντομα, από όλα. Δεν ξέρω τι φταίει. Οι ανασφάλειές μας πάντα έτρεφαν τους επιτήδειους, οι οποίοι μέσω του ηλεκτρονικού κόσμου ήρθαν μάλλον πιο κοντά και μπορούν να μας προσεγγίσουν ευκολότερα. Είτε όμως τα καταφέρνουν είτε όχι, παίζει όλα αυτά που υπόσχονται, να μας βάζουν τελικά στο τριπάκι να κυνηγάμε άπιαστα, ανύπαρκτα ή πράγματα που δεν έχουν καμία σχέση με την ευτυχία. Καθημερινά, όλο και περισσότεροι άνθρωποι γύρω μου αλλάζουν ζωές σαν τα πουκάμισα. Αλλάζουν πόλεις, χώρες, δουλειές, επαγγέλματα, συντρόφους, αξίες. Ζωές ολόκληρες. Τίποτε δεν τους αρκεί πια και τίποτε δεν τους βοηθά να νιώσουν ικανοποίηση. Χειρότερα, οι παλιές τους ζωές πετιούνται στα σκουπίδια, πατούν ένα delete και δεν μπορούν να ξαναγυρίσουν σε αυτές ποτέ πια.

    Ο τύπος που πούλησε όλα του τα υπάρχοντα και αποφάσισε να ζήσει σε ένα κότερο κάνοντας το γύρο του κόσμου, είναι μια ενδιαφέρουσα ιστορία να διαβάζει κανείς ή να παρακολουθεί στα κοινωνικά δίκτυα, όμως δεν είναι για όλους ο ορισμός της ευτυχίας αυτός. Βασικά, δεν είναι για κανέναν ευτυχία αυτό το πράγμα ή τέλος πάντων, για ελάχιστους. Κι όμως, το να παρατήσει κάποιος την οικογένειά του, να πουλήσει όλα του τα υπάρχοντα και να αρχίσει να ταξιδεύει με κότερο ή με ποδήλατο, το internet μπορεί να το κάνει πάρα πολύ γοητευτικό. Μέχρι να το δοκιμάσουμε. Και μόλις απογοητευτούμε, σύντομα θα μας γοητεύσει με κάτι ακόμη πιο παράδοξο. Η κούρσα δεν τελειώνει μέχρι να παραιτηθούμε συνειδητοποιώντας ότι η ευτυχία δεν είναι πουθενά. Δεν είναι όμως καθόλου έτσι.

    Αυτό το ηλεκτρονικό κυνήγι της ευτυχίας, αυτή η απίστευτη δίψα για ασταμάτητες αλλαγές και πειράματα μικρά και μεγάλα με απώτερο στόχο περισσότερα λεφτά, περισσότερες εμπειρίες, περισσότερη εν τέλει ευτυχία, παρατηρώ πως αφήνει πίσω του θυμωμένα και απογοητευμένα ερείπια, ανθρώπους που ψάχνουν διαρκώς κάτι καλύτερο για τη ζωή και τους στόχους τους, μα σπάνια το καταφέρνουν. Πλέον αυτό το “μαγικό παράθυρο” στον κόσμο, μπορεί μεν να μας αποκάλυψε όλη τη δυστυχία γύρω μας αλλά μαζί με αυτήν, είδαμε και αρκετή ευτυχία (αληθινή ή όχι) που πλέον φαντάζει εύκολη να την κατακτήσει κανείς οπότε πολλοί το προσπαθούμε με κλικ στον πραγματικό κόσμο. Σήμερα, δεν διαβάζεις πια από περιοδικά και εφημερίδες τί συμβαίνει στον κόσμο και στους άλλους γύρω σου, δεν υποψιάζεσαι, δεν φαντάζεσαι, δεν κρυφακούς. Πλέον, μπορείς να δεις στην οθόνη σου και να μάθεις από πρώτο χέρι πώς ζουν οι άλλοι άνθρωποι σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Στην αρχή, αυτό έφερε μια ανακούφιση για την τύχη μας, διαπιστώνοντας τις δυστυχίες και τις δύσκολες συνθήκες στον κόσμο, έπειτα έφερε μια υγιή περιέργεια να δούμε άλλους τρόπους ζωής καθώς και μια παράξενη δίψα να μαθαίνουμε όλο και περισσότερα για τις ζωές των άλλων και πόσο ευτυχισμένοι είναι στ’ αλήθεια. Πλέον, αυτό που ψάχνουν οι περισσότεροι είναι πώς οι σούπερ ευτυχισμένοι και επιτυχημένοι, τα κατάφεραν τόσο πολύ καλά.

    Ένα καλό παράδειγμα, είναι το άπιαστο internet dream και ο βομβαρδισμός του success porn, που έκανε σχεδόν αβάσταχτο το internet για πολλούς χαμηλόμισθους. Κάθε τόσο, ένας “φίλος” μου μαθαίνω πως παρατά τη δουλειά του για να κυνηγήσει το όνειρό του. Εξίσου συχνά, κάποιοι άλλοι επιστρέφουν στη δουλειά μετά από λίγους μήνες ενώ άλλοι πιο άτυχοι, μένουν άνεργοι ενώ μερικοί πάρα πολύ άτυχοι μένουν και με ένα διαζύγιο. Συνεχίζουν όμως να “ψάχνονται” και έτσι, το success porn δημιουργεί επιχειρήσεις εκατομμυρίων γύρω από ανεκδιήγητους τύπους που πουλάνε τη μαγική συνταγή για εύκολα, γρήγορα και κυρίως αμύθητα κέρδη μέσω internet. Οι παλιές πυραμίδες έγιναν ουρανοξύστες ολάκεροι στον ηλεκτρονικό κόσμο μα πλέον κανείς δεν τις θεωρεί παράνομες. Και παρότι υπάρχουν πολλά επαγγέλματα online να κάνει κανείς, ελάχιστα θα φέρουν τόσα πολλά λεφτά όσα υπόσχονται αυτές οι διαφημίσεις ενώ σχεδόν κανένα, τέτοια πλούτη. Αυτή όμως η διαπίστωση, καταστρέφει κόσμο. Διαβάζοντας όλο αυτό το ψεύτικο success porn, οι ζωές και η δουλειά των περισσότερων γίνεται από βαρετή μέχρι αβάσταχτη. Από link σε link όλοι κυνηγούν γρήγορα κέρδη, το μαγικό μυστικό, μια online ιδέα, έστω ένα ψωροeshop αλλά με εκατοντάδες πωλήσεις παγκόσμια και από τον πρώτο μήνα.

    Το πρόβλημα είναι, πως κανείς απ΄όσους τα κυνηγούν όλα αυτά δεν γνωρίζει τη μαύρη, θεόπικρη αλήθεια. Κανείς δεν ρωτάει κάποιον που ήδη έχει μια ηλεκτρονική επιχείρηση να μάθει τί σημαίνει κάτι τέτοιο. Πόσο μακριά από την ευτυχία, ή καλύτερα, πόσο μεγάλη δυστυχία είναι μέχρι να καταφέρεις να στήσεις και να αρχίσει να φέρνει αποτελέσματα μια επιχείρηση γενικώς. Πόσος κόπος, πόσα χρήματα, πόσος χρόνος, πόσες θυσίες και πάλι, μπορεί να αποτύχει οποιαδήποτε στιγμή. Όμως το καταλαβαίνω. Φαντάσου τώρα να είσαι γύρω στα 28, σπουδαγμένος, πάνω στα ντουζένια της νιότης σου, να έχεις πολύ καλές σπουδές και να βρίσκεσαι καρφωμένος στο γραφείο μιας βαρετής εταιρείας, να βγάζεις αστεία λεφτά και να είσαι εγκλωβισμένος σε μία οικονομία που πάει χάλια ή πάει τέλεια -ένα παραπάνω. Όχι, δεν έχεις μυαλό για δουλειά. Η οθόνη σου είναι χρήσιμη μόνο για ένα πράγμα: να σερφάρεις την ευτυχία. Ηλιοβασιλέματα, γκόμενες, χρήματα, ταξίδια. Αλλά τα πράγματα εδώ, είναι πολύ πιο δύσκολα από μερικά κλικ και μερικές δραματικές αλλαγές στη ζωή μας. Σύμφωνα με μελέτες, η ευτυχία, ακόμη κι αν κερδίσεις το λαχείο, μάλλον δεν θα έρθει. Και μάλιστα, έχει να κάνει πολύ με αλλαγή των πράξεων και όχι των συνθηκών ζωής. Τείνω να καταλήξω πως η αληθινή ευτυχία με διάρκεια είναι πολύ πολύ προσωπικό πράγμα και σχεδόν αδύνατο να τη βρεις σε ένα κλικ που να αφορά πάνω από έναν άνθρωπο. Σίγουρα πάντως, δεν είναι κουμπί.

