Author: Στρατής Μπουρνάζος

  • Σακελλαροπούλου: Μια κίνηση-ματ

    Μερικές βιαστικές σκέψεις για την πρόταση Σακελλαροπούλου, από τη σκοπιά κάποιου (όπως εγώ) που δεν αγάπησε ξαφνικά την κυβέρνηση (!). Συνεχίζει να στέκεται απολύτως απέναντί της, ωστόσο θεωρεί ότι πρόκειται για πολιτική κίνηση-ματ:

    α) Είναι κίνηση πολιτικής υπεροχής της κυβέρνησης Μητσοτάκη, και του ίδιου προσωπικά. Κατά τη γνώμη μου, είναι η πιο προωθημένη της κίνηση. Αν σκεφτούμε όλες τις άλλες προτάσεις που μπορούσε να κάνει και κυκλοφορούσαν (Βενιζέλος, Παπαδήμος κλπ.) βλέπουμε αμέσως, εξ αντιδιαστολής, πόσο υπερέχει η συγκεκριμένη πρόταση: μια προοδευτική δικαστικός με λαμπρή εικόνα στον χώρο της, με ευρεία αποδοχή, που την είχε επιλέξει ο Σύριζα για το ΣτΕ και, επίσης, γυναίκα.

    β) Η επιλογή αυτή, στα μάτια μου, επιβεβαιώνει ότι η κριτική ενάντια στην κυβέρνηση Μητσοτάκη ως «ακροδεξιά» έχει πολύ κοντά πόδια. Μια κυβέρνηση με ακροδεξιό ή υπερσυντηρητικό χαρακτήρα θα πρότεινε πρόσωπα όπως ο Σαμαράς, ο Φρ. Φράγκος ή έστω ο Γ. Μπαμπινιώτης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν βαθιά συντηρητικά (λ.χ. εορτή Τριών Ιεραρχών) και σκληρά αυταρχικά (καταστολή) στοιχεία στην πολιτική της κυβέρνησης, αλλά έχει σημασία για το πώς επιδώκει τις συναινέσεις και προσπαθεί εμπεδώσει την κυριαρχία της.

    γ) Η συγκεκριμένη υποψηφιότητα, εξ αντιδιαστολής, κάνει την υποψηφιότητα Παυλόπουλου και τις εγκλήσεις ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση («γιατί δεν ψηφίζετε Παυλόπουλο…») να μοιάζει μίζερη και παρωχημένη.

    δ) Πολλοί λένε ότι είναι μια κίνηση συμβολική (αφού ο θεσμός δεν έχει εξουσίες). Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει πολιτικά σημαινόμενα, και μάλιστα σημαντικά. Δεν είναι «όλοι ίδιοι», και εδώ! Θα ήταν το ίδιο, άραγε, να προτεινόταν ο Αντώνης Σαμαράς;

    ε) Πέραν του συμβολικού, η επιλογή μιας γυναίκας έχει σημασία, διόλου ευκαταφρόνητη, για την ελληνική κοινωνία: για τις γυναίκες της, αλλά και συνολικά. Και, ιδιαίτερα, μιας γυναίκας με αυτό το προφίλ: δεν θα ήταν ασφαλώς το ίδιο αν προτεινόταν η Μαριάννα Βαρδινογιάννη ή η Γιάννα Αγγελοπούλου.

    Φυσικά, μπορούν να ακουστούν διάφορες ενστάσεις, με βασική είναι αυτή που αναφέρεται στη δικαστική εξουσία, τις μεταπηδήσεις και τους δεσμούς της με την πολιτική εξουσία. Θεωρώ ότι υπάρχει πεδίο συζήτησης, αλλά για να είναι γόνιμο πρέπει να λάβουμε υπόψη σημεία όπως τα παραπάνω, την πολιτική σημασία της πρότασης Μητσοτάκη, δηλαδή. Ας μην ξεχνάμε, τέλος, ότι την πρόταση για τη Σακελλαροπούλου έκανε η ΝΔ, όχι ο Σύριζα, η κεντροαριστερά κλπ.

  • Η ανομία σε μία και μόνο εικόνα

    Ξεκινάω με τα αυτονόητα: η εικόνα είναι βαθιά προσβλητική και εξευτελιστική για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου που (υποθέτω) συνελήφθη. Και δεν έχει καμία, μα καμία σημασία ποιος είναι ή τι έκανε, ή αν είναι “ένα μόνο” περιστατικό. Εκτός του ότι πολλές μαρτυρίες, τελευταία, μας δείχνουν ότι δεν είναι καθόλου «μεμονωμένο», φανερώνει αυξημένο βαθμό μιθριδατισμού η αντίδραση «ε, μια φορά έγινε», «θα συμβούν κι αυτά, να τελειώνουμε με τους ‘μπαχαλάκηδες’», «δεν είναι το κύριο αυτό» κλπ. Δεν είναι ποσοτικό μόνο το θέμα. Κι όσο κι αν είμαστε εθισμένοι στη βία και την αυθαιρεσία των ΜΑΤ, αυτή η εικόνα είναι ένα ακόμα σκαλί πιο κάτω, «στου κακού τη σκάλα».

    Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο. Ποιοι διαμαρτύρονται; Αν και είναι πολλοί και πολλές, είναι κυρίως «οι συνήθως ύποπτοι (και ύποπτες)». Και ποιοι δεν λένε τίποτα; Αυτοί που κανονικά θα έπρεπε να πρωτοστατούν στις διαμαρτυρίες: δηλαδή οι κυβερνώντες, οι συνδικαλιστές αστυνομικοί, η ηγεσία της Αστυνομίας, όλοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η Αστυνομία είναι φρουρός του νόμου και της τάξης, και γενικότερα όσοι πιστεύουν στους θεσμούς. Κανονικά κάποιος που πιστεύει βαθιά στους θεσμούς θα έπρεπε να έχει θορυβηθεί και ταρακουνηθεί, και όχι όσοι φωνάζουν (ή, ακριβέστερα, φωνάζουμε) στους δρόμους «Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει…» ή «Προσοχή, προσοχή, δολοφόνοι με στολή!». Για σκεφτείτε το: εκτός από τον συλληφθέντα που εξευτελίζουν βάναυσα, η εικόνα αυτή είναι απολύτως εξευτελιστική και ντροπιαστική για την Αστυνομία, που, κανονικά, εκπροσωπεί τη νομιμότητα. Είναι μια κατεξοχήν εικόνα ανομίας.

    ΥΓ. Δεν γράφω τα παραπάνω με μπόλικη αφέλεια, θεωρώντας ότι τα ΜΑΤ πορεύονται με το Σύνταγμα στο ένα χέρι και τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο άλλο, ως σύγχρονοι άγιοι Φραγκίσκοι με λεπτές βεργούλες και κραδαίνοντας μίσχους ανθέων, αντί για γκλομπ. Ξέρω πολύ καλά πώς δρουν. Τα γράφω για να δείξω μια αντίφαση: ότι η εικόνα αυτή είναι και μια εικόνα καταβαράθρωσης της Αστυνομίας, των δυνάμεων της τάξης, της τάξης της ίδιας. Και αυτό θα έπρεπε, κανονικά, να αφορά και όσους νοιάζονται για την νομιμότητα και την τάξη. Φυσικά, όλα αυτά σε ένα αφηρημένο επίπεδο· ιστορικά και στην πράξη έχει φανεί ότι τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά: οι θεματοφύλακες του νόμου και της τάξης ανέχονται ή και επικροτούν τέτοιες εικόνες.

    ΥΓ2. Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου τιμώντας για άλλη μια φορά τον ρόλο της, έκανε χθες αναφορά στον Συνήγορο του Πολίτη για τα αυξανόμενα κρούσματα αστυνομικής βίας, δείχνοντάς μας ότι η φροντίδα για τα δικαιώματα και τους θεσμούς δεν είναι, ιδίως σε επίπεδο αρχής, κάτι ασύμβατο.

  • O χορός της χαράς

    Υπάρχουν πολλές και καλές φωτογραφίες από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, και κάποιες συγκλονιστικές. Η αγαπημένη μου όμως (μια από τις πιο χαρακτηριστικές, πιστεύω, αν και μάλλον άγνωστη) είναι αυτή: φοιτητές χορεύουν στο προαύλιο, μεσημέρι της πρώτης μέρας της κατάληψης, Τετάρτη 15.11.1973. Δείτε μόνο τα πρόσωπα και τα σώματα –ξεχειλίζουν από χαρά.

    Κάθε εξέγερση είναι και γιορτή –αυτό μας θυμίζει η εικόνα. Έχει αναπόσπαστα μέσα της το στοιχείο της χαράς. Δεν είναι “χαβαλές” όπως λένε συνήθως οι βλοσυροί σχολιαστές και επικριτές. Η γιορτή, η χαρά, είναι συστατικό στοιχείο της εξέγερσης, και υπάρχει και στις πιο δύσκολες καταστάσεις. Και αυτή η χαρά, η γιορτή, το γλέντι, είναι λυτρωτικά.

     

    Η φωτογραφία από το (πάντα) πολύτιμο Xyz Contagion

  • Γιατί μας αφορούν οι δηλώσεις της Μπακογιάννη

    Ανεξάρτητα από την άποψή μας για την Ντόρα Μπακογιάννη, πιστεύω ότι όσοι και όσες τοποθετούμαστε αριστερά της ΝΔ έχουμε λόγους να μας αφορούν οι δηλώσεις της κατά των ρατσιστικών «μπάρμπεκιου» (και οι προηγούμενες για το Τζόκερ και το δρώμενο στη Νέα Φιλαδέλφεια). Γιατί μας ενδιαφέρει, και μάλιστα πολύ, να υπάρχουν ισχυρές φωνές, και ειδικά από τον χώρο της ΝΔ, κατά των αθλιοτήτων με τα χοιρινά ― κι αυτό ανεξάρτητα από τους λόγους που το κάνει η Μπακογιάννη (κατά τη γνώμη μου χτίζει ένα πολιτικό προφίλ και θέλει να ηγηθεί μιας φιλελεύθερης τάσης στη ΝΔ).

    Έτσι, είμαι εντελώς αρνητικός στις προσεγγίσεις του τύπου ότι η Ντόρα κάνει τον «καλό μπάτσο» ή που αναδεικνύουν την υποκρισία της, καταμαρτυρώντας της διάφορα, ακόμα κι αν είναι αληθή. Όχι μόνο επειδή με τις δίκες προθέσεων δεν βγάζεις άκρη και έχεις τον κίνδυνο να τα ισοπεδώσεις όλα ως «υποκριτικά» και σικέ (αλήθεια, τι είναι ειλικρινές στον χώρο της επίσημης πολιτικής;), αλλά επειδή τη βρίσκω μια στάση απολύτως παθητική και εσωστρεφή, αν θέλεις να πας κόντρα λ.χ. στον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον συντηρητισμό.

