Παιδική έντονη περιέργεια να διαλύεις ένα παιχνίδι που σου χάρισαν, για να δεις «τι έχει μέσα». Η προδιάθεση αυτή είναι πανίσχυρη ― έτσι κατέστρεψα την μεσοπολεμική κόντακ του πατέρα μου, κιαλάροντας ένα ζηλευτό φακό, έτσι και τα εγγόνια μου στην ξενητειά φέρονται ως πυροσβέστες και χειρώνακτες, μαγεμένα με τα κράνη και τις μάνικες στις μινιατούρες.
Εξέλιξη και επέκταση αυτής της αθώας προετοιμασίας για τα ζόρια της ζωής είναι η τάση των «ειδικών» να «διευκολύνουν» τους αποδέκτες ενός πνευματικού ή μαστορικού έργου, εξηγώντας «τι έχει μέσα». Φίλος της νεότητας, ποιητής, μου αφιέρωσε παίζων ένα ποίημα εξηγώντας ότι το πράττει διότι προσπαθούσα να τον πείσω «γιατί το είχε γράψει». Άρα είμαι επίσης ένοχος του κρίματος και υπότροπος, επομένως ξέρω τι σακατλίκι είναι να οργάς επί της πλοκής μιας ταινίας ή ενός βιβλίου.
Βέβαια, κόλαση του Δράκουλα χωρίζει μια γραπτή παρουσίαση, από μια τηλεοπτική «υπέρ προσωπικού» παρέμβαση, διότι ερεθίζονται και εκρέουν διαφορετικές ορμόνες ― μερικοί επαφίενται στην οργόνη που ενδεχομένως διαθέτουν. Επί αμέτρητα χρόνια, οι συγγραφείς που διαβάσαμε και πέρασαν το μυαλό μας με σβάρνα, έχουν εξηγήσει πως οι λέξεις είναι εκατομμύρια, το ύφος δυσεύρετο και κυρίως, τα θέματα που απασχολούν τον δημιουργό είναι πεντέξι, βαριά-βαριά. Λοιπόν, το να ταλαιπωρεί τον θεατή ένας σοφολογιώτατος που ΔΙΑΒΑΖΕΙ μια διάλεξη, τηλεοπτικώς, ή να τον συνθλίβει ένας διάλογος μεταξύ «δημιουργού» και τους μεσάζοντος κανονικά σε σπρώχνει στην άρνηση ή στο χειρογλύκανο. Αυτή η καταραμένη εσωτερική εθάς φωνή «καλά εσείς, αλλά ΕΓΩ» θα τυραννάει κι άλλες δεκαετίες αυτό το γαμημένο το «εγώ».
Και βέβαια, υπάρχουν τρόποι να επιλέξεις και να προτείνεις, μακριά από ρεκλάμες. Αλλά κάλλιο στριμμένο άντερο παρά χαλαρός υπνοβάτης. Επιτρέπεται, υποθέτω, να επιπέσεις επί των χνώτων φίλης ή φίλου, να γητέψεις εκλιπαρώντας «ανάγνωθι» ή «δγιέ το, γαημώ την πανακόλα μου» και να απολαύσεις κι εσύ το κείμενο ή ταις εικόνες για 20η ή τέταρτη φορά. Δεν κάνεις ρεκλάμα, μήτε παίζεις τον υπεράνω. Απλώς φτιάχνεις κατάσταση για να επαναλάβεις τη μαγεία που σε τύλιξε. Για σένα δουλεύεις. Όλα τα υπόλοιπα είναι δημόσιες επιβραβεύσιμες σχέσεις άνευ λογου, άνευ νεύρου και, πλήρως ανεπαρκή. Και μη κσεχνάς πως ο Μέγας Λεξιπλάστης, αναγνωρίζει «κακούργον» ή «κακεργέτην», αλλά «καλούργον» ή «καλλούργον» ποτέ. Κι αν ανέχεται τον «καλλιτέχνην», το «καλλιγράφον» αφορά τεχνίτην της γραφής χειρογράφου.