  • Γίνε Το Φως

    Άνθρωποι που με προμετωπίδα το κοινό καλό και τη μεγαλοκαρδία τους, κερδίζουν χρήματα, υψηλές θέσεις και κοινό, χωρίς να έχουν κάνει τίποτε απολύτως από όσα ισχυρίζονται, ή μάλλον κάνοντας τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που μας ζαλίζουν όπου μας πετύχουν, είναι η αιτία για το φαινόμενο Αντωνιάδου και όλα αυτά τα κορίτσια κι αγόρια που υπερβάλλουν, που ωραιοποιούν τα πάντα, που η ζωή τους πρέπει να είναι σαν ρεκλάμα αλλιώς δεν τους αρκεί. Και τα παραδείγματα που έχουν, ακόμη χειρότερα. Η πλειοψηφία των “επωνύμων” που σουλατσάρει δεξιά αριστερά, δεν έχει καν την παιδεία να ντραπεί για τα περισσότερα από τα τέρατα που κοκορεύεται, και αυτός είναι ο λόγος που τα -κατά τ’ άλλα εξαιρετικά επιτυχημένα και με λαμπρές προοπτικές- νέα παιδιά σαν την Αντωνιάδου, όχι μόνο νιώθουν την ανάγκη να ψεύδονται και να φουσκώνουν ηλιθιωδώς όλα όσα κάνουν και δεν κάνουν, αλλά δεν νιώθουν καν πως χρειάζεται να ζητήσουν συγνώμη σε περίπτωση που κάποιος τους ξεμπροστιάσει. Ή ακόμη χειρότερα, νιώθουν θιγμένοι και προσβεβλημένοι από τον άδικο κόσμο και την αχαριστία του, ενώ δεν το διανοούνται να μην τους χρωστάει τα πάντα η χώρα τους, το σύμπαν, το Άπειρο. Δεν είναι όμως δικό τους φταίξιμο αυτό. Και η Αντωνιάδου είναι μόνο μια αφορμή και μάλλον υπέρλαμπρη εξαίρεση σε σχέση με τα αξιώματα και την προβολή που λαμβάνουν εντελώς άσχετοι και θρασείς τριγύρω για πράγματα που δεν έκαναν ή δεν διακρίθηκαν ποτέ.

    Για τους μικρούς καθημερινούς ψεύτες ανάμεσά μας, το καταλαβαίνω απόλυτα να πρέπει να “φουσκώσουν” το βιογραφικό τους. Ειδικά σήμερα, αρκεί να ρωτήσει κανείς μερικούς επαγγελματίες HR και δη σε πολύ μεγάλες εταιρείες, και θα τα χάσει με τα άπειρα και εξόφθαλμα ψεύδη που συναντούν καθημερινά στα βιογραφικά που λαμβάνουν. Το photoshop έχει στενάξει! Υπάρχουν πλέον εταιρείες που σου φτιάχνουν το βιογραφικό σου, όχι μόνο να είναι πιο εμφανίσιμο αλλά το εμπλουτίζουν κιόλας με θέσεις πρακτικής, σεμινάρια που ποτέ δεν πήγες, εθελοντισμό, ταξίδια, χόμπι και ενδιαφέροντα που ποτέ ο εργοδότης σου δεν θα καταφέρει να διασταυρώσει. Όλα αυτά όμως, παρότι δεν τα επικροτώ, τα καταλαβαίνω. Άλλωστε δεν συμβαίνουν μόνο στη χώρα μας. Σε έρευνα του HireRight το 2017, βρέθηκε ότι το 85% των υποψηφίων για δουλειά ψεύδονται στο βιογραφικό τους και μάλιστα με άνοδο 14 μονάδες κατά την τελευταία πενταετία. Στην Ελλάδα της κρίσης φυσικά, ξέρουμε ότι πλέον πρόκειται για το 100%. Αυτό όμως το δικαιολογούμε σε ένα ποσοστό με τέτοια ανεργία και τόσο μεγάλο ανταγωνισμό.

    Στις περιπτώσεις όμως που μάλλον δεν τίθεται θέμα βιοπορισμού, όπως της Αντωνιάδου, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, πρόκειται εν μέρει για κεκτημένη ταχύτητα -έτσι έκανα πάντα και πώς να σταματήσω τώρα-, ολίγη από λάθος πρότυπα -έτσι κάνουν όλοι, γιατί όχι κι εγώ- και κερασάκι, το θράσος της εποχής και το συναινετικό διαζύγιο από την πραγματικότητα -φυσικά και είμαι/αξίζω/κατάφερα όλα αυτά-. Σημείωσε πως η δόξα και τα πολλά λεφτά πάντα παίζουν παντού βέβαια. Αν όμως μας πείραξε τόσο πολύ το “ερευνήτρια στη ΝΑΣΑ” μάλλον έχουμε χάσει το μέτρο ή τη μνήμη μας. Εδώ κοτζάμ Ντάισελμπλουμ, τους δύο μήνες στο Cork, τους έκανε μάστερ στο βιογραφικό του κατά λάθος. Έγραψε δηλαδή κατά λάθος πως πήρε ένα μάστερ στα οικονομικά που ποτέ δεν υπήρχε στο πανεπιστήμιο αυτό και αναγκάστηκε να το διορθώσει. Κατά λάθος. Και χρειάστηκε απλά να το διορθώσει. Ο πρόεδρος του Eurogroup. Κατάλαβες.

    Έτσι, απλά με αφορμή σήμερα την Αντωνιάδου, ας παραδεχτούμε πως αυτή η πρακτική συνηθίζεται σε έναν βαθμό, ενώ σπάνια πιάνονται εκείνοι οι υπεράνω υποψίας, διότι ελάχιστοι θα μπουν καν στον κόπο να διασταυρώσουν κάθε λέξη στο βιογραφικό ενός επιφανούς ανδρός ή γυναικός. Μα κι αν πιαστούν, σπάνια διασύρονται τόσο πολύ. Μόλις πέρσυ μέσα στη Βουλή, Κοτζιάς και Μπακογιάννη έγιναν ρεντίκολο για το αν ο ένας δίδαξε ποτέ στο Χάρβαρντ και την Οξφόρδη και από πού πήρε το πτυχίο της, η άλλη. Αλλά δεν είδα ανάλογο κράξιμο στο timeline μου, και για να είμαι ειλικρινής δεν είδα καθόλου κράξιμο.

    Θέλω να πω, αν ο κάτοχος ενός βιογραφικού, φαρδύ ωσάν βιβλίο, έχει την ανάγκη να το φουσκώσει κι άλλο, αν δεν έχει το φόβο ή έστω την αιδώ να μαζέψει τα ψέματά του για κάτι τόσο σοβαρό, αν αφού μαθευτεί δεν τρέξει τίποτα ή αφού διασυρθεί δεν ανοίξει μύτη, τότε καταλαβαίνει κανείς πως το παράδειγμα που έχουμε ήδη δώσει στους νέους μας είναι σαφές και συνοψίζεται σε όλα αυτά τα ηλίθια quotes που αντικατέστησαν τα μπουζουκοτράγουδα.

    Το πικραμένο μπαγλαμαδάκι, ο τύπος στη Μαύρη Λίστα και η Αχάριστη, έγιναν ηλίθια αισιοδοξία και κωλοπαιδαρισμός και ντύθηκαν μεγάλα γράμματα, πεζοκεφαλαία απαραιτήτως, που συνήθως φιγουράρουν πάνω σε ηλιοβασιλέματα και αστέρια -ή περιέργως τώρα τελευταία σε βότσαλα το ένα πάνω στ’ άλλο. Γίνε το Φως, Αξίζεις Τα Πάντα, Άσε Το Χαμόγελό Σου Να Αλλάξει Τον Κόσμο Αλλά Μην Αφήσεις Τον Κόσμο Να Αλλάξει Εσένα, Τα Εμπόδια Υπάρχουν Για Να Τα Ξεπερνάμε. Τουλάχιστον τα μπαγλαμαδάκια και τα μπουζούκια εντός context είχαν μια λογική ή έστω άφθονο μπομπάτο ουίσκι και σίγουρα κάποια αιδώ. Τα quotes, συνήθως μετά τα αίσχη, στα πετάνε εκεί μόνα τους και ξεπλένουν Τα Πάντα.

  • Πού θα πάει αυτή η κατάσταση;

    Βρήκε κάποτε ένας τύπος μια πορτοκαλιά που έκανε ίσως τα πιο νόστιμα τρίγωνα πορτοκάλια που είχε φάει ποτέ του και το καθένα ζύγιζε μισό κιλό, σαν φράπες. Τρελάθηκε τόσο με τα πορτοκάλια αυτά, που στηνότανε με τις ώρες να τα παραφυλάει και όταν νύχτωνε, τα μάζευε ένα-ένα μην τυχόν και του ξεφύγει κανένα. Και αν δεν κατάφερνε πάντα να τα φάει μόνος του όλα, τα έφτιαχνε χυμούς, μαρμελάδες, γλυκά, και σιρόπια, τα έχωνε στην κατάψυξη, μέχρι στα φαγητά του έβαζε. Κι ενώ τα έτρωγε μόνος του μην το μάθει κανένας άλλος, μια μέρα δεν άντεξε τη χαρά και δώρισε ένα τρίγωνο πορτοκάλι στον καλύτερό του φίλο.

