Ο τρελός του χωριού

Μέσα στην εβδομάδα που πέρασε έπεσα πάνω σε αυτή τη φωτογραφία που βλέπετε να συνοδεύει το παρόν κείμενο. Την είδα τυχαία εδώ και αν κρίνω από τις αντιδράσεις και τις κοινοποιήσεις του κόσμου η εικόνα αυτή άγγιξε κάποια χορδή. Η φωτογραφία είναι τού Γιάννη Δήμου και έχει τραβηχτεί κάπου τη δεκαετία του ’70 σε κάποιο πανηγύρι. Η λεζάντα που τη συνοδεύει (που είναι απάντηση τού φωτογράφου στην ερώτηση «ποια είναι η πιο εντυπωσιακή σκηνή που θυμάστε από τα πανηγύρια; Ποια σας έρχεται πρώτη στο μυαλό;», είναι η εξής:

[…] αυτή η στιγμή. Εδώ είναι ο τρελός του χωριού που είναι μόνος του, εξοστρακισμένος και παρακολουθεί τι κάνουν οι άλλοι. Ήταν συνταρακτικό, γιατί τη στιγμή που τον φωτογράφισα όλο το χωριό γλεντούσε κι αυτός παρακολουθούσε από απόσταση, ολομόναχος. Έχω τραβήξει τέσσερις φωτογραφίες νομίζω, περιμένοντας αυτή την στιγμή. Ήμασταν μόνο αυτός κι εγώ και θυμάμαι ότι έκλαιγα.

Το στιγμιότυπο είναι αναμφισβήτητα εντυπωσιακό γιατί απαθανατίζει μια στιγμή που πολλοί θα ήθελαν να παραμείνει αθέατη. Δεν είναι τόσο ότι προκαλεί τον οίκτο και τη συμπόνια, αλλά, κυρίως, ότι αυτή η εικόνα του ανθρώπου, που διακριτικά και από απόσταση παρακολουθεί και εποφθαλμεί τη συμμετοχή στο κοινό, εν προκειμένω ένα πανηγύρι, προσφέρεται και για μια διαφορετική ανάγνωση. Η φωτογραφία λειτουργεί ως σημαίνον για ένα ιδιότυπο σημαινόμενο: ο κάθε ένας μας έχει βρεθεί σε αυτή τη θέση και αυτή η θέση είναι, ας το πω κομψά, άβολη. Και γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρον γιατί είναι μια φωτογραφία που τράβηξε την προσοχή τόσων ανθρώπων. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε βρεθεί σε αυτή τη θέση, που απεικονίζει η φωτογραφία τού Γιάννη Δήμου, κοιτάζοντας φωτογραφίες. Και εικάζω τα τελευταία χρόνια αυτό συμβαίνει όλο και πιο συχνά γιατί οι φωτογραφίες είναι το σκληρό νόμισμα του σήμερα. Αρκεί να αναλογιστεί κάποιος τη μετεωρική άνοδο του «Ίνσταγκραμ». Μιας πλατφόρμας που επιτρέπει μόνο φωτογραφικές αναρτήσεις. Το νόμισμα που «γράφει» στα σημερινά μέσα. Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και γραμμικά. Γιατί και αλλού «γράφει» αυτό το «φωτογραφικό», αν και μας διαφεύγει. Και αυτό το «αλλού» δεν είναι άλλο από τις «φωτογραφικές διατάξεις και τροπολογίες» που τις τελευταίες ημέρες είχαν την τιμητική τους.

