Aς μιλήσω με παραβολές και παραλογαίς, αφού κάθε άλλος χειρισμός δεν πετυχαίνει. Η απελπισία μου έναντι του Σύριζα δεν διαμορφώθηκε εική και ως έτυχε. Και το ότι πήρα ελαφρά και μοιρολατρικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη, δεν είναι προϊόν συμπλέγματος ανωτερότητας ή περιφρόνησης.
Θυμάμαι το ζωντάνεμα του κοινωνικού χώρου όταν προέκυψε ένας νέος άνθρωπος ως πιθανός ηγέτης σε έναν σύμπαν αργασμένων γερόντων και ανθρώπων που έψαχναν πολιτικές λύσεις στην νεοελληνική μαστουρβατώρα. Ήταν η Αριστερά ενός νέου αιώνα, μια συσπείρωση κάθε τύπου απόψεων και πεποιθήσεων κι όμως φάνηκε πως θα τα έβρισκαν. Ήταν οι περιλάλητες «παραλλαγές» του αριστερού λόγου, από τα λιβάδια της Αναθεώρησης, έως τα έμπεδα του Αριστερισμού, με ισχυρό ρεύμα τάσης για κυβερνησιμότητα, και στελέχη που έμοιαζαν να επαναλαβάνουν την παλιά διαφοροποίηση ανάμεσα στην ΕΔΑ και στο ΚΚΕ, διότι τα παλαιότερα δεν τα έζησα -τα διάβαζα.
Τότε ζουσα στην Κέρκυρα και τα κόμματα είχαν σκιαστεί από μιας μορφής αγκύλωση, ωστόσο η αντίδραση των νέων, ήταν εκρηκτική. Μια πρώτη κρυάδα ήταν αναμενόμενη -ο Κουβέλης δεν ξέρω πόθεν ερειδόμενος αποπειράθηκε να ηγηθεί του Σύριζα και απέτυχε, αλλά δεν αποσύρθηκε! Απεναντίας ακούγαμε για Κουβέλη οπαδό του συγκερασμού κομμάτων και έφτασε να συγκυβερνά με τον Σαμαρά.
Ο Σύριζα γιγαντώθηκε όταν οι ανάγκες του βίου δεν μου επέτρεπαν κοπτάτσιες και ασιγκουτού, όπως στα χαμένα νιάτα. Κι έτσι, όταν μετέφερα εαυτόν στην Αθήνα, τον αναγνώρισα μέσα από νέες γνωριμίες που δεν είχαν τον έντονο μανιχαϊσμό της λεγόμενης συμπρωτεύουσας.
Με είχε εντυπωσιάσει ο αριθμός των εθελοντών, όχι μεγάλης ηλικίας, που δούλευαν δίπλα στους πολιτευτές του Σύριζα, αλλά και μιας μορφής παράλληλη υποστήριξη που δέχονταν από παλιούς φίλους και συμπότες, που ωστόσο δεν μιλούσαν πολιτικά, αλλά φέρονταν κομματικά. Ήταν ένας έξυπνος τρόπος να τους ξεφοβηθείς. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν γνώρισα, στα επτά χρόνια της Αθήνας, άνθρωπο που διατηρούσε ελάχιστη δυσπιστία έναντι του Σύριζα, εκτός από στοιχειοθετημένες σχέσεις που είχαν ξεκινήσει παλιότερα.
Η καταρροή και το συνάχι, ξεκίνησαν όταν τα κλινικώς άγνωστά μου άτομα που θα κυβερνούσαν, ήρθαν τυλιγμένα από ένα σελοφάν φήμης, ώς ετοιμοπόλεμα στελέχη, ικανά να ταπεινώσουν την όποια αντίδραση.
Δεν ήταν. Υπήρξαν αυτό που πάλεψαν να γίνουν. Υπήκοοι των διαδικασιών τους. Με κόκκινες αφίσες (όπως εσχάτως η ΓΣΕΕ) ενώ ήταν «Ρόζα – Ροζαλία» κατά το φρόνημα. Με σύστημα τα πεπαλαιωμένα συντροφικά ζεύγη, τα μαθημένα σε γλυκύτατες αγωνιστικές συμπλεύσεις. Χάσκοντες χαρακτήρες σε φανταιζί νεόκοπους σαν τον Βαρουφάκη, τολμητίες των οποίων η εκπαίδευση ήταν τύπου Άγγλου Μαρξιστή όπως του βαρώνου Τσεκελότ και με συμπεριφορά Κατρουγκάλ.