    Ξετρελάθηκε κι αυτός. Με τα πολλά, του εκμυστηρεύτηκε το σημείο που τα έβρισκε και σύντομα, πηγαίνανε τα δυο τους τα βράδια να τα κόψουν. Δεν τον πολυπείραξε αυτό, γιατί η σοδειά ήταν μπόλικη αλλά σίγουρα εάν το μάθαιναν κι άλλοι ή ο ιδιοκτήτης, θα είχαν μεγάλο πρόβλημα. Έψαξε λοιπόν στο κοντινό χωριό ποιός ήταν ο ιδιοκτήτης του χωραφιού να το αγοράσει, αλλά αυτό ήταν αδύνατον διότι το χωράφι δεν ανήκε σε κανέναν και άρα δεν πουλιόταν, του είπαν. Ήταν καλό βέβαια που η πορτοκαλιά δεν ανήκε σε κάποιον συγκεκριμένα για να φοβάται μήπως σηκώσει κάναν φράχτη, ενώ τώρα, ως δημόσια περιουσία είχε όλο το ελεύθερο, να πηγαινοέρχεται και να τρώει όλα τα πορτοκάλια με τον φίλο του, όσο και όποτε ήθελε. Η βλακεία έγινε μια Κυριακή που ο φίλος του ήταν καλεσμένος σε έναν γάμο και δεν είχε λεφτά να πάρει δώρο. Πήρε λοιπόν ο έξυπνος ένα καθαρό τελάρο, το γέμισε άχυρα και το τίγκαρε τρίγωνα πορτοκάλια. Ήταν θέμα χρόνου μέχρι η πορτοκαλιά να ταΐζει όλο το χωριό και σύντομα, να είναι η πιο πολύτιμη εξαγωγή και αστείρευτη πηγή πλούτου του τόπου του.

    Ζουμ άουτ. Σε όλα σχεδόν τα σημεία του πλανήτη, ένας τύπος είχε κάποια στιγμή ανακαλύψει τη χήνα του με τα χρυσά αυγά. Για κάποιον ήταν μια καρυδιά με τιρκουάζ μπιρμπιλωτά καρύδια, για άλλον μια λίμνη με άφθονα μωβ χέλια, για άλλον μια τιγρέ μπανανιά με φρούτα γλύκισμα και για άλλον… η χήνα με τα χρυσά αυγά. Άλλοι ψώνισαν τη γη που περιείχε τα σπάνια ευρήματα, άλλοι σκότωσαν τους επίδοξους κλέφτες και άλλοι μοιράστηκαν τα αγαθά τους με όλο το χωριό. Ό,τι όμως κι αν έκανε ο καθένας τους, λίγο – πολύ η βρώμα βγήκε. Έτσι, ήταν μόνο θέμα χρόνου μέχρι τα περισσότερα από αυτά τα σπάνια ευρήματα να γίνουν περιζήτητα.

    Ζουμ ιν. Η πορτοκαλιά με τα τρίγωνα πορτοκάλια δεν ήταν καλά τελευταίως. Έκανε πρασινωπά σκαληνά και της πέφτανε ξινά προτού ορθογωνίσουν. Τι νερό, τι λίπασμα, τι σκάλισμα, τίποτε δεν στάθηκε δυνατό να τη σώσουν. Απλά όλοι παρακολουθούσαν μέρα με τη μέρα τον μαρασμό της μέχρι που το δέντρο έπεσε κάτω σε ένα γερό μπουρίνι και τέλος. Οι εξαγωγές σταμάτησαν, το ίδιο και ο πλούτος, μέχρι που πολύ σύντομα ο τόπος ερήμωσε και οι κάτοικοι πάμφτωχοι και ταλαιπωρημένοι, μοιράστηκαν σε κάθε σημείο του ορίζοντα προσπαθώντας να βρουν άλλα θαύματα ή άλλους με θαύματα.

    Και αυτά με λίγα λόγια, είναι η περίπου η απάντηση στο πού θα πάει η κατάσταση με το προσφυγικό. Στην ιστορία αυτή, εμείς είμαστε οι μάγκες με τη χήνα με τα χρυσά αυγά και τουλάχιστον μέχρι να της σφηνώσει ένα αυγό στον κώλο, θα είμαστε για τους απανταχού ταλαίπωρους, μέγα αντικείμενο πόθου. Διότι βλέπεις, αντίθετα με όλους τους άλλους, πέρα δηλαδή της χήνας μας που νικάει όλες τις τρίγωνες πορτοκαλιές πανεύκολα, εμείς οι δυτικοί, είμαστε και οι μόνοι που αντί να μείνουμε στη χήνα μας μέχρι να ψοφήσει, προνοήσαμε να κατακλέψουμε και τον πλούτο των άλλων ή σε κάποιες περιπτώσεις, προκαλέσαμε τον μαρασμό τους. Αν δεις τριγύρω, γεμίσαμε πορτοκαλιές, καρυδιές, λίμνες και ψάρια και αφήσαμε τον άλλο μισό πλανήτη πεινασμένο και άνυδρο. Και τώρα, μας ενοχλεί που έρχονται κατά ‘δω. Το ότι ευημερούμε, δεν σημαίνει ότι είμαστε καλύτεροι, δεν σημαίνει ότι εμείς μοχθήσαμε περισσότερο από τους άλλους για τη χήνα μας, ότι κοπιάσαμε να τη βρούμε/ μαντρώσουμε/ ξεκωλώσουμε. Δεν σημαίνει ότι έχουμε το δικαίωμα να την οικειοποιούμαστε ή να διώχνουμε όποιον πλησιάζει. Σημαίνει ότι απλά έτυχε να τη βρούμε εδώ και της αλλάζουμε τον αδόξαστο.

    Δύο τινά λοιπόν. Είτε λέμε κι ένα ευχαριστώ που ζήσαμε τόσο πλουσιοπάροχα και το παίρνουμε απόφαση πως πλέον τα μοιραζόμαστε όλα στα ίσα, είτε κάνουμε ανθρώπινους πάλι τους τόπους που ρημάξαμε, τουλάχιστον δίνοντας πίσω ό,τι τους πήραμε και τους παίρνουμε κάθε μέρα. Και τί τους έμεινε δηλαδή; Παιδική εργασία, πείνα, δουλεμπόριο, κομμένα και καμένα δάση είναι τα τελευταία που μας δίνουν χαράτσι ακόμη και σήμερα, μέχρι να απηυδήσουν δηλαδή και να μας πάρουν αμπάριζα. Τα νούμερα διαρκώς ανεβαίνουν μα στο μικρό κεφάλι μας συνεχίζουν να είναι απλά νούμερα. 821.6 εκατομμύρια άνθρωποι είναι χρόνια υποσιτισμένοι και μάντεψε πού ζει το 99% από αυτούς.  Ναι, στις χώρες που μαστίζονται από φτώχεια, πολέμους και επιδεικτική έλλειψη malls. Ακόμη, υπάρχουν σήμερα γύρω στα 40.3 εκατομμύρια σκλάβοι και ανάμεσά τους, 10 εκατομμύρια παιδιά. Σημείωσε, πως σκλαβιά δεν σημαίνει απαραίτητα εργασία, σημαίνει και γάμοι με ανήλικα και παιδιά – στρατιώτες και άλλα ανατριχιαστικά. Όλα μα όλα, αποτέλεσμα της ακραίας φτώχειας.

    Κι εμείς τί κάνουμε; Σαν κακομαθημένα κωλόπαιδα, παραπονιόμαστε που έρχονται να πεινάσουν στα μέρη μας -τουλάχιστον με χορτάτα μάτια-, θυμώνουμε που μας κλέβουν για να φάνε, φρικάρουμε που εγκληματούν και μυρίζουν και μας χαλάνε την αισθητική μας και πιστεύουν σε πράγματα παράξενα και βάρβαρα. Αλλά ξεχνάμε ότι κάπως έτσι επιβίωσαν και κάπως έτσι κοιμούνται τα βράδια μέσα σε όλο αυτόν τον χαμό που λένε ζωή.

    Το να σηκώσουμε φράχτες ή θάλασσες λοιπόν, δεν το βλέπω να δουλεύει για πολύ. Οι χήνες ψοφάνε, οι καρυδιές μαραίνονται και μάλλον δεν αφήσαμε κολυμπηθρόξυλο πια για να τους βουτήξουμε. Χώρια που αν όντως καταφέρουμε και οχυρωθούμε μέσα στα τέρατα που φτιάξαμε, σε λίγα χρόνια που θα έρθει η σειρά μας να πρέπει να ξεφύγουμε, με τους ίδιους φράχτες θα μας κρατούν εκείνοι απ΄όξω.