    Τι θέλω να πω; Το να κουνάς το δάχτυλο, θυμίζοντας διαρκώς την κακότητα του αντιπάλου, δεν σε πάει μπροστά. Γιατί είναι ουσιώδες στην πολιτική να αντιλαμβάνεσαι τις διαφορές, να αξιοποιείς τις αντιθέσεις, να δημιουργείς ρήγματα, να στήνεις συμμαχίες, να αντιλαμβάνεσαι δυναμικές. Και θεωρώ λάθος, αυτή τη στιγμή, με τις εστίες ρατσισμού να πολλαπλασιάζονται, με τη μεγάλη πλειονότητα των καναλιών να παίζει το γνωστό τροπάρι της ξενοφοβίας, να προσπερνάμε με ευκολία φωνές που πάνε κόντρα σ’ αυτό το ρεύμα. Ειδικά αν προέρχονται από τον συντηρητικό χώρο. Αντιθέτως, θεωρώ κρίσιμο να μην ακούγονται μόνον οι Πλεύρηδες. Αυτό δεν σημαίνει ότι αθωώνω τη ΝΔ από τις ευθύνες της, κάθε άλλο. Θα το πω με ένα παράδειγμα: η Εκκλησία της Ελλάδος εκτρέφει συστηματικά τη μισαλλοδοξία, τον ακραίο εθνικισμό και την ξενοφοβία και οι ευθύνες της είναι μεγάλες, ωστόσο, την ίδια στιγμή, κάθε φωνή από τους κόλπους της που μιλάει με σαφήνεια ενάντια σε αυτά είναι και σημαντική και πολύτιμη. Το ένα δεν ακυρώνει το άλλο.

    Δεν προτείνω να αγαπήσουμε την Μπακογιάννη, αλλά να μιλήσουμε πέρα από τη συμπάθεια και την αντιπάθεια. Και, πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, να αξιολογήσουμε πολιτικά και να αξιοποιήσουμε τη στάση της, στον αγώνα μας ενάντια στα μπάρμπεκιου της αγριότητας, της κραυγές του Βούρου στη Νέα Φιλαδέλφεια, και τόσα άλλα.

  • Tο βάναυσο τέλος ενός σπουδαίου έργου

    Αν υπάρχουν αποφάσεις εντελώς άδικες, αδικαιολόγητες, δυσοίωνες, τότε η παύση της ηγεσίας του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος ανήκει αναμφισβήτητα σ’ αυτές. Δεν εννοώ μόνο την αποπομπή δια δελτίου τύπου, χωρίς καν να ζητηθεί παραίτηση. Μιλάω για το έργο που έκαναν οι παυθέντες. Ακόμα και για κάποιον με μικρή σχέση και με το θέατρο και με τη Θεσσαλονίκη, όπως εγώ, είναι φανερό ότι μια κοσμογονία γινόταν στο ΚΘΒΕ: από πλευράς ποιότητας, πλούτου και εύρους των παραστάσεων. Και ακόμα, εξωστρέφεια (παραστάσεις στο εξωτερικό, σε άλλες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, συνεργασία με φορείς), κοινωνική πολιτική (δωρεάν εισιτήρια για ανέργους, ειδικές τιμές για πολύτεκνους), συναυλίες, συνέδρια, εκπαιδευτικά προγράμματα, ανοίγματα. Και άλλα και άλλα και άλλα. Δείτε έναν απολογισμό. Τόσο καλό, που δυσκολεύεσαι να το πιστέψεις. Κι όμως ήταν αληθινό.

    Παράλληλα, και με «ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια» η καρατομηθείσα διοίκηση τα είχε πάει λαμπρά: είχε περιορίσει δραστικά το μεγάλο έλλειμμα, ενώ και εμπορικά οι παραστάσεις έσκιζαν. Κάτι πολύ σημαντικό και αισιόδοξο, μια που δείχνει πόσο σαθρό είναι αυτό που λέγεται κατά κόρον, ότι το επίπεδο του κοινού είναι χαμηλό, ο κόσμος ζητάει σαχλαμάρες, το καλό δεν έχει πέραση κ.ο.κ. Το ΚΘΒΕ μας έδειξε ότι το καλό, το ποιοτικό, το δύσκολο μπορεί να βρίσκει ανταπόκριση, να δημιουργεί ρεύμα και ενθουσιασμό, αρκεί να το πιστέψεις και να το στηρίξεις (και έτσι, βέβαια, να διαμορφώνει κριτήρια και κοινό, με τη σειρά του).

    Ακόμα, θυμάμαι αξέχαστα στην απεργία των ηθοποιών, πριν περίπου έναν  χρόνο, τη στάση της διοίκησης και του καλλιτεχνικού διευθυντή. Παρακολουθούσα το ζήτημα κυρίως μέσα από τις αναρτήσεις του Αναστασάκη. Και τον θαύμασα πολλές φορές. Γιατί ενώ η αγωνία του ήταν φανερή και έντονη, κατάφερε να μη χάσει τη νηφαλιότητά του, να μην εκτραπεί κατά των απεργών ― πράγμα εξαιρετικά δύσκολο σε τέτοιες καταστάσεις. Και με επιμονή, ευαισθησία και σταθερότητα, παρότι το θέμα τον έκαιγε –ή, μάλλον, επειδή τον έκαιγε– συντέλεσε καθοριστικά στο να βρεθεί λύση.