Πάμε όμως πάλι πίσω στην αρχή. Παρατηρήστε λίγο πιο προσεκτικά τη φωτογραφία. Δείτε τα χέρια του «τρελού». Η στάση του σώματος και τα χαρακτηριστικά του προσώπου υποδηλώνουν κάποιο είδος κατάνυξης; Στέκεται άραγε απέναντι στο πανηγύρι όπως στέκεται ένας πιστός στην εκκλησία; Βιώνει το θέαμα ως μυστήριο με τη χριστιανική έννοια ή ως μυστήριο γιατί όλο αυτό τού είναι ίσως κάπως ασύλληπτο ή ανεξήγητο;

Εικάζω ότι πολλοί από εμάς στέκονται έτσι ακριβώς απέναντι σε πολλά από αυτά που βιώνουμε κάθε φορά που μπαίνουμε σε προεκλογικές περιόδους. Διάβασα χθες τόσο πολλά για τις δηλώσεις της Τασίας Χριστοδουλοπούλου που τελικά απόρησα. Απόρησα όχι για τη Χριστοδουλοπούλου αλλά γιατί από κάποιο σημείο και πέρα, όλα αυτά (οφείλεις να) τα βλέπεις από μια απόσταση. «Και τι έγινε; Η πρώτη είναι ή η τελευταία;», αναρωτιέσαι και προσπερνάς. «Όλη αυτή η βαβούρα, γιατί; Θα αλλάξει μήπως κάτι;»

Και μετά μου ήρθε. Τελικά, εκτός από αυτούς που παθιάζονται και στηλιτεύουν τα ανομήματα της Χριστοδουλοπούλου, ή του Πολύδωρα και τόσων άλλων στο παρελθόν, εκτός από αυτή τη μικρή μάζα, υπάρχουν πάρα πολλοί που κοιτάζουν αυτό το πανηγύρι της εξουσίας που λαμβάνει χώρα κάθε περίπου τέσσερα χρόνια όπως το κοιτάζει ο σαλός της φωτογραφίας. Η φωτογραφία μπορεί να έχει τραβηχτεί το 1976 αλλά παραμένει επίκαιρη. Και μάλιστα στεκόμαστε κι εμείς σε αυτήν ακριβώς τη στάση απέναντι στο μυστήριο της εξουσίας και των συμπαρομαρτούντων της. Κάνουμε πως καταλαβαίνουμε αλλά μάλλον κάτι μας διαφεύγει. Παρακολουθούμε με την κατάνυξη του σαλού. Εποφθαλμιούμε κι εμείς λίγο από αυτό το πανηγύρι, αλλά, φευ, αναγνωρίζουμε ότι δεν είναι για τα δόντια μας. Όχι γιατί διαθέτουμε κάποιο ηθικό πλεονέκτημα (αν κάποιοι είχαν αμφιβολίες, κατέπεσε και αυτό) αλλά γιατί δεν έχουμε τα κότσια και κυρίως τις διασυνδέσεις να λάβουμε μέρος σε αυτό το πανηγύρι. Οι άνθρωποι που διασκεδάζουν σε αυτό το πανηγύρι είναι κάτι άλλο. Και είναι τελικά η σιωπή αυτής της απάθειας που μας κάνει κι εμάς να φαντάζουμε στα μάτια της εξουσίας «τρελοί». Και μάλιστα χρήσιμοι «τρελοί». Ο κόσμος παθιάστηκε με τη συγκεκριμένη φωτογραφία γιατί κατά βάθος αναγνωρίζει στο πρόσωπο του σαλού τον εαυτό του. Εμείς είμαστε οι «τρελοί του χωριού». Ένας τεράστιος αριθμός πολιτών που κρύβονται πίσω από τα αλλόκοτα ποσοστά αποχής (και ανοχής) των εκλογών απέναντι στην ανημπόρια που σε κάνει να αισθάνεσαι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Όταν οι υποψήφιοι αντιπρόσωποι, που γλοιωδώς κάθε τέτοια εποχή επιζητούν την ψήφο μας, κάνουν μπροστά στα μάτια μας το παν για να μας αποδείξουν, ότι, πρωτίστως, κοιτάνε τα του οίκου τους. Όταν η λογική των φωτογραφικών διατάξεων έχει ως μοναδικό σκοπό να κρύψει, πίσω από την ψευδεπίγραφη εναλλαγή στην εξουσία, το βόλεμα των ημέτερων για να αρχίσει αλλά και για να μην διακοπεί ποτέ το πανηγύρι. Καλή μας θέαση.