    Θέλω να πω, κάθε φορά που ακούω δεν χωράνε άλλοι πρόσφυγες και μετανάστες λες και είμαστε κλεισμένοι σε τίποτα ασανσέρ, ή κάθε φορά που κάποιος αναρωτιέται τί θα κάνουμε εάν σε μια δεκαετία όλοι αυτοί μετακομίσουν στην Ευρώπη, την Αμερική, την Αυστραλία και τέλος πάντων σε όλο το δυτικό κόσμο, η απάντηση είναι πως μέχρι τώρα ζούσαμε στις πλάτες τους και με τις σάρκες τους και μάλιστα τόσο πολύ που είναι να αναρωτιέται κανείς ποιοι πραγματικά είναι οι “λαθρο”, εκείνοι ή εμείς, οπότε μάλλον το πανηγύρι τελείωσε. Τόσα χρόνια που εκείνοι τα πάθαιναν αυτά, εμείς διαβάζαμε στατιστικές και στέλναμε ανθρωπιστική βοήθεια. Τώρα είναι αργά για να πούμε απλά όχι στην σκλαβιά και να το εννοούμε, όχι στην πείνα και να εφαρμοστεί την επόμενη μέρα, όχι σε ό,τι δεν θα δεχόμασταν να πάθουν και τα δικά μας παιδιά. Στο απόγειο της υποκρισίας, αν ένα μάτσο πιτσιρίκια διαδηλώνουν θυμωμένα για το κλίμα, θα τα χειροκροτήσουμε, θα τα αγκαλιάσουμε και θα θεωρήσουμε δικαιολογημένη την οργή τους, μα 10 εκατομμύρια παιδιά – σκλάβοι προφανώς δεν μας γεμίζουν το μάτι για να αλλάξουμε στ’ αλήθεια κάτι.

    Οπότε ναι, ας μην ντροπιάζουμε περισσότερο τον περίφημο δυτικό πολιτισμό μας με τάχα φράχτες και βάρκες γεμάτες πρώην ή νυν σκλάβους έξω απ΄τα λιμάνια μας. Ας το βουλώσουμε λίγο και ας δεχτούμε πως μάλλον πρέπει να αρχίσουμε να ζούμε λίγο πιο προσγειωμένα, πολύ πιο ανθρώπινα, βασισμένοι στα δικά μας χέρια, στους δικούς μας -άφθονους- πόρους. Και ας τους δεχτούμε όλους όπως τους πρέπει. Είναι το λιγότερο.

  • Το ευρωπαϊκό δίλημμα

    Λίγο πριν το Brexit, αν ρωτήσεις μερικούς γύρω σου, παρότι αντιπαθητικός και λαϊκιστής ο Τζόνσον, αρκετοί θα ήθελαν να δοκιμάζαμε λίγο Grexit κι εμείς, καθώς θεωρούν υπερβολικές τις φοβίες και υπερεκτιμημένα τα οφέλη της ενωμένης Ευρώπης. Άλλωστε ότι κι αν έγινε, κανείς μας φαντάζομαι δεν ξεχνά το αποτέλεσμα του περίφημου δημοψηφίσματος. Η επιστροφή στη δραχμή βέβαια σήμερα, δεν ξέρω αν φαντάζει ακόμη τόσο γοητευτική για τόσους πολλούς, η Ευρώπη όμως είναι ακόμη για τους περισσότερους κάτι που μας επιβλήθηκε έξωθεν και άνωθεν και τέλος πάντων, αναγκαίο κακό. Και η αντίληψη αυτή δεν θα αλλάξει, ενώ είναι πολύ πιθανό ακριβώς γι’ αυτό, σύντομα να διαλυθεί ή τέλος πάντων, θα αλλάξει μορφή. Αλλά εντάξει, τόσα και τόσα παράλογα συμβαίνουν γύρω μας, γιατί να μας πειράξει αυτό;

    Εμένα θα με πειράξει. Η Ευρώπη είναι ένα από τα δυσκολότερα και πολύπλοκα εγχειρήματα, κι ένα από τα πιο ρομαντικά ενώ πριν την οικονομική κρίση, όλοι πάνω κάτω είχαν κάτι καλό να πουν. Πρώτα όμως, η Ε.Ε. ήταν ο κύριος λόγος να ξεκινήσεις μια επιχείρηση, μόνο και μόνο για τις επιδοτήσεις που μοίραζε αβέρτα. Μετά, αφού φάγαμε τα λεφτά και φάγαμε και των άλλων και πολλά ακόμα, η Ευρώπη έγινε ο μπαμπούλας, ο Εχθρός. Σήμερα είναι ταμπού. Ένα ταμπού που απαγορεύει να μιλάς γι’ αυτήν, για όσα απολαμβάνουμε, για τη σπουδαιότητά της τώρα και στο μέλλον. Τζιζ.

    Έναν χρόνο πριν, βρέθηκα στο Άμστερνταμ σε μια προσπάθεια αναζήτησης ιδεών για την προώθηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήταν πριν τις εκλογές και μέσω ενός διαγωνισμού ιδεών, κάλεσαν ανθρώπους από όλες τις άκρες της να συναντηθούν και να συζητήσουν όλα όσα κάνουν την Ευρώπη σημαντική για τους πολίτες της. Σκοπός, να προκύψουν τα επιχειρήματα εκείνα, στα οποία θα βασιζόταν η στρατηγική του Brand EU ώστε να βρεθούν οι ιδέες της νέας διαφημιστικής καμπάνιας. Είχα λοιπόν τη σπάνια ευκαιρία, να ακούσω από κοντά και να συζητήσω για 5 ημέρες, κάθε πτυχή της Ε.Ε. Από την ιστορία της και την αρχική ιδέα μέχρι το σήμερα και τα ομολογουμένως μεγάλα λάθη στην πορεία της. Σε αυτό βοήθησε και το γεγονός πως στο δικό μου γκρουπ υπήρχε ένας πολύ πικραμένος Ουκρανός καθηγητής πανεπιστημίου και ένας πολύ χολωμένος με τους Άγγλους, Ιρλανδός σκηνοθέτης. Αυτό όμως που πραγματικά βοήθησε πολύ όλους μας να εκτιμήσουμε εκ νέου την ιδέα “Ευρώπη” ήταν τα πολύ μικρότερα παιδιά ανάμεσά μας, που δεν γνώριζαν καν πώς ήταν η ζωή στην Ευρώπη πριν τα κοινά σύνορα ή πριν το κοινό νόμισμα. Που έπρεπε να τους εξηγήσουμε ένα-ένα τί ακριβώς άλλαξε τα τελευταία χρόνια και τις διαφορές στο δικό μας παρελθόν.

    Αυτό λοιπόν που διαπίστωσα ως το πιο σημαντικό για όλους σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ήταν η ειρήνη και η ασφάλεια που απολαμβάνουμε. Δεν το ‘χα για τόσο πιασάρικο, μεταξύ μας. Για τους νεότερους βέβαια, ήταν πρωτίστως η ελευθερία να κινούνται στα σύνορά της, να σπουδάζουν, να εργάζονται και να μένουν σε όποια χώρα θέλουν. Σχεδόν όλοι όσοι βρίσκονταν εκεί, είχαν σπουδάσει σε πάνω από μία χώρες και μάλιστα οι περισσότεροι με χρήματα της Ε.Ε.. Όσο για εκείνους από τις χώρες που είχαν θέμα με την οικονομική κρίση, πολλοί εργάζονταν σε άλλη χώρα ή συνεργάζονταν διαδικτυακά με ευρωπαϊκές εταιρείες για να επιβιώσουν. Όλοι έκαναν θέμα τη χαρτούρα που γλίτωναν και τις πολλές ευκαιρίες που τους δίνονταν σε μία τέτοια δύσκολη στιγμή. Άλλοι, έκραζαν τη Μέρκελ για την κατάντια τους. Κάποιοι δήλωναν ότι ο μόνος αληθινός επαναστάτης στην Ευρώπη είναι ο Βαρουφάκης. Μερικοί, ζητούσαν επιστροφή στο φράγκο. Ναι, η μαλακία βασιλεύει και έξω από τα σύνορά μας.

    Για μένα πάλι, αυτή η ενωμένη μαλακία που μας δέρνει όλους τους λαούς της Ευρώπης, είναι το πιο σημαντικό και πολύτιμο χαρακτηριστικό της Ε.Ε. Το ότι πρέπει να τα βρούμε τόσες διαφορετικές κουλτούρες, τόσες διαφορετικές δυναμικές, τόσο διαφορετικές χώρες, είναι τρελό επίτευγμα. Και παραπέρα, από τη στιγμή που το έχουμε ήδη καταφέρει αυτό, το ότι υπάρχει μια κοινή συμφωνία, μια κοινή νομοθεσία που δεν επιτρέπει τη μαλακία του καθενός να την κάνει πολιτική, αυτό και μόνο για μένα, είναι μεγάλο πράγμα. Δεν παραδώσαμε την εθνική μας κυριαρχία στην Ε.Ε., παραδώσαμε το δικαίωμα στην ακραία μαλακία. Απόδειξη, το ότι τελικά όντως το κύριο όραμα των δημιουργών της, η ειρήνη δηλαδή, έχει επιτευχθεί για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην ιστορία της.