    Δεν ξέρω προσωπικά τον Yannis Anastasakis και τη Maria Tsima καλλιτεχνικό διευθυντή και αναπληρώτρια καλλιτεχνική διευθύντρια του ΚΘΒΕ. Γνωρίζω μόνο λίγο τον Aris Stilianou, πρόεδρο του ΔΣ (και έχω να πω τα καλύτερα για τη συγκρότηση, την καλλιέργεια και την ευγένειά του). Αλήθεια θα ήθελα να γνωρίσω αυτούς τους ταλαντούχους και πανάξιους ανθρώπους, όχι όμως για να μορφώσω άποψη, αλλά για να χαρώ τη συναναστροφή τους. Το έργο τους μιλάει για την ποιότητά του και την ποιότητα των ίδιων.

    Τα πράγματα κατά κανόνα δεν είναι μαύρο–άσπρο. Ωστόσο, όσο και να στύβω το κεφάλι μου δεν μπορώ να βρω καμία αιτιολογία για την αχαρακτήριστη αυτή απόφαση.

    Τιμή και δόξα στον Γιάννη Αναστασάκη, τη Μαρία Τσιμά, τον Άρη Στυλιανού και όλα τα μέλη του ΔΣ που τόσο άδικα αποπέμφθηκαν. Ντροπή και μόνο ντροπή για την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. Και, πάνω από όλα, ένα μεγάλο ΚΡΙΜΑ. Πάνω από τον θυμό, αν κάτι νιώθω, στεναχώρια. Μεγάλη στεναχώρια. Όχι μόνο για τους αποπεμφθέντες, που ασφαλώς δεν τους άξιζε τέτοια μεταχείριση. Αλλά για όλους εμάς, για την πόλη της Θεσσαλονίκης, το θέατρο, τον πολιτισμό. Κάτι πραγματικό καλό και σπουδαίο ανακόπτεται, βίαια και αδικαιολόγητα. Κι αυτό είναι ασυγχώρητο.

     

    ΥΓ1. Νομίζω ότι πρέπει να μνημονεύσω ολόκληρο το παυθέν ΔΣ του ΚΘΒΕ. Είναι το ελάχιστο, να αναφέρω τα ονόματά τους. Πρόεδρος: Άρης Στυλιανού. Αντιπρόεδρος: Δημοσθένης Δώδος Μέλη: Κατερίνα Αναστασίου. Αντρέας Δημητριάδης, Πέτρος Δούμπης, Έλενα Πέγκα, Στέφανος Χατζημιχαηλίδης. Τους ευχαριστούμε από την καρδιά μας.

    ΥΓ2. Δεν είναι η μόνη περίπτωση τέτοιων χειρισμών καρατόμησης εκ μέρους της κυβέρνησης. Μου έρχεται αμέσως στο μυαλό το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, ο φίλος μου ο Vasilis Kardasis (και όλη η Διοικούσα). Δεν είχα γράψει κάτι, τότε παρά το σπουδαίο και καινοτόμο έργο του. Ίσως επειδή είχαμε συνεργαστεί και είμαστε φίλοι (με τους φίλους είμαι πάντα, κακώς ίσως, πιο φειδωλός). Αλλά και επειδή μπορούσα να καταλάβω πως σε ένα τομέα όπως η παιδεία, η κυβέρνηση θέλει να βάλει ανθρώπους που ιδεολογικά πιστεύουν και ακολουθούν την πολιτική της. Ή, έστω, προσχηματικά, να επικαλείται κάτι τέτοιο. Χωρίς να ανοίξω τώρα αυτή τη συζήτηση, λέω μόνο ότι στην περίπτωση του ΚΘΒΕ δεν μπορώ να σκεφτώ κανένα τέτοιο λόγο, κανένα μα κανένα πρόσχημα ή ελαφρυντικό. Εκτός αν πλέον πρέπει να παίζει «Τις περιπέτειες του Λούντβιχ Φον Μίζες», τον «Φιλελευθεροβιθούλη» (παιδική σκηνή), την «Κερκόπορτα», το «Πανουργίες υψηλότατες Μαδούρου (και του υιού αυτού Μαδουρίνου)» κλπ κλπ. Επίσης, τώρα που το σκέφτομαι, και την «Ηρωίδα της Ελληνικής Επαναστάσεως» ή τον «Διάβολο εν Τουρκία» ― επίκαιρα ενόψει και της επετείου του 1821.

  • Με την περπατησιά των Monty Python

    Τα κορίτσια που παρέλασαν στον ρυθμό των Monty Python έκαναν μια συνειδητή παρέμβαση, μια πολιτική διαμαρτυρία και μαζί ένα δρώμενο-φάρσα. Έτσι, οι κραυγές για ασυδοσία, τους καθηγητές και τους γονείς που δεν τις κηδεμόνευσαν επαρκώς είναι εκτός τόπου και χρόνου. Τα κορίτσια, αντί να κάνουν πορεία ή να σηκώσουν πανώ, διάλεξαν αυτό τον τρόπο για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην παρέλαση, να χλευάσουν τον καθωσπρεπισμό και διάφορα άλλα (θα τα μάθουμε πιο συγκεκριμένα, αν μιλήσουν και οι ίδιες). Δεν είμαστε ασφαλώς υποχρεωμένοι να συμφωνούμε (ούτε και να διαφωνούμε, βέβαια) όλοι, αλλά μπορούμε να ορίσουμε μια βάση συζήτησης. Είναι σαφές λοιπόν για μένα ότι η παρέλαση αλά Ministry of Silly Walks εντάσσεται σε μια μακρά παράδοση όπου ανήκουν λ.χ. και οι συναυλίες “κλασικής μουσικής” των ντανταϊστών (που χτυπάγαν κατσαρόλες και γρατζουνάγαν μαχαιροπίρουνα, εξαγριώνοντας την καλή κοινωνία της Γενεύης τον Μεσοπόλεμο), τα –διόλου πολιτικώς ορθά– σκετς των Μόντυ Πάιθονς (βλ. το ποντικοόργανο, με έναν παράφρονα που βαράει ποντίκια κι αυτά σκούζουν κι έτσι δίνει… συναυλία) και πολλά άλλα.