Τους πρόσεχα, ως κλασικός, καραμπινάτος συνοδοιπόρος, ελπίζοντας πάντοτε σε ένα θαύμα. Αλλά κάθε φορά σκόνταφτα και σε κάποιον χαρακτήρα που καλώς εγνώριζα, και περίμενα να τον τζάσουν, γεγονός που δεν συνέβη. Και η εξτραβαγκάνζα ήρθε με την αλλαγή στη συμπεριφορά του Αρχηγού τους, που φέρθηκε, αντί ηγέτης εξοικειωμένος στον χαβαλέ, ως οργισμένος απλονοϊκός χαμένος από χέρι. Αλλά το μεγαλύτερο βάρος, βαρίδι και άχθος, ήταν πως συνεργάστηκαν όλοι τους με τον καραδεξιό Καμμένο, αφήνοντας τον Στρατό, την Εκκλησία και τον φοβικό ορίζοντα της διεμφυλικής ελληνικής κοινωνίας, έρμαιο σε αυτούς που έβλεπαν παντού ξεκωλιάρηδες και αδερφές.
Η επιφάνεια Μητσοτάκη δεν με ξάφνιασε μήτε μου άρεσε -αυτό το σόι ουδέποτε το πλησίασα και υπέφερα ουκ ολίγον από τις μπηχτές του. Αλλά βέβαια έκρινα λόγια και πράξεις του, κι από ένα σημείο και πέρα δεν υπήρξε κριτική κατά του Σύριζα που δημοσίευα που να μη περιείχε και σπόντες για τον ασθενή, ασταθή και νευρωτικό υποτιθέμενο διάδοχο, ήτοι τον Κυριάκο.
Και πλακώνει μπουχός και ζάλη και άλλα δυσώνυμα στην κρίση του νεαρού Αλέξη, φέρεται αυτοκτονικά στις εκλογές του 2019 (φαίνεται διάβασε παραγράφους Ρώσων αναρχικών και Τεταρτοδιεθνιστές, αντισπισιστές και ποσαδιστές στο ίδιο κύπελλο εκτός προγράμματος) ήρθε και η στενόμυαλη πολιτική να απορροφήσει κεντρώο αίμα (απορροφώντας τους αναιμικούς) και η νέα κυβέρνηση άρχισε με αποστομωτικές βλακείες τον βίο της.
Οι γραβατωμένοι οικογενειάρχες που γνωρίσαμε στις τελετές ορκωμοσίας και οι ευθύνες που ανέλαβαν με το μπλοκάκι, τηνε πάτησαν. Ελάχιστοι άνοιξαν την κερκόπορτα που ήταν εθιμική στο απολύτως Χαβαλέ Ελληνικό Δημόσιο και βρέθηκαν σε αξεπέραστα εμπόδια καθώς οι Δικαστές είχαν δομήσει διαδικασίες δημιουργίας παγετώνων ανάμεσα στην κοινωνία και στην Δικαιοσύνη. Ενα σωρό υπουργοί έπρεπε να παίρνουν πόδι, αλλά δεν πήρε κανένας και οι ασταθείς αποφάσεις συνεχίζονται. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν φέρεται ως Χάρβαρντ ή Κολάμπια, παρά ως ομοιοκαταληξία του Μποστ για το κολλέγιο του Ήτον. Ο νεποτισμός του εξηγείται μάλλον επειδή αποστήθισε από παιδί την οπερέτα «ο Βαφτιστικός». Η ανάγκη του να ξεδίνει κάθε τόσο, σπάει μπομπόλια σε μια χώρα που φτωχαίνει ολοένα, παρά τα ανόητα νούμερα. Αλλά όσο τσιρομαχάει απέναντι ο γελαστός άχρηστος και οι διάφορες μορφές του Κέντρου να προσκυνούνε την Νύμφη Παλάντζα, μη περιμένετε προκοπή.
Όλοι είναι πρόθυμοι να χαρίσουν πτυχία και προσέλαβαν υμνητές νεκρών.
Το κυριότερο, αυξήθηκαν οι δήθεν αντάρτες, τα αριστερίστικα και δεξιόφρονα ακροατήρια, ο ρατσισμός, το μεταναστευτικό και βέβαια η επανάληψη αναρίθμητων λαθών από τους κυβερνώντες.
Το 30% ψήφισε Σύριζα όχι δεξιό, αλλά αδέξιο. Κι αυτό, το κουμαντάρει ο σύντροφος της κυρίας Μπέτι προφ. Όπως ο άλλος αφήνει χώρους στην Μαρέβα μόνον και μόνο για να επιμείνει στα οικογενειακά δράματα της σάγκας Μητσοτάκη.
Κι αν έχετε, που μπορεί να έχετε, αντίρρηση σε αυτά, σκεφτείτε πόσοι νεοέλληνες ηρέμησαν επειδή ο Κικίλιας ξόδιασε υπηρεσιακές ώρες για να ρυθμίσει τον κολονοϊό. Από σήμερα, θα τους μαζεύουμε από τα κάγκελα.