    Πάντως, είτε συμφωνούμε είτε όχι με τις πρακτικές της και τη σημερινή της μορφή, είτε συνειδητοποιούμε είτε όχι ότι έχουμε ειρήνη για δεκαετίες και ότι έχουμε πρακτική βοήθεια σε πολλούς τομείς γενικώς, ας της αναγνωρίσουμε τουλάχιστον, πως δεν χρειάζεται να ανταλλάσσουμε βόμβες πια, αλλά και ούτε καν να ξανασυζητάμε απ΄την αρχή πράγματα στοιχειώδη όπως η ισότητα, η ισονομία και η αξιοπρέπεια, όσο κι αν η (κάθε) χώρα ρέπει προς τον λαϊκισμό. Διότι μετά τη Χρυσή Αυγή, τη Λεπέν και άλλα παρόμοια φυντάνια, διαπίστωσα ότι η δημοκρατία δεν δουλεύει πάντα, και ειδικά σε καιρούς κρίσης. Ακροδεξιά και ρατσισμός ανθίζουν, ο λαϊκισμός καταστρέφει ό,τι καλύτερο έχει χτίσει ο πολιτισμός μας δεκαετίες τώρα, έχουμε φτωχότερη παιδεία, λιγότερη έρευνα, λιγότερους ανθρώπους με την υπομονή και την επιμονή να κάνουν το λογικό. Είναι λοιπόν τώρα πολύ πιο δύσκολο να βρεθεί ένας τόσο Τζόνσον ή τόσο Βαρουφάκης που να κάνει ότι θέλει χωρίς να έχει πια απέναντί του μια ενωμένη Ευρώπη από κάμποσους λίγο λιγότερο μαλάκες να του τραβήξουν τ’ αυτί ή έστω να τον χλευάσουν. Διότι ακόμη και το κράξιμο, δουλεύει.

    Ο Τραμπ ξανασυζητά την κλιματική αλλαγή και πονοκεφαλιάζει τη χώρα του, μα όσο κι αν θα το ήθελαν αρκετοί δικοί μας, δεν κάνουμε ότι θέλουμε στα σοβαρά θέματα. Υπάρχει η Ε.Ε. που πρέπει πρώτα να πείσουν, αλλιώς τα πρόστιμα και οι κυρώσεις πέφτουν βροχή. Ακόμη, μέσα σε τέτοια κρίση στο εγγυώμαι, κανείς δεν θα έδινε βάση στους ρύπους των αυτοκινήτων, τις πλαστικές σακούλες ή σε όλα όσα έχουν ήδη ψηφιστεί από την Ε.Ε. για το περιβάλλον, για την ασφάλεια τροφίμων, για τη δημόσια υγεία κι ένα κάρο άλλα. Παρότι ναι, σε πολλές περιπτώσεις επιλέγουμε τα πρόστιμα, παρά τη συμμόρφωση. Υπάρχουν όμως. Και τσούζουν. Αλλιώς χεστήκαμε για το περιβάλλον, την υγεία, την ασφάλεια και τόσα άλλα που δεν θα μας χαρίσουν τόσες ψήφους όσες ας πούμε, ο παίδαρος στο μέγαρο ή τη βράβευση της μαϊμούς ερευνήτριας στη ΝΑΣΑ (όχι, δεν βάζω λινκ).

    Όσο για τη στάση της Ευρώπης απέναντί μας, αν πολλοί θεωρούμε ότι η Γερμανία είναι το αγαπημένο παιδί της Ευρώπης -που ναι, σε πολλές περιπτώσεις είναι- να υπενθυμίσω ότι η ίδια Ευρώπη δεν μας άφησε να χρεοκοπήσουμε -παρότι οι δικές μας κυβερνήσεις το προσπάθησαν λυσσαλέα. Κι αν η Ε.Ε. Είναι το πρόβλημα, τα προνόμια στην καθημερινότητά μας, είναι κάτι τόσο δεδομένο που αν αύριο το πρωί δεν υπήρχε, πολλοί ανάμεσά μας θα έπεφταν από τα σύννεφα διαπιστώνοντας για πόσα είναι υπεύθυνη και πόσα προνόμια θα έχαναν. Από τις επιδοτήσεις και τα ανοιχτά σύνορα μέχρι τις (δωρεάν) σπουδές και επιμορφώσεις, την απαγόρευση σταδιακά στα πλαστικά (το 2021 και της πλαστικής φιάλης) και την ελευθερία για διαμονή και εργασία οπουδήποτε και μάλιστα σε καιρούς που τα 600 ευρώ είναι πλέον ένας καλός μισθός στην Ελλάδα. Έχουμε ισότητα, δεν γνωρίσαμε οι περισσότεροι τί σημαίνει θανατική ποινή και τα βασανιστήρια στις φυλακές και ευτυχώς, δεν θα χρειαστεί καν να αποφασίσουμε τα στοιχειώδη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όσο για το κύμα μεταναστών, αν ήμασταν η κάθε χώρα μόνη της, η Ελλάδα απλά θα αφηνόταν να βούλιαζε. Άντε να μας κουνάγανε και το μαντήλι. Η δε Κύπρος, σήμερα θα ήταν πραγματικά στο έλεος της Τουρκίας. Τώρα όμως, οφείλουν όλοι να κάτσουν σε ένα τραπέζι και να μας ακούσουν. Μπορεί να έκαναν ελάχιστα, πολύ λιγότερα από όσα ίσως θα έπρεπε να γίνουν ή όσα γίνονται για άλλες πιο ισχυρές χώρες-μέλη. Όμως θα γίνουν.

    Κρατώ μεγάλη -πολύ μεγάλη- κακία στην Ε.Ε. για τα deal της Μέρκελ με την Τουρκία στο προσφυγικό που όπου να ‘ναι, της (μας) σκάνε στη μούρη. Ακόμη, απογοητεύτηκα από την Αυστρία και τη Νορβηγία, ενώ θα έδινα εύκολα μια μεγάλη κλωτσιά όξω από την Ε. Ε. στην Ουγγαρία για την απάνθρωπη και ακραία ρατσιστική στάση της στο προσφυγικό. Σχεδόν μίσησα τη Γερμανία και την απροκάλυπτη λύσσα της για κέρδος και τα ηνία, ενώ θεωρώ τραγικά γελοία ολόκληρη την πολιτική σκηνή της Ιταλίας. Όσο για τη Βρετανία, καταλαβαίνω πολύ καλά γιατί ο κόσμος επέλεξε το Brexit, αλλά όπως και σε εμάς, ελάχιστοι είχαν πραγματική εικόνα και κανείς την υπομονή να μάθει περισσότερα γύρω από την Ε.Ε. ώστε να μην πιστεύει μεγαλόστομες παπαριές αντί την πεζή αλήθεια. Λίγα λεπτά στα πολύ βασικά της, θα αρκούσαν να ανατρέψουν όλα τα ψεύδη που χρησιμοποιήθηκαν υπέρ του brexit -και ήδη έπαθαν Τζόνσον.

    Θέλω να πω, θα μπορούσα να βρω απίστευτα ψεγάδια σε κάθε απόφαση ή γενικά τον τρόπο που η Ε.Ε. χειρίζεται τα μεγάλα ευρωπαϊκά θέματα. Και έχει πολύ δρόμο να διανύσει μέχρι να σταματήσω να την κράζω. Όμως η αφετηρία μου ξεκινά πάντα από το γεγονός πως πρόκειται για επίτευγμα που οφείλουμε να προστατεύσουμε διότι αν καταρρεύσει, ποτέ ξανά δεν θα καταφέρουμε να συνεργαστούμε σε τόσα επίπεδα, τόσα κράτη. Πρόκειται για ένα πολύ σπουδαίο επίτευγμα για να το πετάξουμε στα σκουπίδια έτσι απλά. Κυρίως, είναι σπουδαίο που είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να δίνουμε λόγο και να μας δίνουν, ενώ είναι ακόμη πιο σπουδαίο που πληρώνουμε πρόστιμα για κάθε ατασθαλία μας και παράλληλα εισπράττουμε για τις μαλακίες άλλων. Είναι σημαντικό που τα μεγάλα θέματα της Ευρώπης, τα οράματα και τα προβλήματα, είμαστε υποχρεωμένοι πια να τα χειριζόμαστε, να τα χρηματοδοτούμε και τα λύνουμε από κοινού.

    Το δίλημμα θεωρώ, δεν είναι ελευθερία ή Ε.Ε. διότι το τίμημα δεν είναι η ελευθερία μας, ποτέ δεν ήταν. Το τίμημα είναι να λογοδοτείς όχι μόνο στους φίλους και το σόι σου αλλά και στους γείτονες, να αποφασίζεις όχι μόνο για σένα και τους οικείους σου μόνο, το τίμημα είναι να είσαι περισσότερο υπεύθυνος και ώριμος απ΄όσο μπορείς ή θα ήθελες. Το δίλημμα λοιπόν, είναι θάρρος ή αλήθεια. Και δεν είμαι πολύ σίγουρη ότι εμείς, ειδικά τώρα, θα αντέχαμε την αλήθεια μας.

  • Τερατουπολίτες

    Μιλούσα πρόσφατα με έναν γιατρό για τα μικροπλαστικά όχι μόνο στις θάλασσες και τον αέρα, αλλά και στο νερό μας πια, και ενώ όλοι είμαστε σε αναμονή για τις νέες μελέτες ώστε να μάθουμε πού και πόση ζημιά πρόκειται να κάνουν στο σώμα μας, πέρα απ΄ τη μεγάλη ζημιά στον πλανήτη, μου είπε το προφανές, που όμως δεν είχα συνειδητοποιήσει. Σχεδόν τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος σήμερα και δη τα ιατρικά, σχετίζονται με το γεγονός ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού, επιλέγουμε ακόμη να διαμένουμε σε μεγάλες πόλεις. Μου φάνηκε απόλυτα λογικό κι αν το σκεφτείς είμαστε οι περισσότεροι τουλάχιστον, ήδη 3-4 γενιές μακριά από την ύπαιθρο και τη ζωή εκεί, ενώ δεν έχουμε ιδέα για το πως ζούσε ο άνθρωπος πριν και κυρίως, γιατί. Ιδέα, για το πόσο σκατά τα έχουμε κάνει και για πόσο λίγο ακόμη οι ανεξέλεγκτες πλέον πόλεις θα είναι η κύρια επιλογή μας.