    Προσωπικά βρίσκω τον τρόπο τους εξαιρετικά ευρηματικό. Και θαυμάζω και την οργάνωσή τους (χρειάζεται να βρεις στολές, σημαία, να παραφυλάς να μπεις στην παρέλαση την κατάλληλη στιγμή) και το θάρρος τους. Δεν είναι καθόλου απλό να διακωμωδήσεις έτσι τα εθνικά και τα όσια μπροστά σε δημάρχους, μητροπολίτες και επισήμους. Φυσικά είναι πράξη προκλητική, χλευαστική και ιερόσυλη, αλλά από σπόντα· συνειδητά. Κι όταν εμπνέεσαι από τους Μόντυ Πάιθονς τι θα θέλαμε, να φιλήσουν ευσεβώς το χέρι του μητροπολίτη ή του τοπικού παράγοντα Χάρη Τομπούλογλου; Και είμαστε σίγουροι ότι εμείς θα το προτιμούσαμε; Εγώ πάντως όχι.

  • Mια σπουδαία πολιτική πράξη

    Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. Ο στίχος, αν και από άλλα συμφραζόμενα, μου ήρθε αμέσως στο μυαλό, όταν άκουσα τη δήλωση Ακιντζί, κατά της τουρκικής εισβολής, πράξη με ανυπολόγιστη αξιακή και πολιτική σημασία.

    Σε μια εποχή που έχουμε βαρεθεί να ακούμε «ότι δεν γίνεται αλλιώς», ότι η πολιτική απαιτεί κυνισμό, ότι ναι μεν είμαστε αριστεροί, αλλά υπάρχει και (και προέχει) ο «ρεαλισμός», που έχουμε ακούσει τα απίστευτα για να δικαιολογηθούν συμμαχίες με απεχθείς δικτάτορες, ο Μουσταφά Ακιντζί μας δείχνει πως γίνεται και αλλιώς. Πως δεν είναι όλα τακτικές κινήσεις κυνικού υπολογισμού. Μας ξαναθυμίζει τι σημαίνει πολιτική, τιμώντας τις έννοιες και της Αριστεράς και της πολιτικής.

    Και η σημασία της δήλωσης υπερβαίνει σαφώς το εσωτερικό της τουρκοκυπριακής κοινότητας (πέραν του ότι, βέβαια, μας δείχνει πόσο γελοίο είναι να αντιμετωπίζουμε συλλήβδην τους Τουρκοκύπριους ως «πιόνια» της Άγκυρας). Ας σκεφτούμε πόσο θάρρος και δύναμη χρειάζεται μια τέτοια στάση, όταν η «μητέρα πατρίδα» είναι σε πόλεμο. Είναι από τις οριακές καταστάσεις που μπορείς εύκολα, και όχι χωρίς ερείσματα, να χαρακτηριστείς «προδότης», κι αυτό να μην είναι λόγια του αέρα: γίνεται πόλεμος. Ας σκεφτούμε τι θα σήμαινε να κάνει ένας Ελληνοκύπριος πολιτικός μια τέτοια δήλωση, κατά της Ελλάδας – και μάλιστα εν πολέμω.

    Σε αυτόν τον γενναίο άνθρωπο που δεν φοβάται τις λέξεις, αξίζει απεριόριστος σεβασμός. Γιατί η δήλωσή του δεν είναι λόγια, είναι πολιτική πράξη: οι λέξεις του, η κάθε λέξη, μια μια, καρφώνονται σαν πρόκες.

    Η δήλωση του Ακιντζί (από το CCN.greece):

    «Όταν ήμουν 27 χρονών το 1974, υπηρέτησα όπως κάθε νεαρός Τούρκος στην στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας, η οποία προκλήθηκε από τη φασιστική ελληνική χούντα. Φίλοι μου πέθαναν στο πλευρό μου στις μάχες της Λευκωσίας.

    Όπως οι περισσότεροι από εμάς, είδα τι σημαίνει πόλεμος. Αν και την επέμβαση της Τουρκίας τότε την αποκαλούσαμε “Ειρηνευτική Επιχείρηση”, ήταν ένας πόλεμος στον οποίο χύθηκε αίμα. Και τώρα, παρόλο που την αποκαλούμε “Πηγή Ειρήνης” δεν είναι νερό που χύνεται, αλλά αίμα. Γι’ αυτό και η μεγαλύτερη επιθυμία μου είναι να ξεκινήσει ο διάλογος και η διπλωματία όσο το δυνατόν συντομότερα».

  • Για τη συντριβή της Χρυσής Αυγής


    Πρέπει να πανηγυρίζουμε για τη συντριβή της Χρυσής Αυγής. Αυτοτελώς και πολύ. Λίγες πρώτες σκέψεις.

