Μετράω και χάνω τον λογαριασμό, από την Ανεξαρτησία και δώθε, πόσο λιγοι άνθρωποι αισθάνθηκαν ηττημένοι και πόσοι αισθάνθηκαν και αισθάνονται προδομένοι.
Βέβαια δεν απορώ, αφου οι πάντες ενωτισθήκαμε την άποψη του Μακρυγιάννη:
Εκεί οπούφκειανα τις θέσες εις τους Μύλους ήρθε ο Ντερνύς να με ιδή. Μου λέγει: – «Τι κάνεις αυτού; Αυτές οι θέσες είναι αδύνατες· τι πόλεμον θα κάνετε με τον Μπραΐμη αυτού;» – Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κ’ εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει· και θα δείξωμεν την τύχη μας σ’ αυτές τις θέσες τις αδύνατες. Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε· τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν· κι όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Η θέση όπου είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιούτη· και θα ιδούμε την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς. – «Τρε μπιεν», λέγει κι αναχώρησε ο ναύαρχος.
Διπλό το μήνυμα: να ταπώνουμε τους κουτόφραγκους με την παραφορά μας, αλλά το «τρεμπιέν» το ρημάδι, το περιμένουμε. Πολλές φορές το έχω απαντήσει στην Ιστορία. Βέβαια ο Μακρυγιάννης τα κατάφερε στους Μύλους, αλλά δεν είναι εκεί το ζήτημα. Η μαγιά είναι τό ζήτημα. Και η ήττα που ενίοτε εκφράζεται με όρους πείσματος, ρεβανσισμού, και remember Alamo. Δεν είναι ρωμέικο χαρακτηριστικό μόνον. Και ο Σελτζούκος Αρπ Αρσλάν νίκησε τον Ρωμανό Διογένη εμπνέοντας το φουσάτο του με φλάμπουρο μια συνθήκη παραβιασμένη από τους Ρωμαίους. Και φέρθηκε με ευγένεια στον αιχμάλωτό του.
Ένα μεγάλο μέρος της Απώλειας Στήριξης ερμηνεύεται συχνά φορτώνοντας τα πάντα «στον λαό που δεν κατάλαβε». Η κατηγορία της «προδοσίας» έπεται, αλλα είναι πάντα εκεί, ισχυρή και πείσμων. Τα πεδία των αναμετρήσεων είναι γεμάτα όχι μόνον με αίμα και γενναιότητα, αλλά και από πλήθη αυτομόλων που άλλαζαν στρατόπεδο ορίζοντας την Τύχη της Μάχης. Όπως συχνό ήταν το θέαμα των αόπλων αμάχων που τους συνέθλιβαν πολιορκητές και πολιορκημένοι ανάμεσα στις δαγκωνιές μιας αιματηρής πολιορκίας.
Στην περίπτωση του Σύριζα, θα αρκούσε η παραδοχή πως η στροφή στην κεντροαριστερά, δούλεψε ελάχιστα και πως έφυγαν οι πρωινοί κατόπιν σκόπιμης στρατηγικής κίνησης. Ακόμη κι ο Βαρουφάκης, δεν επιστρέφει στον πολιτικό στίβο ως εκδικητής και αρχαίος συνεχιστής της θεωρίας των Παιγνίων, που πάντα ενδιέφερε την Αριστερά, αλλά και τους μεγάλους παίκτες πόκερ. Δηλώνοντας πως θα συντάσσονταν υπό όρους με τον Μητσοτάκη, δεν μιλάει ως άπτερος τσαλαπετεινός, αλλά ως νεοΜαρκεζίνης. Δεν «πρόδωσε», επειδή τον άδειασαν και τον έδιωξαν. Δεν ηττήθηκε, επειδή χιλιάδες ταλαιπωρημένοι Έλληνες, σκέφτηκαν «βρε μπας και είχε δίκιο;». Χιλιαδες, όχι αμέτρητοι. Αλλά μερικά Παλαί ντε Σπορ, τα γεμίζουν.
Οι πολίτες που ακολούθησαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όταν ο Βενιζελισμός βούλιαξε στον μεσοπόλεμο, βρήκαν μια θέση στο ΕΑΜ, αλλά και στους γερμανοντυμένους. Γενικά πάντως, το Κέντρο και οι παραλλαγές του, δεν εγκαταλείπει τον Ηγέτη του. Μήτε τον νοιάζει η προϊστορία του. Ο Γέρος της Δημοκρατίας δεν έπαψε να είναι ο πρωθυπουργός των Δεκεμβριανών. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, όσα κι αν του έσουραν, δεν θα εκλείψει ως σύμβολο. Κι ο Τσίπρας, στο χέρι του είναι να επιβιώσει, καθώς έχει φυσικο χρόνο μπροστά του, ακόμη κι αν τον δείτε σε τελείως άλλες αγκαλιές.
Απεναντίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αποφασίζοντας την τακτική του, είναι και θα είναι έκθετος σε χωσιές και ανατροπές. Όπως όλοι οι ηγέτες της Δεξιάς. Οι Συριζαίοι κάνουν φρικτή βλακεία με τις προσωπικές τους επιθέσεις. Δεν καταλαβαίνουν πως θα τον ρίξουν από μέσα, με τις πρώτες αναποδιές. Ουρά περιμένοι δελφίνοι, πραγματικοί και φανταστικοί.
Ενώ ο Τσίπρας, τέτοιον κίνδυνο δεν έχει. Με τους νεολαίους και τους παροπλισμένους που μαζεύει, όλους ανεκπαίδευτους και με πολύ τρακ, έχει μπροστά του πολλά χρόνια ώσπου να ακούσει το θρόισμα από το φτερωτό βέλος που θα του ρημάξει τα σφυρά.
Μη το ξεχνάτε: δεν υπάρχει προδότης που εντέλει μισήθηκε. Κι ο μόνος τρόπος να μειωθεί η προδοσία, είναι να την καλύπτεις πάντοτε με « αφρό μνήμης» και ανυπόκριτη αγάπη.