    Εντάξει, το “επιλέγουμε” είναι μια άδικη λέξη καθώς για τους περισσότερους, είναι κυρίως οι θέσεις εργασίας που το επιβάλλουν, όμως έτσι μάλλον καταδικάζουμε τον εαυτό μας και την οικογένειά μας σε μια μικρότερη και σίγουρα λιγότερο υγιή ζωή. Ίσως και σε μια λιγότερο ευτυχισμένη ζωή. Για κάποιους από εμάς, σίγουρα δεν τέθηκε ποτέ σοβαρά θέμα επιλογής μεταξύ μεγάλης πόλης και οπουδήποτε αλλού, διότι αν γεννήθηκες στην Αθήνα των 4 εκατομμυρίων, έμενες εκεί πάντοτε, έκανες οικογένεια, είναι το σπίτι σου, η δουλειά σου, τα σχολεία, οι φίλοι, προφανώς δεν είχες κανέναν λόγο να σκεφτείς ποτέ να αλλάξεις τρόπο και τόπο ζωής. Ή μάλλον πιο σωστά, να ρισκάρεις τη μόνη ζωή που είχες ποτέ, για να αλλάξεις τρόπο ζωής. Ούτε το αισθάνθηκες ποτέ τόσο πολύ “ξένο” στη φύση σου το να ζεις τόσο πολύ μακριά από τον τρόπο που ζουν οι άνθρωποι στα χωριά ή γενικά στην επαρχία. Τους βλέπεις στις διακοπές σου, το ζηλεύεις καμιά φορά αλλά η πόλη είναι για τους πιο πολλούς όχι μόνο ανάγκη αλλά και ευκολία και συνειδητή επιλογή.

    Πλέον όμως, αυτή η ζωή παίζει να είναι πολύ πιο βλαβερή απ΄ότι πιστεύουμε και μάλλον κύριος λόγος της παρακμής. Η αστικοποίηση μπορεί να βοήθησε τον άνθρωπο να προοδεύσει και να ζήσει πολύ καλύτερα κάποτε, μπορεί να εξέλιξε τις τέχνες, τα γράμματα, τον πολιτισμό, τη βιομηχανία, όμως στην πορεία όλο αυτό έγινε παράνοια. Σήμερα, ο τρόπος ζωής, η κουλτούρα μας γενικότερα ή αν θες, η απόλυτη αποξένωση των καθημερινών μας συνηθειών από τον αντίκτυπό τους στο περιβάλλον, η απόλυτη άγνοια των περισσοτέρων για τον μισό και βάλε πλανήτη, οι ακριβοπληρωμένες ευκολίες της καθημερινής ζωής και συνάμα βλαβερές για την υγεία, όλα αυτά παίζουν σοβαρό ρόλο στη σημερινή κατάσταση, από την κλιματική αλλαγή μέχρι το πρόσφατο παγκόσμιο φαινόμενο με τους τελειωμένους κλόουν της πολιτικής.

    Θυμάμαι κάποτε είχε γίνει θέμα με “τα παιδιά των πόλεων” που τους ζητούσαν οι δάσκαλοι να ζωγραφίσουν κοτούλες και εκείνα έφτιαχναν σφαγμένα κοτόπουλα κρεμασμένα ανάποδα από βιτρίνες κρεοπωλείων διότι δεν είχαν δει ποτέ τους ζωντανές κότες. Σκέψου λίγο σήμερα τί θα ζωγράφιζαν τα παιδιά και μάλιστα μόνο όποια από αυτά θα γνώριζαν ότι “κοτόπουλο” δεν είναι ένα ακόμη φαγητό στο μενού της μαμάς, αλλά είναι και ζώο. Θα έφτιαχναν λοιπόν πιατάκια από αφρολέξ με μικρά κομματάκια κρέατος σκεπασμένα με ζελατίνα. Ούτε καν το ολόκληρο κοτόπουλο. Ούτε καν τον κρεοπώλη με τη χατζάρα να σπάει κόκκαλα και να φοράει την ποδιά με τα αίματα. Σκέψου ακόμη, να ζητούσαμε από τα σημερινά παιδιά των πόλεων να παίξουν κρυφτό με τους φίλους τους σε ένα δάσος με κάμπιες, σκαντζόχοιρους και μπάμπουρες, να πάρουν μαχαίρι και λεμόνι και να πάνε για πεταλίδες, να κολυμπήσουν σε μια λίμνη με πράσινο πάτο ή ένα καταπαγωμένο ποτάμι, ή απλά να κόψουν μούρα και να τα φάνε επιτόπου. Θα έτρεμαν από φόβο, θα αναρωτιούνταν αν είμαστε στα καλά μας, θα αηδίαζαν και μόνο στη σκέψη, θα έκαναν Skype με τον παιδίατρο. Δεν είμαστε άνθρωποι πια, δεν είμαστε κομμάτι της φύσης. Είμαστε κάτι άλλο πια και σίγουρα, έτη φωτός μακριά από αυτήν.

    Η γρήγορη και κακή διατροφή, το πλαστικό νερό, ο θόρυβος, οι ρύποι, το άγχος και οι χρονοβόρες μετακινήσεις, αλλά και το άγχος και τα προβλήματα των ανθρώπων γύρω μας που μαζί με εμάς αρρωσταίνουν, δυσκολεύονται, πιέζονται το ίδιο και φτάνουν συχνά στα όριά τους, όλα αυτά είναι το κόστος που τελικά όλοι πληρώνουμε και δυστυχώς κανείς μας δεν μπορεί να αποφύγει. Ειδικά για την εκδήλωση ψυχικών ασθενειών, η ζωή στις μεγάλες πόλεις είναι σημαντικός παράγοντας καθώς παραδόξως η απομόνωση παίζει πάρα πολύ παρότι ανάμεσα σε εκατομμύρια, ενώ η ανεργία και η φτώχεια είναι πολύ πιο οδυνηρή εμπειρία σε μια αφιλόξενη πόλη, απ΄ότι στην επαρχία. Κι από ότι φαίνεται, λόγω της κλιματικής αλλαγής, ο κόσμος που θα επιλέγει την “ασφάλεια” των μεγάλων πόλεων θα είναι ολοένα και περισσότερος.

    Μόλις το 1800 μόνο το 2% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε στις πόλεις. Σήμερα, περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε μεγάλες ή μικρότερες πόλεις και ενώ διπλασιάζεται ο παγκόσμιος πληθυσμός, ο κόσμος που επιλέγει τις πόλεις τριπλασιάζεται. Σε λίγα χρόνια το μόνο που θα λείπει απ΄το δυστοπικό μας μέλλον, θα είναι ο γυάλινος θόλος πάνω απ΄τα κεφάλια μας και οι ελάχιστοι παραμορφωμένοι που έμειναν απ΄έξω. Μέχρι τότε όμως, αντί όπως παλιότερα, οι πόλεις να είναι μεν ακριβότερες αλλά καθαρότερες, ασφαλέστερες και πιο ανθρώπινες, παραδόξως είναι χειρότερες απ΄όλες τις απόψεις, με κύριο δέλεαρ πια, τις θέσεις εργασίας. Που κι αυτές πια, λιγόστεψαν τόσο, που πραγματικά μου μοιάζει παράνοια το τόσο υψηλό κόστος που προτιμάμε να πληρώσουμε παρά να δοκιμάσουμε να ανταλλάξουμε τη βολή μας με λίγη παραπάνω ζωή.

  • Μαμαδογκρουπ και λοιπές σανίδες για γονείς

    Ανοίγουν σε λίγες μέρες τα σχολεία και διαπιστώνω πως οι ερωτήσεις για τις προετοιμασίες πάλι πέφτουν βροχή. Αν τους πήρες τσάντα, αν τα έγραψες σε ξένες γλώσσες, τις δραστηριότητες που διάλεξες και γιατί, αν (για εμάς τους γονείς στην Κύπρο αυτό) συμφωνείς με την απαγόρευση στις βλεφαρίδες και τα μούσια*, ή αν βρήκες μη τοξικές μπογιές και αρκετές στολές.