    α) ΧΑ ΚΑΙ ΒΕΛΟΠΟΥΛΟΣ. Είναι λάθος να λέμε ότι περίπου δεν έγινε τίποτα, επειδή το 4% που έχασε η ΧΑ (πάνω από το μισό της δύναμής της) πήγε στον Βελόπουλο. Το κόμμα του (ρωσόφιλου) Βελόπουλου είναι ένα φασιστικό και επικίνδυνο μόρφωμα, αλλά δεν έχει τη ναζιστική και εγκληματική διάσταση της ΧΑ (εξαιρετικά κρίσιμο). Επίσης, είναι πολύ πιθανό ότι θα αποδειχτεί πολύ πιο ευάλωτο πολιτικά και εκλογικά από τη ΧΑ, η οποία από τα 2012 είχε δείξει σοβαρή αντοχή (7% και πάνω σταθερά).

    β) ΧΑ ΚΑΙ ΝΔ. Είναι λάθος, νομίζω, να στεκόμαστε πολιτικά στο ότι η ΧΑ είχε απώλειες επειδή ένα μέρος των ψηφοφόρων της πήγε στη ΝΔ. Είναι προφανές ότι το 4% αυτό κάπου θα πήγαινε -και θέλαμε να πάει κάπου, οπουδήποτε, για να φύγει από τη ΧΑ. Είναι επίσης προφανές ότι με βάση την πολιτική γεωγραφία και τον αέρα νίκης της ΝΔ, αυτή θα εισέπραττε ένα κομμάτι από τις ψήφους της ΧΑ. Είναι εντελώς άλλο θέμα να κατηγορούμε τη ΝΔ όταν αναπτύσσει ακροδεξιό λόγο, λ.χ. στο Μακεδονικό, και άλλο να την κατηγορούμε για αυτή τη μετακίνηση. Μια παρόμοια κατηγορία είχε διατυπωθεί και κατά του Σύριζα το 2015, ότι έπαιρνε κόσμο που θα ψήφιζε ΧΑ: ήταν πολλαπλά λανθασμένη και βλαπτική.

    γ) ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ. Οι επιπτώσεις όπως επισήμανε και το Golden Dawn Watch, θα είναι καταλυτικές, ειδικά στη δίκη. Ας σκεφτούμε με τι αέρα και ψυχολογία θα πήγαιναν οι κατηγορούμενοι με μια αύξηση του ποσοστού της (και επιχείρημα «ο λαός μας αθώωσε!») και πώς θα πάνε τώρα. Πώς το τωρινό αποτέλεσμα θα σηματοδοτήσει μια μεγάλη φαγωμάρα και διάλυση μεταξύ τους (που είχε ξεκινήσει πριν τις εκλογές), την ένταση των αλληλοκαρφωμάτων εντός και στον περίγυρο της συμμορίας.

    δ) Η ΧΑΡΑ ΚΑΙ Η ΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ. Οι λόγοι της συντριβής της ΧΑ θέλουν σοβαρή ανάλυση. Πάντως όλοι όσοι πάλεψαν με οποιονδήποτε τρόπο εναντίον της (στην αίθουσα των δικαστηρίων, στους δρόμους, στις γειτονιές, με τα βιβλία και τα άρθρα τους) πρέπει να είναι υπερήφανοι. Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε φυσικά αν η δράση του καθενός οδήγησε στο να χάσει η ΧΑ 1.000 ή 10.000 ή 100.000 ψήφους. Αλλά πρέπει να είναι υπερήφανοι, όχι μόνο επειδή έδωσαν έναν τεράστιο αγώνα, αλλά επειδή οικοδόμησαν μεθοδικά τις προϋποθέσεις για την ήττα των ναζί. Η συμβολή της δίκης, ειδικά (που τόσοι λοιδωρούσαν) ήταν ανυπολόγιστη.


    ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΕΥΓΕ. Και ασφαλώς χρειάζεται, εδώ, ένα μεγάλο «εύγε» στους δικηγόρους της δίκης, οι οποίοι καθημερινά με αυταπάρνηση δίνουν τον αγώνα μέσα στην αίθουσα, έναν αγώνα σπουδαίο χάρη στη νομική τους κατάρτιση και την πολιτική τους μαχητικότητα. Τον Thanasis Kampagiannis, την Eleftheria Elfie Tompatzoglou, τον Κώστα Παπαδάκη, τον Τάκη Ζώτο, τη Χρύσα Παπαδοπούλου και όλες και όλους τους άλλους (που δεν θυμάμαι τώρα -θα συμπληρώσω). Και ακόμα στο Για την Πολιτική Αγωγή του αντιφασιστικού κινήματος- Jailgoldendawn και στο Golden Dawn Watch που χωρίς αυτά η δίκη θα ήταν σχεδόν στο σκοτάδι.

    Και, τέλος, απεριόριστος σεβασμός για τη ΜΑΓΔΑ ΦΥΣΣΑ. Τη γυναίκα που τον ανείπωτο πόνο της, τον χαμό του παιδιού της, τον έκανε μάχη για το δίκιο. Που πήρε πάνω της τον αγώνα κατά των ναζί, τη στιγμή που βουλευτές, ιεράρχες και άλλοι φωτογραφίζονταν ή στέκονταν δίπλα-δίπλα (για να πω το αθωότερο) με τους Χρυσαυγίτες.

    Είναι το τελευταίο, σε σχέση με το μεγαλείο της στάσης της, αλλά ναι, αυτή η γυναίκα έκοψε ψήφους από τη ΧΑ σήμερα.

    Απεριόριστος και βαθύς σεβασμός.

    ΥΓ. Φυσικά, ο αγώνας συνεχίζεται και κατά της ΧΑ και κατά του νεοναζισμού και του φασισμού. Τίποτα δεν τέλειωσε, αλλά με άλλο αέρα και με μεγαλύτερη σκέψη πια, ελπίζω.

