Είναι κι αυτοί οι πουκαμισάδες της Πατησίων, λίγο πάνω – λίγο κάτω απ’ την Χαλκοκονδύλη, είκοσι χρόνια τώρα τους βλέπω να είναι έξω από τα μαγαζιά τους και να κόβουν κίνηση, είκοσι χρόνια τώρα τους βλέπω να μεγαλώνουν, είκοσι χρόνια τώρα δεν με βλέπουν να μεγαλώνω, είμαι για αυτούς ένας ακόμη περαστικός που ανεβοκατεβαίνει την Πατησίων, είκοσι χρόνια και ποιος ξέρει πόσα ακόμα πριν οι ζωές τους και οι ζωές μας ένα πουκάμισο αδειανό, αδειανό από σάρκα, οστά, ζεστασιά κι εκείνη την αληθινή την πέραν της αλήθειας αλήθεια, ένα πουκάμισο βιτρίνας, ένα πουκάμισο με διαρκώς σβησμένη την αρχική του τιμή με παχύ μαύρο μαρκαδόρο και διαρκώς προσφερόμενο σε νέα τιμή σοκ.