    Διαπιστώνω τελευταία, πως για πολλούς τρίτους, γονιός αρχίζει και σημαίνει πράγματα από ακατόρθωτα μέχρι ανήκουστα. Μάλλον υποτίθεται, στο μυαλό των περισσοτέρων, για να φτάσεις να γίνεις γονιός το σκέφτηκες, το αποφάσισες, “έκανες τα κουμάντα σου” και γενικά δηλαδή, ήσουν ένας αρκετά υπεύθυνος ενήλικας ώστε να έχεις στρώσει κάπως τη ζωή σου για να έχεις εξασφαλίσει στα μικρά, εκτός από τα προς το ζην μα και μια κανονική -τουλάχιστον- ζωή, ένα σπίτι, τα ρούχα τους, τις δραστηριότητες, τις σπουδές τους, τα πάντα τους. Από τη στιγμή που γίνεσαι γονιός, μπορεί να φωτογραφίζεις, να καμαρώνεις, να μιλάς μόνο για τα μικρά σου, μα παρατηρώ πως πολλά πράγματα, λόγω αυτών των προσδοκιών, παύεις σιγά-σιγά να τα συζητάς. Αποφεύγεις να τα θίξεις ή αρχίζεις ένα-ένα και τα κρύβεις. Γιατί από τη μια μέρα στην άλλη, όλα γίνονται πολύ πιο δύσκολα ενώ όσα διαπιστώνεις πως περιμένουν από εσένα να κάνεις ή να έχεις ήδη φροντίσει, βουνό.

    Εμείς λοιπόν οι φοβεροί, ισορροπημένοι και πολύ ώριμοι άνθρωποι που πήραμε τη μεγάλη απόφαση να γίνουμε γονείς, στο μυαλό πολλών, όχι μόνο κάναμε όλες τις σωστές προετοιμασίες, όχι μόνο τα έχουμε όλα και δουλεύουν ρολόι, όχι μόνο είναι εξασφαλισμένες οι σπουδές μέχρι και ο γάμος των παιδιών -μη σου πω και τα σπίτια, τα μετρητά και τα οικόπεδά τους μοιρασμένα σε διαθήκες- αλλά φροντίσαμε ακόμη να ξέρουμε πώς θα τους συμπεριφερθούμε σε κάθε δευτερόλεπτο της ζωής τους, τί θα πούμε και πότε, να είμαστε πάντοτε ψύχραιμοι, ενημερωμένοι, διαβασμένοι και σε κάθε περίπτωση, σοφοί. Ναι, μάλιστα. Αν σου φαίνονται τραβηγμένα όλα αυτά, αρκεί να περάσεις το κατώφλι ενός μαιευτηρίου με ένα καλαθάκι γεμάτο και έπειτα κάτσε ν’ ακούσεις τί έχουν να σου πουν οι μέχρι χθες χαλαροί γνωστοί μα κυρίως οι άγνωστοί σου. Κάτσε σε μια γωνία και άρχισε να παρατηρείς πως αλλάζει η θέση σου και η συμπεριφορά των άλλων απέναντί σου, πόσα περισσότερα περιμένουν από σένα και πόσα είναι σίγουροι ότι κάνεις ή σίγουρα θα έχεις διευθετήσει.

    Κι έτσι, αρχίζεις αναγκαστικά και κρύβεις πράγματα. Δεν τίθεται βλέπεις καν ερώτημα εάν ας πούμε, μια μαμά έχει καμιά όρεξη κάθε μα κάθε βράδυ να κάνει μπάνιο τα πιτσιρίκια της μες το καταχείμωνο και χωρίς να έχει θέρμανση, οπότε σταματάς να το συζητάς μη σε πάρουν με τα λεμόνια. Διότι κανείς δεν θα ρωτήσει αν μπορείς ή πόσο μεγάλη διαδικασία είναι το μπανάκι ενός μωρού και πόσα μπιχλιμπίδια πρέπει να κάνεις πέντε βόλτες στο σπίτι, σε ντουλάπες και συρτάρια για να το στήσεις. Ένας παιδίατρος που είχα γνωρίσει κάποτε τόνιζε συχνά στις περισσότερες μαμάδες πόσο λάθος είναι από μια ηλικία και μετά, να κάνεις το μικρό σου καθημερινά μπάνιο και πραγματικά έβλεπα στα μάτια τους τη μεγάλη ανακούφιση διότι πλέον είχαν μια καλή δικαιολογία να γλιτώσουν κάτι που ούτως ή άλλως ήταν πολύ κουραστικό να κάνουν, αλλά το έκρυβαν. Κάτι τέτοια όμως περιμένει η κοινωνία από εσένα και έτσι, αρχίζεις και κρύβεις ακόμη περισσότερα.

    Σε ένα portal τύπου “κάντο μόνος σου” που έγραφα πρόσφατα, διαπίστωσα πως για τα τελευταία έτη, ο επικρατέστερος όρος αναζήτησης στη Google ήταν φυσικοί μέθοδοι για (απαλλαγή από τις) ψείρες. Και μάλιστα σε greeklish. Ρωτώντας τον παιδίατρο και τη φαρμακοποιό στη γειτονιά, επιβεβαιώθηκα πως ναι, καθώς οι ψείρες δεν έχουν εξαφανιστεί από τα σέβεντιζ όπως νομίζουν όσοι δεν έχουν παιδιά, κανείς δε μιλάει γι’ αυτό και προφανώς, η πρεμούρα για φυσικές θεραπείες δεν είναι καμιά επιστροφή στη φύση ή από οικολογικές ανησυχίες αλλά κυρίως, διότι οι περισσότεροι προσπαθούν να γλιτώσουν το κόστος των αντιφθειρικών με ξύδια και οινοπνεύματα. Και κυρίως, στα κρυφά. Όταν “ο ένας στους τρεις Έλληνες, περίπου, βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού” κι εσύ έχεις και παιδιά, τότε τα περίπου πενήντα ευρώ της επίσκεψης στον παιδίατρο για έναν ερεθισμό ή για λίγες μύξες, θα το σκεφτείς να τα δώσεις. Πόσο μάλλον για τις ψείρες. Και αυτό μάλλον ισχύει για αρκετούς γονείς: “Από τη μέτρηση της ΕΛΣΤΑΤ για την υλική στέρηση του πληθυσμού, εξάλλου, προκύπτει ότι το 51,4% των νοικοκυριών δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια έκτακτη αλλά αναγκαία δαπάνη, το 50,7% δεν μπορεί να πληρώσει μία εβδομάδα διακοπών, το 22,9% δεν είναι σε θέση να απολαμβάνει ικανοποιητική θέρμανση και το 11,8% στερείται στη διατροφή του. Επίσης, το 43,7% δυσκολεύεται να πληρώσει τις δόσεις των πιστωτικών καρτών ή των δανείων του, το 32,9% τους πάγιους λογαριασμούς του και το 29,3% το ενοίκιό του”.

    Δεν είναι άλλωστε τυχαίο γιατί έχουν γιγαντωθεί τόσο τα γκρουπ με τις μανούλες στο Facebook και γιατί συνεχίζουν και υπάρχουν ακόμη μετά την τόση καζούρα. Πέρα από τις χαζές συμβουλές και ιδεοληψίες που μας κάνουν και γελάμε συχνά, ας παραδεχτούμε πως είναι μεγάλο πράγμα να μπορείς κάπου να ρωτήσεις, να πεις ή να διαβάσεις όλα αυτά που πλέον αποφεύγεις ή ντρέπεσαι να συζητάς με τον περίγυρο σχετικά με τα παιδιά σου. Ένα κλειστό γκρουπ ομοιοπαθών είναι όσο να πεις, ένα καταφύγιο από τις τύψεις, τις ντροπές, το άγχος και τις οικονομικές δυσκολίες που μοιράζονται οι περισσότεροι γονείς, ενώ πολλές φορές, παρότι ναι κρύβει μεγάλους κινδύνους, προσφέρει και λύσεις στα πολλά και άλυτα προβλήματα της καθημερινότητας. Είναι όπως το παιχνιδομάγαζο που όλοι αγαπάμε να μισούμε. Πλαστικούρα, φτήνια, κίνδυνοι και τοξικά, όμως σόρι, εάν ένα μεγάλο ποσοστό γονέων δεν έχει άλλη επιλογή, φυσικά και θα το επισκεφθούν και θα απογειώσουν τους τζίρους του προκειμένου να προμηθευτούν τα εκατοντάδες πράγματα που χρειάζεται ένα παιδί και βεβαίως, να γλιτώσουν τα επικριτικά σχόλια του περίγυρου.

    Έτσι και με τα μαμαδογκρουπ. Εάν με λίγο ξύδι γλιτώσεις τα μικρά σου από τις ψείρες και την τσέπη σου από αναγκαίες μα έκτακτες δαπάνες και κυρίως, χωρίς να το μάθει κανείς, εάν το τραύλισμα δεν είναι το τέλος του κόσμου αλλά “τίποτα, καλέ!” που πολλές μαμάδες ορκίζονται πως περνάει μόνο του σε αρκετά παιδιά χωρίς τα 50€/25’ 2 φορές την εβδομάδα, εάν κάποια κόβει το χέρι της ότι το νέο εμβόλιο της μηνιγγίτιδας που θες μισό μισθό είναι περιττό ή και βλαβερό, εάν τελικά δεν είσαι η μόνη που κερδίζεις λίγη ώρα ηρεμίας αφήνοντας τα παιδιά στην τηλεόραση ή στο tablet με πατατάκια και γλυκά, τότε είναι από τα λίγα αναγκαία πράγματα στην δύσκολη αυτή εποχή της ανέχειας και της κορεκτίλας, ειδικά όσο τα προβλήματα και οι απαιτήσεις των άλλων είναι πολύ μεγαλύτερα απ΄ όσα μπορείς να διαχειριστείς.