  • Χαραμάδες φωτός στο σκοτάδι

    Ο Χρ. Βρεττάκος, ο Μ. Ελισάφ, ο Κ. Πελετίδης, ο Σ. Ρούσος εκπροσωπούν διαφορετικούς πολιτικούς φορείς, αλλά και διαφορετικές λογικές για την αυτοδιοίκηση (αν και ο πρώτος και ο τελευταίος συγκλίνουν). Ωστόσο, μπορούμε να χαιρόμαστε πολύ με την εκλογή τους. Και των 4. Ταυτόχρονα, “πακέτο”. Κι ας συμφωνούμε λ.χ. πολύ με έναν και διαφωνούμε πολύ με έναν άλλον, Δεν είναι πολιτικαντισμός ούτε εκλεκτικισμός ούτε κάποια απολίτικη λογική του τύπου «να νικήσουν οι καλύτεροι». Όχι. Οι 4 νικητές, παρά τις σοβαρές διαφορές (μεταξύ τους, αλλά και αυτές που μπορεί να έχουμε μαζί τους) μας δείχνουν ότι οι λογικές Μπέου, Μώραλη/Μαρινάκη, Πατούλη ή Τζιτζικώστα (διαλέγω επίτηδες 4 διαφορετικά παραδείγματα) δεν είναι μονόδρομος και η μαύρη μοίρα μας. Επίσης, μας δείχνουν ότι δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση να τυγχάνει κανείς γκλαμουράτος, τηλεαστέρας, ισχυρός οικονομικά, ολιγάρχης ή εγκάθετος για να εκλεγεί. Ο Μωυσής Ελισάφ, ο Κώστας Πελετίδης, ο Σίμος Ρούσος και ο Χρήστος Βρεττάκος δίνοντας έμφαση, με την πολιτική και τον λόγο τους, σε διαφορετικές όψεις (από την καθημερινότητα και τα έργα ουσίας [και όχι βιτρίνας] μέχρι τη στήριξη των λαϊκών τάξεων, την κοινωνική πολιτική, τη μάχη με τη Χρυσή Αυγή, τους ελεύθερους χώρους, τη χρηστή διαχείριση) μας δείχνουν ότι υπάρχουν άλλοι δρόμοι. Και είναι εφικτοί και νικηφόροι.

    Πιστεύω λοιπόν ότι, ανεξάρτητα με τους πολιτικούς φορείς που τους στήριξαν και τις ενδεχόμενες διαφωνίες μας (με τους φορείς και τους συγκεκριμένους υποψήφιους), μπορούμε να χαιρόμαστε με αυτούς τους 4 (προφανώς και με άλλους, αναφέρθηκα σε 4 εμβληματικά παραδείγματα, που γνωρίζω κάπως). Οι νίκες αυτές μας δίνουν χαρά και μας κινητοποιούν. Όπως μας καταθλίβουν, αλλά και μας κινητοποιούν, οι νίκες του Μπέου ή του Μώραλη/Μαρινάκη. Και στις δύο εκδοχές η ουσία της νίκης ή της ήττας, για την καθημερινότητα των πολιτών αλλά και για το μοντέλο της πολιτικής που επικρατεί είναι κρίσιμη και υπερβαίνει τα πρόσωπα και τους φορείς που τα στήριξαν.

    Θεωρώ ότι τα παραπάνω, αν και επιμέρους, έχει μεγάλη σημασία, γι’ αυτό και επικεντρώθηκα σε αυτές. Από κει και πέρα, προφανώς δεν δίνουν αυτές οι νίκες τον τόνο: το πολιτικό μήνυμα της προηγούμενης Κυριακής επιβεβαιώθηκε και απόψε, με τον χάρτη να βάφεται ξανά βαθυγάλαζος (μπρρ): σε 12 από τις 13 περιφέρειες εκλέγονται δεξιοί υποψήφιοι (επίσημοι ή αντάρτες). Η ξεκάθαρη νίκη της ΝΔ επιβεβαιώνεται σε σχέση με τον πρώτο γύρο, αν και κατά τη γνώμη μου –όπως δείχνει μια πρώτη ανάγνωση των ποσοστών– δεν διευρύνεται σε σχέση ούτε παίρνει χαρακτηριστικά θριάμβου.

  • Σοφόν το σαφές

    Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ξεκάθαρη. Δεν πρόκειται μόνο για ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για μεγάλη νίκη της ΝΔ. Και δεν μπορεί να σχετικοποιηθεί ή να «διασκεδαστεί» (κατά την ποδοσφαιρική ιδιόλεκτο) λέγοντας ότι ο Σύριζα δεν κατακρημνίστηκε αλλά αντέχει (πράγματι), ότι η ΝΔ δεν νίκησε με τα διψήφια ποσοστά που έλεγε ο Άδωνις, ότι τα κανάλια λύσσαξαν (τωόντι) κλπ. κλπ. Αν βάλουμε και τις αυτοδιοικητικές, παρά τις ιδιαιτερότητές τους, η εικόνα αυτή ενισχύεται ακόμα πιο πολύ (παρότι υπάρχουν αχτίνες φωτός, που δίνουν σημαντικά πολιτικά μηνύματα, όπως οι επιδόσεις του Ρούσσου στο Χαλάνδρι, του Βρεττάκου στο Κερατσίνι, του Πελετίδη στην Πάτρα – προσοχή, δεν τα βάζω σε ένα τσουβάλι).