    * κοίτα, αν ντε και καλά θες τη γνώμη μου, το να εξισώνονται οι ψεύτικες βλεφαρίδες με “τα γένια και το υπογένειο” και να χαρακτηρίζονται συλλήβδην ως υπερβολές, νομίζω ότι αυτό είναι μια λαμπρή νίκη του φεμινιστικού κινήματος και οφείλουμε να το γιορτάσουμε με φουκού.

  • Με το μπαρδόν

    Κάποτε θα πίναμε ένα κρασί με τον Καραμανλή (τον Κωστάκη), μετά ένα τσάι με τον Γιωργάκη, έπειτα έναν φραπέ με τον Τσίπρα και τώρα με τον Κούλη δεν ξέρουμε ακόμη τί αν και φαντάζομαι σύντομα θα τον πιούμε. Τέλος πάντων, οι υπέρμαχοι όλων όσων πέρασαν ποτέ από θέσεις εξουσίας, μερικές φορές εκλαμβάνουν (ή πλασάρουν) τους καλούς τρόπους και συγκεκριμένα την ευγένεια, ως κύριο κριτήριο της ηθικής ενός ανθρώπου. Και συνήθως μένω με ανοιχτό το στόμα. Αναρωτηθήκαμε πριν λίγα χρόνια, αν το νόμιμο είναι και ηθικό αλλά μάλλον ποτέ αν το ευγενικό είναι και ηθικό.

    Θεωρούμε ηθικούς όλους όσους ακολουθούν τους κανόνες της κοινωνίας που έχουν αποκλειστικά να κάνουν με τοπικά ήθη και αξίες και ελάχιστα με ηθική. Ο σίριαλ κίλερ της Κύπρου, μάθαμε ότι ήταν μια χαρά άνθρωπος. Καλοντυμένος, μορφωμένος, ευγενικός, πράος και άλλα χαριτωμένα. Το πρόβλημα ήταν πως από όλα αυτά, ο περίγυρός του συμπέρανε πως ήταν και ηθικός. Το ίδιο και τα θύματά του. Όλα τα χαρακτηριστικά του όμως, αφορούσαν μόνο όσα επιβάλλουν οι κοινωνικοί κανόνες, η ευγένεια και γενικά, ο πολιτισμός μας. Η ηθική του όμως ήταν κάτι άλλο και αυτό σόκαρε πολύ την συντηρητική κοινωνία που ζούσε. Αν το σκεφτείς, ένας εξίσου καθωσπρέπει άνθρωπος μιας άλλης χώρας και κουλτούρας, ένας ντιπ Ανατολίτης για παράδειγμα, με τρεις γυναίκες και μουσουλμάνος στο θρήσκευμα, όσο ευγενικός και να μας φαινόταν, σπάνια θα λογιζόταν για ηθικός.

    Ίσως λοιπόν, ήρθε ο καιρός να ξεμπλέξουμε τις ευγένειες από το ποιόν ενός ανθρώπου μπας και το σώσουμε. Ένας δολοφόνος, ένας κλέφτης, ένας απατεώνας δεν είναι κακότροποι ζορ ζορινά. Μπορούν κάλλιστα να είναι εντελώς όξω από τα καλτ στερεότυπα, μπορούν ξέρω γω, να κάνουν περιστασιακές χιπστεριές με μούσια και δερμάτινους χαρτοφύλακες ή ακόμη και να τηρούν όλους τους κανόνες υγιεινής, μπορούν να μην είναι καθόλου αθυρόστομοι ή οϊμέ, να περνούν γριούλες απέναντι στο δρόμο. Όπως και ένας πολιτικός μπορεί πραγματικά στις κοινωνικές του συναναστροφές να είναι άψογος, η ιδανική παρέα και πραγματικά να μην έχεις να πεις κακή κουβέντα. Όμως είναι σχεδόν δεδομένο πια, πως παράλληλα, μπορεί να μην έχει κανέναν ενδοιασμό να διαπράξει αδικίες, που δεν θα συμβάδιζαν ποτέ με το στερεότυπο που ονομάζουμε “η ψυχή της παρέας”.

    Και ναι, μέχρι χθές στον λίγο πιο αθώο κόσμο μας, μάλλον ήταν πιθανότερο ένας άξεστος να ήταν απατεώνας ενώ ένας καθωσπρέπει “οικογενειάρχης” να ήταν ηθικός. Όμως έχουμε εκμεταλλευτεί τόσο πολύ το στερεότυπο αυτό, που πλέον μάλλον το αντίθετο είναι πιο πιθανό. Ελεμένταρι δηλαδή, όπως οι παιδεραστές είναι πιθανότερο να εργάζονται σε χώρους που έχουν παιδιά, έτσι και ο απατεώνας θα προσποιηθεί τον νομοταγή και τον δίκαιο για να μην πιαστεί. Ο δε άξεστος και αγενής, πολύ συχνά φαίνεται τέτοιος διότι είναι τόσο απηυδισμένος από όσα βλέπει τριγύρω, που διαρκώς ξεσπαθώνει γιατί τον πνίγει το δίκιο του και απλά αδυνατεί να ακολουθήσει τους κοινωνικούς κανόνες που του επιβάλλουν ευγένειες και άλλα εξωφρενικά. Ως άλλος Διογένης, ένας “άξεστος”, “ακοινώνητος” και “μονόχνωτος” μάλλον είναι η πιο υγιής και ωφέλιμη επιλογή για παρεάκι σήμερα. Και σαφώς η πιο ασφαλής αν θέλεις να κρίνεις κάποιον.

    Και φτάνουμε στο ψητό. Η ευγένεια που λες, με κάνει πολλές φορές να βγάζω καντήλες. Στον δικό μου μικρόκοσμο τουλάχιστον, παρατηρώ ότι παίζει να μην συμβαδίζει καθόλου με την ηθική. Τη δική μου εννοώ. Διότι πόσο ηθικό είναι να είσαι ευγενικός απέναντι σε όλους μα όλους, απέναντι στην απληστία, την αγένεια, την ξιπασιά, ακόμη και τη βλακεία. Όμως αφήνω ακόμη ένα μικρό παραθυράκι για μερικές σπάνιες περιπτώσεις καθώς απ΄την άλλη, πόσο ηθικό είναι να σηκώνεις μονίμως το δάχτυλο, να καταδεικνύεις τα λάθη, να γίνεσαι ο δυσάρεστος, ο κακός, ο ανάποδος; Κι εκεί μπερδεύομαι. Είναι αρετή η ευγένεια, ή το αντίθετο; Όταν είσαι ευγενικός με κάποιον που δεν το αξίζει μόνο και μόνο διότι έτσι επιβάλλεται από τους κανόνες της κοινωνίας, είναι στ’ αλήθεια καλό, παρότι έτσι προδίδεις τις αξίες σου; Μύλος.

    Το καταλαβαίνω ότι η ευγένεια γενικά, είναι πολύ μεγάλο πράγμα και μάλιστα αυτά τα τελευταία χρόνια της κρίσης που τη συναντάς όλο και πιο σπάνια στους απλούς ανθρώπους και που όλοι την έχουμε τόσο ανάγκη. Ειδικά στα παιδιά, το βλέπω από πρώτο χέρι, πως η ευγένεια διδάσκει ηθική, διδάσκει τους τρόπους που συμπεριφερόμαστε, μαθαίνει τους κανόνες μας πολύ πριν χρειαστεί κανείς να μάθει γιατί υπάρχουν αυτοί οι κανόνες και εάν θα πρέπει να τους αμφισβητήσουμε ή και να τους αλλάξουμε. Πολύ ειδικά όμως, μάλλον αρχίζω να πιστεύω πως η υπερβολική ευγένεια προς όλους και πάντοτε, ίσως να είναι η ντροπή του πολιτισμού μας και μην κάνει καλό ούτε στους άλλους, ούτε σε εμάς τους ίδιους.

    Όμως καθώς δεν είμαστε υποχρεωμένοι να τα βλέπουμε όλα άσπρα-μαύρα, ίσως η καλύτερη λύση θα ήταν να μην βάλει κανείς την αγένεια στον αντίποδα της ευγένειας αλλά την ειλικρίνεια και την αλήθεια. Μια ευγενική, καθωσπρέπει και καλοντυμένη αν πρέπει, μα πάντοτε αλήθεια. Που είναι πιο δύσκολη, που πονάει περισσότερο όσο ευγενικά και αν την πεις, είναι δυσάρεστη σχεδόν πάντα αλλά που ποτέ δεν θα σε κάνει να ξενερώσεις, να χάσεις τον ύπνο σου, να προδώσεις τις αξίες ή το δίκιο σου και να χωθείς σε ένα βαρέλι μακριά απ΄όλους για να γλιτώσεις. Και που δεν χρειάζεται να είναι αγενής αλλά σήμερα, όσο τίποτα, οφείλουμε να τη λέμε όλο και πιο συχνά.

    Τα λέω όλα αυτά, γιατί την επόμενη φορά που θα τολμήσει να έρθει ξανά άθρωπος και να μου πει ότι ο Κούλης είναι μια χαρά παιδί για παρεΐτσα ή ότι ο Τσίπρας μπορεί να τα σκάτωσε αλλά έχει τρόπους, θα πέσει ευγενικό link στο παρόν άρθρο, μετά τη μπούφλα.