    Οι δεξιοί ή οι καραδεξιοί, φιλελεύθεροι, οι συντηρητικοί άνθρωποι (ευπρεπείς και μη), κι ακόμα –πολύ σημαντικό– όσοι (κάθε τοποθέτησης) θεωρούσαν την ήττα του Σύριζα πρώτη προτεραιότητα έχουν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν. Το ίδιο και οπαδοί του Κινάλ που ενισχύθηκε και δεν καταποντίστηκε, ίσως και οι οπαδοί του ΚΚΕ με την περιχαρακωμένη αυταρέσκειά του.

    Όσοι δεν ανήκουμε στις παραπάνω κατηγορίες, ο μόνος λόγος που βλέπω να χαιρόμαστε είναι η σαφέστατη πτώση της Χρυσής Αυγής, που είναι είδηση πρώτης τάξης. Δεν μπορώ (για τις ευρωεκλογές μιλάω) να σκεφτώ ούτε ένα άλλο λόγο. Με τι χαρεί κανείς; Με τον Βελόπουλο; Με τον χάρτη που βάφτηκε όλος σχεδόν μπλε (μπρρρ); Με τα ελέω Πρεσπών αποτελέσματα στη Βόρεια Ελλάδα; Με τα καταθλιπτικά ποσοστά της εκτός των τειχών αριστεράς;

    Γιατί εδώ υπάρχει κάτι πολύ κρίσιμο: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ηττήθηκε «από τα αριστερά»: αψευδής μάρτυρας τα “υπό το μηδέν” ποσοστά Ανταρσύα και ΛΑΕ, η καθήλωση του ΚΚΕ. Ο Βαρουφάκης, ακόμα και την καλύτερη γνώμη να έχει κανείς γι’ αυτόν, ακόμα και να ποντάρει κανείς σε αυτόν (εγώ όχι) δεν αρκεί για να αντιστρέψει την εικόνα, απλώς, κατά τη γνώμη μου, με το αξιοσημείωτο ποσοστό του, επισφραγίζει τη χλαπάτσα της λοιπής αριστεράς και των κινημάτων.

    Τέλος, με κίνδυνο να γίνω εμμονικός θα πω ότι ακόμα πιο πολύ με θορυβούν και με καταθλίβουν οι νίκες Μώραλη/Μαρινάκη και Μπέου. Γιατί η νίκη της ΝΔ όσο ζοφερή κι αν είναι, είναι πολιτική, και μπορεί (με πολύ δουλειά) να ανατρέπεται, τα πλοκάμια των ολιγαρχών όμως πηγαίνουν πολύ πιο βαθιά και είναι εφιαλτικά. Και θέλει σοβαρή σκέψη πώς ο Μπέος θριαμβεύει…

    Και κάτι ακόμα: όσο και αν οι δημοσκοπήσεις έχουν αποτύχει πολλαπλώς, αποδεικνύεται πάντως ότι, τουλάχιστον οι σοβαρές από αυτές (κατεξοχήν του Γιάννη Μαυρή, δείτε τις προβλέψεις τους) είναι πιο αξιόπιστα εργαλεία από το «κλίμα», τις συγκεντρώσεις και το φέισμπουκ.

    Εκκρεμεί μια σοβαρή ανάλυση των λόγων. Και, όπως πάντα, το θέμα είναι, βέβαια, τι κάνουμε.

     

    ΥΓ. Παραθέτω κάτι του Yannis Androulidakis που το βρίσκω επιγραμματικό: «Το κοινωνικό κίνημα στην Ελλάδα πέρασε 8 αρκετά άσχημα χρόνια: Ξόδεψε τα τρία πρώτα περιμένοντας τον ΣΥΡΙΖΑ και τα πέντε επόμενα βρίζοντάς τον. Σε όλο αυτό το διάστημα δεν δημιούργησε νέα ανεξάρτητα συνδικάτα, δεν διεκδίκησε με καμία σαφήνεια την ανατροπή των οικονομικών πολιτικών που ακολούθησαν την κρίση, δεν πλαισίωσε τα εγχειρήματα υποστήριξης των προσφύγων ως πρώτη του προτεραιότητα και δεν άρθρωσε τον δικό του επιθετικό λόγο απέναντι στον εθνικισμό -τον οποίον έφτασε σε ορισμένες στιγμές να χαϊδεύει . Δεν πιστεύω καθόλου σε μαγικές αλλαγές, ούτε στο παλιό σχήμα ότι όταν κυβερνά η Δεξιά «“ξυπνάει ο κόσμος”».

    ΥΓ2. Το δεύτερο είναι μιας αγαπημένης, μα τόσο αγαπημένης φίλης μου, της Ξ., που δεν θέλει όμως να βάλω το όνομά της: «ΧΑ, Βελόπουλος, τύποι όπως Μώραλης, Μπέος, Ταχιαος, Μπακογιάννης, ανύπαρκτη αυτοκριτική για την γλυκιά τρυφερή εξωκοινοβουλευτική αριστερά, αλλά εντάξει μωρέ χάσανε οι «ζαίοι» όπως λέει ο γνήσιος ο αριστερός (γιατί όλοι περιμένανε να βγουν), κάναμε και 200 στάτα εξυπνάδας στους 1000 φίλους και όλα καλά όλα κομπλέ. Κατά τα άλλα τα πάνελ της τιβι βρωμάνε. Αυτισμός αυνανισμός και άγιος ο θεός που πάει με όλα».

    ΥΓ3. Αν βάλω και τα ευρωπαϊκά (Λεπέν λ.χ.), η εικόνα βαθαίνει και μαυρίζει κι άλλο φυσικά